ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ [ Анна Ахматова ]: Στην άκρη της θάλασσας

Το κίτρινο φουστάνι μου έθαβα στην άμμο,

Μην το πάρει ο αέρας, μην το κλέψει ο αλήτης,

Και στη θάλασσα ανοιγόμουν και ξάπλωνα

Στα ζεστά σκοτεινά κύματά της.

Οταν γύριζα αναβόσβηνε κιόλας

Από τα ανατολικά το φως του φάρου,

Κι ο καλόγερος στης Χερσονήσου την πύλη

Με ρωτούσε: «Πού γυρνάς μες στη νύχτα;».

Ενιωθα το νερό κι οι γείτονες το ξέραν,

Κι όταν άνοιγαν καινούργιο πηγάδι

Με καλούσαν να βρω το μέρος

Και δεν πήγαινε ο κόπος τους χαμένος.

Οπως άλλοι μαζεύουν μανιτάρια ή μούρα,

Μάζευα εγώ σφαίρες των Γάλλων,

Κι έφερνα σπίτι μες στην ποδιά μου

Θραύσματα σκουριασμένα από βαριές οβίδες.

Κι έλεγα με θυμό στην αδερφή μου:

«Οταν θα γίνω τσαρίνα,

Εξι θωρηκτά θα φτιάξω

Κι έξι κανονιοφόρους,

Για να φρουρούν τις ακτές μου

Από δω ώς τ’ ακρωτήρι».

Και τη νύχτα μπροστά στο κρεβάτι

Στη σκοτεινή προσευχόμουν εικόνα

Τις κερασιές να μην χτυπήσει χαλάζι,

Ενα ψάρι μεγάλο να πέσει στα δίχτυα,

Κι ο πονηρός αλήτης να μην προσέξει

Το κίτρινό μου φουστάνι.


Απόσπασμα από την επικείμενη έκδοση, μτφρ.: Ασπασία Λαμπρινίδου, Poema 

Φωτογραφία: Γυναίκα στην άκρη της θάλασσας, Nicolae Grigorescu 

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 25.6.2013, Poema