εποχή του πάθους τους να μην υπήρξε ποτέ η πιο κατάλληλη ή ποτέ αρκετά μεγάλη, ή ίσως δεν μπορούν να ανεχτούν ότι δεν υπήρχε πάθος ανάμεσά τους, ούτε καν από διαίσθηση, ενώ και οι δύο βρίσκονταν ήδη στον κόσμο, ενταγμένοι στην πιο γρήγορη κίνησή του κι όμως με την πλάτη γυρισμένη ο ένας στον άλλον, χωρίς να γνωρίζονται , ίσως χωρίς καν να το επιθυμούν.”
Καμιά φορά , καμία σημασία δεν έχει η καθαυτή ιστορία ενός βιβλίου. Καμιά φορά, το μόνο που έχει σημασία είναι το πως αποφασίζει ο συγγραφέας να την παρουσιάσει. Το πιο σημαντικό στην ανάγνωση δεν είναι το να μη θες να αφήσεις το βιβλίο, αλλά το γεγονός ότι, πολύ μετά που το άφησες, συνεχίζεις να το σκέφτεσαι σαν να το διαβάζεις ακόμα, γιατί αυτό που συνάντησες εκεί μέσα δεν ήταν απλά μια εντέχνως γραμμένη ιστορία, ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, αλλά κάτι πολύ περισσότερο : η δική σου αλήθεια που από καιρό έπλεκες στο μυαλό σου ώσπου συναντήθηκε με την αλήθεια ενός ανθρώπου (ή πολλών ανθρώπων αν αναλογιστούμε πόσους αναγνώστες μπορεί να έχει ένα βιβλίο) που πιθανώς ποτέ να μη γνωρίσεις, παρά μόνο μέσα από τα γραπτά του.
Η δική σου ανάγκη να δημιουργήσεις για τον “άνθρωπο που ακουμπά στο μαξιλάρι σου” ένα κόσμο, μέσω των αναμνήσεων σου των παιδικών χρόνων, ώστε να είναι σαν να ήταν εκεί , ωστόσο χωρίς ποτέ να καταφέρεις να αποδώσεις στο 100% αυτές τις εμπειρίες, αυτές τις αναμνήσεις, διότι ο μόνος που τις βίωσε και τις αναπολεί, είσαι εσύ, αυτή λοιπόν η ανάγκη βρίσκει την επιβεβαίωση της μέσω της γραφής ενός άλλου ανθρώπου.
Έτσι ο δικός σου άνθρωπος, δεν καταφέρνει ποτέ να εισχωρήσει σε αυτό που είναι ό,τι πιο δικό σου , ακριβώς επειδή η παιδική ηλικία αποκλείει την έννοια του “αμοιβαίου” και του “κοινού”. Ακριβώς επειδή η παιδική ηλικία, είναι η μόνη μας πατρίδα. Είναι κάτι στο οποίο μόνο εμείς μπορούμε να καταφύγουμε και σε κανέναν δεν μπορούμε να πούμε “θυμάσαι τότε;” παρά μόνο αν θέλουμε να αναφερθούμε στην παιδική ηλικία και στις παιδικές εμπειρίες κάποιου άλλου.
Eστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 28/5/2017