Η προφητική ομιλία Καραμανλή με προειδοποιήσεις που αγνοήθηκαν

Πόλεμος ευρείας κλίμακας σε ευρωπαϊκό έδαφος, δίπλα στην καρδιά της Ευρώπης, θα έπρεπε να είναι αδιανόητος στον 21ο αιώνα. Ειδικά στην Ευρώπη, που έχει μακρά και πολύ οδυνηρή εμπειρία

Την 1η Ιουνίου 2022, μόνο λίγους μήνες μετά την έναρξη του πολέμου και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής μίλησε σε εκδήλωση της «Παναθηναϊκής» στο Μέγαρο Μουσικής.

Υπό το φως των νεότερων εξελίξεων στο μέτωπο και την προσέγγιση Τραμπ – Πούτιν, κρίνουμε σκόπιμο να αναδημοσιεύσουμε τα σημαντικότερα αποσπάσματα εκείνης της διορατικής παρέμβασης με την οποία ο πρώην πρωθυπουργός ζητούσε από την Ευρωπαϊκή Ενωση την ανάληψη πρωτοβουλιών για τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, πριν οι συνέπειες του στις οικονομίες των κρατών-μελών και στις ζωές των Ευρωπαίων πολιτών γίνουν δραματικές. Σήμερα αποδεικνύεται ότι είχε δίκιο και ότι το εθνικό μας συμφέρον επέβαλλε να πρωτοστατήσουμε κι εμείς στις πρωτοβουλίες για τη λήξη του πολέμου. Αλλά δυστυχώς είχαμε άλλα στον νου μας.

Είπε λοιπόν εκείνη την ημέρα ο Καραμανλής μεταξύ άλλων και τα εξής: «Προφανώς και δεν ήταν ένας κόσμος αγγελικά πλασμένος. Οξείες διαφορές, γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, σφαίρες επιρροής ήταν γνώριμα φαινόμενα. Ακόμα και συγκρούσεις. Οι ανώφελοι και αδιέξοδοι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, η δήθεν Αραβική Ανοιξη και λίγο νωρίτερα οι εμφύλιοι πόλεμοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία το αποδεικνύουν.

Ομως πόλεμος ευρείας κλίμακας σε ευρωπαϊκό έδαφος, δίπλα στην καρδιά της Ευρώπης, θα έπρεπε να είναι αδιανόητος στον 21ο αιώνα. Ειδικά στην Ευρώπη που έχει μακρά και πολύ οδυνηρή εμπειρία πολέμων. Κι όμως το αδιανόητο συμβαίνει. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι πράξη παράνομη, απαράδεκτη και καταδικαστέα. Οχι μόνο διότι προσβάλλει βάναυσα κάθε κανόνα Διεθνούς Δικαίου. Αλλά και διότι καμία επιχειρηματολογία, βάσιμη ή όχι, δεν δικαιολογεί την προσφυγή στη βία, στις καταστροφές και την αιματοχυσία, ιδίως μάλιστα εις βάρος αμάχων και αθώων.

Πέρα όμως από την απερίφραστη καταδίκη της εισβολής και την ηθικά και ανθρωπιστικά επιβεβλημένη συμπαράσταση στον δοκιμαζόμενο ουκρανικό λαό, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε τις συνέπειες και τους κινδύνους που εγκυμονεί ο πόλεμος και προπαντός η παράτασή του.

Oι επιπτώσεις στον οικονομικό τομέα είναι ζοφερές και οι προβλέψεις σε περίπτωση μακράς διάρκειας του πολέμου χειρότερες. Παρέλκει η λεπτομερής τους απαρίθμηση. Το σοκ όμως στον ενεργειακό τομέα, στην εφοδιαστική αλυσίδα, στις τιμές, στην παραγωγή και στο εμπόριο προμηνύουν δύσκολες μέρες. Στη χειρότερη εκδοχή, επισιτιστική κρίση σε περιοχές του πλανήτη, πολιτική αστάθεια και αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Και πάντως για την Ευρώπη στασιμότητα, πληθωρισμός, πιθανώς ανεπάρκεια αγαθών, συνεπώς και διογκούμενη δυσαρέσκεια και αντίδραση.

Στο Ενεργειακό αρκεί η υπόμνηση ότι η προσπάθεια απεξάρτησης από τους υδρογονάνθρακες της Ρωσίας θα είναι μακροπρόθεσμη και πολύ πιο ακριβή, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις κοινωνίες που πλήττονται, προφανώς κυρίως τις ευρωπαϊκές. Και στο επισιτιστικό τι μπορεί να συμβεί σε μια χώρα, όπως για παράδειγμα η Αίγυπτος, που εισάγει περίπου το 90% του σίτου που χρειάζεται από την Ουκρανία, σε κοινωνικοοικονομικό και κατά συνέπεια σε πολιτικό επίπεδο; Και, κατ’ επέκταση, τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το Μεταναστευτικό, αλλά και τις ευρύτερες γεωπολιτικές επιπτώσεις για τη χώρα μας.

Η προοπτική αυτή, δηλαδή μιας ογκούμενης οικονομικής κρίσης, με απτή αντανάκλαση στην κοινωνική ηρεμία και την ποιότητα της δημοκρατίας, ευρύτερα αλλά και στην Ευρώπη, μπορεί να εξελιχθεί στο δυσμενέστερο, αν ληφθούν υπ’ όψιν δύο πρόσθετες παράμετροι. Αφενός η ήδη ορατή διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων σε όλο τον πλανήτη. Ο Joel Kotkin, διάσημος οικονομολόγος και κοινωνιολόγος, σε άρθρο του στο συντηρητικό περιοδικό «Spectator» τόνιζε στις 7 Ιανουαρίου 2022: «Η νέα απολυταρχία αναδύεται από μια αδυσώπητη συγκέντρωση πλούτου που έχει δημιουργήσει μια νέα πάμπλουτη ελίτ. Η οικονομική κληρονομιά της τελευταίας δεκαετίας είναι η υπερβολική εταιρική ενοποίηση, μια μαζική μεταφορά πλούτου στο ανώτερο 1% από τη μεσαία τάξη».

Είναι αλήθεια ότι η κατανομή του πλούτου περιορίζεται διαρκώς σε λιγότερα χέρια και εξωθούνται στο περιθώριο ολοένα και περισσότερες κοινωνικές ομάδες που ανήκουν στα αστικά – μικροαστικά στρώματα. Υγιής όμως δημοκρατία χωρίς κοινωνική συνοχή δεν είναι εφικτή. Προοπτική ηρεμίας και ομαλότητας με αποκλεισμούς και στέρηση της ελπίδας από τους πολλούς για ένα καλύτερο αύριο είναι όνειρο θερινής νυκτός.

Αφετέρου, όσα διαδραματίζονται στον χώρο της ενημέρωσης. Δεν ήταν ασύνηθες σε καιρό πολέμου η πληροφόρηση σε έναν βαθμό να είναι ελεγχόμενη, το φαινόμενο όμως απροσχημάτιστης προπαγάνδας και διασποράς fake news είναι ανησυχητικό. Αν σ’ αυτό προστεθούν τα ήδη εξαπλούμενα φαινόμενα του ανεξέλεγκτου λαϊκισμού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο αυθαίρετος αποκλεισμός της αντίθετης άποψης, η υπερσυσσώρευση ισχύος στην ενημέρωση σε λίγα ιδιωτικά χέρια, η κατάσταση επιδεινώνεται κατά πολύ. Μπορεί όλα αυτά να μην επηρεάζουν άμεσα την έκβαση του πολέμου, πρέπει όμως να προβληματίζουν σοβαρά για το είδος και την ποιότητα της δημόσιας ζωής που εκκολάπτεται στο όχι τόσο μακρινό.

Εφόσον λοιπόν ο πόλεμος είναι τόσο καταστροφικός και η παράτασή του εγκυμονεί πολλαπλάσιους κινδύνους, επείγει ο τερματισμός του. Αλλωστε και όλοι οι εμπλεκόμενοι μόνο να χάσουν έχουν από τη συνέχισή του. Πρωτίστως το θύμα, η Ουκρανία, με τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και υλικές καταστροφές. Ομως και ο θύτης, η Ρωσία, ανεξάρτητα από την αμφιλεγόμενη στρατιωτική έκβαση, έχει σημαντικές απώλειες, σοβαρότατο κόστος από τις κυρώσεις και τεράστια φθορά κύρους. Αλλά και η Ευρώπη που ήδη βιώνει τις αρνητικές συνέπειες της σύγκρουσης και θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα από τη διαιώνιση της.

Είναι η Ευρώπη που πρέπει να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάπαυση του πυρός, στη λήξη του πολέμου και την επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Εργο δύσκολο, με πολλές παγίδες και αντινομίες, αλλά αναπόφευκτο. Η Ευρώπη με τις γνωστές αδυναμίες της, την ανολοκλήρωτη ολοκλήρωσή της, τον αυτοπεριορισμό της σε ρόλο παθητικού θεατή στις παγκόσμιες εξελίξεις καλείται να υπερβεί εαυτόν και να βρει τη δύναμη να πρωταγωνιστήσει.

Να αναλάβει πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα, στην αναζήτηση διπλωματικής διεξόδου, στη σταθεροποίηση της κατάστασης τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στην εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, στην ανακούφιση του ουκρανικού λαού. Οι προκλήσεις όμως αυτές προϋποθέτουν ουσιαστικά βήματα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση, κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική, υπέρβαση των αδυναμιών που κληροδότησε η άκαιρη και βεβιασμένη διεύρυνση του 2004. Προϋποθέτει κυρίως ισχυρή πολιτική βούληση. Σε τελική ανάλυση, αυτή την Ευρώπη θέλουμε, αυτήν οραματιζόμαστε. Για μια τέτοια Ευρώπη μας ενέπνευσε και μας συνεπήραν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και οι άλλοι μεγάλοι ηγέτες της ευρωπαϊκής ιδέας.

Μανώλης Κοττάκης

Εφημερίδα «δημοκρατία»

ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 26/2/2025 #ODUSSEIA #ODYSSEIA