Ο ιός του κίτρινου μωσαϊκού της αμπέλου (flavescence dorée), που έχει εξαπλωθεί από ένα έντομο, καταστρέφει τα νέα αμπέλια και την παραγωγικότητα των παλαιοτέρων.
Ο Λιζέ-Μπελέρ, η οικογένεια του οποίου καλλιεργεί αμπέλια από τις αρχές του 18ου αιώνα, επιμένει ότι τα εντομοκτόνα καταστρέφουν ανεπανόρθωτα το έδαφος. «Δεν θέλω να καταστρέψει ο ψεκασμός τον αμπελώνα μου. Οι αμπελώνες και το φυσικό περιβάλλον ήταν εδώ πριν από μένα και θα είναι εδώ μετά από μένα. Οφείλουμε να το προστατεύσουμε για την επόμενη γενιά. Αυτό το είδος της απόφασης σημαίνει ότι θα καταστρέψουμε την ποιότητα και την ζωή στο έδαφος. Εχουμε σκοτώσει πολλά είδη και δεν θα είμαστε σε θέση να τα ξαναβρούμε στο μέλλον», λέει ο Λιζέ-Μπελέρ.
Σχεδόν 140.000 άνθρωποι έχουν υπογράψει έκκληση ζητώντας να μην προχωρήσει η υπόθεση του οινοπαραγωγού στο δικαστήριο.
Τονίζουν ότι το φυτοφάρμακο είναι αναποτελεσματικό και επιζήμιο για έντομα επικονιαστές, όπως οι μέλισσες και επιμένουν ότι η ασθένεια μπορεί να καταπολεμηθεί με πιο φυσικό τρόπο. «Δεν σκοτώνει μόνο το έντομο, αλλά και άλλα είδη πανίδας που είναι απαραίτητα για τη φυσική ισορροπία σε έναν αμπελώνα», λένε υποστηρικτές του οινοπαραγωγού.
Από την πλευρά τους, οι αρχές ισχυρίζονται ότι η προληπτική αγωγή με φυτοφάρμακα είναι αναγκαία, διότι η ασθένεια απειλεί περισσότερο από το ήμισυ των αμπελώνων της Βουργουνδίας.
Το κιτρίνισμα της αμπέλου (flavescence dorée) εμφανίστηκε το 1949 στην περιοχή Αρμανιάκ της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Στη συνέχεια εξαπλώθηκε σταδιακά σε περιοχές όπως το Κονιάκ, το Λανγκεντόκ, και το Μπορντό. Δεν υπάρχει θεραπεία για αυτή την βακτηριακή μόλυνση.
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 24.5.2015, Β. Λορεντζάτος