Η ΓΑΛΛΙΑ & Ο ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ (1748-1833) ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ 1821 Μέρος Β΄

Θά ἀντιληφθῶμεν ὃμως ἀκόμη καλύτερον τόν χαρακτῆρα καί τό εὖρος τῶν ἀτελειώτων γνώσεων καί τοῦ Ἠθικο-Θρησκευτικοῦ βάθους τοῦ Κοραῆ σταχυολογοῦντες μερικά χαρακτηριστικά ἀποσπάσματα ἀπό ἐπιστολάς πού ἀντήλλαξε μέ γνωστούς πολιτικούς τῆς ἐποχῆς. Καί ἀρχίζομεν βεβαίως μέ τόν Ἰωάννην Καποδίστριαν, τόν Πρῶτον Ἓλληνα Κυβερνήτην τῆς Ἐλευθέρας Ἑλλάδος.

Σημειωτέον ὃτι οἱ δύο ἂνδρες ἐγνωρίσθησαν εἰς Παρισίους τῷ 1815. Ἒκτοτε ἀνέπτυξαν μεταξύ των πολύ φιλικάς σχέσεις. «Ὁ Κοραῆς ἐξετίμησε μεγάλως τάς ἱκανότητας τοῦ Καποδιστρίου ὡς διαπραγματευτοῦ», σημειώνει ὁ ἒμπιστος Γάλλος φίλος του Καθηγητής Φιλοσοφίας Prévost, ὃστις ἀναφέρει ἀκόμη : «Ὁ Κοραῆς προσεπάθει πάντοτε νά δημιουργήσῃ εἰς Παρισίους μίαν ἀτμόσφαιραν συμπαθείας καί σεβασμοῦ πρός τόν Ἰωάννην Καποδίστριαν μεταξύ τοῦ καλλιεργημένου κύκλου του. Τόν συνεταύτιζε μέ τόν Τιμολέοντα καί τόν προώθει ὡς συμφιλιωτήν, προστάτην καί τόν πραγματικόν ἀπελευθερωτήν τῶν Ἑλλήνων». Οἱ δύο ἂνδρες ἀλληλογραφοῦσαν μεταξύ των ἀνταλλάσσοντες τάς ἀπόψεις των ἐπί τῆς πολιτικῆς καί στρατιωτικῆς καταστάσεως ἐν Ἑλλάδι καί διά τήν Παιδείαν. Πάντοτε δέ ὁ Κοραῆς τοῦ ἒστελλε τάς ἐργασίας του μόλις αὗται ἐξεδίδοντο. Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας εὐχαριστεῖ τόν Κοραῆν μέ ἐπιστολήν του ἡμερ. 2/12/1827 διά τό βιβλίον του, «Ἐγχειρίδιον» τοῦ Ἐπικτήτου, πού τοῦ ἒστειλεν, ὡς ἐπίσης καί διά τούς καλούς λόγους του δι’ αὐτόν εἰς τήν εἰσαγωγήν τοῦ βιβλίου. Τόν διαβεβαιώνει δέ, ὃτι πηγαίνει εἰς τήν Ἑλλάδα «μέ σκοπούς εὐθεῖς», τῶν ὁποίων τά ἀποτελέσματα θά ἀποδείξωσι τήν ὀρθότητα τῶν ἐκφραζομένων ἀπόψεων τοῦ Κοραῆ δι’ αὐτόν εἰς τά προλεγόμενα τοῦ βιβλίου του.

Ὁ Κοραῆς τοῦ ἀπαντᾷ τήν 5/1/1828 εὐχαριστῶν τόν Καποδίστριαν διά τό περιεχόμενον τῆς ἐπιστολῆς του, τόν συμβουλεύει δέ εἰς ὃλας τάς πράξεις του νά ἒχῃ ὡς παράδειγμα τήν ῥῆσιν τοῦ ἀρχαίου προγόνου Τιμολέοντος:

«Τροχός ἃρματος γάρ οἷα,

βίοτος τρέχει κυλισθείς»

ἢτοι: Σάν τροχός τοῦ ἃρματος ὁ βίος μας τρέχει καί κυλᾷ ἀσταμάτητα. Τοῦ τονίζει δέ ἰδιαιτέρως, ὃτι πρέπει νά «τρέχῃ» πάντοτε νομίμως, συμφώνως πρός ἐκεῖνο πού τοῦ ἒταξεν ἡ Θεία Πρόνοια. Καί νά ἒχῃ ὑπ’ ὂψιν του τό θρησκευτικόν χωρίον: «ᾯ ἐδόθη πολύ, πολύ ζητηθήσεται παρ’ αὐτοῦ». (Εἰς ἐκεῖνον πού ἐδόθη πολύ, πολύ θά ζητηθῇ ἀπό αὐτόν). Καί ἀκόμη τοῦ τονίζει: «Τό ἀνοιχθέν εἰς σέ ἀπό τήν Θείαν Πρόνοιαν στάδιον ὑπερβαίνει καί τό πολύ, ἐπειδή σοῦ ἐνεπιστεύθη ὁλοκλήρου Ἒθνους εὐδαιμονίαν».

Ὁ Κοραῆς τοῦ ἀναφέρει ἀκόμη, ὃτι ἢδη ἀπό τό 1826 προέβη ἰδίοις ἐξόδοις εἰς πλείστας δωρεάν ἀποστολάς βιβλίων του ἀπό τήν Γαλλίαν πρός τήν νέο-ιδρυθεῖσαν Ἑλληνικήν Βουλήν δι’ ἐπιμόρφωσιν τῶν ἐκλεγομένων Βουλευτῶν καί τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν ἐν γένει. Ἐν συνόλῳ ἀπέστειλεν 823 ἒργα, ἀποτελοῦντα 2631 τόμους. Παρεκάλει δέ τόν Καποδίστριαν νά τά ἐντοπίσῃ καί περισυλλέξῃ, διότι εἶχε τήν ὑποψίαν, ὃτι «φεῦ! ἐσκορπίσθησαν τά βιβλία μου κακήν κακῶς εἰς κάποιαν γωνίαν».

Ἐπίσης τοῦ συνιστᾷ νά μή λησμονήσῃ νά τιμήσῃ τούς ἐνισχύσαντας διά χρημάτων τόν ἀγῶνα τοῦ Ἒθνους καί τό νεοσύστατον Κράτος τῆς Ἑλλάδος ἐκφράζων εἰς αὐτούς τήν εὐγνωμοσύνην τῆς Πατρίδος. Καί ἀκόμη νά ἐνισχύσῃ τήν Παιδείαν διά νά μή φεύγωσιν οἱ νέοι εἰς τό ἐξωτερικόν διά τάς ἀνωτέρας σπουδάς των, διότι «ἡ Ἑλλάς κινδυνεύει ἐν τέλει νά ἀποκτήσῃ πολίτας ξένους ἀλλ’ ὂχι Ἓλληνας». Κάτι μᾶς λέγει αὐτό καί διά τούς ξενητευομένους σήμερον ἀπό τήν Ἑλλάδα εἰς τό ἐξωτερικόν φοιτητάς καί τελειοφοίτους. Συμβουλεύει ἀκόμη τόν Καποδίστριαν, διά νά καλύψῃ τά ἒξοδα τοῦ νεοσυστάτου Κράτους, νά ζητήσῃ δάνειον ἀπό τούς «βαθυπλούτους Ἂγγλους».

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ἀπαντᾷ εἰς τόν Ἀδαμάντιον τήν 5/11/1829, ὡς ἑξῆς: «… Αἱ προσπάθειαί μου διά νά ὀργανώσω τήν Δημοσίαν ἐκπαίδευσιν ἀπήντησαν δυσκολίας … φθάσας εἰς Ἑλλάδα δέν ηὗρον μήτε καλύβας ἱκανάς νά σκεπάσωσι χιλιάδας οἰκογενειῶν λιμοκτονούσας». Τελειώνει δέ τήν ἐπιστολήν του: «Σέ βεβαιῶ τήν ἀπό μέρους τοῦ Ἒθνους ἀποκειμένην πρός σέ εὐγνωμοσύνην καί τήν παρ’ ἐμοῦ ἐξαίρετον ὑπόληψιν καί τιμήν».

Πρός τόν Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον εἰς Τριπολιτσάν γράφει τήν 4/7/1823 συμβουλεύων αὐτόν: «Διά νά ἀποφεύγωσιν οἱ πολῖται τήν ἐπιθυμίαν τῆς δεσποτείας, ἣτις ὁδηγεῖ εἰς τήν τυραννίαν, πρέπει νά ἐφαρμόζωσι τήν Ἰσονομίαν, πού εἶναι ἡ μόνη ἀληθής Πολιτική». Καί τοῦ παραθέτει μίαν ῥῆσιν τοῦ Ῥωμαίου Αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου, τήν ὁποίαν ὁ Ἀδαμάντιος ἀναπτύσσει ἐπί τό ἁπλούστερον ὡς κάτωθι: «Ὃστις θεμελιώνει Πολιτείαν ἂνευ Ἰσονομίας, δέν κτίζει πύργον Ἐλευθερίας, ἀλλά σχεδιάζει καλύβην ἀδύνατον νά ἀντισταθῇ εἰς τούς πρώτους ἀνέμους ἢ εἰς τάς πρώτας βροχάς». Μία ἂλλη συμβουλή του εἰς τόν Ἀλέξανδρον Μαυροκορδᾶτον ὑπῆρξεν ἡ κάτωθι ἀρχαία ῥῆσις: «Τό ἐν ἀρχῇ γιγνόμενον κακόν γνῶναι, οὐ τοῦ τυχόντος, ἀλλά τοῦ πολιτικοῦ ἀνδρός». Δηλ. τό νά γνωρίζῃ κάποιος ἓν κακόν εἰς τήν ἀρχήν του μόλις αὐτό ἀρχίζει νά δημιουργῆται, δέν εἶναι ἲδιον τοῦ τυχόντος ἀνθρώπου, ἀλλά τοῦ ἱκανοῦ πολιτικοῦ ἀνδρός (διά νά τό ἀποφεύγῃ βεβαίως). Θά συμφωνῆτε καί σεῖς ὃτι αὐτή ἡ ἀρχαία ῥῆσις ἀφορᾷ μεγάλως καί κάποιους Κυπρίους πολιτικούς μας.

Εἰς ἐπιστολήν του πρός τόν Ὀδυσσέα Ἀνδροῦτσον, τήν 17/6/1824, τοῦ γράφει ὃτι διακατέχεται ἀπό ἀνάμεικτα αἰσθήματα χαρᾶς καί λύπης. Χαρᾶς, διότι τά τέκνα τῆς Ἑλλάδος ἀγωνίζονται ἀσθμαίνως νά ἐλευθερώσωσι τήν σκλαβωμένην πατρίδα των. Ταὐτοχρόνως ὃμως καί λύπης, διότι κάποιοι ἐξ αὐτῶν δέν ἀντιλαμβάνονται, ὃτι αἱ μεταξύ των διχόνοιαι δέν δύνανται νά τούς φέρωσι τήν «αὐτόνομον ἐλευθερίαν», ἣτις ἁρμόζει εἰς «τά ἐκχυθέντα τίμιά των αἳματα καί εἰς τήν Ἑλλάδα». Δυστυχῶς, λέγει, τά μαθήματα, πού ἐλάμβανον ἀπό τούς Τούρκους κατά τήν διάρκειαν τῆς πολυετοῦς δουλείας, τούς ἠμπόδισαν νά μάθωσι «τό σωστικόν τῆς ἐλευθερίας μάθημα, τήν Δικαιοσύνην».

Χαίρομαι, τοῦ γράφει κατωτέρω, πού καί σεῖς ἐπιθυμεῖτε τήν ὁμόνοιαν καί τήν παρουσίαν εἰς Ἑλλάδα διδασκάλων ὁμονοίας. Διότι αὓτη, «ἡ ὀρθή Παιδεία, εἶναι ὁ φύλαξ τῆς Ἐλευθερίας. Ἡ Παιδεία φέρει τήν Δικαιοσύνην καί τήν ἀκολουθοῦσαν αὐτήν Ὁμόνοιαν». Δέν ἀναφέρομαι εἰς σέ, φίλε Ὀδυσσεῦ, τοῦ λέγει. «Ἀλλά δυστυχῶς ἀνάμεσον σας εὑρίσκονται ἂνθρωποι οἱ ὁποῖοι νομίζουσιν, ὃτι ὃποιος κρατεῖ ὃπλα εἶναι καί ἐλεύθερος καί δυνατός καί ἀσφαλής. Αὐτοί πλανῶνται μεγάλην πλάνην. Διότι μόνη ἡ Δικαιοσύνη φέρει τήν Ἐλευθερίαν, τήν Δύναμιν καί τήν Ἀσφάλειαν. Ὃπλα ἂνευ Δικαιοσύνης γίνονται ὃπλα ληστῶν. Ἡ Ἀνδρεία ἂνευ Δικαιοσύνης εἶναι εὐτελές προτέρημα». Ἀκόμη δέ τοῦ γράφει: «Καί αὐτή ἡ Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ θά ἦτο ἂνευ ὀφέλους διά τούς ἀνθρώπους, ἐάν αὓτη δέν ἦτο ἡνωμένη μέ τήν ἂπειρον Δικαιοσύνην Του».

Πρός τόν Γεώργιον Κουντουριώτην, 12/2/1825, Πρῶτον Πρόεδρον τῆς Ἐθνικῆς Συνελεύσεως εἰς Ναύπλιον συμβουλεύει τά ἑξῆς: «Τῶν Ἑλλήνων τά πνεύματα εἶναι εὐκίνητα. (Σημ.: Αὐτό ἐλήφθη ἀπό τό Ὁμηρικόν «ἀνθρώπων φρέναι στρεπταί»). Ἐάν εὓρωσι τήν οἰκοδομήν τῆς πολιτείας, τήν ὁποίαν τώρα κτίζετε, θεμελιωμένην εἰς ἂμμον καί ὂχι εἰς πέτραν, ἑκατόν χρόνοι δέν θέλουν περάσει πρίν ἀνατρέψωσι ταύτην».

Ἡ ἐπιστολή του πρός τήν ἐν Λονδίνῳ Ἑλληνικήν Ἀποστολήν, 21/1/1824, εἶναι ἐξ ἲσου ἐνδιαφέρουσα. Τούς γράφει λοιπόν:

«Οἱ ξένοι δέν θά μᾶς σεβασθῶσιν ποτέ, ἐκτός ἐάν δέν τούς πληροφορήσῃ ἡ σταθερά πολιτική διαγωγή μας, ὃτι ἒχομεν ἀποτινάξει τόν ζυγόν τοῦ τυράννου, διά νά ὑποταχθῶμεν εἰς τόν ζυγόν Νόμων τιθεμένων, ὡς εἶναι δίκαιον, ὑπό τῶν Ἀντιπροσώπων ὃλου τοῦ Ἒθνους καί μόνον. Αὐτήν δέ τήν πληροφορίαν θά λάβωσιν οἱ ξένοι, ὃταν ἲδωσι τό Ἒθνος ὁμονοοῦν, ὃτι ἀποστρεφόμεθα τήν ἀνισότητα, ὃταν οἱ Ἀντιπρόσωποί μας (εἰς τήν Βουλήν) οἰκονομοῦν αὐστηρῶς τούς ἱδρῶτας τοῦ Ἒθνους, ὃτι ἐξοδεύουν μόνον εἰς ὃσα ὠφελοῦσι τό Ἒθνος, ἢτοι εἰς τήν κοινήν ὃλων Παιδείαν καί εἰς τήν βελτίωσιν τῶν Ἠθῶν, ἂνευ τῶν ὁποίων καί οἱ πλέον δίκαιοι Νόμοι γίνονται ὓφασμα ἀράχνης…. Ὃστις γεννᾶται καί τρέφεται εἰς πολίτευμα ἂνομον καί ἂδικον, ἐξ ἀνάγκης ἂδικος καί δεσποτική πρέπει νά εἶναι ἡ ψυχή του».

Εἶναι γνωστόν, συνεχίζει ὁ Κοραῆς, ὃτι εἰς ὂλα τά Ἒθνη δυστυχῶς ὀλίγοι ἐφάνησαν οἱ καλοί σταδιοδρόμοι. Εἰς τήν πολιτικήν συμβαίνει ὃ,τι καί εἰς τήν θρησκείαν: «πολλοί κλητοί, καί ὀλίγοι ἐκλεκτοί». Εἰς τήν πολιτικήν πρέπει ὁ πολιτικός «νά χρυσώσῃ τήν Πατρίδα του καί ὂχι τόν ἑαυτόν του», ὡς ἒπραξαν ἂλλοτε ὀ δίκαιος Ἀριστείδης, ὁ Σωκράτης καί ὁ Φωκίων, καί εἰς τούς συγχρόνους καιρούς μας ὁ Washington, ὁ Φραγκλῖνος καί ὁ Jefferson. Καί παραθέτει τό ἀρχαῖον ῥητόν: «Ἐάν δέ καί ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐάν μή νομίμως ἀθλήσῃ». Νομίμως δέ, συνεχίζει ὁ Κοραῆς, σημαίνει ἰσονόμως, δικαίως, ἀδελφικῶς, χωρίς ὑπεροχήν τοῦ ἑνός ἢ κάποιων ἒναντι τῶν ἂλλων, πλήν εἰς τήν περίπτωσιν ἐκείνην ἀπονομῆς τιμῆς ὑπό τοῦ συνόλου διά τήν ἀνωτέραν φρόνησιν καί ἀρετήν ἑνός συμπολίτου των. Μόνη ἡ Δικαιοσύνη σώζει τά Ἒθνη, τά κάμνει σεβαστά, διότι αὓτη πολλαπλασιάζει τήν δύναμιν τῆς Πολιτείας, συσφίγγουσα τά μέλη της ὃλα μέ τόν ἱερόν δεσμόν τῆς Ἰσονομίας. Ἐάν ὁμονοῆτε, τίποτε δέν ἒχετε νά φοβῆσθε.

Μετά ἀπό τήν ἀνωτέρω σταχυολόγησιν ἐπιμελῶς ἐπιλεγμένων ἀποσπασμάτων ἐκ τῶν πολυαρίθμων ἐπιστολῶν τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ πρός ἐξέχοντα μέλη τῆς Ἑλληνικῆς Κοινωνίας εἰς Ἑλλάδα καί τό ἐξωτερικόν εἶμαι βέβαιος, ὃτι θά ἒχητε ἢδη ἀντιληφθῆ τήν βαθεῖαν Παιδείαν, Θρησκευτικότητα καί Ἠθικόν ὓψος τοῦ ὑπερόχου αὐτοῦ ἀνδρός τῶν Γραμμάτων, τῆς Θρησκείας καί τῆς Ἐπιστήμης καί τοῦ μοναδικοῦ πάθους πού τόν διακατεῖχε διά τήν ἀναγέννησιν τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων καί τῆς ἀνακάμψεως τοῦ Ἒθνους ἐπί ὑγιῶν ἀρχῶν καί θεμελίων.

Κρίνω λοιπόν, ὃτι κατόπιν τῶν ἀνωτέρω ἒχω καθῆκον νά σᾶς εἰσάξω, καί πάλιν ἐν μεγάλῃ συντομίᾳ, ἀκόμη βαθύτερον εἰς τήν ἀνυπέρβλητον σκέψιν αὐτῆς τῆς ἐξόχου καί μοναδικῆς προσωπικότητος τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Πρός τοῦτο ἒχω ἐπιλέξει τήν παράθεσιν κάποιων μοναδικῶν παραινέσεων τοῦ Κοραῆ πρός τό Ἒθνος:

Ἀπό τό ΣΑΛΠΙΣΜΑ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΡΙΟΝ: (ἢ Ἡ Ἑλλάς ἀπευθύνεται πρός τά τέκνα της). Ἒτος 1801. Ἀρχίζει δέ ὡς ἐξῆς:

«Σᾶς γράφω, ὃσα θά ἢθελε νά σᾶς εἰπῇ ἡ κοινή Μήτηρ ἡμῶν καί

Πατρίς, ἡ δυστυχής Ἑλλάς, ἐάν ἐλάμβανε φωνήν καί γλῶσσαν».

Φαντασθῆτε ὃτι ἒχετε ἐνώπιόν σας τήν μητέρα μας, τήν παλαιάν ἐκείνην καί περίφημον εἰς ὃλα τά ἒθνη καί εἰς ὃλους τούς αἰῶνας Ἑλλάδα, ἡ ὁποία τώρα ῥακένδυτος, μέ ξεσχισμένα ῥοῦχα, ἀνυπόδητος, ὀδυρομένη καί κλαίουσα, εἰς ἀθλίαν κατάστασιν καί αἱμάσσουσα ζητεῖ ἀπ’ ὃλους μας ἐκδίκησιν διά τήν θηριότητα τῶν Τούρκων.

Καί ὡς ἡ φωνή τῆς ὑποδούλου Ἑλλάδος συνεχίζει ὁ Κοραῆς: «Ἒθνος τρισβάρβαρον, ἒθνος μιαρόν, ἒθνος διαφόρου γλώσσης καί θρησκείας, ἐν ὀλίγοις τό ἒθνος τῶν Τούρκων, ἒπεσεν ἐπάνω εἰς ἐμέ τήν δυστυχεστάτην μητέρα σας, τήν Ἑλλάδα, ὡς σφοδρά λαῖλαψ καί ἀνεμοστρόβιλος. Ἒπεσεν ἐπάνω μου τό ἀπάνθρωπον γένος τῶν Μουσουλμάνων, ὡς ἂγριος λύκος, κατασπαράσσον με καί διασκορπίζον τούς σοφωτέρους ἐξ ὑμῶν εἰς διαφόρους χώρας «φέροντες οὗτοι μεθ’ ἑαυτῶν τῆς προγονικῆς αὐτῶν σοφίας τά λείψανα».

Συνεχίζων ἐπαινεῖ τήν Γαλλίαν τοῦ Ναπολέοντος, ἣτις μεταφέρουσα τόν πόλεμον εἰς τήν Αἲγυπτον «τήν ἀπέσπασεν ἀπό τάς αἱμοβόρους χεῖρας τῶν Τούρκων, ὡς δρόσος ἐξ οὐρανοῦ φέρουσα εἰς τούς Αἰγυπτίους τά φῶτα καί τήν ἐλευθερίαν». Δι’ αὐτό οἱ Ἓλληνες πρέπει νά ἐκμεταλλευθῶσι τήν μοναδικήν εὐκαιρίαν πού τούς δίδεται διά τῆς «ἁλώσεως τῆς Αίγύπτου» ὑπό τῆς Γαλλίας. Πρέπει, λέγει εἰς τούς Ἓλληνας, «νά μιμηθῶσι τάς ἀνδραγαθίας τῶν Γάλλων, οἳτινες μιμηθέντες τούς προγόνους ἡμῶν τῶν Ἑλλήνων, ἒφθασαν εἰς τῆς δόξης τόν ἀνώτατον βαθμόν». Καί ἀκόμη οἱ Ἓλληνες νά μιμηθῶσι τήν πολεμικήν τακτικήν τῶν «σοφῶν Γάλλων» ὡς τούς χαρακτηρίζει, καί προτρέπει τούς Ἓλληνας νά ἒχωσιν «ἀγάπην θερμήν καί φιλίαν ἂδολον πρός τούς Γάλλους».

Παραθέτει δέ τό ποίημά του


Φίλους τῆς ἐλευθερίας

τῶν Γραικῶν τῆς σωτηρίας

ὃταν ἒχωμεν τούς Γάλλους

τίς ἡ χρεία ἀπό ἂλλους;


Γάλλοι καί Γραικοί δεμένοι

μέ φιλίαν ἡνωμένοι

δέν εἶναι Γραικοί ἢ Γάλλοι,

ἀλλ’ ἓν Ἒθνος, Γραικογάλλοι.

Προτρέπει ἀκόμη τούς Ἓλληνας νά βοηθήσωσι μέ τά καράβια των, μέ τάς χεῖράς των, μέ τάς καρδίας των τούς φίλους τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους Γάλλους, «διά τήν παντελῆ τῆς Αἰγύπτου κατάσχεσιν, τῆς ὁποίας ἡ Ἐλευθερία εἶναι τῆς Ἑλλάδος ὃλης κοινή σωτηρία». Καί νά ἐνθυμῆσθε πάντοτε, λέγει εἰς τούς Ἓλληνας, ὃτι «ἀφ’ ὃσας δυστυχίας δύναται νά πάθῃ ὁ ἂνθρωπος, ἡ πλέον ἀπαρηγόρητος εἶναι ἡ δουλεία».

Καί συνεχίζει: Ἐάν οἱ Ἓλληνες πολεμήσωσι μέ γενναιότητα καί μεγαλοψυχίαν καί ὃλοι ἡνωμένοι πρός ἐκδίωξιν τῶν βαρβάρων Τούρκων, τότε ἡ σύγχρονος δόξα των θά παραβάλληται μέ ἐκείνην τῶν Ἡρώων τῆς Σαλαμῖνος, τοῦ Μαραθῶνος, τῶν Πλαταιῶν καί τῶν Θερμοπυλῶν. Ἀκόμη θά γίνωσι, τούς λέγει, ἐνδοξώτεροι τοῦ Μιλτιάδους, τοῦ Θεμιστοκλέους καί τοῦ Λεωνίδου, διότι – παρακαλῶ αὐτό τό σημεῖον πρέπει νά τό σημειώσωμεν ὃλοι πολύ καλῶς – εἶναι «πολύ εὐκολώτερον κατόρθωμα νά ἐμποδίσῃ τις ἀπό τήν ἀρχήν τόν ἐχθρόν νά ἐμβῇ εἰς τήν κατοικίαν κάποιου, παρά νά τόν ἐκδιώξῃ ἀπό αὐτήν ἀφοῦ ῥιζωθῇ χρόνους πολλούς εἰς αὐτήν». Αὐτήν τήν διαχρονικήν συμβουλήν τοῦ Κοραῆ θά ἒπρεπε νά εἲχομεν καί νά ἒχωμεν πάντοτε πολύ καλῶς εἰς γνῶσίν μας καί ἡμεῖς οἱ Κύπριοι. Ἂς ἒχωμεν λοιπόν ὑπ’ ὂψιν μας τήν ῥῆσιν αὐτήν ὡς ἀνταπάντησιν πρός κάποιας μακροχρονίους ἀπόψεις.

Περαιτέρω τούς προτρέπει ὡς ἑξῆς: «Πολεμήσατε τούς ἀπανθρώπους καί σκληρούς Τούρκους, ὂχι ὡς Τοῦρκοι, ὂχι ὡς φονεῖς, ἀλλ’ ὡς γενναῖοι τῆς ἐλευθερίας στρατιῶται, ὡς ὑπερασπισταί τῆς ἱερᾶς ἡμῶν θρησκείας καί τῆς πατρίδος». Καί προχωρῶν ἐπεξηγεῖ τήν ἀνωτέρω παραίνεσίν του: Ἂς ἀποθάνῃ, λέγει, «ὃστις τυραννικῶς σφίγγει τῶν Γραικῶν τάς ἁλύσεις, καί τούς ἐμποδίζει νά ῥίξωσι τά δεσμά των». Ὃμως πρέπει νά σπλαχνισθῆτε τόν ἣσυχον Τοῦρκον. Ἂς εἶναι ἡ ἐκδίκησις τῶν Ἑλλήνων φοβερά, ἀλλά νά γένῃ μέ Δικαιοσύνην. «Ἂς δείξωμεν εἰς τό ἀπάνθρωπον τῶν Μουσουλμάνων γένος, ὃτι διακατεχόμεθα μόνον ἀπό τήν ἐπιθυμίαν τῆς Ἐλευθερίας, καί ὂχι ἀπό τήν δίψαν τοῦ φόνου καί τῆς ἁρπαγῆς. Ἂς μάθωσιν οἱ ἀπάνθρωποι Τοῦρκοι ἀπό τήν ἡμετέραν φιλανθρωπίαν».

Καί καταλήγει μέ τούς ἑξῆς ὑπερόχους λόγους:

«Ἐπικαλεσάμενοι λοιπόν τήν ἐξ οὐρανοῦ βοήθειαν, καί ἀσπασάμενοι ὁ εἷς τόν ἂλλον μέ τά δάκρυα τῆς ἐλπίδος καί τῆς χαρᾶς, οἱ νέοι μέ τά ὃπλα, οἱ γέροντες μέ τάς εὐχάς καί τάς παραινέσεις, οἱ ἱερεῖς μέ τάς εὐλογίας καί τάς πρός τόν Θεόν δεήσεις, ὃλοι ὁμοῦ ἡνωμένοι, γενναῖοι τοῦ Ἑλληνικοῦ ὀνόματος κληρονόμοι, πολεμήσατε γενναίως περί πίστεως, περί πατρίδος, περί γυναικῶν καί περί τέκνων….».

Θά συμφωνῆτε, ἀγαπηταί ἀκροάτριαι καί ἀκροαταί, ὃτι αἱ παραινέσεις τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ πρός τόν σκλαβωμένον Ἑλληνικόν λαόν εἰς τό «Σάλπισμα Πολεμιστήριόν» του, δέν δύνανται νά χαρακτηρισθῶσιν ὡς μία ἁπλῆ καί συνήθης προτροπή. Ἀποτελεῖ ἓν ὓψιστον Πατριωτικόν καί Πολιτικο-Θρησκευτικόν Ἱερόν Εὐαγγέλιον καί Κήρυγμα πλῆρες συμβουλῶν καί νουθεσιῶν πρός τόν σκλαβωμένον Ἑλληνισμόν, ὃστις προητοιμάζετο διά τόν Ἀπελευθερωτικόν ὑπεράνθρωπον Ἀγῶνά του πρός ἀποτίναξιν τῶν πολυετῶν τῆς δουλείας δεσμῶν.

Τό «Πολεμιστήριον Σάλπισμα» ὁ Κοραῆς τό ἐπανεξέδωσε τήν 20/8/1821 μέ τήν ἒναρξιν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐθνεγερσίας. Εἰς αὐτό προσέθεσε καί τό διήνθισε μέ κάποιας ἐπί πλέον βαρυσημάντους παραινέσεις πρός τούς Ἓλληνας μαχητάς. Κατωτέρω μερικαί ἐξ αὐτῶν:

– Πολίτης δέν εἶναι ἂξιος νά ὀνομάζηται, πλήν ὁ ἐλεύθερος, καί ἀληθῶς ἐλεύθερος μόνος ἐκεῖνος εἶναι καί λογίζεται, ὃστις δύναται νά φυλάξῃ τήν ἐλευθερίαν του. Καί οὐδείς δύναται νά τήν φυλάξῃ μόνος, ἐάν δέν ἒχῃ συμφύλακας τούς συμπολίτας του καί ἐάν δέν μοιρασθῇ μέ αὐτούς ἰσονόμως τήν φροντίδα τῆς φυλάξεώς της. Μόνη ἡ Ἰσονομία εἶναι ἡ ἀσφαλεστάτη φύλαξις τῆς Ἐλευθερίας: αὐτή μόνη γεννᾷ τήν Εὐνομίαν καί τήν ἀχώριστον ταύτης Εὐδαιμονίαν, διότι αὐτή μόνη παύει τάς κακίας καί αὐξάνει κάθε ἡμέραν τάς ἀρετάς τῶν πολιτῶν καί τούς καθιστᾷ εἰρηνικούς εἰς τάς πόλεις των, φοβερούς εἰς τούς ἐχθρούς καί σεβαστούς εἰς τούς φίλους των». Ἐδῶ παρεμπιπτόντως συμπληρώνω ὃτι τήν γνωστήν φράσιν «ἡ Ἑλλάς σεβαστή εἰς τούς φίλους της καί φοβερά εἰς τούς ἐχθρούς της», ὡς βλέπομεν, πρῶτος τήν διετύπωσεν ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς.

Καί συνεχίζει τήν παραίνεσίν του: «Δι’ αὐτό καί ὁ ἀρχηγός τῆς ἱερᾶς ἡμῶν Θρησκείας ἒβαλε βάσιν καί θεμέλιον τῆς διδαχῆς του καί μόνον γνώρισμα τῶν ἀληθῶς πιστευόντων εἰς αὐτόν τήν Ἰσονομίαν, τήν ὁποίαν ὠνόμασεν Ἀγάπην τοῦ πλησίον. Ὃστις λοιπόν δέν ἀσπάζεται τόν ἱερόν ζυγόν τῆς Ἰσονομίας, εἶναι καί κακός πολίτης καί κακός χριστιανός. Ὃστις ἀποστρέφεται τήν Ἰσονομίαν, αὐτός ἀποστρέφεται τήν διδαχήν τοῦ Χριστοῦ, ἣτις λέγει ὃτι ἡ φιλία τῆς ἀνισότητος εἶναι ἀληθής ἀκαθαρσία». «Ὁ λόγος δέ», λέγει, «πού ἠφανίσθησαν τόσαι βασιλεῖαι, ἀριστοκρατίαι καί δημοκρατίαι εἶναι διότι «οἱ νόμοι ἒπαυσαν νά εἶναι ἲσοι δι’ ὃλους».

Ἐδῶ, διά τήν Ἰσονομίαν, πρέπει νά σημειώσω ὃτι αὐτήν ἢδη πέραν τῶν δύο χιλιετιῶν, προτοῦ οἱ Διαφωτισταί καταστήσωσι ταύτην τῷ 1789 ὡς βασικήν ἀρχήν τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, ἐδίδαξε ταύτην ὁ Ἀριστοτέλης εἰς τά «Πολιτικά» του, ὃστις ἀναφέρει, ὃτι «δέν ὑπάρχει πολίτευμα ἐκεῖ ὃπου οἱ νόμοι δέν ἂρχουσι, διότι πάντων πρέπει ὁ νόμος νά ἂρχῃ». Καί ἀκόμη πολύ μεταγενεστέρως του, τόν 9ον αἰῶνα μ.Χρ., ὁ Πάπας Γρηγόριος ὁ 9ος ἐπαναλαμβάνει τήν ἰδίαν ἀρχήν ὡς ἑξῆς: «Ὃποιος θέτει ἓν σύστημα νόμων διά τούς ἂλλους, πρέπει καί ὁ ἲδιος νά ὑπακούῃ εἰς αὐτό».

Συνεχίζων ὁ Κοραῆς μεταφέρει τήν προσοχήν τῶν Ἑλλήνων εἰς τά τῆς Εὐρώπης. Καί γράφει: «Δυστυχῶς καί εἰς αὐτήν τήν Εὐρώπην, ἐάν ὁ λαός ταύτης ἐμάνθανε καί ἐσυνειδητοποίει τήν εἰς τάς πολυαρίθμους Ἀκαδημίας ταύτης διδασκομένην σοφίαν, ὃτι δηλ. ἡ Πολιτική δέν δύναται νά διαχωρίζηται ἀπό τήν Ἠθικήν, ὡς τήν διαχωρίζουσι σήμερον οἱ πολιτικοί τῆς Εὐρώπης, δέν θά εὑρισκώμεθα πρό τῆς ἓως τώρα τόσον παραξένου ἀδιαφορίας τῶν ἡγετῶν των πρό τῶν συμφορῶν ἐκ τῆς ἀδικίας, αἱ ὁποῖαι μαστίζουσι σήμερον τούς λαούς». Βλέπομεν λοιπόν πόσον διορατικός ὑπῆρξεν ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς, ὁ ὁποῖος ἐνετόπισε τήν αἰτίαν τῶν ἀδικιῶν πού μαστίζουσι τόν κόσμον, τῶν ὁποίων ἀδικιῶν καί ἡμεῖς οἱ Κύπριοι ἒχομεν πικράν πεῖραν, ὃτι ἒχουσιν εἰς τήν βάσιν των τόν διαχωρισμόν τῆς Πολιτικῆς ἀπό τήν Ἠθικήν.

Καί προχωρεῖ ἀκόμη περισσότερον μέ τά ἑξῆς ὑπέροχα καί προφητικά: «Ἐκεῖνο τό Ἒθνος τό ὁποῖον δέν δύναται νά χαίρῃ, χωρίς να κλαίωσιν ἂλλοι, καί οὒτε διά νά χαίρηται τήν εὐτυχίαν του, πρέπει νά ὑπάρχωσιν αἳματα ἂλλων ἐθνῶν, πρέπει νά γνωρίζῃ καλῶς καί νά μήν ἀμφιβάλλῃ, ὃτι καί αὐτό τό Ἒθνος αἳματα καί δάκρυα προετοιμάζει διά τούς ἀπογόνους του».

Εἰς τάς μοναδικάς καί βαρυσημάντους νουθεσίας πρός τούς Ἓλληνας ὑπό τόν γενικόν τίτλον ΗΘΙΚΗ καί ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ἂλλως κατά τόν Πλούταρχον καί τόν Κικέρωνα «Ἡ Τέχνη τοῦ Βίου» καί κατά τόν Φιλόσοφον Αὐτοκράτορα Μᾶρκον Αὐρήλιον «Ἡ Βιωτική», ὁ Κοραῆς εἰς τήν παραίνεσίν του μέ τίτλον «Ἐλευθερία ἢ Θάνατος» συμβουλεύει τούς Ἓλληνας ὃτι ὁ ἱερός αὐτός ὃρκος τῶν Ἑλλήνων μαχητῶν τούς ὑποχρεώνει ὃλους νά εἶναι οἱ κτίσται τῆς πολιτείας, ἣτις θά προέλθῃ ἐκ τῶν ὑπέρ ἀνεξαρτησίας τῆς πατρίδος των ἀγῶνας. Καί τούς τονίζει: «Ὀφείλετε νά κτίσητε τήν Ἐλευθερίαν ἐπί τῆς Πέτρας καί ὂχι ἐπί τῆς Ἂμμου. Ἡ Πέτρα εἶναι ὁ μόνος ἰσχυρός θεμέλιος λίθος τοιαύτης οἰκοδομῆς». Καί ἐξηγεῖ εἰς τούς Ἓλληνας ποία πρέπει νά εἶναι ἡ θεμέλιος Πέτρα τῆς Πολιτείας – εἶναι ἡ Ἓνωσις τῆς Πολιτικῆς μέ τήν Ἠθικήν. «Ἐάν χωρίσητε», τούς λέγει, «τά δύο ταῦτα, μήν ἐλπίζετε νά ἀπολαύσητε ποτέ, τήν ὁποίαν Ἐλευθερίαν ἐφαντάζεσθε, ὃτι ἒμελλε νά σᾶς φέρῃ ἡ κατάργησις τῆς Τουρκικῆς τυραννίας».

Καί τελειώνει τάς μνημειώδεις συμβουλάς του πρός τούς Ἓλληνας μαχητάς τῆς Ἐλευθερίας μέ τήν κάτωθι νουθεσίαν: «Μακράν ἀπό τήν Πολιτείαν μας ἡ πηγή ὃλων τῶν κακῶν, ἡ Ἀδικία … Ἂς δείξωμεν εἰς τούς τυράννους μας καί τούς συνηγόρους των», ἐδῶ ἐννοεῖ τόν Μέττερνιχ καί τούς ἀκολουθοῦντας τήν πολιτικήν του, «ὃτι ἐξεύρομεν νά ἑνώσωμεν τήν Πολιτικήν μέ τήν Ἠθικήν καί ὃτι ἀπό μόνην τήν ἓνωσιν αὐτῶν ἒχομεν νά προσμένωμεν τήν Εὐδαιμονίαν τῆς Ἑλλάδος».

Τέλος, εἰς τάς «Παραινέσεις πρός τούς Ἓλληνας Ταγούς», (2/8/1828), ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς προέτρεπε τούς Ἓλληνας Ἀρχηγούς, ὃπως προστατεύωσι τήν Ἐλευθερίαν τῶν Ἑλλήνων, ἣτις διά νά διαφυλαχθῇ, πρέπει νά βασίζηται, κατά τήν ῥῆσιν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, εἰς «παιδείαν τήν ἐν δικαιοσύνῃ».

Κατά τήν ἂποψιν τοῦ Κοραῆ παρ’ ὃλον ὃτι οἱ Ἓλληνες διακατείχοντο ἀπό τήν διακαῆ ἐπιθυμίαν τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Ἑλλάδος ἀπό τόν βάρβαρον καί καταπιεστικόν ζυγόν τῶν Τούρκων τυράννων, ἐν τούτοις ἡ Ἐπανάστασις τοῦ Ἒθνους ἐπῆλθε «πρό τοῦ πρέποντος καιροῦ», δηλ. προτοῦ ἑτοιμασθῆ ἀκόμη τό Ἒθνος καί διά τῆς καταλλήλου παιδείας, ἢτοι τῆς καταλλήλου μορφώσεως τῶν Ἑλλήνων, διότι εὐθύς μετά τήν Ἐπανάστασιν αἱ πράξεις τῶν Ἑλλήνων ἒδειξαν «τό ἂωρον (δηλ. τό ἂκαιρον) τῆς ἐπιχειρήσεως». Καί συνεχίζει: «Τί ὠφελεῖ ἡ Ἐλευθερία ἀπό τούς Τούρκους, ἐάν δέν φροντίσητε νά τήν σώσητε καί ἀπό τούς φοβερίζοντας τήν αὐτονομίαν της ἐμφυλίους πολέμους;»

Διότι: ἡ Ἐλευθερία, ἣτις ἀποκτᾶται μέ τόσα αἳματα καί τόσους ἀγῶνας, εἶναι ἀδύνατον νά διαφυλαχθῇ «χωρίς τόν ἱερόν δεσμόν τῆς ὁμονοίας καί τήν εἰς τούς νόμους τῆς πατρίδος ὑποταγήν». Καί ἐπανέρχεται ὁ Κοραῆς εἰς τό θέμα τῆς Δικαιοσύνης, ἣτις πρέπει νά διακατέχει κάθε καλόν καί χρηστόν πολίτην, ἀναφέρων εἰς τήν ἐπιστολήν του δύο ῥήσεις: Τήν μίαν ἐκ τῆς θρησκείας: «Οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἣλιος». Τήν ἂλλην τοῦ Σωκράτους: «Οὐχ οἷόν τε ἂνευ δικαιοσύνης ἀγαθόν πολίτην γενέσθαι». (Δέν δύναταί τις χωρίς τό αἲσθημα τοῦ δικαίου νά γίνῃ καλός πολίτης). Καί προσθέτει: Ἡ Δικαιοσύνη εἶναι ἡ μόνη ἱκανή νά θρέψῃ καί νά αὐξήσῃ τῆς ἀνδρείας τούς καρπούς.

Φέρει δέ εἰς αὐτούς ὡς παραδείγματα διακριθέντας χρηστούς πολίτας ἀπό ἂλλας Ἐπαναστάσεις τῆς τότε ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι παρέμεινον εἰς τήν Ἱστορίαν ὂχι μόνον διά τάς ἱκανότητας καί τά ἐπιτεύγματά των, ἀλλά κυρίως διά τήν χρηστότητά των: π.χ. Εἰς τήν Γαλλίαν ἀναφέρει τόν Lafayette, τόν ὁποῖον οἱ Ἀμερικανοί ἐχαρακτήρισαν «ἂδολον φίλον τῆς ἰσονομίας». Εἰς τήν Ἀμερικήν τόν Washington καί τόν Jefferson, εἰς τήν Βενεζουέλαν τόν Bolivar, πού ὑπῆρξαν παράδειγμα δικαιοσύνης εἰς τούς λαούς των.

Συνεχίζων ὁ Κοραῆς τάς παραινέσεις του πρός τούς Ἓλληνας Ταγούς τούς ἐξηγεῖ ὃτι «οἱ Νόμοι, τούς ὁποίους θεσπίζει ἡ Βουλή εἰς ἓν ἐλεύθερον πολίτευμα, εἶναι νόμοι τοῦ λαοῦ, ἐφ’ ὃσον εἶναι ὁ λαός ὃστις ἐκλέγει τούς Βουλευτάς. Ἡ δύναμις τῶν νόμων εἶναι δύναμις τοῦ λαοῦ – ὡς ἐκ τούτου ἀθετοῦντες τούς νόμους παραλύετε», τούς λέγει, «τήν δύναμίν σας». Τούς φέρει δέ καί πάλιν ὡς παράδειγμα τούς Ἀμερικανούς, οἱ ὁποῖοι εἰς ὀλίγον μόνον χρόνον μετά τήν Ἀνεξαρτησίαν των προώδευσαν, διότι κυβερνῶνται ἀπό τούς νόμους των καί «τούς σέβονται ὡς νόμους τοῦ Θεοῦ». Καί ἀκόμη ἐκεῖ: «Τόσον οἱ ἂρχοντες ὡς καί ὁ ἐλάχιστος πολίτης δέν γνωρίζουσι δεσπότην ἂλλον κανένα παρά τόν Νόμον».

Καί ἀκόμη συμβουλεύει τούς Ἓλληνας: οἱ δεσπόται μας Νόμοι, διά νά εἶναι σεβαστοί, πρέπει νά εἶναι ὀλίγοι, σύντομοι, σαφεῖς, κοινοί δι’ ὃλους τούς πολίτας, χωρίς προνόμια καί ἐξαίρεσιν καμμίαν, νά διορθώνωσι τά ἢθη καί νά ἀναγκάζωσιν εἰς τήν ἀρετήν ἀκόμη καί αὐτούς τούς ἐχθρούς τῆς ἀρετῆς. Καί ἡ Ἀρετή ἐξαρτᾶται ἀπό τήν Συνήθειαν καί αὓτη ἀπό τήν Ἓξιν. Εἰς τήν Εὐνομίαν ὁ πολίτης εὑρίσκει τήν ἡσυχίαν, τήν εἰρήνην καί τήν ἂδειαν νά κάμνῃ ὃ,τι θέλει, πλήν τῆς ἀδικίας.

Τό Τέλος τοῦ Κοραῆ: Ὁ Κοραῆς αἰσθανόμενος τό τέλος νά πλησιάζῃ εἶχε ζητήσει ἀπό τέσσαρας ἐπιστηθίους φίλους του, ὃπως φροντίσωσι νά ταξινομήσωσι τά χειρόγραφά του διά νά τά παραδώσωσιν εἰς τούς κληρονόμους του εἰς Χίον, ὡς ἀναφέρεται τοῦτο εἰς τήν Βιογραφίαν τοῦ Κοραῆ ὑπό τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.

Ἡ ἀρχή τοῦ τέλους τῆς ζωῆς τοῦ Κοραῆ ἐδόθη τῷ 1833, ὃταν εἰς μίαν κρίσιν ἀρθρίτιδος ἀπό τήν ὁποίαν ὑπέφερεν (la goutte) εἶχε μίαν σοβαράν πτῶσιν, καθ’ ἣν διεγνώσθη ὑπό τῶν φίλων ἰατρῶν του, ὃτι εἶχεν ὑποστῆ ἐξ αὐτῆς θλᾶσιν ὀστέων. Δι’ αὐτό καί παρέμεινε πολλάς ἡμέρας κλινήρης, ὁπότε ἐκ τῆς ἀκινησίας ἐξησθένησεν ὁ ὀργανισμός του καί προσεβλήθη ἐπί πλέον ὐπό βαρείας πνευμονίας. Ὃλα αὐτά μαζί, ἡ προχωρημένη ἡλικία, ἡ οὐρική ἀρθρῖτις, ἡ θλᾶσις ὀστέων καί ἡ πνευμονία ἐπέφερον τό μοιραῖον. Ὁ θάνατος του ἐπεσυνέβη τήν 6ην Ἀπριλίου, 1833, εἰς ἡλικίαν 85 ἐτῶν. Οἱ φίλοι του ἀναφέρουσιν, ὃτι μέχρι τήν τελευταίαν του πνοήν διετήρει ἀκμαίαν τήν πνευματικήν του διαύγειαν. Εἰς τήν κλίνην τοῦ πόνου ἐδιάβαζε τό βιβλίον τοῦ Μάρκου Αὐρηλίου, καί ἀνέγνω ἀνελλειπῶς μέχρι καί τήν τελευταίαν ἡμέραν τῆς ζωῆς του τήν δημοκρατικήν ἐφημερίδα « La tribune des departements », διά νά εἶναι ἐνήμερος ὃλων τῶν τελευταίων νέων, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς.

Ἒχων συναίσθησιν τοῦ πλησιάζοντος τέλους του, ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς ἐξεφράσθη ὡς ἑξῆς: «Ἡ λύπη καί ὁ σκώληξ, ὃστις μοῦ κατεσθίει τά σπλάχνα, εἶναι ὃτι ἀποθνήσκω χωρίς νά ὠφελήσω ὃσον ἐπιθυμῶ τήν Πατρίδα».

Ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς ἐτάφη εἰς τό Νεκροταφεῖον τοῦ Montparnasse. Παρόντες ἦσαν μόνον 5 ἐκ τῶν ἂλλοτε πολυαρίθμων φίλων καί θαυμαστῶν του. Αὐτό ἦτο ἀναμενόμενον ἀφοῦ οἱ περισσότεροι τούτων θά εἶχον ἢδη πρό πολλοῦ ἀποδημήσει εἰς Κύριον. Ἐπί τοῦ μνήματός του εἶχον ἀναγραφῆ εἰς τήν Γαλλικήν οἱ κάτωθι στῖχοι, τούς ὁποίους παραθέτω εἰς ἐλευθέραν μετάφρασιν εἰς τήν Ἑλληνικήν:

«Αὐτό τό εὐγενές τέκνον τῶν Ἑλλήνων

ἀναπολῶν τήν μεγαλοφυΐαν των,

Ὓψωσε διά τῆς φωνῆς του ἓνα λαόν ἡρώων.

Ἡ Γαλλία, ὦ Κοραῆ, ἡ Δευτέρα Πατρίς σου,

Σέ φυλάττει μέ ὑπερηφάνειαν

ἀνάμεσα στήν γαλήνην τῶν μνημάτων».

Ἀργότερον ἡ τέφρα τοῦ Κοραῆ μετεφέρθη εἰς Ἀθήνας. Ἡ μεταφορά της ἒγινε τήν 8ην Ἀπριλίου, 1877, ἢτοι μετά ἀπό 44 ἒτη, εἰς τό Πρῶτον Νεκροταφεῖον Ἀθηνῶν, ὃπου ἀνηγέρθη ἓν ἐπιβλητικόν μαυσωλεῖον πρός τιμήν του. Εἰς δέ τούς Παρισίους ἐπί τοῦ κενοταφίου του ἀνυψοῦται σήμερον ὀρειχαλκίνη προτομή του, κάτωθι τῆς ὁποίας ἀναγιγνώσκει κανείς τήν ἐπιτύμβιον φράσιν εἰς τήν Γαλλικήν καί Ἑλληνικήν, τήν ὁποῖαν συνέθεσεν ὁ ἲδιος ὁ Κοραῆς πρό τοῦ θανάτου του:

«ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ,

ΧΙΟΣ,

ΥΠΟ ΞΕΝΗΝ ΜΕΝ

ΙΣΑ ΔΕ ΤΗ ΦΥΣΑΣΗ Μ’ ΕΛΛΑΔΙ

ΠΕΦΙΛΗΜΕΝΗΝ ΓΗΝ

ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

ΚΕΙΜΑΙ»

Μέ ἐπροβλημάτισε πολύ ἡ κατακλείς τῆς παρούσης μελέτης. Κατέληξα δέ εἰς τό ὃτι δέν θά ἠδύνατο νά ὑπάρξη καταλληλοτέρα πρός τό Μέγιστον Πνεῦμα τοῦ τότε Ἑλληνισμοῦ ἀπό τό ψήφισμα τῆς ἐν Τροιζῆνι Γ΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως τῶν Ἑλλήνων τήν 9ην Ἀπριλίου, 1827, ζῶντος ἀκόμη τοῦ Ἀδαμαντίου:

«Ἡ Ἑλλάς Σέ συγχαίρει, ἂριστε συμπολῖτα, χαίροντα διά τήν ἀνάστασιν αὐτῆς. Εὐγνωμονεῖ εὐεργετηθεῖσα εὐεργεσίαν ἀνεκτίμητον ἓνεκα τῶν ἀρίστων συγγραμμάτων Σου. Ὁ πρός τήν Παιδείαν ἒρως τῶν Ἑλλήνων ἐπήγασεν ἀπό τά φῶτα, ὃσα πρό τινων χρόνων ἐνέσπειραν εἰς τάς καρδίας των τά Προλεγόμενά Σου, ἀπό τά βιβλία, ὃσα ἐπρομήθευσεν εἰς τήν Πατρίδα ὁ πατριωτισμός Σου, ἀπό τά σχολεῖα, ὃσα ἢγειραν αἱ σοφαί συμβουλαί Σου. Τοιούτων ἀγαθοποιῶν αἰτιῶν ἀποτελέσματα εἶναι τά ἐκ τῆς ἐλευθερίας ἀγαθά, ὃσα οἱ συμπολῖται Σου ἀπολαύουν τήν σήμερον. Τοιαῦτα ἀνεκτίμητα ἀγαθά εἶναι ἂξια τῆς εὐγνωμοσύνης τῶν γενεῶν καί τῶν αἰώνων.

Τό Ἑλληνικόν Ἒθνος, συνηγμένον εἰς Γ΄ Ἐθνικήν Συνέλευσιν Σοῦ προσφέρει τό σέβας καί τήν ἐκ τῆς καρδίας ἀγάπην του. Καταφιλεῖ τά χρυσᾶ Σου λόγια, τά σοφά Σου παραγγέλματα• συνομιλεῖ μέ τά βιβλία Σου, φωτίζει τό πνεῦμα καί τήν καρδίαν του εὐχόμενον νά μή παύσῃς τοῦ νά κοινοποιῇς τά ἀγαθά Σου φρονήματα εἰς τούς συμπολίτας Σου συμβουλεύων τούτους τά κοινῇ συμφέροντα, σεβασμιώτατε Γέρων, τῆς Ἐλευθερίας ὑπέρμαχε».

Καί μία παρατήρησις τοῦ ὑποφαινομένου γενικῶς ὁμιλοῦντος: Τόσον εἰς τήν Ἑλλάδα ὃσον καί τήν Κύπρον, ἀκόμη καί εἰς τάς ἂλλας χώρας, δέν δύναται, πιστεύω, εἷς πολιτικός νά θεωρῇ ἑαυτόν ὁλοκληρωμένον, ἐάν δέν ἒχῃ μελετήσει καί προσπαθήσει νά ἐφαρμόσῃ τάς σοφωτάτας Ἰδέας καί Παραινέσεις τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ, αἱ ὁποῖαι ἀποτελοῦν τό ἀπάνθισμα καί ἀπαύγασμα τῆς παγκοσμίου Ἠθικο-Πολιτικῆς σοφίας ἀπό τῆς ἐποχῆς τῆς Ἑλληνικῆς καί Ἑλληνιστικῆς Ἀρχαιότητος, τῶν Θρησκευτικῶν Συγγραμμάτων καί τῶν ἒργων τοῦ συγχρόνου του Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ.

Σᾶς εὐχαριστῶ,

Λάμπης Γ. Κωνσταντινίδης

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ,12/3/2019, #ODYSSEIA