Στην παρουσίαση παρόντες ήταν ο εκπρόσωπος του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Κεφαλληνίας πανοσιολογιώτατος Φώτιος Γαβριελάτος, η Βουλευτής Κεφαλληνίας και Ιθάκης κ. Αφροδίτη Θεοπεφτάτου, ο Περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων κ. Θόδωρος Γαλιατσάτος, ο Αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Ευάγγελος Κεκάτος, οι πρώην Υπουργοί κ.κ. Γεράσιμος Αρσένης και Αλέξανδρος Καλαφάτης, οι πρώην Δήμαρχοι κ.κ. Γεώργιος Τσιλιμιδός και Ανδρέας Ζαπάντης, Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, ο Πρόξενος της Σερβίας κ. Βίκτωρ Ρουχωτάς, ο τέως Πρέσβης κ. Παναγής Καγκελάρης, εκλεκτοί καλεσμένοι από τον χώρο του πολιτισμού μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος της Χορωδίας Αργοστολίου κ. Ρωσέτος Λούζης, ο μαέστρος κ. Παναγής Μπαρμπάτης, εκπαιδευτικοί, και πολλοί γνωστοί και φίλοι της συγγραφέως.
Η κ. Κατσέλη μεταξύ άλλων είπε και τα εξής: «Η παρουσίαση κάθε νέου βιβλίου αποτελεί πάντα για μένα μια μεγάλη πρόκληση : Ποια στοιχεία του βιβλίου μου εκαναν περισσότερο εντύπωση; Είναι τα ίδια αυτά στοιχεία ενδιαφέροντα και για άλλους αναγνώστες; Μήπως η κρίση μου είναι επηρεασμένη από προσωπικά βιώματα , εμπειρίες και ενδιαφέροντα ή ακόμα και από προσωπικές φιλίες και δεν είναι «αντικειμενική» ; Τελικά τι σημαίνει αντικειμενική κρίσηκαι πως αποτιμάται η προστιθέμενη αξία ενός βιβλἰου; Aπο την αναμενόμενη εμπορική του επιτυχία; Από τον βαθμό που προσθέτει κάτι στη συλλογική μας αυτογνωσία ; Από το αν θα ανοίξει παράθυρα αναστοχασμού για το ποιοι είμαστε , που πάμε , τι θέλουμε , και πώς μπορούμε να επηρεάσουμε εἰτε ατομικά είτε συλλογικά τα δρώμενα γύρω μας; Η τελικά από το αν το συγκεκριμένο βιβλίο θα αγγίξει κάποιες κοινές και μύχιες εσωτερικές χορδές του καθενός από μας, επηρεάζοντας τον τρόπο που σκεπτόμαστε , που αντιδρούμε , που συμπεριφερόμαστε;
Οι απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα είναι συνήθως βασανιστικές . Κατά περίεργο τρόπο δεν είχα κανένα πρόβλημα να τις απαντήσω στην περίπτωση του νέου βιβλίου της Ευης που κρατάμε στα χέρια μας. Ένα βιβλίο που ανοίγει ορίζοντες γνώσης και προβληματισμού. Που μιλά για το παρελθόν με το μάτι στραμμένο στο μέλλον. Ένα μυθιστόρημα που εξυμνεί τον ερωτα, την φιλία , την οικογένεια , την πατρίδα, και τις παναθρώπινες αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης ενω ταυτόχρονα αναδεικνύει το πώς οι ιδιοι οι άνθρωποι και τα ανθρώπινα πάθη επιδρούν και στρεβλώνουν κοινωνικούς , θρησκευτικούς και πολιτικούς θεσμούς σπέρνοντας την αδικία , την ανισότητα , το μίσος ακόμα και το έγκλημα. Ταυτόχρονα όμως , ενα μυθιστόρημα βαθύτατα ιστορικό και πολιτικό , φιλοσοφικό και κοινωνικό… Το «Στα Σκαλοπάτια τ’ Ουρανού» είναι όμως παράλληλα ένα σημαντικό ιστορικό και πολιτικό πόνημα .Φωτίζει άγνωστες πτυχές της δυναμικής των ιστορικών και πολιτικών εξελίξεων που καθόρισαν , όπως γράφει η ιδια η συγγραφέας στον πρόλογό της , την πορεία του ενωτικού κινήματος και του δημοκρατικού ριζοσπαστισμού στα Επτάνησα κατά τον 19ο αιώνα αλλά και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Ελλάδας. Μέσα από την αφήγηση των γεγονότων αλλά και τις εκτεταμένες σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου ,αναδεικνύεται ο καθοριστικός ρόλος σημαντικών και γνωστών Ριζοσπαστών αλλά και αφανών προσωπικοτήτων στον διπλό αγώνα ενάντια στην Αγγλοκρατία στα Επτάνησα αλλά και στην Τουρκοκρατία στην υπόλοιπη Ελλάδα… Η συγγραφέας καταρρίπτει υπάρχοντα απλουστευτικά στερεότυπα, αναδεικνύοντας, ισως για πρώτη φορά , την πολύ σημαντική θετική συνεισφορά στον Ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα όσο και ενάντια στην Αγγλοκρατία τόσο επιφανών όσο και άγνωστων Αγγλων και ξένων προσωπικοτήτων…
Για να τολμήσει ένας συγγραφέας να βουτήξει στα αχαρτογράφητα νερά του ιστορικού μυθιστορήματος και να το υπηρετήσει με επιτυχία θα πρέπει πάνω απ’ όλα να διαθέτει βαθειά αυτοπεποίθηση και εσωτερική ασφάλεια, επίγνωση της δικής του ταυτότητας, ακλόνητες αξίες και αμέριστη αγάπη και ενδιαφέρον για τον τόπο, την ιστορία του και τους ανθρώπους που την δημιούργησαν και συνεχίζουν να την δημιουργούν. Είναι όλα αυτά που κάνουν την Εύη Λειβαδά μια από τους σημαντικούς σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και μύστες του ιστορικού μυθιστορήματος».
Τον λόγο πήρε ο Πρόεδρος του ΤΕΙ Ι.Ν. κ. Ναπολέων Μαραβέγιας. Είπε μεταξύ άλλων πως το βιβλίο αυτό είναι μια τοιχογραφία της εποχής του, μια πλήρης ανατομία της κοινωνίας του 19ου αι. … Λειτουργεί όπως και η αρχαία τραγωδία… Μπορεί να ειδωθεί από πολλές πλευρές… Παράλληλα δίδει πολλά στοιχεία της τότε οικονομικής ιστορίας… νομισματικές μονάδες, μέτρα, σταθμά, διακίνηση του εμπορίου, τρόποι οικονομικών συναλλαγών… Έντονη είναι η δράση των φιλελλήνων. Η δύναμη του φιλελληνισμού ήρθε αρωγός στις δράσεις των εξεγερμένων Ελλήνων… Αναφέρεται επίσης στην μεγάλη προσφορά συγκεκριμένων Άγγλων στις υποδομές. Ας μην ξεχνάμε πως το μεγαλύτερο μέρος του οδικού δικτύου στην Κεφαλλονιά οφείλεται σε αυτήν την περίοδο… Ποιος όμως ο ρόλος των αρχόντων; Ήταν διττός. Ήτοι από τη μια ορισμένοι προσανατολίζονταν στην υπηρέτηση πολιτικών συμφερόντων. Και από την άλλη ήταν οι πατριώτες, οι άρχοντες που στάθηκαν αντίθετοι στο καθεστώς… Στο βιβλίο όμως δημιουργούνται και ερωτήματα του τύπου: Η ιδεολογία είναι ικανή να οδηγήσει σε ανατροπές, σε εξεγέρσεις λαών; Αρκεί η βούληση και όχι η ταξική θέση για ανατροπές; Έτσι το έργο αυτό θέτει ζητήματα που ξεπερνούν κατά πολύ την λογοτεχνία και άπτονται της κοινωνικής και πολιτικής ανάλυσης της εποχής… Ο Ριζοσπαστισμός, άλλο ένα μεγάλο θέμα που σημαδεύει τον 19ο αι. και την Κεφαλλονιά, τον τόπο που τον γέννησε. Το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης συνδέεται με το αίτημα της ανεξαρτησίας… Επειδή το βιβλίο αυτό μπορεί να διαβαστεί με πολλούς τρόπους, από πολλές σκοπιές, για τον λόγο αυτό είναι ένα σπουδαίο έργο.
Ο κ. Ηλίας Τουμασάτος μίλησε λέγοντας μεταξύ άλλων: «…Είναι η τρίτη φορά που η συγγραφέας καταπιάνεται με τη σύνθεση ενός ιστορικού μυθιστορήματος, ωστόσο κάθε φορά έχει ένα διαφορετικό κόσμο να αναπλάσει. Την πρώτη φορά, στην Fabula (2004) (είχε πρωτοκυκλοφορήσει μερικά χρόνια νωρίτερα με τον τίτλο Κεφαλληνία Κεφαλλήνων) η δράση εκτυλισσόταν στα περισσότερα κεφάλαια στη βενετοκρατούμενη Κεφαλονιά τον 16ο αιώνα. Το δεύτερο μυθιστόρημά της, Στα στενά της Χίμαιρας, οι περιπέτειες του Έλληνα θαλασσοπόρου Χουάν ντε Φούκα (Κέδρος, 2007), έπρεπε να αναπλάσει ολόκληρη την πορεία του μεγάλου αυτού Κεφαλλονίτη, στο γύρισμα από τον 16ο στον 17ο αιώνα… Η ανασύνθεση και η αναπαράσταση αυτής της περιόδου αντλούν το υλικό τους από τις έρευνες που επί πολλά χρόνια πραγματοποιεί η συγγραφέας και έχει δημοσιεύσει είτε αυτοτελώς είτε σε έντυπα και συλλογικές εκδόσεις. Εδώ η ιδιότητα του ερευνητή της κεφαλληνιακής Ιστορίας δίνει στην συγγραφέα ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα, για να κατασκευάσει ένα στέρεα δομημένο περιβάλλον της εποχής, όπου θα αναπτυχθεί η μυθοπλασία της. Στην πρώτη από τις δουλειές που προαναφέραμε, η Ευρυδίκη Λειβαδά έχει ήδη διαμορφωμένο μέσα στο μυαλό της τον κόσμο των ηρώων της. Αυτό μαρτυρούν οι πηγές του βιβλίου που δημοσιεύονται αναλυτικά στο τέλος, και που δείχνουν σε ποιο βαθμό έχει εντρυφήσει στην υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία. Η μυθιστοριογράφος δεν έρχεται να ανακαλύψει αυτή την εποχή ως επισκέπτρια, είναι κάτοικός της από χρόνια μέσα από τις έρευνές της. Αλλά και αυτή η εποχή είναι δοσμένη μέσα από πολλές της διαστάσεις. Οι ήρωες της ιστορίας είναι έτσι μοιρασμένοι ώστε να απεικονίζουν ολόκληρο το κοινωνικό φάσμα της εποχής και τις ιδιαιτερότητες της κεφαλληνιακής κοινωνίας… Όλα, συνθέτουν μια πλούσια εικόνα της κοινωνίας της εποχής, απαλλαγμένη από τη νοσταλγική διάθεση ωραιοποίησης των πάντων. Η εποχή, όπως αποτυπώνεται στο βιβλίο δεν είναι ειδυλλιακή, είναι μια σκληρή εποχή, αλλά και μέσα στη σκληρότητα μπορεί κανείς να διακρίνει την ομορφιά… Η Ευρυδίκη Λειβαδά μάς προσφέρει για τρίτη φορά ένα μυθιστόρημα που μπορεί να διαβαστεί και να αξιοποιηθεί με πολλούς τρόπους. Ένας απ’ αυτούς, δεδομένου ότι στο ίδιο το βιβλίο περιέχεται, όπως είδαμε, πλούσια τεκμηρίωση και πηγές, είναι και η αξιοποίησή του μέσα στις σχολικές τάξεις, προκειμένου οι μαθητές να γνωρίσουν την εποχή εκείνη, την καθημερινότητά της, τους ανθρώπους, τη γλώσσα τους, μ’ έναν τρόπο πιο βιωματικό και άμεσο. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στα σχολικά εγχειρίδια ελάχιστα αναφέρονται για την ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα των Επτανήσων, και για τις γέφυρες που κράτησαν ανοιχτές με τη Δυτική Ευρώπη. Έχουμε την ευκαιρία να καλύψουμε αυτή την απουσία, «γνωρίζοντας» τα παιδιά μας με τον τόπο τους μέσα από τον πιο ωραίο τρόπο που ανακάλυψε ποτέ ο άνθρωπος για να κατασκευάζει κόσμους: Τη λογοτεχνία».
Φωτογραφίες: Σάκης Βούτος