τον 9ο αι. έως την αρχή της λατινοκρατίας (1194/1195) η Κεφαλλονιά λειτουργούσε ως έδρα του ομώνυμου Ναυτικού Βυζαντινού Θέματος, ενός Θέματος κομβικού και ισχυρού που ήλεγχε τους θαλάσσιους δρόμους, η έκταση του οποίου ποίκιλε και που στην ακμή του ξεκινούσε από το βόρειο άκρο της Αδριατικής μέχρι νότια-νοτιοανατολικά συμπεριλαμβάνοντας και την Λογγοβαρδία[1]. Όλο αυτό το μεγάλο διάστημα η Κεφαλλονιά ήταν διάσπαρτη με εκκλησίες, οικισμούς και χωριά, ιδιαίτερα μάλιστα οι περιοχές Κρανιά, Λειβαθώς και Παλλική, γεγονός που επισφραγίζει το Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264[2]. Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης είχε ως αποτέλεσμα πολλές βυζαντινές οικογένειες να εγκατασταθούν στο νησί ιδιαίτερα στις περιοχές Ελειού-Πρόννων και Παλικής[3].
Στην Παλλική η μοναδική εκκλησία που εορτάζει την Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 23 Αυγούστου είναι η Κεχριωνιώτισσα. Ο ιστορικός αυτός ναός βρίσκεται δυο χιλιόμετρα βόρεια του Ληξουρίου και απαντά ως ενοριακός (συναδελφικός)[4]. Οι ναοί αυτοί διέπονταν από τις διατάξεις που απέρρεαν από το γνωστό νομοθετικό διάταγμα της 26ης Αυγούστου 1754 του Γενικού Προβλεπτού Θαλάσσης Αυγουστίνου Σαγρέδο. Χαρακτηρίστηκαν δε ως ναοί ιδιωτικού δικαίου και επομένως οιονεί ιδιόκτητοι, υπαγόμενοι στη διοίκηση των ενοριτών οι οποίοι εξέλεγαν εκάστοτε τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους[5].
Με το Σύνταγμα του 1817[6] η Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία, που τελούσε υπό τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ανακηρύχθηκε ως επικρατούσα στο Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων –υπήρχε ήδη Μητρόπολη Κεφαλληνίας, και με το Σύνταγμα ιδρύθηκε και η Μητρόπολη Ζακύνθου-[7]. Το σύστημα αυτό κύρωσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1823 επί Ανθίμου Γ΄[8]. Συνεπώς η Ιόνιος Εκκλησία ήταν μια αυτόνομη και αυτοδιοικούμενη Εκκλησία υπό το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Παρόλα αυτά, κατά τα εσωτερικά ζητήματα παρέμενε αναπόσπαστα ενωμένη με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα το 1864[9] είχε ως άμεσο επακολούθημα την ανανέωση της έριδας για την χειραφέτηση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο γιατί προέκυψε αμέσως το ζήτημα της θέσεως και διοικήσεως των εκκλησιαστικών επαρχιών των Ιονίων Νήσων[10]. Επίσημη αντιπροσωπία της Εκκλησίας της Επτανήσου αντέταξε σθεναρή άρνηση στην αποδοχή της αφομοίωσης της Εκκλησίας από την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος[11]. Τελικά, τον Ιούλιο του 1866 επί Σωφρονίου Γ΄, εξεδόθη Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη με την οποία ενώθηκαν και αφομοιώθηκαν με την Εκκλησία της Ελλάδος οι εκκλησιαστικές επαρχίες των Ιονίων Νήσων[12].
Ι. Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κεχριωνιώτισσας
Ο αρχικά Ι. Ναός και μετέπειτα Ι. Μονή[13] Κοιμήσεως Θεοτόκου Κεχριωνιώτισσας[14] μαζί με την περίφημη εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών της Βυζαντινής Πάλλης και της γειτονικής Κυρίας των Αγγέλων –περιοχή Αγίου Δημητρίου- πιστοποιούν τη βυζαντινή καταβολή και προέβαλαν με επιτυχία σθεναρή αντίσταση στο καθολικό δόγμα αρχικά των Φράγκων και εν συνεχεία των Βενετών. Τις βυζαντινές καταβολές της Θεοτόκου Κεχριωνιώτισσας τεκμηριώνουν σήμερα τα υπολείμματα του ομώνυμου παλαιότατου βυζαντινού ναού (σπόνδυλος Αγίας Τράπεζας, καμαρωτά τόξα-υπέρθυρα) που φυλάσσονται στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας.
Η προέλευση της ονομασίας Κεχριών προέρχεται από τις αρχαίες Κεγχρέες Κορίνθου. Ο λόφος Κεχρί στην αρχαία Πάλλη ήταν οικισμός όπου παραχείμαζαν οι αρχαίοι Κορίνθιοι οι οποίοι είχαν προορισμό τη Σικελία ή την ιταλική χερσόνησο. Απέναντι από τον οικισμό στο λόφο Κεχρί είχε ιδρυθεί στο Βλαχοβούνι[15] οικισμός που καταγράφεται σε παλιά πληθυσμιακή –και όχι μόνο- απογραφή του Castrofilaca το 1583. Προγενέστερα όμως, και συγκεκριμένα τον 13ο αι,. στην Επιτομή του Πρακτικού της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264 αναφέρεται τόσο το Βλαχοβούνι[16] όσο και o Κεχριώνας[17].
Θαυματουργός θεωρείται η ενθρονισμένη εικόνα την οποία ακολουθούν παραδόσεις οι οποίες την σχετίζουν και με την Ζάκυνθο[18]. Ήτοι κατά μια παράδοση την αγόρασαν ναύτες Ληξουριώτες από την Ζάκυνθο, κατ’ άλλη την εκόμισαν Ζακύνθιοι στο Ληξούρι (εξ’ ου και οι σημερινοί ιδιοκτήτες, το όνομα των οποίων είναι δηλωτικό τόπου καταγωγής: Ζακυνθινοί/Ζακυθι(η)νοί), και κατά τρίτη ο ναός ανήκε στην οικογένεια Σαβίνη και περιήλθε στους Ζακυνθινούς οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες κτημάτων στο Βλαχοβούνι[19].
Σύμφωνα με ορισμένες παλαιές νοταριακές πράξεις κτήτορες της Ιεράς Μονής ήταν αρχικά η εκ Βυζαντίου οικογένεια Αμούρ(γ)η[20] και εν συνεχεία η οικογένεια Ζακυνθινού. Η οικογένεια Αμούρ(γ)η εγκαταστάθηκε ανάμεσα στα δυο παλαιότατα χωριά Βλαχοβούνι και Κεχριώνα κι έχοντας βρει μικρή βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας που χρονολογείτο από τον 8ο αιώνα, διαμόρφωσε εκ νέου τον ιερό χώρο χτίζοντας μεγαλόπρεπο ναό[21]. Ακολούθησαν επιγαμίες με την όμορη –στο Βλαχοβούνι- οικογένεια Ζακυνθινού και οι δυο οικογένειες έγιναν κτήτορες της Παναγίας της Κεχριωνιώτισσας.
Διαβάζουμε:
1675 εν μηνί Γεναρίου 31. Την σήμερον… από ένα μέρος ο ευλαβέστατος κύριος Γεώργιος ο Ζακυνθινός ως εφημέριος και κομανταδούρος[22] της Κυρίας από τον Κεχριώνα… (νοταριακή πράξη Ζωσιμά Τσαγκαρόπουλου. Ανταλλαγή κτημάτων)[23].
Αλλού:
1695 Νοεμβρίου 9… από εν μέρος ο μισέρ Ιωάννης Αμούργης υιός του Αναστάση, γαστάλδος[24] της Υπεραγίας Θεοτόκου από τον Κεχριώνα κάνοντας και δια όνομα του κολέγου του… (νοταριακή πράξη Ζήσιμου Ζερβού. Μίσθωσις χωραφίου)[25].
Αλλού:
1704 Νοεμβρίου 13. Την σήμερον… Από το ένα ο μισέρ Δημήτρης Ζακυνθινός του ποτέ παπά και μισέρ Γιάννης Αμούργης του ποτέ Αναστάση, γαστάλδοι, κτήτορες και συνάδελφοι της Υπεραγίας Θεοτόκου από τον Κεχριώνα … (νοταριακή πράξη Κωνσταντίνου Μηνιάτη. Πώλησις αμπέλου)[26].
Του ιδίου νοτάριου μεταγράφονται άλλες δυο πράξεις με τα ίδια πρόσωπα:
1704 Νοεμβρίου 26. … εκ του ετέρου οι παρόντες, ο μισέρ Δημήτρης Ζακυνθινός του ποτέ παπά Γεωργίου και μισέρ Γιάννης Αμούργης του ποτέ Αναστάση ως αδελφοί, γαστάλδοι και κυβερνητάδες της εκκλησίας της Υπεραγίας Θεοτόκου εις τον Κεχριώνα. (νοταριακή πράξη Κωνσταντίνου Μηνιάτη. Έγκρισις πωλήσεως χωραφίου)[27].
Και : 1705 Γεναρίου 5. Την σήμερον … ο μισέρ Δηήτρης … (νοταριακή πράξη Κωνσταντίνου Μηνιάτη. Πώλησις χωραφίου)[28].
Στις επόμενες πράξεις εκλείπουν μέλη της οικογένειας Αμούργη. Μόνοι ιδιοκτήτες είναι πλέον ο οίκος των Zακυνθινών:
1738 Απριλίου 30. … ο μισέρ Αθανάσης Ζακυνθινός ποτέ Γιάννη συνάδελφος της Κυρίας Θεοτόκου από τον Κεχριώνα κάνοντας και δια τους επίλοιπους συναδέλφους … (νοταριακή πράξη Αντωνίου Μισίνη. Πρόσληψις ιερέως)[29].
Αλλού:
1743 Οχτωβρίου 16… μισέρ Σπύρος Ζακυνθινός ποτέ Γιάννη ως γαστάλδος του ναού της Κυρίας από τον Κεχριώνα πρεμεντάροντας[30] ο αυτός μισέρ Σπύρος και κάνοντας διά την επίλοιπη αδελφότητα ως του εδόθη εξουσία ως λέγει από τους άνωθεν αδελφούς…
Και:
1747 Γεναρίου 27… και ο μισέρ Σπύρος και ο μισέρ Βασίλης, αδελφοί Ζακυνθινάδες ποτέ Γιάννη από χωρίου Βλαχοβούνι την Κυρία από τον Κεχριώνα ότι να πηαίνη εις τον Ναόν να ιερουργά… (νοταριακή πράξη Ευσταθίου Γράβαρη. Προσλήψεις ιερέων)[31].
Του ιδίου νοταρίου επόμενη πρόσληψη ιερέως:
1749 Οχτωβρίου 15. Την σήμερον… και από το άλλο οι συνάδελφοι της εκκλησίας της Κυρίας από τον Κεχριώνα μισέρ Στάθης Ζακυνθινός ποτέ Δημήτρη και μισέρ Βασίλης Ζακυνθινός ποτέ Γιάννη, ξαδέλφια και δηλούν… (νοταριακή πράξη)[32].
Χρήζει ξεχωριστής μελέτης πράξη καταγραφής κινητών της μονής, όπου εκτός των άλλων απαριθμούνται και όπλα «δέκα αρκομπούζα, τέσσαρες πιστόλες, μια ταγέτα και ένα χατζάρι με στελιάρι κούκουλο αβολέο[33]…».
1774 Σεπτεμβρίου 23. Έχοντας τώρα περισσούς χρόνους ο παρών μισέρ Βασίλης Ζακυνθινός και οι ποτέ Στάθης Ζακυνθινός και Σπύρος Ζακυνθινός γιούς πατρονατάριοι[34] της Υπεραγίας Θεοτόκου κείμενη εις τον Κεχριώνα… (νοταριακή πράξη Κωνσταντίνου Γράβαρη)[35].
Ενδιαφέρον έχει η πώληση των δικαιωμάτων της εκκλησίας για «γρόσια καλά τούρκικα σαράντα»:
1796 Αυγούστου 3 … την σήμερον ο εδώ παρών μισέρ Νικόλαος Ζακυνθινός ποτέ Σπύρου κάτοικος εις το Βλαχοβούνι εσυμφώνησε με τον εδώ παρόντα ευλαβέστατον παπά κυρ-Γεράσιμο Ζακυνθινό του Αθανάση, αδελφού του, ως ακόλουθα: δίνει, τζεδέρει[36] και παντελώς λισεντιζάρει[37] την άντζιον[38] του όλη όση του απαρθενίζει[39] μπενεφίτζιο[40] και μαλεφίτζιο[41] όπου έχει εις την εκκλησίαν της Υπεραγίας Θεοτόκου από τον Κεχριώνα μη απομνέσκοντος[42] του αυτού μπάρμπα του μισέρ Νικολή και κληρονομίας του άλλο εις την αυτήν εκκλησίαν πάρεξ η ενορία και το θαφτικό του … (νοταριακή πράξη Ευσταθίου Γράβαρη )[43].
Αλλού:
1806 οκτακόσιους έξι, Μαΐου 21, είκοσι μια ε.π. Ληξούρι. … ο παρών ευλαβέστατος παπά κυρ-Γεράσιμος Ζακυνθινός ποτέ Αθανάση ως γιούς πατρονατάριους και ως εφημέριος του ναού Αειπαρθένου Θεοτόκου Μαρίας από τον Κεχριώνα … (νοταριακή πράξη Ιωάννη Πυλαρινού. Πώλησις αμπελίου)[44].
Αλλού:
1827 … Ιανουαρίου 28… ευλαβέστατος παπάς κυρ-Γεράσιμος Ζακυνθινός ποτέ Αθανάση κάτοικος εις το Μοναστήρι της Υπεραγίας Θεοτόκου εις τον Κεχριώνα, εδώ εις τον κάμπο του ποταμιού… (νοταριακή πράξη Γεράσιμου Πυλαρινού. Προσφορά χρημάτων)[45].
Υπάρχει όμως και ένας αφορισμός για κλοπή στον Ιερό Ναό:
Ημείς Σπυρίδων ελέω Θεού Μητροπολίτης Κεφαλληνίας…. Κατά την 8 μεσούντος κακοποιοί άνθρωποι αθετούντες αφόβως και ασυστόλως τα πάντα, ετόλμησαν κατά την νύκτα της ρηθείσης ημέρας να επιθέσωσι βέβηλον χείρα επί της Ιεράς Εικόνος της Θεομήτορος επικλήση του Κεχριώνος και αφαίρεσαν από της Θείας Κεφαλής της Θεοτόκου και του Χριστού τους χρυσούς στεφάνους οίτινες περιεκόσμησαν αυτάς, προς δε και να κλέψωσι τα αργυρά επί της ζώνης των ενυπάρχοντα αφιερώματα και την αργυράν κατ’ έμπροσθεν της εικόνος κανδήλαν… την 16 Δεκεμβρίου 1854…[46]
Όλα τα ανωτέρω καταδεικνύουν την πορεία του ιστορικού ναού και της μονής από τον 17ο έως και τον 19ο αι. Ειδικά μάλιστα τον 17ο αι. έλαβε χώρα θαύμα της Θεοτόκου, απόδειξη του οποίου είναι οι αλυσίδες που κρέμονται στον θρόνο Της όπου είναι γραμμένο το εξής:
1694, 23 Αυγούστου, εποιήθη το θαύμα. Ιάκωβος, / Γεώργιος, Ιωάννης, χαίρε ότι ηλευθερώθητε της / φθοράς του θανάτου, δια πρεσβειών της Θεομή-/ τορος[47].
Οι τρεις αυτοί αιχμαλωτίσθηκαν κατά την διάρκεια επιδρομής των Αγαρηνών και σύρθηκαν αλυσοδέσμιοι στα σκλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς. Την ημέρα της εορτής Της προσευχήθηκαν καθώς θυμήθηκαν το μεγάλο πανηγύρι που γινόταν στον τόπο τους, στον Κεχριώνα. Κοιμήθηκαν και το πρωί ξύπνησαν στο κοντινό γεφύρι του Ιερού Ναού όπου είχαν μεταφερθεί, ενώ οι αλυσίδες είχαν σπάσει. Με δέος ευχαρίστησαν την Θεοτόκο για το υπερφυές θαύμα και αφιέρωσαν στην θαυματουργή εικόνα τις αλυσίδες τους. Μάλιστα είναι θαμμένοι εντός του ναού και στο πίσω μέρος του, γεγονός που τεκμηριώνει η ταφόπλακα, ενώ ασημόγλυπτες παραστάσεις στα θωράκια του θρόνου εικονίζουν το θαύμα με τις αλυσίδες. Η ταφόπλακα είναι νεώτερης κατασκευής και είναι τοποθετημένη επάνω στην παλαιότερη.
Κατά το τέλος του 19ου αιώνα το μοναστήρι έπαθε πολλές και μεγάλες ζημιές συνέπεια πυρκαγιάς, με αποτέλεσμα να καούν τα κελιά, η βιβλιοθήκη, το αρχείο, το νότιο τμήμα της εκκλησίας, καθώς και αξιόλογες εικόνες βυζαντινής και επτανησιακής τεχνοτροπίας. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παλαιοτέρων[48] ανάμεσα στις κατεστραμμένες εικόνες υπήρχε μία που απεικόνιζε την Αγία Ελένη και τον Πατριάρχη Σέργιο κατά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Σε ανάμνηση αυτής της εικόνας και της εορτής που ετελείτο στο μοναστήρι την ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, έπειτα από παραγγελία της οικογένειας Ζακυνθινού, ο ιερομόναχος αγιογράφος Παρθένιος Λουκέρης, ιστόρησε το 1923 φορητή εικόνα η οποία και βρίσκεται σε προσκυνητάρι εντός του ιερού χώρου. Επίσης ο ίδιος αγιογράφος κόσμησε με θρησκευτικές παραστάσεις τα εσωτερικά του κυρίως ναού, καθώς και δυο άλλες με το περίφημο θαύμα της Θεοτόκου της απελευθερώσεως των τριών σκλάβων.
Στον σημερινό ναό, κτίσμα του 1828[49], διασώζεται η καλλίγλυπτη πύλη με τον θαυμάσιο ανάγλυφο διάκοσμο, που παρόμοιος συναντά μόνο σε μια εκκλησία στο Κερί της Ζακύνθου τεκμηριώνοντας την προέλευση της οικογένειας Ζακυνθινού, οι απόγονοι της οποίας πάντα σέβονταν και τιμούσαν τη βυζαντινή καταβολή του μοναστηριού και τελούσαν με κάθε μεγαλοπρέπεια και κατάνυξη τις εορταστικές θρησκευτικές τελετές προσελκύοντας όχι μόνο Παλληκισιάνους, αλλά και κατοίκους από το υπόλοιπο νησί. Ανάμεσα δε, στους νεώτερους εκλεκτούς απογόνους συγκαταλέγεται και ο σπουδαίος Βυζαντινολόγος και Ακαδημαϊκός Διονύσιος Ζακυθηνός (Ληξούρι, 1905 – Αθήνα, 16 Ιανουαρίου 1993).
Οι σεισμοί του 1953 προξένησαν εκτεταμένες βλάβες στον Ι. Ναό και στα κελιά. Έγινε αντικατάσταση των τοίχων με νέα αντισεισμική κατασκευή και διατηρήθηκε το θύρωμα της νότιας πλευράς. Υποστυλώθηκε η στέγη και η ουρανία και το εσωτερικό παρέμεινε ανέπαφο[50]. Δυστυχώς όμως, οι σεισμοί τόσο της 26ης Ιανουαρίου όσο και της 3ης Φεβρουαρίου 2014 προκάλεσαν σημαντικότατες και εκτεταμένες βλάβες στον Ι. Ναό ο οποίος θα πρέπει να τύχει επείγουσας μέριμνας καθώς, εκτός των άλλων ζημιών, λόγω ανοίγματος μεγάλης οπής στον ανατολικό τοίχο, ο εσωτερικός χώρος εκτίθεται άμεσα στις καιρικές μεταβολές.
Ευρυδίκη Λειβαδά Ντούκα
[1] Λειβαδά Ευρυδίκη, Σύντομη Ιστορία Κεφαλληνίας, Από την προϊστορία στον 20ο αι., Εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΙΑ, Αργοστόλι 2008, σελ. 14-18.
[2] Το Πρακτικόν της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264 και η Επιτομή αυτού, υπό Θησέως Τζαννετάτου, Αν Αθήναις 1965. Βλ. και χάρτη εντός όπου το χωρίον Βλαχοβούνι.
[3] 30 Οκτωβρίου 1863: ο συμβολαιογράφος της Κεφαλλονιάς Παναγής Κ. Βινιεράτος αντιγράφει από τον «Κύριον Ιωάννη Φωκά ποτέ Αγγέλου» «αουτέντικην ήγουν οριγγινάλε κόπια» για να την παραδώσει στον «Ευγενή κύριο Δρ. Νικόλαο Φωκά ποτέ Γερασίμου». Την «κόπια» αυτή υπογράφει ο «Αλέξιος εν Χριστώ Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωμαίων Ο Κομνηνός» και κάνει αναφορά και στον «Κραταιόν Νικηφόρον τον Φωκάν». Στην 11η και 12η σελίδα διαβάζουμε: «Αντίτυπον της Αναφοράς οπού έκαμεν ο σωφρονέστατος και γενναίος κύριος Θωμάς ο Τσέλσος ο αξιώτατος Προκυβερνήτης της ευγενικής Αρμάδας των Ενετών εις όλους τους δυστυχείς Άρχοντας οπού εφύγασιν από την αθλίαν Κωνσταντινούπολιν μετά την άλωσιν αυτής οι οποίοι» μεταξύ άλλων νησιών «ήλθασιν… εις τα Κάστρη του Μορέως, εις τους τρεις νήσους των Κορυφών, Κεφαλληνίας και Υακίνθου… Γεώργιος, Μάρκος και Ευστάθιος οι Βαλεριανοί. Ανδρόνικος και Εμμανουήλ οι Φωκάδες με τους ανθρώπους των… γραμμένα τα πάντα δια χειρός εμού, Βαρθολομαίου του Φλωριανού, αυθεντικού Ταμβουλαρίου και μηνί μαϊω χθ΄ αυνγ» (1453). Βλ. Λειβαδά Ευρυδίκη, Νεώτερα στοιχεία για τον Ιωάννη Απόστολο Φωκά Βαλεριάνο (Juan de Fuca), Πρακτικά Συνεδρίου για τα Γράμματα, την Ιστορία και την Λαογραφία της Περιοχής Πρόνννων, Κεφαλλονιά 8-11 Σεπτεμβρίου 2005, Έκδοση Δήμου Ελειού- Πρόνννων, Κεφαλλονιά 2007, σελ. 503-528. Και της ιδίας: Τα Στενά της Χίμαιρας, Εκδόσεις Κέδρος, Α΄ έκδοση 2007, Αθήνα, Παράρτημα σελ. 458-459.
http://www.odusseia.gr/newspaper/index.php?option=com_content&view=article&id=1972:2011-08-23-21-01-02&catid=49:2011-01-25-09-40-32&Itemid=41
[4] Βλ. Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., Οι ιερές μονές στην επαρχία Πάλλης της Κεφαλλονιάς, 2η έκδοση, Ληξούρι 2003, σελ. 49-58. Βλ. και σελ. 50 όπου αναφέρεται σε νοταριακή πράξη ο ναός ως συναδελφικός.
[5] Στεφάνου Διονύσιος, Περί Ενοριών ή Συναδελφικών ναών κατά το κρατήσαν προ της Ενώσεως της Επτανήσου Σύστημα εν σχέσει προς το εν τη λοιπή Ελλάδι, Πρακτικά του εν Κερκύρα Πρώτου Πανιονίου Συνεδρίου (20-22 Μαΐου 1914), εν Αθήναις εκ του τυπογραφείου Π.Α. Πετράκου, 1915, σελ. 90-95.
[6] Κεφάλαιο Α΄. Τότε η Κεφαλλονιά και όλα τα Ιόνια βρίσκονταν υπό Βρετανική κατοχή. Αναλυτικά για το Σύνταγμα βλ. Συνταγματικά Κείμενα των Ιονίων Νήσων, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2008.
[7] Κονιδάρης Ιωάννης Μ., Η Ένωση της Εκκλησίας της Επτανήσου με την Εκκλησία της Ελλάδος, Η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα 1864-2004, Επιστημονικό Συνέδριο, Πρακτικά, Τ. Α΄, Βουλή των Ελλήνων – Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2005, σελ. 393-401. Αλιβιζάτος Αμίλκας Σ., Ο Γεώργιος Τυπάλδος-Ιακωβάτος και η εκκλησιαστική αφομοίωσις, Εκκλησιαστικός Φάρος, Τ. ΙΓ΄(1914), σελ. 606-631 και Τ. ΙΔ΄(1915) σελ. 52-67.
[8] Γεδεών Μανουήλ Ι., Πατριαρχικοί Πίνακες, Έκδοση Β΄, Αθήνα 1996, σ. 603. Παπαδόπουλος Χρυσόστομος, Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τ. Α΄, Ίδρυσις και οργάνωσις της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1920, σελ. 20. Κονιδάρης Γεράσιμος, Επίτομος Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος (49/50 – 1938), Αθήνα 1938, σελ. 377.
[9] Το 1833 μεσολάβησε η αυτόγνωμη ανακήρυξη του Αυτοκέφαλου της Ελληνικής Εκκλησίας και το 1850 η ανακήρυξη –και όχι αναγνώριση- από το Πατριαρχείο. Βλ. Κονιδάρης Ιωάννης Μ., Η Ένωση της Εκκλησίας της Επτανήσου με την Εκκλησία της Ελλάδος ο.π., σελ. 396.
[10] Κονιδάρης Ιωάννης Μ., ο.π. σελ. 393-401.
[11] Κονιδάρης Ιωάννης Μ., ο.π. σελ. 396. Αλιβιζάτος Αμίλκας, ο.π. σελ. 53.
[12] Κονιδάρης Ιωάννης Μ., ο.π. σελ. 398 και υποσημ. 27. όπου παραπέμπει σε δική του βιβλιογραφία.
[13] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α. ο.π., σελ. 49.
[14] Στην περιοχή Κεχριών απαντούν μέχρι σήμερα επώνυμα φερμένα από το Βυζάντιο όπως Μαυροειδής και Δρακονταειδής, καθαρά ονόματα φρουρών –ακριτών, οικογενειών που έδωσαν σπουδαίους ορθόδοξους ιερείς, λογίους και κτήτορες στο δίπλα με τον Κεχριώνα ερειπωμένο μοναστήρι της Κυρίας των Αγγέλων.
[15] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., Οι ιερές μονές στην επαρχία Πάλλης της Κεφαλλονιάς, ο.π. σελ. 49-58. Βλ. επίσης και χάρτη του Πρακτικού της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264 ο.π. Το Βλαχοβούνι είχε 78 κατοίκους το 1583. Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τύποις Μυρτίδη, Αθήναι 1960, Τ. Β΄, σελ. 662-672.
[16] Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264, ο.π., 17r και 17 v.
[17] Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264, ο.π., 17v, 9.
[18] Τσιτσέλης Ηλίας, ο,π., Τ. Β΄, σελ. 360-361.
[19] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π., Τ. Β΄, σελ. 360.
[20] Βλ. υποσημ. 3.
[21] Όλες οι εκκλησίες που υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή (Κυρία των Αγγέλων, Άγιος Ανδρέας, Παναγία Βλαχερνών, Παναγία Πλατυτέρα, Άγιοι Σαράντα, Άγιος Αθανάσιος ερείπια των οποίων υπάρχουν, αλλά και Υπαπαντή στα Βαρειά η οποία σώζεται ανακαινισμένη) ανάγονται στα βυζαντινά χρόνια. (Πληροφορία από οικογένεια Σφαέλου που διατηρεί κτήματα στην περιοχή και εδόθη στον Λαογράφο Εκπαιδευτικό Γεράσιμο Σωτ. Γαλανό τον οποίο ευχαριστώ πολύ). Επίσης στην περιοχή Κοντογεννάδας υπήρχε βυζαντινό πόλισμα με σημαντικές βυζαντινές εκκλησίες. Σημερινό κατάλοιπό της είναι το σωζόμενο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου του 12ου αι. με τοιχογραφίες. Εντός διασώζονται ο Άγιος Δημήτριος ο Φανερωμένος, μεγάλες εικόνες των Ταξιαρχών και στην κόχη του ναού η Πλατυτέρα.
[22] Κύριος, κυβερνήτης.
[23] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 49. Ο ερευνητής μελέτησε τα Νοταριακά Αρχεία που φυλάσσονται στα Γενικά Αρχεία του νομού Κεφαλληνίας στο Αργοστόλι και επέλεξε, μετέγραψε και δημοσίευσε όσα αφορούν στην περιοχή της Παλλικής.
[24] Επίτροπος εκκλησίας, επιστάτης.
[25] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 50.
[26] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 50.
[27] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 51.
[28] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 51.
[29] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 52.
[30] Υποστηρίζοντας, προτάσσοντας.
[31] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 52 και 53.
[32] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 54.
[33] Η βάση του μαχαιριού ήταν από ελεφαντόδοντο.
[34] Jus patronato. Δίκαιο που όριζε τον ναό. Jus patronato privato και jus patronato public. Iδιωτικού Δικαίου και Δημοσίου Δικαίου.
[35] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 55.
[36] Παραχωρεί, διαθέτει.
[37] Ελευθερώνει, δίνει άδεια.
[38] Μερίδιο, μετοχή. Και άτζιο, ατζιόνε (δράση, δραστηριότητα, μετοχή, κίνηση).
[39] Ανήκει.
[40] Ευεργεσία, ωφέλεια. Εδώ «από ευεργεσία».
[41] Έγκλημα, σαματάς. Εδώ «από καταπάτηση». Όρος τυποποιημένος σε νοταριακές πράξεις.
[42] Απομένει.
[43] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 54.
[44] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 56.
[45] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 56.
[46] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος Α., ο.π. σελ. 57-58. Επιγραμματική αναφορά γίνεται και στο: Μοσχόπουλος Γεώργιος, Εκκλησιαστικό Αρχείο Κεφαλονιάς. Μητρόπολη – Μονές – Ναοί, Τοπικό Ιστορικό Αρχείο Κεφαλλονιάς, Αθήνα 1984, σελ. 100, αρ. 78.
[47] Ο παλαιός συμβολαιογράφος Παναγής Μάρκου Μαντζαβίνος αναφέρει πως το θαύμα έγινε το 1711. Βλ. Τσιτσέλης Ηλ. Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Β΄, ο.π. σελ. 361.
[48] Σύμφωνα με πληροφόρηση από τον Λαογράφο Εκπαιδευτικό Γεράσιμο Σωτ. Γαλανό, τον οποίο και ευχαριστώ θερμά.
[49] Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Β΄, ο.π. σελ. 360.
[50] Μονοκρούσος Κωνσταντίνος, ο.π. σελ. 49.
Ευρυδίκη Λειβαδά