Υπάρχει ένας τόπος που ωριμάζει με τον άνεμο˙
έρχεται ο άνεμος σπρωγμένος απ’ τη στάχτη,
χώμα και στάχτη θαμπωμένα από το χνώτο της άφεσης,
από τις προσευχές που εξαντλούν το ουράνιο φάσμα˙
χώμα και στάχτη,
σαν την ουσία της φάρσας του σύμπαντος,
σαν την αθόρυβη επανάληψη του αδάκρυτου θανάτου.
Μην κρύβεσαι πίσω απ’ τον θάνατο, Φάουστ˙
υπάρχει ο τόπος που ακόμη αντηχεί
τους επιδέξιους ελιγμούς των σκευοφόρων,
τη φλέβα στον λαιμό του σαλπιγκτή,
το σπάσιμο του σβέρκου στην αγχόνη˙
σαν ένας τόπος πιο μακριά από το μέλλον
ή σαν συναισθηματική σειρήνα που καλεί
[ για ένα φλυτζάνι ζεσταμένο καφέ με μπισκότα βουτύρου
στο καταφύγιο φως μιας λάμπας γκαζιού,
φλυαρώντας για ασήμαντα πράγματα,
παίζοντας τα ωροσκόπια στα δάχτυλα και τους αστερισμούς…
-Ωστε λοιπόν βρίσκουμε τόσα να κάνουμε, οι λεπτοδείκτες συνεχίζουν να
γυρνούν και παραμένουμε όσο πρέπει καθωσπρέπει. ]
Ποια παρωδία στοιχειώνει το μέλλον σου, Φάουστ;
Κάτι που μοιάζει με σκιά σκεπάζει τη σκιά σου
και η γοτθική διαλεκτική παραείναι βολική
για να ντυθείς το ρούχο της σαν πέπλο ονειροπόλου.
[ -Από εδώ για τα tableaux vivants, παρακαλώ. ]
Κάτι που μοιάζει με σκιά σκεπάζει τις σκιές μας.
Απόσπασμα από την ποιητική συλλογή Προς τα πού
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 29.3.2013, Poema