Η σημερινή εφημερίδα «Νέα Σελίδα», 4/11 σελ. 9-13 δημοσιεύει -με την υπογραφή της δημοσιογράφου κ. Ακριβοπούλου- επιστολή που στις 31 Ιουλίου 2003 απέστειλε ο κεφαλλονίτης π. Υπουργός στον κ. Σημίτη και την απάντηση του δεύτερου στον πρώτο. Μπορεί φυσικά να ειδωθεί από πολλές πλευρές. Θα σταθώ μόνον σε μία: δίνει απάντηση σε όλους όσοι λοιδόρησαν τον Γεράσιμο Αρσένη. Από όπου κι αν προέρχονταν, κι όπου κι αν είναι.
«Το καλοκαίρι του 2003, επτά μήνες πριν από τις εκλογές του 2004, η ήττα του ΠΑΣΟΚ είχε ήδη προδιαγραφεί. Υπό το βάρος των σκανδάλων και ενόσω η αλλοίωση της φυσιογνωμίας του κόμματος με την κλίση προς τα δεξιά, έχει ήδη συντελεστεί, το πολιτικό κλίμα ήταν αβάστακτα τοξικό. Το κατά Σημίτη «κοινωνικό φαινόμενο» της διαφθοράς ενισχυμένο από το τέρας της διπαλοκής που τη σημιτική περίοδο θεσμοθετήθηκε όπως ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη πολιτική ιστορία, είχε πλέον εξαπλωθεί παντού. Λίγο πριν από την εκπνοή της δεύτερης τετραετίας, την οποία «ο μακροβιότερος» κέρδισε με αμφιλεγόμενο τρόπο μετά τις … περίεργες εκλογές του 2000, το σύστημα Σημίτη κατέρρεε. Το άγος του χρηματιστηρίου, το αδυσώπητο πάρτι με τα εξοπλιστικά, τα πρώτα (τότε) ψήγματα για τα μαύρα ταμεία της Siemens, το κρυφό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων, η αποχαλίνωση της υψηλής διαπλοκής με την απροσχημάτιστη λεηλασία του δημόσιου πλούτου από ένα κλειστό κλάμπ εξουσίας, ο τρόπος λειτουργίας του μιντιακού συστήματος των εθνικών εργολάβων της εποχής, και το κυριότερο, το colpo grosso με τα swaps της Goldman Sachs, που, όπως αποδείχθηκε αργότερα στοίχισε στη χώρα πάνω από 15 δις, ανοίγοντας ταυτοχρόνως την κερκόπορτα του μνημονίου, είχαν διαβρώσει ολοσχερώς τα θεμέλια του «εκσυγχρονιστικού» οικοδομήματος…
…Ο Γεράσιμος Αρσένης είναι τότε απλός βουλευτής, αλλά δεν έχει πάψει να είναι και ειδικός πόλος, καθώς εκτός του ότι έχει διατελέσει επί πολλά χρόνια κορυφαίος υπουργός, έχει διεκδικήσει, παράλληλα με τον Άκη Τσοχατζόπουλο, και την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ στο συνέδριο του 1996, το οποίο, ως γνωστός, ανέδειξε τελικά πρόεδρο τον Κώστα Σημίτη. Ως εκ τούτου, γίνεται δέκτης της ανησυχίας που διαπερνά τότε τα μέλη και τα στελέχη του Κινήματος που διαβλέπουν την ήττα και αναζητούν διεξόδους και αλλαγές. Έτσι αποφασίζει να στείλει την επιστολή-μανιφέστο την οποία όμως ουδέποτε έδωσε στη δημοσιότητα, αφ ενός για να μην επιβαρύνει το ήδη κακό κλίμα που βασάνιζε τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, αφ’ ετέρου για να μην θεωρηθεί ότι διεκδικεί ο ίδιος ηγετικό ρόλο ή άλλα πολιτικά οφέλη. Γράφει ο Γ. Αρσένης:
‘ Αγαπητέ Κώστα,
Αισθάνομαι την ανάγκη να επικοινωνήσω σήμερα μαζί σου γιατί διακατέχομαι από βαθιά ανησυχία για το μέλλον του ΠΑΣΟΚ και του τόπου. Θεωρώ ευθύνη μου να σε καταστήσω κοινωνό των δικών μου προβληματισμών και θέσεων εν όψει της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης…
… Σήμερα ο πολίτης διερωτάται: Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο; Ποιο είναι το σύστημα διακυβέρνησής μας; Είναι ενός ανδρός αρχή; Είναι η εξωθεσμική παρέα του πρωϊνού καφέ; Είναι οι γνωστοί διαπλεκόμενοι-προνομιούχοι συνδαιτυμόνες του Δημοσίου και μεγιστάνες των ΜΜΕ ή είναι λίγο και από τα τρία; … Έπρεπε πρώτα να δημιουργηθεί σάλος στον Τύπο για τη διαφθορά για να συνειδητοποιήσουμε ότι, ακόμα και με ραγδαία και παρ’ άξία ανέλιξη, επαγγελματίες της προσκόλλησης στα κυκλώματα της εξουσίας συνηθίζουν να υποκύπτουν στα διαβρωτικά θέλγητρα της εξουσίας; Έπρεπε πρώτα να διασυρθεί το πολιτικό σύστημα – και ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ- για να αποδεχθούμε ότι υπάρχουν διαφθορά και διαπλοκή που αλλοιώνουν επικίνδυνα τον χαρακτήρα της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και ότι πρέπει επιτέλους να κάνουμε κάτι για αυτά τα νοσηρά φαινόμενα…’.
Με την ίδια οξύτητα καταφέρεται ο Γ. Αρσένης και σε ό,τι αφορά στο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου με «τσάρο» της Οικονομίας, υπενθυμίζεται, τον Γιάννο Παπαντωνίου:
‘ Οι μεθοδεύσεις στο Χρηματιστήριο οδήγησαν στην πιο δραματική και βίαιη αναδιανομή του πλούτου που γνώρισε ο τόπος στην πρόσφατη ιστορία. Οι ζημίες εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών αντιστοιχούν σε τεράστια κέρδη ολίγων επιτήδειων κερδοσκόπων ή προσώπων με διασυνδέσεις και εσωτερική πληροφόρηση. Πέρα από τις οικονομικέ και πολιτικές επιπτώσεις η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει κι ένα μείζον θέμα ηθικής τάξης. Κι όμως, το θέμα αυτό δεν έχει συζητηθεί ώστε να εντοπιστούν οι ευθύνες των αρμοδίων οργάνων, που είναι, πιστεύω εξόφθαλμες.
Η στάση του ΠΑΣΟΚ απέναντι στα προβλήματα της διαφθοράς και της διαπλοκής δεν συζητήθηκε ποτέ, όπως δεν συζητήθηκε η πρόταση για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για το Χρηματιστήριο. Στους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ όμως ζητήθηκε, χωρίς πάλι να προηγηθεί συζήτηση, να δημοσιοποιήσουν τις χρηματιστηριακές τους πράξεις, ωσάν αυτές να ήταν η λυδία λίθος του προβλήματος’!
… πέρα όμως από τα όσα αναλύονται για τη διαφθορά και την διαπλοκή… ο Γ. Αρσένης αναφέρεται διεξοδικά στις ελληνοτουρκικές θέσεις και πως τις διαχειρίστηκε η κυβέρνηση Σημίτη, στη λειτουργία της δημοκρατίας, και του κόμματος, τις αστοχίες που έγιναν στην παιδεία, στο ρόλο των συνδικαλιστών και στο κλειστό κύκλωμα εξουσίας που είχε δημιουργήσει ο τότε πρωθυπουργός. Αποκαλύπτει ότι η οικονομική κρίση είχε ήδη αρχίσει και υπογραμμίζει ότι αυτοί που θα πληρώσουν τελικά το κόστος θα είναι οι μη προνομιούχοι…
Για τις σχέσεις με την Τουρκία…
‘Έπρεπε να περιμένουμε τις δηλώσεις του κ. Ερντογάν για τον Αττίλα για να υποψιαστούμε ότι κάτι δεν πάει καλά με την ‘αναθεωρημένη’ πολιτική μας στα ελληνοτουρκικά, με τον μύθο της ‘ισχυρής Ελλάδας’ και να δηλώνουμε τώρα ότι ‘ η Αθήνα οδηγείται στη σκέψη ότι θα μπορούσε να προβάλει βέτο για την έναρξη των δια πραγματεύσεων ΕΕ-Τουρκίας; Στη Σύνοδο του Ιουνίου της Κεντρικής Επιτροπής μας είπες ότι το 2003 θα είναι ‘έτος εθνικών θεμάτων’. Πρόσφατα δήλωσες ότι ‘η προοπτική επίλυσης του πολιτικού προβλήματος της Κύπρου και η οριστική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στο Αιγαίο βρίσκονται πλέον μπροστά μας, πιθανότατα το 2004’. Δεν γνωρίζω πού στηρίζεις την αισιοδοξία σου. Εγώ, όπως γνωρίζεις, έχω εκφράσει τις επιφυλάξεις μου για την ‘αναθεωρημένη’ εξωτερική πολιτική που ακολουθήθηκε μετά τη ‘Μαδρίτη 1997’ και δεν χρειάζεται, πιστεύω, να επαναλάβω εδώ τις σκέψεις μου αναλυτικά. Πιστεύω ότι η Τουρκία παραμένει αμετακίνητη στην επιδίωξή της να επιτύχει την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης και τη δορυφοροποίηση της Κύπρου. Η στρατηγική αυτή επιλογή της Τουρκίας δεν αντίκειται στα συμφέροντα του ‘διεθνούς παράγοντα’, ίσως και να τα υποβοηθά, και δεν φαίνεται να ενοχλεί, μέχρι τώρα τουλάχιστον, τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Για αυτό δεν πιστεύω ότι οι διαπραγματεύσεις ΕΕ-Τουρκίας θα συμβάλουν να δημιουργηθούν τέτοιες συνθήκες ώστε η Τουρκία να αποδεχθεί λύση του Κυπριακού ή ‘διευθέτηση’ στα ‘θέματα’ του Αιγαίου χωρίς υποχωρήσεις από τη δική μας πλευρά. Ανεξάρτητα όμως από τις εκτιμήσεις που μπορεί να κάνει ο καθένας, παραμένει το γεγονός ότι σημαντικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και χωρίς αμφιβολία θα ασκηθούν πιέσεις από τον ‘διεθνή παράγοντα’ με περαιτέρω υποχωρήσεις εκ μέρους μας και για ‘οδυνηρούς’ συμβιβασμούς. Ειλικρινά πιστεύω ότι είναι επιζήμιο για τον τόπο να αναλάβει μόνη της η κυβέρνηση το βάρος της μεγάλης αυτής εθνικής υπόθεσης…’.
Προεξοφλώντας την ήττα στις εκλογές το κορυφαίο για δεκαετίες στέλεχος του ΠΑΣΟΚ διεκτραγωδεί την απαξίωση του κόμματος και τη λειτουργία παράκεντρων…
‘Κανένα από τα προβλήματα που μας πιέζουν σήμερα δεν προέκυψε αιφνίδια. Τα προβλήματα είχαν έγκαιρα εντοπισθεί και προτάσεις για την αντιμετώπισή τους είχαν κατατεθεί. Δυστυχώς επέλεξες να αγνοήσεις τις προειδοποιήσεις και τις προτάσεις και αντιμετώπισες απαξιωτικά πολλούς συντρόφους που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, απονέμοντάς τους την ταμπέλα της ‘εσωκομματικής αντιπολίτευσης’. Σου θυμίζω όμως τι έλεγες το 1994: «Επικίνδυνοι δεν είναι εκείνοι που έχουν άποψη, αλλά εκείνοι που έχουν γνώμη ή ενοχλούνται που οι άλλοι έχουν γνώμη». Θεωρώ ότι έχεις αυξημένη ευθύνη αυτή τη φορά να ακούσεις προσεκτικά τις απόψεις όλων όσους έχεις επίμονα αποφύγει όλα αυτά τα χρόνια. Δεν έχουμε περιθώρια για άλλα λάθη. Θα ήταν θανάσιμο λάθος να προσπαθήσουμε να καλύψουμε το πολιτικό κενό που εμείς οι ίδιοι άλλωστε, δημιουργήσαμε με προεκλογικές παροχές, προσλήψεις και εξαγγελίες μακροπρόθεσμων στόχων. Χρειάζεται να αποδεχθούμε την πραγματικότητα. Χρειάζονται αυτοκριτική και αυστηρή απόδοση ευθυνών. Χρειάζονται τολμηρές ανατροπές. Πάνω από όλα χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε γιατί φτάσαμε εδώ. Πιστεύω ότι η ρίζα του κακού είναι ότι όχι μόνον δεν υλοποιήθηκε η επαγγελία του εκδημοκρατισμού και του εκσυγχρονισμού της χώρας και του κόμματος, αλλά αντίθετα εδραιώθηκαν, με δική σου ανοχή, ο αυταρχισμός και ένα αναχρονιστικό πελατειακό σύστημα. Σου υπενθυμίζω ότι η εκλογή σου ως πρωθυπουργού τον Ιανουάριο του 1996 στηρίχθηκε σε ένα μεγάλο βαθμό στην επαγγελία της θεσμικής λειτουργίας του κόμματος και της κυβέρνησης. Δεν αναδείχθηκες πρωθυπουργός ούτε για να αποφασίζεις μόνος, ούτε για να εγκαταστήσεις ένα κλειστό κύκλωμα, τη δική σου ομάδα, στη δομή της κομματικής και κρατικής εξουσίας. Κι όμως, είναι ακριβώς αυτά που έγιναν. Κι αν τουλάχιστον η ομάδα αυτή ήταν η αιχμή του δόρατος για τον επαγγελλόμενο εκσυγχρονισμό, θα μπορούσε κάποιος να κατονομάσει –αλλά όχι και να επιδοκιμάσει- την πολιτική σκοπιμότητα του εγχειρήματος. Αλλά δεν επρόκειτο περί αυτού. Πρέπει ήδη κι εσύ ο ίδιος να έχεις συνειδητοποιήσει ότι πολλά από τα άτομα της ομάδας που σε στήριξαν στο Συνέδριο του ’96, κι εξακολουθούν να σε στηρίζουν σήμερα, δεν διακρίνονται για τον εκσυγχρονιστικό τους ζήλο. Είχαν, άλλωστε, με μεγάλη άνεση υπηρετήσει άλλους παλαιότερα κάτω από άλλες ιδεολογικές παντιέρες. Είναι τα μόνιμα και κρατικοδίαιτα στοιχεία σε κάθε κομματικό μηχανισμό που ανταλλάσσουν πρόθυμα ιδέες για εξουσία και στηρίζουν την κάθε ηγεσία, αρκεί να διατηρούν το προνομιακό κοινωνικό και εισοδηματικό status. Κι εδώ είναι η νέμεσις: στηρίχθηκες σε ομάδα κομματικής και κρατικής εξουσίας που στο σύνολό της – αλλά και με λαμπρές εξαιρέσεις- υπέσκαψε κάθε προσπάθεια γνήσιου εκσυγχρονισμού. Είμαι βέβαιος ότι θα θυμάσαι πόσες φορές είχαμε μαζί σχολιάσει το γεγονός ότι ήταν οι λεγόμενοι ‘εκσυγχρονιστές’ συνδικαλιστές (πρώην και εν ενεργεία που υπονόμευσαν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Τα προβλήματα που προέκυψαν και τελικά εξέθεσαν εσένα προσωπικά θα μπορούσαν να είχαν επιλυθεί ικανοποιητικά, αν είχες δώσει τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ουσιαστικά οι δημοκρατικοί θεσμοί του κόμματος ώστε να συμμετέχουν όλοι στη διαμόρφωση της πολιτικής αλλά και στην αξιολόγηση της δράσης του καθενός. Παρακμιακά φαινόμενα ομαδοποίησης, ιδιοποιήσης εξουσίας, αλαζονείας και διαφθοράς δεν αντιμετωπίζονται με φετφάδες και φαρισαϊσμούς, αλλά λύνονται με όρους πολιτικούς μέσα στους δημοκρατικούς θεσμούς. Δυστυχώς, έλειψε ο σεβασμός στις δημοκρατικές διαδικασίες και στις αρχές της κομματικής συλλογικότητας. Απογοήτευσες τον πολίτη που περίμενε από εσένα μια άλλη ευαισθησία σε θέματα δημοκρατικής λειτουργίας.
Ανάπτυξη – φούσκα
‘Διερωτώμαι: έπρεπε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας να φτάσει σε τέτοια απαξίωση, να ζει με τον εφιάλτη της ακρίβειας και της ανεργίας, για να συνειδητοποιήσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ της νέας εποχής θέλει δικαιοσύνη και οικονομική ανάπτυξη;
Στο εσωτερικό μέτωπο η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική Ο λαός περιμένει από εμάς: α) πιο δίκαιη κατανομή του εθνικού πλούτου και εισοδήματος, β) βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων αγαθών (υγεία, παιδεία, περιβάλλον), γ) σύγχρονο και αδιάφθορο κράτος στην υπηρεσία του πολίτη, δ) εξασφάλιση και σιγουριά εργασίας.
Η πρόσφατη αύξηση του ΑΕΠ κατά 4% περίπου ετησίως κακώς χαρακτηρίζεται από τους κρατικούς επικοινωνιολόγους ως ανάπτυξη. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αύξησης του ΑΕΠ καταδεικνύουν τον ασυμμετρικό και συνεπώς τον μη αναπτυξιακό και μη αυτοτροφοδοτούμενο χαρακτήρα της. Η εισοδηματική αύξηση οφείλεται κυρίως στις κατασκευές και στα έργα υποδομής που αυξάνονται με ρυθμούς 10% ετησίως. Η βιομηχανική παραγωγή αυξάνεται μόνον κατά 1% ετησίως, ενώ η αγροτική παραγωγή μειώνεται. Η αύξηση του εισοδήματος και η επακόλουθη ζήτηση για εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες έχουν δημιουργήσει ένα επικίνδυνο παραγωγικό έλλειμμα που πρόσκαιρα καλύπτεται από εισροή πόρων από το Γ΄ΚΠΣ και την ΚΑΠ. Αλλά αυτή η ενίσχυση δεν θα συνεχίζεται επ’ άπειρον, στον ίδιο τουλάχιστον βαθμό. Το ερώτημα, λοιπόν, τίθεται: Ποια θα είναι η λοκομοτίβα της ανόδου του εισοδήματος στην μετακατασκευαστική εποχή, όταν δηλαδή θα έχουν ολοκληρωθεί τα (πανάκριβα) Ολυμπιακά έργα και τα έργα υποδομής του Γ’ ΚΠΣ; Η ποιοτική σύνθεση των επενδύσεων δείχνει σαφώς ότι δεν έχουμε προετοιμάσει κανέναν κλάδο της οικονομίας για να παίξει αυτόν τον ρόλο. Το 65% του συνόλου των επενδύσεων αφορά στις κατασκευές. Μόνο το 33% κατευθύνεται στον εξοπλισμό, όπου όμως μόνο το 5% διατίθεται για νέες δραστηριότητες και νέα προϊόντα, ενώ το υπόλοιπο καλύπτει ανάγκες αντικατάστασης παλαιού μηχανολογικού εξοπλισμού ή επέκτασης δραστηριοτήτων που ήδη υπάρχουν. Δεδομένου ότι απαιτούνται τρία ή τέσσερα έτη για να τεθεί σε λειτουργία μια νέα επιχείρηση ή να γίνουν οι απαραίτητες αναδιαρθρώσεις, είναι σαφές ότι μετά το 2005, όταν θα σημειωθεί πτώση των εργασιών στον κατασκευαστικό τομέα, θα υπάρξει πρόβλημα. Για αυτό και η ύφεση μετά το 2005 είναι αναπόφευκτη”.
“Μια περαιτέρω δυσκολία στην προοπτική να μετριαστεί τουλάχιστον η ύφεση, ανάγεται στη χρηματοδότηση των επενδύσεων. Κύρια πηγή χρηματοδότησης ήταν οι αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες στο παρελθόν ήταν 18% του ΑΕΠ. Ο Έλληνας καταναλωτής έχει κρατήσει την κατανάλωση στα ιστορικά επίπεδα, αλλά οι αποταμιεύσεις έχουν καταρρεύσει στο 5% του ΑΕΠ. Ο δημόσιος τομέας, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα μπορέσει να προσφέρει πάνω από 3%. Για να στηρίξουμε ένα ελάχιστο πρόγραμμα επενδυτικής δραστηριότητας σε ένα επίπεδο 15% του ΑΕΠ (καθαρές επενδύσεις), δηλαδή στα ιστορικά επίπεδα, θα χρειαστούμε εξωτερικούς πόρους (δανεισμός, ξένες επενδύσεις και εισροές από την Ευρωπαϊκή Ένωση) της τάξης του 7% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου δύο φορές το μέγεθος του Γ’ ΚΠΣ, πράγμα αδύνατον”.
Καταλήγοντας, ο Γεράσιμος Αρσένης στην επιστολή του αναφέρει: “Για αυτά τα θέματα έχω μιλήσει και στο παρελθόν και είχα κάνει έκκληση σε εσένα να τολμήσεις να προχωρήσεις στις τομές που ήταν αναγκαίες για να δώσουμε στην παράταξή μας και στον τόπο μια θετική προοπτική. Είναι μάταιο να επαναλάβω αυτή την έκκληση για μια ακόμη φορά. Είναι ήδη αργά. Ειλικρινά πιστεύω ότι δεν μπορείς να ανατρέψεις την πορεία προς την ήττα. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα, η προσφορά σου στην αντιμετώπιση της κρίσης θα είναι να δεχτείς να αφήσεις το ανοιχτές τις διαδικασίες μέσα στο κόμμα και κυρίως στην Κοινοβουλευτική Ομάδα για να αξιολογήσει όλες τις πτυχές της κρίσης και να δώσει την πρέπουσα λύση. Αν δεν τολμήσουμε τώρα να προχωρήσουμε στην “αυτοκάθαρση” μας φοβάμαι ότι αυτό θα το κάνει το εκλογικό σώμα στις επόμενες εκλογές. Και μια τέτοια έκβαση θα είναι άδικη για την παράταξη μας και οδυνηρή για τον τόπο. Πιστεύω ότι εκφράζω τον διακαή πόθο πολλών ότι έχουμε ευθύνη να δράσουμε τώρα”.
Η (μη) απάντηση Σημίτη
‘Αγαπητέ Μάκη
Έλαβα το γράμμα σου με ημερομηνία 31/7/2003. Το γράμμα αυτό είναι ένα γράμμα θέσεων, με σκοπό τη μεταγενέστερή του χρήση. Οι δικές μου θέσεις έχουν επανειλημμένα εκφραστεί και, πράγμα που φαίνεται να λησμονείς, έχουν επικροτηθεί δυο φορές από τον ελληνικό λαό και δυο φορές στα συνέδρια του ΠΑΣΟΚ. Γι αυτό και είναι περιττό να τις επαναλάβω.
Όσο αφορά στο κεντρικό σημείο σου, ότι θα πρέπει η Κοινοβουλευτική Ομάδα να κάνει επιλογές ελεύθερα, πέρα από τη διαπίστωση ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα έκανε μέχρι σήμερα πάντα ελεύθερα τις επιλογές της, σε διαβεβαιώ ότι θα έχεις την ευκαιρία να διαπιστώσεις ότι αυτό θα συνεχισθεί και στο μέλλον και σε θέματα σημαντικά’.