Ε. Λειβαδά –Μαγδαληνή Ντούκα Μοντεσάντου: Οι Χιώτες στη Ρουμανία και στον ρου του Δούναβη (Μέρος Β)

η πλέον επικερδής επένδυση και προσελκύσθηκαν έτσι μεγάλες επενδύσεις διαθέσιμων κεφαλαίων και άλλων επιχειρηματιών, τραπεζιτών, εμπόρων και γαιοκτημόνων. Όμως και ο πρώτος αδελφός, ο Θεόδωρος παρόλο που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1831) και πέθανε στο Παρίσι (1891) φαίνεται πως έζησε κάποιο διάστημα στο Βουκουρέστι γιατί απέκτησε εκεί το 1872 έναν γιό, τον Ιωάννη.

Από το 1867 σημειώνονται δοσοληψίες του οίκου Νεγρεπόντη από το Βουκουρέστι με τους Μυτιληνιούς αδελφούς Κούμπα. Συγκεκριμένα οι τελευταίοι με έδρα το Καλαφάτ (22) και υποκαταστήματα σε Ρέσιπιτς, Τσετάτη και Βραΐλα, ανέλαβαν την προμήθεια μεγάλων ποσοτήτων σιτηρών και άλλων προϊόντων (π.χ. ρεπανόσπορου) για τον εξαγωγικό οίκο και των Νεγρεπόντη, αλλά και του άλλου σπουδαίου εξαγωγικού οίκου επίσης των Χίων Ροδοκανάκη στην Οδησσό. Στο Ημερολόγιό του (1871-1891) ο Γεώργιος Κούμπας στο «Καλαφάτ, 5 Νοεμβρίου 1879» σημειώνει για τους Νεγρεπόντη: «… ανεχωρήσαμε με φορτωτική δια κοιλά 440, παρεδώσαμεν εις Νεγρεπόντην κοιλά 507. Λοιπόν, είπον, εκλέψατε από την κυβέρνησην της Τουρκίας και εχαρίσατε εις τον Νεγρεπόντην μέχρι κοιλά 67, δηλαδή σταμπόλια (23) 1.340.  Και αντεμείφθημεν, είπεν, υπ’ αυτού μετά δυο ή τρία ταξίδια, φορτώσαντες από Βουλγαρίαν κριθάριά του, τα οποία παραδώσαντες εύρομεν έλλειψιν κοιλών 10, και ούτως εζημιώθημεν από τον ναύλον 20 fr. Αλλ΄η έλλειψις αύτη επί κοιλ. 500 κριθής, είπον, προς 2% μοι φαίνεται φυσική και συνήθης, διατί να αποζημιώσητε; Ο κ. Μενέλαος Νεγρεπόντης, είπεν ο καπ. Περικλής, κατακρατών με από τον ναύλον 20 fr. 10 δι’ αποζημίωσίν του μοι έλεγεν: ‘ηξεύρω ότι συ δεν έχεις από το κριθάρι αλλά σε ηπάτησαν εις την φόρτωσιν εκείνοι οι ιδικοί μου παραδοταί. Πρέπει όμως να πληρώσης την αποζημίωσιν δια να μάθης άλλοτε να προσέχης’. Τι να κάμω, εζημιώθην. Και άλλους ήκουσα, είπον, να έχωσι παράπονα κατά των Νεγροποντέων αλλ’ οι ιδικοί μας έμειναν ευχαριστημένοι. Οι περισσότεροι, είπεν, από εκείνους οίτινες εδούλευσαν με αυτούς την έπαθον και μένουν σήμερον πτωχοί». Τέτοιου είδους πληροφορίες και χαρακτηρισμοί για απάτες –ή και καχυποψίες- στις φορτώσεις, για κακή διαχείριση κινητών ειδών κι εμπορευμάτων, για λάθη σε καταμετρήσεις, για την πολιτική εναποθήκευσης των σιτηρών και των λοιπών προϊόντων και για διαφόρων ειδών πονηριές κατά το πάρε-δώσε απαντώνται συχνότατα σε παρεμφερή ημερολόγια και «βαρύνουν» όλους ένθεν κακείθεν.

Ο δρ. Σπυρίδων Φωκάς σημειώνει πως ο Οδυσσέας ήταν «Χίος εν Βραΐλα, μισθωτής αγροκτημάτων και ιδιοκτήτης 3 σιδηρών σλεπιών», αλλά και μεγάλος Έλλην σιτέμπορος. -Τα σιδηρά σλέπια προέκυψαν αμέσως μετά το 1866 λόγω ανταγωνισμού ουγγρικών, γερμανικών και αυστριακών ποτάμιων στόλων-. Η μίσθωση αγροκτημάτων ήταν μια παράλληλη δραστηριότητα που εξασκούσαν οι Έλληνες μεγαλέμποροι. Παράλληλα με το σιτεμπόριο –κυρίως-, προχωρούσαν στην εκμίσθωση μοναστηριακών κτημάτων πριν αυτά δημευθούν. Η πιο γνωστές περιπτώσεις είναι του Ευαγγέλη Ζάππα και του Παναγή Χαροκόπου (24). Όμως και οι αδελφοί Νεγρεπόντη φαίνονται ενοικιαστές. Ο Οδυσσέας νοίκιαζε κτήματα στη Μολδοβλαχία και με τον αδελφό του, Μενέλαο, διατηρούσαν εμπορικά καταστήματα στο Βουκουρέστι και στο Γαλάτσι. Η εμπλοκή τους με τη ναυτιλία ήρθε μετέπειτα ως αναγκαία πορεία για την εξυπηρέτηση των εμπορικών τους συμφερόντων. (Το αντίθετο παρατηρείται με τους Κεφαλλονίτες και τους Ιθακησίους οι οποίοι με βάση τη ναυτιλία επεκτάθηκαν στο εμπόριο).

Ο μελετητής δρ. Σπ. Φωκάς συγκαταλέγει τους αδελφούς Νεγρεπόντη –ένας από αυτούς και ο Ν.Ι. Νεγρεπόντης με 13 σλέπια- ανάμεσα στους πρώτους Έλληνες εφοπλιστές του ποταμού οι οποίοι ακολούθησαν τον εκσυγχρονισμό αντικαθιστώντας τα ξύλινα σλέπια με σιδηρά (25). Οι Νεγρεπόντη τα χρόνια 1894-1895 είχαν νηολογημένα στα ρουμανικά λιμάνια μόνον 3 σλέπια από τον συνολικό στόλο τους τα οποίο αντί ονομάτων έφεραν αριθμούς «Νο 34», «Νο 35» και «Νο 36» και το 1900 ο Γ.Ο. Νεγρεπόντης είχε 4: τα τρία που ήδη έχουν αναφερθεί και το «Καλλιόπη».  Πρόκειται για το τρίτο παιδί του Οδυσσέα, τον Γεώργιο που γεννήθηκε στο Γαλάτσι στις 8 Νοεμβρίου 1871 και πέθανε στο Βουκουρέστι στις 5 Ιανουαρίου 1912 (26).

Στις 2 Οκτωβρίου του 1881 η Αγλαΐα Λεβίδη-Πυλαρινού ίδρυσε το περίφημο Ελληνικό Ινστιτούτο για κορασίδες στο Γαλάτσι και το 1885 το λειτούργησε στο σπίτι του Οδυσσέα Νεγρεπόντη.

«… μεταξύ των εν τω Ρωμουνικών Περιπτέρων της Παγκοσμίου Εκθέσεως βραβευθέντων εκθετών, συγκαταλέγονται και οι ομογενείς κ.κ…. Τ. και Οθ. Νεγροπόντης δια τους οίνους τους…» μας ενημερώνει η Εφημερίδα της Βραΐλα «Ελεύθερος Λόγος».

Μεταξύ των ετών 1900 και 1916 η ελληνική πλοιοκτησία μειώθηκε και ένας από τους λόγους της μείωσής της ήταν και η στροφή των εφοπλιστών στο δια ξηράς εμπόριο. Οι Χιώτες είναι αυτονόητο ότι ακολούθησαν πρώτοι τον τόσο οικείο σε αυτούς δρόμο του εμπορίου. Ένας από αυτούς ήταν και ο Νεγρεπόντης ο οποίος διατήρησε μόνον 4 σλέπια και έτσι το 1916 στον Ν.Κ. Νεγρεπόντη ανήκουν τα νηολογημένα στη Βραΐλα τα «Νο 33» και «Νο 35» και δυο άλλα νηολογημένα εκτός λιμένων Ρουμανίας. Αυτή δε είναι και η τελευταία εγγραφή της μεγάλης αυτής Χιώτικης οικογένειας στους ρουμανικούς στατιστικούς πίνακες των ετών.

Το «The General Yearbook of Greater Romania» (9th edition, Bucharest), δίδει πληροφορίες και για την Τράπεζα Σιτοπαραγωγών στο Δ.Σ. της οποίας μετείχε και ο G.U. Νεγρεπόντης.

Ο Οίκος των Χρυσοβελώ(ό)νη

Εκτός από τους Νεγρεπόντη, με τον ίδιο τρόπο διέβλεψαν κέρδη επί του ποτάμιου εμπορίου και οι Χρυσοβελόνη. Κι αυτούς ο Sturdza τούς αποκαλεί «άρχοντες της Χίου» που διαχωρίστηκαν σε δυο κλάδους. Λεπτομερή αρχικά στοιχεία της οικογένειας αναφέρονται στο Libro d’ Oro της Χίου από τον Φ. Αργέντη.

Ο χιώτικος κλάδος που έδρασε στη Ρουμανία αρχίζει με τον Ζαννή (1740-1800). Αυτός απέκτησε τον Εμμανουήλ (1773-1850)  ο οποίος από τον γάμο του με την Αρτέμιδα Κο(α)λβοκορέση (27) απέκτησε τον Ζαννή (1805 Κωνσταντινούπολη). Το 1848 ο Ζαννής Εμμανουήλ Χρυσοβελόνης ίδρυσε εμπορική και τραπεζική επιχείρηση στο Γαλάτσι και σχεδόν ταυτόχρονα λειτούργησε αντιπροσώπους στη Βραΐλα και στο Βουκουρέστι. Ο Ζαννής παντρεύτηκε την Χρυσηίδα Λασκαράκη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά τα οποία γεννήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη: την Αρτέμιδα, τον Νικόλαο, τον Εμμανουήλ και τον Λεωνίδα. Τα τρία αγόρια εγκαταστάθηκαν στη Ρουμανία (Γαλάτσι και Βραΐλα).

Ο Νικόλαος (Κωνσταντινούπολη 1838-Βουκουρέστι 1913), εγκαταστάθηκε στο Γαλάτσι, εργάστηκε ως τραπεζίτης και παντρεύτηκε την Καλλιρόη Οικονόμου. Απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελένη (Γαλάτσι 1885- Παρίσι 1975), τον Ζαννή (Γαλάτσι 1881 – Βουκουρέστι 1926) και τον Δημήτρη (Γαλάτσι 1883 – ;). Ο Ζαννής ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του και το ίδιο και ο γιός του Νικόλαος (Παρίσι 1909 – Γενεύη 1972), και τα τέσσερα παιδιά του οποίου (Σίβυλλα, Ιωάννης, Έλενα και Ειρήνη) γεννήθηκαν στο Βουκουρέστι.

Ο Εμμανουήλ Ζαννή Χρυσοβελόνη (Κωνσταντινούπολη 1852- Βερολίνο 1902) με την Σοφία Πασπάτη απέκτησαν στο Γαλάτσι τρία παιδιά: τον Ζαννή (1881- Αθήνα, 1916), την Χρυσηίδα (γεν. 1882 και παντρεύτηκε στη Βραΐλα τον κτηματία Sergio Zamfirescu) και την Μαρία-Αρτεμισία (1886 – Αυστρία 1913, η οποία παντρεύτηκε στη Βραΐλα τον τραπεζίτη Joseph Pinkas).

Ο Λεωνίδας (Κωνσταντινούπολη 1854 – Νότιος Αφρική 1943) παντρεύτηκε στη Βραΐλα το 1885 την Χιώτισσα -από μητέρα και πατέρα- Αλεξάνδρα κόρη του Θεόδωρου Σεκιάρη και της Μαρίας Ροδοκανάκη (28) και απέκτησαν την Μαρία – Χριστίνα (Βραΐλα 1887 – Σαν Μαλό 1976) και τον Ιωάννη (Βραΐλα 1889 – Campina Ρουμανίας 1920, τραπεζίτη και μηχανικό).

Το 1860 μέλη της οικογένειας Χρυσοβελόνη ίδρυσαν στο Βουκουρέστι την ομώνυμη τράπεζα, θαύμα αρχιτεκτονικής, με κεντρικό αίθριο περιστοιχισμένο από καμαρωτές κιονοστοιχίες. Το 1881 η τράπεζα ενώθηκε με την εξαγωγική και τραπεζική εταιρεία Α. Καλέργη.

Ο Μανώλης Ζ. Χρυσοβελόνης, «Χίος γαιοκτήμων και τραπεζίτης Βραΐλας» καθώς λέγει ο δρ. Σ. Φωκάς, απέκτησε 12 σιδηρά σλέπια και 3 ρυμουλκά. Το τράστ αυτό των επιχειρήσεων περιήλθε στον γιό του Νικόλαο Ζαννή και στους απογόνους του Ιωάννη και Δημήτριο. Στην Επετηρίδα του έτους 1895 οι Αδελφοί Χρυσοβελόνη έχουν, εκτός από τα νηολογημένα στη Βραΐλα ρυμουλκά: το «Χρυσή» με έλικες, και με ρόδες το «Αλεξάνδρα» και το «Σοφία», και 14 σλέπια. Μεταξύ των ετών 1894-1895 νηολογημένα σε ρουμανικά λιμάνια ήταν τα σλέπια: «Αρτεμισία» (29), «Αθανάσιος», «Κλείτος», «Κωνσταντίνος», «Δημήτριος», «Ελένη», «Εμμανουήλ», «Καλλιρρόη», «Λεωνίδας», «Μαρία-Χριστίνα», «Νικόλαος», «Σοφία», «Θεόδωρος» και το «Τζαννής».

Το 1900 στην Εφημερίδα της Βραΐλα «Ελεύθερος Λόγος» διαβάζουμε: «Εκ των μεγάλων Ελληνικών εμπορικών οίκων εξαγωγής γεννημάτων οίτινες ως είρηται είχον έδραν εν Βραΐλα, διατηρείται μόνον ο αρχαίος οίκος του κ. Εμμανουήλ Χρυσοβελώνη…».

Το ίδιο έτος ο Μ.Ζ. Χρυσοβελόνης φέρεται ως ιδιοκτήτης 9 σλεπιών και 3 ρυμουλκών. Αναλυτικά του ανήκουν τα: «Αθανάσιος», «Κωνσταντίνος», «Εμμανουήλ», «Καλλιρρόη», «Λεωνίδας», «Μαρία-Χριστίνα», «Χίος», «Σοφία», και «Τζαννής». Τα τρία ρυμουλκά -«Χρυσή» «Αλεξάνδρα» «Σοφία»-, έχουν περιέλθει και αυτά στο όνομά του. Στους επόμενους στατιστικούς πίνακες των ετών 1916, 1920, 1930 και 1914 δεν αναφέρεται όμως κανένα σκάφος πλοικτησίας Χρυσοβελόνη νηολογημένο σε ρουμανικά λιμάνια.

Αξίζει να γίνει περαιτέρω μνεία στον «Μανολάκη Χρυσοβελώνη» -όπως ακριβώς είναι και ο τίτλος του μακροσκελέστατου επικηδείου του που έχει δημοσιευθεί στον «Ελεύθερο Λόγο» στις 8 Μαΐου 1902.  Επιλέγουμε ορισμένα σημεία γιατί πέρα από την εκτίμηση και αγάπη που έτρεφαν για αυτόν οι συμπατριώτες του, πληροφορούμεθα για την κοινωνική ζωή και τα ήθη αυτής της εποχής:

«Μακράν της φίλης αυτώ κοινότητος εν η έζησε και έδρασε και ηγάπησε και ηγαπήθη, εις τα βάθη της ψυχράς Γερμανίας, εν μέσω ξένων και αγνώστων προσώπων, παρέδωκε το αγαθόν αυτού πνεύμα ο τοις πάσιν αγαπητός ομογενής, ο αλησμόνητος Μανολάκης Χρυσοβελώνης.

Ανίατον των νεφρών νόσημα προσέβαλε τελευταίως την πολύτιμον ύπαρξιν εν τη ακμή ούσαν της ζωής… Κατέλιπεν ούτω ημάς και η συμπαθεστάτη αύτη Ελληνική μορφή, εξ ής αφελώς και αφθόνως έρρεε πάντοτε η αγαθοεργία, η προς τον πλησίον αγάπη, η προς τους ατυχείς παρηγορία, η προς πάντας βοήθεια. Συν τη απωλεία του πεφιλημένου Μανολάκη, έκλεισε δια παντός δια την ημετέραν κοινότητα μία πηγή εκτάκτου ανθρωπίνης αγαθότητος.

Το όνομα Μανολάκης δι’ ου θωπευτικώς ανέφερον πάντες τον μεταστάντα, αντήχει γλυκύτατα εις πάσαν ενταύθα Ελληνικήν καρδίαν. Εν τω προσώπω του αλησμονήτου Μανολάκη εγνώριζεν ο ενταύθα παρεπιδημών Έλλην αδιακρίτως τάξεως και καταστάσεως, ουχί τόσον τον εξέχοντα ομογενή, τον Έλληνα έμπορον, όσον τον προσιτόν συμπατριώτην, τον αληθή, τον ειλικρινή φίλον, την ευγενή και αγαθοεργόν ψυχήν, τον πολύτιμον προστάτην, τον πατέρα, τον εν παντί και πάντοτε πρόθυμον ν’ ακούση, να παρηγορήση, να ενθαρρύνη, να βοηθήση…

… επί τω ακούσματι του θλιβερού αγγέλματος γενική ανυπόκριτος λύπη και κατήφεια κατέλαβε την ημετέραν κοινότητα, εν καταφανεί δε συγκινήσει ανεκοίνου ο είς εις τον άλλον το οδυνηρόν συμβάν. Πάνδημον και απεριόριστον υπήρξεν το πένθος, όπως πάνδημος και απεριόριστος ην η εκτίμησις και η αγάπη ήτις ζώντα περιέβαλλε τον μεταστάντα.

Γενική επίσης ην η ηχώ όπως ο νεκρός του αγαπητού ανδρός κομισθή ενταύθα εις τους κόλπους της κοινωνίας παρ’ η έζησε και ην ηγάπησε και ευηργέτησε. Διο και η είδησις ότι ο νεκρός έρχεται ανεκούφισε την βαρυθυμίαν, πάντες δε την άφιξίν του ανέμενον εναγωνίως ίνα λάβωσιν τουλάχιστον την ικανοποίησιν να ίδωσιν δια μίαν έτι φοράν, έστω και άψυχον, το πεφιλημένον σώμα, να είπωσιν εκ του σύνεγγυς το ύστατον χαίρε, να συνοδεύσωσι την εκφοράν, αποτίοντες ούτως μικρον τινα φόρον ευγνωμοσύνης.

Η ευχή αύτη του κοινού επραγματοποιήθη. Προς τας εσπέρας της Κυριακής, πλήθος κόσμου ανέμενεν εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν… παρελήφθη… εν μέσω γενικής κατηφείας και συγκινήσεως έφερον εν χερσί τιμής ένεκεν βαδίζοντες …

Κηδείαν μάλλον επιβάλλουσα και μεγαλοπρεπής ουδέποτε εγένετο εν Βραΐλα, ως ομολογούσιν οι πρεσβύτεροι της κοινότητος. Άπειρον πλήθος πάσης τάξεως … Πολύς κόσμος ήλθε εκ της γείτονος πόλεως Γαλαζίου… Παρηκολούθησαν άπασαι αι πολιτικαί και στρατιωτικαί αρχαί του τόπου καθώς και το Προξενικόν σώμα. Ημίσεια ίλη ιππικού απένειμε τω νεκρώ τας στρατιωτικάς τιμάς, διότι το τετιμημένον του μεταστάντος στήθος εστόλιζεν εκτός του Ελληνικού αργυρού Σταυρού και το παράσημον του Ρωμουνικού Αστέρος.

… Κατά τον χρόνον της εκφοράς άπαντα τα εν τω λιμένι πλοία είχον τας σημαίας μεσιστίους εις ένδειξιν πένθους καθόσον ο μεταστάς ην εκ των πρώτων ενταύθα εφοπλιστών. Επίσης δε τα καταστήματα και τα διάφορα γραφεία του λιμένος εκλείσθησαν.

Τας ταινίας του φερέτρου εκράτουν αφ’ ενός με οι κ.κ. ιατρός Κοντογούρης, …. Τραπεζίτης…., αντισυνταγματάρχης…. Αφ’ ετέρου οι κ.κ. Νεγρεπόντης έμπορος, … βουλευτής και δικηγόρος… τραπεζίτης…

Στέφανοι περί τους εβδομήκοντα κατετέθησαν εκ μέρων των εξής:… 8) των εφοπλιστών Βραΐλας, … 10) του κ. Νεγρεπόντη, … 12) του κ. Ν. Χρυσοβελώνη, 13) του κ. Λ. Χρυσοβελώνη, 14) της οικογένειας Μαυρογορδάτου, 15) της Ελένης και Ιωάννου Χρυσοβελώνη, 16) του κ. Π. Σεκιάρη, … 27) της οικογένειας Κωνσταντινίδου, 36) των πρακτόρων ποταμοπλοίων, … 38) των αποθηκαρίων λιμένος Βραΐλας, … 62) του λοχαγού Hiotu

To ακολουθήσαν την εκφοράν πλήθος υπολογίζεται εις 15 περίπου χιλιάδας, πρωτοφανές δια την Βραΐλαν…».

Στο ίδιο φύλλο δημοσιεύεται ποίημα «Επί τω θανάτω του άρτι εξ ημών μεταστάντος Εμμανουήλ Χρυσοβελώνη» του Δ.Ι. Παπαδόπουλου, ορισμένοι στίχοι από το οποίο είναι οι:

… Τα μέλη της Ελληνικής του τόπου μας κοινότητος

απώλεσαν αγαπητόν και φίλον αδελφότητος ,

όστις πολλάς κατέβαλε θυσίας τε και κόπους

και τώρα εις του Αβραάμ ευρίσκεται τους κόλπους.

Κατέλιπε δε σύζυγον και τέκν’ απαρηγόρητα

και άφησε εις ξένην γην έργα καλ’ αλησμόνητα.

Είθε κούφη να ην η γη και ελαφρό το χώμα

Δεόμεθα εις τον Θεόν με δάκρυ εις το όμμα…

… του μεταστάντος εξ ημών η μνήμη αιωνία

και αξιομακάριστος δικαίων κατοικία.

Το 1920 ο Ιωάννης Χρυσοβελόνης μετέτρεψε την τράπεζα από προσωπική επιχείρηση σε Α.Ε. με κεφάλαιο 200.000.000 λέι. Η Banca Chrissoveloni είχε υποκαταστήματα στις κεντρικότερες πόλεις της Ρουμανίας, στην Κωνσταντινούπολη, τη Νέα Υόρκη και ανταποκρίτριες τράπεζες στο Παρίσι και στη Βιέννη. Στο «The General Yearbook of Greater Romania» όπου δίδονται πληροφορίες και για την Τράπεζα Σιτοπαραγωγών απαντάμε και τον Ι.Ι. Χρυσοβελόνη να εκπροσωπεί την Ν. Chrissoveloni Bank και να μετέχει στο Δ.Σ.

Η προσοδοφόρα πορεία της τράπεζας έδωσε στην οικογένεια την δυνατότητα να αποκτήσει το 1880 κτήμα εκτάσεως 11.000 στρεμμάτων. Το περίφημο κτήμα Χρυσοβελόνη περιείχε, εκτός από την επιβλητική έπαυλη, εκκλησία, μοναδικό σε ολόκληρη τη Ρουμανία σκεπαστό γήπεδο τένις, υποστατικά, δρομίσκους και διαδρόμους περιπάτου και θαυμάσιο κήπο με ανθώνες. Τον καιρό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Χρυσοβελόνη, εκτός από την σπουδαία προσφορά τους σε μεγάλο αριθμό ασθενοφόρων, έκτισαν επάνω από το γήπεδο του τένις νοσοκομείο για τον συμμαχικό στρατό το οποίο διέθετε 200 κρεβάτια.

Η Οικία Χρυσοβελόνη διατηρείται και σήμερα στην οδό Budisteanu 11, ενώ η ομώνυμη τράπεζα είναι πλέον δημόσιο κτήριο.

Στις 10 Μαΐου του 2001 η Εθνική Τράπεζα της Ρουμανίας παρουσίασε το βιβλίο «Η Τράπεζα Χρυσοβελόνη – Μια Ρουμανική Επιχείρηση». Είναι η ιστορία της Ελληνικής οικογένειας που έχει ρίζες από τη Χίο και της Τράπεζας που τα μέλη της ίδρυσαν. Παρόντες ήταν απόγονοι της μεγάλης αυτής οικογένειας, αλλά και άλλα μέλη σημαντικών οικογενειών Ελλήνων που έδρασαν στην Ρουμανία ανάμεσα στους οποίους οι εκ Χίου Νεγρε(ο)πόντη και οι Αβέρωφ, Τσάτσος και Μάνος.

Χιώτικα πλοία και προϊόντα στην Ρουμανία

Ο Γ. Ανδρεάδης φέρεται ως καραβοκύρης του μπρικιού «Ανθίππη», έτους ναυπήγησης 1848 στη Χίο, νηολογημένο στη Χίο (έτος εγγραφής 1855, νηογνώμων Bureau Veritas), χωρητικότητας 300 τόνων, με σημαία Βλαχίας. Παραμένει άγνωστο αν ο Ανδρεάδης δραστηριοποιήθηκε στην παρευξείνια ή και στην παραδουνάβια Βλαχία.

Ίδιος προβληματισμός ακολουθεί και τον εκ Χίου Σ. Τσιγκριμάνη. Αυτός έχει στην ιδιοκτησία του το μπρίκι «Άγιος Μάρκος», χωρητικότητας 266 τόνων, νηολογημένο στη Χίο το 1875 και 1880 στο νηογνωμολόγιο ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ, με σημαία όμως Βλαχίας, έτος ναυπήγησης το 1864 στην Ηράκλεια -την Ποντική πιθανόν, στον Εύξεινο Πόντο-.

Εσπεριδοειδή και κυρίως λεμόνια από τα Καρδάμυλα για τον Σουλινά στο στόμιο του Δούναβη, και από εκεί για το Γαλάτσι, κουβαλούσε το «Ευαγγελίστρια» του καπετάν Ιωάννη Τσάκου (30) και του γαμπρού του Γεωργίου Μ. Λιβανού. Το μπρίκι «Ευαγγελίστρια» ναυπηγήθηκε το 1882 και ήταν χωρητικότητας 153 τόνων. Νηολογήθηκε στη Χίο, έτος εγγραφής 1890 στον Lloyd’s, ήταν υπό οθωμανική σημαία, και πλοιοκτήτης του ήταν ο Τσάκος (Zacci Pappa) & Σια (31).

Καθώς δεν υπάρχουν επίσημες στατιστικές για τα έτη 1894-1895, από την μοναδική «ημιεπίσημη» στατιστική του «L’ Annuaire du Danube» προκύπει ένα σλέπι με την ονομασία «Χίος». Είχε χωρητικότητα 900 K(ile) B(raila) κι ιδιοκτήτης φέρεται ο οίκος «Αφοί Κουκλέλη και Μιχαηλίδης». Οι έμποροι Κουκλέλη ανήκουν στο μεγάλο δίκτυο των Μυτιληναϊκών επιχειρήσεων στη Ρουμανία και έχουν δραστηριοποιηθεί κυρίως στο Καλαφάτ.

Στη στήλη «Κίνησις εν τω λιμένι μας» (ενν. της Βραΐλα) του «Ελεύθερου Λόγου» σημειώνεται στις 15.5.1901: «Εκ των εννέα ατμοπλοίων άτινα ευρίσκονται υπό φόρτωσιν εν τω λιμένι μας, τα επτά εισίν ελληνικά, είναι δε τα … «Αριστέα» του Τσούρη υπό τον κυβερνήτην κ. Νικόλαον Παπαλάν και το νεοαγορασθέν ατμόπλοιον «Μπέμπης» του κ. Ζυγομαλά υπό τον δημοφιλήν κυβερνήτην και φίλον κ. Δήμον Καραβίαν Τσεμπέρην».

Η οικογένεια Παπαλά συναντάται στις Οινούσες και στη Σύρο. Αρκετές φορές όμως βρίσκουμε μέλη της να αναπτύσσουν σχέσεις με τη γειτονική Χίο, την οποία και καθιστούν λίκνο δράσεώς τους. Στο εξαίρετο για τους ερευνητές έργο «Ποντοπόρεια» των Τζ. Χαρλαύτη και Ν. Βλασσόπουλου όπου καταλογραφούνται ιστιοφόρα και ατμόπλοια μεταξύ των ετών 1830 έως 1939, οι εταιρείες που έχουν ιδρύσει οι Παπαλά -είτε ως καραβοκύρηδες είτε ως πλοιοκτήτες- έχουν ως λιμένα νηολόγησης σχεδόν πάντα τη Σύρο. Όσους όμως Παπαλά δραστηριοποιήθηκαν στις παραδουνάβιες πόλεις, οι εκεί Έλληνες τους θεωρούσαν Χιώτες.

Η οικογένεια Ζυγομαλά είναι γνωστή οικογένεια από τη Χίο μέλη της οποίας διέπρεψαν στον στρατιωτικό και πολιτικό τομέα τον 19ο και 20ο αι. Κλάδος της παρουσιάζεται τον 15ο αι. στην Κωνσταντινούπολη, μετά την Άλωση της οποίας εγκαταστάθηκε στην Αργολίδα και μέλη του διακρίθηκαν ως λόγιοι.

Το 1896 βρίσκουμε στη Βραΐλα το καφενείο «Άνδρος» όπου «δίδονται [αι εξής] πληροφορίαι»: «Μεγάλη ποσότης κονιάκ Καμπά έφθασεν ενταύθα παρά τω αντιπροσώπω του ειρημένου εργοστασίου κ. Ιωάννη Βασταρδή, προς δε διάφορα άλλα είδη ποτών οίον: Μαστίχα Χίου πρώτης, Ζαμάϊκα, Ρόμι κ.λ.π.».

Για το ίδιο μοναδικό και ιδιαίτερο προϊόν στην ίδια εφημερίδα με τίτλο «Εργοστάσιον Οινοπνευματοδών ποτών Στελιανού Ιαννελίδη, Βραΐλα, οδός Victoriei» διαβάζουμε: «Εν τω ανωτέρω εργοστασίω το οποίον ανέλαβεν από 1ης Ιουλίου ο κ. Στελ. Ιαννελίδης κατασκευάζονται διάφορα οινοπνευματώδη ποτά. Οίον: Κονιάκ, Μαστίχες, Ρόμια, Ζαμάϊκα καθώς και διάφορα ζαχαρωτά διά γάμους κ.λ.π., τα οποία πωλεί εις τιμάς ανεπιδέκτους συναγωνισμού».

Χιώτες στα πολιτιστικά και κοινωνικά δρώμενα της Ρουμανίας

Τα μέλη των ελληνικών κοινοτήτων ανέπτυξαν δράση ανθρωπιστική, μετέφεραν κι εδραίωσαν τις παραδόσεις στη εύξεινη γη, αξιοποίησαν κάθε στοιχείο προς όφελος της καλύτερης διαβίωσης όλων ενισχύοντας έτσι δεσμούς και σχέσεις. Από τη μία η κοινή θρησκεία, ο αλληλοσεβασμός και η αγαστή συνεργασία που ανέπτυξαν με τους ντόπιους, και από την άλλη η δεσπόζουσα θέση και το κύρος των Χίων, συνέβαλαν πέρα από την κοινωνική συνοχή και στην συνέχιση και καλλιέργεια πολιτισμικής συγγένειας.

Το ελληνικό στοιχείο της θαλάσσιας και της ποτάμιας ναυσιπλοΐας του Δούναβη συνεργαζόταν με τους συμπατριώτες του σε όποιες θέσεις κι αν αυτοί βρίσκονταν. Έτσι έχουμε άτομα κατέχοντα διοικητικές θέσεις ή διευθύνσεις σε αντιπροσωπευτικούς ξένους εισαγωγικούς οίκους σιτηρών, σε ατμοπλοϊκές αλλά και σε άλλες επιχειρήσεις να έχουν αναπτύξει συνεργασία μόνον με Έλληνες –τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος- όπως με τους οίκους των Χρυσοβελόνη, Νεγρεπόντη και Ράλλη οι οποίοι διατράνωσαν την αναμφισβήτητη πατροπαράδοτη χιώτικη προκοπή που έκανε για άλλη μια φορά το δικό της θαύμα.

Όλοι αυτοί οι πολυπληθείς επιχειρηματίες της αστικής τάξης με τις τεράστιες περιουσίες και τον απόλυτα κλειστό κόσμο τους που έμελλε να παίξουν ποικιλοτρόπως σημαντικότατο ρόλο στις δυο χώρες είχαν αναπτύξει κοσμική ηθική απόλυτα εναρμονισμένη με την Ορθοδοξία και την αφοσίωση στην πάτρια γη και ήταν απόλυτα σεμνοί – στοιχεία που γίνονται φανερά στον ερευνητή εντρυφώντας σε κάθε σελίδα της ελληνικής εφημερίδας «Ελεύθερος Λόγος» της Βραΐλα, μιας εφημερίδας που «δεν χαϊδεύει αυτιά», αλλά διαθέτει αιχμηρή πέννα και κρίση, πνεύμα, σάτιρα, και απόλυτα δημοκρατική πολιτική τοποθέτηση.

Σπουδαιότατο ρόλο στις συντελεσθείσες επιτυχίες των Χίων –και των λοιπών Ελλήνων- στη Ρουμανία έπαιξε και το πατριωτικό τους φρόνημα. Εκκλησία, Σχολείο και Λέσχη ήταν τα τρία κύτταρα που το διατηρούσαν και το υποστήριζαν. Μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι τρεις αυτοί άξονες είχαν αναπτύξει πλουσιότατη και πολυτιμότατη δράση. Ο πόθος να μην αποξενωθούν οι Χιώτες από το νησί τους, τους ανάγκασε να διαφυλάσσουν την εθνικότητά τους πότε μέσω εκδηλώσεων, πότε μέσω ονοματοδοσιών πλοίων, πότε μέσω απόδοσης ελληνικής σημαίας στα σκάφη τους. Καμμιά δημόσια εορτή ή επίσημη εκδήλωση δεν γινόταν πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς την παρουσία των Ελλήνων εφοπλιστών, εμπόρων, βιομηχάνων, τραπεζιτών, γαιοκτημόνων οι οποίοι απολάμβαναν σεβασμού και ηθικής πίστης που αποδίδονταν σε αυτούς από ντόπιους και μη. Πλάκες όπου αναγράφονται τα ονόματα των Ελλήνων δωρητών είναι αναρτημένες στα περισσότερα δημόσια κτήρια. Ως παράδειγμα αναφέρουμε την εκκλησία της Μεταμορφώσεως στο Γαλάτσι. Η έκταση για την ανέγερσή της αγοράσθηκε το 1866 από την Ελληνική Κοινότητα του Γαλατσίου και το 1872 πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια από τον Επίσκοπο του Κάτω Δουνάβεως. Στην κύρια είσοδο, αλλά και εντός του ναού ανάμεσα στα ονόματα των δωρητών επιλέγουμε τους Χίους Δημήτριο Ροδοκανάκη και Οδυσσέα Νεγρεπόντη.  Στον Ι.Ν. του Ευαγγελισμού στην Βραΐλα την εποχή των εγκαινίων ο Μιχαήλος Ροδοκανάκης ήταν ορισμένος ως διαχειριστής μαζί με τους Γ.Α. Οικονόμου και Γρηγόριο Α. Αντύπα -ο τελευταίος είναι ο Κεφαλλονίτης ιδρυτής του ομώνυμου Μουσείου Φυσικής Ιστορίας-. Πρόσκληση που με ημερομηνία 24 Απριλίου 1896 καλεί τα μέλη της Ελληνικής Κοινότητας της Βραΐλα να συμμετάσχουν σε εκδήλωση, συνοδεύεται από έναν κατάλογο δωρητών ανάμεσα στους οποίους είναι το ζευγάρι Ιωάννης και Παρασκευή Σεκιάρη, Μιχαήλ Ροδοκανάκης, Δανάη Ροδοκανάκη, Εμμανουήλ, Ζαννής και Σοφία Χρυσοβελόνη, όλοι Χιώτες μεγαλέμποροι, μέλη της αστικής τάξης της Βραΐλα.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τις Χιώτισσες που φυσικά συνέχισαν να διατηρούν και εκτός νησιού τα τόσο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, που τις έκαναν να ξεχωρίζουν από τις λοιπές Ελληνίδες, γεγονός που όλοι οι περιηγητές έχουν τονίσει στις διηγήσεις τους. Ήταν ακούραστες, γεμάτες κέφι, ευρηματικές, με χάρη και ευγένεια στους τρόπους, μιλούσαν ελεύθερα με όλους, τίμιες, εξευγενισμένες και ιδιαίτερα ευσεβείς. Και στο παραδουνάβιο περιβάλλον που βρέθηκαν συνέχισαν να πρωτοπορούν δίνοντας τη δική τους μάχη για την κοινωνική και εργασιακή τους καταξίωση.

Το 1900 στην Εφημερίδα «Ελεύθερος Λόγος» όπου παρουσιάζεται το ελληνικό στοιχείο της πόλης και «Η Ελληνική παροικία εν Βραΐλα είναι η πολυαριθμοτέρα όλων των άλλων εν Ρωμουνία παροικιών ανερχομένη εις 8.000 περίπου ένεκεν ιδίως της μεγάλης εξαγωγής και του ναυτικού…». Για την Ελληνική Κοινότητα στο «Γαλάζιον» στο φύλλο της 25ης Σεπτεμβρίου του 1900 στην ίδια πάντα εφημερίδα παρατηρούμε: «Η ενταύθα ελληνική παροικία ήτο πάντοτε, είναι δε και ήδη αρκετά πολυάριθμος με όλην την εμπορικήν καχεξίαν, υπερβαίνουσα τας 5.000 προερχομένους εκ διαφόρων μερών της τε ελευθέρας και δούλης Ελλάδος, ιδίως δε εκ των νήσων Κεφαλληνίας, Ιθάκης και Χίου. Εμπορικοί οίκοι Ελλήνων εισίν δια μεν τα γεννήματα οι εξής…. Δια δε τα αποικιακά οι: Χρυσικού και Παπαλά». Για τον τελευταίο αυτόν, Χιώτη στην καταγωγή, γίνεται αναφορά και στην ίδια εφημερίδα, με ημερομηνία 28.7.1902 στη στήλη «Κοινοτικά Γαλαζίου» όπου διαβάζουμε: «Την παρελθούσαν Κυριακήν γενομένων Κοινοτικών Εκλογών εξελέγησαν οι εξής: …Οι κ.κ. Σ. Καραβίας, ιατρός, Πρόεδρος… Κ. Παπαλάς και Γερ. Πανάς έφοροι της Σχολής…».

Στις 27 Μαρτίου 1918 η Συνέλευση της περιοχής Chisinau (32) αποφάσισε την ένωση της Βεσσαραβίας με την Ρουμανία. Από τα 150 μέλη του Συμβουλίου τα 45 ανήκαν σε μειονότητες. Ένας από τους υπογράψαντες αντιπροσώπους εκ μέρους της Ελληνικής Κοινότητας ήταν ο Παντελεήμων Συναδινός (από το Victorovici). Ήταν γιός του Βίκτορα Συναδινού (1841-1904) ενός από τους δυο αδελφούς που ίδρυσαν τον Ι.Ν. του Αγίου Μάρτυρα Παντελεήμονος από το όνομα του πατέρα τους Παντελεήμονα Συναδινού (1794-1865) που εγκαταστάθηκε από την Χίο στη Μολδαβία στις αρχές του 19ου αι.

Ο Χιώτης Πανεπιστημιακός, Βυζαντινολόγος, Ακαδημαϊκός και Υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Άμαντος αναφέρει ως συμπατριώτη του τον Νικόλαο Μαύρο ιδρυτή του Αρχαιολογικού Μουσείου του Βουκουρεστίου. Αν και δεν ήταν γιατρός, εντούτοις προφύλαξε τη Ρουμανία από επιδημίες. Ήταν συλλέκτης και είχε στην κατοχή του νομίσματα, αγαλματίδια, πολλά ανασκαφικά ευρήματα αρχαίων χρόνων τα οποία δώρισε στο κράτος κι έτσι έθεσε τις βάσεις του Αρχαιολογικού Μουσείου στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας  το 1834. Η συλλογή του βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Ινστιτούτο “Βασίλε Παρβάν” του Βουκουρεστίου.

Ο M. D. Sturdza μας πληροφορεί πως ο Νικόλαος Μαύρος (33) είχε γεννηθεί στο Φανάρι το 1781 και πέθανε στο Βουκουρέστι το 1868. Είχε υπηρετήσει ως Σύμβουλος των Ρώσων και ήταν Γενικός Επιθεωρητής εκ μέρους τους σε θέματα καραντίνας στον Δούναβη μεταξύ των ετών 1830 και 1851. Έως το 1840 υπηρέτησε και ως Σύμβουλος της Αυστρίας στο Βουκουρέστι.

Με τίτλο «Χίος – Ψαρά» τον Ιούλιο του 1898 ο συνεργάτης τού στη Βραΐλα «Ελεύθερου Λόγου» Κεφαλλονίτης Μίμης Δεστούνης κάνει αφιέρωμα στην καταστροφή των δυο αυτών νησιών. Επιλέγουμε ανάμεσα στα πολλά για τη Χίο:

… Κωπηλάτει, κωπηλάτει ω ναύτα. Είναι γη κολυμβώσα επί των κυμάτων. Είναι νήσος μεμαγευμένη… ειπέ μοι, ως ναύτα, ποίον είνε το όνομά της;

Είνε η νήσος της ηδυπαθείας, είνε η πατρίς των ζεφύρων (34), είνε η γη των ρόδων και των πορτοκαλέων … πλην, φευ, οι ρύακές της είναι ερυθροί εξ αίματος, αι εξοχαί της εσπαρμέναι εξ οστέων.

Καλείται Χίος.

Κωπηλάτει, κωπηλάτει ω ναύτα. Δι΄ έλεος απομάκρυνόν με από την θλιβεράν ταύτην θέαν. Αλλά μίαν μόνον στιγμήν άφες με μίαν ακόμη στιγμήν να αναπνεύσω την ηδυπαθή πνοήν ην η παραλία αύτη αποπνέει!

Χίος! Γη της ουρανίου γλυκύτητος. Ο ήλιος σε στεφανοί δια των ακτίνων του ως προσφηλή θυγατέρα και ο χλιαρός αήρ όστις σοι γονιμοποιεί τα στέρνα δι’ ερασμίου ψιθύρου, αποκαλύπτει εις τον άνθρωπον θησαυρόν αποκρύφων ηδονών. Αλλ΄ οίμοι! … Ω μοι φαίνεται ότι ακούω εντεύθεν την αναπήδησιν του ύδατος των πηγών σου, μοι φαίνεται ότι ακούω το άσμα των πτηνών σου… περιπατώ εις τους κύπους σου και κάθημαι εις την σκιάν των κεκυρτωμένων ιτέων σου! Περιφέρομαι εις τα δασύλλιά σου και βλέπω να στάζωσι τα χόρτα τους χυμούς και αρώματα άτινα έσπειραν αι σίλφεις της ανατολής…. Κατάρα επί των ανθέων, των ζεφύρων και των πηγών αίτινες είνε έρμαιον της πιέσεως των τυράννων! Ω σπήλαια των δασών! Ω χιόνες των ορέων! Ω άμμος των ερήμων… Κωπηλάτει, κωπηλάτει ω ναύτα! …

«Την εσπέραν της 1ης του έτους (ενν. του 1896) διαδεχθήσεται από της σκηνής του θεάτρου ‘Παράδεισος’ [Βραΐλας] παρά του αξιοσυστάτου Ελληνικού Θιάσου Καζούρη και Ποφάντη, το έμμετρον δραματικόν αριστούργημα του αειμνήστου ποιητού και καθηγητού του εθνικού μας Πανεπιστημίου Θεοδ. Ορφανίδου επιγραφόμενον ‘Η Χίος Δούλη’. Η υπόθεσις του δράματος αναφέρεται εις την φοβεράν και απαισίας μνήμης Γενουοκρατίαν εν τη Νήσω Χίω. Προτρέπομεν  πάντας του ομογενείς όπως μη λείψωσι να παρευρεθώσιν εις την εν λόγω παράστασιν». Η παράσταση έγινε και «Ο εν τω θεάτρω ‘Παράδεισος’ Ελληνικός δραματικός θίασος των κ.κ. Καζούρη-Ποφάντη εξακολουθεί να τέρπη το κοινόν Βραΐλας δια των παραστάσεών του εις άς το ομογενές κοινόν συρρέει αθρόον. Ιδίως κατά τας τελευταίας εις την ευεργετικήν της πρωταγωνιστρίας κ. Καζούρη καθ’ ην εδιδάχθη η ‘Γαλάτεια’ του αειμνήστου Βασιλειάδου, καθώς και εις την ευεργετικήν των συζύγων κ.κ. Μοιροπούλου ‘Η Χίος Δούλη’ κυριολεκτικώς δεν εύρισκεν κανείς κάθισμα να καθίση. … Επίσης και εις την ‘Χίος Δούλη’ απεδείχθη ηθοποιός πρώτης δυνάμεως. Εν γένει και ο χρωματισμός των λέξεων και τα σκηνικά της κ. Καζούρη ήταν φυσικώτατα… Ο κ. Ποφάντης φαίνεται ότι εψυχολόγησε αρκετά καλώς τον χαρακτήρα του Ρέννου, ως επίσης και τον του Ισιδώρου εις την ‘Χίον Δούλην’, ον υπεδύθη κάλλιστα. Ο κ. Μοιρόπουλος … ως Προκόπιος εις την ‘Χίον Δούλην’ έπαιξε εξαίρετα…».

Το έργο αυτό, όπως και άλλα παρεμφερή, τόνωναν τον πατριωτισμό των ομογενών, οι οποίοι βρίσκονταν στην «καρδιά» εξέλιξης κρίσιμων πολιτικών γεγονότων. Την συγκεκριμένη περίοδο η κατάσταση ήταν «εύφλεκτη» και εύκολα ανατρέπονταν τα ασταθή πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα. Το θέμα της Μακεδονίας, της Κρήτης, το Βουλγαρικό ζήτημα, η οθωμανική επεκτατική πολιτική κι αλαζονεία ταλάνιζαν τον ελληνισμό της χερσονήσου του Αίμου που βαλλόταν από παντού και βρισκόταν στις παραμονές του μεγαλοϊδεατισμού. Στην εφημερίδα «Ελεύθερος Λόγος» που είχε ανταπόκριση από κάθε γωνιά όπου βίωνε και δρούσε ο Έλληνας (35), για τα ως άνω προβλήματα φιλοξενεί ικανό αριθμό κειμένων, ανταποκρίσεων, ακόμη και ποιημάτων. Ένας Χιώτης που δημοσιεύει ποιήματα είναι ο Κ.Π. Βάμβας, τα περισσότερα από τα οποία αφιερώνει αποχαιρετώντας νεκρούς προσφιλείς ή δημόσια πρόσωπα, άλλα επικεντρώνονται σε πατριωτικά – πολιτικά θέματα, όπως π.χ. τρία ποιήματα με τίτλο «Εις την Μακεδονίαν» (36) – και άλλα είναι σατιρικά όπως το παρακάτω με τίτλο: «Τω εριτίμω κυρίω Γ. Σουρή» όπου ο Βάμβας δεν παραλείπει να αναφερθεί στη Χίο και στο διάσημο προϊόν της:

Ο Ρωμηός δεν έχει ταίρι

Αθηνών, είναι ξεφτέρι,

ειν’ ωκεανός ο νους του

και αλάνθαστος ο πους του.

Αττικόν μέλι γεμάτος

υπερήφανος βαρβάτος

παίζει με τας γλώσσας όλας

μ’ εικονίσεις του  μαργιόλας.

Θρούμπης και μαστίχης μύρον

χέει άφθονον ο είρων

απ’ της Χίου τα βουνά

στα κρανία τα κενά.

Τρομερά σαν τρικυμία

η δική του φαντασία

και αυτούς τους βράχους παίρνει

και ωσάν τα φύλλα σπέρνει.

Σκόρπιζε με τον φανόν σου

των γραμμάτων των πολλών σου

στων Ελλήνων τας ψυχάς

σωτηρίους διδαχάς.

Συμπατριώτης (37) σου τυγχάνω

κ’ έξοχον τιμήν λαμβάνω

που σου γράφ’ αυτούς τους στίχους

απ’ τους τέσσαρούς μου τοίχους.

Γιατί πέταξαν τα πλούτη

και διάκειμαι σε τούτη

την Βραΐλαν δυστυχώς

σαν τον Λάζαρον πτωχός.

Ο εν κατακλείδι λόγος

Τα πάντα έρχονται και παρέρχονται. Ακμή και παρακμή κάνουν κύκλους. Οι αρχές του 20ου αι. σήμαναν τα πρώτα χρόνια του τέλους της ακμής καθώς κορυφώθηκε το κουτσοβλαχικό ζήτημα (38) και άρχισε η ζωή των εγκατεστημένων Χίων και λοιπών Ελλήνων στα παραδουνάβια –και όχι μόνον- μέρη να γίνεται τραχειά και δραματική. Αποκορυφώθηκε η κατάσταση αυτή το τέλος του Α’ Π.Π. το οποίο σήμανε και το τέλος των Ελλήνων από τις παραδουνάβιες δραστηριότητές τους λόγω του ότι η Ρουμανία επέβαλε δυσμενείς όρους για τους ξένους υπηκόους και τις ξένες σημαίες οπότε οι εταιρείες χρεοκόπησαν. Παρόλα αυτά το 1919 οι Έλληνες (20.000 Έλληνες στρατιώτες) βρέθηκαν στις όχθες του Δνείστερου να υπερασπίζονται τη Βεσσαραβία στο πλευρό της Ρουμανίας. Ας σημειωθεί ότι το 1917 είχε τεθεί το ακανθώδες εθνικό θέμα της μολδαβικής Βεσσαραβίας όπου Ρουμανία και Ρωσία διεκδικούσαν, η κάθε μια για δικό της λογαριασμό, την περιοχή ανάμεσα στον Δνείστερο και στον Δούναβη. Ο Ελληνισμός έχασε πλέον έδαφος για τα καλά.

Αναμφίβολα οι Χιώτες στη Ρουμανία είναι περισσότεροι από αυτούς που αναφέραμε. -Ας μην ξεχνάμε πως η ιστορία καταγράφει μόνον τους λίγους, τους επώνυμους, ενώ για να προχωρήσει στηρίζεται στις πλάτες των πολλών, των ανώνυμων-. Ειδικά, στις ανθούσες ελληνικές παροικίες της χρυσής εποχής του εμπορίου και της ναυτιλίας των παρευξείνιων και παραδουνάβεων περιοχών, εκατοντάδες ονόματα πλούσιων και φτωχών ήταν χαραγμένα σε μνημεία στα κοιμητήρια της Ρουμανίας –και όχι μόνο-. Σήμερα όμως έχουν σβηστεί, όχι από τον χρόνο, αλλά από ανθρώπινες επεμβάσεις νέων ιδιοκτητών. Σίγουρα, σε καταλόγους –που χρήζουν επισταμένης μελέτης- στα κρατικά αρχεία θα υπάρχει καταγεγραμμένος όλος αυτός ο όγκος του ανθρώπινου δυναμικού χωρίς εκεί να γίνεται κανένας διαχωρισμός σε πλούσιους και βιοπαλαιστές. Εκεί θα φαίνεται ο τόπος προέλευσης, αυτός που με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, είναι δύσκολο να ανιχνευθεί γιατί όλοι, πέρα από ιδιαίτερες πατρίδες, είναι καταγεγραμμένοι ως: «Οι Έλληνες». Και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζονται. Ως μια συνιστώσα, ως μια δύναμη που έβαλε μπροστά και λειτούργησε για τόσα χρόνια την ισχυρής ιπποδύναμης ρουμανική «μηχανή».

Θα δανεισθούμε μια παράγραφο από το πλουσιότατο έργο της αγαπημένης και σεμνότατης ελληνίστριας, μεταφράστριας, Πρέσβειρας του Ελληνισμού (2005), τιμημένης με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Ευποιίας (2011) και Διευθύντριας του Εκδοτικού Οίκου ΟΜΟΝΟΙΑ στο Βουκουρέστι, η οποία μας τιμά με την βαθιά φιλία της και την οποία, με την ευκαιρία αυτή ευχαριστούμε από το βάθος της καρδιάς μας για τις γνώσεις της που ακούραστα κατέθετε στα ερωτήματά μας: «Οι ειδικοί σήμερα θεωρούν τον φιλελληνισμό σημαντική συντεταγμένη του ρουμανικού πολιτισμού … ‘Εμείς οι Ρουμάνοι βρισκόμαστε στην αρχαία Ελλάδα γεωγραφικά και πνευματικά πιο κοντά από κάθε άλλο λαό’. Αυτά τα λόγια του διάσημου καθηγητή George Călinescu, θαυμαστή του ελληνικού κλασσικισμού, έχουν, νομίζω, πλήρη εγκυρότητα και ταιριάζουν ακόμα κι όταν αναφερόμαστε στη σύγχρονη Ελλάδα».

Ευρυδίκη Λειβαδά – Μαγδαληνή Ντούκα Μοντεσάντου

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 (21). Παντρεύτηκε στις 16.1.1872 στην Κωνσταντινούπολη την Ελένη Ανδρέα Βαλλιάνου (1854-1927), Κεφαλλονίτισσα και εκ μητρός (Ευφροσύνη Μελά). Απέκτησαν τον Μιλτιάδη που γεννήθηκε το 1873 στη Μασσαλία, νομικός, Νομάρχης Κεφαλλονιάς (1904), Υπουργός Οικονομικών (1916-1917 και 1917 – 1920). Παντρεύτηκε την Μαρία Otto Luders και η κόρη τους, Ελένη (1898-1971) πήρε στο δεύτερο γάμο της τον Κώστα Νέαρχο που αργότερα αποκλήθηκε Κώστας Ουράνης (1890-1953).

 (22). Στο Καλαφάτ ήταν επικεφαλής ο Νικόλαος Κούμπας, στο Ρέσιπτς και στην Τσετάτη ο Ιωάννης και στη Βραΐλα ο Βασίλειος.

 (23). Είναι τα κοιλά Κωνσταντινούπολης. Μονάδα βάρους μέτρησης σιτηρών.

 (24). Ο Ευαγγέλης Ζάππας μετανάστευσε στο Βουκουρέστι το 1831 και νοίκιασε μοναστηριακά κτήματα στην περιοχή της Γιαλόμιτζα αποκτώντας τεράστια περιουσία. Τον δρόμο αυτό ακολούθησε και ο Κεφαλλονίτης Παναγής Χαροκόπος που έφθασε στη Ρουμανία μέσω Κωνσταντινούπολης και από το 1869 εργαζόταν ως μεσίτης σιτηρών.

 (25). Πρωτοπόροι ήταν οι Κεφαλλονίτες Θεοφιλάτος, Αφοι Μελισσαράτοι.

(26). Με την σύζυγό του Χαρίκλεια Scanavi (Ροστόβ 1889-Λονδίνο 1978) απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Οδυσσέα (γεν. στο Marasesti – Putna- 10.8.1916 και στις 2.3.1940 στο Βουκουρέστι παντρεύτηκε την κόρη του George Tatarescu, πρέσβη της Ρουμανίας στο Παρίσι Sandra), τον Ιωάννη (γεν. στην Οδησσό 3.4.1918 και τον Μάρτιο του 1942 παντρεύτηκε την Ioanna Boxall, κόρη του συνταγματάρχη του αγγλικού στρατού Edwin), τη δίδυμη αδελφή του Θηρεσία (ο γάμος της οποίας έγινε στο Μόντρεαλ με τον Θεόδωρο Παρηγορή) και την Θεοδώρα (γεν. Βουκουρέστι 2.11.1921).

 (27). Ο καθηγητής Στέργ. Φασουλάκης δημοσιεύει έγγραφο του 1838 το οποίο υπογράφεται από 23 «μεγαλεμπόρους και εμπόρους» της Χίου. Το έγγραφο αναφέρεται στα επώνυμα: Αγέλαστος, Βουδόπουλος, Γλαρός, Γλύψης, Δαμαλάς, Ζωγράφος, Κάβουρας, Καλβοκορέσης, Καρυδιάς, Κοκκάλης, Κορωνιός, Κυπριδάκης, Λεριώτης, Πετροκόκκινος, Ροδοκανάκης, Ροΐζος, Σιδερικούδης, Χωρέμης, Ψύχας και ακόμη ένα που είναι όμως δυσανάγνωστο.

 (28). Οι Ροδοκανάκη έλκουν την καταγωγή τους και από την Χίο  και προέρχονται από τη Βυζαντινή αριστοκρατία. Ο οίκος των Ροδοκανάκη ανέπτυξε πλούσια και πολύκλαδη επιχειρηματική δραστηριότητα και ευρύτατο εμπορικό δίκτυο στο εξωτερικό. Στα πολύτιμα αρχεία του Χιώτη μεγαλέμπορου στη Βενετία Δημητρίου Κουρμούλη πληροφορούμεθα πως διατηρεί αλληλογραφία στη Χίο με τον Ματθαίο Ροδοκανάκη (1771 – 1773) και τον Στέφανο Ροδοκανάκη (1787). Βάση της οικογένειας ήταν η Χίος. Μέλη της καθώς προείδαν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονταν στις ανερχόμενες τότε Ρουμανία και Ρωσία –στην Οδησσό κυρίως- επεξέτειναν τις δραστηριότητές τους εκεί. Ο μεγαλέμπορος Θεόδωρος γεννήθηκε τα τέλη του 18ου αι. στη Χίο και το 1819 εγκαταστάθηκε στην Οδησσό (Νικολάεφσκι Μπουλβάρ.

 (29). Σκάφος με το ίδιο όνομα είναι  νηολογημένο ως γολέτα στο Bureau Veritas, είχε ναυπηγηθεί το 1838, ήταν 75 τόνων, ανήκε στον Ζ. Χρυσοβελόνη, και τα έτη 1855 και 1860 έφερε ελληνική σημαία αναφέρουν οι ερευνητές Τζ. Χαρλαύτη, Νικ. Βλασσόπουλος.

 (30). Άγνωστο εάν ανήκε στην ίδια οικογένεια ο Σ. Τσάκος, ιδιοκτήτης της υπό ελληνικής σημαίας γολέτας «Σωτήρ» χωρητικότητας 80 τόνων που ναυπηγήθηκε το 1856 και νηολογήθηκε στη Χίο. Το1875 αρχικά ενεγράφη  στο Νηογνωμολόγιο ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ και στη συνέχεια το 1880. Πλοίαρχο είχε τον Χιώτη επίσης Δ. Φαφαλιό.

 (31). Στοιχεία για την οικογένεια Zacco έχουν αρυσθεί από το Istituto Εllenico Di Venezia.

 (32). Πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Μολδαβίας – πρώην Βεσσαραβίας.

 (33). Η καταγωγής της οικογένειας Μαύρου είναι από τις Κυκλάδες –σύμφωνα με τον Sturdza.

(34). Δεν είναι τελικά τυχαίο που στη Χίο μέχρι και σήμερα απαντώνται τα επώνυμα Γρέγος, Βοριάς, Νοτιάς («Μάρκος και Νικόλαος Νοτιάς, Νάβα 1200 τόνων, έτος 1900»), Μαΐστρος (Γεώργιος Μιχ. Μαΐστρος, Χιώτης σπουδαίος φωτογράφος από την Καλαμωτή). Δεν γνωρίζω εάν έχει γίνει κάποια μελέτη για τις ονομασίες των ανέμων στα επώνυμα των Χίων (πιθανόν και άλλων κατοίκων του Αιγαίου). Αν όχι, αξίζει να υπάρξει σχετική ανακοίνωση καθώς είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα με πολλές παραμέτρους –ως εκ πρώτης όψεως φαίνεται-.

(35). Πληθώρα πληροφοριών για τις δράσεις των Ράλλη, των Ροδοκανάκη από την Οδησσό, αλλά και πολλών άλλων Ελλήνων τους οποίους εξετάζει και ως οικονομικούς παράγοντες, αλλά και ως κοινωνικούς ρυθμιστές σε όλες τις πόλεις «εν Ρωσσία και Ρωμουνία» που δρούσαν, όπως σε σειρά φύλλων αναφέρει ο Κεφαλλήν εκδότης της Διονύσιος Μεταξάς Λασκαράτος.  Σε πολλά από τα φύλλα τονίζεται η δράση της οικογένειας Εμπειρίκου (Ο μεγάλος ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος γεννήθηκε το 1901 στη Βραΐλα). Η καταγωγή της οικογένειας είναι από τη Χίο – γενάρχης της θεωρείται ο Λεονάρδος Μπιρίκος, γιος του Αντωνίου εκ Χίου- όμως από το 1765 εγκαθίσταται στην Άνδρο και έχει πλέον ταυτισθεί η οικογένεια με το νησί αυτό.

 (36). Τα δυο πρώτα έχουν γραφεί το 1903 και το άλλο το 1904. Όλο το έργο χρήζει επισταμένης μελέτης. Επιλέγω ορισμένους στίχους:

… Ορδαί Μογγόλων σήμερον / καταστροφήν κομίζουν / ζωές αθώων γυναικών / και αδελφών θερίζουν.

Της Δύσεως δε χριστιανοί / στην λάμψιν του χρυσίου / παιάνας ψάλλουν στας σφαγάς / βουλγαρικού θηρίου.

Μόνον οσάκις Έλληνες / την γην της πατρικήν των / με αίμα ην επότισαν / καθ’ όλην την ζωήν των / να ανακτήσουν προσπαθούν. / Η άσπλαχνος Ευρώπη / τον ιερόν αγώναν των / ως τίγρης ανακόπτει…

_______________

… ναούς, σχολεία και χωριά / με πυρ να καταστρέφουν / και την αγρίαν φύσιν των / με αίματα να τρέφουν. /

Ανάλγητος κι αναίσθητος / η Δύσις τους θαυμάζει / και τας θηριωδίας των / ως τρόπαια δοξάζει./

… Μακεδονία μας κλεινή / βανδάλους μη φοβήσαι / διότι φαεινός αστήρ / στην οικουμένην είσαι.

Πάς Έλλην με το ξίφος του / εις την φωνήν σου πάλιν / εις την πεφιλημένην σου / θα πέση την αγκάλην./

_______________

…Μακεδονία! Της κλεινής / θυγάτηρ είσ’ Ελλάδος / κι ο γαλανός ο ουρανός / σε σκέπει της Παλλάδος./

Με θείον φως ελευθεριάς / προ χιλιετηρίδων / και είσαι φαεινός αστήρ / Ελληνισμού ελπίδων./ Γνήσιον αίμα ελληνικόν / τας φλέβας σου γεμίζει / και ιστορία αληθής / και τους τυφλούς φωτίζει./

Με τον Θεόν και τ’ όπλον σου / θα έλθ’ ημέρα πάλιν / εις της φιλτάτης σου μητρός / να πέσης την αγκάλην.

 (37). Ο Κ.Π. Βάμβας, Χιώτης λόγιος εγκαταστημένος στη Βραΐλα, αποκαλεί τον Σουρή συμπατριώτη του (αν και είχε γεννηθεί στη Σύρο από πατέρα με καταγωγή από τα Κύθηρα) λόγω της γυναίκας του. Ο Σουρής παντρεύτηκε το 1881, σε ηλικία 28 ετών την Μαρή Κωνσταντινίδη, Χιώτισσα, το γένος Αργέντη Ροδοκανάκη, με την οποία πέρασε ευτυχισμένη ζωή αποκτώντας πέντε παιδιά. Η γυναίκα του επέμενε πως είχε έξι, συμπεριλαμβάνοντας και τον σύζυγό της που “καθώς ήταν αδέξιος και ανέμελος” είχε πραγματική ανάγκη μητρικής στοργής και φροντίδας.

 (38). Η Ρουμανία παρουσιάστηκε ως τρίτος διεκδικητής της Μακεδονίας (μετά την Βουλγαρία) γιατί θεωρούσε ως Ρουμάνους τους Κουτσόβλαχους κατοίκους. Οργάνωσε κι αυτή ένοπλες κουτσοβλαχικές ομάδες που συχνά συνεργάζονταν με τους κομιτατζήδες. Η ρουμανική δραστηριότητα στη Μακεδονία συνέπιπτε με μια περίοδο που ο βαλκανικός εθνισμός έφερνε σε σύγκρουση τους ντόπιους στα κράτη της Βαλκανικής, με το ελληνικό στοιχείο το οποίο επικρατούσε για αιώνες οικονομικά. Βέβαια υπήρξαν πριν από το 1900 ορισμένα ζητήματα μεγάλης σημασίας τα οποία επηρέασαν το Ελληνικό, οικονομικής σημασίας, στοιχείο. Αυτά ήταν το 1873 η κατάργηση από ελεύθερου του λιμανιού του Γαλατσίου, το 1877 ο ρουμανορωσοτουρκικός πόλεμος, το 1884-1892 ο τελωνειακός ρουμανοαυστριακός πόλεμος και, αμέσως μετά, η υπόθεση Ζάππα  που κλόνισε τις σχέσεις Ελλάδος – Ρουμανίας. 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΠΗΓΕΣ

Εφημερίδα «εν Βραΐλα» Ελεύθερος Λόγος του Διονυσίου Μεταξά Λασκαράτου (φύλλα ανά δεκαπενθήμερο που καλύπτουν μια δεκαετία σχεδόν – από το 1895 έως το 1905. Τελευταία φύλλα έκδοση του ιδίου από την Αθήνα).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

Ακριβοπούλου Σοφία, Κοιτίδες Eλληνισμού – Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, The Greeks in Romanian Principalities, Καθημερινή (www.academia.edu)

Άμαντος Κωνσταντίνος, Οι  Έλληνες εις την Ρουμανίαν προ του 1821, Λόγος επί τη αναλήψει της προεδρίας, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, Συνεδρία της 6ης Απριλίου 1944, Αθήναι 1944

Αυγητίδης Κ.Γ., Ο Ελληνικός εμπορικός κόσμος της Οδησσού και η Ελλάδα, (1794-1900), Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα, 1998

Βοβολίνης, Μέγα Ελληνικόν Βιογραφικόν Λεξικόν, Έκδοσις «Βιομηχανικής Επιθεωρήσεως», Τ. 1-5, Αθήναι 1960

Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη (http://constantinople.ehw.gr)

Εγκυκλοπαίδεια Μεγάλη Ελληνική, εκδόσεις Ο Φοίνιξ, (Δρανδάκη)

Ιστορικά Χιώτικα επώνυμα, greeksurnames.blogspot.gr (διασταύρωση με αντίστοιχα λήμματα Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας Δρανδάκη)

Κορομηλά Μαριάννα, Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα, Πολιτιστική Εταιρεία Πανόραμα, Αθήνα 1991

Κούμπας Γεώργιος Αντ., Ημερολόγιο 1871 – 1891, Έλληνες έμποροι στη Ρουμανία, Εισαγωγή – Ανθολόγηση Ευρυδίκη Σιφναίου, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Τμήμα Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα 2013

Λάζαρ Ελένα: Ελληνισμός και Φιλελληνισμός στον Ρουμανικό χώρο, (Μέρος 1 και 2), ΟΔΥΣΣΕΙΑ – Εφημερίς των Κεφαλλήνων (www.odusseia.gr)

Λαϊνάς Δημήτριος, Στα Γράμματα και τις Τέχνες, Αφιέρωμα στις Οινούσες, Επτά Ημέρες, Εφημερίδα Καθημερινή, 27 Ιουνίου 1999

Μανέ Στέλλα, Ο φωτογράφος Γεώργιος Μιχ. Μαΐστρος, Αφιέρωμα στη μαστίχα της Χίου, Επτά Ημέρες, Εφημερίδα Καθημερινή, 10 Δεκεμβρίου 2000

Σαραφίδης Έκτωρ, Έλληνες ιατροί εν Ρουμανία, Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών , τ. 12, αρ. 1, Εν Αθήναις, Γραφείον Δημοσιευμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, 1940

Σιμόπουλος Κυριάκος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, Τ. Α’, Β’, Γ-1, Γ-2, Β Έκδοση Αθήνα 1985

Φασουλάκης Στέρ., Προσωπογραφία εμπόρων της Χίου πριν και μετά την Επανάσταση: Συμβολή στη μελέτη των αλλαγών του οικονομικού βίου, Δελτίον Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρίας Ελλάδος, Τ. 10ος, Αθήνα 1996

Φράγκος Γεώργιος, Αιγνουσιώτικη ναυτιλία, Αφιέρωμα στις Οινούσες, Επτά Ημέρες, Εφημερίδα Καθημερινή, 27 Ιουνίου 1999

Φωκάς Σπυρίδων, Οι Έλληνες εις την ποταμοπλοΐαν του Κάτω Δουνάβεως, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1975

Χαρλαύτη Τζελίνα – Νίκος Στ. Βλασσόπουλος, Ποντοπόρεια, Ιστορικός Νηογνώμονας, ΕΛΙΑ, Αθήνα 2002

Χιώτες στη Λακωνία,  περιοδικό Λακωνικά, τεύχος 182ο, 1997

Ψαρρού Εύη, Ναυτιλιακή ιστορία Χίου και Οινουσσών, (Μέρος Α΄) – ειλημμένο από το site: Περίαλος blogspot.gr-.

Candea Ionel, The Hellenic Community of Braila, From ancient times to the 19th c., Braila Museum, Istros Publishing House, Braila 2004

el.wikipedia.org

Falangas Andronikos, Presences greques dans les Pays roumains (XIVe – XVIe siècles), Le temoignage des sources narratives roumaines, Editions OMONIA, Bucharest 2009

Galeria Teatrului Romanesc (Florica Ichim), Maria Filoti, Am ales teatrul, Bucuresti 2007

Iorga Nicolae, Byzance après Byzance, Institut d’études byzantines, Bucarest, 1848 (1935)

Scalcau Paula, Hellenism in Romania, Omonia Publishing House, Bucharest 2011 

Slot B.J., Ο (εκ Χίου) Δημήτριος Κουρμούλης και το διεθνές εμπόριον των Ελλήνων κατά τα έτη 1770-1784, περιοδικό Μνημοσύνη, Τ. Πέμπτος, Εν Αθήναις, 1974-1975

Sturdza M.D., Dictionnaire historique et genealogique de grandes familles de Grece, d’ Albanie et de Constantinople, Chez l’ auteur, Paris, 1983

Un Grec, Doi Creci, Trei Greci… Braila, Editori: Camelia Hristian, Ghena Pricop, Muzeul Brailei, Editura Istros, Braila 2009

Φωτογραφία: Η Τράπεζα Χρυσοβελόνη στο Βουκουρέστι