Ἀρχίζοντες τήν ἀποψινήν ὁμιλίαν διά τόν ἱκανώτερον ξένον Φιλέλληνα στρατιωτικόν κατά τόν Ἀπελευθερωτικόν Ἀγῶνα τῆς Ἑλλάδος, τόν Κάρολον-Νικόλαον Φαβιέρον, θά πρέπῃ κατ’ ἀρχήν νά προβῶμεν εἰς μίαν σύντομον Βιογραφίαν τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀνδρός.
Ὁ Κάρολος-Νικόλαος Φαβιέρος ἐγεννήθη τῷ 1782 εἰς τήν πολίχνην Pont-à-Mousson τοῦ Νομοῦ Μέρτ-έ-Μοζέλ (Meurthe-et-Moselle) τῆς Ἐπαρχίας τῆς Λωρραίνης (Lorraine). Ἡ οἰκογένεια του εἶχεν εὐγενῆ καταγωγήν μέ παράδοσιν εἰς τήν Νομικήν. Ὁ Φαβιέρος ἐσπούδασεν εἰς τήν Σχολήν τοῦ Πολυτεχνείου τῶν Παρισίων, ἀπό τήν ὁποίαν ἀπεφοίτησε τῷ 1804 μέ εἰδικότητα τό Πυροβολικόν φέρων τόν βαθμόν τοῦ Ἀξιωματικοῦ.
Μετά τήν ἀποφοίτησίν του ὁ Φαβιέρος κατετάγη εἰς τόν στρατόν τοῦ Ναπολέοντος. Ἒλαβε μέρος εἰς πλείστας Ναπολεοντείους μάχας. Ἰδιαιτέρως διεκρίθη εἰς τήν Μάχην τῆς Γερμανικῆς πόλεως Ulm, εὑρισκομένης ἐπί τῆς ἀριστερᾶς ὂχθης τοῦ Δουνάβεως, Εἰς τήν μάχην αὐτήν ἡγούμενος μιᾶς σχετικῶς μικρᾶς πυροβολαρχίας κατώρθωσε νά καθηλώσῃ ὁλόκληρον στρατιάν τήν ὁποίαν διηύθυνεν ὁ Αὐστριακός Στρατηγός Karl Mack, ὃστις καθηλωθείς ἐν τέλει περιεκυκλώθη ὑπό τοῦ Γαλλικοῦ στρατοῦ καί ἠναγκάσθη νά παραδοθῇ τήν 20ην Ὀκτωβρίου, 1805.
Τῷ 1806-1807 ἐπολέμησεν εἰς Δαλματίαν ὑπό τόν Γάλλον Στρατάρχην Marmont, ὃπου καί πάλιν διεκρίθη. Ὃμως ἀκόμη μεγαλυτέρας διακρίσεως ἒτυχεν εἰς τήν μάχην τοῦ Eylau (Ἐϋλώ), πόλεως τῆς Ἀνατολικῆς Πρωσσίας, πλησίον τῆς Königsberg. Αὓτη ἒλαβε χώραν τήν 7 – 8/2/1807, ὃπου ὁ Γαλλικός στρατός ἀντεμετώπισε καί ἐνίκησε τόν ἡνωμένον στρατόν τῶν Πρώσσων καί Ῥώσσων. Ὁ Ναπολέων παρατηρήσας τάς ἐπιτυχίας τοῦ νεαροῦ Φαβιέρου εἰς τά πεδία τῶν μαχῶν, τόν προεβίβασε ἀπό ἀνθυπολοχαγόν, παρακάμψας τόν ἐνδιάμεσον βαθμόν τοῦ ὑπολοχαγοῦ, εἰς λοχαγόν. [Ὁ Φαβιέρος μετέβη ἀκολούθως τό 1809 εἰς Κωνσταντινούπολιν καί τό 1810 εἰς τήν Περσίαν, διά νά ὀργανώσῃ τόν Περσικόν Στρατόν.]
Ἐπιστρέψας εἰς Γαλλίαν [ὑπηρέτησεν ἐπί τι διάστημα εἰς Ἱσπανίαν ὑπό τόν Στρατάρχην Marmont καί] τό 1812 ἐπολέμησε καί πάλιν μέ τήν Μεγάλην Στρατιάν (la Grande Armée) τοῦ Ναπολέοντος εἰς Ῥωσσίαν, ὃπου κατά τήν νικητήριον μάχην καταλήψεως τῆς Μόσχας ἐτραυματίσθη εἰς τήν κνήμην καί εἰς ἂλλα δύο μέρη τοῦ σώματός του. Διακριθείς διά τό θάρρος καί τήν γενναιότητά του μαχόμενος πάντοτε εἰς τήν πρώτην γραμμήν καί ἐνθαρρύνων τούς στρατιώτας του, ὁ Ναπολέων τόν προήγαγεν εἰς τόν βαθμόν τοῦ Συνταγματάρχου καί τοῦ ἀπένειμε τήν διάκρισιν τοῦ «Ταξιάρχου τοῦ Τάγματος τῆς Λεγεῶνος τῆς Τιμῆς». Ὑπῆρξε δέ ὁ νεαρώτερος στρατιωτικός, εἰς ἡλικίαν μόλις 31 ἐτῶν, ὃστις ἐτιμήθη μέ τόν βαθμόν τοῦ Συνταγματάρχου εἰς τόν Γαλλικόν Στρατόν. Ἐπίσης ὁ Ναπολέων τοῦ ἀπένειμεν τόν τίτλον εὐγενείας [de Baron] (τοῦ Βαρώνου). Ὁ Φαβιέρος ὃλας αὐτάς τάς διακρίσεις τάς ἀπέκτησε διά τῆς ἀνδρείας, ἑτοιμότητος καί αὐτοθυσίας του εἰς τά πεδία τῶν μαχῶν. Ὡς λέγομεν σήμερον: «Ἐκέρδισε τά ἀξιώματα του ἂνευ οὐδεμιᾶς χάριτος, ἀλλά [ἐπί λέξει] μέ το σπαθί του.» Ὃταν δέ μετά τήν ἧτταν τοῦ Ναπολέοντος εἰς Βατερλώ ἡ πόλις τῶν Παρισίων παρεδόθη καί αὐτή εἰς τάς δυνάμεις τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας, ὁ Ναπολέων ἀνέθεσεν εἰς τόν Φαβιέρον νά ὑπογράψῃ ἐκ μέρους του τήν ὀδυνηράν παράδοσιν τῆς Πρωτευούσης τῆς Γαλλίας.
Μετά τήν ἐξορίαν τοῦ Ναπολέοντος τῷ 1815 εἰς Ἁγίαν Ἑλένην καί ἀνελθόντων τῶν Βουρβώνων εἰς τήν ἐξουσίαν, ὃλοι οἱ Βοναπαρτικοί ἀνώτεροι στρατιωτικοί ἀπετάχθησαν τοῦ Στρατοῦ καί ἒτσι ὁ Κάρολος Φαβιέρος τῷ 1822 κατέφυγεν εἰς Ἀγγλίαν. Ἒχων τήν Ἀγγλίαν ὡς βάσιν μετέβη ὡς στρατιωτικός σύμβουλος εἰς διαφόρους χώρας, ὡς εἰς Πολωνίαν καί Ἱσπανίαν διά νά βοηθήσῃ τάς ἐκεῖ ἐπαναστάσεις διά τήν ἀνεξαρτησίαν των. Μετά τήν Ἱσπανίαν μετέβη εἰς Ἑλλάδα περί τά τέλη τοῦ 1824, ὃπου ἀπεβιβάσθη εἰς Ναυαρῖνον μέ σκοπόν τήν ἀνασκόπησιν τῆς ἐν Ἑλλάδι στρατιωτικῆς καί ἐπαναστατικῆς καταστάσεως φέρων τό ψευδώνυμον De Borel. Κατά τήν ἐπίσκεψίν του εἰς Ἑλλάδα ἀντελήφθη πλήρως, ὃτι ὁ ὑπό τόν Τουρκικόν ζυγόν στενάζων Ἑλληνικός λαός, παρ’ ὃλα τά ἐπίπλαστα ἐκ τῆς μακροχρονίου δουλείας ἀποκτηθέντα ἐλαττώματά του, κατά βάθος διετήρει τά πανάρχαια προτερήματα τῶν Ἑλλήνων καί τήν ἀγάπην των διά τά ὑψηλά ἰδεώδη τῆς Ἑλευθερίας καί τά ὑπέροχα ἰδανικά τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς φυλῆς.
Τό ἑπόμενον ἒτος ἐπιστρέψας εἰς Ἀγγλίαν ἐπεσκέφθη καί τάς Βρυξέλλας πρός συνάντησιν καί στρατολόγησιν παλαιῶν συμπολεμιστῶν του. Ἐπανῆλθεν εἰς Ἑλλάδα τήν 30ην Ἰουνίου, 1825, μέ ἀπώτερον σκοπόν τήν διοργάνωσιν Τακτικοῦ Στρατοῦ, διότι ἂνευ τακτικοῦ στρατοῦ οὐδέν Κράτος θά ἠδύνατο νά ὑπερνικήσῃ ἓνα πανίσχυρον ἐχθρόν, ἰδίως τόν καλῶς ὠργανωμένον Αἰγυπτιακόν στρατόν τοῦ Ἰμβραήμ Bey, υἱοῦ τοῦ Πασᾶ τῆς Αἰγύπτου Μεχμέτ-Ἀλῆ. Ὁ Ἰμβραήμ εἶχεν ἢδη ἀποβιβασθῆ εἰς Πελοπόννησον καί προήλαυνε πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν.
Ὁ Φαβιέρος εἶχεν ἓνα μοναδικόν διά τά στρατιωτικά θέματα χαρακτῆρα καί κατάρτησιν, ὢν προικισμένος μέ ἀναρίθμητα προτερήματα, τά ὁποῖα ὀφείλει ὁ ὁμιλῶν νά ἀναφέρῃ, διά νά γίνωσι καλύτερον ἀντιληπταί αἱ ἐνέργειαί του καί ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως καί ὑπερνικήσεως τῶν ἀντιξοοτήτων, τάς ὁποίας ἀντεμετώπιζεν εἰς ἐμπολέμους καταστάσεις.
Ὁ Φαβιέρος ἐχαρακτηρίσθη ὡς «γεννημένος στρατιώτης»: Ἦτο ἀνδρεῖος, ῥωμαλέος, χαρακτήρ ὁρμητικός, παράτολμος καί ῥιψοκίνδυνος, [μέ μεγάλην αὐτοπεποίθησιν] καί ἀνελάμβανε δέ πολεμικάς πρωτοβουλίας ἂνευ δισταγμοῦ, οὐδέποτε δέ ὀρρωδῶν πρό τοῦ κινδύνου. Εἰς τάς μάχας ἐπροπορεύετο μέ τήν ἐμπροσθοφυλακήν. [Ὡς ἂνθρωπος ἦτο πολύ φιλότιμος, εὐπροσήγορος, ἀκριβοδίκαιος καί δι’ αὐτό κατέστη πολύ ἀγαπητός εἰς τούς στρατιώτας του, οἱ ὁποῖοι τόν ὑπεραγαποῦσαν.] Ὡς ἀναφέρει ὁ Victor Hugo «οἱ στρατιῶται του τόν ἒβλεπον ὂχι ὡς ἀρχηγόν, ἀλλά ὡς θεόν». [Ἦτο νομιμόφρων οὐδέποτε ἀναλαμβάνων οἱονδήποτε ἐγχείρημα ἂνευ τῆς ἐγκρίσεως τῆς ἐπισήμου Κυβερνήσεως.] [Ὁ Ἀλέξανδρος Μαυροκορδᾶτος, ὡς καί ὁ Κουντουριώτης ἀργότερον, τόν ἐξετίμησαν μεγάλως καί τόν ἐνεπιστεύοντο πλήρως.] Ὁ Φαβιέρος ἦτο ἐπίσης ἀφιλοκερδής, οὐδέποτε ζητήσας ὃταν ἦλθεν εἰς Ἑλλάδα μισθόν διά τάς ὑπηρεσίας του ἢ ὑψηλότερον βαθμόν, ὡς συνέβαινε μέ τούς ἂλλους Φιλέλληνας, ἀπό ἐκεῖνον τοῦ Συνταγματάρχου, τόν ὁποῖον εἶχεν εἰς Γαλλίαν. Καί ἀκόμη οὐδέποτε ἀνεμειγνύετο εἰς τάς συνήθεις φατρίας, ἀντιζηλίας καί ἀλληλοφαγώματα τῶν πολιτικῶν καί ὁπλαρχηγῶν τῆς Ἑλλάδος καί ἦτο πάντοτε νομιμόφρων.
Μελετήσας καλῶς τήν ἐν Ἑλλάδι κατάστασιν ἐθεώρησε τιμήν καί ὑποχρέωσιν του νά βοηθήσῃ τόν Ἑλληνικόν λαόν εἰς τόν ὑπέρ Ἐλευθερίας ἀγῶνά του. Παρ’ ὃλον ὃτι εἶχε διδαχθῆ τήν ἀρχαίαν Ἑλληνικήν γλῶσσαν εἰς τήν Σχολήν, ὃπου ἐφοίτησεν ἐν Γαλλίᾳ, ἢρχισεν ἀμέσως νά μανθάνῃ τήν καθομιλουμένην Ἑλληνικήν τῶν ὁπλαρχηγῶν καί τοῦ λαοῦ. Κατά τήν παραμονήν του εἰς Ἑλλάδα ἐφόρει ὡς ὃλοι οἱ Ἓλληνες ὁπλαρχηγοί φουστανέλλαν καί εἰς τήν κεφαλήν ἒφερε φακιόλιον ἢ σαρίκι – ἓν εἶδος τυλιγμένης μανδήλας. Ἂφησε δέ καί μεγάλον μύστακα. Ὃσοι τόν ἒβλεπον δέν ἠδύναντο νά ξεχωρίσωσιν ὃτι ὁ Φαβιέρος δέν ἦτο Ἓλλην.
[Τό μόνον τό ὁποῖον τόν ἐξώργιζε καί τόν καθιστοῦσεν ὀξύθυμον ἦτο ἡ μή ὑπακοή εἰς τάς στρατιωτικάς διαταγάς του, κυρίως ὑπό τῶν ἀτάκτων, διότι αὐτό τοῦ ἀνέτρεπε τά διά τάς μάχας σχέδιά του. Σύν τῷ χρόνῳ τῆς ὁμιλίας θά ἀντιληφθῆτε πολύ καλύτερον τά θλιβερά ἐπακόλουθα παρακοῆς εἰς στρατιωτικάς διαταγάς καί ὁδηγίας: Ἀκόμη δέν ἠνείχετο ἀδίκους προσβολάς ἀπό κανένα, οὒτε καί ἀπό αὐτόν τόν Ναπολέοντα, καί ὃταν ἦτο ἀκόμη νεαρός ἀνθυπολοχαγός.]
Ὁ Φαβιέρος εἰς Ἑλλάδα: Καί τώρα ἂς ἀρχίσωμεν τήν ἀναφοράν μας εἰς τήν ἐν Ἑλλάδι σταδιοδρομίαν καί τούς ἂθλους τοῦ ὑπερόχου καί ἀτρομήτου αὐτοῦ στρατιωτικοῦ:
Ὁ Victor Hugo εἶχεν ἀφιερώσει εἰς τόν Φαβιέρον ἓν μακροσκελές ποίημά του ὑπό τόν τίτλον «Ἐνθουσιασμός»: Κατωτέρω παραθέτω μερικούς ἀντιπροσωπευτικούς στίχους ἐν μεταφράσει ἐκ τῆς Γαλλικῆς:
Στήν Ἑλλάδα! Στήν Ἑλλάδα! Ἀντίο εἰς ὃλους σας! Πρέπει νά ἀναχωρήσωμεν!
Ἐπί τέλους, μετά τό αἷμα αὐτοῦ τοῦ μαρτυρικοῦ λαοῦ,
Κυλᾶ τό μιαρόν αἷμα τῶν δημίων!
Στήν Ἑλλάδα, ὢ φίλοι μου! Ἐκδίκησις! Ἐλευθερία!
………………………………………………………….
[Πότε φεύγομεν; Ἀπόψε! αὒριον θά ἦτο πολύ ἀργά.
Στά ὃπλα! Στά ἂλογα! Ἓνα πλοῖον στήν Τουλῶνα!
Ἓνα πλοῖον, ἢ καλύτερα φτεροῦγες!]
Ἂς φέρωμεν καί κάποια ὑπολείμματα τῶν παλαιῶν συνταγμάτων μας,
καί αἲφνης θά ἰδῶμεν αὐτάς τάς ὀθωμανικάς τίγρεις
νά τρέπωνται εἰς φυγήν μέ πόδια ἀντιλόπης!
Καθοδήγησέ μας, Φαβιέρε, σάν εὐπρόσκλητος πρίγκηψ!
Σύ πού μόνος ἒμεινες στήν ἒπαλξίν σου, ἐκεῖ πού οἱ βασιλεῖς ἦσαν ἀπόντες,
Ἀρχηγέ τοῦ πειθαρχημένου τακτικοῦ στρατοῦ,
Ἐν μέσῳ τῶν νέων Ἑλλήνων σάν σκιά, ἑνός ἀρχαίου Ῥωμαίου,
Ἁπλέ καί γενναῖε στρατιῶτα, πού εἰς τήν τραχεῖαν χεῖρά σου
Ἑνός λαοῦ ἀνέλαβες τάς τύχας!
Ἀπ’ τόν βαθύν ὓπνον σας ξυπνῆστε ἐκεῖ κάτω,
Ὃπλα Γαλλικά! καί σεῖς, μουσική τῶν μαχῶν,
Βόμβαι, κανόνια, ἀδύνατα κύμβαλα!
Ξυπνῆστε, ἂλογα μέ τό θορυβῶδες ποδοβολητόν σας.
……………………………………………………….
Σημειωτέον ὃτι διά τάς μάχας καί ἱστορικά γεγονότα, ὁ ὁμιλητής ἢντλησε πληροφορίας ἀπό τά γραφόμενα τοῦ ἐπιλοχίου Χρήστου Βυζαντίου, ὃστις ἦτο παρών πολεμῶν εἰς τήν πρώτην γραμμήν εἰς ὃλας τάς μάχας καί μετακινήσεις τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ ὑπό τόν Φαβιέρον.
Ἡ Κατάστασις εἰς Ἑλλάδα ὃταν ἀφίχθη τῷ 1825 διά δευτέραν φοράν ὁ Φαβιέρος: Τήν 11ην Φεβρουαρίου, 1825, ὁ Ἰμβραήμ, μετά τήν κατάληψιν τῆς Κρήτης τῷ 1823-1824, ἀποβιβάζει εἰς Μεθώνην 5.000 στρατιώτας καλῶς ἐκπαιδευμένους ὑπό Εὐρωπαίων εἰς Αἲγυπτον, ὡς καί πολυάριθμον ἱππικόν. Σχεδόν ἂνευ ἀντιστάσεως κατέλαβε τήν γύρω περιοχήν καί ἐβάδισε βορείως πρός πολιορκίαν τῆς Πύλου. Μετά ἀπό πολύμηνον ἀντίστασιν τῶν ἡρωϊκῶς ἀμυνομένων Ἑλλήνων μαχητῶν ἒπεσε τό φρούριον τῆς Πύλου. Ταὐτοχρόνως ὁ Ἰμβραήμ ἐνίσχυσε τήν δύναμίν του μέ νέας ἀφίξεις στρατοῦ καί ἐφοδίων, ὣστε ὁ ἀριθμός τοῦ στρατοῦ του συντόμως ἀνῆλθεν εἰς 10.000 ἂνδρας, πλέον τό ἱππικόν καί πολυάριθμα πυροβόλα. Ἀκολούθως ὁ Ἰμβραήμ ἐπετέθη εἰς τό μέτωπον τῆς Μεσσηνίας, ὃπου διά τῶν πολυπληθεστέρων δυνάμεών του ἐνίκησε καί ἐδῶ τάς ἀτάκτους μονάδας τῶν ὁπλαρχηγῶν.
Μία ἀναγκαία διασάφησις εἶναι ἡ λέξις ἂτακτοι ἢ ἂτακτος στρατός. Ἡ λέξις ἂτακτοι χρησιμοποιεῖται διά νά διαχωρίζωνται οἱ μή ἐντεταγμένοι καί στρατιωτικῶς ἐκπαιδευμένοι πολεμισταί, ἀπό τόν Τακτικόν Στρατόν. Αὐτοί ἦσαν οἱ πολεμισταί οἱ ἀνήκοντες εἰς τούς ὁπλαρχηγούς. Ἦσαν μέν καλοί πολεμισταί εἰς τόν κλεπτοπόλεμον ἀλλ’ἀνυπάκουοι καί ἀτίθασσοι.
Ὁ Ἰμβραήμ παρακάμψας τήν ἀνίκητον Μάνην ἐπροχώρησεν πρός τήν Τρίπολιν, τήν ὁποίαν καί κατέλαβεν ἀμαχητί. Συνεχίζων δέ τήν προέλασίν του τήν 13ην Ἰουνίου, 1825, ἒφθασεν εἰς Ἀργολίδα εἰς τήν περιοχήν τῶν Μύλων παρά τήν λίμνην Λέρνην. Ἡ Ἀργολίς ἐθεωρεῖτο προπύργιον τοῦ Ναυπλίου, τοῦ κέντρου τότε τῶν πολιτικῶν δρωμένων εἰς Ἑλλάδα. Εἰς αὐτήν τήν πολύ νευραλγικήν μάχην τῶν Μύλων καί χάριν τῆς μαχητικότητος τοῦ Λόχου τῶν Εὐζώνων οἱ Ἓλληνες ἠνάγκασαν διά πρώτην φοράν τόν Ἰμβραήμ νά ὑποχωρήσῃ ἀφήνων πολυαρίθμους νεκρούς εἰς τό πεδίον τῆς μάχης καί ἒκτοτε νά μή τολμήσῃ νά ἐπανέλθῃ πρός κατάληψιν τοῦ Ναυπλίου.
Ὃμως ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις καί ὁ ἒμπειρος ἡγέτης της Ἀλέξανδρος Μαυροκορδᾶτος ἦσαν βέβαιοι, ὃτι μετά τάς ἣττας εἰς Πελοπόννησον τῶν ἀτάκτων στρατευμάτων τῶν Ἑλλήνων ὁπλαρχηγῶν ἀντιμετωπιζόντων τόν Εὐρωπαϊκῶς ὀργανωμένον στρατόν τοῦ Ἰμβραήμ, ὃτι θά ἒπρεπε πάσῃ θυσίᾳ καί τάχιστα νά ὀργανωθῇ ἐπίσης Τακτικός Ἑλληνικός Στρατός κατά τό Εὐρωπαϊκόν πρότυπον.
Ὑπῆρξε δέ σωτήριον τό ὃτι τήν περίοδον ταύτην διέμενεν εἰς Ναύπλιον ὁ νεοαφιχθείς εἰς Ἑλλάδα διακεκριμένος Γάλλος Συνταγματάρχης τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου τῆς Γαλλίας Κάρολος Φαβιέρος. [Ὁ ἀνήρ αὐτός εἶχε λαμπρότατον στρατιωτικόν ἱστορικόν, τό ὁποῖον ἢδη ἀνεφέρομεν.] Ἐξ ἂλλου καί ὁ Φαβιέρος ἀφίχθη εἰς Ἑλλάδα φέρων ἰδιαιτέρας συστάσεις ἀπό τά Ἑλληνικά Κομιτᾶτα τῆς Εὐρώπης πρός τόν Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον, Γενικόν Γραμματέα τῆς τότε Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως.
Ἡ τελετή τῆς ἀναλήψεως τῆς διοικήσεως τοῦ Στρατεύματος ἒγινε τήν 30ην Ἰουλίου, 1825, εἰς τήν σημερινήν Πλατεῖαν Συντάγματος, εἰς Ναύπλιον, μέ τόν Συνταγματάρχην Φαβιέρον φοροῦντα τήν ἐπίσημον στολήν του. Ἀπό πλευρᾶς τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως παρόν ἦτο τό μέλος ταύτης Ἀνδρέας Μεταξᾶς, ὁ ὁποῖος ἐξεφώνησε λόγον ἐπί τῷ γεγονότι αὐτῷ.
Ἀμέσως ὁ Φαβιέρος διώρισεν τούς πλέον ἱκανούς Φιλέλληνας ἀξιωματικούς ὡς ἐκπαιδευτάς τῶν νεοσυλλέκτων. Ἡ διοργάνωσις τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἱππικοῦ ἀνετέθη εἰς τόν Γάλλον Ἳππαρχον (général de cavalerie) Regnaud (Ρενιώ) de St. Jean d’Angely. Τό πυροβολικόν, τοῦ ὁποίου τάς βάσεις εἶχεν ὀργανώσει ὁ γνωστός μας ἐκ παλαιοτέρας ὁμιλίας τοῦ ὁμιλοῦντος, Γάλλος Φιλέλλην Olivier Voutier, ἀνέλαβε μετά τήν ἐπιστροφήν τοῦ Voutier εἰς Γαλλίαν ὁ φιλόπατρις Κρητικός Ἐμμανουήλ Καλλέργης. Τήν δέ στρατιωτικήν ὀρχήστραν, ἡ ὁποία ἐλειτούργει ὑποτυπωδῶς εἰς Ναύπλιον, ἂφησεν ὑπό τήν διεύθυνσιν τοῦ ὑπάρχοντος Μαέστρου ταύτης Γερμανοῦ Maggel. Σημειωτέον ὃτι ὁ Φαβιέρος ἐθεώρει τήν στρατιωτικήν ὀρχήστραν πολύ βασικόν συμπαραστάτην τοῦ Στρατοῦ, ὂχι τόσον διά νά παιανίζῃ εἰς τάς τελετάς, ὃσον καί ἒτι κυριώτερον διά νά δίδῃ τόν τόνον καί ῥυθμόν εἰς τά ἐπιτιθέμενα τμήματα τοῦ στρατεύματος καί νά ἐμψυχώνῃ ταῦτα κατά τήν ὣραν τῆς ἐπιθέσεως καί τῶν μαχῶν. Δι’ αὐτό καί ἐνίσχυσε τήν Ὀρχήστραν μέ περισσότερα ὂργανα καί μουσικούς.
Βλέπων ὁ Φαβιέρος τήν κατάστασιν μέ τούς ἀτάκτους καί κυρίως τάς φατρίας καί ἀντιζηλίας εἰς τούς κόλπους τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως εἰς Ναύπλιον, ἀπεφάσισεν ὃπως μεταθέσῃ τήν βάσιν τοῦ τακτικοῦ σώματος μακράν τοῦ Ναυπλίου. Συνεννοηθείς δέ ἐπί τούτου μέ τόν Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον ἒλαβε τήν ἒγκρισιν τῆς Κυβερνήσεως διά τήν μεταφοράν τοῦ στρατεύματος εἰς τάς Ἀθήνας, ὡς νέαν ἒδραν τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ.
Ὁ στρατός ἐβάδισεν ἐν σχηματισμῷ τήν 1ην Ὀκτωβρίου, 1825, πρός Κόρινθον καί εἰσελθόντες μετά εἰς Ἀττικήν πρός τά Μέγαρα, τό ἀπόγευμα τῆς 5ης Ὀκτωβρίου, 1825, ἒφθασαν πρό τῶν Πυλῶν τῶν Ἀθηνῶν. Ἐκεῖ τόν Φαβιέρον ἐπί κεφαλῆς τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ ὑπεδέχθησαν μέ μεγάλον ἐνθουσιασμόν αἱ Ἀρχαί τῆς Πόλεως, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί πᾶς ὁ κλῆρος, ἃπαντες ἐν ἐπισήμῳ ἐνδυμασίᾳ, καί σύσσωμος ὁ λαός τῆς πόλεως. [Ἡ δέ Ὀρχήστρα ἐπαιάνιζε διαρκῶς Ἐθνικά Θούρια.] Ὃλοι ἒκλαιον ἀπό συγκίνησιν βλέποντες τήν ἀγαπημένην των Ἀθήναν νά προστατεύηται πλέον ὑπό τοῦ Τακτικοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ. [Ὃλοι δέ μέ τόν Φαβιέρον ἐπί κεφαλῆς τοῦ στρατεύματος, τάς Ἀρχάς καί τόν παραληροῦντα λαόν ἀκολουθοῦντα εἰσῆλθον εἰς τήν πόλιν τῶν Ἀθηνῶν.] Ἦτο πράγματι ἱστορικωτάτη ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Σημειωτέον ὃτι ὑπεύθυνος διά τάς Ἀθήνας ἦτο ὁ Ὁπλαρχηγός Ἰωάννης Γκούρας μέ τά παλληκάρια του, ἀναλαβών τήν ἀρχηγίαν μετά τήν πτῶσιν ἀπό τήν Ἀκρόπολιν τοῦ Ὀδυσσέως Ἀνδρούτσου.
Καί ὁ Φαβιέρος ἦτο κατενθουσιασμένος διά τήν ἐγκατάστασιν τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ εἰς τήν ἀγαπημένην ὃλων Ἀθήναν. Πῶς γνωρίζομεν τά αἰσθήματα τοῦ Φαβιέρου διά τάς Ἀθήνας; Ἀπό τήν ἐπιστολήν του πρός τήν Δούκισσαν de Frioul, μετέπειτα σύζυγόν του, ὃπου τῆς ἒγραφεν ἐνθουσιασμένος: « Cette Athènes, cette ville batie par les Dieux, illustrés par les vertus, les Graces et les Muses ». Ἐν μεταφράσει: «Αὐταί αἱ Ἀθῆναι, αὐτή ἡ πόλις ἡ ἐκτισμένη ὑπό τῶν Θεῶν, δεδοξασμένη ἀπό τάς ἀρετάς, τάς Χάριτας καί τάς Μούσας». Νά σημειωθῇ ἐπίσης ὃτι εἰς τήν σπάθην του ὁ Φαβιέρος εἶχε χαραγμένην τήν μορφήν τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς.
Ὁ Φαβιέρος ᾐσθάνετο ἑαυτόν, ὡς τόν περιέγραψεν εἷς ἱστορικός, ὡς ὁ «παράκλητος» τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος ἦλθεν εἰς Ἀθήνας διά νά πραγματοποιήσῃ τούς πόθους τοῦ Γαλλικοῦ Φιλελληνισμοῦ, ὃπως τούς διετύπωσεν εἰς ποίημά του ὁ Βολταῖρος:
Ἐν μεταφράσει:
« Je veux ressusciter Athènes ! «Θέλω νά ξαναζωντανεύσω τάς Ἀθήνας!
Qu’Homer chante ses combats, Πού ὁ Ὃμηρος ὑμνεῖ τάς μάχας της,
Que la voix de cent Demosthènes Πού ἡ φωνή ἑκατόν Δημοσθενῶν,
Ranime vos cœurs et vos bras ! » Ἀναζωπυρώνει τάς καρδίας καί τά
μπράτσα σας!»
Ἂς ἐπανέλθωμεν ὃμως εἰς τάς κινήσεις τοῦ Ἰμβραήμ εἰς Πελοπόννησον. Παρ’ ὃλην τήν ἧτταν του εἰς τήν μάχην τῶν Μύλων παρά τό Ναύπλιον καί τήν ἀποχώρησίν του ἀπό τήν Ἀργολίδα, ἠθέλησε νά καταλάβῃ μέ τόν στόλον του τήν Ὓδραν καί τάς Σπέτσας. Διαρρευσάντων τῶν σχεδιασμῶν αὐτῶν τοῦ Ἰμβραήμ, οἱ Σπετσιῶται ἒστειλον ἐπεῖγον μήνυμα εἰς τήν Ἑλληνικήν Κυβέρνησιν καί τόν Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον ζητοῦντες βοήθειαν. Ὁ Μαυροκορδᾶτος εἰδοποίησε πάραυτα διά τόν ἐμφαινόμενον κίνδυνον τόν γενναῖον Συνταγματάρχην Φαβιέρον εἰς τάς Ἀθήνας, ὁ ὁποῖος ἐπί κεφαλῆς τριῶν λόχων πεζικοῦ καί τό πυροβολικόν ἐπεβιβάσθη πλοίων εἰς Πειραιᾶ καί τήν 25ην Ὀκτωβρίου, 1825, ἀφικνεῖται εἰς Σπέτσας καί εἰς Ὓδραν ὀχυρώνων ὃλα τά νευραλγικά σημεῖα τῶν δύο Νήσων. Πληροφορηθείς ὁ Ἰμβραήμ, ὃτι ὁ Φαβιέρος μετά τοῦ Στρατοῦ του ὠχύρωνε τάς Νήσους αὐτάς ἐγκατέλειψε καί αὐτό τό σχέδιόν του καί καθώς ὁ κίνδυνος ἐκ τοῦ Ἰμβραήμ παρῆλθε καί μέ τούς Σπετσιώτας καί Ὑδραίους πλέον ἂριστα ὀργανωθέντας πρός ἀπόκρουσιν ἐπιθέσεων κατά τῶν Νήσων των, ἐπιστρέφουσιν ὁ Φαβιέρος μέ τόν Τακτικόν Στρατόν του εἰς τήν νέαν βάσιν των εἰς Ἀθήνας. Σημειωτέον ὃτι τόσον οἱ ὁπλαρχηγοί Γκούρας, Μακρυγιάννης, Μαμούρης ὡς καί πλεῖστοι πολεμισταί ἀπό τάς γύρω περιοχάς προσέτρεξαν νά ἐγγραφῶσιν εἰς τόν τακτικόν στρατόν εἰς Ἀθήνας. Οὓτω ὁ ἀριθμός τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ ἀπό τούς ἀρχικῶς 600 ἀνῆλθεν εἰς 3500 ἂνδρας.
[Ὃσον ἀφορᾷ τάς δραστηριότητας τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ εἰς Ἀθήνας, ὁ Φαβιέρος εἶχε διατάξει τάς Κυριακάς ὃλα τά σώματα τοῦ στρατοῦ νά ἐκκλησιάζωνται εἰς διαφόρους ἐκκλησίας τῆς περιοχῆς τῶν Ἀθηνῶν. Μετά τήν θείαν Λειτουργίαν ὁ Στρατός παρετάσσετο εἰς προκαθωρισμένον χῶρον, ὃπου μετά τήν ἐπιθεώρησίν του ὑπό τοῦ Συνταγματάρχου Φαβιέρου, ὁ Στρατός προέβαινεν εἰς γυμνάσια μετά πυρῶν καί κατόπιν παρήλαυνε μέ πλῆθος κόσμου συγκεντρωνομένου νά τούς ἐπευφημῇ.]
Πρέπει ἐπίσης νά ἀναφερθῇ ὃτι ἡ ἐνίσχυσις πού ἐλάμβανεν ὁ Φαβιέρος ἀπό τήν Κυβέρνησιν ἀνήρχετο εἰς μόνον 250.000 γρόσια, δηλ. ἦτο πολύ ἀνεπαρκής διά τήν συντήρησιν τοῦ αὐξηθέντος Τακτικοῦ Στρατοῦ. Μετέπειτα ἡ νέα Κυβέρνησις ὑπό τόν Κωλέττην, παρ’ ὃλην τήν ὑπάρχουσαν δέσμευσίν περί μισθοδοσίας τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ ὑπό τῆς Κυβερνήσεως, [ἀδυνατοῦσα νά καλύπτῃ ἒστω καί αὐτό τό μικρόν ποσόν τῶν 250 χιλιάδων γροσίων,] ἒπαυσε νά ἐμβάζῃ τό ποσόν λόγῳ, ὡς ἀνεφέρθη εἰς τόν Φαβιέρον, τοῦ ἀποκλεισμοῦ ὃλων τῶν οἰκονομικῶν πηγῶν εἰς Πελοπόννησον ὑπό τοῦ στρατοῦ τοῦ Ἰμπραήμ. Εἶναι δέ πρός μεγάλην τιμήν τοῦ Συνταγματάρχου Φαβιέρου, τό ὃτι παρ’ ὃλην τήν ἒλλειψιν πόρων ἀπό τοῦ Φεβρουαρίου τοῦ 1826, αὐτός φιλότιμος, σώφρων καί ἱκανώτατος ὢν, ὂχι μόνον δέν ἐδέχθη τήν ἀναπόφευκτον διάλυσιν τῆς μέ τόσους κόπους καί θυσίας ἐπιτευχθείσης δημιουργίας τοῦ Σώματος Στρατοῦ τῆς Ἑλλάδος, κατώρθωσε νά τό συντηρῇ μέ προσωπικούς του πόρους καί μέ εἰσφοράς τῶν Φιλελληνικῶν Κομιτάτων τῆς Γαλλίας, Ἑλβετίας καί ἂλλων Εὐρωπαϊκῶν χωρῶν, μάλιστα δέ καί νά ἀγοράσῃ καί πολλούς ἂλλους ἳππους δι’αὒξησιν τῆς δυνάμεως τοῦ ἱππικοῦ τοῦ Στρατοῦ, πρός ἀντιμετώπισιν τοῦ πολυαρίθμου καί καλῶς ἐκπαιδευμένου ἱππικοῦ τοῦ Ἰμβραήμ. Ἐπί πλέον ἀνεζήτει καί νέον χῶρον, ὃστις νά ἐξασφαλίζῃ τήν εὒκολον καί εὐθηνήν τροφοδοσίαν τοῦ στρατοῦ. Κατόπιν μελέτης ὡς τοιαύτη περιοχή ἐπελέγη ἡ νότιος Εὒβοια, ἡ περιοχή τῆς Καρύστου. Ὡς γνωστόν, ἡ Εὒβοια ἦτο ὑπό τήν διοίκησιν τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη.
Ἐκστρατεία Καρύστου: Ἐν τῷ μεταξύ ὁ Τακτικός Στρατός ηὐξήθη ἒτι περισσότερον εἰς 6000 ἂνδρας καί θά ἒπρεπε νά ἒχῃ ἀφ’ ἑνός ἂπλετον χῶρον στρατοπεδεύσεώς του καί ἀφ’ ἑτέρου ἂμεσον πρόσβασιν εἰς γεωργικάς καλλιεργείας πρός συντήρησίν του.
Διά νά καταληφθῇ ὃμως ἡ περιοχή τῆς Καρύστου εἰς νότιον Εὒβοιαν, θά ἒπρεπε κατά πρῶτον νά κατελαμβάνετο τό Φρούριόν της. Οὒτω τήν 12ην Φεβρουαρίου, 1826, ἀνεχώρησεν ὁ Φαβιέρος ἐκ τοῦ εἰς Ἀθήνας στρατοπέδου τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ. Τό σύνολον τοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος ἀνήρχετο εἰς 2000 ἂνδρας.
[- Τό ἀποτελούμενον ἐξ 8 Λόχων Α΄ Τάγμα Πεζικοῦ, ἀριθμοῦντος συνολικῶς
1000 ἂνδρας, (ἢτοι ἒχων περίπου 125 ἂνδρας ἓκαστος λόχος.)
– 3 ἳλας ἱππικοῦ ἀπαρτιζομένων συνολικῶς ἐκ 300 ἳππων μέ τούς ἱππεῖς των.
– Τό Σῶμα τῶν Εὐζώνων ἐκ 250 ἀνδρῶν, ἂλλως καλουμένων Σταυροφόρων, λόγῳ τοῦ μαύρου σταυροῦ πού ἒφερεν ἡ στολή των εἰς τό στῆθος, καί
– Τό ὑπό τόν ὁπλαρχηγόν Μαμούρην ἂτακτον σῶμα ἐκ 300 ἀνδρῶν.]
Ἡ ἐκστρατεία αὓτη τελικῶς ἀπέτυχε τοῦ σκοποῦ της, καί διά τήν ἀποτυχίαν αὐτήν τήν εὐθύνην ἒφερεν ἀκεραίαν ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις, ἣτις δέν ἐτήρησε τά ὑποσχεθέντα εἰς τόν Φαβιέρον δι’ ἐφοδιασμόν τοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος μεθ’ ὃλων τῶν ἀναγκαίων ἐφοδίων πρός ἐπίτευξιν τοῦ τεθέντος σκοποῦ.
Ματαίως ἐπί 17 ἡμέρας ὁ Φαβιέρος καί ὁ στρατός ἀνέμενον εἰς Μαραθῶνα τήν ἂφιξιν τῆς ὑποσχεθείσης στρατιωτικῆς καί ἂλλης βοηθείας, γεγονός πού ἒδωσεν εἰς τούς Τούρκους εἰς Εὒβοιαν τόν χρόνον νά ἑτοιμασθῶσι καταλλήλως. Οὓτω σχεδόν ταὐτοχρόνως κατέφθασεν ἀπό ξηρᾶς εἰς Κάρυστον καί ὁ Ὁμέρ Βρυώνης ἀπό τήν Χαλκίδα μέ τό στράτευμά του ἐκ 4000 ἀνδρῶν καί ἱππέων ὡς καί τοῦ στόλου του διά θαλάσσης.
Εἰς τάς ἀλλεπαλλήλους μάχας τοῦ στρατοῦ τοῦ Φαβιέρου ἒναντι τῶν πολυαριθμοτέρων Τούρκων καί τῶν καλῶς ὠχυρωμένων Τούρκων ὑπερασπιστῶν τοῦ Κάστρου, παρ’ ὃλον ὃτι οἱ Ἓλληνες τούς ἐνίκησαν ἐπανειλημμένως εἰς τό πεδίον τῆς μάχης, ὃμως ὁ ἀφιχθείς διά θαλάσσης στόλος τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη τελικῶς ἀπέκλεισε τόν Ἑλληνικόν στρατόν καί ἀπό θαλάσσης, γεγονός πού ἐπηρέασε σοβαρώτατα τόν ἀνεφοδιασμόν τῶν Ἑλλήνων εἰς πολεμικόν ὑλικόν καί τρόφιμα ἀπό τάς γύρω νήσους, ὡς ἡ Σῦρος, Ἂνδρος, Τῆνος κ.ἂ.
Πρό τοῦ πολύ μεγάλου αὐτοῦ κινδύνου, τήν 25ην Μαρτίου, 1826, ἡμέραν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καταφθάσαντος ἐν τέλει τοῦ ὑποσχεθέντος εἰς τόν Φαβιέρον Ἑλληνικοῦ Ναυτικοῦ ἀποτελουμένου ἀπό Ψαριανά, Ὑδραϊκά καί Κυβερνητικά πολεμικά πλοῖα, διεσπάσθη ὁ ἀποκλεισμός τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἀπό θαλάσσης, ἀναγκάσαντα οὓτω τά πλοῖα τῶν Τούρκων νά τραπῶσιν εἰς ἂτακτον φυγήν πρός τήν Ἐρέτριαν. [Πρώτη ἡ Ἐπιτροπή τῶν Ψαρῶν ἀπέστειλε πρός βοήθειαν τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ 4 πολεμικά πλοῖά της. Ἠκολούθησαν οἱ Ὑδραῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέστειλον 2 μεγάλα πολεμικά των. Ἀπό τήν Σῦρον, ἡ κοινότης τῆς Ἑρμουπόλεως, ἀπέστειλε τροφάς μέ πολλά πλοιάρια, τά ὀποῖα ἠκολούθουν τά πολεμικά τῶν Ψαριανῶν. Ὁ Φαβιέρος λαμβάνων καί πάλιν τά ἀναγκαῖα ἐφόδια ἀπό θαλάσσης ἀπώθησε καί ἀπό ξηρᾶς τόν στρατόν τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη διά νέων ἐπιθέσεων τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ κατά τῶν Τουρκικῶν θέσεων ἀναγκάσαντος εἰς ὑποχώρησιν καί τό Τουρκικόν πεζικόν.]
[Οὓτω ἡ πολιορκία τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατεύματος ὑπό τῶν Τούρκων μετά ἀπό 10 ἡμερῶν ἀποκλεισμόν διεσπάσθη καί ὁ Ἑλληνικός στρατός, ὃστις ἦτο νῆστις ἐπί ἀρκετάς ἡμέρας, ἢρχισε νά τρέφηται κανονικῶς ἀφοῦ μέ ἐλευθέραν πλέον καί τήν θαλασσίαν περιοχήν τῆς Καρύστου προσωρμίσθησαν καί τά πλοιάρια τῆς Σύρου ὑπερπλήρη ἀπό τροφάς καί ἂλλα πολεμικά ἐφόδια, πού τούς ἒστειλον ἐν ἀφθονίᾳ οἱ κάτοικοί της.]
Μέ πλήρως ἐλευθέραν τήν διάβασιν τῶν Ἑλλήνων καί πρός τήν θάλασσαν καί μέ τήν οἰκονομικήν βοήθειαν τῶν κατοίκων τῆς Τήνου ὁ Φαβιέρος μέ τόν ἳππαρχον Regnaud καί τινας ἐπιτελεῖς του, κατηθύνθη εἰς Ἐπίδαυρον, ὃπου συνεδρίαζεν ἡ Ἐθνική Συνέλευσις. Ἐκεῖ ἒδωσε πλήρη ἀναφοράν εἰς τούς Ἀντιπροσώπους τοῦ Ἒθνους, πῶς ἀκριβῶς συνέβησαν τά γεγονότα. Ὡς ἒντιμος στρατιωτικός ὑπέβαλε τήν παραίτησίν του. Ὃμως ἡ Ἐθνοσυνέλευσις ἀκούσασα μέ εὐμένειαν καί συμπάθειαν τήν ἀναφοράν τῶν γεγονότων ὑπό τοῦ Φαβιέρου καί γνωρίζοντες οἱ σύνεδροι πολύ καλῶς ὃτι ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις ἦτο ἡ ὑπεύθυνος διά τήν ἀποτυχίαν τῆς ἐπιχειρήσεως εἰς Κάρυστον, διότι ἂφησε τόν Φαβιέρον ἂνευ τῆς ὑποσχεθείσης βοηθείας, παρ’ ὃλας τάς δοθείσας ῥητάς ὑποσχέσεις της πρός αὐτόν. Ἒτσι οἱ σύνεδροι ὀρθῶς πράττοντες δέν ἀπεδέχθησαν τήν παραίτησιν τοῦ Φαβιέρου. Ὃσον ἀφορᾷ δέ τόν ἱκανώτατον καί ἡρωϊκόν Ἳππαρχον Regnaud, αὐτός πολύ ἀπογοητευμένος διά τήν παρακοήν τῶν ὑπ’ αὐτόν ἱππέων εἰς μίαν κρίσιμον διαταγήν του εἰς Κάρυστον ἒδωσεν ἀνέκκλητον παραίτησιν. Ἐπιστρέψας δέ εἰς Γαλλίαν ἀνελίχθη εἰς Στρατάρχην ταύτης.
Τό Φρούριον τῶν Μεθάνων: Ὃμως καί ὁ Φαβιέρος πολύ δυσηρεστημένος ἐκ τῆς ἀποτυχίας τῆς ἐκστρατείας εἰς Κάρυστον συγκεντρώσας τόν Τακτικόν Στρατόν του μετέβησαν πρός ἐγκατάστασίν των εἰς τήν ἢδη ἐγκεκριμένην διά τόν στρατόν ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως καί τοῦ Μαυροκορδάτου παραθαλάσσιον περιοχήν τῶν Μεθάνων. Ἡ τοποθεσία αὓτη ἦτο ἰδεώδης καθ’ ὃτι προσέφερε προστασίαν ἀπό θαλάσσης καί ἐπίσης τά Μέθανα ἦσαν πολύ εὒφορος καί κατάλληλος διά καλλιεργείας περιοχή διά τάς διατροφικάς ἀνάγκας τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ.
Συνάμα ὑπῆρχε πολύς χῶρος πρός ἐξάσκησιν καί ἀνάπαυσιν μετά τάς κοπιαστικάς μάχας τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ. Μεταβάς λοιπόν μέ τόν στρατόν του εἰς τήν περιοχήν τῆς χερσονήσου τῶν Μεθάνων τό πρῶτον ἒργον του ἦτο ἡ ἀναστήλωσις τοῦ ἐκεῖ παλαιοῦ Ἑνετικοῦ Φρουρίου, τό ὁποῖον ἒκτοτε ἒλαβε τήν ὀνομασίαν Κάστρον τοῦ Φαβιέρου. Ὡς βλέπομεν εἰς τούς χάρτας τῆς περιοχῆς ὑπάρχει ἓν πολύ στενόν πέρασμα, τό ὁποῖον ἑνώνει τήν Πελοπόννησον μέ τήν Χερσόνησον τῶν Μεθάνων. Ἡ περιοχή αὐτή ὀνομάζεται «Τό Στενόν», τόν δέ λόφον ὃπου ἀνεστήλωσε τό Κάστρον του ὁ Φαβιέρος, τόν ὠνόμασεν «Ἀδάμαντα». Καί ὡς βλέπομεν εἰς τήν γραβούραν, εἰς τήν περιοχήν σχηματίζονται δύο λόφοι: δεξιά, ὁ ὑψηλότερος, εἶναι ὁ Ἀδάμας καί εἰς τήν κορυφήν του διακρίνεται τό Κάστρον τοῦ Φαβιέρου. Ἀριστερά ὑπάρχει εἷς χαμηλότερος λόφος, τόν ὁποῖον ὠνόμασε «Θησέα». Οἱ δύο λόφοι ἑνώνονται μεταξύ των διά σχηματιζομένου φυσικοῦ αὐχένος ἢ ῥάχεως. Αὐτήν ὠνόμασε «Δάρειαν» – εἰς τήν τοπικήν διάλεκτον λέγεται Ντάρα.
Τό μέλος τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ τοῦ Φαβιέρου καί ἱστορικός τῶν ἐκστρατειῶν τούτου, ὁ γενναῖος ἐπιλοχίας Χρῆστος Βυζάντιος, ἒγραψε τά κάτωθι διά τήν τοποθεσίαν τοῦ Κάστρου του Φαβιέρου:
«Ἐξελέξατο (ὁ Φαβιέρος) τήν θέσιν ταύτην ὡς ἀκατοίκητον, ἀπόκεντρον, ὀχυράν καί κειμένην εἰς παραλίαν δύο κόλπων, τοῦ Σαρωνικοῦ καί Καλαυρίας…» (Σημείωσις ὁμιλοῦντος: Καλαυρία ἦτο ἡ ἀρχαία ὀνομασία τοῦ Πόρου). Καί συνεχίζει: «Πλησίον τοῦ Κόλπου τῆς Καλαυρίας ᾠκοδόμησεν οἰκίσκους καί ἀποθήκας. Τήν θέσιν ταύτην ὠνόμασεν ὁ Φαβιέρος «Τακτικούπολιν», ἢτοι ἡ πόλις – στρατόπεδον τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ.»
Εἰς τήν κεντρικήν πύλην τῆς εἰσόδου τοῦ Φρουρίου ἐπί τοῦ λόφου Ἀδάμας, ὁ Φαβιέρος εἶχε ζωγραφίσει τήν Ἑλληνικήν Σημαίαν. Ὃλον τό Κάστρον περιεβάλλετο ἀπό τεῖχος, εἰς τά ἂκρα τοῦ ὁποίου ὑπάρχουν ὑψηλοί πύργοι μέ πολλάς πολεμίστρας. Ἡ πλευρά, ἡ ὁποία βλέπει πρός τό ὓψωμα Θησεύς, εἶναι ἰδιαιτέρως ἐνισχυμένη, καθ’ ὃτι ἀπό αὐτήν τήν πλευράν τό Κάστρον τοῦ Φαβιέρου ἐπί τοῦ Ἀδάμαντος ἦτο πλέον εὐάλωτον. [Δι’ αὐτό τό ὓψος τοῦ προστατευτικοῦ τείχους του ἀπό τήν πλευράν αὐτήν ἀνήρχετο εἰς 7 – 10 μέτρα περίπου καί μέ πολλάς πολεμίστρας διά τήν ἒτι καλυτέραν ἂμυναν τῶν ὑπερασπιστῶν τοῦ Κάστρου.]
Ἡ θέα ἀπό τό Κάστρον τοῦ Φαβιέρου εἶναι ὑπέροχος. Ἀπό τήν ἀριστεράν πλευράν βλέπει ὁ ἐπισκέπτης ὃλον τόν κόλπον μέχρι τήν Ἐπίδαυρον καί ἀπό τήν δεξιάν τόν Πόρον. Νοτίως φαίνεται ἡ πολίχνη τῆς Τροιζῆνος, ἣτις διετέλεσεν ἐπί τι διάστημα ἓδρα τῆς Ἐπαναστατικῆς Κυβερνήσεως. Βορείως δέ τοῦ Φρουρίου προσεφέρετο ἡ θέα ὁλοκλήρου τῆς Χερσονήσου τῶν Μεθάνων. [Σημειωτέον ὃτι εἷς δρόμος τῆς πόλεως τῶν Μεθάνων φέρει σήμερον τό ὂνομα τοῦ μεγάλου Φιλέλληνος Ἀρχισυνταγματάρχου Φαβιέρου.]
Ἡ ἐν Χαϊδαρίῳ εἰς Ἀττικήν Μάχη: Ἐν τῷ μεταξύ ἒγινε γνωστόν ὃτι ὁ Κιουταχῆς, ἂλλως Ῥεσίντ Πασᾶς, μετά τήν ἃλωσιν τοῦ Μεσολογγίου κατηυθύνετο ἀνατολικῶς πρός τάς Ἀθήνας. Ἡ ἐμπροσθοφυλακή τῶν Τούρκων φθάσασα πρό τῶν Ἀθηνῶν, ἐσήμανε διά τούς Ἓλληνας Πανελλήνιος συναγερμός. Εἰδοποιηθείς ὁ Φαβιέρος ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως ἡτοίμασε τόν Τακτικόν Στρατόν πρός ἐκστρατείαν καί ἐπεβίβασε μίαν δύναμιν ἐκ 1750 ἀνδρῶν ἐπί τῶν σταλέντων εἰς Μέθανα πλοίων, τά ὁποῖα τοῦ παρέσχεν ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις. Ὁ στρατός ἀπεβιβάσθη ἒναντι τοῦ στενοῦ τῆς Σαλαμῖνος, πλησίον τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας Φανερωμένης.
Ἐκεῖ κατέφθασε καί ὁ Καραϊσκάκης μετά τήν νίκην του ἐπί τῶν Τούρκων εἰς Ἀράχωβαν ὡς καί ἂλλοι ὁπλαρχηγοί ἀπό τάς γύρω ὀρεινάς περιοχάς τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, ἀλλά καί Μακεδόνες, Θρακιῶται, Θεσσαλοί, Σουλιῶται, Ἑπτανήσιοι κ.ἂ. μέ τούς πολεμιστάς των πρός ἀντιμετώπισιν τοῦ Κιουταχῆ. Σύνολον τῶν συγκεντρωθέντων ἀτάκτων ἦσαν 2250, ἀνερχομένων οὓτω μετά τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ εἰς περίπου 4.000 συγκεντρωθέντας μαχίμους ἂνδρας.
[Παρέμεινον εἰς Ἐλευσῖνα πέντε ἡμέρας. Τήν πέμπτην ἡμέραν,] Τήν 8ην Αὐγούστου, 1826, ἒγινεν ἡ πρώτη Ἑλληνική ἀπόπειρα διασπάσεως τῆς πολιορκίας τῶν Ἀθηνῶν καί τῆς Ἀκροπόλεως ἀπό τῆς πλευρᾶς τοῦ Χαϊδαρίου, περίπου 8 χλμ. δυτικῶς τῆς Ἀθήνας. Ἡγέται τῶν Ἑλλήνων ἦσαν οἱ συναρχηγοί τῶν ἡνωμένων Ἑλληνικῶν δυνάμεων, ἢτοι ὁ ἀνδρεῖος Συνταγματάρχης Φαβιέρος ἐπί κεφαλῆς τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ καί ὁ Καραϊσκάκης ὁ ἱκανώτατος ἀρχηγός τῶν ἀτάκτων ὁπλαρχηγῶν εἰς Ἀττικήν. [Σημειωτέον ἐδῶ, ὃτι ὁ Φαβιέρος ἀντιληφθείς ὃτι ἡ ἀριθμητική δύναμις τῶν ἱππέων τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ δέν ἦτο ἡ ἀνάλογος πρός τό εὖρος τῆς ἐπιχειρήσεως, πού εἶχον ἀναλάβει, ἐζήτησεν ὃπως καθυστερήσωσι τήν ἐπίθεσιν κατά τῶν Τούρκων μέχρις ὃτου φθάσει καί τό ἱππικόν τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ, τό ὁποῖον ἐπεχείρει εἰς τήν περιοχήν τῆς Τριπολιτσᾶς. Ὃμως οἱ ὁπλαρχηγοί ἐπέμενον ὃπως γίνῃ ἀμέσως ἡ ἐπιχείρησις κατά τοῦ στρατοῦ τοῦ Κιουταχῆ. Ὁ Φαβιέρος τότε παρ’ ὃλην τήν ὀρθότητα τῆς εἰσηγήσεώς του εὐγενῶς ὑπεχώρησε, διά νά μήν ὑπάρξῃ οἱαδήποτε διάστασις ἀπόψεων.]
Ἐν τῷ μεταξύ εἶχον φθάσει εἰς τό Ἑλληνικόν στρατόπεδον ἀπεσταλμένοι ἐξ Ἀθηνῶν, οἳτινες εἰδοποίησαν τούς δύο ἀρχηγούς, Φαβιέρον τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ καί Καραϊσκάκην τῶν ἀτάκτων, ὃτι ὁ Κιουταχής εἰς νέαν ἐπίθεσιν τοῦ στρατοῦ του δυστυχῶς κατέλαβε τήν Ἀθήναν καί οἱ ὑπερασπισταί της μέ ἀρχηγόν τόν Γκούραν ἠναγκάσθησαν νά περιχαρακωθῶσιν ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως ἀμυνόμενοι κατά τῶν Τούρκων ἐκ τοῦ φυσικοῦ αὐτοῦ ὀχυροῦ.
[Πρέπει νά σημειωθῇ, ὃτι ἐνᾧ ἡ προώθησις πρός Ἀθήνας ἐγένετο κατά τήν διάρκειαν τῆς νυκτός διά νά μή γίνωσιν ἀντιληπτοί ὑπό τῶν Τούρκων, δυστυχῶς πλεῖστοι ἂτακτοι, ὃταν ἐπλησίασαν εἰς ἀπόστασιν βολῆς ἢρχισαν ἂνευ διαταγῆς νά πυροβολῶσι, προδίδοντες ἒτσι τήν παρουσίαν καί τάς θέσεις των!]
Ἐνωρίς τήν πρωΐαν τῆς 6ης Αὐγούστου, 1826, ὁ Ἑλληνικός στρατός ἡτοιμάσθη δι’ ἐπίθεσιν καί μάχην. Βλέποντες οἱ Τοῦρκοι τάς κινήσεις αὐτάς τῶν Ἑλλήνων ἐπετέθησαν πρῶτοι κατ’ αὐτῶν μέ μίαν δύναμιν 500 ἱππέων. Ὁ Καραϊσκάκης ἐζήτησε τήν βοήθειαν τοῦ ἐν ἐπιφυλακῇ εὑρισκομένου τακτικοῦ στρατοῦ καί ὁ Φαβιέρος τοῦ ἀπέστειλεν ἀμέσως τό Α΄ Τάγμα, ἀναγκάσαντες οὓτω οἱ Ἓλληνες τό ἱππικόν τῶν Τούρκων νά ὑποχωρήσῃ. Ἐκ τῆς ἀναμετρήσεως αὐτῆς ἒγινε πλήρως ἀντιληπτόν εἰς τόν ὀξύνουν Καραϊσκάκην, ὃτι ἡ σύμπραξις τῶν ἀτάκτων μαχητῶν μετά τοῦ Τακτικοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ ἀπετέλει ἓνα ἰδεώδη στρατιωτικόν συνδυασμόν, «τοῦ ὁποίου ἐν ὣρᾳ μάχης ὁ ῥόλος ἦτο λίαν ἐπιτυχής καί ἐν ὣρᾳ κινδύνου σωτήριος.» Ὁ Καραϊσκάκης ηὐχαρίστησε θερμῶς τόν Φαβιέρον, τοῦ ὁποίου ὁ Τακτικός Στρατός παρέσχε μεγάλην βοήθειαν εἰς τούς μαχητάς του.
Μετά τινας ὣρας κατέφθασεν ἐκ Μεσολογγίου καί τό κύριον σῶμα τοῦ Τουρκικοῦ Στρατοῦ ἀποτελουμένου ἐκ πεζικοῦ 6000 ἀνδρῶν, 2000 ἱππέων καί 4 ὀβιδοβόλων. Ὁ Κιουταχής [διεχώρισε τό στράτευμά του εἰς δύο σώματα, ἐκ πεζικοῦ καί ἱππέων καί] ἢρχισε τήν ἐπίθεσίν του κατά τῶν Ἑλλήνων ἀτάκτων μέ ἐμπροσθοφυλακήν τό ἱππικόν του. Οἱ Ἓλληνες μαχηταί ἀνέμενον τούτους ψυχραίμως καί, ὃταν ἒφθασαν εἰς μικράν ἀπόστασιν βολῆς, ἢρχισαν νά βάλλωσι κατά τῶν Τουρκαλβανῶν ἱππέων προκαλέσαντες μεγάλας ἀπωλείας εἰς αὐτούς. Τότε ὀ Κιουταχής διατάσσει μέγα μέρος τοῦ πεζικοῦ του νά ἐπιτεθῇ καί αὐτό κατά τῶν Ἑλλήνων. Καί αὐτούς μέ μεγάλην γενναιότητα οἱ Ἓλληνες ἀπέκρουσαν προκαλέσαντες καί εἰς τό Τουρκικόν πεζικόν μεγάλας ἀπωλείας εἰς φονευθέντας καί πληγωμένους.
Παρ’ ὃλην τήν ἀποτυχίαν του ὁ Κιουταχής διατάσσει καί νέαν τρίτην λυσσώδη ἐπίθεσιν κατά τῶν Ἑλλήνων ὑπό τοῦ ἐν ἀναμονῇ παραμένοντος ὑπολοίπου στρατοῦ του. Παρ’ ὃλην τήν ἐξάντλησιν τῶν Ἑλλήνων μαχητῶν ἐκ τῆς ὑπερανθρώπου προσπαθείας των ἀνθίστανται γενναίως ἒχοντες ἐπί κεφαλῆς των τόν ἀνδρεῖον Καραϊσκάκην. Ὁ Καραϊσκάκης ζητεῖ καί πάλιν τήν βοήθειαν τοῦ Φαβιέρου, ὁ ὁποῖος ἀνταποκρίνεται ἀμέσως. Προηγουμένου δέ τοῦ Φαβιέρου τοῦ 1ου Τάγματος τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ καί κρατῶν τό ξίφος εἰς τήν χεῖρα καί μέ ἐπί πλέον τό 2ον Τάγμα ὑπό τόν Διοικητήν του Εὐστράτιον Πίσσαν, ἐβάδισαν ἐναντίον τῶν Τούρκων, ἐνθαρρυνθέντες δέ καί οἱ λοιποί ἂτακτοι μαχηταί καί πολεμοῦντες μέ ὃλας των τάς δυνάμεις ἐπιτυγχάνουσι νά ἀνατρέψωσι καί αὐτήν τήν λυσσώδη ἐπίθεσιν τοῦ Κιουταχῆ καί ἀρχίζει πλέον ἡ ὑποχώρησις τῶν Τούρκων καί ἡ τροπή των εἰς φυγήν.
Θά ἠδύναντο οἱ Τοῦρκοι νά ὑποστῶσι πλήρη καί τελειωτικήν πανωλεθρίαν εἰς τήν μάχην αὐτήν τοῦ Χαϊδαρίου πρό τῶν Ἀθηνῶν, ἐάν οἱ ἂτακτοι ἐσυνέχιζον τήν καταδίωξιν τῶν Τούρκων. Ὃμως ἀνοήτως φερόμενοι βλέποντες τά κιβώτια τῶν πυρομαχικῶν πού ἂφηνον οἱ Τοῦρκοι ὀπίσω των καταδιωκόμενοι, οἱ Ἓλληνες ἂτακτοι ἢκουσαν κάποιον, ὃστις τούς ἐφώναξεν ὃτι τά κιβώτια περιεῖχον τά χρήματα τοῦ στρατοῦ τῶν Τουρκαλβανῶν καί αὐτοί ἀντί νά συνεχίσωσι τήν καταδίωξιν τοῦ ἐχθροῦ, ἒτρεχον πρός τά κιβώτια, ποῖος θά πάρῃ τά χρήματα! Ὃμως αὐτά δέν περιεῖχον χρήματα, ἀλλά πυρομαχικά, τά ὁποῖα ὁ ἐχθρός ἂφηνεν ὀπίσω του φεύγων κακήν κακῶς.
Δυστυχῶς οἱ ἂτακτοι δέν ἒμεινον μόνον εἰς αὐτό τό παράπτωμα. Ὃταν εἶδον ὃτι τά κιβώτια περιεῖχον μόνον πολεμικόν ὑλικόν, ἐστράφησαν εἰς τό πλιάτσικον (ἡ ὀρθή λέξις εἶναι σκύλευσις) τῶν πτωμάτων τῶν φονευθέντων Τούρκων πρός ἀπόσπασιν τῶν τιμαλφῶν πού εἶχον ἐπάνω των! Ἐν τῷ μεταξύ μετά τήν μεγάλην ἧτταν καί ἂτακτον ὑποχώρησιν τῶν Τούρκων τοῦ Κιουταχῆ καί διά νά τόν σώσωσιν ἀπό πλήρη πανωλεθρίαν οἱ Τοῦρκοι ἒστειλον ἀπό τήν Χαλκίδα πρός τάς Ἀθήνας τόν Ὀμέρ Βρυώνην ἐπί κεφαλῆς ἰσχυρᾶς δυνάμεως στρατοῦ ἐκ 3000 Τουρκαλβανῶν μεθ’ ἱππικοῦ πρός ἀντεπίθεσιν κατά τῶν Ἑλλήνων. Ἒτσι τήν 8ην Αὐγούστου, 1826, ἐνεφανίσθη εἰς Ἀττικήν ὁ στρατός τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη. Τούτους ἐτάχθησαν νά ἀντικρούσωσι τό Α΄ Τάγμα τοῦ Τακτικοῦ Στρατοῦ ὑπό τόν γενναῖον Ταγματάρχην Ῥοβέρτον Lefèvre καί τό Β΄ Τάγμα ὑπό τόν ἱκανόν Ταγματάρχην Εὐστράτιον Πίσσαν. Πλησιαζόντων δέ τῶν Τούρκων εἰς ἀπόστασιν βολῆς οἱ Ἓλληνες ἢνοιξαν κατ’ αὐτῶν πῦρ ὁμαδόν προξενήσαντες καί πάλιν πολλάς ἀπωλείας εἰς τούς Τούρκους. [Ὡς δέ ὡμολόγησεν πολύ ἀργότερον ὁ Κιουταχῆς εἰς τόν Γάλλον Ναύαρχον Henri Gauthier De Rigny, οἱ Τοῦρκοι ἀπώλεσαν πέραν τῶν 300 στρατιωτῶν.]
Ὁ Κιουταχής πρό τῶν νέων μεγάλων ἀπωλειῶν, τάς ὁποίας ὑπέστη συνεκέντρωσε καί πάλιν τόν στρατόν καί τό ἱππικόν του καί ἐπετέθη πρός τούς Ἓλληνας ἀτάκτους, οἱ ὁποῖοι ἐμάχοντο εἰς τήν περιοχήν τῶν Ἀθηνῶν, τῆς ὁποίας τήν Ἀκρόπολιν ὑπερησπίζοντο οἱ ὁπλαρχηγοί Κριεζώτης καί Στέφος. Παρ’ ὃλας τάς λυσσαλέας ἐπιθέσεις τῶν Τούρκων, ὃμως οἱ ὁπλαρχηγοί ἠμύνοντο μέ ἀνδρείαν καί γενναιότητα κρατοῦντες τάς θέσεις των καί δέν ἐπέτρεψαν εἰς τούς Τούρκους νά κερδίσωσιν οὒτε σπιθαμήν ἐδάφους. Καί εἰς αὐτήν τήν μεγάλην μάχην νικηταί ἦσαν καί πάλιν οἱ Ἓλληνες. Νεκροί Τοῦρκοι 500 καί πολυαριθμότεροι πληγωμένοι. Οἱ Ἓλληνες εἶχον 30 νεκρούς καί 69 πληγωμένους. Ὁ Ἑλληνικός Στρατός ἀνήρχετο εἰς μόνον 2000 ἂνδρας, ἐνᾧ οἱ Τοῦρκοι ἦσαν πλέον τῶν 6000.
Εἰς σύμβούλιον τῶν Φαβιέρου καί Καραϊσκάκη, παρόντων τῶν ἀξιωματικῶν των, διά τό τί δέον γενέσθαι: ἀπεφασίσθη ἐπιμενόντων τῶν ὁπλαρχηγῶν τοῦ Καραϊσκάκη, ὃπως οἱ Ἓλληνες μαχηταί ἀποσυρθῶσιν εἰς Ἐλευσῖνα. Καί ἐνᾧ ὁ Φαβιέρος ἀκολουθῶν τάς ὁδηγίας τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως ὃπως συνεχισθῆ ἡ νικηφόρος ἐπίθεσις κατά τῶν ὑποχωρούντων Τούρκων διά νά ἐλευθερωθῇ ἡ πόλις τῶν Ἀθηνῶν καί μετ’ αὐτῆς ὃλη ἡ Ἀττική, ὁ Καραϊσκάκης τοῦ ἀνέφερεν, ὃτι δυστυχῶς ἡ διαταγή δέν ἠδύνατο νά ἐκτελεσθῇ, διότι πολλοί τῶν ὑπ’ αὐτόν ἀτάκτων μετά τήν σκύλευσιν τῶν πτωμάτων τῶν Τούρκων ἀνεχώρησαν ἐπιστρέφοντες εἰς τούς τόπους των. [Οὓτω ἡ συνέχισις τῆς καταδιώξεως τῶν Τούρκων ἐματαιώθη.] Αὐτά ἦσαν τά τρωτά τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἀτάκτων ἐνεργούντων κατά τό δοκοῦν, ἒναντι τῆς ἀπολύτου τάξεως καί ὑπακοῆς, ἣτις ἐπεκράτει εἰς τόν Τακτικόν Στρατόν τοῦ Φαβιέρου.
Τό τελικόν συμπέρασμα τῆς ἐν Χαϊδαρίῳ μάχης εἶναι ὃτι ὁ Ἑλληνικός Στρατός ὑπῆρξε νικητής καί εἰς τάς δύο φάσεις ταύτης, τήν τῆς 6ης Αὐγούστου, 1826, ἐναντίον τοῦ Κιουταχῆ καί τῆς 8ης Αὐγούστου, μετά τήν ἂφιξιν τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη. Ὃμως ὁ σκοπός τῶν μαχῶν αὐτῶν, δυστυχῶς δέν ἐπετεύχθη, δηλ. νά ἀπωθηθῇ ὁ ἐχθρός ἀπό τήν περιοχήν τῆς Ἀττικῆς, παρ’ ὃλον ὃτι οἱ Τοῦρκοι ἡττήθησαν δίς εἰς τό πεδίον τῆς μάχης, ὁπότε καί αὐτομάτως ἐάν οἱ Ἓλληνες ἐσυνέχιζον τήν καταδίωξίν των, ὡς ἦτο ἡ θέσις τοῦ Φαβιέρου, θά ἠλευθερώνοντο αἱ Ἀθῆναι. Ἐξ ἂλλου, ὁ Φαβιέρος μέ τήν μεγάλην στρατιωτικήν πεῖράν του ἐγνώριζεν ὃτι οἱ Ἓλληνες ὑστεροῦσαν ἒναντι τοῦ ἱππικοῦ τοῦ ἐχθροῦ. Δυστυχῶς ὃμως ἡ ἂποψίς του ὃπως ἀναμένωσι καί τήν ἂφιξιν τοῦ Τακτικοῦ Ἱππικοῦ ἀπό τήν Τριπολιτσάν, δηλ. τήν ἐνδυνάμωσιν τούτου, δέν ἒγινεν ἀποδεκτή ὑπό τῶν ἀτάκτων ὁπλαρχηγῶν, ἀγνοούντων ὃτι τό Ἱππικόν εἶναι πολύ ἀναγκαῖον ὃπλον πρός καταδίωξιν ἑνός ὑποχωροῦντος ἐχθροῦ.
Ἐδῶ πρέπει ἐπίσης νά γίνῃ μία πολύ σοβαρά κατά τήν ἂποψίν μου παρατήρησις: Θά ἒχητε προσέξει ὃτι ὁ Κιουταχῆς ἐάν ἒχανε μίαν μάχην δέν ὑπεχώρει. Βασιζόμενος εἰς τήν ὑπεροπλίαν καί τό ὑπεράριθμον τῶν Τούρκων εἰς στρατιώτας καί ἱππεῖς, ἐπανειλημμένως τούς ἐπανασυνέτασσε καί ἐπετίθετο καί πάλιν λυσσωδέστερον ἀπό τήν προηγουμένην ἐπίθεσίν του. Πρέπει, πιστεύω, καί οἱ σημερινοί Ἓλληνες στρατιωτικοί νά ἒχωσιν αὐτήν τήν Τουρκικήν πολεμικήν τακτικήν σοβαρῶς ὑπ’ ὂψιν των καί νά μήν ἐφησυχάζωσιν εἰς μίαν πρώτην νίκην ἐπί τοῦ πεδίου, ἀλλά νά εἶναι πάντοτε ἓτοιμοι νά ἀποκρούσωσι καί δευτέραν καί τρίτην καί τετάρτην ἀκόμη ἐπιθέσεις των, προτοῦ οἱ Τοῦρκοι χάνοντες τό ἠθικόν των ἀρχίσωσι νά τό βάζωσιν εἰς τά πόδια!
Ἀποχωρήσαντος λοιπόν τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ, τακτικοῦ καί ἀτάκτου, ἀπό τό περί τήν Ἀθήναν πεδίον τῶν μαχῶν ἒφθασαν τήν νύκτα κατάκοποι εἰς Ἐλευσῖνα, ὃπου καί ἐστρατοπέδευσαν. Καταπεπονημένοι ὡς ἦσαν, ἀπεκοιμήθησαν ἀμέσως, ἐξύπνησαν ὃμως ἀποτόμως ἐκ τοῦ βαθέος ὓπνου των περί τήν πρωΐαν λόγῳ τοῦ κάτωθι περιστατικοῦ: Εἷς ἀγουροξυπνημένος στρατιώτης ἐξύπνησεν ὃλον τό στρατόπεδον φωνάζων πανικόβλητος: «Οἱ Τοῦρκοι! Μᾶς ἠκολούθησαν! Ἒφθασαν ἐδῶ!» Ἐσήμανε πάραυτα γενικός συναγερμός. Ἃπαντες ἒτρεξαν εἰς τά ὃπλα των καί ἒλαβον θέσιν μάχης, διά νά ἀντιμετωπίσωσι τό ἀναφανέν εἰς τό βάθος μέγα στῖφος τοῦ ἐπερχομένου ἐχθροῦ ἐνδεδυμένου μέ μαύρας στολάς, τό ὁποῖον πλησιάζον ἒκανεν ἐπιδεξίους ἑλιγμούς, πότε πρός τά δεξιά καί πότε πρός τά ἀριστερά! Ἦσαν ὃλοι πανέτοιμοι νά ἀρχίσωσι τό τουφεκίδι, ὁπότε πλησιάσαντος τοῦ ἐπερχομένου στίφους τῶν ἐχθρῶν, ἐφάνη ὃτι τοῦτο δέν ἦτο ἂλλο παρά ἓν μεγάλον σμῆνος ἀπό κόρακας, οἱ ὁποῖοι πετῶντες εἰς χαμηλόν ὓψος καί ἑλισσόμενοι ὁμαδικῶς, ὡμοίαζον ἐκ τοῦ μακρόθεν μέ ἐπερχόμενον ἑλισσόμενον στρατόν φοροῦντα μαύρας στολάς! Βλέπετε συνέβαινον τότε καί αὐτά τά κωμικά…
Ἡ Πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως: Ὑποχωρήσαντες, ὡς εἲδομεν, οἱ μαχηταί τῶν Ἀθηνῶν ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως ἐπ’ αὐτῆς συνεκεντρώθησαν οἱ κάτωθι ὑπερασπισταί της: 250 ἂτακτοι ὑπό τόν Γκούραν, 800 μαχηταί Ἀθηναῖοι καί περίοικοι ὑπό τόν Μακρυγιάννην καί 500 γυναικόπαιδα. Σύνολον 1630 ἂτομα. [Τά πολεμοφόδιά των ἢρκουν διά πόλεμον 2 περίπου μηνῶν.]
Οἱ Τοῦρκοι ἐστρατοπέδευσαν εἰς περιοχήν βορείως τῆς Ἀκροπόλεως, τά σημερινά Πατήσια. Τόν Ἰούλιον τοῦ 1826 ὁ Κιουταχής προώθησε τό πυροβολικόν του εἰς τόν λόφον τοῦ Φιλοπάππου, ἂλλως τῶν Μουσῶν, διά νά βάλλῃ κατά τῆς νοτιοδυτικῆς πλευρᾶς τῆς Ἀκροπόλεως.
Θελήσας δέ νά πλησιάσῃ τήν Ἀκρόπολιν ἐπροχώρησε πρός κατάληψιν τῆς μικρᾶς ἐκκλησίας, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, εὑρισκομένης εἰς τό μέσον τῆς ἀποστάσεως μεταξύ τοῦ Λόφου τοῦ Φιλοπάππου καί τῆς Ἀκροπόλεως. Οἱ Ἀθηναῖοι εἶχον κατ’ εὐχήν μαζί των ἀπό τοῦ Ἰουλίου 1826 ἓνα εἰδικόν εἰς τό ἂνοιγμα λαγουμιῶν, ὑπονόμων καί ὑπογείων παγίδων, ὀνομαζόμενον Κώσταν Χορμοβίτην, ἂλλως Λαγουμτζῆν. Αὐτός ἐφρόντισε νά ὑπονομεύσῃ ἐκ τῶν προτέρων τήν ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγ. Γεωργίου καί τήν γύρω περιοχήν της καί, ὃταν συνεκεντρώθησαν ἐκεῖ πολυάριθμοι Τοῦρκοι, ἒβαλε πῦρ εἰς τήν παγιδευθεῖσαν περιοχήν, ἣτις ἀνετινάχθη φονευομένων ὃλων τῶν Τούρκων, πού ἦσαν συγκεντρωμένοι ἐντός καί πέριξ τῆς ἐκκλησίας. [Δυστυχῶς κατεστράφη καί τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.]
Ὁ Κιουταχής πληροφορηθείς ὃτι πλησίον τοῦ ᾨδείου τοῦ Ἡρῲδου τοῦ Ἀττικοῦ ὑπῆρχε μία πηγή, ὀνομαζομένη Κλεψύδρα, ἀπό τήν ὁποίαν ἐφωδιάζοντο μέ φρέσκον πόσιμον νερόν οἱ ἐν τῇ Ἀκροπόλει εὑρισκόμενοι, ἠθέλησε νά καταλάβῃ τήν πηγήν διά νά διακόψῃ τήν ὑδροδότησιν τῆς Ἀκροπόλεως. Πρός τοῦτο ἒστειλεν ἐκεῖ πολλούς στρατιώτας του. Ὃμως ὁ γενναῖος ὁπλαρχηγός Μακρυγιάννης τήν νύκτα τῆς 13ης Σεπτεμβρίου, 1826, τούς ἐπετέθη καί ἂλλους μέν ἐσκότωσε, ἂλλους δέ ᾐχμαλώτισεν. Ὁ Κιουταχής ἐπέμενε καί μετά 4 ἡμέρας ἒστειλεν ἐκεῖ νέον ἂγημα καί ἢρχισε καί πάλιν τήν προσπάθειαν ἀποκοπῆς τῆς ὑδροδοσίας τῆς Ἀκροπόλεως. Τότε καί πάλιν ὁ εἰδικός Κώστας Λαγουμτζῆς, ἐγέμισε μίαν παρακειμένην ὑπόνομον μέ πυρίτιδα καί, ὃταν ἦλθον οἱ Τοῦρκοι ἐργάται καί ὁ στρατός των, ἒθεσεν ὁ Λαγουμτζῆς πῦρ εἰς τήν ὐπόνομον καί ἀνετινάχθησαν ὃλοι οἱ ἐκεῖ εὑρισκόμενοι Τοῦρκοι.
Ὁ Γκούρας ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως περιήρχετο ὃλα τά φυλάκια καί ἐνεψύχωνε τούς ἀμυνομένους. Ὃμως τήν 30ην Σεπτεμβρίου, 1826, εὑρισκόμενος εἰς ἓνα προμαχῶνα ἐδέχθη μίαν φονικήν σφαῖραν εἰς τήν κεφαλήν καί ἒπεσεν ἂπνους. Ὑπῆρξε δέ τότε μεγάλος θρῆνος ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως. Ὃλοι δέ ὡρκίσθησαν ἐπί τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ εὑρισκομένης ἐπί τοῦ νεκροῦ, ὃτι: «Θά ὑπηρετήσωσι πιστῶς μέχρι τελευταίας ῥανίδος αἳματος τήν Πατρίδα». Μετά ἐνεταφίασαν τόν Γκούραν ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως μεταξύ τοῦ Παρθενῶνος καί τῶν Προπυλαίων.
Τότε ἀνέλαβε [προσωρινῶς] τήν ἀρχηγίαν τῶν πολιορκημένων ὁ γενναῖος Μακρυγιάννης, ὁ ὁποῖος ἡγεῖτο τῆς φρουρᾶς τῶν Ἀθηναίων ὑπερασπιστῶν τῆς Ἀκροπόλεως. Ὃπως γράφει ὁ ἲδιος ὁ Μακρυγιάννης εἰς τά Ἀπομνημονεύματά του, εἰς μίαν ἐπίθεσιν τῶν Τούρκων ἐτραυματίσθη ἐντός μιᾶς ἡμέρας 3 (τρεῖς) φοράς, [τάς δύο φοράς μᾶλλον ἐλαφρῶς, ἀλλά τήν τρίτην πολύ σοβαρῶς.] Ἐξ ἂλλου εἰς τήν Εὐρώπην ὁ Τύπος ἒγραφε μακροσκελῆ ἂρθρα διά τήν Πολιορκίαν τῆς Ἀκροπόλεως. Παρακαλῶ ἲδετε Γερμανικήν ἐφημερίδα Allgemeine Zeitung.
Ἐν τῷ μεταξύ ὁ Κιουταχῆς, παρ’ ὃλας τάς πανωλεθρίας τῶν στρατιωτῶν του καί ἀποτυχίας των νά καταλάβωσι τήν πηγήν Κλεψύδραν, δέν ἐγκατέλειψε τό σχέδιον του. Ὃμως καί οἱ Ἓλληνες εἰς τό μεσολαβῆσαν διάστημα ἀνέσκαψαν μέ ὑπόνομον τήν περιοχήν πέριξ τῆς πηγῆς, γεμίσαντες ταύτην μέ μεγάλην ποσότητα πυρίτιδος. Ἒτσι ὃταν οἱ Τοῦρκοι ἐπετέθησαν, καί περιεκύκλωσαν τήν πηγήν, τῆς ὁποίας τά πέριξ ἦσαν καλῶς ὑπονενομευμένα ὑπό τοῦ ἐξαιρέτου μηχανικοῦ Κώστα Λαγουμτζῆ, αὐτός τούς ἀνετίναξε διά πολλοστήν φοράν ἐπιφέρων καί πάλιν εἰς τούς Τούρκους μεγάλας ἀπωλείας, ὁπότε ἐπιτεθέντος εὐθύς ἀμέσως καί τοῦ Μακρυγιάννη μετά τῶν ἡρωϊκῶν Ἀθηναίων συνεπλήρωσε τήν ἐξολόθρευσιν τοῦ ἐχθροῦ. Αὐτό συνέβη τήν 7ην Ὀκτωβρίου 1826.
Ὃμως ὁ Κιουταχῆς κατά τήν συνήθη τακτικήν τῶν Τούρκων καί κατεχόμενος ἀπό τήν ἒμμονον ἰδέαν τῆς καταλήψεως τῆς Ἀκροπόλεως, πιεζόμενος ἐξ ἂλλου καί ὑπό τοῦ Σουλτάνου, ἀνέθεσεν εἰς τούς ἰδικούς του ὑπονομοποιούς, ὃπως κατασκευάσωσιν ὑπόνομον ἀρχομένην ἀπό τῆς θέσεως τοῦ σημερινοῦ Ἀστεροσκοπείου Ἀθηνῶν μέ κατεύθυνσιν πρός τόν προμαχῶνα τῆς Ἀκροπόλεως. Ταύτην οἱ μηχανικοί τοῦ Κιουταχῆ ἐγέμισαν μέ πυρίτιδα καί τόν διεβεβαίωνον, ὃτι τό δημιουργηθησόμενον ὠστικόν κῦμα ἐκ τῆς ἐκρήξεως θά διέλυε καί ἐθρυμμάτιζεν ὁλόκληρον τόν βράχον τῆς Ἀκροπόλεως σκοτώνων ὃλους τούς ἐπ’ αὐτοῦ μαχητάς καί καταστρέφων καί ὃλα τά ἀρχαῖα μνημεῖα! Ἦτο ἓν σατανικώτατον σχέδιον. Ἀλλά καί πάλιν ὁ Κιουταχῆς ἐλογάριαζε χωρίς τόν πανέξυπνον Κώσταν Λαγουμτζήν, ὁ ὁποῖος ἐγκαίρως ἀντιληφθείς τό σατανικόν σχέδιον τῶν μηχανικῶν τοῦ Κιουταχῆ ἀνέσκαψε πρό τοῦ βράχου τῆς Ἀκροπόλεως 12 φρέατα βάθους 10 μέτρων ἓκαστον καί πλάτους μεγαλυτέρου τοῦ ἑνός μέτρου.
Τήν 10ην Νοεμβρίου, 1826, ὃλα ἦσαν ἓτοιμα ἀπό τῆς πλευρᾶς τῶν Τούρκων καί μετά τό μεσονύκτιον ὁ Κιουταχῆς μετέβη εἰς τόν Λόφον τοῦ Φιλοπάππου διά νά παρακολουθήσῃ τήν ἐκ βάθρων καταστροφήν τῆς Ἀκροπόλεως, ὡς νεώτερος Νέρων παρακολουθῶν τήν πυρπόλησιν τῆς Ῥώμης. Τοῦ σήματος πρός ἀνάφλεξιν τῆς πυρίτιδος εἰς τήν ὑπόνομον δοθέντος ὑπ’ αὐτοῦ, ἐπηκολούθησε μετ’ ὀλίγον μία ἰσχυροτάτη ἒκρηξις, ἀλλ’ οὐδεμία τῶν ἀναμενομένων ὑπό τῶν Τούρκων καταστροφῶν ἐπεσυνέβη. Ὁ λόγος ἦσαν τά 12 φρέατα τοῦ Κώστα Λαγουμτζῆ πρό τοῦ βράχου τῆς Ἀκροπόλεως διά τῶν ὁποίων ἐξετονώθη πρός τά ἂνω τό δημιουργηθέν ἐκ τῆς ὑπογείου ἐκρήξεως ἰσχυρότατον ὠστικόν κῦμα, δηλ. ἒφυγεν ἡ πίεσις πρός τά ἂνω καί ἒξω. Χάριν εἰς αὐτό τό ἐξαίρετον πνεῦμα μηχανικῆς τοῦ Κώστα Λαγουμτζῆ, διεσώθη ὁ ἱερός βράχος τῆς Ἀκροπόλεως καί τά ἐπ’ αὐτῆς ἀνεκτιμήτου ἀξίας Ἀρχαῖα Μνημεῖα ὡς και αἱ ζωαί τῶν γενναίων ὑπερασπιστῶν της. Ὃσον ἀφορᾷ δέ τόν Κιουταχήν ἡ ἀπογοήτευσίς του ἢ μᾶλλον ἡ λύσσα του ἦτο ἀσυγκράτητος διά τήν ἀποτυχίαν τῶν σχεδίων του.
(Τέλος πρώτου μέρους. Δημοσίευση σε δυο μέρη)
Λάμπης Κωνσταντινίδης
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 9/10/2024 #ODUSSEIA #ODYSSEIA