Π. Πετράτος & Η. Τουμασάτος μιλούν για το βιβλίο «Γ. Μεταξάς» της Ι.Μ.Κεφαλληνίας

Ο παλιός κόσμος, αυτός που η οικονομία του βασιζόταν στην κατοχή της γης δείχνει να απειλείται. Οι μοναρχίες της Ευρώπης, αλλά και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, αρχίζουν να αισθάνονται την απειλή της νέας πραγματικότητας. Αν η Αμερική είναι μακριά, η Γαλλία είναι πολύ κοντά. Η προηγούμενη τάξη πραγμάτων έχει διασαλευθεί, την ίδια στιγμή που οι πόλεμοι  ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης μαίνονται ατέρμονα καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα.

Η απειλή της πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας θα συνασπίσει τα μεγάλα ευρωπαϊκά βασίλεια εναντίον της. Ο πρώτος συνασπισμός, το 1792, συγκροτείται από την Πρωσσία, την Αυστρία των Αψβούργων, τους βασιλικούς Γάλλους, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και τα ιταλικά Βασίλεια. Η Γαλλία θα υπερισχύσει σ’ αυτή την σύγκρουση, που θα διαρκέσει ως το 1797, και θα αναδείξει τις στρατιωτικές ικανότητες του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο οποίος θα οδηγήσει, με την ιταλική του εκστρατεία, στην κατάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας. Τα εδάφη της Γαληνοτάτης θα μοιραστούν στη Γαλλία και την Αυστρία. Η Δημοκρατία του Τσιζαλπίνο θα είναι «αδελφή» της Γαλλίας και η «Περιφέρεια της Βενετίας» θα παραδοθεί στην Αυστρία. Στην ιταλική χερσόνησο θα δημιουργηθούν μικρές «Δημοκρατίες» που αργότερα θα ενσωματωθούν στη Γαλλία, και τα Επτάνησα θα ονομαστούν «Γαλλικά Διαμερίσματα της Ελλάδος», χωρισμένα σε τρεις νομούς, τον νομό Κερκύρας, που περιελάμβανε την Κέρκυρα, τους Παξούς, και τις απέναντι περιοχές της Ηπείρου Βουθρωτό και Πάργα, τον νομό Ιθάκης (Κεφαλονιά, Ιθάκη, Λευκάδα, Πρέβεζα και Βόνιτσα) και τον νομό Αιγαίου (Ζάκυνθος, Κύθηρα και Στροφάδες).

Αυτή η σύντομη κατοχή από τους «δημοκρατικούς Γάλλους» των Επτανήσων περιέχει πολλά ενδιαφέροντα σημεία: Την ενθουσιώδη υποδοχή τους και την μανιώδη εκδίωξή τους. Οι Γάλλοι κατέβαλαν φιλότιμες προσπάθειες, στο πνεύμα των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, να δημιουργήσουν αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, να καταργήσουν τους τίτλους ευγενείας και να συστήσουν υποδομές παιδείας και πολιτισμού. Από την άλλη, το εγχείρημα δεν πέτυχε στον οικονομικό τομέα, οπωσδήποτε βρήκε την αντίδραση της παλαιάς τάξης πραγμάτων αλλά και έγινε δυσάρεστο λόγω της υψηλής φορολογίας και της αντίθεσης προς το θρησκευτικό συναίσθημα των Επτανησίων. Το βασικότερο λάθος των Γάλλων ήταν αυτό που είναι μέχρι σήμερα το βασικό λάθος κάθε «πολιτισμένου κατακτητή». Παρέβλεψαν ότι η δημοκρατία είναι το μόνο πολίτευμα που δεν μπορεί να επιβληθεί «έξωθεν». Η δημοκρατία είναι προϊόν αυτοδιάθεσης ενός λαού, που ο ίδιος συντάσσει την πολιτεία του.

Την ίδια περίπου εποχή (1787-1792) δύο άλλες αυτοκρατορίες στα ανατολικά, η Ρωσική Αυτοκρατορία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία διεξάγουν τον έβδομο μεταξύ τους πόλεμο, στον οποίο θα επικρατήσει η Ρωσία, ενώ οι Οθωμανοί ταυτόχρονα πολεμούν και με την Αυστρία από το 1788 έως το 1791. Στους δύο τελευταίους ρωσοτουρκικούς πολέμους διακρίθηκε για τις ικανότητές του ένας ικανότατος αξιωματικός του ρωσικού ναυτικού: Ο Θεόδωρος Ουσακώφ.

Το 1788 ο τουρκαλβανός Αλή Πασάς, διοικώντας με το μαστίγιο, ως ουσιαστικά αυτόνομη επικράτεια, το Πασαλίκι των Ιωαννίνων θα εξελιχθεί σε σημαντικό παράγοντα των εξελίξεων στο Ιόνιο, και μεγάλο πονοκέφαλο τόσο για τους Ευρωπαίους όσο και για την Υψηλή Πύλη.

Η επικράτηση των Γάλλων έναντι του Πρώτου Συνασπισμού, και η επέκταση της επιρροής της Πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας στην ιταλική χερσόνησο θα συστήσουν έναν δεύτερο, ακόμη ευρύτερο, συνασπισμό των Ευρωπαϊκών βασιλείων εναντίον των Γάλλων, από το 1798. Στις ευρωπαϊκές δυνάμεις που αντιτίθενται στη Γαλλία θα προστεθούν και δύο πρώην άσπονδοι εχθροί: Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που βλέπουν τη γαλλική απειλή να γίνεται εντονότερη, καθώς ο Ναπολέων με τα γαλλικά στρατεύματα πραγματοποιούν ένα παρακινδυνευμένο εγχείρημα: Την από ξηράς και θαλάσσης επιχείρηση στην Αίγυπτο και την Οθωμανική Συρία, όπου θα συγκρουστεί με τις αγγλικές δυνάμεις υπό τον Νέλσονα και με τους οθωμανούς.

Με σχεδόν όλη την Ευρώπη εναντίον της (με εξαίρεση την Ισπανία, τις «αδελφές» δημοκρατίες της Γαλλίας, τις πολωνικές λεγεώνες και τα ενωμένα βασίλεια της Δανίας – Νορβηγίας) η πρώτη Γαλλική Δημοκρατία τελικά θα αντέξει απέναντι και στον δεύτερο συνασπισμό. Το τέλος των συγκρούσεων αυτών, με τις συνθήκες της Λινεβίλ (1801) και της Αμιένης (1802) αναδεικνύει τελική νικήτρια τη Γαλλία, παρά την τελική αποτυχία της εκστρατείας στην Αίγυπτο. Ωστόσο η επιρροή της Γαλλίας στην ιταλική χερσόνησο, την Αδριατική και το Ιόνιο θα περιοριστεί σημαντικά.

Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία σ’ αυτή την αντιπαράθεση έβλεπαν τα συμφέροντά τους στη Μεσόγειο, αλλά και τα ίδια τους τα απολυταρχικά πολιτεύματα να απειλούνται κάνουν τους προαιώνιους εχθρούς, μετά από επτά πολέμους να αντιταχθούν στον (καθόλου δημοκρατικό) επεκτατισμό της Γαλλίας. Είχαν άλλωστε να επικαλεστούν έναν καλό λόγο: Το «ομόδοξο» του «ξανθού γένους», που λειτουργούσε ως «αντίδοτο» στην επί αιώνες υπαρκτή οθωμανική απειλή.

Στην κατάσταση που διαμορφώθηκε τελικά στον χώρο του Ιονίου ήταν καθοριστική η συμβολή του Ναυάρχου Ουσακώφ. Έχοντας πολεμήσει εναντίον των Οθωμανών δύο φορές, την τρίτη φορά θα ηγηθεί του ενωμένου στόλου Ρώσων και Οθωμανών. Είναι αξιοσημείωτος ο συμβολισμός ότι τα ρωσικά πλοία ξεκινούν από την Σεβαστούπολη στην πολύπαθη και διαφιλονικούμενη επί αιώνες Κριμαία, και ενώνονται με τα τουρκικά πλοία στην επίσης πολύπαθη και διαφιλονικούμενη επί αιώνες Κωνσταντινούπολη.

Η συνέχεια περιγράφεται με την πολύ γλαφυρή (αλλά και, όπως θα ανέμενε κανείς, ακραιφνώς φιλορωσική) ματιά του Κεφαλονίτη Γιεγκόρ Μεταξά, όπως μεταφέρθηκε στο βιβλίο που παρουσιάζεται σήμερα.

Τα Επτάνησα θα κατακτηθούν εύκολα από τις δυνάμεις του Ουσακώφ και χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση από τους Γάλλους. Για την Κέρκυρα τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα, αλλά κι αυτή μετά από μήνες θα πέσει τελικά στα χέρια των Ρώσοτούρκων. Η εκστρατεία θα συνεχιστεί προς την Αδριατική και την Ιταλία.

Για τα Επτάνησα, η δική μας αφήγηση τελειώνει κάπου εδώ. Οι νέοι κατακτητές, η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα συμφωνήσουν για την ίδρυση, το 1800, της Επτανήσου Πολιτείας, μιας βραχύβιας, αλλά συντεταγμένης κρατικής οντότητας. Ήταν το πρώτο ελληνικό κράτος, από το οποίο όμως έλειπαν κάποια μέρη από τα πρώην γαλλικά διαμερίσματα: η Πρέβεζα, η Πάργα, το Βουθρωτό, η Βόνιτσα, δεν θα ακολουθήσουν την τύχη των επτά νησιών.

Πώς τελειώνει το παραμύθι; Ποιος νίκησε σ’ αυτούς τους πολέμους; Θα μπορούσε κανείς να απαντήσει αν τελείωναν εδώ. Θα τολμούσα να πω ότι τελικά νίκησε η Μοναρχία. Ο Ναπολέων στέφθηκε αυτοκράτορας της Γαλλίας το 1804, τερματίζοντας την Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία και τα οράματά της. Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα ξαναθυμηθούν την αντιπαλότητά τους, μόνο που η δεύτερη θα είναι από δω και πέρα ένας «μεγάλος ασθενής». Η Μοναρχία νίκησε, η Ιστορία όμως έκανε ένα μεγάλο βήμα προς τα μπρος.

Από τα Επτάνησα θα περάσουν κι άλλοι κατακτητές ώσπου να ενωθούν με το Ελληνικό Βασίλειο… επιβεβαιώνοντας ίσως τους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη:

Ήρθαν

ντυμένοι φίλοι

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου

το παμπάλαιο χώμα πατώντας

και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.

Ηλίας Τουμασάτος


Πέτρος Πετράτος: «Γιεγκόρ Μεταξάς: Ναυμαχος, Διπλωμάτης και Συγγραφέας»

Πολύ πριν ο ρωσικός στόλος του Ουσακώφ εμφανιστεί στο Ιόνιο, οι Κεφαλονίτες είχαν «ανακαλύψει» τη Ρωσία. Μερικές φορές η Ιστορία επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις. Με τα «παιχνίδια» της διαμορφώνει  κάποιες βαθύτερες σχέσεις ανάμεσα σε γεωγραφικές περιοχές, όπως έγινε  στην περίπτωση της Κεφαλονιάς και της Ρωσίας. Αν και διαφορετικά μεγέθη οι δυο αυτές γεωγραφικές αλλά και πολιτισμικές ενότητες – ένα νησί στα δυτικά όρια του ελληνισμού, κατακτημένο τότε από τους Βενετούς και αργότερα από τους Γάλλους, και στην άλλη άκρη μια αυτοκρατορία με επεκτατική πολιτική αλλά και ανοικτή σε νέες ιδέες και πρακτικές – βρήκαν ευκαιρίες να συναντηθούν.

Πολλοί Κεφαλονίτες έφτασαν στη Ρωσία. Κάποιοι προχώρησαν μέχρι τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη, οι περισσότεροι όμως δραστηριοποιήθηκαν στη νότια Ρωσία, από το 17ο έως το 19ο αιώνα. Αναφέρουμε ενδεικτικά  κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις, που δείχνουν την ποιότητα και το εύρος των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών.

— Ο Ιάκωβος  Πυλαρινός (1659 –1718), με νομικές και ιατρικές σπουδές, πολυταξιδεμένος, έφτασε μέχρι τη Ρωσία, όπου διορίστηκε αρχίατρος του τσάρου Μ. Πέτρου.

— Οι αδελφοί Ιωαννίκιος (1633-1717) και Σωφρόνιος (1652-1730) Λειχούδη, γεννημένοι στο Ληξούρι, συνδέθηκαν άρρηκτα με την πνευματική αναγέννηση της Ρωσίας, καθώς υπήρξαν οι ιδρυτές και οι πρώτοι δάσκαλοι της Σλαβο-ελληνο-λατινικής Ακαδημίας της Μόσχας, του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Ρωσίας, μετακενώνοντας στη χώρα αυτή το ιδεώδες της ευρωπαϊκής Αναγέννησης.

— Ο Αθανάσιος Σκιαδάς (1698 – 1796), με νομικές, ιστορικές και φιλοσοφικές σπουδές, δίδαξε μετά τους αδελφούς Λειχούδη στην Ακαδημία της Μόσχας.

— Ο Πέτρος Μελισσηνός  (1726-1796), γεννημένος στη Ρωσία, διέπρεψε στο  στρατιωτικό τομέα, αναδιοργανώνοντας το ρωσικό πυροβολικό και βελτιώνοντας την οχυρωματική τεχνική.

— Ο Γεώργιος Πολυκαλάς (1665-1718) γιατρός και διπλωμάτης, έγινε ιδιαίτερος γιατρός της Αικατερίνης Α΄.

— Ο Μαρίνος Χαρμπούρης (1729-1782) από το Αργοστόλι, που τοποθετήθηκε αξιωματικός στο σώμα Μηχανικών της Ρωσίας, είναι εκείνος που το 1770 μετέφερε από τους βάλτους της Φιλανδίας στην Αγία Πετρούπολη βράχο 2000 τόνων, πάνω στον οποίο τοποθετήθηκε το περίφημο άγαλμα του έφιππου Μεγάλου Πέτρου στην πλατεία της Αγίας Πετρούπολης.

— Ο Δημήτριος Ιγγλέση;ς (περίπου 1770 – περίπου δεκαετία του 1850), σημαντικός έμπορος και δήμαρχος της Οδησσού αλλά και χρηματοδότης της Επανάστασης του 1821.

— Ο Μαρής Βαλλιάνος (1808 –1896) από τις Κεραμιές έφτασε στο Ταγκανρόκ της Αζοφικής και κατόρθωσε να μετεξελιχθεί σε μεγαλέμπορο και μεγαλοπλοιοκτήτη της Νότιας Ρωσίας.

Αν, λοιπόν, εξετάσουμε τον Γιεγκόρ Μεταξά μέσα σε αυτό το πλαίσιο των διαχρονικών δεσμών Κεφαλονιάς – Ρωσίας, δεν αποτελεί έκπληξη η παρουσία και δράση ενός Κεφαλονίτη στη στρατιωτική μηχανή της τσαρικής Ρωσίας. Έρχεται να συνεχίσει και μάλιστα να υπογραμμίσει μια παράδοση. Ο υποπλοίαρχος Γιεγκόρ (ή Ιγκόρ =Γεώργιος) Μεταξάς συμμετείχε στον ενωμένο ρωσοτουρκικό στόλο κάτω από την αρχηγία του Ρώσου ναυάρχου Ουσακώφ το 1798-99 εναντίον των δημοκρατικών Γάλλων στα Επτάνησα και την Ιταλία και είναι ο συγγραφέας του βιβλίου, που εδώ απόψε παρουσιάζεται.

Ο Γιεγκόρ Μεταξάς του Παύλου γεννήθηκε το 1774 (ή 1775) στην Κρήτη, όπου τότε προφανώς βρισκόταν η οικογένειά του. Ο πατέρας του Παύλος είχε γεννηθεί στην Κεφαλονιά, αλλά δε γνωρίζουμε κάτι άλλο γι’ αυτόν.  Φαίνεται, πάντως,  ότι μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια η οικογένεια Μεταξά εγκαταστάθηκε στη Ρωσία. Το 1785 ο Γιεγκόρ εγγράφηκε στην ειδική για ξένους ομόθρησκους Σχολή Ευελπίδων, απ’ όπου αποφοίτησε το 1789 (ή 1790). Την επόμενη χρονιά τοποθετήθηκε με το βαθμό του σημαιοφόρου στη μοίρα του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα κάτω από τις διαταγές του υποναύαρχου Ουσακώφ. Για οκτώ συνεχή χρόνια συμμετείχε σε διάφορες δραστηριότητες του στόλου στη Μαύρη Θάλασσα, όπως στις συγκρούσεις με τον οθωμανικό στόλο στα παράλια της σημερινής Βουλγαρίας και στις περιπολίες στα παράλια της Σεβαστούπολης.

Στο μεταξύ, είχε αποκτήσει την εμπιστοσύνη του Ουσακώφ. Γι’ αυτό και ο  τελευταίος ζήτησε και τον πήρε μαζί του στην εκστρατεία στη Μεσόγειο. Τον τοποθέτησε, μάλιστα, στη ναυαρχίδα της οθωμανικής μοίρας, επειδή γνώριζε ο Μεταξάς την τουρκική γλώσσα και έτσι μπορούσε να ενημερώνει το Ρώσο υποναύαρχο για τα σήματα και τις δραστηριότητες των Οθωμανών.

Κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιόνιο ο Μεταξάς πήρε μέρος ιδιαίτερα στις αποβατικές ενέργειες για την κατάληψη των Κυθήρων και της Ζακύνθου. Στη Ζάκυνθο, μάλιστα, διεύθυνε αποβατικό άγημα από την τουρκική μοίρα και έθεσε κάτω από τις διαταγές του ομάδες πληθυσμού κατά των Γάλλων. Συμμετείχε και στην πολιορκία του Βίδου και στην κατάληψη της Κέρκυρας, όπου η συμβολή του ήταν όχι μόνο στρατιωτικής μορφής.

Μετά την κατάληψη των Επτανήσων και ενώ ο Ουσακώφ έπαιρνε το δρόμο της επιστροφής, ο Μεταξάς μετακινήθηκε προς το μέτωπο της Ιταλίας και της Αδριατικής, όπου δραστηριοποιήθηκε για δέκα περίπου χρόνια, ενώ το 1809 πήρε το βαθμό του υποπλοιάρχου. Τελικά, αποχώρησε από το πολεμικό μέτωπο το 1811, οπότε και αναχώρησε από την Τεργέστη για τη Ρωσία. Και τον Ιούνιο του 1814, μετά από αίτησή του για λόγους υγείας, απολύθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό με το βαθμό του αντιπλοιάρχου.

Ωστόσο, ο ίδιος ο Μεταξάς κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στα Επτάνησα αναγκάστηκε να παίξει και ρόλο διπλωμάτη, καθώς έλαβε μέρος δυο φορές σε διπλωματικές αποστολές στον Αλή πασά. Ο πασάς των Ιωαννίνων ήταν, κατά τον Μεταξά, έξυπνος διορατικός και αποφασιστικός, αλλά ταυτόχρονα σκληρός,  μηχανορράφος και αφερέγγυος. Εποφθαλμιούσε τα γειτονικά στο πασαλίκι του νησιά Λευκάδα και Κέρκυρα και προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί από τη μια την παρουσία των Γάλλων και από την άλλη τη νικηφόρα προέλαση του Ουσακώφ. Χρειάζονταν, δηλαδή, από την πλευρά του «διπλωμάτη» Μεταξά λεπτές και ισορροπημένες κινήσεις

Ο Αλή πασάς καταλαμβάνει την Πρέβεζα, που την κατείχαν οι Γάλλοι, και συλλαμβάνει το Ρώσο πρόξενο στην πόλη, ενώ προετοιμάζεται για την κατάληψη και της Πάργας. Οι Παργινοί ζητούν τη βοήθεια του Ουσακώφ, ο οποίος λόγω της σύλληψης του προξένου δηλώνει τη στήριξή του υπέρ των Παργινών και στέλνει τον  Μεταξά για τις σχετικές συζητήσεις. Ο Ρώσος ιστορικός Ευγένιος Τάρλε κάνει λόγο για «προσωπική επιτυχία» του Κεφαλονίτη υποπλοιάρχου: ο Αλή πασάς όχι μόνο δέχτηκε  να απελευθερώσει το Ρώσο πρόξενο, αλλά και δήλωσε ότι θα σταματήσει κάθε προσπάθειά του για κατάληψη της Πάργας, αποδεχόμενος μάλιστα την τοποθέτηση ρωσικής φρουράς στην πόλη.

Τη δεύτερη διπλωματική του αποστολή την εκτέλεσε ο Μεταξάς λίγο αργότερα, όταν ο Ουσακώφ χρειάστηκε τη βοήθεια τού πασά των Ιωαννίνων για το διώξιμο των Γάλλων από την Κέρκυρα. Χρειάζονταν οι Ρωσότουρκοι στρατό απόβασης, για να κάνουν έφοδο στα φρούρια του Βίδου και της Κέρκυρας και ο Μεταξάς κατόρθωσε με πολύ κόπο, όπως γράφει ο ίδιος, να πείσει τον Αλή να δεχτεί χωρίς υλικά ή εδαφικά ανταλλάγματα να βοηθήσει – κάτι που θα το εκτιμούσε και ο σουλτάνος και έτσι θα ανανέωνε το κύρος του στην Πύλη, αλλά θα αποκτούσε και την ευαρέσκεια του τσάρου, που θα τον αντάμειβε με πλούσια δώρα. Ο Μεταξάς δηλαδή εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία της περιόδου, καθώς είχαν διαταραχτεί οι σχέσεις του πασά με το σουλτάνο, με αποτέλεσμα ο πασάς των Ιωαννίνων να αρκεστεί στις ελπιδοφόρες και συνάμα αόριστες εκδηλώσεις εύνοιας από το σουλτάνο και τον τσάρο.

Ο Γιεγκόρ Μεταξάς είναι πια μια γνωστή προσωπικότητα της ρωσικής κοινωνίας. Έχει ήδη παρασημοφορηθεί με το παράσημο της Αγίας Άννας 4ης τάξης και αργότερα με το Αυτοκρατορικό Στρατιωτικό Παράσημο του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου 4ης τάξης, την ανώτερη δηλαδή στρατιωτική διάκριση τότε της Ρωσίας. Όντας «ένας από τους ήρωες της Μεσογειακής εκστρατείας», έχει την εκτίμηση της Πολιτείας αλλά έχει πετύχει και την κοινωνική καταξίωση. Είναι συνομιλητής και καλός φίλος σοβαρών προσωπικοτήτων της Μόσχας, ενώ συνδέεται με αδελφική φιλία με τον Ιωάννη Καποδίστρια, σημαντικότατο τότε κρατικό αξιωματούχο. Αυτά ακριβώς τα «προσόντα» θα του φανούν χρήσιμα στην υπόλοιπη περίοδο της ζωής του, όταν θα αντιμετωπίσει οικονομικά κυρίως προβλήματα και αρκετές φορές οι υψηλοί φίλοι του θα τον σώζουν από σίγουρη λόγω χρεών φυλάκιση.

Εγκαταστημένος ήδη στη Μόσχα, είναι μάλλον βέβαιο ότι το 1813 με 1814 αποφασίζει ο Μεταξάς να δημιουργήσει οικογένεια.  Παντρεύεται τη Μαρία του Φιοντόρ, με την οποία αποκτά δύο παιδιά, την Ελισάβετ και τον Σπυρίδωνα, τον οποίο και βάφτισε ο Ιω. Καποδίστριας.

Παράλληλα, επιδίδεται στη συγγραφή. Το 1813 εκδίδει ένα ολιγοσέλιδο βιβλίο με τίτλο Πυρκαγιά της Μόσχας το 1812 και το 1820-1821 το έργο με τίτλο Ελληνικά συμβάντα, ενώ αφήνει ανέκδοτο χειρόγραφο με τίτλο Σημειώσεις του Υποπλοιάρχου του Ρωσικού στόλου Γιεγκόρ Μεταξά.. Ο πλήρης τίτλος του έργου είναι: Σημειώσεις του υποπλοιάρχου Γιεγκόρ Μεταξά, που περιέχουν αφηγήσεις των στρατιωτικών κατορθωμάτων της Ρωσικής ναυτικής μοίρας, η οποία κατέλαβε τα Ιόνια νησιά υπό την αρχηγία του Ναυάρχου Φιόντορ Φιοντόροβιτς Ουσακώφ σε συνεργασία με την Οθωμανική Πύλη, τα έτη 1798 και 1799. Το χειρόγραφο των Σημειώσεων απόκειται από το 1863 στο Τμήμα Χειρογράφων της Αυτοκρατορικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης.

Τα Ελληνικά συμβάντα και οι Σημειώσεις του Γιεγκόρ Μεταξά ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την ελληνική πλευρά, γι’ αυτό και επιβάλλεται να μελετηθούν, καθώς είναι σίγουρο ότι δίνουν νέα στοιχεία και ενδιαφέρουσες εκτιμήσεις για τα θέματα που πραγματεύονται. Είναι βέβαιο ότι κατά την περίοδο της εκστρατείας ο Μεταξάς κατέγραφε γεγονότα, των οποίων υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας ή και συμμέτοχος, και σημείωνε τις εκτιμήσεις του. Και αργότερα στη Μόσχα ξαναδούλεψε το υλικό του, το οποίο με τις αναγκαίες προσθήκες και προσαρμογές πήρε την τελική του μορφή τη δεκαετία του 1820, για να εκδοθεί το 1915 από τον Β. Ιλίνσκι. Αλλά και τα Ελληνικά συμβάντα,  καθώς εκφράζουν απόψεις και κρίσεις για την προετοιμασία της Ελληνικής  Επανάστασης του 1821 μέσα από τη ρωσική οπτική, είναι αναμενόμενο ότι η μετάφρασή και η ελληνική τους έκδοση θα συμβάλει σε νέους προβληματισμούς και επανεκτιμήσεις.

Και κλείνουμε με μια γενική αποτίμηση για την προσωπικότητα του συγγραφέα:

— Ο Γιεγκόρ Μεταξάς ήταν, όπως προκύπτει από τη μελέτη των Σημειώσεων του, άνθρωπος με σπουδαία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και αξιοπρόσεκτους φιλοσοφικούς προβληματισμούς, εφοδιασμένος συνάμα με τις αρετές της φιλοξενίας, της γενναιοδωρίας, της ανεκτικότητας και της φιλανθρωπίας, της αγάπης δηλαδή προς τον άνθρωπο.

— Υπήρξε βαθύς γνώστης της πολιτικής και διπλωματικής ιστορίας. Και η γνώση αυτή τον βοήθησε προφανώς στις διπλωματικές του αποστολές στον Αλή πασά. Είχε, επίσης, μελετήσει αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή μυθολογία και ιστορία – στοιχείο που απόλυτα τεκμηριώνεται από τη μελέτη του βιβλίου του. Το πλεονέκτημα, άλλωστε, της γνώσης της ελληνικής γλώσσας το αξιοποίησε στον καλύτερο δυνατό βαθμό, καθώς εμπλούτισε το βιβλίο του με σπουδαίες και άγνωστες τις περισσότερες φορές πληροφορίες για τη ζωή των κατοίκων των Ιόνιων νησιών, τις οποίες συγκέντρωσε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας από τις συζητήσεις του με τους νησιώτες.

—  Συνειδητός ορθόδοξος ό ίδιος ο Μεταξάς, υπογράμμιζε τη σημασία και την αξία της χριστιανικής ορθόδοξης πίστης. Και κατηγορούσε τους Γάλλους, που περιφρονούσαν τη θρησκεία, την οποία αντικατέστησαν με παγανιστικές οντότητες. Γι’ αυτό ένιωθε ικανοποίηση, που οι συμπατριώτες του Επτανήσιοι διαφύλαξαν τη χριστιανική τους πίστη και μάλιστα χαιρόταν ιδιαίτερα, όταν διαπίστωνε τη θρησκευτική ταύτιση Επτανησίων και Ρώσων, για να αποφανθεί ότι «τίποτα δεν φέρνει κοντά δυο λαούς όσο η πίστη».

— Ιδεολογικοπολιτικά, ωστόσο, κινήθηκε στο χώρο των αριστοκρατικών αντιλήψεων και υπήρξε υποστηρικτής της απολυταρχίας. Αποδεχόμενος ως υποχρεωτική την ταξικότητα της ανθρώπινης κοινωνίας, δεν έβλεπε πουθενά την εκμετάλλευση των αρχόντων ούτε την καταπίεση των χωρικών. Διέκρινε μια αμοιβαιότητα μεταξύ φεουδάρχη και χωρικού/αγρολήπτη. Δεν μπορούσε ο Μεταξάς λόγω γενικότερης αγωγής αλλά και κοινωνικής θέσης να κατανοήσει τις επαναστατικές αλλαγές, που έφερνε η Γαλλική Επανάσταση του 1789 με τις διακηρύξεις της για ελευθερία των λαών και πολιτική ισότητα όλων των ανθρώπων-πολιτών.

Αντίθετα, χαρακτήριζε χιμαιρικές τις διακηρύξεις για πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο, για ανεξαρτησία και ισοτιμία. Θεωρούσε την καθιέρωση της πολιτικής ισότητας ως «παραβίαση της κοινωνικής τάξης». Η Γαλλική Επανάσταση ήταν γι’ αυτόν συνώνυμο της διαφθοράς και της αναρχίας – κάτι βέβαια που έχει απορρίψει η σύγχρονη πολιτική επιστήμη. Και γινόταν άδικος, όταν υποστήριζε ότι οι αρχές της Γαλλικής Επανάστασης για ισότητα και δικαιοσύνη ήταν στην πράξη «ύπουλες κολακείες».

— Πάντως, ο Κεφαλονίτης του Ρωσικού Στόλου Γιεγκόρ Μεταξάς με τη δράση του αλλά κυρίως με το βιβλίο του, που εδώ απόψε παρουσιάζουμε, έχει συμβάλει ουσιαστικά στη διεύρυνση των γνώσεών μας τόσο για τη ρωσοτουρκική εκστρατεία στη Μεσόγειο, τον αρχηγό της Ουσακώφ αλλά και τον καιροφυλακτούντα Αλή πασά, όσο και για τη ζωή, τις παραδόσεις και τις ποικίλες δραστηριότητες των συμπατριωτών του κατοίκων των Ιόνιων νησιών. Διακρίθηκε ως ναυμάχος και ως διπλωμάτης και σήμερα μπορούμε ανεπιφύλακτα να υπογραμμίσουμε και την αξία του ως εξαίρετου συγγραφέα, επιφυλασσόμενοι βέβαια για την αριστοκρατική οπτική γωνία, από την οποία φωτίζει τα γεγονότα, καθώς χαρακτηρίζει τους νέους κυρίαρχους των Επτανήσων, τους Ρωσότουρκους και κυρίως τους Ρώσους, ως  απελευθερωτές, ενώ δεν ήταν τίποτε παραπάνω ή παρακάτω από ένας κρίκος στην αλυσίδα των κατακτητών του επτανησιακού νησιωτικού συμπλέγματος – παλαιότερα των Φράγκων, Βενετών και Γάλλων, τώρα των Ρωσότουρκων και αργότερα των Βρετανών.

Πέτρος Πετράτος