Τα κεφάλαια στους ευρωπαϊκούς φορολογικούς παραδείσους μπορεί να μην είναι τόσα πολλά όσα στην Καραϊβική, αλλά θεωρούνται ασυναγώνιστα όσον αφορά στην ασφάλεια των χρημάτων.
Στην κορυφή της λίστας είναι το Λουξεμβούργο, ιδρυτικό μέλος της ΕΕ. Ο επί των Οικονομικών υπουργός της Λουκ Φρίντεν απορρίπτει τον όρο «φορολογικός παράδεισος» για τη χώρα του. «Είμαστε ένας ευρωπαϊκός χρηματοοικονομικός χώρος και αρνούμεθα τον χαρακτηρισμό φορολογικός παράδεισος», τονίζει.
146 τράπεζες από 26 χώρες του κόσμου έχουν εγκατασταθεί στο Λουξεμβούργο, όπως αναφέρει η κυβέρνηση του Δουκάτου. Το Λουξεμβούργο ανήκει στους 10 κορυφαίους χρηματοοικονομικούς χώρους. Είναι μία από τις δύο σημαντικότερες έδρες συναλλαγής αμοιβαίων κεφαλαίων. Το μυστικό της επιτυχίας: Σαφήνεια και ευελιξία. Από τη μία πλευρά σεβασμός στο τραπεζικό απόρρητο και από την άλλη ένας αυστηρός νόμος κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Όλα αυτά στα συμφραζόμενα μιας «ανταγωνιστικής» φορολογικής πολιτικής και μιας ευέλικτης γραφειοκρατίας που διευθετεί τα πάντα με ταχύτητα.
Εδώ και δεκαετίες καλλιεργεί το Μεγάλο Δουκάτο τη φήμη του ασφαλούς λιμένα. Πάνω από δύο τρισεκατομμύρια ευρώ είναι η περιουσία των εταιρειών επενδύσεων σε αμοιβαία κεφάλαια, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Εταιρείας Χρηματοοικονομικών Συμβούλων Ogier. Ο φόρος που καταβάλλουν οι εν λόγω εταιρείες είναι ελάχιστος. Πολλές διεθνείς επιχειρήσεις έχουν ανοίξει θυγατρικές στο Λουξεμβούργο προκειμένου να φορολογούνται με ευνοϊκούς όρους τα κέρδη τους. Η πρακτική αυτή δεν συνιστά παραβίαση των ευρωπαϊκών κανόνων. Και ακριβώς τα κεφάλαια αυτά κάνουν το Λουξεμβούργο πρώτη χώρα της ΕΕ στο κατά κεφαλή εισόδημα. Με αυτά τα δεδομένα δεν συνιστά έκπληξη το γεγονός ότι η κυβέρνηση της χώρας υπερασπίζεται το οικονομικό της μοντέλο. Διατυπώνονται, ωστόσο, πολλές ενστάσεις.
«Δεν είναι επιθυμητοί στην Ευρώπη οι φορολογικοί παράδεισοι»
Ο ευρωβουλευτής των γερμανών Πρασίνων Σβεν Γκίγκολντ ζητά περισσότερη διαφάνεια στα φορολογικά μοντέλα που ακολουθούν οι επιχειρήσεις. «Μια επιχείρηση θα πρέπει να ανακοινώνει πόσες θυγατρικές έχει, ποια είναι τα κέρδη της και που σημειώθηκαν αυτά. Και κυρίως πόσο φόρο επί των κερδών κατέβαλε. Με τον τρόπο αυτόν μπορεί να διαπιστώσουν οι δημοσιογράφοι και η κοινωνία των πολιτών εάν η αναλογία κερδών και φόρου είναι η δέουσα. Το «αστείο» της υπόθεσης είναι ότι οι προδιαγραφές που αφορούν στη διαφάνεια μπορούν να ψηφιστούν με πλειοψηφία εντός της ΕΕ, σε αντίθεση με άλλα φορολογικά ζητήματα, η έγκριση των οποίων απαιτεί ομοφωνία».
Σε κάθε περίπτωση, το Λουξεμβούργο εμφανίζεται διατεθειμένο να αποδεχθεί περισσότερη διαφάνεια στο οικονομικό του μοντέλο. Όπως είπε ο Λουκ Φρίντεν, η κυβέρνηση της χώρας θα εξετάσει το ενδεχόμενο να διαβιβάζονται οι πληροφορίες για τους τόκους που λαμβάνουν ιδιωτικοί καταθέτες στις εφορίες των χωρών τους. Σε αυτό αντιδρά η αντιπολίτευση που επιμένει στο τραπεζικό απόρρητο.
Η υπόθεση της άρσης του τραπεζικού απορρήτου προκαλεί διαμάχες και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού της Αυστρίας με τους Σοσιαλδημοκράτες να εμφανίζονται διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν και τους κυβερνητικούς τους εταίρους, τους συντηρητικούς, να τάσσονται υπέρ της διατήρησης του απορρήτου. Το φορολογικό ντάμπινγκ πρέπει να σταματήσει, υποστηρίζουν στο μεταξύ όλο και περισσότεροι πολιτικοί και οικονομολόγοι. Ο Γκούντραμ Βολ, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών επισημαίνει: «Είναι απαραίτητη η φορολογική διαφάνεια. Δεν είναι επιθυμητοί στην Ευρώπη οι φορολογικοί παράδεισοι. Δεν είναι επιτρεπτό να διατηρεί μια χώρα τις τράπεζές της και να ασκεί φορολογική πολιτική σε βάρος των άλλων».
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 10.4.2013, newsit