ΜΕΡΟΣ Ε΄
Ἐκστρατεία πρός Ἀπελευθέρωσιν Σουλιωτῶν:
Εἰς τήν περιοχήν τοῦ Σουλίου εἰς Ἢπειρον τά πράγματα δέν ἦσαν καθόλου καλά. Ἡ γενναία ἀντίστασις τῶν Σουλιωτῶν καί Σουλιωτισσῶν ἒναντι τῶν στρατευμάτων τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ καί μετά τοῦ Χουρσίτ, τόν ὁποῖον ἒστειλεν ὁ Σουλτᾶνος διά νά καταβάλῃ τήν ἀνταρσίαν τοῦ πρώτου, ἐκάμφθη καί οἱ Σουλιῶται ηὗρον καταφύγιον ἂλλοι μέν εἰς τάς Ἰονίους Νήσους ἂλλοι δέ διεσκορπίσθησαν εἰς τήν ὑπόλοιπον Ἑλλάδα. Παρέμεινεν ἀθάνατος εἰς τήν Ἱστορίαν ἐπίσης ὁ ἡρωϊσμός τῶν Σουλιωτισσῶν καί ὁ περίφημος χορός των τοῦ Ζαλόγγου διά νά μή πέσωσιν εἰς χεῖρας τῶν Τούρκων.
Ὃμως ἡ νεοσυσταθεῖσα Ἑλληνική Κυβέρνησις ἐθεώρησεν ὃτι ἡ θέσις τοῦ Σουλίου καί ἡ ὓπαρξις τῶν Σουλιωτῶν εἰς τήν περιοχήν των ἦτο πολύ σημαντική καί νευραλγική διά τόν διεξαγόμενον Ἐθνικόν Ἀγῶνα. Δι’ αὐτό ἢρχισαν εἰς τήν Ἀκαρνανίαν, νοτίως τῆς Ἠπείρου, αἱ πρῶται ἑτοιμασίαι δι’ ἀνάληψιν δράσεως εἰς τήν περιοχήν ὑπό τῶν Ἑλληνικῶν δυνάμεων. Ἐπί κεφαλῆς τούτων ἐτέθη ὁ ἲδιος ὁ Πρόεδρος τῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐξουσίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀλέξανδρος Μαυροκορδᾶτος, τοῦ ὁποίου ἡ δυναμική παρουσία ἐνέπνεε τόν πρέποντα σεβασμόν καί ἀποδοχήν ὑπό τοῦ στρατεύματος ὡς ἡγέτου τῆς χώρας.
Ἒτσι ἀπό τό Μεσολόγγι μέ τόν τακτικόν στρατόν τοῦ νεοσυσταθέντος Ἑλληνικοῦ κράτους ἀνεχώρησαν μέ βορειότερον προορισμόν, τήν Ἀκαρνανίαν. Ὡς εἶχε διευθετηθῆ, ἐντός ὀλίγου θά κατέφθανον καί 2000 Πελοποννήσιοι, ὣστε καί μέ ἂλλους μαχητάς ἐξ ἂλλων περιοχῶν τῆς Ἑλλάδος, ὁ ἀριθμός τῶν Ἑλλήνων θά ἒφθανε τάς 10.000 ἂνδρας. Ὁ Μαυροκορδᾶτος γνωρίζων τάς μεγάλας ἱκανότητας τοῦ Olivier Voutier, τόν ἐκάλεσεν ἀπό τήν περιοχήν τοῦ Μαραθῶνος, ὃπου ηὑρίσκετο, νά προσέλθῃ τάχιστα εἰς τό στρατιωτικόν ἐπιτελεῖόν του. [Ἐξ ἂλλου καί ὁ Voutier ἦτο τῆς φιλοσοφίας τῆς μαχίμου δράσεως, παρά τῆς διεξαγωγῆς μακροχρονίων πολιορκιῶν.]
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Εἰς τήν ἐκστρατείαν αὐτήν ὁ Olivier Voutier ἐγνώρισε πολύ καλύτερον καί ἐκ τοῦ σύνεγγυς τόν Θεόδωρον Κολοκοτρώνην. Προηγουμένως εἰς τήν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς καί μετέπειτα τῶν Πατρῶν, ἡ γνωριμία των ἦτο μᾶλλον τυπικῆς φύσεως καί ταχεῖα. Ὁ Κολοκοτρώνης διεκδικοῦσε τόν τίτλον τοῦ Ἀρχιστρατήγου τῆς Πελοποννήσου, τόν ὁποῖον ἐπίσης διεξεδίκει καί ὁ Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης. [ὃστις ἒχαιρε καί αὐτός πολύ καλῆς φήμης, καί ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις ηὑρίσκετο εἰς μεγάλην ἀμηχανίαν ποῖον ἐκ τῶν δύο νά διορίσῃ εἰς τήν θέσιν τοῦ ἀνωτάτου στρατηγοῦ τοῦ στρατεύματος.]
[Ἲσως νά ἒκλινεν ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις πρός τόν Πετρόμπεην Μαυρομιχάλην, ὡς πλέον ῥαφιναρισμένον ἀπό τόν τραχύν Θεόδωρον Κολοκοτρώνην.] Συνομιλῶν ὁ Κολοκοτρώνης [διά πρώτην φοράν] μέ τόν Voutier τοῦ ἀνέφερεν: «Δέν θά ἐλευθερωθῶμεν μέ ὃπλον τήν ἐκλεκτήν γλῶσσαν καί τούς ἠπίους τρόπους, ἀλλά μέ τό σπαθί, χάριν εἰς τήν τραχεῖαν ἐκπαίδευσιν, πού εἲχομεν εἰς τά βουνά, τόν καιρόν πού ἐκεῖνοι ἀπελάμβανον τάς ἀνέσεις τῶν πολιτισμένων χωρῶν».
Ἐπίσης ὁ Voutier προβαίνει εἰς τήν κάτωθι ἐξαίρετον περιγραφήν τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη: «… Ἦτο τότε 56 ἐτῶν διατηρῶν τήν ζέσιν καί τήν ἀναγκαίαν δραστηριότητα διά τήν στρατιωτικήν ζωήν τήν ὁποίαν διῆγε. Τό πρόσωπόν του ἦτο ἀδύνατον καί ξερακιανόν, εἶχε βαθουλωτά μάτια, βλέμμα σταθερόν καί σκληρόν, μέ ἓνα τεράστιον μαῦρον μύστακα κάτω ἀπό τήν μεγάλην γαμψήν μύτην του, μαλλιά πού ἀνέμιζαν κάτω ἀπό ἓν κόκκινον φέσι στό πλάϊ τῆς κεφαλῆς του. Σύνολον ἓν πρόσωπον ἐκπληκτικοῦ χαρακτῆρος καί μοναδικόν εἰς τόν κόσμον».
Ὁ Voutier κλείει τήν περιγραφήν του διά τόν Κολοκοτρώνην μέ τό ἑξῆς περιστατικόν. Κάποτε μία γυναῖκα τοῦ ἐζήτησε μίαν χάριν, λέγουσα: «Κύριε, κάντε μου αὐτήν τήν χάριν καί θά γίνω σκλάβα σας!» «Σκλάβα!» ἀνεφώνησεν ἒξαλλος ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «Ἀνόητη! Ἐμεῖς πολεμοῦμεν διά τήν Ἐλευθερίαν καί σύ θέλεις νά γίνῃς σκλάβα μου!»
ΡΟΥΜΕΛΗ – Ἡ Μάχη τοῦ ΠΕΤΑ:
Φθάνων ὁ Voutier εἰς Μεσολόγγι συνήντησεν ἐκεῖ τόν Πρόεδρον Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον νά προσπαθῇ νά ἐνσωματώσῃ εἰς ἓν στρατιωτικόν ὁμοιογενές σύνολον τούς διαφόρους ὁπλαρχηγούς, πού ἐκτός τῶν ἂλλων, ὃλους τούς κατέτρωγον καί αἱ ἀνάμεσά των ἀντιζηλίαι. Καί ἀκόμη ὁ Μαυροκορδᾶτος ἀπεγοητεύθη, ὃταν ἐκ Πελοποννήσου κατέφθασαν ὀ Δεληγιαννόπουλος καί ὁ υἱός τοῦ Κολοκοτρώνη Πᾶνος μέ μόνον 500 ἂνδρας, ἀπό τούς 2000 πού τοῦ ὑπεσχέθησαν νά τοῦ στείλωσιν ἀπό τήν Πελοπόννησον.
Ἡ ἀναμέτρησις μέ τούς Τούρκους θά διεξήγετο εἰς τήν Ρούμελην, ὃπου εὐτυχῶς ἡ φυσική διαμόρφωσις τῶν ὀρέων τῆς Πίνδου καί τῶν Ἀγράφων ἦτο τοιαύτη, ὣστε νά ἀποτελῶσι τά ὂρη αὐτά μίαν φυσικήν γραμμήν ἀναχαιτίσεως τοῦ ἐχθροῦ, ἒστω καί ἐάν οἱ Τοῦρκοι διέθετον ἀριθμητικῶς πολύ ὑπερτέρας δυνάμεις. Εἰς τήν περιοχήν τῆς Λαμίας οἱ Τοῦρκοι ἀνεχαιτίσθησαν ὑπό τοῦ Δημητρίου Ὑψηλάντου καί τοῦ Ὀδυσσέως Ἀνδρούτσου. Εἰς δέ τό μέτωπον τοῦ Καρπενησίου οἱ ἁρματωλοί ἀνεχαίτισαν δύο φοράς τάς ἐπιθέσεις τῶν Τούρκων. Τό στράτευμα τοῦ Μαυροκορδάτου μέ τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων, μαζί καί μέ τάς δυνάμεις διαφόρων τοπικῶν ὁπλαρχηγῶν, θά ἐπροστάτευον τό μέτωπον τῆς περιοχῆς τῆς Ἂρτης. [Καί εἰς τό μέτωπον αὐτό παρ’ ὃλον τόν μικρόν ἀριθμόν τῶν δυνάμεων τῶν Ἑλλήνων, οἱ Ἓλληνες εἶχον καταφέρει νά ἀναχαιτίσωσι καί ἐδῶ ὃλας τάς ἐπιθέσεις τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ καί τῶν Ἀλβανῶν ἱππέων, οἱ ὁποῖοι τούς ἐβοήθουν.] Σημειωτέον, ὃτι τό πεδίον τῆς νέας διεξαχθησομένης μάχης ἐπεκεντροῦτο τώρα εἰς τήν περιοχήν τοῦ Πέτα, ὀλίγα χιλιόμετρα ἀνατολικῶς τῆς Ἂρτης.
Ἐνᾧ ὃμως ὁ Μαυροκορδᾶτος ματαίως ἀνέμενε νά φθάσωσι καί ἂλλαι ἐνισχύσεις, οἱ Τοῦρκοι δέν ἐσταμάτησαν νά ἐνισχύωσι τόν στρατόν των καθημερινῶς μέ νέας δυνάμεις. Καί ὂχι μόνον αὐτό, ἀλλά ὁ Μαυροκορδᾶτος ἀντελαμβάνετο ὃτι μεταξύ τῶν Ἑλλήνων ὁπλαρχηγῶν, ὂχι ὃλοι βεβαίως, ἀλλά κάποιοι, ἦσαν δυστυχῶς ἀργυρώνητοι καί προδόται. Ὃμως ὁ Μαυροκορδᾶτος ἐν γνώσει του τό ἀπεδέχετο, ἀφοῦ εἶχεν ἀνάγκην δυνάμεων.
Ὑπό τάς ἀνωτέρω λοιπόν συνθήκας ἢρχισε τήν 2αν Ἰουλίου, 1822, ἡ Τουρκική ἐπίθεσις εἰς τήν περιοχήν τοῦ Πέτα ἐναντίον τοῦ λόχου τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Τάγματος τοποθετημένου εἰς τήν δεξιάν πλευράν. Ὂπισθεν τοῦ χωρίου Πέτα ἦτο ὁ Μάρκος Μπότσαρης μέ τούς μαχητάς του. Οἱ νεοεκπαιδευμένοι Ἓλληνες στρατιῶται παρ’ ὃλας τάς μικροτέρας δυνάμεις των ἀντεμετώπισαν τούς Τούρκους μέ ἐπιτυχίαν καί ἀπέκρουσαν τήν ἐπίθεσίν των. Ὁ Voutier, πού εἶχε καί πάλιν τό γενικόν πρόσταγμα μετέφερεν εἰς τά δεξιά τοῦ λόχου τῶν Ἑλλήνων, ἀρκετάς δυνάμεις ἀπό τούς ἀτάκτους ὁπλαρχηγούς, διότι ὑποχωροῦντες οἱ Τοῦρκοι θά ἒπρεπε νά διέλθωσιν ἀπό τά περάσματά των. Παραλλήλως τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων ἢρχισε τήν κίνησίν του ἀπό ἀριστερά κατά τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι ἢρχισαν καί ἀπό αὐτῆς τῆς πλευρᾶς νά ὑποχωρῶσιν ἀτάκτως. Τότε ἐνεφανίσθησαν οἱ Ἀλβανοί ἱππεῖς, ὁπότε διά νά τούς ἀνακόψῃ ἐπενέβη προσωπικῶς ὁ Olivier Voutier μέ ἓν σῶμα ἐπιλέκτων ἱππέων του, δεικνύων εἰς τήν πρᾶξιν καί εἰς τούς Ἓλληνας καί λοιπούς μαχητάς νά μή φοβῶνται τούς Ἀλβανούς ἱππεῖς. Πανικόβλητοι οἱ Ἀλβανοί ἱππεῖς, ὑπεχώρησαν, μάλιστα δέ ὁ Voutier ἐνίκησεν εἰς προσωπικήν ἀναμέτρησιν τόν ἀρχηγόν τῶν Ἀλβανῶν τοῦ ὁποίου ἐπῆρε καί τό ὑπέροχον ἂλογόν του. Τότε αὐτός ἒπεσεν εἰς τά πόδια τοῦ Voutier ἐκλιπαρῶν διά τήν ζωήν του.
Μετά τήν πρώτην νικηφόρον ἒκβασιν τῆς μάχης τοῦ Πέτα, οἱ Φιλέλληνες καί τό Ἑλληνικόν στράτευμα ἐξέσπασαν εἰς ἐπευφημίας διά τόν Olivier Voutier. Μάλιστα δέ οἱ Τουρκαλβανοί βλέποντες ὃτι ὁ Voutier κατά τήν μάχην ἐφόρει μαύρην στολήν καί ἒτρεφεν ἐν τῷ μεταξύ καί εὐμεγέθη γενειάδα, τόν ἐθεώρησαν ὃτι ἦτο ἱερωμένος καί ἒκαναν ἓν τραγούδι, τόν «Ὓμνον τοῦ παπᾶ», εἰς τό ὁποῖον ἒλεγον ὃτι εἰς τήν μάχην τοῦ Πέτα ἐπολεμοῦσαν καί οἱ παπάδες τῶν Ἑλλήνων!
Ὡς βλέπομεν εἰς τό κέντρον τῆς παρατάξεως τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατεύματος ηὑρίσκετο τό χωρίον Πέτα. Τήν ἂκραν δεξιάν πλευράν τοῦ μετώπου ἀνέλαβε νά φυλάττῃ ὁ ὁπλαρχηγός Γῶγος μέ τούς ἂνδρες του. Εἶναι εἰς αὐτόν τόν ὁποῖον ὁ Μαυροκορδᾶτος δέν τοῦ εἶχεν ἐμπιστοσύνην. Τῶν συμπλοκῶν συνεχιζομένων τήν 16ην Ἰουλίου, 1822, οἱ Τοῦρκοι ἐξεδήλωσαν νέαν ἐπίθεσιν. Τό δεξιόν μέτωπον τῶν Ἑλλήνων, ὡς ἐλέχθη, ἐφύλαττεν ὁ Γῶγος καί οἱ ἂνδρες του. Ὁ Ἑλληνικός στρατός πάραυτα ἀντέδρασε καί ἐπετεύχθη ἡ ἀναχαίτησις τῆς Τουρκικῆς ἐπιθέσεως. Ὃμως εἰς τό κρισιμώτερον σημεῖον τῆς μάχης, ὁ Γῶγος καί οἱ ἂνδρες του ἐγκαταλείπουσι τάς θέσεις των καί φεύγουν, ὡς ἦτο προσυνεννοημένος μέ τούς Τούρκους. Οἱ Τοῦρκοι ἠδυνήθησαν ἒτσι νά εἰσδύσωσιν εἰς τάς γραμμάς τῶν Ἑλλήνων, νά τούς πλαγιοκοπήσωσι καί νά τούς κτυπήσωσιν εἰς τά νῶτά των. Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον μία νέα νικηφόρος ἀναμέτρησις τῶν Ἑλλήνων ἐναντίον τῶν Τούρκων, μετετράπη εἰς μίαν ἂνευ προηγουμένου ἧτταν τῶν Ἑλληνικῶν Δυνάμεων εἰς τήν Μάχην τοῦ Πέτα τῷ 1822, ἐξ αἰτίας τῆς ἐπονειδίστου προδοσίας ἑνός Ἓλληνος ὁπλαρχηγοῦ, τοῦ Γώγου. Ἑνός νεωτέρου Ἐφιάλτου τῶν Θερμοπυλῶν. Τάς μεγαλυτέρας ἀπωλείας ὑπέστη δυστυχῶς τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων ὑπό τόν Συνταγματάρχην Tarella, τόν ὁποῖον ἐφύλαττε τό χωρίον Πέτα καί τά πέριξ αὐτοῦ. Ηὗρον ἐκεῖ τόν θάνατον εἰς τό ἂνθος τῆς ἡλικίας των πλεῖστοι μαχηταί τοῦ ἐπιλέκτου στρατεύματος τῶν ξένων Φιλελλήνων.
Μεταξύ αὐτῶν συνεκατελέγοντο ὁ γενναῖος Γάλλος διοικητής Dania καί ὁ Γάλλος ὑπολοχαγός Mignac, ὃστις προτοῦ πέσει κατέβαλε εἰς μάχην σῶμα πρός σῶμα 7 ἐχθρούς μέχρις ὃτου τό σπαθί του ἐθρυμματίσθη. Εἷς ἂλλος γενναῖος Γάλλος ὑπολοχαγός, ὁ Chauvassaigne, βλέπων ἓνα φίλον του νά κινδυνεύῃ ὣρμησεν εἰς μάχην σῶμα μέ σῶμα μέ τούς Τούρκους καί ἣρπασεν ἀπό τάς χεῖράς των τό λάβαρον τῶν Φιλελλήνων. Ὃμως εἰς τήν μάχην ἐδέχθη μίαν μαχαιριάν εἰς τό κεφάλι, ἣτις τόν ἀπετελείωσεν αἱμόφυρτον. Εἷς ἂλλος γενναῖος μαχητής, ὁ Ἰταλός συνταγματάρχης Tarella, βαρειά πληγωμένος καί ἂνευ ἂλλων δυνάμεων, διέταξε τούς ἀξιωματικούς του, πού δέν ἢθελον νά τόν ἐγκαταλείψωσι: «Φίλοι μου, πρός Θεοῦ, σώσατε τόν ἑαυτόν σας, δέν ἒχω ἂλλας δυνάμεις. Ἐνημερώσατε τήν οἰκογένειάν μου διά τόν θάνατόν μου».
Ἀγωνιζόμενοι οἱ Ἓλληνες μέ ἀπαράμιλλον θάρρος κατώρθωσαν νά ἀνοίξωσι δίοδον ἀνάμεσα τῶν Τουρκαλβανῶν καί μέσον μιᾶς ἀπροσίτου βουνοκορφῆς κατώρθωσαν νά διαφύγωσιν πρός Λαγκαδάν. Αὐτό ἦτο τό ἀποτέλεσμα τῆς αἰσχίστου προδοσίας τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Γώγου καί τῶν ἀνδρῶν του.
Ὁ Πρόεδρος Μαυροκορδᾶτος διέταξε τόν ἒμπιστόν του Olivier Voutier νά περισυλλέξῃ τά ὑπολείμματα τῶν Ἑλλήνων Μαχητῶν, ὃπερ καί ἐξετέλεσε. Τό βράδυ ἒγινε καταμέτρησις τῶν ἀπόντων μαχητῶν. Ὃλοι, παρά τήν ἧτταν, ἀνέπνευσαν μέ κάποιαν ἀνακούφισιν. Οἱ νεκροί ἀπό Ἑλληνικῆς πλευρᾶς, ἦσαν μόνον 159 ἂνδρες, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ 48 ἦσαν ἀξιωματικοί καί κυρίως ἐκ τῶν ξένων Φιλελλήνων, τῶν ὁποίων τό Τάγμα ἀπεδεκατίσθη. Ὃμως αἱ ἀπώλειαι τῶν Τουρκαλβανῶν ἐμετροῦντο μέ τάς χιλιάδας. Ὁ Voutier γράφει εἰς τά Ἀπομνημονεύματά του: «Ὁ ἐχθρός ἐπλήρωσε πολύ ἀκριβά αὐτήν τήν νίκην του καί ἐμετριάσαμεν ὀλίγον τήν δυστυχίαν μας. Μέ τόν τρόπον πού μᾶς περιεκύκλωσαν οἱ ἐχθροί ἐξ αἰτίας τῆς προδοσίας τοῦ Γώγου, δέν θά ἒπρεπε νά γλυτώσῃ οὒτε εἷς ἐξ ἡμῶν. Εἰς ἓνα τοιαύτης ἐμβελείας κίνδυνον, κανείς ἀπό τούς στρατιώτας δέν ἒρριψε τά ὃπλα καί καμμία σημαία μας δέν ἒπεσεν εἰς χεῖρας τοῦ ἐχθροῦ».
ΥΠΟΧΩΡΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΣ ΑΙΤΩΛΟ-ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΝ:
Οἱ Τοῦρκοι, ὡς ἐπακόλουθον τῆς νίκης των εἰς Πέτα, ἐνίκησαν καί εἰς τόν γειτνιάζοντα Ἀμβρακικόν Κόλπον τόν στολίσκον τοῦ Ἰταλοῦ Bassano. Ἀρχηγός τῶν Τούρκων ἦτο ὁ Κιουταχής, ὃστις ἀπεβίβασε τόν στρατόν του εἰς Βόνιτσαν, μέ σκοπόν προχωροῦντες οἱ Τοῦρκοι νοτίως νά καταλάβωσι τήν Αἰτωλο-Ἀκαρνανίαν. Εἶναι εὐτύχημα πού ἀνατολικῶς τῆς περιοχῆς ὑπῆρχεν ὁ στρατός τοῦ ἂλλου Τούρκου στρατηγοῦ Ὀμέρ Βρυώνη, ὁ ὁποῖος διεκατείχετο ἀπό φθόνον πρός τόν Κιουταχήν καί ἒτσι ἀλληλοϋπονομεύοντο! Σημειωτέον ὃτι ὁ μέν Κιουταχής ἦτο ὁ κατ’ ἐξοχήν στρατιωτικός ἐκπρόσωπος τοῦ Σουλτάνου καί ἦτο ἐπί κεφαλῆς τῶν ἐκ Τουρκίας δυνάμεων, τάς ὁποίας ἀπέστειλεν ὁ Σουλτάνος διά νά καταβάλωσι τόν Ἀλῆ Πασάν. Ὁ Ὀμέρ Βρυώνης, ὃμως εἶναι αὐτός πού ἢλεγχε τούς Ἀλβανούς καί δέν τούς ἐπέτρεπε νά βοηθῶσι τόν Κιουταχήν. Ἡ ζήλεια μεταξύ τῶν δύο ἦτο τοιαύτη, ὣστε πολλάκις ὀ Ὀμέρ Βρυώνης ἐπληροφόρει τούς Ἓλληνας διά τά σχέδια τοῦ Κιουταχῆ! Ἀπό τῆς πλευρᾶς των οἱ Ἀλβανοί ὡς στρατός ἦσαν ἐκ φύσεως ἀνεξάρτητοι καί δέν ὑπετάσσοντο εἰς τόν Σουλτάνον. Ἦσαν πολύ καλοί πολεμισταί καί ἐπήγαινον πάντοτε μέ τό μέρος ἐκείνου τοῦ Πασᾶ, ὁ ὁποῖος τούς ἒδινε τά περισσότερα χρήματα.
Παρ’ ὃλας ὃμως τάς ἀντιζηλίας μεταξύ τῶν δύο Τούρκων πασάδων, αἱ ὁποῖαι εἶχον ὡς ἀποτέλεσμα νά ἐπιβραδύνωνται αἱ κινήσεις τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ, ἐν τούτοις ἡ κατάστασις πού ἐπεκράτει εἰς τήν Ἑλληνικήν πλευράν μετά τήν ἧτταν εἰς τό Πέτα τόσον ἀπό στρατιωτικῆς ὃσον καί ἀπό ψυχολογικῆς ἀπόψεως ἦτο ἀποκαρδιωτική. Μετά δέ καί τήν πληροφορίαν ὃτι ἐπανεμφανίσθη ὁ Τουρκικός στόλος εἰς τό Μεσολόγγι, ἐπεκράτησε πανικός εἰς τούς πληθυσμούς τῆς ὑπαίθρου τῆς Αἰτωλο-Ἀκαρνανίας, ὣστε πλεῖστοι κατέφυγον εἰς τήν μικράν νῆσον τῶν Ἰονίων Κάλαμον.
Ταὐτοχρόνως ὑπῆρξε μεταξύ τῶν Ἑλλήνων καί πολιτειακή ἀναταραχή. Ἡ Προσωρινή Κυβέρνησις ἀνετράπη καί ἀπόλυτον χάος ἐπεκράτει εἰς τήν Πελοπόννησον. Ὁ Ὀμέρ Βρυώνης καταφθάσας μέ 32.000 στρατοῦ κατέβαλεν ὃλους τούς μικρούς ὁπλαρχηγούς πού συνήντησεν ἐμπρός του καί ἐπροχώρει ἀκάθεκτος πρός τόν Ἰσθμόν, τόν ὁποῖον ἐφύλαττεν ὁ Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος, ὁ ὁποῖος κάμνων λανθασμένους ὑπολογισμούς ἐγκατέλειψε τόν Ἰσθμόν καί ἒσπευσεν πρός τάς Ἀθήνας, ἐνᾧ ὁ Ὀμέρ Βρυώνης ἂνευ ἀντιστάσεως εἰσῆλθεν εἰς τήν Πελοπόννησον καί ἐπανεκατέλαβε τό φρούριον τῆς Κορίνθου προελάσας δέ ἒφθασε μέχρι τό Ἂργος. Ὡς ἀναφέρει ὁ Voutier εἰς τά Ἀπομνημονεύματά του «πάντα ταῦτα συνέβησαν χωρίς ὁ Ὀμέρ Βρυώνης νά ῥίξῃ οὒτε μίαν τουφεκιάν! Τά μέλη δέ τῆς Προσωρινῆς Κυβερνήσεως κατέφυγον εἰς τό κατάστρωμα τῶν πλοίων, πού ηὑρίσκοντο εἰς τόν ἀποκλεισμόν τοῦ Ναυπλίου».
Ὁ Ὀμέρ Βρυώνης μεθυσμένος ἀπό τάς ἀνελπίστους ἐπιτυχίας του εἰδοποίησε τόν Σουλτάνον καί αὐτός τούς ξένους πρέσβεις εἰς Κωνσταντινούπολιν, ὃτι ἡ παράδοσις ὁλοκλήρου τῆς Πελοποννήσου ἦτο θέμα μερικῶν ἀκόμη ἡμερῶν. Μέ ἂλλους λόγους ἡ κατάστασις ἦτο δραματική διά τούς Ἓλληνας, ἀφοῦ τό ἰσοζύγιον δυνάμεων εἶχεν ἀνατραπῆ ἂρδην ἀπό τῆς ἀρχικῆς ἣττης εἰς τό Πέτα.
Ἡμεῖς, λέγει ὁ Voutier, ὁ ὁποῖος ηὑρίσκετο εἰς τό μέτωπον τῆς Αἰτωλο-Ἀκαρνανίας μέ τόν Πρόεδρον Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον, «δέν εἲχομεν εἰς τήν διάθεσίν μας παρά 600 ἂνδρας». Ὑποχωροῦντες παρετάχθησαν εἰς τήν περιοχήν τῆς Κατούνας, διά νά φυλάξωσι τά περάσματα, πού ὁδηγοῦσιν εἰς τήν πεδιάδα τοῦ Ἀχελώου ποταμοῦ.
Ἐκείνην τήν δύσκολον στιγμήν ἡ Κυβέρνησις τῶν Ἰονίων Νήσων διέταξε τήν ἂμεσον ἐπιστροφήν εἰς τόν τόπον των ὃλων τῶν Αἰτωλο-Ἀκαρνανῶν, οἱ ὁποῖοι κατέφυγον εἰς τήν νῆσον Κάλαμον, διαθέσασα πρός τοῦτο καί τά σχετικά πλοῖα. Οἱ ἂνδρες, ἀφοῦ ἐπανεγκατέστησαν τάς συζύγους καί τά παιδιά των εἰς τάς ἀπροσίτους περιοχάς των ἒσπευσαν καί ἐνετάχθησαν εἰς τόν Ἑλληνικόν στρατόν, ὃστις διά μιᾶς ηὐξήθη κατά 2000 ἂνδρας.
Ὁ Κιουταχής προσεπάθησεν ἐπανειλημμένως νά διασπάσῃ τάς Ἑλληνικάς θέσεις εἰς Κατούναν, ἀλλά ἂνευ ἐπιτυχίας. Ὁ Μαυροκορδᾶτος ἂφησε τότε διοικητήν εἰς τήν θέσιν του τόν Βαρνακιώτην καί αὐτός μετέβη εἰς Βραχώρι διά νά παρακολουθῇ καλύτερον ἀπό ἐκεῖ τήν κατάστασιν καί εἰς Πελοπόννησον. Ὁ Βαρνακιώτης κατήγετο ἀπό οἰκογένειαν μέ μεγάλην φήμην εἰς τήν Αἰτωλο-Ἀκαρνανίαν καί πολύ πλουσίαν, δι’ αὐτό εἶχε μεγάλην ἐπιρροήν, παρ’ ὁλον ὃτι οἱ χειρισμοί του δέν ἦσαν πάντοτε οἱ ἐνδεδειγμένοι. Ἀπό παιδιόθεν δέ ἦσαν φίλοι μέ τόν Ὀμέρ Βρυώνην καί διετήρουν πάντοτε τάς παιδικάς φιλικάς σχέσεις των.
Δυστυχῶς αἱ ὑποψίαι πολλῶν καπετανέων διά τόν Βαρνακιώτην ἐπεβεβαιώθησαν, ἀφοῦ αὐτός ἢρχισε νά προωθῇ τάς θέσεις τῶν Τούρκων καί νά διαδίδῃ ψευδεῖς πληροφορίας, ὃτι οἱ Τοῦρκοι ὑπερεφαλάγγισαν τάς Ἑλληνικάς θέσεις εἰς τήν Κατούναν. Λόγῳ τῶν διαδόσεων αὐτῶν ὑποχωρῶν καί πάλιν ὁ Ἑλληνικός στρατός καί μετά ἀπό ἀψιμαχίας εἰς τήν περιοχήν τῆς λίμνης Ὀζερός, ἐγκατέλειψε τήν δεξιάν πλευράν τοῦ Ἀχελώου ποταμοῦ καί τῆς πεδιάδος του, καί ἒστησαν νοτιώτερον τήν ἂμυνάν των εἰς ἓν φυσικόν ὀχυρόν τοῦ ποταμοῦ, τό Ἀγγελόκαστρον.
Εἰς τό βόρειον μέτωπον τῆς Ἠπείρου, οἱ Σουλιῶται καί αὐτοί πλήρως ἀπομονωμένοι καί ἂνευ οὐδεμιᾶς βοηθείας ἠναγκάσθησαν νά συνθηκολογήσωσι μέ τήν διαμεσολάβησιν τοῦ Ἂγγλου Προξένου εἰς Πρέβεζαν Mayer, ὁ ὁποῖος διηυθέτησε τήν ἀσφαλῆ μεταφοράν μέ Ἀγγλικά πλοῖα 3000 Σουλιωτῶν εἰς Κεφαλληνίαν. Χαρακτηριστικοί εἶναι οἱ στίχοι τοῦ ἐθνικοῦ μας ποιητοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ εἰς τούς «Ἐλευθέρους Πολιορκημένους»:
«Στέκει ὁ Σουλιώτης, ὁ καλός, παράμερα καί κλαίει.
Καί σύ ντουφέκι μου ἒγινες βαρύ κι’ ὁ ἀγαρηνός τό ξέρει».
Ἡ ἀποχώρησις τῶν Σουλιωτῶν ἀπό τήν περιοχήν των ἐπέτρεψεν εἰς τόν Ὀμέρ Βρυώνην νά ἐνισχύσῃ εἰς τό νότιον μέτωπον τάς Τουρκικάς δυνάμεις μέ ἂλλας 10.000 στρατόν.
Τῶν Ἑλλήνων ἀμυνομένων εἰς τάς νέας θέσεις των τάς ἐκράτησαν μέχρι τά τέλη Ὀκτωβρίου 1822. Πληροφορηθέντες ὃμως ὂτι νοτιώτερον τό Τουρκικόν ἱππικόν ἐπετίθετο πρός κατάληψιν τοῦ χωρίου Σταμνά καί ἀποκοπῆς τῶν Ἑλληνικῶν δυνάμεων, ὑπεχώρησαν καί πάλιν εἰς τήν περιοχήν τοῦ χωρίου Αἰτωλικόν, πού ἀπέχει ἐλάχιστα ἀπό τό Μεσολόγγι. Κατά τήν ἀπόφασιν τοῦ «τί δέον γενέσθαι» ὁ Olivier Voutier μᾶς διέσωσε τήν κάτωθι ἀπόφασιν καί ῥῆσιν τοῦ Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου: «Ἐάν ἀπομακρυνθῶμεν ἀπ’ ἐδῶ, οἱ κάτοικοι αὐτῶν τῶν ἐπαρχιῶν θά παραδοθῶσιν ἀμέσως καί αἱ Τουρκαλβανικαί ὀρδαί θά περάσωσιν εἰς Πάτραν. ΕΔΩ ΛΟΙΠΟΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΘΑΝΩΜΕΝ!».
Ἡ Μάχη τοῦ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ: Ἐν τέλει ἐκρίθη ὑπό τῆς ἡγεσίας τῶν Ἑλλήνων, ὃτι ἡ καλυτέρα ἂμυνα, τήν ὁποίαν αἱ Ἑλληνικαί δυνάμεις θά ἠδύναντο νά προβάλωσι κατά τῶν Τούρκων ἦτο εἰς τό φυσικόν προπύργιον, τό ὁποῖον προσέφερε τό Μεσολόγγι. Ὁ Μαυροκορδᾶτος μέ 300 ἀγωνιστάς εἰσῆλθε τήν 5ην Νοεμβρίου, 1822, εἰς τό Μεσολόγγι καί ἢρχισαν ἀμέσως τήν βελτίωσιν τῆς ἀμυντικῆς καταστάσεως τῆς περιοχῆς. Τό Μεσολόγγι περιεβάλλετο ἀπό μίαν μεγάλην τάφρον πλάτους περίπου 4 μέτρων καί βάθους 3 μέτρων. Ὂπισθεν τῆς τάφρου ἀνυψοῦτο προστατευτικόν ἀνάχωμα ὓψους 2 μέτρων περίπου. Ἐπεσκεύασαν εἰς πολλά σημεῖα τά τείχη τοῦ Μεσολογγίου καί ἐτοποθέτησαν 3 κανόνια εἰς καταλλήλους θέσεις. Ἀπό παλαιάς ἐκραγείσας βόμβας πού ηὗρον κατεσκεύασαν σφαιρικάς ὀβίδας διά τά κανόνια των. Εἰς ἀποθήκας ηὗρον καί πολλάς ξιφολόγχας, τάς ὁποίας διεμοιράσθησαν. Εἰς τό Μεσολόγγι ἒδωσεν ἐπίσης τό παρόν του καί ὁ γενναῖος Σουλιώτης ἀγωνιστής Μᾶρκος Μπότσαρης μέ 22 Σουλιώτας. Σημειωτέον ὃτι οἱ κάτοικοι τοῦ Μεσολογγίου εἶχον ἢδη ἐκκενώσει τήν πόλιν των καταφυγόντες εἰς τήν Πελοπόννησον ἢ τάς νησῖδας εἰς τάς ἐκβολάς τοῦ Ἀχελώου ποταμοῦ, ὡς αἱ Ὀξειά, Μάκρη, Βρομόνα καί Πέταλα.
Τήν 7ην Νοεμβρίου, ἐνεφανίσθη ὁ ἡνωμένος στρατός τῶν Ὀμέρ Βρυώνη καί Κιουταχῆ. Μαζί ἠρίθμουν 11.000 ἂνδρας. Ἐκ παραλλήλου καί ὁ διοικητής τῆς Πάτρας Γιουσούφ Πασάς κατέφθασεν ἀπό θαλάσσης καί ἐπολιόρκει μέ πλοῖα καί αὐτός τό Μεσολόγγι.
Οἱ Τοῦρκοι, γράφει ὁ Voutier, ἀντί νά μᾶς κτυπήσωσι μέ τόσον στρατόν πού διέθετον εἰς διάφορα σημεῖα τοῦ μετώπου, συνεκέντρωσαν τά πυρά των εἰς τήν περιοχήν τῆς κεντρικῆς πύλης τῆς πόλεως. Αὐτό ὃμως μᾶς ἐπέτρεψε νά συγκετρώσωμεν καί ἡμεῖς εἰς ἓν σημεῖον τόν ὀλιγάριθμον στρατόν μας και νά τούς ἀπωθήσωμεν. Οἱ Τοῦρκοι ἐξεπλάγησαν ἀπό τά ἒντονα πυρά πού συνήντησαν καί ἀπό τήν θέαν τῶν ἀπειραρίθμων τοποθετημένων λογχῶν, τῶν ὁποίων ἒβλεπον τάς αἰχμηράς ἂκρας των νά ξεπροβάλλωσι ἐπάνω ἀπό τά τείχη νομίζοντες ὃτι οἱ Ἓλληνες εἶχον πολυάριθμον στρατόν. Ἐπίσης ἢκουον καί τό πολεμικόν ταμποῦρλον, τό ὁποῖον ἐκτυποῦσαν κατά τακτά διαστήματα οἱ Ἓλληνες. Ἒτσι ἐπρότεινον συνθηκολόγησιν τῶν Ἑλλήνων καί οἱ Ἓλληνες προσεποιήθησαν ὃτι ἀνταποκρίνονται εἰς τό νά ἀρχίσωσι διαπραγματεύσεις. Οἱ Τοῦρκοι παρεχώρησαν λοιπόν 6 ἡμερῶν κατάπαυσιν τοῦ πυρός, πρᾶγμα τό ὁποῖον ἐξεμεταλλεύθησαν πλήρως οἱ Ἓλληνες ἐνισχύσαντες τόν ἀριθμόν τῶν ἀμυνομένων μέ ἐπί πλέον 500 μαχητάς ἀπό τήν Αἰτωλίαν. Ἐν τῷ μεταξύ ἢρχισαν συνεχεῖς βροχαί, αἱ ὁποῖαι παρέτεινον τήν ἐκεχειρίαν, ἀλλά καί μετέτρεψαν τήν περιβάλλουσαν τό Μεσολόγγι τάφρον εἰς μεγάλον λασπότοπον, ἀφοῦ οἱ πολιορκοῦντες Τοῦρκοι ἦσαν χωμένοι εἰς τήν λάσπην μέχρι τό γόνατον.
Σημειωτέον ὃτι ὁ Τουρκικός στρατός ἦτο χωρισμένος εἰς δύο σώματα: Ἀφ’ ἑνός ὑπό τόν Ὀμέρ Βρυώνην ἦσαν οἱ Ἀλβανοί καί ὑπό τόν Κιουταχήν οἱ Ἀσιᾶται Τοῦρκοι. Ἒτσι αἱ διαπραγματεύσεις, τοῦ καιροῦ βοηθοῦντος, ἐσυνεχίζοντο μέ τόν Μαυροκορδᾶτον διά τήν δῆθεν παράδοσιν τῶν Ἑλλήνων, ἐνᾧ ἡ ἀντιζηλία μεταξύ τῶν δύο Τούρκων στρατηγῶν, εἰς τό ποῖος ἐκ τῶν δύο θά ἒπρεπε νά ἐκαρποῦτο τήν μεγάλην δι’ αὐτούς τιμήν τῆς παραδόσεως τῶν Ἑλλήνων, ἐγένετο διαρκῶς καί ἐντονωτέρα!
Ἐξ ἂλλου καί ὁ Γιουσούφ Πασάς, διοικητής τῆς περιοχῆς τῶν Πατρῶν, ὃστις διενήργει τόν θαλάσσιον ἀποκλεισμόν τοῦ Μεσολογγίου, ἐζήτησε τήν 10/11/1822 καί αὐτός ἀπό τῆς πλευρᾶς του τήν παράδοσιν τῶν Ἑλλήνων. Ὁ Μαυροκορδᾶτος ἐκμεταλλευθείς πλήρως τοῦτο, κατέστησε γνωστήν τήν κίνησιν αὐτήν τοῦ Γιουσούφ Πασᾶ, εἰς τούς δύο πρώτους Τούρκους, ὁπότε, ὡς εἶναι αὐτονόητον, ἢρχισε νέος μεγάλος καυγάς μεταξύ τῶν τριῶν τώρα Τούρκων ἀρχηγῶν. Τότε ὁ Μαυροκορδᾶτος τούς ἐζήτησε νά ξεδιαλύνουν πρῶτα μεταξύ των εἰς ποῖον ἐξ αὐτῶν θά ἐγίνετο ἡ παράδοσις καί μετά νά συνομιλήσωσι.
Ἐνᾧ δέ οἱ διαπληκτισμοί μεταξύ τῶν τριῶν ἐσυνεχίζοντο, ἐπί τέλους κατέφθασαν τήν 20ην Νοεμβρίου, 1822, αἱ πολυαναμενόμεναι ὑπό τοῦ Μαυροκορδάτου ἐνισχύσεις ἀπό τήν Πελοπόννησον. Ἒφθασαν 6 Ἑλληνικά πλοῖα, τά ὁποῖα εἲτε ἐβύθισαν εἲτε κατεδίωξαν τόν στόλον τοῦ Γιουσούφ Πασᾶ. Τά 6 Ἑλληνικά πλοῖα ὑπό τούς Δεληγιάννην, Πετρόμπεην Μαυρομιχάλην καί Ἀνδρέαν Ζαΐμην ἀπεβίβασαν 1200 σκληροπολέμους Πελοποννησίους καί κανόνια, πού τούς ἐστάλησαν ἀπό τό Ναυαρῖνον. Ἡ μεγάλη χαρά ὃλων ἐκλονίσθη μετά 3 ἡμέρας ἀπό τόν θάνατον τοῦ ἱκανωτάτου στρατηγοῦ Normann κατόπιν πολυημέρου πολύ ὑψηλοῦ πυρετοῦ, πού τόν κατεῖχε.
Εἷς Ἓλλην σκλάβος τῶν Τούρκων, ὁ ὁποῖος τούς διέφυγε, ἐπληροφόρησε τήν Ἑλληνικήν ἡγεσίαν, ὃτι οἱ Τοῦρκοι ἡτοιμάζοντο διά μίαν γενικήν ἐπίθεσιν κατά τῶν Ἑλλήνων. Ἒτσι ἢρχισαν καί οἱ Ἓλληνες νά ἑτοιμάζωνται καταστρώσαντες τό ἑξῆς σχέδιον. Μέ τήν ἒναρξιν τῶν ἐχθροπραξιῶν οἱ Ἓλληνες θά τούς ἀντεμετώπιζον, ἐνᾧ ταὐτοχρόνως ὃλαι αἱ διαθέσιμοι ὀρεσίβιοι δυνάμεις τῆς περιοχῆς τῆς Αἰτωλο-Ἀκαρνανίας μέχρι καί τήν Ἂμφισσαν, θά ἦσαν ἓτοιμαι νά κτυπήσωσι τόν Ὀμέρ Βρυώνην εἰς τά νῶτά του. Τήν 5ην πρός 6ην Ἰανουαρίου, 1823, ἢρχισαν τήν ἐπίθεσιν 800 Τουρκαλβανοί φθάσαντες μέχρι τό τεῖχος, ὁπότε ἢρχισεν ἡ μάχη «σῶμα μέ σῶμα». Καθώς βεβαίως οἱ Ἓλληνες ἦσαν προητοιμασμένοι διά τήν ἐπίθεσιν, τούς ἀπώθησαν. Εἰς αὐτήν τήν ἐπίθεσίν των ἐσκοτώθησαν πέραν τῶν 700 Τούρκων, πού ἦσαν ὃμως καί οἱ καλύτεροι στρατιῶται των.
Ὃταν ἐξημέρωσε τήν ἑπομένην ἀπό ἀπέναντι δέν ἠκούοντο οὒτε χλιμιντρίσματα ἀλόγων, οὒτε ἂλλος θόρυβος καί οὒτε καπνός ἀπό τούς καταυλισμούς τῶν Τούρκων. Οἱ Ἓλληνες φοβούμενοι μήπως ἐπρόκειτο περί τεχνάσματος, ἒστειλον ἀκροβολιστάς, ἢτοι ἐλευθέρους σκοπευτάς διά νά ἐλέγξωσι τήν κατάστασιν. Ὃταν ἐπέστρεψαν τούς ἐβεβαίωσαν ὃτι ὁ ἐχθρός ἒφυγε! Δέν φαντάζεται κανείς, γράφει ὁ Voutier, «τήν μεγάλην ἀγαλλίασιν καί ἐνθουσιασμόν, πού ἐπεκράτησε μεταξύ τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν».
Οἱ Τοῦρκοι ἂφησαν ὀπίσω των 10 κανόνια καί πολλά κιβώτια πυρίτιδος καί φυσιγγίων, τά ὀποῖα κατέσχεν ὁ Ἑλληνικός στρατός. Τούς κατεδιώξαμεν, λέγει ὁ Voutier, καί τούς ἠναγκάσαμεν νά ἐγκαταλείψωσι καί τήν τελευταίαν σπιθαμήν ἐδάφους τῆς Αἰτωλο-Ἀκαρνανίας, πού ἐπάτησαν. Αὐτή ἦτο μία μεγαλειώδης Ἑλληνική ἐπιτυχία καί νίκη κατά τῶν Τούρκων καί εἰς τήν περιοχήν τῆς Αἰτωλο-Ἀκαρνανίας. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπον οἱ Ἓλληνες μαχηταί ἐπῆραν ἐκδίκησιν διά τήν ἧτταν ἐκ προδοσίας εἰς τό Πέτα. Βλέπομεν ὃμως ὃτι ἑνός κακοῦ δοθέντος (εἰς τό Πέτα) μύρια ἓπονται.
Ἡ Εἰσβολή τῶν Τούρκων εἰς Πελοπόννησον: Ἂς ἲδωμεν ὃμως πῶς ἐξελίχθησαν αἱ ἐπιχειρήσεις μέ τάς μέχρι τότε μεγάλας ἐπιτυχίας τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη, πληρεξουσίου διοικητοῦ τῆς Τουρκικῆς δυνάμεως τῆς ἀποσταλείσης ὑπό τοῦ Σουλτάνου διά νά εἰσβάλῃ εἰς τήν Πελοπόννησον μέσῳ τοῦ Ἰσθμοῦ. Ὁ ἀριθμός τῶν Τουρκικῶν στρατευμάτων εἰς τό μέτωπον αὐτό ἦτο 27.000, ἐπαναλαμβάνω 27.000 Τουρκαλβανοί, ὑπό τήν ἐπί τοῦ πεδίου τῶν μαχῶν διοίκησιν τοῦ Δράμαλη. Ὁ Δράμαλης ἂφησε κάποιας δυνάμεις εἰς τά νευραλγικά περάσματα τοῦ Ἰσθμοῦ πρός φύλαξίν των καί πρός προστασίαν καί συνοδείαν τῶν διερχομένων πολεμοφοδίων καί προμηθειῶν πρός ἀνεφοδιασμόν τοῦ κυρίως σώματος τοῦ στρατοῦ του. Ὁ Δράμαλης προελαύνων κατέλαβε τό φρούριον τῆς Κορίνθου ἂνευ ἀντιστάσεως, ἀφοῦ ἡ φρουρά του τό ἐγκατέλειψε πρό τόσου μεγάλου ἀριθμοῦ Τούρκων στρατιωτῶν. Τοῦτο ὡδήγησε τόν ἐπί κεφαλῆς φρούραρχον, τόν ἱερωμένον Ἀχιλλέα, νά αὐτοκτονήσῃ ἀπό ἐντροπήν.
Μετά τήν εὒκολον αὐτήν ἐπιτυχίαν του, ὁ Δράμαλης ἀπέστειλε διά τῆς βορείας ὁδοῦ τῆς Πελοποννήσου 6.000 ἂνδρας πρός τήν Πάτραν, ἐνᾧ 10.000 κατηυθύνθησαν πρός τό Ἂργος. Πρό τοῦ μεγάλου ἀριθμοῦ τῶν Τούρκων, οἱ πάντες ὑπεχώρουν. Ὁ γενναῖος Πρίγκηψ Δημήτριος Ὑψηλάντης μέ 100 περίπου μαχητάς ἐκλείσθη εἰς τό φρούριον τοῦ Ἂργους διά νά πολεμήσωσι μέχρις ἐσχάτων. Βλέπων ὁ Δράμαλης τήν κίνησιν αὐτήν, ὑπέθεσεν ὃτι εἰς τό Ἂργος ἦσαν συγκεντρωμένοι οἱ θησαυροί καί τά λάφυρα, τά ὁποῖα οἱ Ἓλληνες συνέλεξαν ἀπό τούς Τούρκους κατά τάς προηγουμένας ἐπιτυχεῖς μάχας των εἰς Τριπολιτσά καί ἀλλαχοῦ. Δι’ αὐτό οἱ Τοῦρκοι ἐσταμάτησαν τήν προέλασίν των πρός τό Ναύπλιον καί ἢρχισαν τήν πολιορκίαν τοῦ φρουρίου τοῦ Ἂργους. Αὐτή ἡ καθυστέρησις ὑπῆρξε σωτήριος διά τούς Ἓλληνας. Ὡς βλέπομεν ἡ κάθε κίνησις καί ἐνέργεια δύναται νά παίξη βαρύνοντα ῥόλον εἰς τήν διεκπεραίωσιν καί τελικήν ἒκβασιν μιᾶς μάχης.
Καθώς τό φρούριον τοῦ Ἂργους ἦτο εἰς ὑψηλήν τοποθεσίαν, οἱ Τουρκικοί ὃλμοι δέν ἠδύναντο νά τό φθάσωσι καί νά καταστρέψωσι τά τείχη του. Αὐτό ἒδωσε τήν εὐκαιρίαν εἰς τούς κατοίκους τῆς Ἀργολικῆς πεδιάδος νά συσπειρωθῶσιν εἰς ὁμάδας κρούσεως καί νά ἐμποδίζωσι τήν ἀπρόσκοπτον ἐπικοινωνίαν μεταξύ τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν τῶν Τούρκων καί τοῦ κυρίου σώματός των, πού ηὑρίσκετο εἰς Κόρινθον.
Ἐν τῷ μεταξύ εἰς τό Ναύπλιον ἐνεφανίσθη εἷς πολύ μεγάλος Τουρκικός στόλος, ὁπότε αὐτομάτως ἐλύθη ἡ ἐκεῖ πολιορκία τοῦ Ναυπλίου ὑπό τῶν Ἑλληνικῶν δυνάμεων. Ὁ Τουρκικός στόλος ἀπετελεῖτο ἀπό 72 πλοῖα, ἢτοι 6 μεγάλα πλοῖα ἐξωπλισμένα μέ πολλλά πυροβόλα, 10 φρεγάτας, 30 κορβέττας καί τά ὑπόλοιπα 26 ἦσαν μεταφορικά. Σκοπός τοῦ Τουρκικοῦ στόλου ἦτο διττός: Ἀφ’ ἑνός νά ἀνακαταλάβῃ τό Ναύπλιον λύων τήν πολιορκίαν του καί μετέπειτα ἐπιτιθέμενος κατά τῆς Ὓδρας καί τῶν Σπετσῶν νά διαλύσῃ τήν Ἑλληνικήν δύναμιν εἰς τήν θάλασσαν. Σημειωτέον ὃτι ὁ προστρέξας Ἑλληνικός στόλος ἀνείρχετο εἰς μόλις 57 πλοῖα. Ὃμως ὁ Τουρκικός στόλος οὒτε τό Ναύπλιον ἀπήλλαξε ἀπό τήν πολιορκίαν τῶν Ἑλλήνων οὒτε καί εἰς τήν Ὓδραν καί τάς Σπέτσας ἠδυνήθη νά ἐπιτεθῇ. Ὁ Voutier ἀναφέρει ἐπί λέξει ὃτι «ἦτο ἀπίστευτον νά βλέπῃ κάποιος τόν Τουρκικόν στόλον νά καταδιώκηται ἀπό ἓνα ἂθλιον στολίσκον τῶν νησιωτῶν! Ἐπί κεφαλῆς τῆς νησιωτικῆς δυνάμεως ἦτο ὁ θαρραλέος Μιαούλης, ὁ ὁποῖος κατεδίωκε «σάν λυσσασμένος», λέγει ὁ Voutier, τήν Τουρκικήν ναυαρχίδα». Εἰς τήν φυγήν της ἡ ναυαρχίς κάπου προσήραξε, ἀλλά κατώρθωσε νά ἀπαγκιστρωθῇ καί νά διαφύγῃ.
Φεύγοντες οἱ Τοῦρκοι ἠγκυροβόλησαν εἰς τήν Τένεδον. Ἐκεῖ τούς παρέλαβον οἱ Ψαριανοί, ὁ Κωνσταντῖνος Κανάρης καί ὁ Γιώργης Βρατσάνος, οἱ ὁποῖοι μετέτρεψαν δύο ἁπλᾶ πλεούμενα εἰς πυρπολικά. Οἱ Ἓλληνες ναῦται ἐντύθησαν μέ Τουρκικά ἐνδύματα καί σημαίας καί ἒβαλον δύο βρίκια τῶν Ψαρῶν δῆθεν νά τούς κατεδιώκωσιν. Ἒτσι ἂφησαν οἱ Τοῦρκοι τάς βάρκας νά περάσωσι ἀνάμεσά των, ἐνᾧ τά βρίκια τῶν Ψαριανῶν ἢλλαξαν πορείαν, ὃταν ὑποτίθεται εἶδον τόν Τουρκικόν στόλον. Μία ἀπό τάς Τουρκικάς ναυαρχίδας ἀνετινάχθη αὒτανδρος, δηλ. ὃλον τό πλήρωμά της ἐκ 1600 ἀνδρῶν. Τό πλοῖον αὐτό μετέφερε καί τό Ταμεῖον τοῦ Στρατοῦ, τό ὁποῖον ἐχάθη εἰς τά βαθέα ὓδατα. Τά ἂλλα Τουρκικά ηὗρον καταφύγιον, ὡς συνήθως, εἰς τά Δαρδανέλια.
Ἐπανερχόμεθα καί πάλιν εἰς τήν περιοχήν τοῦ Ἂργους. Μετά τήν φυγήν τοῦ Τουρκικοῦ στόλου ἀπό τόν Ἀργολικόν Κόλπον, οἱ Τοῦρκοι, οἱ ὁποῖοι ἀφ’ ἑνός ᾐσθάνοντο τήν πίεσιν ἐκ τῶν ἐπιθέσεων τῶν Ἑλληνικῶν ὁμάδων εἰς τά μετόπισθέν των, ἀφ’ ἑτέρου καί τήν ἒλλειψιν τροφίμων πρός συντήρησίν των, 3.000 ἐξ αὐτῶν ἀπεφάσισαν νά ἐπιστρέψωσιν εἰς Κόρινθον. Αὐτοί ἐσκοτώθησαν ὃλοι εἰς ἐνέδρας τῶν Ἑλλήνων εἰς τά δύσβατα περάσματα τοῦ ὂρους Τρητοῦ. Ὀλίγας ἡμέρας ἀργότερον ἡ πεῖνα ἠνάγκασε καί τούς ὑπολοίπους νά ἐπιστρέψωσιν εἰς τήν βάσιν των εἰς Κόρινθον. Καθ’ ὁδόν ἐξολοθρεύθησαν καί αὐτοί. Ὁ Voutier γράφει ἐπί λέξει: «Μακάρι νά θεωρηθῇ ὃτι ὑπερβάλλω λέγων ὃτι τό πέρασμα τοῦ ὂρους Τρητοῦ κατέστη ἀδιάβατον ἀπό τόν ἀριθμόν τῶν νεκρῶν Τούρκων στρατιωτῶν καί τῶν ἀλόγων των, πού τό ἒφρασσον».
Ὃταν κατ’ ἀρχήν ὁ στρατός τοῦ Βεζίρη Ὀμέρ Βρυώνη μέ διοικητήν τόν Δράμαλην ἐπροχώρησεν εἰς τόν Ἰσθμόν καί μετά ταχέως κατηυθύνθη πρός Κόρινθον, τήν ὁποίαν καί κατέλαβε, ἐγκατέστησε τήν ἓδραν τοῦ ἀρχηγείου του εἰς τήν πεδιάδα τῆς Κορίνθου. Τότε ὁ Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος ἐπανέφερε τούς ἂνδρας του ἀπό τήν περιοχήν τῶν Ἀθηνῶν εἰς τά Γεράνεια ὂρη, ὃπου ἐξολόθρευσε τήν φρουράν, πού ἂφησαν οἱ Τοῦρκοι διά νά προστατεύῃ τά περάσματα πρός Πελοπόννησον εἰς τά ὂρη αὐτά. Αὐτό εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἀποκοπήν τῶν προμηθειῶν τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ εἰς στρατιωτικόν ὑλικόν καί τρόφιμα. Ἀπό τήν ἒλλειψιν τροφίμων συντόμως ἠναγκάσθησαν οἱ Τοῦρκοι νά ἀρχίσωσι νά τρώγωσι τά ἂλογά των. Προσεπάθησαν κατά διαταγήν τοῦ Ὀμέρ Βρυώνη νά ἀποκαταστήσωσι ἐπαφήν πρός ἀνεφοδιασμόν των μέ τήν Πάτραν ἀποστέλλοντες 12.000 στρατιώτας. Ὃμως οἱ Ἓλληνες μαχηταί μέ ἀρχηγούς τόν Νικήταν ἢ Νικηταράν καί τόν Πετιμεζάν τούς ἒστησαν ἀλλεπαλλήλους ἐνέδρας εἰς τήν περιοχήν Μαῦρα Λιθάρια μέχρι καί τήν Ἀκράταν, ὃπου οἱ Τοῦρκοι ἒχασαν πολλάς χιλιάδας ἂνδρας καί ἠναγκάσθησαν νά ἐπιστρέψωσιν εἰς Κόρινθον ἐγκαταλείποντες τήν προσπάθειάν των. Ὡς λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ Voutier «ἡ Ἀκράτα ὑπῆρξεν ὁ τάφος τοῦ στρατοῦ τῶν τελευταίων Τούρκων οἱ ὁποῖοι διεισέδυσαν εἰς Πελοπόννησον».
Κυρίευσις Φρουρίου τοῦ Ναυπλίου: Ἢδη ἀπό τόν Ἰούλιον τοῦ 1823 οἱ ἀποκεκλεισμένοι ἀπό ἒτους Τοῦρκοι εἰς τό φρούριον καί τήν παλαιάν πόλιν τοῦ Ναυπλίου εἶχον φθάσει εἰς ἀπελπιστικήν κατάστασιν.
Ἡ διατροφή των ἦτο ἀθλία, ἐνᾧ καί αἱ ἐνσκήψασαι ἀσθένειαι ἐθέριζον τούς ἐξηντλημένους Τούρκους. Πολλάκις ἐζήτησαν ἀπό τόν Πασᾶν των νά συνθηκολογήσῃ, ἀλλ’ αὐτός ἠρνεῖτο, διότι ἐγνώριζε καλῶς ὃτι εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν τόν ἀνέμενεν ὁ ἀποκεφαλισμός του διά τήν ἀπώλειαν ὑπ’ αὐτοῦ ἑνός τόσον νευραλγικοῦ λιμένος.
Οἱ Τοῦρκοι τοῦ Ναυπλίου ἀνεθάρρησαν βεβαίως, ὃταν ἐπληροφορήθησαν τά νέα, ὃτι πολυπληθής στρατός ἐκ πολλῶν χιλιάδων στρατιωτῶν ὑπό τόν Βεζίρην Ὀμέρ Βρυώνην καί διοικητήν τόν Δράμαλην εἰσῆλθον εἰς Πελοπόννησον καί κατηυθύνοντο πρός τό Ἂργος καί τό Ναύπλιον. Ὡς δέ ἦτο φυσικόν καί ἀναμενόμενον, οἱ Ἓλληνες πολιορκηταί τοῦ Ναυπλίου, ὡς ἢδη ἀνεφέρθη, ἒλυσαν τόν ἀποκλεισμόν τῆς πόλεως διά νά ἀντιμετωπίσωσι τάς Τουρκικάς ὀρδάς. Ὃμως μέ τήν εὐνοϊκήν ἐξέλιξιν ὑπέρ τῶν Ἑλλήνων καί τήν ἀπόσυρσιν τῶν Τούρκων εἰς τό κυρίως στρατόπεδόν των παρά τήν Κόρινθον, ὁ ἀποκλεισμός τοῦ Ναυπλίου ὑπό τῶν Ἑλληνικῶν δυνάμεων ἐπανήρχισεν.
Τήν 15ην Δεκεμβρίου, 1823, ἡ Τουρκική φρουρά τοῦ Παλαμηδίου παρεδόθη. Ἡ τελική πτῶσις ἐπῆλθεν, ὃταν ἓν ζεῦγος Τούρκων πού διέφυγεν, ἐπληροφόρησε τούς Ἓλληνας ὃτι τό βράδυ τό φρούριον εἶχεν ἐγκαταλειφθῆ καί ὃτι οἱ Τοῦρκοι εἶχον ἀνοίξει μίαν ἀπό τάς πύλας τῆς πόλεως. Ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ὁ ὁποῖος ἡγεῖτο τῶν Ἑλληνικῶν Δυνάμεων, θεωρῶν, ὃτι ἲσως αὐτό νά ἦτο μία παγίδα τῶν Τούρκων προέβη μέ τούς ἂνδρας του εἰς μίαν δοκιμήν. Φθάνοντες τό ἑπόμενον βράδυ εἰς τούς βράχους τοῦ Παλαμηδίου, ἡ Ἑλληνική ἐμπροσθοφυλακή πράγματι ηὗρε τήν Πύλην ἀνοικτήν καί ἐγκαταλελειμμένην, ὁπότε ὁ Κολοκοτρώνης ἒδωσε τό σύνθημα τῆς γενικῆς ἐπιθέσεως. Ὁ Κολοκοτρώνης μέ τούς ἂνδρας του κατέλαβον 4 ἐσωτερικά ὀχυρά. Ἀλλά οἱ περισσότεροι Τοῦρκοι ἦσαν κλεισμένοι εἰς τό 5ον καί κυριώτερον ὀχυρόν, ὃπου θά ἠδύναντο νά συνεχίσωσι νά ἀνθίστανται. Ὃμως, λόγῳ τῆς γενικῆς ἐξαντλήσεώς των, παρεδόθησαν καί αὐτοί μέ τήν πρώτην κλῆσιν πού τούς ἒγινεν.
Τήν ἑπομένην πρωΐαν μία ὁμαδική ὁμοβροντία πυροβολικοῦ ἀπό τό Παλαμῆδι ἀνήγγελλε καί ἐπληροφόρει τόν Ἑλληνικόν λαόν διά τήν πτῶσιν τοῦ Ναυπλίου. Οἱ Τοῦρκοι ἐξέφραζον τάς εὐχαριστίας των πρός τούς Ἓλληνας, διότι οἱ ὃροι τῆς παραδόσεώς των ἐτηρήθησαν εἰς τήν ἐντέλειαν καί οὐδείς ἐξ αὐτῶν ὑπέστη ἐπίθεσιν. Μάλιστα δέ ἠδυνήθησαν νά διασώσωσι καί σεβαστόν μέρος τῆς κινητῆς περιουσίας των (πλήν τῶν λαφύρων βεβαίως πού ἐπῆραν ἀπό Ἑλληνικά σπίτια). Μέ ναυλωμένα πλοῖα μετεφέρθησαν εἰς τήν Σμύρνην ἐν πλήρει ἀσφαλείᾳ.
Ὃμως, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ Olivier Voutier, ὃλοι αὐτοί ἐλησμόνησαν τάς εὐχαριστίας καί τήν εὐγνωμοσύνην των πρός τούς Ἓλληνας, ἀφοῦ μόλις ἒφθασαν εἰς Σμύρνην προέβησαν εἰς ἀνηκούστους φρικαλεότητας ἐναντίον εἰρηνικῶν καί φιλησύχων Ἑλλήνων κατοίκων τῆς Σμύρνης. Ἂς τό ἒχῃ αὐτό ὑπ’ ὂψιν του ὁ νῦν Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν τῆς Τουρκίας καί ὁ οὐρανοβάμων ἀρχηγός του καί οἱ σύν αὐτῷ, οἳτινες ἀνερυθριάστως καί ἂνευ τῆς παραμικρᾶς ἐντροπῆς ἀρνοῦνται τάς γενοκτονίας των κατά τῶν Ἑλλήνων, Ἀρμενίων, Ἀσσυρίων καί Ἀράβων εἰς ὃλην τήν τότε ἐπικράτειάν των. Βεβαίως νά μή λησμονῶσι καί τήν σφαγήν τῶν 75.000 Ἑλλήνων κατοίκων τῆς Χίου καί τάς τόσας ἂλλας θηριωδίας των, αἱ ὁποῖαι συνετάραξαν τότε τόν κόσμον ὃλον εἰς Εὐρώπην καί Ἀμερικήν καί ἒστρεψαν τάς Δυτικάς Δυνάμεις ἐναντίον των.
Λάμπης Κωνσταντινίδης
Τέλος Ε’ Μέρους (συνεχίζεται και αύριο)
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 25/11/2022 #ODUSSEIA #ODYSSEIA