/

Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός: Ρόκκος Ξυδάκτυλος

Μια αξιόλογη μορφή του προσεισμικού Ληξουριού  ήταν κι ο Ρόκκος  Ξυδάκτυλος. Προσωπικότητα που συνδύαζε  πολλές καλλιτεχνικές ιδιότητες, τις  οποίες και τον καθιέρωσαν ως μεγάλο καλλιτέχνη του νησιού μας

Σ’ αυτό το άρθρο γίνεται μια προσπάθεια να βιογραφήσω τον εξαίρετο καλλιτέχνη. Μια προσπάθεια που στηρίζεται στα σπαράγματα που έχουν σωθεί, ιδιαίτερα από την εφημερίδα «Ζιζάνιον» του Μολφέτα, στην οποία ο Ρόκκος ήταν συνεργάτης της και στο αρχείο μου όπου έχει σωθεί αρκετό υλικό και που αφορά αυτόν τον καλλιτέχνη. Επίσης και στις πληροφορίες που μας δίνει ο δάσκαλος Ανδρέας Καλογηράς στο βιβλίο του, «Η Σάτυρα στην Κεφαλλονιά», Αθήνα 1939,σ. σ.349-356.

Ο Ρόκκος Ξυδάκτυλος  γεννήθηκε στο Ληξούρι το 1859. Σύμφωνα  με τον ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη, η οικογένεια «Ξυδάκτυλος» κατάγονται από την Κρήτη και είχε κλάδους στη Ζάκυνθο και στο Ληξούρι..( βλ. «Κεφαλληνιακά Σύμμικτα», Αθήνα 1960, σελ. 656).

            Καλλιτέχνης στην ψυχή κι ανήσυχος τύπος όπως ήταν, έφυγε σε ηλικία είκοσι χρόνων για τη Ρώμη για να σπουδάσει κοσμηματογραφία  και αγιογραφία. Επέστρεψε έπειτα στο Ληξούρι του, όπου και έμεινε έως το τέλος της ζωής του.

            Διακρίθηκε ως άριστος αγιογράφος ,και διακοσμητής. Είχε διακοσμήσει και αγιογραφήσει πολλές εκκλησίες της Παλικής και στο υπόλοιπο νησί. Επίσης κατά μαρτυρίες είχε ζωγραφίσει πολλά ταβάνια και τοίχους σπιτιών. Δυστυχώς, με το σεισμό του 1953, στη μεγάλη καταστροφή, χάθηκαν για πάντα πολλά από αυτά τα υπέροχα έργα του. Βέβαια, σε κάποιες  εκκλησίες των  χωριών που δεν έπεσαν βρίσκονται αρκετά έργα του. Μεγάλες ζωγραφικές συνθέσεις με θρησκευτικά θέματα κοσμούν ολόκληρους τοίχους εκκλησιών. Πολλές φορητές εικόνες κοσμούν τέμπλα και θρόνους. Στο «Ζιζάνιον» τις 12 Οκτωβρίου του 1911  και στις 6 Δεκεμβρίου  του 1911, δημοσιεύονται ευχαριστίες από τους επιτρόπους των ιερών ναών της Παναγίας στα Χαυριάτα και των Αρχαγγέλων του Ληξουρίου, αντίστοιχα. Αυτές οι  εκφράσεις των ευχαριστηρίων μας ενημερώνουν για τη θαυμάσια εργασία του και την αξία  που είχε ως καλλιτέχνης.

Επίσης, σε ιδιωτικές  συλλογές και σε σπίτια μακρινών συγγενών του υπάρχουν προσωπογραφίες, τοπογραφίες και άλλα έργα του. Μέσα στα διασωθέντα έργα του ξεχωρίζει ως ιδιαίτερο ένα έργο που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Κορωνάτου. Πρόκειται για μια θαυμάσια  «μεγάλη μικρογραφία»  μιας  αγιογραφικής ουρανίας ναού. Το έργο αυτό είναι σε μουσαμά και εικονίζει πλήθος αγίων και συμβόλων  από τα θέματα της Πίστης μας. Φαίνεται πως, το έργο απετέλεσε μήτρα ή οδηγό για τον Ξυδάκτυλο  για να αγιογραφεί τις εκκλησίες του νησιού μας. Το συγκεκριμένο έργο είναι η μικρογραφία της ουρανίας του ναού του Αγίου Δημητρίου των Φαρακλάτων, τον οποίον έκαψαν οι Γερμανοί το 1943.

Η καλλιτεχνική και πληθωρική προσωπικότητα του Ρόκκου Ξυδάκτυλου, άφησε εποχή, όχι μόνο από το επάγγελμα του διακοσμητή και αγιογράφου, αλλά ο ίδιος ο τρόπος της ζωής του τον έκανε ονομαστό και αγαπητό στο νησί μας. Ασχολείτο με την ψαλτική και έψαλλε σε διάφορες εκκλησίες του Ληξουρίου. Ήταν μαθητής του παλαιού μουσικοδιδάσκαλου και άριστου πρωτοψάλτη, Βασίλειου Δρακόπουλου.  Κοντά του δε, ο Ρόκος έμαθε άριστα την τέχνη της μουσικής, πράγμα που τον βοήθησε να γράψει τραγούδια. (Έχουν σωθεί τα εκκλησιαστικά μουσικά του χειρόγραφα, καθώς και κάποιες  μουσικές συνθέσεις  του στην ευρωπαϊκή μουσική). Βλ  Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός- Λαμπρογιάννης Πεφάνης  «Λόγια Κεφαλληνιακή Μούσα», τόμος 2ος , 2016.  

Ο Ρόκος  ζούσε στο Ληξούρι του, που ήταν μια πόλη με ποικίλο κοινωνικό, εργατικό και αξιόλογο πνευματικό δυναμικό, και κατά συνέπεια ήταν «αναγκασμένος»  να ζει και βιώνει την καθημερινότητα αυτού του τόπου. Έτσι η καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του Ρόκου Ξυδάκτυλου, το ιδιαίτερο πνεύμα του Ληξουρίου και  η κοινωνική  ανοικτοσύνη του τον «έπλασαν» γνήσιο τύπο του τόπου που τον γέννησε. Δημιούργησε Θεατρικό Όμιλο στο Ληξούρι που ανέβαζε έργα με θεατρικές απατήσεις. Ο ίδιος όχι μόνο τα σκηνοθετούσε και τα σκηνογραφούσε, αλλά και έπαιζε σ’ αυτά. Συμμετείχε ως σημαντικό μέλος στην  παλιά παρέα των Ληξουριωτών, για το καρναβάλι, με κορυφαία δράση του, την οργάνωση της περίφημης μάσκαρας «του Χριστόφορου Κολόμπου». Ήταν τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας το «Ζιζάνιον» και στα ποιήματα που δημοσίευε,  άλλοτε είχαν την υπογραφή του και άλλοτε το ψευδώνυμο «Ληξουριώτης».

 Μελετώντας τα ποιήματά του, ανακαλύπτεται ένας Ρόκκος, ο οποίος είχε διάχυτη και αστείρευτη τη σατιρική διάθεση μέσα του και σχολίαζε με χιούμορ την καθημερινότητα στην πόλη του. Από μαρτυρίες παλαιοτέρων και ανθρώπων που είχαν ακούσει γι’αυτόν, καταλαβαίνουμε πως ο Ξυδάκτυλος ήταν καλοκάγαθος, χιουμορίστας, έξυπνος, ανοικτομάτης για το τι συνέβαινε γύρω του και ετοιμόλογος με διάθεση πειρακτική. Έχουν μείνει ακόμη στη μνήμη των παλιών  πολλά αστεία, λογοπαίγνια και φάρσες που έκανε. Όλες αυτές οι πλευρές  του χαρακτήρα του δείχνουν, πώς, ο  Ξυδάκτυλος ήταν ένας προικισμένος πνευματικά άνθρωπος και ένας γνήσιος Ληξουριώτης. Μια σύντομη αναφορά μέσα από τα ποιήματά του που βρίσκονται στο «Ζιζάνιον» δείχνουν καλύτερα τον σπουδαίον καλλιτέχνη, ποιητή και άνθρωπο Ρόκο Ξυδάκτυλο.

Ο βίος στο Ληξούρι

«Ζιζάνιον» 22/12/1907

…Στο Ληξούρι νάρθη όποιος με ηρωισμό μεγάλο

θέλει να το καταλάβει ο χειμώνας τι θα πη,

να πηγαίνει λόγου χάριν από τώνα  σπίτι στ’άλλο

και η λάσπη να του κάνη από άνθρωπο παππί.

…..

Είναι τα χρόνια που το Ληξούρι δεν έχει ακόμη ηλεκτροφωτιστεί και το σκοτάδι έφερνε δυσκολίες κατά τους χειμερινούς μήνες. Ο Ξυδάκτυλος  στη συνέχεια του ποιήματός του σχολιάζει την όλη κατάσταση, δίνοντας συγχρόνως λαογραφικές εικόνες της τότε  Ληξουριώτικης κοινωνίας και πολιτείας. Υπέροχο είναι το ποίημα  με τίτλο  «Στον αρχαιολόγο», «Ζιζάνιον» 6/9/1908.

Χωρίς παράδες να χαλάς για τα μεροκάματα

έκεινωνε  που σκάφτουνε να βρεις αρχαία πράμματα,

δεν παίρνεις, βλοημένε μου, καλύτερα μια βάρκα

νάρτης να κάμης έξαφνα και στο Ληξούρι  τσάρκα

ναύρης με δίχως έξοδο και σκάψιμο κανένα

βελάδες των Αρχόντωνε αφ’ τον καιρό το Ένα

κι άλλες πολλές αντικιτές που να σου δώσουν ύλη

και λύχνους αρχαιότατους πούναι χωρίς φυτίλι!

Εν γένει το Ληξούρι αν γδής εκ του πλησίον

θα πής πως δεν απάντησες καλύτερο Μουσείον.

Θα γδης γριές το σούρουπο με κάτι μαντιλότα

αφ’ τον καιρό του Μωυσή κι ακόμα πούλιο πρώτα

Κι  αν τύχει και καμμιά χρονιά σταφίδα να μη γένη,

θα γδής και με να  περπατώ

με το βρακί μου ανοικτό

ωσάν το Διογένη!

Άλλα  ποιήματα που αφορούν τη ζωή στο Ληξούρι είναι: «Τα συμβάντα  Ληξουρίου από πρώτης Γεναρίου» «Ζιζάνιον» 6/2/1910, «Τα συμβάντα  Ληξουρίου του μηνός Φεβρουαρίου» « Ζιζάνιον» 27 /2/1910. Στο τελευταίο ποίημα ο Ρόκος με γλαφυρό τρόπο

και συγχρόνως με λαογραφικές εικόνες, μας λέει, πώς έγινε εκείνη τη χρονιά η λιτανεία του Αγίου Χαραλάμπους. Επίσης, μέσα στο «Ζιζάνιον» υπάρχουν και άλλα ποιήματα που αναφέρονται σε γιορτές και γεγονότα. Υπάρχει έντονη μέσα σε αυτά η σατιρική και ειρωνική διάθεση, όπως και ο σαρκασμός για καταστάσεις και τύπους.

Ο Ρόκος  Ξυδάκτυλος ως αυθεντικός Ληξουριώτης σχολιάζει καυστικά μα και συγχρόνως χαριτωμένα μια ερωτική αποτυχία και σαν Κεφαλονίτης δίνει την «κατάρα του», «Ζιζάνιον» 20/2/1910.

Κατάρα Ληξουριώτικη

Όσα φιλιά μωχάρισες,

Μικρή μου αν τα θυμάσαι,

ασφαλαχτοί να γένουνε

κι απάνου να κοιμάσαι.

Όσα τραγούδια  σώψαλλα,

κοραίοι  να γενούνε

να βόσκουν όλοι απάνω σου

γλυκά να σε ξυπνούνε.

Και όσα τακούνια χάλασα

στα τόσα σύρε κι’ έλα

τόσοι διασόνοι  νάγβουνε

στα μούτρα σου, τσουρδέλλα.

Κι αν ζουρλαθή καμμιά φορά

Κανένας και σε πάρη,

νάναι στα νύχια σαντεκλέρ

και να φορά σαμάρι.

Κατά άλλους το ποίημα δεν το έγραψε για δική του ερωτική αποτυχία, αλλά για τον αδελφό του ή άλλον συγγενή του.

Ο Ανδρέας Καλογηράς στο βιβλίο του με τίτλο «Η σάτιρα στην Κεφαλονιά», τόμος  1ος , Αθήνα 1939, διασώζει  ένα περιστατικό που αφορά τον Ρόκο  Ξυδάκτυλο.

«Κάποτε ο ονομαστός Ρόκος εμάλωσε μέσα σ’ ένα καφενείο του Βαγγέλη του Συνοδινού με έναν  κλητήρα τότε της Ιονικής Τράπεζας, ονόματι Φραγκίσκον Δρακόπουλον ή Πετροπαύλον. Σε μια στιγμή ο Πετροπαύλος λέει υπερήφανα στο  Ρόκο, «Μη μου μιλής εμένα, γιατί εγώ μωρέ είμαι Τραπεζίτης!», ο δε αθάνατος Ρόκος απαντά με ψυχραιμία «Απ’ αυτούς τους Τραπεζίτες έχω μέσα  στο στόμα μου όσους θέλεις».Ο καθένας εννοεί τι έγινε μέσα στο καφενείο από τα γέλοια. Χάλασε ο κόσμος.».

Ακόμη  κάτι από τη Ληξουριώτικη ζώη  και σε σχέση με το Ρόκο, λέει στα «Ληξουριώτικα»  τόμος 2ος, ο γιατρός Χαράλαμπος Κοντογιανάτος. Μας ενημερώνει πως, οι Ληξουριώτες είχαν καταντήσει το πόρτο τουαλέτα και εκεί έκανα την ανάγκη τους. Ιδιαίτερα οι Δεμπονεράδες που κατέβαιναν τα χαράματα για να πάνε στην παραλία, πήγαιναν πίσω από τις μεγάλες πέτρες του κυματοθραύστη και  με την θαλάσσια αύρα που τους δρόσιζε εκτελούσαν τη φυσιολογική τους ανάγκη. Καμμιά φορά κανένας βιαστικός δεν πρόφταινε να πάει στο πόρτο. Καθόταν λοιπόν στην σκαλούλα  που ήταν μπροστά από το τελωνείο και αμολούσε ….. το υλικό του. Κάποια μέρα που έκανε τον περίπατό του ο Ρόκος  στο πόρτο  είδε ανθρώπινα περιττώματα που στόλιζαν όλους τους μαρόκους από την Αρτάνα μέχρι την Κορασίδα και πηγαίνοντας στο σπίτι του έγραψε γράμμα στο φίλο του που κατέληγε:

« Ταύτα και σε ασπάζομαι

και μένω σαν Μαρόκος

στο Πόρτο όπου χ…..

οι Ληξουριώτες – Ρόκος»

Θα μπορούσαν να σχολιασθούν, να γραφούν και να ειπωθούν πολλά για τον Ρόκο Ξυδάκτυλο τόσο ως καλλιτέχνη όσο και ως άνθρωπο. Είναι φανερό πως μέσα από τα ποιήματά του κουβαλάει και μεταφέρει στις επόμενες γενιές στοιχεία ηθογραφικά, λαογραφικά, κοινωνικά της πολιτείας που έζησε και έδρασε.

Μελετώντας την ποιητική φλέβα του Ρόκου Ξυδάκτυλου, τόσο τα  πρώτα ποιήματά του, όσο και τα ύστερα, βλέπει κανείς πως ο ποιητής αντλεί θέματα από την κοινωνική ζωή του  Ληξουριού. Σχολιάζει σατιρικά και συγχρόνως με μια αθωότητα τους έρωτές του που δεν ανταποκρίθηκαν στο είναι του. Επίσης ως άνθρωπος της  κοινωνικής προσφοράς είχε το νου του, για το ποια ήταν η πολιτική κατάσταση στην πόλη του και την περνούσε κριτικά μέσα στην ποίησή του. Το 1905  ο τότε Σύνδεσμος  του Ληξουρίου ήθελε να φτιάξει θέατρο στην πόλη, αλλά  ο Αντζουλάκης Φορέστης, επίτροπος του Παντοκράτορα μεν ήθελε να γίνει το θέατρο, αλλά τα κέρδη να τα είχε     η εκκλησία του Παντοκράτορα, γιατί το οικόπεδο που ζητούσαν τα μέλη του Συνδέσμου ήταν του Ιερού Ναού. Υπήρξε κόντρα μεταξύ, Φορέστη, Συνδέσμου και του Ιερέα Ζακυθινού και μάλιστα ο τελευταίος αντιστάθηκε στον Αντζουλάκη  λέγοντάς του ότι δεν έχει σχέση  με το θέατρο ο θρόνος του Θεού….  Όντας ο Ρόκος μέλος του Συνδέσμου έγραψε ένα ποίημα που μιλά γι αυτό το γεγονός.

«Ζιζάνιον», 24-12-1905, Αρ. Φυλ 383, σελ    3

«Επρόκειτο το Θέατρον ο Σύνδεσμος  να φτιάκη

πέρνωντας το οικόπεδο από τον Παντοκράτορα

αλλά στη μέση βρίσκεται η μύτη του Αντζουλάκη

που στο ναό τον έχουνε γαστάρδο κλειδοκάτορα

κι εχάλασε τα σχέδια του Συνδέσμου μουσολάτρου

σπουδαίως αποβλέποντες στην πόρτα του Θεάτρου

…………………………..

Αλλά ο παπάς Ζακυθινός  τάκουσε κι’εξανέστη

διέρριξε τα ράσα του και λέει στο Φορέστη

«Τι μπαίνει με τα θέατρα  ο του Υψίστου ο θρόνος ;

Εσύ δεν είσαι άγγελος  είσαι κακός μασόνος

κάνωντας  οίκον  Σατανά τα θεία  κτήματά μου

κι’ εμέναν  ιμπρεσάριο  εις τα γεράματά μου!»

Ένα από τα τελευταία του ποιήματα  δημοσιεύτηκε στο  «Ζιζάνιον» τις 16/6/1912  και σχολιάζει σ’  αυτό τα έργα που θα έκανε η Κοινότητα του Ληξουρίου.

Δύο έργα  το Ληξούρι

φτιάνει τώρα σοβαρά

ο απόπατος το ένα

και το άλλο αγορά

έργα μεμελετημένα

με λογαριασμό μεγάλο.

Ότι τρώς από το ένα

θα το βγάζεις εις το άλλο.

Το 1894 ο Ρόκος θα πρωτοστατήσει για την ίδρυση  ενός Εργατικού  Συνδέσμου στο Ληξούρι. Ο Γεώργιος Μολφέτας στο θαυμάσιο  ποιητικό του άρθρο για το Σύνδεσμο,

(Βλ.«Ζιζάνιον», Αρ. Φυλ. 45, σελ. 3), σχολιάζει όλους τους Ληξουριώτες που συμμετείχαν σ’αυτή την ιδρυτική πράξη. Γράφει για τον Ρόκο  ο οποίος έκανε  τον λόγο την ημέρα που έγινε η σύσταση του Συνδέσμου.

«…Σήμερον φίλοι κύριοι το πάν καθαγιάζεται

και  σύνδεσμος εργατικός λαμπρώς εγκαινιάζεται.

Σήμερον κι ο Ξυδάκτυλος ο Ρόκος ο ζωγράφος

εγένετο  και  ποιητής και δημοσιογράφος….»

                                                                   Μλφτς

Ο ποιητής Ρόκος  απάγγειλε ποίημα αφιερωμένο στους εργάτες του Ληξουρίου, αυτοί οι οποίοι είχαν ιδρύσει το Σύνδεσμο. Μάλιστα το δεκαεξάστροφο ποίημα  είναι δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Ζιζάνιον» 23-10-1894,  σ.σ. 3-4,  Αριθ. Φυλ. 45, με τη εισαγωγή «…..υπό του αισθηματίου  νέου κ. Χ.. Ξυδάκτυλου.»

«Σήκωσε το κεφάλι σου

εργάτη τιμημένε

που η καταφρόνια κι’ δουλειά

σ’ τό  γυρε, αδικημένε.

…………………………….

…………………………….

Για πές μου σ’ την αρρώστια σου

ποιος ήλθε να ρωτήση

αν υστερείσαι τίποτε

για να σε βοηθήση;

……………….

.Και  σύ πατέρα εύσπλαχνε

π’ από ψηλά μας βλέπεις

και εις το έργον μας αυτό

το θείον μας προτρέπεις

Ευλόγησε το Ύψιστε

ν’αφήση εις την γην

καρπούς της αρεσκείας σου

ω Πλάστα μου , Αμήν

Το 1912  μεγάλος καλλιτέχνης  Ρόκος  Ξυδάκτυλος έφυγε ξαφνικά από τη ζωή σε ηλικία πενήντα τριών χρόνων. Ο θάνατός του, του έφερε την αθανασία  και στέρησε το Ληξούρι κι όλο το νησί από ένα σπουδαίο δημιουργό και καλοκάγαθο  Άνθρωπο.  Έναν  γνήσιο Ληξουριώτη, που, η τότε παρουσία του εκείνα τα χρόνια  ομόρφυνε τη ζωή όπου και να πέρασε….

            Κλείνοντας το σύντομο αφιέρωμα στον Ξυδάκτυλο θέλησα να το σφραγίσω με το ποίημα του φίλου του, ποιητή Γεώργιου Μολφέτα. που είναι δημοσιευμένο στο  «Ζιζάνιον», 1-9-1912, Αρ. Φυλ. 701, σελ. 5. Ποίημα που συνοψίζει την  αληθινή εικόνα και το μεγαλείο του Ξυδάκτυλου.

Επί τω Θανάτω του

του Συνεργάτου Μας

Ρόκου Ξυδάκτυλου.

Στην ξενητειά τον έμαθα

τον άδικο χαμό σου

και σ’ έκλαψα με δάκρυα

του πόνου θλιβερά.

Είδα τα μαύρα τα  κεριά

για το μνημόσυνό σου,

που βιαστικά σου τάναψε

η  Μοίρα η σκληρά,

κι εφίλησα στον τάφο σου

πώσκέπασε  τ’ αρμονικό

και το φαιδρό σου στόμα

Η μνήμη σου δεν θα σβυστή

στου τάφου σου τα σκότη.

Αιώνια το μνήμα σου

θα λέη θλιβερά:

«Μοναδικός π’ αγάπαε

με δίχως δολιότη,

μοναδικός στον τόπο του

σκορπούσε τη χαρά.

Σαν αδελφό σ’ εθρήνησα

πολύκλαυστέ μου φίλε!

και τώρ’ από το μνήμα σου

του πόνου στίχους στείλε

για τη ζωή την ψεύτικη

πούν’ η χαρά της λίγη

και μόλις τη γνωρίσουμε

η πίκρα της μας πνίγει.

                          Μλφτς

Στα ποιήματα και στα κείμενα του Ρόκου  Ξυδάκτυλου καθώς και του Μολφέτα, διατηρώ την ορθογραφία  της δημοσίευσης των στο «Ζιζάνιον».

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 14/1/2023 #ODUSSEIA #ODYSSEIA