Κι είπες, άλογα μαύρα όταν διαβούν από το σταυροδρόμι,
η μάνα μου μ’ ορμήνεψε να στρέψω το κεφάλι
γιατί έχουνε στα μάτια τους του Αδη το μαράζι
κι όποιος σταθεί αντίκρυ τους, πια γυρισμό δεν έχει:
με αγρίμια κοκκινότριχα και λύκους απ’ τα χιόνια,
θα ζήσει όλα τα χρόνια του κι αυτός κυνηγημένος.
Γι’ αυτό, είπες, δεν κάθομαι να με ρημάξει η νύχτα.
Ποίημα από τη συλλογή Iridium
Eστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 15.3.2014, Poema