Υπό αυτό το πρίσμα, διαρθρώνεται η θεματική της ποιητικής του συλλογής, της οποίας ο κεντρικός άξονας είναι η εναρμόνιση των δύο αυτών αντίρροπων δυνάμεων, οι οποίες σμίγουν κάθε φορά, μέσα από τις ποικίλες και πολύχρωμες μεταμορφώσεις τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Επίκληση του ποιητή απευθύνεται στις δύο Μούσες του, τη φύση και την ιδέα, οι οποίες συνυφαίνονται, προκειμένου να συγκροτήσουν την πρώτη μουσική αρμονία της συλλογής: έτσι, η επίκληση, αφενός για την αναγέννηση της Περσεφόνης-φύσεως μέσα στο φως του Απόλλωνος και, αφετέρου για την γέννηση της Θέμιδος-ιδέας μέσα στο κεφάλι του Άτλαντα-νόμου καθώς και για την απελεύθέρωσή της μέσα από τον γονιμοποιό λόγο του Πλάτωνος, θέτει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα εκτυλιχθεί αυτή η ποιητική δημιουργία.
Η αναζήτηση της μουσικής αρμονίας δεσπόζει στις Διαπιστώσεις, όπου ο ποιητής, ως άλλος Θησέας αναζητά μέσα στον λαβύρινθο της πόλης τον εαυτό του. Ο μίτος του, η μαγνητική βελόνα του, χάνεται, προς στιγμήν, μέσα στην πόλη των απρόσωπων σκιών για να επέλθει η πρώτη ρωγμή στα βάθη του είναι και να γεννηθεί η συν-είδηση της τραγικότητας της ύπαρξης. Μία τραγικότητα, που αναδύεται μέσα από τη βύθιση στην κόκκινη ζωή των ίσκιων των ηδονικών κορμιών που ανώνυμα βουλιάζουν.
Τώρα κόβονται οι γέφυρες μεταξύ της συνείδησης του ποιητή και του κόσμου της φθοράς, στον οποίο κυριαρχούν τα φουσκωμένα λόγια και τα χέρια που ορθώνονται σε πλαστικές κουβέντες. Τώρα, ο ποιητής συνειδητοποιεί τι θέλει:
Θέλω ουσία και καρδιά.
Θέλω φωτιά και δάκρυ.
Ο κόσμος της φθοράς γίνεται πιά ανάμνηση, μέσα από τη φθαρτή ενατένιση μιας ζωής που λικνίζεται ανάμεσα στην πόλη που βουλιάζει με ρυθμό παλιάς μαντολινάτας και τις σκιές των ονείρων που δονούνται νοσταλγικά και μυστικά.
Και ξαφνικά, ο κόσμος της φθοράς, ο θάνατος μεταμορφώνεται σε έρωτα! Η πρώτη μουσική αρμονία συνυφαίνεται μέσα στην απρόσμενη μίξη του Θανάτου και του Έρωτα: στον κίτρινο νέο που μάταια προσμένει στου δρόμου τη σιγή.
Τώρα, έρχεται η Άνοιξη: η ανα-γέννηση μέσα στο πηγάδι της μνήμης, που, όμως, προϋποθέτει τον θάνατο του ποιητή, που μονάχος πεθαίνει στον ολάνθιστο κήπο του με της γύρης το άγχος. Έτσι, γεννιέται η λάμψη της μορφής, δηλαδή της Ιδέας, άχρονης και αιώνιας, μες’ το κάδρο της νιότης.
Έτσι το όμμα της ψυχής του ποιητή στρέφεται, τώρα πιά, προς τα άνω, στον ουρανό της Τρίπολης, με τις σκέψεις να αγκιστρώνονται στα τόξα των συννέφων. Είναι η ώρα που ο ποιητής επιστρέφει, πλέον, στην ουράνια πατρίδα του, δηλαδή στο σύμπαν για να σμιλεύσει την Αγάπη μέσα στους κρατήρες των ηφαιστείων. Σαν ένας άλλος Ηράκλειτος, ο ποιητής θα γυρέψει να δαμάσει την έχθρα, μέσα από τις καθαρτήριες δυνάμεις του αειζώου πυρός για να φτάσει στην απόλυτη κατάφαση, στο “ναι” της ύπαρξης.
Η νέα αυτή ύπαρξη σμιλεύεται μέσα από τις αντίρροπες δυνάμεις των χεριών και της σκέψης, μέσα από τις καυτές της σκέψης ιδέες και τις λαβές των χεριών: μια νέα, δεύτερη μουσική αρμονία συνυφαίνεται εδώ, η οποία αναπαύει τις Ερινύες. Εδώ ο ποιητής, σαν άλλος Δήλιος κολυμβητής των μυστηρίων του Έρωτα θα καταστεί φιλό-σοφος: η γυμνή ψυχή του θα ερωτευτεί την Αλήθεια, η οποία αναδύεται μέσα από τα βάθη των σπηλιών των Σατύρων.
Κάποτε έρχεται, σαν θλιβερή ανάμνηση, η ζωή που ο ποιητής άφησε πίσω του, αυτή του κόσμου της φθοράς: είναι, όμως, ανάσκελη ζωή που δεν μπορεί πια να βγεί στο φώς…είναι ο θάνατος που πλανιέται και θέλει να πνιγεί σε σώματα που πάθος κυριεύει…
Η φιλό-σοφος ψυχή του ποιητή θα ατενίσει, τώρα, το κάλλος των Ιδεών, που σαν σπασμένα αγάλματα εμφανίζονται μπροστά του και γυρεύουν να εμψυχωθούν, μέσα από τη φλόγα της ποιητικής του έμπνευσης: η εικόνα της Ιδέας του Κάλλους, η Κνιδία Αφροδίτη• η εικόνα του Καθαρού Νου, ο Κούρος• η εικόνα του Νοητού Ήλιου και οι αχτίδες του, τα όμορφα μαλλιά του Απόλλωνα• η εικόνα της Νοήσεως, η οποία αναδύεται μέσα από την κεφαλή της Αθηνάς, και, τέλος, η εικόνα της δύναμης του Λόγου, ο Ερμής, ο οποίος, ανάπηρος, ζητά να γίνει και πάλι αρτιμελής, μέσα από το μουσικό μέλος του ποιητικού λόγου.
Τώρα, αρχίζει η πάλη: οι δύο αντίρροπες δυνάμεις του Έρωτα και του Θανάτου εγκιβωτίζονται μέσα στις αντίθετες δυνάμεις του Πνεύματος και της Ύλης και αντιμάχονται η μία την άλλη. Το κορμί λυγίζει και το σώμα κυλιέται ακατάπαυστα στο γιορτινό γρασίδι με της ψυχής το φίδι.
Ποιός θα νικήσει; Προς στιγμήν φαίνεται ότι νικά η δύναμη της ύλης, ο εγκιβωτισμένος θάνατος: τα όνειρα σφαδάζουν κάτω απ’τα φώτα των κλαυθμών στην άβυσσο των χνώτων. Η δύναμη της ποιητικής τέχνης δεν επέτυχε το φόνο να προλάβει. Ο ποιητής υφίσταται τις κυρώσεις του νόμου, γιατί διέπραξε ανυπολόγιστη ηθική βλάβη και απάντησε με θάνατο και όχι με έρωτα, στη βία της ηδονής….
Κι έτσι, ο ποιητής βυθίζεται ξανά στις εικονικές ζώνες της ευτυχίας, στα πολύπαθα πλήθη που τριγυρνούν στην Αθήνα, που απαστράπτει έκφυλη στην αττική μπανιέρα. Περιστοιχίζεται από τα βλοσυρά τέρατα των μύθων, τους λέοντες, τις γοργόνες, τους τρίτωνες, τα οποία απολιθώνουν, με το βλέμμα τους, όσους με πάθος σεργιανούν στις δροσερές αλέες για να απονεκρώσουν τις δυνάμεις κάθε ανθρώπινης ορμής και να τις καταστήσουν φαύλα εκμαγεία.
Πώς θα σωθεί η αρμονία Πνεύματος και Ύλης; ο ποιητής ενεργοποιεί τώρα εντός του, τις δύο δυνάμεις, η μία εικαστική, αυτή του σφουμάτο και η άλλη πολεμική, αυτή του ξίφους, για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο που ελλοχεύει, τη μονομερή νίκη των αυτοκαταστροφικών δυνάμεων του θανάτου.
Το σφουμάτο το παραλαμβάνει από τον Léonardo da Vinci: είναι η δύναμη της ζωής που αναδύεται μέσα από τους καπνούς του ηρακλείτειου αειζώου πυρός. Είναι το σφουμάτο της ψυχής του ζωγράφου, που δημιουργεί το θείο τοπίο της Τοσκάνης, όπου όλα αγαλλιούν στη χάρη της Παρθένου κλείνουν ευλαβικά στη στωική της μάνα και όλα μπολιάζουν την καρπερή Άνοιξη των αποχρώσεων. Επιτέλους, ξεπροβάλλει το Φως της αγάπης που εξακτινώνεται και λάμπει στο τοπίο. Ο ποιητής ατενίζει με δάκρυα την θεία ισορροπία, την πηγή μιας φωτοδίνης μυστικής που ανατέλλει ελπίδες!
Το ξίφος το παραλαμβάνει ο ποιητής από την Artemisia Gentileschi, που στο μικρό της όνομα προδίδεται το αδήριτο πεπρωμένο της: είναι το πεπρωμένο που κρύβει το όνομα της Αρτέμιδος, της τον άροτον μισησάσης τον ανδρός εν γυναικί[1]… Η Artemisia ζήλεψε τον φαλλό που δεν κατέχει. Γι’αυτό και ο φαλλός στα χέρια της, μοιάζει σαν ξίφος που θανατώνει το άδηλο• μα ζοφερό μας μέλλον. Πλάκες χρυσού που μάζεψε από την χρυσή βροχή των μυριάδων σταλαγματιών της θείας εκσπερμάτισης θα πλακώσουν το κορμί της στο φέρετρο της ηδονής και, τότε, η σάρκα της θα γεμίσει σκουλήκια…
Ιδού οι δύο αντίρροπες δυνάμεις ξεπροβάλλουν και πάλι! Το σφουμάτο του Léonardo, σύμβολο της εμπεδόκλειας φιλότητος, ο Έρως, και το ξίφος της Artemisia, σύμβολο του εμπεδόκλειου νείκους, ο Θάνατος, αναμετρώνται εκ νέου ! Ποιός, άραγε θα νικήσει;
Και νά που, με την έμπνευση που του δίνουν οι Πολύσμιγες Μούσες, το ξίφος του Θανάτου μετουσιώνεται στα χέρια του ποιητή, σε ξίφος της κάθαρσης! Έτσι πλάθονται οι μουσικοί διάλογοι τέχνης και χώρου• έτσι η ζωγραφική του μπετονένιου πάθους γίνεται ελαστική και οι δυνάμεις του μίσους γίνονται κραγιόνια. Έτσι, η σφραγίδα του σπαθιού διακορεύει τα μπαρόκ όνειρα για να τα μετουσιώσει σε άναρχη σοφία!
Τώρα, όλα γίνονται ισόρροπα: έτσι, αναδύεται η γεωμετρία των αισθήσεων και η γεωμετρία της φαντασίας για να συνθέσουν την γενεαλογία ενός δράματος γνωστού που ταξιδεύουμε όλοι…
Σώθηκε η αρμονία Πνεύματος και Ύλης, η τρίτη μουσική αρμονία που ο ποιητής εξυφαίνει με την δύναμη των Εν-συναισθημάτων!
Τώρα ο ποιητής δαμάζει την ύλη: τα ταμπλώ του γίνονται φτερωτά, και πάνω τους εγγράφονται οι Μορφές, οι Ιδέες που δεν τις έχει δει, κι’όμως υπάρχουν. Είναι οι γραφές που απλώνουν ίλιγγο στο ατέρμονο του χώρου. Και να που η ψυχή του ποιητή, με τις δυνάμεις του αιθέριου σφουμάτο, πτεροφυεί για να προσγειωθεί, επιτέλους, στον Αιθέρα, στο άνυδρο παρόν της απουσίας, όπου δεσπόζουν οι πνευματικές χαρές… Η ψυχή του γίνεται πλέον, μέσω του αιθερίου πυρός, η αύη ψυχή του Ηρακλείτου, δηλαδή η σοφωτάτη και αρίστη ψυχή[2].
Το Εγώ του ποιητή γίνεται έξαφνα Εμείς, μέσα από την εναρμόνιση του Εγώ και του Εσύ, ένα μεταξύ της κάλυψης και της αποκάλυψης: τώρα, η ψυχή του ποιητή γίνεται δαιμονία ψυχή, η οποία θα συνυφάνει στον καμβά της νέας διαλεκτικής τον σηματωρό της ελπίδας, που αναπλάθει το σώμα, μεταβάλλει τη γλώσσα, στηρίζει το νου οδηγεί τη σκέψη και φωτίζει τη μνήμη.
Και, ιδού, ξεπροβάλλουν οι δυνάμεις της νέας ποιητικής γραφής, της τέταρτης μουσικής αρμονίας, το Μυθογράφημα: είναι η γραφή της χώρας του Μύθου, μέσα στον οποίο αιωρούνται τριφασικά αστέρια και δεσπόζει η θανάσιμη γαλήνη του κήπου, μέσα στον οποίο ρεμβάζει η Πάνδημος Αφροδίτη, η μήτρα του σύμπαντος που φθίνει. Εδώ οι αντίρροπες δυνάμεις του Έρωτος και του Θανάτου θεριεύουν και γίνονται κοσμογονικές δυνάμεις που ξανασμίγουν στην μήτρα της Πανδήμου Αφροδίτης, για να δώσουν αλέτρι και δρεπάνι στα πεινασμένα της παιδιά, στους ανθρώπους.
Το Μυθογράφημα κατονομάζει με αριθμούς τα στοιχεία που συνυφαίνουν την χώρα του Μύθου, την ανθρωπότητα• και έτσι, ήρθε το ΕΝΑ με το ψέμα στον καθένα…ήρθε το ΔΥΟ με το στοιχείο στο μνημείο…ήρθε το ΤΡΙΑ κι η τρικυμία στη φιλία. Ο κόσμος των θνητών πλάθεται με είδωλα ονομάτων, με ψέματα και με αντιθέσεις…Μόνος λυτρωμός, ο Ωκεανός του απείρου, τον οποίο διασχίζει της ηδονής ο τολμηρός και ο Αθάνατος της αγάπης. Η αθανασία αναδεικνύεται εδώ ως η νίκη της αιώνιας δύναμης του άφθαρτου Έρωτος πάνω στην έγχρονη δύναμη του φθαρτού Θανάτου, που δεν είναι παρά σύννεφο της στιγμής. Η νίκη του Αιώνιου πάνω στον Χρόνο είναι η αληθινή αθανασία, που χαρίζεται μόνο σ’εκείνον τον τολμηρό, ο οποίος, σαν άλλος Οδυσσέας, θα διασχίσει τον άπειρον Πόντον για να δοξαστεί με λυσιμέριμνες ωδές!
Με τις Αναδύσεις ολοκληρώνεται η ποιητική συλλογή του Κώστα Ευαγγελάτου: είναι η ανάδυση της Μνημοσύνης, της μεγάλης μητέρας των Μουσών. Αυτή ενορχηστρώνει την πέμπτη μουσική αρμονία, μέσω της σμίλευσης της μεγαλης τέχνης μέσα στην οποία σμίγουν, επιτέλους, Ύλη και Πνεύμα. Πρόκειται για μία πολύσμιγο πανδαισία, όπου συνυφαίνονται οι άϋλες μορφές στο σύθαμπο του νου με τις γήινες παρουσίες στους πόρους του καμβά για να μετουσιωθούν σε μοτίβα αναδυόμενα αρχαϊκού βωμού, ο οποίος θα απαιτήσει και πάλι, μια θυσία!
Η αιώνια θυσία που θα αναδυθεί και πάλι μέσα από τον γενναίο ξεσηκωμό της νέας ποιητικής ζωής που ανατέλλει στις παρυφές του Πολύσμιγου Αίνου!
Άννα Χ. Μαρκοπούλου
Δρ. Επιστημών της Αγωγής του Παν/μίου της Σορβόννης (Paris V – René Descartes).
________________________________________
[1]. “Αυτής που μίσησε την γονιμότητα του άνδρα προς την γυναίκα”, πρβλ. Πλάτων, Κρατύλος, 406b 4-5.
[2]. Πρβλ. Ηράκλειτος, απ. 118: “Αύη ψυχή σοφωτάτη και αρίστη” (Η ξηρά ψυχή έιναι σοφωτάτη και αρίστη).
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 9.2.2015