Ο Ιωάννης Καποδίστριας για το ενιαίο και το αδιαίρετο μεταξύ πολιτισμικών και γεωγραφικών συνόρων του Ελληνισμού. Οι θέσεις του Ι.Κ. για τα γεωγραφικά όρια της Ελλάδος, την πολιτισμική αυτονομία και ταυτότητα του Ελληνισμού, ήταν απειλή για το ευρωπαϊκό σύστημα ισορροπίας.
Η πρόσληψη του Ιωάννη Καποδίστρια: Η ΠΑΤΡΙΔΑ για τον Ι/Κ./ έχει γεωγραφική διάστση αλλά δεν περιορίζεται σε αυτήν την την διασταση, η πατρίδα δεν είναι γεωγραφικός όρος. Εχει πολιτισμικό υπόβαθρο, πολιτισμικό περιεχόμενο, ιστορία. . Ο Ι.Κ. προσλαμβάνει τον αναγεννώμενο, το 1821, Ελληνισμό, ως αναγεννώμενο από τις στάχτες του Βυζαντίου, Φοίνικα . Η πρόσληψη του Καποδίστρια για τον αναγεννώμενο Ελληνισμο , όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω είναι «ταυτόσημη» με τα σύμβολα που υψώνει ο Υψηλάντης όταν κηρύσσει την επανάσταση του 1821. //Τον Φοίνικα και τον σταυρό με το <εν τούτω ΝΙΚΑ>, ως σύμβολο της ιδρυτικής πράξης της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Στο ερώτημα «τι πρέπει να εννοήσωμεν λέγοντες Ελλάδα σήμερον», ο Ι.Κ. απάντησε, στην ευρωπαϊκή ηγεσία της εποχής του:
«Το Ελληνικόν έθνος σύγκειται εκ των ανθρώπων, οίτινες από αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την ορθόδοξον πίστιν και την γλώσσαν των πατέρων αυτών λαλούντες, και διέμειναν υπό την πνευματικήν ή κοσμικήν δικαιοδοσίαν της εκκλησίας των, όπου ποτέ της Τουρκίας και αν κατοικώσι. Ποία όρια η Ελλάς επέβαλεν εις την γεωγραφικήν έκτασίν της; Τα όρια της Ελλάδος από τεσσάρων μεν αιώνων διεγράφησαν υπό δικαιωμάτων, τα οποία ούτε ο χρόνος, ούτε αι πολύμορφοι συμφοραί, ούτε η δορυκτησία, ουδέποτε ίσχυσαν να παραγράψωσι, διεγράφησαν δε από του 1821 δια του αίματος του χυθέντος εις τας σφαγάς των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρρών, του Μεσολογγίου, και εις τας πολυαρίθμους ναυμαχίας τε και πεζομαχίας εν αις εδοξάσθη το γενναίον τούτο έθνος.
Ορμώμενοι εκ τούτων των γεγονότων, άτινα υπερίστανται της ιστορίας της Ελλάδος, και τον ήδη επταετή αυτής αγώνα επιχαρακτηρίζουσιν, ευκόλως καταπειθόμεθα ότι ούτε περιφιλοδοξία, ούτε κερδομανία, αλλά χρέος ιερόν και απαραβίαστον θέλει ενάξει δια παντός την Ελλάδα να συστείλη, όσον το ολιγώτερον, τα όρια της χώρας αυτής. Και αν δε του χρέους τούτου το αίσθημα σιγήση ενώπιον επικρατεστέρων αποθεωρήσεων, οι Έλληνες δικαίω τω λόγω δύνανται να ερωτήσωσιν εαυτούς, άραγε χάριν της ειρήνης αι μεσίτριαι Αυλαί τους αναγκάζουσι να εγκαταλείψωσιν έτι πολλούς των ομογενών των υπό τον Μεωμεθανικόν ζυγόν!
Και αι παρεμβαίνουσαι δε βασιλείαι, όσον αποθεωρήσωσι την φύσιν του πολέμου, τον οποίον θέλουσι να καταπαύσωσι, τόσον θέλουσι κατανοήσει ότι η γεωγραφική βάσις της ειρηνοποιήσεως της Ανατολής δια να ήναι στερεά και εμμενής, ούτε τη ώρα ταύτη να προσδιορισθή δύναται, ούτε και δια μόνης της ισχύος των διαπραγματεύσεων».
(Ι. Χιώτης, Ιστορία του Ιονίου Κράτους)
(Εισήγηση μου στους Δελφούς, Νοέμβριος 2006, με θέμα «Η σχέση Πολιτιστικών και Γεωγραφικών συνόρων στην Ελλάδα του Ι.Κ. και το Ανατολικό ζήτημα»):
«Ποία όρια επέβαλλεν η Ελλάς εις την γεωγραφικήν της έκτασιν;» ερωτά ο Ιωάννης Καποδίστριας. Είμαστε αναγκασμένοι να σταθούμε σ’ αυτό το ερώτημα και να επισημάνουμε ότι, για τον Ιωάννη Καποδίστρια, η Ελλάδα δεν είναι απλά και μονοσήμαντα γεωγραφικός όρος, είναι πρωτίστως οντότητα πολιτισμική, σε μια δυναμική οργανική σχέση με το γεωγραφικό χώρο και τον ιστορικό χρόνο. Μια πολιτισμική οντότητα με αδιάκοπη πολιτισμική, γλωσσική, θρησκευτική αλλά και διοικητική συνέχεια. Τα όρια στα οποία ζεί αυτή η οργανωμένη πολιτισμική, κοινωνική και θρησκευτική «οντότητα» δεν ορίζονται μόνο από την ιστορία ως όρια ιστορικής μνήμης, δεν είναι έκφραση σοβινιστικής ύβρεως και απαιτήσεων, είναι όρια συνυφασμένα με ΤΕΧΝΗ, και ζωή ποτισμένα με αίμα και σμιλευμένα θάνατο….
Είναι όρια σμιλευμένα διαχρονικά από το τόξο και την Λύρα του μαχόμενου και ποιητή ποιητή λαού μας. Του λαού που συνήθιζε να τραγουδάει στα ορδιά της μάχης όπως μας θυμίζει ο Μακρυγιάννης που στήνανε «χαράς χορό, στην γειτονιά του Χαρου», όπως με τους κλέφτικους χορούς και τα τραγούδια τους, μας διδάξαν οι Αρματολοί μας. Είναι όρια διαχρονικά υπερασπιζόμενα από το κοντάρι του Ήλιου και το τόξο του Διγενή και Αι-γιώργη Λαού μας .. όπως μας θυμίζει ο ποιητής της Ρωμιοσύνης. Είναι και νόημα ζωής και τρόπος ζωής,αυτά τα ορια.
Τα σύνορα μας με την Περσική βαρβαροτητα εχουν καταγραφεί στην Ιστορία όχι ως τα γεωγραφικά συνορα των Ιωνικών Ελληνικών πόλεων αλλά ως σύνορα πρωτιστως αξιακά, πολιτισμικά, εχουν καταγραφεί με το ανυπερβλητο λακωνικό ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ . Όπως και τα σύνορα μας με την Ιταλία και τον Ιταλικό φασισμό είναι πρωτίστως σύνορα αξιακά, πολιτισμικά, εχουν χαραχτεί εξ ίσου λακωνικά και μονολεκτικά στα Βουνά της Πίνδου με το ιστορικό ΟΧΙ του 40.
Με αυτήν την έννοια και η γλώσσα μας Δεν είναι απλά και μονοδιάστατα ενας διαφορετικός ως κώδικας ανταλλαγής μηνυμάτων που εχει επιβιώσει στην γεωγραφική μας περιοχή.
Είναι η γλώσσα, ως πολιτισμική Μήτρα που μετουσιώνει διαχρονικά την σχέση του λαού με την φύση και την γή του, σε ένα είδος δημοτικού τραγουδιού, σε τοπικό και εθνικό μύθο, με ιδιαίτερο πολιτισμικό υπόβαθρο, από τον Όμηρο μέχρι τον Ησίοδο,, σε τοπική και εθνική ποίηση, λογοτεχνία, σε Τραγωδία, σε προφορική και γραπτή ιστορία..σε φιλοσοφία δικαίου, σε πολιτική φιλοσοφία. Είναι η γλώσσα που διαλεγόμενη με την Τέχνη καταγράφει την αναζήτηση και την πορεία του ανθρώπου προς το Ελληνικό ιδεωδες του «Αρμονικού Άνθρώπου», προς τον Ηνίοχο, προς τον Άνθρωπο της Ευνομίας, της Δίκης και της Ειρήνης… Μέσα από αυτήν την διαδικασία βαθαίνει, πλαταίνει, ανυψώνεται η σχέση με τον ΤΟΠΟ.. ΄. Ο τόπος αποκτάει συναισθηματική φόρτιση και περιεχόμενο αποκτάει συμβολικό νόημα και περιεχόμενο. Γίνεται μάνα Γη, γίνεται Πατρίδα . Έτσι ο Τόπος αποκτάει διαχρονική συμβολική σημασία. Έτσι η Ιθάκη γίνεται «Ιθάκη»,… γίνεται η μητέρα και το περιεχόμενο του Νόστου, αλλά και ,η ακαταμάχητη δύναμη αντιμετώπισης των θυμωμένου Ποσειδώνα των Κυκλώπων και σειρήνων, στην πορεία του Οδυσσέα, από την Όμηρο μέχρι τον Καβάφη . Έτσι η Κέρκυρα γίνεται ο τελευταίος σταθμός πριν την Ιθάκη, στην Πορεία του Οδυσσέα και αναγνωρίζεται από τον Μαβίλη, να «γεννιέται από το αίμα του Ουρανου, του δικαίως ενθρονιζόμενου από την Μάνα γη Ουρανού.
Έτσι και το Πήλιο, η έδρα του Σχολείου ,όπου θα μαθητεύσουν, υπό τον Κένταυρο Χείρωνα, όλοι οι Ήρωες της Ιλιάδας, αλλά και ο Κένταυρος Χείρωνας, επιβάλλεται ως ο Δάσκαλος «του τόξου και της Λύρα»ς, και επανέρχεται στην νεώτερη ιστορία από τον Ιωάννη Καποδίστρια ως το σύμβολο, στο Χρυσό δαχτυλίδι, της Φιλομούσου Εταιρείας.
Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι ο στενός συνεργάτης του Ιωάννη Καποδίστρια Άνθιμος Γαζής αποτελεί τον συντάκτη του καταστατικού της Σχολής των Μηλεών του Πηλίου στα 1814… αλλά είναι και πρωτεργάτης και συνιδρυτή της Φιλομούσου Εταιρείας.
Τα διαχρονικά όρια του Ελληνισμού τα συναντάμε στην ιστορική μας πορεία σε ιστορικής, εθνικά αναγεννητικής, σημασίας κείμενα, και χάρτες όπως στη Χάρτα του Ρήγα. Την Χάρτα που περιλαμβάνει-σφραγίζεται από την περίφημη προσωπογραφία του Μεγάλου Αλέξανδρου αλλά και τον ροπαλοφόρο Ηρακλή. Με αυτήν την έννοια τα Όρια του Ελληνισμού είναι αποτυπωμένα και στις μυθικές μορφές του Ελληνισμού, στις μορφές των ηρώων και των αγίων του Λαού μας, μορφές της συλλογικής μας προσωπογραφίας. Ηρώων και αγίων που ψυχή του λαού μας θέλει να τους κρατάει ζωντανούς και για αυτό τους αποτυπώνει συνεχώς και μετα μετά τον Ρηγα , με το χέρι ενός Θεόφιλου η ενός Κόντογλου. Ηρώων που κάτω από το χώμα με στα σταυρωμένα χέρια τους κρατάνε της καμπάνας το σχοινί και από καιρό σε καιρό , <<ως ζώσα μνήμη ως ζώσα ζύμη>> σημαίνουν την ανάσταση.
Είναι αυτή η «μετουσιωμένη» γη, που όπως επισημαίνει ο Σικελιανός , όποτε το απαίτησε η ιστορία, σηκώνεται μαζί με τους αποθαμένους και ηρωικά αντιστέκεται…. και πολεμά τον θάνατο Είναι κορυφές βουνών που φύλαξαν τον Παπαθυμιο Βλαχάβα, τους Ανδρούτσους ,τους Διάκους, τους Μποτσαραίους, τους Νικηταράδες, τους Αναγνωσταράδες και τους Κολοκοτρωναίους. Είναι κορφές που λειτούργησαν ως μετερίζια στις 124 επαναστάσεις του Λαού μας, από την πτώση της Πόλης το 1453, μέχρι το 1821, όπως τις τις τεκμηριώνει ο ιστορικός μας Κωνσταντίνος Σάθας, Με αλλά λόγια βουνοκορφές άρρηκτα δεμένες με το κλέφτικο τραγούδι και την αδούλωτη ψυχή του λαού μας.
Είναι θάλασσες που υπερασπίζεται ο λαός μας αδιάκοπα από την εποχή των Περσικών πολέμων μέχρι σήμερα. Από τις μέρες των Κυναίγυρων, στις μέρες των Κανάρηδων, στις μέρες των Γιαλοψών ./
Είναι οι θάλασσες που αποδεδειγμένα υπερασπίστηκε ο Λαός μας και τις έβαψε κόκκινες με το αίμα του, στους μεγάλους Βενετοτουρκικούς πολέμους, σε όλη την διάρκεια της επέκτασης και της συρρίκνωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1463-1718,.
Είναι ακρογιαλιές, ελιές και αμπέλια που αιώνες τώρα συνεχίζει να ζωγραφίζει η ελληνική ποίηση, του Ομήρου του Πινδάρου της Σαπφούς του Κάλβου και του Σολωμού, Ελύτη του Σεφέρη.
Είναι «οι άμπελοι» που κοσμούν τα τέμπλα των ναών μας, που μας συνδέουν με την Διόνυσιακή μας παράδοση, αλλά και ποτίζουν τις καρδιές του λαού μας με το αθάνατο κρασί της λευτεριάς, με τον έρωτα για Ομορφιά και δίκαιη δύναμη.
Με αυτήν έννοια τα γεωγραφικά και πολιτισμικά όρια του λαού μας αλληλοζημώνονται αλληλοσυμπληρώνονται αλληλοτρέφονται και δημιουργούν μια πραγματικότητα που τα υπερβαίνει. Δημιουργούν την πραγματικότητα της Ελληνικής πατρίδας. Της Ελληνικής Πατρίδας Γεωγραφικής, πνευματικής, συμβολικής, αξιακής, πολιτισμικής. Μιας πατρίδας ιερής πολιτισμικής κοιτίδας , γεννήτορα αειφόρου και διαχρονικά χρήσιμης για την ανθρωπότητα πολιτισμικής παράδοσης που ασφαλώς δεν μπορεί να υποβιβάζεται σε εμπορευματοποιημένο χώρο..
Αυτή η Πατρίδα είναι οι Δελφοί ως Οικουμενικο Σύμβολο, είναι η Πνύκα ως Οικουμενικό Σύμβολο, είναι το Σούλι και το Μεσολόγγι ως σύμβολα ασυμβίβαστης αφοσίωσης στην Ελευθερία . Είναι η Δήλος,η Δωδωνη…. Είναι το Άγιο Ορος… όχι απλά και μονοδιάστατα ως τόπος άσκησης και πνευματικότητας αλλά και ως ιστορικό οικουμενικό, παράδειγμα – σύμβολο πολυεθνικής αρμονικής ενότητας και ομοσπονδιακης συγκρότησης σε πλαισια ισονομίας ισηγορίας και αδελφότητας. .
Η αφοσίωση σε μια τέτοια Πατρίδα ασφαλώς δεν είναι Εθνικισμός, η υπεράσπιση τέτοιων συνόρων ασφαλώς δεν είναι σωβινισμός. Αντίθετα με αυτήν την έννοια ο γεωγραφικός και ο πολιτισμικός αυτός «τόπος» ενέχουν-αποκτούν μια ιερότητα. Μια ιερότητα συνυφασμένη με την Φύση της Δημιουργίας, την Φύση της Μάνας Γής, με την αναπαλλοτρίωτη ανθρώπινη αξιοπρέπεια που καμιά βαρβαρική εμπορευματοποίηση δεν μπορεί να καταστήσει πράγμα, να απαξιώσει, να απαλείψει. Για αυτό χρειάζεται, ως ιερές ακροπόλεις, ‘αμυνας και δημιουργικής επιβίωσης, να κτίζουμε συνείδηση της γής μας, συνείδηση της γλώσσας μας, συνειδηση της ιστορίας μας.
Αξίζει να επικαλεστούμε σε αυτό το σημείο τον Ελύτη και την περιγραφή του για το πώς βίωσε και πως ένοιωσε αυτήν την ενότητα της Ελληνικής φύσης, της Ελληνικής τέχνης, της Ελληνικής ιστορίας… της ελληνικής ιδιαιτερότητας, της Ελληνικής Πατρίδας σε ένα ταξίδι του στην Κύπρο στα 1970΄.
Ας παρακολουθήσουμε ένα απόσπασμα του κειμένου του.
«Με έχουν ονομάσει, κατά καιρούς, ποιητή της θάλασσας, ποιητή των νησιών και του ήλιου. Και ώς ένα σημείο είμαι. Αλλά δεν είμαι μόνο αυτό. Δεν είμαι μόνο αυτό που αντιλαμβάνεται κανείς, όταν ακούει τέτοιους χαρακτηρισμούς και νομίζει ότι έχει να κάνει με εντυπώσεις και περιγραφές, με μια απλή φυσιολατρία. Τα φυσικά στοιχεία έχουν μια δεύτερη και μια τρίτη σημασία, όπου η γλώσσα και η ιστορική μνήμη εμπλέκονται και δημιουργούν μια άλλη πραγματικότητα, για τις καθημερινές μας στιγμές ασύλληπτη. Αποτελούν, θα έλεγα, στην κλίμακα του πνεύματος, ένα αλφάβητο που με την κατάλληλη χρήση του, εξαιρετικά δύσκολη –πρέπει να το πω και αυτό αμέσως–, ξεκλειδώνει τα μυστικά και αποδίδει το μυστήριο που μας περιβάλλει, το κάνει προσιτό στην ψυχή μας. Και η ψυχή μας είναι μεγάλη υπόθεση. Η ατομική μας ψυχή και η ομαδική. Γιατί υπάρχει και η ομαδική ψυχή, που αντιπροσωπεύει κάθε λαό στο σύνολό του και στην ιδιοτυπία του. Απ’ αυτή την άποψη ήθελα να πω λίγα πράγματα, και αν μίλησα στην αρχή για τον εαυτό μου –πράγμα που δεν το συνηθίζω– το έκανα για να φτάσω ακριβώς εκεί.
Μου δόθηκε η ευκαιρία στους πέντε μήνες που πέρασα στην Κύπρο το καλοκαίρι του ’70, να την τριγυρίσω όλη, να δω τα αρχαία της, τα Βυζαντινά της, τα σημερινά της, σε αδιάσπαστη συνέχεια, σε αδιάσπαστη ενότητα ανάμεσα τους και ανάμεσά στο τοπίο. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Με εντυπωσίασε και μου έδωσε μια βαθιάν ικανοποίηση, θα έλεγα μιαν επαλήθευση της ταυτότητάς μου σαν μέλους μιας κοινότητας που σαν Γένος επέτυχε πάντοτε.
Ο Ελληνισμός είναι μια κοινότητα που με ποικίλες μορφές και κάτω από ποικίλες περιστάσεις αντίξοες, δραματικές, εξοντωτικές κάποτε, κατάφερε παρ’ όλα αυτά να επιβιώσει. Δεν ξέρω αν έχουμε άλλο τέτοιο παράδειγμα στην ιστορία. Και το μόνο του όπλο, αλλά ένα όπλο μοναδικό και παντοδύναμο, εστάθηκε η γλώσσα του. Η «ελληνική λαλιά», όπως έλεγε ο Καβάφης, «ως την Βακτριανή την πήγαμε – ως τους Ινδούς».
Να γιατί είμαι υπερήφανος ασκώντας μια τέχνη που χρησιμοποιεί ακριβώς αυτό το όργανο. Και να γιατί μου έδωσε τόση ικανοποίηση η συμβίωσή μου με την πραγματικότητα της Κύπρου. Γιατί βρήκα τα «ανάλογα» της γλώσσας αυτής, έξω από κάθε ιστορική ή πολιτική σκοπιμότητα, σ’ αυτή τη «μνήμη» που την κουβαλάτε και την εξωτερικεύετε όλοι σας και που είναι μαρτυρία ενός ανεπανάληπτου πολιτισμού.
Αυτό που θαυμάζουμε στην ελληνική τέχνη της ακμής, δεν είναι αυτό που πίστεψαν οι Δυτικοί ότι συνεχίστηκε με την Αναγέννηση. Ούτε αυτό που πραγματοποιήσανε αργότερα με τα νεοκλασσικά κτίρια που κοσμούν τις πρωτεύουσές τους. Είναι μια ειδική αίσθηση για τα πράγματα και τις αναμεταξύ τους σχέσεις, που οδηγεί στην ευγένεια, είτε καταπιάνεσαι με μεγάλα είτε με ταπεινά έργα. Για την αντίληψή μου –θα μπορούσα να πω για την αντίληψη ολόκληρης της γενεάς μου– η συνέχεια του πνεύματος εκείνου πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνον από τον λαϊκό πολιτισμό. Μια εσωτερική αυλή σπιτιού με τους ασβεστωμένους τοίχους, τα λουλούδια στους τενεκέδες, τα πέτρινα σκαλάκια, ή ένας περίβολος μοναστηριού με τα κυπαρίσσια, τη στέρνα, τις στοές και τα κελλιά, βρίσκονται πολύ πιο κοντά στην αντίληψη που έφτιαχνε τους Απόλλωνες και τις νίκες, τους Οσίους και τις Θεομήτορες, απ’ όλες τις μεγαλόπρεπες κολόνες και μετόπες των Ευρωπαϊκών Ανακτόρων. Και αυτό συνέβη επειδή, αξεδιάλυτα συνυφασμένα, το τοπίο και η γλώσσα, επιβιώσανε μέσα στο ομαδικό υποσυνείδητο, διατηρηθήκανε μέσα στους ύμνους της Ορθοδοξίας και στα Δημοτικά Τραγούδια –το παρατηρούμε αυτό εντελώς ιδιαίτερα στην Κύπρο– και έφτασαν ώς τις μέρες μας, είτε οι καιροί ήτανε καλοί είτε χαλεποί. Τολμώ, μάλιστα, να πω ότι λειτουργήσανε πιο οργανικά και πιο έντονα στη δεύτερη περίπτωση – κάτι που γεννά την απορία των ξένων και παραμένει για την αντίληψή τους ακατανόητο. Πολύ συχνά μου έτυχε να με ρωτήσουνε στις συνεντεύξεις: Για ποιό λόγο η ποίηση η ελληνική γυρίζει στην μοίρα του φορέα της; Καμιά σχεδόν ποίηση ξένης χώρας δεν ασχολείται με την Ιστορία και την μοίρα του λαού της. Τους απάντησα: Επειδή ο Ελληνισμός έζησε πάντοτε κοντά στον κίνδυνο. Επειδή ό,τι κινδυνεύει, ζητάς να το διασώσεις. Επειδή νιώθουμε μόνοι. Επειδή σαν πολιτιστική μονάδα δεν έχουμε συγγενείς. Και επειδή –προσθέτω εγώ τώρα μεταξύ μας– στο βάθος μας φοβόντουσαν πάντοτε, όσο αδύναμοι και αν είμασταν. Και μας πολεμούσανε, «Πέλαγο μέγα πολεμά, βαρεί το καλυβάκι!», για να ξαναθυμηθώ τον Σολωμό. Ή μήπως αυτό δεν συμβαίνει σήμερα με την Κύπρο;…… Αλλά αυτό είναι το θαύμα. Να δυναμώνεις και να αντρειεύεσαι τότε ακριβώς που κινδυνεύεις να χάσεις αυτά που αγαπάς, όμως να ξέρεις πως είναι δικά σου, κατάδικά σου. Και να τους δίνεις την χροιά του ακατάλυτου και του αιώνιου…»
Βέβαια αυτή η πρόσληψη των συνόρων γεωγραφικών και πολιτισμικών συνόρων του Ελληνισμού και οι γεωπολιτικές της σημασία είναι χρήσιμο να αντιπαρατεθεί τόσο με την ευρωπαϊκή και κυρίως Αγγλικη στρατηγική προστασίας της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που περιορίζει τον Ελληνισμό στον Ισθμό της Κορίνθου και μαλιστα όχι ανεξαρτητο αλλά φορου υποτελη στους Οθωμανούς…. Όσο με την Κοραϊκή αντίληψη που θεωρεί τους Μακεδόνες ,Φίλιππο και Αλέξανδρο, κατακτητές, και τον Κοραικό διαφωτισμό. Έναν αντι-βυζαντινό διαφωτισμό που αφ΄ ενός αμφισβητεί την συνέχεια του Ελληνισμού αφετέρου, στο όνομα μιας αρχαιολατρείας καταλήγει να αποδέχεται την συρρίκνωση του Ελληνισμού στα όρια του κράτους των Αχαιών …
( Από την εισηγηση μου στις εκδηλώσεις Διαλογου με την Ιστορία. Εκδηλώσεις Μνήμης και Τιμής στον Ιωάννη Καποδίστρια <27/9/2024>, στην Κέρκυρα. )
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 7/10/2024 #ODUSSEIA #ODYSSEIA