Ο Ψαριανός καπετάνιος Κωνσταντίνος Κανάρης ξεχώρισε για το παράτολμο και την αποφασιστικότητα του κι έμεινε στην ιστορία ως ο κορυφαίος μπουρλοτιέρης κατά τον ναυτικό Αγώνα του 1821. Εκτός όμως από αυτό, ο Κανάρης έδρασε και ως κυνηγός των πειρατών που τότε λυμαίνονταν το Αιγαίο –κι όχι μόνον-. Εκμεταλλευόμενοι την ταραχώδη κατάσταση που επικρατούσε τον καιρό της Επανάστασης στις θάλασσες, έκαναν όλο και πιο συχνές τις επιδρομές τους αποσκοπώντας στη λεηλασία των παράλιων οικισμών –καθώς πριν χρόνια είχαν εγκαταλειφθεί οι ασφαλείς οικισμοί στα ψηλώματα-, στην αρπαγή σημαντικών προσώπων, θησαυρών, εκκλησιαστικών σκευών, κτηνών, πλοίων και γενικά στη λεηλασία κάθε υλικού που θα τους αποκόμιζε οφέλη. Οι πειρατές δεν είχαν θρήσκευμα, πατρίδα, έθνος και καταφύγιά τους ήταν τα δαντελωτά παράλια των ελληνικών νησιών. Με την πειρατεία, εκτός από τους Τούρκους, ασχολήθηκαν κυρίως οι Ψαριανοί, οι Μανιάτες, οι Κεφαλλονίτες, οι Κρητικοί. Μετά την Ναυμαχία του Ναυαρίνου η πειρατεία αυξήθηκε -μόνο κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 1827 είχαν λεηλατηθεί 81 πλοία- οπότε το νεοσύστατο ελληνικό κράτος έπρεπε να βρεί τρόπο να καταστήσει τις θαλάσσιες συγκοινωνίες ασφαλείς –στο μέτρο του εφικτού-. Εξάλλου η Ευρώπη είχε αγανακτήσει και Βρετανοί, Γάλλοι και Ρώσοι, οι ισχυροί της τότε εποχής, κατέκριναν δριμύτατα την κυβέρνηση ως ανίσχυρη.
Ο κυβερνήτης Καποδίστριας βασίστηκε στον Ναύαρχο Μιαούλη και στον Κωνσταντίνο Κανάρη για την αντιμετώπιση της πειρατείας. Οι Μιαούλης και Κανάρης ήταν υπεύθυνοι για τις δυο βασιλικές ναυτικές μοίρες που είχαν τότε συσταθεί. Ειδικά τον τελευταίο, στον οποίο είχε απεριόριστη εμπιστοσύνη, τον διόρισε φρούραρχο της Μονεμβασίας και κατόπιν διοικητή βασιλικής ναυτικής μοίρας (Β.Ν.Μ.) που πολέμησε τους αγγλόφιλους και τους αντικυβερνητικούς της Ύδρας, αλλά και τους πειρατές. Όμως, μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, και τον εμφύλιο σπαραγμό, απογοητευμένος αποσύρθηκε στη Σύρο όπου ιδιώτευσε για ένα διάστημα. Πριν δε γίνει Υπουργός Ναυτικών στην Κυβέρνηση Ανδρέα Μεταξά μετά την μεταπολίτευση του 1843, επανήλθε στην ενεργό δράση και συνέχισε να κυνηγά πειρατές στο Αιγαίο.
Στην Βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου της Αθωνικής Κιβωτού φυλάσσονται επιστολές που φέρουν την υπογραφή του Κωνσταντίνου Κανάρη που ως πληροφορεί τότε ο π. Θεοδόσιος «εγράφησαν καθ’ υπαγόρευσιν του Κανάρη υπό του γραμματέως αυτού και φέρουν την ιδιόχειρον υπογραφήν του ναυάρχου». Οι επιστολές αυτές δημοσιεύθηκαν από την Ι. Μ. Αγίου Παύλου το έτος 1954.
Από την μελέτη τους, αν και ολιγάριθμες, μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για την ψυχοσύνθεση του μεγάλου αυτού Έλληνα ναυτικού, καθώς και για τις αρετές της ηγετικής του φυσιογνωμίας. Παρόλη την ηλικία του ήταν γεμάτος πολεμικό μένος κατά των πειρατών που λυμαίνονταν τα παράλια, αλλά και δέος μπροστά τα υψηλά όρη του Άθω. Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Μην αμφιβάλλετε οσιώτατοι ότι η ευλαβής κλίσις μας ως προς το Ιερόν έδαφος τούτο είναι απεριόριστος». Ειδικά, ως προς την προσωπικότητα του Κανάρη βλέπουμε την έντονη η θρησκευτική του ευλάβεια. Θα πρέπει αν σημειωθεί πως τον καιρό εκείνο του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, η ευρωπαϊκή και δη γερμανοκρατούμενη Αυλή του, φρόντισε να διαλύσει 412 ανδρικές και 37 γυναικείες ορθόδοξες ελληνικές μονές στην Ελλάδα. Γνωρίζοντας αυτά ο Κανάρης δεν ήθελε να δείξει τον εαυτό του αμέτοχο και ξένο προς την κυβερνητική πολιτική και προς το αντιμοναχικό κλίμα που επικρατούσε στην βασιλική Αυλή, αλλά τουναντίον, να καταδείξει την στήριξη που αυτός παρείχε στους μοναχούς. Έτσι κατανοούμε πλήρως τα βαθύτερα αίτια που διαμόρφωσαν την μετέπειτα αντιπολιτευτική στάση του – ως πολιτικού ανδρός- έναντι της βασιλείας του Όθωνα και του θρησκευτικού «λιμπεραλισμού» που προσπαθούσε να επιβάλει η Αυλή και το ευρύτερο βασιλικό περιβάλλον. Επίσης, μέσω των επιστολών αυτών διακρίνουμε την άδολη δικαιοκρισία του Κανάρη που επαινεί την προθυμία των Αγιορειτών στην εφαρμογή των εκδοθεισών διαταγών για την καταδίωξη των πειρατών. Η δικαιοκρισία του αυτή είναι εκείνη ακριβώς που του επέβαλε να θυσιάσει το πολιτικό του συμφέρον, μπροστά στην διατήρησή της.
Η ναυαρχίδα του «Γλαύκος» ήταν επικεφαλής 9 πλοίων, των: Κίμβρος (μπρίκι, ενετάγη στο στόλο το 1829), Γλαύκος (κότερο, ναυπηγήθηκε το 1834 στον Πόρο), Κόχραν (κανονιοφόρος), Κανάρης (κανονιοφόρος, ναυπηγήθηκε το 1835 στον Πόρο), Κριεζής (κανονιοφόρος), Αποστόλης (κανονιοφόρος), Ναυτίλος (κότερο), Ανδρούτσος (κανονιοφόρος, ναυπηγήθηκε το 1834-1835 στον Πόρο), και άλλη μια κανονιοφόρος υπό τον Δ.Ν. Μήτρου που βρισκόταν στον Βόλο το τέλος του 1838 αναμένοντας νεώτερες διαταγές.
Τον Μάΐο του 1839 ναυλοχούσε η βασιλική ναυτική Μοίρα υπό τον Κανάρη στη Δάφνη και περιπολούσε κοντά στη Σκήτη της Αγίας Άννης. Η Ιερά Επιστασία του Αγίου Όρους ενημερώνει με επιστολές άμεσες τον Κανάρη για ο,τιδήποτε πέφτει στην αντίληψή της σχετικά με τους κρυμμένους πειρατές και ο μεγάλος Ναύαρχος αυθημερόν απαντά (βλ. σχετική επιστολή)
Εντύπωση προξενεί το ότι όλα τα αρκτικά γράμματα των ουσιαστικών, είναι γραμμένα με κεφαλαίο γράμμα, πράγμα που δεικνύει πως η Βαυαρική Αντιβασιλεία και η βασιλική Αυλή ευρύτερα, είχαν επηρεάσει τη δημόσια ζωή ακόμη και σε λεπτομέρειες. (Κατά την μεταγραφή, δεν έχω τηρήσει αυτήν την γραφή).
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» εν Όρμω Δάφνης τη 12η Μαΐου 1839
Αρ. 413/Δ.442
Πανοσιώτατοι Καθηγούμενοι των Σταυροπηγιακών Ιερών Μοναστηρίων του Άθωνος, Ευλαβέστατοι καθηγούμενοι των Κοινοβίων, Αρχηγοί των Κελλίων και Καπετάν Χάϊντα (Χάηνδα)
Η συνεννόησις του Υψηλοτάτου Μουσταφά πασσά Αρχιστρατήγου Ρούμελης μετά των Γενικών Προξένων της Α.Μ. του Τρισεβάστου Βασιλεως μου και η καταστρεπτική απόφασίς του για την εξαφάνισιν των πειρατών, μας ενεθάρρυναν να εμφανισθώμεν εις τα ύδατα ταύτα υπό των υψηλών Ορέων του Άθωνος, οι πρόποδες του οποίου κατήντησαν αι φωλεαί των πειρατών. Δεν θέλει υποφέρει ο Μεγαλειότατος Βασιλεύς Σουλτάν Μαχμούτ, δεν θέλει υποφέρει από τους πιστούς υπηκόους του τοιούτον όνειδος ώστε να γίνηται από τους υπηκόους του και υπαλλήλους του τοιαύτη επονείδιστος περίθαλψις, ούτε ο Μεγαλειότατος Βασιλεύς μου ήθελεν ανεχθή να εμφωλεύη εις το Οθωμανικόν Κράτος η πειρατεία, και το μόλυσμα να μεταδίδεται εις το Ελληνικόν Κράτος. Αι υψηλαί διαταγαί του είναι του να τους καταδιώξω όπου κι αν ήθελεν ούτοι ακουσθώσιν, διότι οι πειραταί δεν ανήκουσιν εις κανέναν Έθνος.
Την 8ην του ενεστώτος μηνός εξηφάνισεν τους εν τη Ελλάδι επί της νήσου Πιπερίου και ούτοι είναι οι Αρχη-Πειραταί Γεώργιος Μακρής και Καμμαρούλας και Νάσκας με τους οπαδούς των, και το πειρατικόν ποιάριόν των. Αφού εκαθάρισα το Ελληνικόν έδαφος μετέβην με τον υπό την μοίραν μου στολίσκον εις τους πρόποδας του Άθωνος εις το Ακρωτήριον προς τα Καυσοκαλύβια χθες προς το μεσονύκτιον κατά την πειρατικήν φωλεάν. Έκαμα απόβασιν, συνέλαβα το πειρατικόν ποιάριόν των τους αιχμαλώτους Ζαγοραίους και τους ναύτας των. Επληγώθησαν δυο αρχηγοί των και ωφεληθέντες από την ομίχλην κατέφυγον εις τα δάση. Ούτοι δε εισί:
- Ο Κωνσταντίνος Κουτζούμπης
- Ο Κώστας Βενετός
- Ο Γεώργιος Καναλιώτης
- Ο Αποστόλην Καναλιώτης
- Ο Τριαντάφυλλος Γερο-Πασακλής
- Ο Κρυστάλλης Ουρουσιότης
- Ο Γεώργιος Θηβευς
- Ο Αθανάσιος Τζοκανάρης
- Ο Μήτρος Διαληβιώτης
- και 11. Δυο ψυχογιοί.
Απόκειται ήδη εις την δραστηριότητά σας να δικαιώσητε την προς υμάς Εμπιστοσύνην του Μ. Σουλτάνου δια της γενικής εξόδου των Μοναχών και του Καπετάν Χάϊντα δια την σύλληψίν των, ήτις πρέπει να προληφθή προ του να προκαταλάβωσιν άλλην οδόν δραπετεύσεως.
Περιμένω όσον ούπω το αποτέλεσμα των δραστηρίων πράξεών σας.
Ο Αρχηγός της κατά το Αιγαίον Β.Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης»
Ας σημειωθεί πως η άγονος και άνυδρος νησίδα Πιπέρι ανήκε στις «Διαβολονησίδες» των Βορείων Σποράδων που ήταν ληστροπειρατικό ορμητήριο. 8 Μαΐου 1839 ο Κανάρης συγκρούσθηκε με τους πειρατές και εξόντωσε τους αρχηγούς τους. Διέφυγαν όμως ορισμένοι τούς οποίους καταδίωξε μέχρι τις ακτές της χερσονήσου του Αγίου Όρους. Τότε ζήτησε την συνδρομή των μοναχών για την εξόντωσή τους.
Ο καπετάν Στέργιος Χάϊντας (Χάηνδας) ήταν αρχηγός της Ασφάλειας του Αγίου Όρους, ο οποίος τελικά, ως φαίνεται, συνεργάσθηκε με τους πειρατές. Η ύπουλη συνεργασία του έγινε κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας και όχι κατόπιν υπόθαλψης των προϊσταμένων του Αρχών. Για τον λόγο αυτό σχημάτισε μεγάλη περιουσία και μάλιστα, ήταν και δανειστής της ίδιας Ιεράς Μονής. Όμως πληροφορεί ο π. Θεοδόσιος «κατά την προ 40ετίας τακτοποίησιν του αρχείου της ημετέρας μονής, παρετήρησα ότι κατ’ επανάληψιν, όταν η μονή ευρίσκετο εις πολύ δύσκολον οικονομικών κατάστασιν, εδανείζετο από τον καπετάν Χάϊντα ανά 500 χρυσά φλωρία με τόκον 8%». Διαβάζουμε σε επιστολή του Κανάρη, τέσσερις ημέρες μετά την αποστολή της προηγούμενης επιστολής του:
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» εν Όρμω Δάφνης Άθω τη 16η Μαΐου 1839
Αρ. 429/Δ.353
Προς τους οσιωτάτους επιστάτες της Κοινότητος του Ιερού Όρους Άθω
Μετά προσοχής επομένως παρετηρήσαμεν την υπό χθεσινήν ημερομηνίαν ειδοποίησίν σας περί της με ζήλον και προθυμίαν συλλήψεως του δραπετεύσαντος Ναύτου Τρικεριώτου Ιωάννου Πατζά, με πλήρη ευχαρίστησίν μας εξάγομεν, ότι η σύλληψις αύτη έγινε από τους υμετέρους ενόπλους, άνευ της συνδρομής του οπλαρχηγού Χάϊντα, περιπολούντος ίσως εις άλλα μέρη, και κατά τούτο είσθε αξιέπαινοι, διότι πραγματικώς εξάγομεν την μεγάλην επιθυμίαν σας ως προς την δικαίαν επιτυχίαν του σκοπουμένου, συμμορφούμενοι με το Αποστολικόν ρητόν ‘παιδεύετε τους ατάκτους ίνα μη υπεραίρονται’ εβραδύναμεν να σας διακοινώσωμεν τας σπουδαίας ανακαλύψεις μας ως προς το αντικείμενον διότι επεριμένομεν να απαντήσωμεν διαθέσεις πραγματοποιημένας αφ’ ενός, και αφ ετέρου να βεβαιωθώμεν όσα έχουσιν αληθείας. Ήδη δε, σας διακοινώνομεν με ενδόμυχον λύπην μας τα επόμενα προς φωτισμόν και οδηγίαν σας.
Περί τα τέλη του παρελθόντος Απριλίου ευρίσκοντο όλοι οι πειραταί με τα δυο πειρατικά πλοιάριά των εις το νησίδιον απέναντι των Καυσοκαλυβίων, το πρωί της ημέρας εκείνης εκατέβη είς στρατιώτης του Χάϊντα προς το παράλιον εκείνο, έκαμεν νεύμα, και επήγε το έν πειρατικόν με τρεις πειρατάς και συνομίλησαν, αφού ο στρατιώτης τοις ενεχείρισεν και φιάλην ρακιού, επέστρεψαν με τους πειρατάς οι απεσταλμένοι και πάραυτα ευγήκαν όλοι οι πειραταί εις την Άμμον, όπου εκατέβη ο Χάϊντας με 10 έως 12 στρατιώτας του, και συγχρόνως εδιώρισαν οι πειραταί να ετοιμασθή γεύμα από αυγά, οκτάποδα και τυρόν και συνεγράνθησαν άπαντες πίνοντας και αρκετόν οίνον, τον οποίον είχον αρπάξει οι πειραταί προ τινών ημερών από εν Κυμιώτικον ορμημένον ενταύθα, το δε δειλινόν της ημέρας εκείνης απεμακρύνθησαν αμφότεροι και έκαστος εις τα ίδια. Μετά δε παρέλευσιν 4 ημερών, ήλθον προς εσπέραν 4 στρατιώται του Χάϊντα και εσυνομίλησαν με τους πειρατάς, και την επιούσαν ήλθον ένοπλοι Μοναχοί από το επάνω του νησιδίου μέρος, και ο Χάϊντας από το κάτω, έρριψαν κάμποσα τουφέκια, ωσαύτως και οι πειραταί και έπειτα απεμακρύνθησαν οι ένοπλοι.
Εκ τούτων απάντων εξάγεται ότι μία τοιαύτη αποτρόπαιος συνεννόησις, αποματαιώνει τας ειλικρινείς προσπαθείας σας ως προς την καταδίωξιν και σύλληψιν των πειρατών. Αν ο κύριος Χάϊντας δεν ήθελε προσπαθήσει να δικαιώση της κατηγορίαν του ταύτην με την σύλληψιν των πειρατών και να εξαιτήση την συνδρομήν ειλικρινώς της υμ. Κοινότητος ως προς τούτο, νομίζομεν όλας τα άλλας προσπαθείας μας επί ματαίω, και θέλει μας φέρει εις την δυσάρεστον θέσιν του ν’ απομακρυνθώμεν από τα παράλια ταύτα. Του εδόθη στάδιον να δικαιωθή, όταν ειλικρινώς ενεργήση τα περί συλλήψεως των πειρατών, φωτίσατέ τον με τας συνετάς συμβουλάς σας ως προς τούτο δια να τρέξη ειλικρινώς εις το χρέος του με το οποίον τον ετίμησεν η Οθωμανική εξουσία, ας εξαφανίση με την σύλληψίν των πειρατών πάσαν κηλίδα, ήτις δύναται να επιφέρη τον όλεθρόν του, ανήκει ήδη εις τα συνετάς προς αυτόν συμβουλάς σας να επανέλθη εις την οδόν του καθήκοντος.
Με ευλαβή αφοσίωσιν
Ο αρχιναύαρχος της κατά το Αιγαίον Β.Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης»
Αξίζει να σημειωθεί πως στο «Ερμηνευτικό Λεξικό του Χαλκιδιώτικου ιδιώματος» του Στέργιου Βαγγλή, (Έκδοση της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, ΠΕ Χαλκιδικής, 2020), απαντά η λέξη Χάι(ν)τας (αρσ.) και σημαίνει αποστάτης, ανεπρόκοπος, αλλά και χαζός, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις.
Την επόμενη επιστολή την απέστειλε ο Κανάρης προς την Ιερά Επιστασία η οποία ενημερώθηκε σχετικά με το περιστατικό της ύπαρξης πειρατών στον Άθω και βεβαίωσε τον Κανάρη ότι εξέδωσε διαταγές σχετικά για να καταδιωχθούν οι πειρατές. Ο Κανάρης, ο οποίος, αν και ατρόμητος πολέμαρχος, παρουσιάζει μέσα από τα γραπτά του χριστιανική πραότητα και γλυκύτητα, απαντά ως εξής:
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» εν Όρμω Δάφνης του Άθωνος την 13ην Μαΐου 1839
Αρ. 415/Δ.444
Προς τους οσιωτάτους επιστάτας της Κοινότητος του Αγίου Όρους Άθω
Απαντώμεν ευχαρίστως προς το υπό σημερινήν ημερομηνίαν έγγραφόν σας επαινούντες την προθυμίαν σας δια τας παρ’ υμών εκδοθείσας διαταγάς για την καταδίωξιν των φυγαδευθέντων προς τα δάση πειρατών, προσδοκώμεν την άφευκτον σύλληψίν των ήτις θέλει δικαιώση την προσδοκίαν από πιστούς υπηκόους αμφοτέρων των Βασιλειών μεταξύ των οποίων βασιλεύει σύμπνοια ως προς την εξαφάνισιν της ληστοπειρατικής μάστιγος, αυθημερόν αναφέρω υπέρ του ζήλου σας προς τον εν Θεσσαλονίκη ελλ. Γενικόν Πρόξενον δια να αναγγείλη υπέρ υμών προς τον υψηλότατον πασσά Θετταλομαγνησίας, συγχρόνως ειδοποιώ και την Κυβέρνησιν της Α.Μ. του Βασιλέως μου, επιθυμούμεν όσον ούπω να μας αναγγείλητε και την ελπιζομένην σύλληψιν των φυγαδευθέντων δια να δοθή το οφειλόμενον πέρας κατά εξουθενημένων πειρατών.
Μην αμφιβάλλετε οσιώτατοι ότι η ευλαβής κλίσις μας ως προς το Ιερόν έδαφος τούτο είναι απεριόριστος. Επικαλούμενοι όθεν ευχάς υμών πάντων, επικαλούμεθα διηνεκώς αυτά προς ενίσχυσιν των όπλων της Α.Μ. του Τρισεβάστου Βασιλέως μου.
Ο Αρχ. της κατά το Αιγαίον Β.Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης»
Στις 15 Μαΐου η Ιερά Επιστασία ενημερώνει τον Κανάρη ότι δυο πειρατές διέφυγαν με βάρκα που άρπαξαν από το νησί Προβάτα, στην πλευρά του Αγίου Όρους. Ο Κανάρης απαντά και πάλι αυθημερόν και εφιστά την προσοχή των μοναχών ώστε να μην κατορθώσουν να διαφύγουν οι υπόλοιποι πειρατές.
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» εν Όρμω Δάφνης Άθωνος την 15ην Μαΐου 1839
Αρ. 416
Προς τους οσιωτάτους επιστάτας της Κοινότητος του Αγίου Όρους Άθω
Με ενδόμυχον λύπην μας παρετηρήσαμεν τα ενδιαλαμβανόμενα εις το υπό την σημερινήν ημερομηνίαν έγγραφόν σας περί της αρπαχθείσης λέμβου εκ δυο πειρατών από την Προβάταν. Πάραυτα απεστείλαμεν θαλάσσιον δύναμιν προς καταδίωξίν των, αλλά επαναλαμβάνομεν να σας εκφράσωμεν την λύπην μας, ότι αν δεν επιστήσουν οι υμέτεροι και την κατ’ ιδίαν οφειλομένην προσοχήν των θέλει απομακρυνθούν τοιουτροτρόπως και οι υπόλοιποι των πειρατών είτε δια της αυτής οδού, είτε δια της άλλης, και κατά τούτο οφείλετε να πολλαπλασιάσητε επαγρύπνως την προσοχήν των υμετέρων προς αποφυγήν δυσαρέστων συνεπειών.
Ο Αρχ. της κατά το Αιγαίον Β.Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης»
Στις δυο παραπάνω επιστολές άξια παρατηρήσεως είναι τα εξής:
- Η συνεργασία και σύμπνοια που τονίζει ο Ναύαρχος πως υπάρχει μεταξύ του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως προς την εξαφάνιση της μάστιγας της πειρατείας. Προφανώς πρόκειται για ευγενική θέση εκ μέρους του Κανάρη αφού γνώριζε πολύ πολύ καλά ο ίδιος ότι οι Τούρκοι δεν έβλεπαν με καλό μάτι την αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους (22.1.1830) καθ’ ότι ηττήθηκαν και σύρθηκαν στην υπογραφή της συμφωνίας αυτής, αλλά και καθόσον οι ίδιοι ήταν επικεφαλής πειρατικών που λυμαίνονταν όλο το Αιγαίο μια και που η πειρατεία για αυτούς ήταν τρόπος ζωής.
- Οι μοναχοί στο Άγιο Όρος ήταν «πιστοί υπήκοοι του Ελληνικού Βασιλείου». Αυτοί, μόλις συστάθηκε το Ελληνικό Κράτος αποτίναξαν τις οικονομικές υποχρεώσεις που όφειλε ο Αγιώνυμος Τόπος να προσφέρει στον Σουλτάνο (το ρεγιαλίκι / Regialiki). 5 Φεβρουαρίου 1842 υπεγράφη και σφραγίστηκε από τους αντιπροσώπους των είκοσι Ιερών Μονών του Αγίου Όρου έγγραφο όπου γίνεται μνεία για τους κινδύνους που διέτρεχε ο Αγιώνυμος Τόπος λόγω της καταστρατήγησης του «ρεγιαλικίου» λόγω επικοινωνίας των Αγιορειτών με τους «αγνωρίστους» Έλληνες της Ελεύθερης Ελλάδας.
Επανέρχομαι στην αλληλογραφία. Συνελήφθη τελικά ο Τρικεριώτης ναύτης Ιωάννης Πατζάς (βλ. ανωτέρω επιστολή 429/Δ.353) την ίδια ημέρα, και αναθάρρησε ο Κανάρης. Τα αισθήματα χαράς που νοιώθει, θέλει να τα κοινοποιήσει στους μοναχούς:
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» εν Όρμω Δάφνης Άθω την 16ην Μαΐου 1839
Αρ. 427/Δ.353
Προς τους οσιωτάτους επιστάτας της Κοινότητος του Αγίου Όρους Άθω
Απαντώντες εις το υπό σημερινήν ημερομηνίαν έγγραφον σας, διακοινώνομεν την ευαρέστησίν μας προς υμάς δια τα εν αυτώ, διότι αναλαμβάνομεν την εξασθενησείσαν ελπίδα της παρ’ υμών συλλήψεως των πειρατών φυγαδευομένων επί του όρους. Χθες μέχρι ηλίου δυσμών απέπλευσαν 4 Β. πλοία εκ των υπό την Μοίραν μας προς τα ακτάς του Ανατολικοαρκτικού μέρους του Όρους, προς περίπολον, με την πεποίθησιν ότι αφ’ ενός μεν οι υμέτεροι ένοπλοι κατά ξηράν, αφ’ ετέρου τα Β. πλοία κατά θάλασσαν, θέλει εξάπαντος επιταχυνθή η προσδοκομένη σύλληψις. Από την προς ημάς αποσταλλέντα ναύτην Τρικεριότην έως της στιγμής δεν ανεκαλύψαμεν τι ουδιώδες, θέλομεν επιμεληθή δια να προοδεύσωμεν με τας εξομολογήσεις, και ανιχνεύσαντες τα επουσιώδη θέλομεν επισπεύσει να σας τα διακοινώσωμεν προς φωτισμόν.
Σήμερον προς εσπέραν μεταβαίνομεν και ημείς εις το Αρκτικοανατολικόν του όρους παράλιον, όπου θέλετε μας διευθύνει τας πληροφορίας σας, οσάκις έχετε σπουδαίον τι. Ταυτό θέλομεν πράξει και ημείς εις παρομοίαν περίπτωσιν.
Επανασυστήνομεν προς υμάς την δραστήριον ενέργειάν σας ως προς την προσδοκομένην σύλληψιν.
Εξαιτούμεθα τας θεοσεβείς ευχάς σας
Ο Αρχ. της κατά το Αιγαίον Β.Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης».
Ο Κανάρης όμως δεν μπόρεσε να παραμείνει άλλο στο Άγιο Όρος. Έτσι στις 17 Μαΐου απέστειλε στην Ιερά Επιστασία την παρακάτω επιστολή:
«Εκ του βασιλικού κοττέρου ο «Γλαύκος» απέναντι Αγίας Άννης επί του διαύλου την 17ην Μαΐου 1839
Αρ. 430/Δ.356
Προς τους οσιωτάτους επιστάτας της Κοινότητος του Ιερού Όρους Άθω
Αφού δια του υπό χθεσινήν ημερομηνίας υπ’ αρ. 429 έγγραφόν μας, σας διακοινώσαμεν θετικώς τα ανακαλυφθέντα προς φωτισμόν σας και οδηγίας σας, κατά συνέπειαν τούτων ενομίσαμεν πλέον ως περιττήν την περαιτέρω διαμονήν μας εις τα παράλια του Άθω. Απομακρυνόμενοι όθεν εγκαταλείπομεν εις την δραστηριότητάν σας τα περί της συλλήψεως των φυγαδευθέντων επί του Όρους πειρατών περιμένοντες κεχηνότως του να ακούσωμεν το προσδοκώμενον αποτέλεσμα δια ειδοποιήσεώς σας, είτε εις Σκόπελον, είτε εις Σκιάθον, με την τυχούσαν θαλασσίαν ευκαιρίαν προς φωτισμόν και γνώσιν μας παρακαλείσθε δε να μας προφθάνετε τας πληροφορίας σας ως προείρηται, αίτινες δύνανται να συντείνουν δεόντως.
Εξαιτούμεθα τας θεοσεβείς ευχάς σας
Ο Αρχ. της κατά το Αιγαίον Β. Ν. Μοίρας
Κ. Κανάρης».
Δεν γνωρίζουμε τελικά τι απέγινε με τους πειρατές, εάν συνελήφθηκαν ή όχι. Τουλάχιστον στο Άγιον Όρος δεν υπάρχουν άλλες επιστολές που να διαφωτίζουν περαιτέρω την υπόθεση αυτή.
Ευρυδίκη Λειβαδά
————————-
Εικόνες: Κωνσταντίνος Κανάρης, χρωμολιθογραφία Ι.Δ. Νεράντζη. ΕΙΜ 4948 – 237
Κατάλογος πλοίων υπό τον Κανάρη, αρχηγό της Β.Ν. Μοίρας (βλ. υπογραφή του). Όρμος Ωραιών, Β. Εύβοια, 24/10/1838. ΑΙΕ ΙΕΕΕ 77005.
Ναυτικές εχθροπραξίες. Λιθογραφία του Peter von Hess. ΕΙΜ 7967 – 32.