Μια άλλη διατύπωση επί του ίδιου ζητήματος, αλλά επίσημη και δημόσια αυτή τη φορά, διαβάσαμε χθες στην ιστοσελίδα της Καθημερινής, η οποία σημειώνει ως επανειλημμένα διατυπωθείσα άποψη της τρόικας ότι «το κόστος της προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων από τους πλειστηριασμούς θα πρέπει να το επωμίζεται το κράτος και όχι το τραπεζικό σύστημα».
Το σχετικό ρεπορτάζ αφορά συνέντευξη του Σάιμον Ο’ Κόνορ, εκπροσώπου του Όλι Ρεν, ο οποίος δήλωσε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Θέλουμε μια λύση που πραγματικά θα προστατεύει τους πραγματικά ευάλωτους, αλλά θα αφήνει χώρο και για την εξυγίανση των τραπεζών. Με το γενικό μορατόριουμ στους πλειστηριασμούς γίνεται συστηματική κατάχρηση του συστήματος από επιτήδειους. Η προστασία των ευάλωτων είναι ευθύνη του κράτους, όχι του τραπεζικού συστήματος».
Ειδικότερα για το ζήτημα των ελληνικών τραπεζών συμπλήρωσε:
«Η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών εξελίχθηκε ομαλά. Η προσπάθεια εξυγίανσής τους όμως συνεχίζεται. Είμαστε προσηλωμένοι στην προσπάθεια να διασφαλίσουμε ότι αυτοί που έχουν πραγματικά ανάγκη θα προστατευθούν και θα δημιουργηθούν ταυτόχρονα και συνθήκες αποκατάστασης ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, κάτι που αποτελεί και μείζον ζητούμενο για την ανάκαμψη».
Επιπλέον, όμως, ο Ο’ Κόνορ σημείωσε πως η τρόικα δεν απαιτεί την άρση της απαγόρευσης στους πλειστηριασμούς των ακινήτων οικονομικά ευάλωτων ιδιοκτήτων, αλλά μόνο για όσους, ενώ μπορούν να πληρώνουν τα δάνειά τους, εκμεταλλεύονται τη συνολική απαγόρευση και δεν πληρώνουν. Κατά τον εκπρόσωπο του Όλι Ρεν, το αποτέλεσμα είναι να μην μπορεί το τραπεζικό σύστημα να παίξει τον ρόλο του παρέχοντας ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.
Προφανώς οι δύο αυτές διατυπώσεις, όπως καταγράφονται από τον ανώνυμο πληροφοριοδότη στο «Έθνος» και όπως εκφέρονται επισήμως από την Κομισιόν, απέχουν παρασάγγας ως προς την ουσία του τι ζητάει η τρόικα.
Ωστόσο η πρώτη από τις δύο, αυτή του ανώνυμου πληροφοριοδότη του «Έθνους», εξυπηρετεί μια χαρά την εικόνα ρήξης με την τρόικα, την οποία επιμελώς η κυβέρνηση επιχειρεί να στήσει. Και μάλιστα με στόχους οι οποίοι γελοιοποιούν κάθε έννοια πολιτικής σοβαρότητας και ευθύνης.
Τα… άγχη των βουλευτών
Η πλαστή εικόνα ρήξης με την τρόικα, την οποία καλλιεργεί η συγκυβέρνηση Σαμαρά και Βενιζέλου και την οποία περιφέρουν οι πάντα πρόθυμοι «λειτουργοί της ενημέρωσης» από κανάλι σε ραδιόφωνο και από ιστοσελίδα σε εφημερίδα, είναι αποτέλεσμα του πανικού της.
Το πρόβλημα εντοπίζεται στο η κυβέρνηση έχει φτάσει στο «αμήν». Πανικόβλητη για τη βέβαιη εκλογική συντριβή της, επικαλείται διαρκώς έναντι της τρόικας, της Μέρκελ και λοιπών – αντί άλλου διαπραγματευτικού επιχειρήματος – την «κυβερνητική σταθερότητα», δηλαδή τη δική της επιβίωση. Βεβαίως η σταθερότητα αυτής εδώ της συγκυβέρνησης δεν είναι η σημαντικότερη προτεραιότητα των δανειστών και επιτηρητών της χώρας. Παρότι, πράγματι, κάνουν ό,τι μπορούν για να τη διευκολύνουν.
Μια τέτοια διευκόλυνση είναι και η τοποθέτηση της Κομισιόν ότι δεν επιθυμεί γενική απελευθέρωση των πλειστηριασμών. Ότι και η ίδια προκρίνει την προστασία των εντελώς αδύναμων. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο ίδιος ο Στουρνάρας «προβλέπει» ότι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα επέλθει συμφωνία και για τους πλειστηριασμούς.
Μόνο που αυτές οι προβλέψεις δεν αρκούν ούτε στη Ν.Δ. ούτε στο ΠΑΣΟΚ για να κατευνάσουν τους βουλευτές τους. Κάποιοι εξ αυτών δεν εμφανίζονται διατεθειμένοι να ψηφίσουν είτε τη φορολόγηση των ακινήτων είτε την απελευθέρωση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.
Ποικίλα τα κίνητρα των βουλευτών, όμως το σημαντικότερο είναι ότι ήδη πολλοί από αυτούς δεν βλέπουν ούτε μακροημέρευση της κυβέρνησης ούτε διασφάλιση του δικού τους πολιτικού μέλλοντος. Αν φύγουν από το πολιτικό προσκήνιο, αρκετοί προτιμούν να φύγουν τουλάχιστον με ρήξη, για να έχουν αύριο, στον επαγγελματικό τους βίο, «πρόσωπο στην κοινωνία».
Η απάτη με την ΠΝΠ
Εδώ αρχίζει ο… διάχυτος και ανεξέλεγκτος πανικός των Σαμαρά, Βενιζέλου και Σία, οι οποίοι, μέσα από το σκηνικό σύγκρουσης με την τρόικα, επιδιώκουν να φτάσει η προθεσμία για τους πλειστηριασμούς στο παρά πέντε. Αν έως το τέλος του 2013 δεν έχει υπάρξει νομοθετική παρέμβαση, τότε απλώς θα λήξει η ισχύς του νόμου Κατσέλη – η διάρκεια του οποίου ανανεώνεται κάθε χρόνο νομοθετικά στο τέλος κάθε έτους – και οι πλειστηριασμοί θα απελευθερωθούν χωρίς καμιά πρόβλεψη προστασίας για κανέναν.
Όμως, κανένα από τα μοντέλα συμφωνίας με την τρόικα δεν διασφαλίζει ότι η όποια νομοθετική πρωτοβουλία για το νέο καθεστώς των πλειστηριασμών θα υπερψηφιστεί στη Βουλή. Άρα πρέπει να αποφευχθεί αυτή η ψηφοφορία.
Γι’ αυτό στήνεται το σκηνικό της δήθεν σύγκρουσης. Αν τα πράγματα έχουν φτάσει στο ακραίο χρονικό όριο, τότε απλώς η κυβέρνηση, επικαλούμενη το σκηνικό ρήξης, θα προχωρήσει – υποτίθεται μονομερώς, ίσως και… «επαναστατικώ δικαίω»! – σε μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία δεν θα περιέχει τίποτε άλλο από αυτό που θα έχει προηγουμένως… συμφωνηθεί με την τρόικα. Αυτό άλλωστε ομολογεί και ο υπουργός Οικονομικών ότι θα συμβεί: συμφωνία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο!
Όμως η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου δεν θα περάσει αμέσως τη βάσανο της ψηφοφορίας. Το Σύνταγμα, στο άρθρο 44, προβλέπει ότι μία ΠΝΠ, για να είναι νόμιμη, πρέπει να υποβληθεί στη Βουλή για κύρωση μέσα σε σαράντα μέρες από την έκδοσή της και να εγκριθεί από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή της.
Κοινώς, η ΠΝΠ για τους πλειστηριασμούς πρώτα θα εφαρμοστεί και εν συνεχεία θα πάει για ψήφιση ύστερα από 4,5 μήνες εφαρμογής, οπότε η ελληνική προεδρία στην Ε.Ε. θα εξελίσσεται, το πολιτικό κόστος θα έχει ήδη καταβληθεί εξ ολοκλήρου και οι σημερινοί «επαναστάτες» βουλευτές θα ψηφίσουν χωρίς φασαρία μια ρύθμιση η οποία ήδη θα εφαρμόζεται από μήνες.
Το ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα αντιληφθούν τον εμπαιγμό είναι βέβαιο. Όμως οι κυβερνητικοί… σκοτίστηκαν. Το μόνο ζητούμενο είναι να μην καταψηφιστούν στη Βουλή. Και ας καταλαβαίνει σύμπασα η κοινωνία ότι τη δουλεύουν εν ψυχρώ. Και ας οδηγούνται στην αυτογελοιοποίηση. Άλλος είναι ο καημός τους.
Στην κυβέρνηση, όπως επίσης στη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, γνωρίζουν πολύ καλά ότι στην επόμενη κάλπη – είτε ευρωπαϊκή είτε ελληνική – θα επιβεβαιωθεί ακόμη μια φορά η τάση των πολλών τελευταίων χρόνων: κυρίως να τιμωρούνται οι απερχόμενοι, ενίοτε πολύ σκληρά, παρά να υπερψηφίζονται οι… επερχόμενοι. Η τάση αυτή, όποτε ξαναστηθεί κάλπη, όχι μόνο θα επιβεβαιωθεί, αλλά θα είναι ακόμη μια φορά συντριπτική.
● Το βίωσε το ΠΑΣΟΚ το 2012 και θα το βιώσει πολύ πιο οδυνηρά τώρα.
● Το βίωσε – σε πρώτη δόση – η Ν.Δ., με το (ξεχασμένο από πολλούς, αλλά συγκλονιστικό) 19% του Μαΐου 2012, το οποίο έγινε 29% έναν μήνα αργότερα, προ του κυβερνητικού αδιεξόδου. Και θα το βιώσει πάλι τώρα, με επίσης οδυνηρό τρόπο.
Επομένως, όσες πολιτικές απάτες και αν επιχειρήσουν, ο κύβος ερρίφθη προ πολλού…
Σταύρος Χριστακόπουλος
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 3.12.13, Β. Λορεντζάτος