«Καημένη Οντέσα, και καημένη, κατακαημένη Ρωσία,
εσύ η πλατυτέρα όχι των ουρανών, μα σίγουρα όλων των χωρών». (Εμπειρίκος)
Η Οδησσός είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία του ελληνισμού αφού εκεί ιδρύθηκε το 1814 η Φιλική Εταιρεία. Οι Έλληνες της πολυεθνικής αυτής πόλης μετοίκησαν εκεί βρίσκοντας καταφύγιο, προστασία και συμπαράσταση στα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς, στάθηκαν πρωτοπόροι στην επανάσταση του ’21, ήκμασαν παντοιοτρόπως, στήριξαν το νεογέννητο ελληνικό κράτος και καλλιέργησαν με δυναμισμό τον πατριωτισμό. Μεταξύ των ετών 1809 και 1812 οι Οδεσσίτες Έλληνες δημιούργησαν την «Ελληνική Λεγεώνα» η οποία ενώθηκε με τα «Ελληνικά τάγματα» κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) γράφοντας σελίδες δόξας.
Οι Έλληνες στην Οδησσό από την αρχή της ίδρυσής της μέχρι και τον 19ο αι. ήταν πληθυσμιακά πολύ περισσότεροι συγκρινόμενοι με τις λοιπές ξένες εθνότητες, και απέβησαν οι μεγαλύτεροι συντελεστές στην ανάπτυξή της όχι μόνον στην οικονομική, αλλά στην εκπαιδευτική και επιστημονική. Ας σημειωθεί ότι οι πρώτοι Έλληνες έμποροι που μετοίκισαν εκεί άρχισαν σχεδόν από το μηδέν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και σύντομα απέκτησαν μεγάλες περιουσίες. Χαρακτηριστικό είναι το ότι κατείχαν δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους εμπόρους της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας, ενώ στην τρίτη δεν υπήρχαν πολλοί.
Η πόλη ιδρύθηκε την τελευταία δεκαετία του δεύτερου μισού του 18ου αι. και συγκριμένα το 1794. Προηγουμένως λεγόταν Χατζημπέι και από τους πρώτους που εγκαταστάθηκαν εκεί ήταν οι Θιακοί Δημήτρης Καραββίας (το 1795 παρουσιάζεται ως έμπορος τρίτης τάξης) και Αναστάσιος Ραφτόπουλος, έμπορος δεύτερης τάξης με 8.500 ρούβλια. Στην πρώτη τάξη, αργότερα όμως, εντάχθηκε ο Στέφανος Βεντούρης με 16.000 ρούβλια. Τον Ιανουάριο του 1800 μαζί με τον Βεντούρη βρίσκουμε και τον Λινάρη Αγγελάτο, ενώ το 1825 γνωστοί εμπορικοί οίκοι ήταν του Γεωργίου Βουτσινά και του Ηλία Μάνεση. Μάλιστα ο Βουτσινάς θεωρείτο από τους πιο πλούσιους Έλληνες, ενώ ο Ηλίας Μάνεσης συγκαταλεγόταν στα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Άλλοι μεγάλοι έμποροι ήταν ο Νικόλαος Ιγγλέσης, ο Γεράσιμος Κούπας, ο Γεώργιος Αυγερινός, ο Θεόδωρος Αυγερινός, ο Γρηγόριος Βουτσινάς, ο Νικόλαος Ιγγλέσης, ο Ιωάννης Ιγγλέσης, ο Στέφανος Βουτσινάς, ο Ευστάθιος Γαλάτης, ο Παναγιώτης Κ. Σκλάβος.
Το 1833 μεγάλο βυρσοδεψείο είχε ο Αντώνης Φραγκόπουλος και τα τέλη του αιώνα βυρσοδεψείο διατηρούσαν οι αδελφοί Νεόφυτου, κατάστημα οινοποιίας ο Σπυρ. Ε. Σκλάβος και οι αδελφοί Συνοδινού, αρτοποιεία ο Νικ. Αμπατιέλος, οι αδελφοί Μελισσαράτου, ο Παναγής Βεργωτής και οι αδελφοί Παπαδάτου, οινοπωλεία «μετ’ εστιατορίων» ο Αντ. Καραβίας, Κωνσταντίνος Σταματελάτος, Φωκάς Κοκόλης, Γεώργιος Μαγουλάς, Ιωάννης Μακρής Βαλλιανάτος, Παναγής Λουκάτος, Παναγής Σταματάτος, Μαρίνος Μαγουλάς, Σπ. Ποταμιάνος, το καφενείο «Ακρόπολις» το είχε ο Κων. Δρακούλης, το «Αθήναι» ο Χρήστος Αθανασάτος. Κρεοπωλεία είχαν οι Διονύσιος Μπενετάτος, Δημήτριος Οκτωράτος, Διονύσιος Λιβαδάς, παντοπωλεία οι Αριστ. Καμπίτσης, Διον. Αντζουλάτος, εργοστάσιο αλαντοποιίας οι αδελφοί Νεοφύτου, πολυτελέστατο εστιατόριο ο Σπυρ. Σκιαδαρέσης.
Τόσο ο Α. Φραγκόπουλος, όσο και ο Γ. Βουτσινάς προσέφεραν κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) οικονομική βοήθεια για την απόκρουση των Αγγλο-Γάλλων εισβολέων τούς οποίους αντιπαθούσαν καθώς ήταν στο πλευρό της Τουρκίας και ως εκ τούτου, εναντίον των Ελλήνων.
Διακεκριμένος ομογενής «εις των εγκρίτων ενταύθα Ελλήνων εμπόρων» ήταν ο Νικόλαος Βαλιέρης «γόνος εγκρίτου οικογενείας εκ Κεφαλληνίας». Ήταν νομικός και είχε χρηματίσει δυο φορές βουλευτής στην Ιόνιο Βουλή. Σε ώριμη ηλικία κατέληξε στην Οδησσό όπου εγκαταστάθηκε, ασχολήθηκε με το εμπόριο, διακρίθηκε «ως πατήρ φιλόστοργος, ως τιμαλφής συγγενής, ως αγαθός συμπολίτης, ευεργετών και προστατεύων τους εις αυτόν αποτεινομένους». Επικήδειο λόγο την 1 Ιουλίου 1883 εξεφώνησε ο «ελλογιμότατος πρωθιερεύς της Ελληνικής Κοινότητος κ. Άγγελος Πεφάνης»[1].
Ο Νικόλαος Μάνεσης, ο Ραφτόπουλος και ο Δημήτριος Βουτσινάς εκτός από τις εμπορικές δραστηριότητες, χρηματοδοτούσαν και την ναυτιλία και είχαν δικά τους πλοία που τα χρησιμοποιούσαν κυρίως για να μεταφέρουν τα προϊόντα τους καθώς, οι ναυλώσεις κατά τα πρώτα χρόνια ήταν σπάνιες. Μεγαλοπλοιοκτήτες και ιδιοκτήτες εμποροναυτιλιακών οίκων ήταν οι Κωνσταντίνος Σβορώνος και οι γιοι του Σωκράτης και Ιωάννης. «Δούναβης», «Ελισάβετ» («τροχοφόρον δυναμ. 70 ίππων»), «Σορεντίνος» ήταν ορισμένα από τα πλοία τους. Επίσης είχαν ατμάκατους και φορτηγίδες όπως το «Δουνάε» ελικοφόρο 40 ίππων[2]. Στο πλοίο «Κεφαλληνία» πλοίαρχος φαίνεται ο Θεόδωρος Σαμιώτης, στο «Δημήτριος» ο Δημήτριος Γερασιμάτος και στο «Ταϊγκάν» ο Φωκάς. Ο Ιθακήσιος Δ. Πεταλάς ήταν πλοιοκτήτης και είχε ατμοκίνητη θαλαμηγό, την «Ελένη». Ο Σπύρος Δενδρινός είχε το «Δανάη», ο Παναγής Βάλσαμος το «Ρόζα», ο Γεώργιος Ιγγλέσης το «Μιλτιάδης» και το «Έρκολε», ο Σπύρος Κούπας το «Ντίμπιτς», ο Νικόλαος Μαράτος το «Άγιος Σπυρίδων» και το «Παναγία Ευαγγελίστρια», ο Σπύρος Πεταλάς το «Καποδίστριας», ο Νικ. Ιγγλέσης το «Άγιος Γεράσιμος», ο Νικ. Μπεκατώρος το «Επαμεινώνδας», ο Μαρίνος Ιγγλέσης το «Θεμιστοκλής». Η αρχή των εμπορικών δραστηριοτήτων των Βαλλιάνων έγινε από την Οδησσό, τόπο όπου κατέπλευσε το 1832 το πρώτο ιστιοπλοϊκό με ρωσική σημαία το «Αλέξανδρος» ιδιοκτησίας Μαρή με έδρα όμως το Ταϊγάνι. Με δεδομένη την άνθιση των Ελλήνων καραβοκύρηδων εκείνη την εποχή, οι έμποροι πλοιοκτήτες της Οδησσού φαίνεται πως έχουν ελάχιστα ιδιόκτητα πλοία μπροστά στον όγκο των ναυτοϊδιοκτησιών με έδρα το Ιόνιο και το Αιγαίο. Πάντως, με δεδομένο ότι ένα από τα σημαντικότερα εξαγώγιμα προϊόντα της Ρωσίας ήταν τα σιτηρά, η Οδησσός έγινε «πόρτο φράνκο» δηλαδή «ελεύθερο λιμάνι» (ελεύθερη οικονομική ζώνη), και «σιτοβολώνας» της Ευρώπης.
Ο μεγαλέμπορος και γνωστός θαλασσομάχος Δημήτριος Σπ. Ιγγλέσης που είχε γεννηθεί στο Αργοστόλι πήρε μέρος σε διάφορες ναυμαχίες στη Μαύρη Θάλασσα κατά των Τούρκων το δεύτερο μισό του 18ου αι. συμβάλλοντας στην επίσπευση της απελευθέρωσης του ελληνικού λαού. Το 1788 έγινε ανθυπολοχαγός, το 1790 λοχαγός και τον Σεπτέμβριο του 1792 αποστρατεύθηκε από το ρωσικό ναυτικό εξ’ αιτίας της κλονισμένης υγείας του. Όμως επειδή οι ηρωϊκές πράξεις του άφησαν τα αχνάρια τους ανεξίτηλα στη νότια Ρωσία (Ουκρανία) το 1805 ο στρατιωτικός διοικητής της Οδησσού τού ανέθεσε τη μεταφορά πολεμικού υλικού και ρωσικού στρατού στην Κέρκυρα. Το 1808 δημιούργησε νέο εμπορικό οίκο στην Οδησσό και ταυτόχρονα έγινε ιδιοκτήτης του πλοίου «Παναγία Δέσποινα». Δίδαξε στη σχολή αξιωματικών ρωσικού στρατού της Οδησσού και είχε διατελέσει προσωρινά Δήμαρχος Οδησσού (1818-1821).
Το 1846 στην Οδησσό από τους αρχικά 45 οίκους εμπορικούς απέμειναν οκτώ, έξη από τους οποίους ήταν Ελλήνων και ένας από αυτούς ανήκε στον Αυγερινό. Στο Επιμελητήριο Ελέγχου Οδησσού βοηθός διευθυντού υπέγραφε ο Αλέξανδρος Σκαρλάτος.
Το 1808 οι έμποροι Ιωάννης Δεστούνης, Ιωάννης Πεταλάς και Θεόδωρος Σεραφιανός ίδρυσαν την «Γραικορωσική συντροφία ασφαλειών», και το 1814 ιδρύθηκε η «Συντροφία των Γραικών Ασφαλιστών» και από τον Ηλία Μάνεση. Το 1815 πρωτολειτούργησε η «Εμπορική Κάσσα Οδησσού» με έργο της τη δανειοδότηση και διευθυντή της τον Ιθακήσιο Ι. Πεταλά.
Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της Οδησσού είχε χρηματίσει ο Κεφαλλονίτης Άγγελος Πεφάνης και τον Φεβρουάριο του 1800 πρώτος αντιδήμαρχος της Οδησσού εξελέγη ο Ιωάννης Δεστούνης. Ο Αλέξανδρος Βουτσινάς ψηφίσθηκε αργότερα δημοτικός σύμβουλος Οδησσού.
Για τη διαμόρφωση των δρόμων της πόλης και το στρώσιμό τους με γρανιτένιες πέτρες είχε συγκροτηθεί το 1859 εξαμελής επιτροπή, μέλος της οποίας ήταν και ο Ιωάννης Ροσόλυμος ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη Δούμα (Δημαρχία) της Οδησσού.
Σε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα της ρωσικής κρατικής μηχανής έφθασε ο Πέτρος Μελισσηνός που πήρε μέρος σε πολλές πολεμικές συγκρούσεις, προβιβάστηκε αργότερα στο βαθμό του στρατηγού μηχανικού και υπηρέτησε στην τσαρική αυλή της Αικατερίνης Β΄. Το βαθμό του αντιστράτηγου κατείχε ο Χριστόφορος Α. Μεταξάς, ενώ αυτόν του αντισυνταγματάρχη ο Παύλος Ι. (Α)λιπράντης που έλαβε μέρος στην άμυνα της Σεβαστούπολης κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο και ο Κωνσταντίνος Χριστοθεοδωράτος υπηρέτησε ως αντισυνταγματάρχης στο πυροβολικό. Στον ίδιο πόλεμο έλαβε μέρος και ο Νικόλαος Βαλλιάνος, υπηρέτησε στο Ρωσικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό και επέστρεψε μετά στην Κεφαλλονιά όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Κεφαλλονίτης ταγματάρχης προήχθη ο Σωτήρης Βαλσαμάκης, ενώ ο Μεταξάς ήταν λοχαγός. Αξιωματικός στο ρωσικό ναυτικό ήταν ο Κεφαλλονίτης Δρακόπουλος ο οποίος, για τις ηρωϊκές πράξεις του στην άμυνα της Σεβαστούπολης κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο, τιμήθηκε με το παράσημο της Αγίας Άννας πρώτου βαθμού.
Άγνωστο παραμένει εάν ο αντιναύαρχος του Ρωσικού Στόλου στη Μαύρη Θάλασσα Μ.Ι. Κρητικός ήταν Κεφαλλονίτης. Κεφαλλονίτης ήταν ο Α. Μαζαράκης από την Οδησσό που υπηρετούσε στο τελωνείο της Πετρούπολης, καθώς και ο Β. Ι. Μαζαράκης που διετέλεσε πρόεδρος του Συλλόγου Αγροτικής Οικονομίας της Οδησσού.
Γνωστή στην υψηλή κοινωνία της Οδησσού ήταν η κόμησα Ρωξάνδρα Σκαρλάτου που ζούσε στο στρατιωτικό «φορσάντ» στην 21η συνοικία 756 και στα σαλόνια της μάζευε την αριστοκρατική τάξη της εποχής της.
Στα τέλη του 1817 ιδρύθηκε από Έλληνες στρατιωτικούς κυρίως, στην πόλη της Φιλικής Εταιρεία Οδησσό, η μασονική στοά «Εύξεινος Πόντος» και λειτούργησε μέχρι το 1826, παρόλο που το 1822 το υπουργείο Εσωτερικών της Ρωσίας εξέδωσε απαγορευτική εγκύκλιο για τη δράση των μασονικών στοών.
Πλούσια διπλωματική δραστηριότητα ανέπτυξε ο Φιλικός Κωνσταντίνος Βλασσόπουλος του Ιωάννου από την Ιθάκη, ενώ ο Σπυρίδων Σκλάβος ήταν Γραμματέας του Γενικού Προξενείου της Αργεντινής στην Οδησσό. Στα 1857 π.χ. ό Έλληνας υποπρόξενος (1851-1858) K. Ν. Κυπριώτης, σε αγαστή συνεργασία με τον επίσης κεφαλληνιακής καταγωγής πρόξενο τής Ρωσίας Σ. Δενδρινό, προσπαθούσε να διευκολύνει τη μετανάστευση Σανταίων κτιστών στο ρωσικό λιμάνι τού Πότι και να εξουδετερώσει τίς αρνητικές παρεμβάσεις τού Βρετανού συναδέλφου του George Alex Stevens[3].
Κατά την περίοδο 1877-1882 ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Οδησσό Ιωάννης Βουτσινάς, εκτός της διατήρησης των φιλικών σχέσεων μεταξύ των δυο λαών, στήριξε οικονομικά τον μεγάλο ζωγράφο, ακαδημαϊκό και επιστήμονα Κυριάκο Κωνστάντη να συνεχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Ο ίδιος πρόξενος «ανήρ διακρινόμενος επί φιλογενεία, πρόθυμος δε πάντοτε εις ό,τι καλόν και ευεργετικόν εδωρήσατο κατ’ αυτάς ρούβλια αργυρά 1500 δια το Νοσοκομείον της ιδιαιτέρας αυτού πατρίδος Κεφαλληνίας»[4].
Η ανάπτυξη του εμπορίου και η συσσώρευση κεφαλαίου από τους Έλληνες εμπόρους και επιχειρηματίες είχε σαν αποτέλεσμα τη διάθεση χρηματικών ποσών στην παιδεία και στον πολιτισμό. Χρειαζόταν πατριωτική διαπαιδαγώγηση για τη διατήρηση των εθίμων, των ηθών και των παραδόσεων. Για την υλοποίηση αυτών των σκοπών λειτούργησαν ελληνικά σχολεία, τυπογραφεία, θέατρα, τυπώθηκαν βιβλία, έγιναν μεταφράσεις. Επίσης ιδρύθηκαν πολλοί σύλλογοι με άξονα τον πολιτισμό, ευεργέτες των οποίων ήταν πολλοί Κεφαλλονίτες όπως ο Λ. Β. Ιγγλέσης.
Ο Σπύρος Δεστούνης Γιούρεβιτς, γιός του καθηγητή του Πανεπιστημίου της Πετρούπολης, μετέφρασε το 1848 τον Πλούταρχο και διάφορα κείμενα βυζαντινά στα ρωσικά. Ο Εμμ. Γ. Βουτσινάς κάλυψε τα έξοδα της έκδοσης του τρίτομου έργου «Δοκίμιον περί του ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων» που εκδόθηκε το 1875 στην Οδησσό. Επιτηρητής ενός από τα ελληνικά σχολεία ήταν ο Κεφαλλονίτης Ιωάννης Δεστούνης ο οποίος ίδρυσε –από κοινού με τους Φλογαΐτη και Γριμάνη- σχολείο για άπορα παιδιά. Το 1809 άνοιξε το πρώτο θέατρο της Οδησσού και στα τέλη του 1871 βρίσκουμε τον Ιωάννη Βουτσινά να προσφέρει 500 ρούβλια ετησίως ως βραβείο για τα καλύτερα δραματικά έργα. Το βραβείο αυτό προσφερόταν και για μια 12ετία στους καλύτερους συγγραφείς της Αθήνας. Επίσης στην Οδησσό ιδρύθηκαν πανεπιστήμια. Σε αυτό που είχε πρύτανη τον καθηγητή της ρωσικής φιλολογίας Νεκράσωφ και καθηγητή της Βυζαντινής Ιστορίας τον Ουσπένσκι, δίδασκε κλασικές γλώσσες ο Γιούρεβιτς -Δεστούνης.
Στην Οδησσό διέπρεψε ο συνθέτης Γ. Μοντεσάντος, μεγάλο όνομα του μουσικού κόσμου, με σπουδές σε Παρίσι και Βιέννη.
Η Οδησσός απετέλεσε ιδανικό τόπο για δημιουργία τυπογραφείων και έτσι το 1818 ιδρύθηκε η Ελληνική Τυπογραφική Εταιρεία. Το 1827 λειτούργησε το Ελληνικό (Εθνικό) Τυπογραφείο με πρωτοβουλία του Έλληνα πρόξενου Οδησσού Εμμ. Καψαμπέλη και το 1830 μεταφέρθηκε στο κτίριο της Εμπορικής Σχολής. Το τυπογραφείο αυτό, με τη στήριξη και του Άγγελου Πεφάνη, εξέδιδε την εφημερίδα «Κόσμος» που απέβη όργανο του ελληνισμού της Ουκρανίας (νότιας Ρωσίας). Τυπογραφείο είχε επίσης ο Χρυσόγελος και άλλο ο Παπαδάτος[5].
Ο έμπορος Δημήτριος Ιγγλέσης εκτός από ήρωας ήταν και μέγας φιλάνθρωπος. Μετείχε σε επιτροπή στήριξης του νοσοκομείου της Οδησσού και συγκέντρωσε από τους Έλληνες εμπόρους της Οδησσού 7.000 ρούβλια. Συμμετείχε στην Ελληνική Επιτροπή Βοήθειας Οδησσού για εξαγορά Ελλήνων αιχμαλώτων τούς οποίους είχε συλλάβει η Τουρκία την περίοδο του της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης του 1821 και εναντίον των οποίων είχε εφαρμόσει τα πλέον εξοντωτικά μέτρα όπως φυλακίσεις, βασανιστήρια και σφαγές. Επίσης συνέβαλε πληρώνοντας κατευθείαν λύτρα στον σουλτάνο για εξαγορά. Και σε άλλες πόλεις της Ουκρανίας συγκροτήθηκαν παρόμοιες επιτροπές. Ειδικά όμως στην Οδησσό οικοδομήθηκε και φιλανθρωπικό ίδρυμα, καθώς δημιουργήθηκε μεγάλος αριθμός ανέργων, στην ανέγερση του οποίου συνεισέφερε 100 ρούβλια ο Ιωάννης Βουτσινάς, 210 ρούβλια ο Α. Καραβίας, 10 ο Ν. Λυκιαρδόπουλος.
Με τον Δημήτριο Ιγγλέση αλληλογραφούσε ο Ι. Καποδίστριας και προσπαθούσε να συνάψει δάνειο 50.000 λιρών στερλινών για διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Σε άλλη του επιστολή προς τον Ιγγλέση πάλι, με ημερομηνία 10/22 Αυγούστου 1827 ο Καποδίστριας ευχαριστεί τους εμπόρους της Οδησσού γιατί ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της ελληνικής κυβέρνησης και προσέφεραν χρήματα στην τόσο κρίσιμη για την Ελλάδα στιγμή. Το 1844 η ελληνική κυβέρνηση παρασημοφόρησε διάφορους Έλληνες της Οδησσού, ανάμεσα στους οποίους και τον Δ. Ιγγλέση. Το 1867 αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κοινότητας Οδησσού που απαρτιζόταν και από τον Γ. Βουτσινά, ζήτησε άδεια για να προβεί σε δημόσιο έρανο για συγκέντρωση χρημάτων προς βοήθεια του ελληνικού κράτους.
Στην ελληνική εκκλησία της Αγίας Τριάδος –χρονολογείται από το 1793- στην Οδησσό Κεφαλλήνες έμποροι υπήρξαν δωρητές, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο Δημήτριος Ιγγλέσης, ενώ ο αρχιμανδρίτης Άγγελος Πεφάνης ιερουργούσε κατά το τέλος του 19ου – αρχές 20ου αι. και συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο. Παλαιότερα εξαιρετική φήμη είχε αφήσει ο Ιθακήσιος αρχιμανδρίτης Βουλισμάς ως «ενάρετος, ευπαίδευτος, αφιλοκερδής».
Το 1900[6] η Ελληνική Κοινότητα, περίλαμπρη εστία ελληνικού πλούτου και πολιτισμού, διατηρούσε, εκτός από την εκκλησιά, και δυο σχολεία τα οποία συγκαταλέγονταν στα καλύτερα της πόλης: αρρεναγωγείο (ήταν και Εμπορική Σχολή) και παρθεναγωγείο (γνωστό ως Ροδοκανάκειο –θεμελιώθηκε από τον Χιώτη δωρητή του μετά το 1874). Και στα δυο αυτά σχολεία συνολικά φοιτούσαν περίπου 500 ελληνόπαιδα –και όχι μόνο-, αριθμός χαμηλότερος από αυτούς των προγενέστερων ετών του 19ο αι. Ανάμεσα στις διευθύντριες του Ροδοκανάκειου Παρθεναγωγείου ήταν η Μαρία Ζερβού, ενώ καθηγητές ο Άγγελος Πεφάνης, η (;) Κυπριώτη, ο Ελευθέριος Αμπατιέλος, ο Λ. Βασιλόπουλος[7].
Καλλιτεχνική ακτινοβολία είχε η Σχολή Ιχνογραφίας της Οδησσού που το 1899 μετετράπη σε Σχολή Καλών Τεχνών. Στάθηκε η κυριώτερη σχολή τέχνης στην Νότια Ρωσία. Η σχολή αυτή ήταν ο πυρήνας δημιουργίας του Μουσείου Καλών Τεχνών και του Συλλόγου Νοτιορώσων ζωγράφων μέλη του οποίου ήταν και οι Α. Β. Ιγγλέσης και Αλέξανδρος Αμπατιέλος.
Στην Οδησσό υπήρχαν και αρκετές λέσχες, ναυτικές, εμπορικές, κέντρα συνάντησης Ελλήνων και ντόπιων, πολιτιστικοί κύκλοι. Επίσης σημαντικό ίδρυμα ήταν το Γηροκομείο για τους «πτωχούς και έρημους ομογενείς» -δωρεά του Γρηγορίου Μαρασλή-.
Σημαντικό πρόσωπο στην κοινωνία της Οδησσού τα τέλη του 19ου αι. ήταν ο Σπ. Τυπάλδος Φορέστης. Η εμπλοκή του ήταν στον πολιτισμό καθώς ήταν ορισμένος ως «επιστάτης του Εσπέρου», εξαιρετικού περιοδικού συγγράμματος «μετ’ εικόνων» που εξεδίδετο στη Λειψία, κάλυπτε κυρίως τον πανταχού ελληνισμό, και φιλοξενούσε σειρά θεμάτων για την Ελλάδα. Ο ίδιος φαίνεται να έχει δώσει λεπτομερή αναφορά για την 6η αρχαιολογική σύνοδο «κατ’ Αύγουστον του 1884» που πραγματοποιήθηκε στην Οδησσό.
Το ίδιο διάστημα στην Οδησσό λειτουργεί το τυπογραφείο των Σοκολόβσκαγκο[8] (COKOЛOBCΚAΓΟ) και Παπαδάτου (Паппадато)[9].
Ο μεγαλοεπιχειρηματίας και τραπεζίτης της Οδησσού, Κεφαλλονίτης, Ιωάννης Σ. Ξυδιάς, -γνωστός και ως ο πρώτος ιδιοκτήτης του ιδιωτικού αεροπλάνου στη Ρωσία τον Φεβρουάριο του 1910, εξέδιδε και διηύθυνε την εφημερίδα με την επωνυμία «Γιούζναγια Μισλ» («Η Νότια Σκέψη»). Από το 1911 έως το 1917 κυκλοφορούσε στη Ρωσική, περιείχε ποικίλη και πλούσια ειδησεογραφική ύλη, όπως οικονομικές, πολιτικές κι άλλες πληροφορίες από τη ζωή και δράση της Ρωσίας, καθώς και διεθνή θέματα όπως λεπτομέρειες για τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1914, για την οικονομική προσφορά των ομογενών της Ελληνικής Αγαθοεργούς Κοινότητος Οδησσού, καθώς και του επίσημου ρωσικού κράτους προς την αγωνιζόμενη Ελλάδα και τις άλλες βαλκανικές χώρες. Δεν παρέλειπε να αναφέρεται στην κατάταξη των Ελλήνων της Οδησσού στις γραμμές του ελληνικού στρατού και τη συμμετοχή τους στις πολεμικές επιχειρήσεις.

Κεφαλλήνες στην Οδησσό την δεύτερη δεκαετία του 1900 (νεώτερα στοιχεία)
Στατιστική που αποδείκνυε τον πληθυσμό, τα επαγγέλματα, καθώς και πόσα και ποια ελληνικά καταστήματα υπήρχαν στην Οδησσό δεν είχε εκδοθεί την εποχή αυτή παρά μόνον αυτή του Ι. Κάλφογλου[10] στο Βατούμ, εκ μέρους της εκεί ελληνικής κοινότητας. Ασχολείται κυρίως με την κατάταξη των Ελλήνων στα 72 ελληνικά χωριά της Τσάλκας που βρίσκονται γύρω από το Καρς και την Τυφλίδα. Ο εκδότης του «Ελεύθερου Λόγου» της Ρουμανίας Διονύσιος Μεταξάς Λασκαράτος το 1896 είχε δημοσιεύσει στατιστικά στοιχεία για τον ελληνισμό (επαγγέλματα ανά πόλη) της Ν. Ρωσίας και της Ρουμανίας. Στόχο είχε να δημοσιεύει κατά καιρούς στατιστικά δεδομένα του ακμάζοντος ελληνικού στοιχείου των περιοχών του Δούναβη και του Εύξεινου Πόντου, όμως «η γνωστή απέλασίς μας εκ του Ρωμανικού εδάφους» άφησε απραγματοποίητο «τον πόθον ημών». Εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, επανήλθε στην περιοχή ως ανταποκριτής της εφημερίδας «Σκριπ» και κατάρτισε στατιστική όλων των ελληνικών καταστημάτων «εν τη αχανή Ρωσσία, τα οποία ανήρχοντο προ πενταετίας (ενν. 1912) εις τον αριθμόν των 2200 ελαχίστων διαφυγόντων την ημετέραν καταγραφήν… Χάριν της ιστορίας προβαίνομεν εις δημοσίευσιν στατιστικής εμφαινούσης την κατάστασιν του εν Οδησσώ Ελληνισμού από οικονομικής και εμπορικής απόψεως… Περιοριζόμεθα δε μόνον εις την της παροικίας (ενν. εργασίαν) Οδησσού…
…ο αριθμός των εν Οδησσώ Ελλήνων από ετών δεν υπερέβη τας 8.000. Σήμερον δε (ενν, 1916) … ίσως να προσήγγισε τας 10.000 εκ των οποίων τα 9/10 είναι ή τελείως άποροι ή μικροεπαγγελματίαι. Εκτός δε τινων οίτινες ήνοιξαν εστιατόρια, καφενεία, γαλακτοπωλεία κ.λ.π. οι άλλοι εισίν διεσπαρμένοι ανά τας γωνίας των οδών της μεγαλουπόλεως και ωραίας Οδησσού, ης ο αριθμός των κατοίκων υπερέβη το εκατομμύριον, εκ των οποίων το ήμισυ σχεδόν ανήκει εις την φυλήν του Ισραήλ…
… Το δεκατάξιον Ελληνικόν αρρεναγωγείον αριθμούσε πέρισυ περί τους 400 μαθητάς, αι δε μαθήτριαι του οκταταξίου Παρθεναγωγείου ανήρχοντο εις 300 περίπου. Μέγα άδικον, αντελήφθημεν ότι προσγίγνεται εκ μέρους των αρμοδίων εις τους Ελληνόπαιδας των προαστίων, οι μικρότεροι των οποίων ως εκ των αποστάσεων, εκτός του ότι διατρέχουσι πλείστους ευνοήτους κινδύνους, αλλά τοις είναι και αδύνατον να φθάνωσιν εν ώρα χειμώνος εις τας κεκανονισμένας ώρας των μαθημάτων. Τούτων ένεκα, συνιστώμεν θερμώς όπως ιδρυθώσιν εις την Σλαμπότκα Ρωμάνοφκα και εις το Περέσιπον ανά εν νηπιαγωγείον και διδασκαλίσσας. Το τοιούτον ήθελεν αποτρέψει πολλούς πτωχούς ομογενείς του να εγγράφωσι τα τέκντα των εις ρωσικά σχολεία…. Ιδού η Οδησσός από» Κεφαλληνιακής απόψεως (τα αντιγράφω με την ίδια σειρά όπως τα παρουσιάζει ο Μεταξάς Λασκαράτος. Σε ορισμένα αναφέρεται και η διεύθυνση):
Ιατροί
Γεράσιμος Χ. Δόριζας, Πρεομπραζέσκαγια 5
Κωνσταντίνος Γ. Δόριζας, Κομπλέβσκαγια 29
Γ. Γ. Μαγουλάς, διδάκτωρ της ιατρικής
Δικηγόροι
Ι. Κοκκόλης
Σ. Ροσόλυμος συμβολαιογράφος
Ιωάννης Αντύπας ένορκος μεταφραστής και συμβολαιογράφος
Φιλόλογοι διπλωματούχοι
Γ. Μπεκατώρος
Δ/νίς Σταματελάτου
Κτηματίαι
Ι. Αμπατιέλλος
Π. Νεόφυτος
Σ. Σκλάβος
Γερ. Πιεράτος
Γεώργ. Πιεράτος
Γ. Πεκατώρος
Ροσόλυμος
Ευαγγ. Σταματελάτου
Σ. Καραββίας
Δημήτριος Ιγγλέσης
Εργοστάσια
Βυρσοδεψείο αδελφών Νεοφύτου (απασχολούν περί του 35 Έλληνες εργάτες)
Βυρσοδεψείο Αντ. Μαντζαβίνου (απασχολεί περί τους 10 Έλληνες εργάτες)
Βυρσοδεψείο αδελφών Σταματελάτου (απασχολούν περί του 10 Έλληνες εργάτες)
Εργοστάσιο λεμονάδων Γεωργίου Στεφανάτου και Τιμ. Σταματελάτου, Αρναούτσκαγια Περιούλ.
Οινοποιεία
Σπυρίδωνος Ε. Σκλάβου, ιδρύθηκε τω 1847, οδός Πρεομπραζέσκαγια 35
Γ. Σπηλιώτου, γωνία Πολιτσέϊσκαγια και Κράσκαγια Περιούλ.
Παναγή Μαζαράκη, οδός Κοντράντεγκο
Καταστήματα γυναικείων πίλων (καπέλα)
Επαμεινώνδα Βλασσόπουλου, Μπελ Ετάζ, Δεριμπά 14
Βασιλικής Βλασσοπούλου, Δεριμπά 14
Αρτοποιεία
Νικολάου Μακρή
Σπυρίδωνος Αμπατιέλου μετά υποκαταστήματος
Ιωάννη Αμπατιέλου, Κανάνταγια
Αδελφών Μελισσαράτου μετά δυο υποκαταστημάτων, Ελληνικής οδού
Λυκ. Μαγουλά, Πριβόζ
Χαρ. Καββαδία, Νέα Αγορά
Παντοπωλεία και Εδωδιμοπωλεία
Ανδ. Βασιλάτου (μαζί με τον Αντ. Παπαϊωάννου), Χερσονσκ και Κόναγ
Χρ. Γ. Βαλσαμής (μαζί με τον Κ. Ν. Κουτσουρίδη)
Ν. Καλογεράς, Ολγιέβσκ.
Βασίλ. Φραντζής
Νικόλαος Σκλάβος, Γόγολια 23
Ηλίας Καλογεράς, Μ. Αρναούτσκ
Μιχαήλ Κουταβά, γ. Στεπόβ και Άλεξ. Πλόσιατ
Αντων. Σ. Ποταμιάνου «Ελληνική Αγορά»
Σπυρ. Γ. Ποταμιάνου «Πανελλήνιος Αγορά»
Εστιατόρια
Βασιλείου Μαγουλά, Παντελεημόνοβσκ
Γερασίμου Κάραλη, Πριβόζ
Γερασίμου Μαγουλά, Βοντσιρόβσκ
Βαλλιάνου Αμπατιέλου, Μαλ. Αρναούτσκ 88
Χρ. Ν. Αθανασάτου, Κόνγια 20
Σπυρ. Γιαννάκη, Πρεομπρ. 66
Μιλτ. Θεοδωράτου, Μελισνάγια 19
Αντ. Παρίση, Αικατερίν. 27
Γερασίμου Αρσένη (και Κυρ. Πετρή), Κρασνοντάρ περ.
Καφενεία
«Σκβέντερ» του Γ. Κακαβούλη, γ. Δεριμπ και Γιάβαν
«Μπιζάνι» του Σπυρ. Διβάρη, Ελληνική οδός
«Κοντιτερσκα» του Στ. Μαντζαβίνου, Κόμπλεφκς
«Ζαχαροπλαστείον», Γερασ. Σταμαελάτου, Τιρασπόλ
«Σεβαστούπολις», Δ. Κουρκουμέλη
«Ακρόπολις» Αλεξ. Δρακούλη
«Δούναβις» Παν. Παυλάτου
Λαχανοπωλεία και Οπωροπωλεία
Διον. Ποταμιάνου
Δημ. Κουρκουμέλη
Διον. Τραυλού
Σπυρ. Γ. Ποταμιάνου, Ελληνική Αγορά
Σωτ. Μοντεσάντου
Γερ. Σταματελάτου, Παλαιά Αγορά
Μενέλαου Αλεβιζάτου, Κοντράτεγκο 11
Ευαγγ. Σάρλου, αγορά Περέσιπο
Καταστήματα Λαχανο-οπωρικών Χονδρικώς, Πριβόζ
Βασιλ. Ζησιμάτου
Στυλ. Δρακούλη
Αντ. Β. Χιόνη
Βασιλ. Β. Χιόνη
Ν. Β. Χιόνη
Κρεοπωλεία
Π. Γερολυμάτου
Ευτυχ. Οκτωράτου και Δ. Πετράτου, Ελληνική Οδός 12
Π. Πεφάνη, Ελληνική Οδός 11
Αλκ. Πεφάνη, γ. Ρουσν και Τρόϊσκ
Πατρ. Γεωργοπούλου, Ανδρεέφ, περ.
Γ. Βουτσινά, Αλεξέεφ, Αγορά
Ι. Γ. Βάλβη, Ταρασπόλ 29
Ανδ. Φλαμπουριάρη και Ν. Οκτωράτου, ελληνική αγορά
Γ. Στανίτσα, Ελληνική Οδός
Καταστήματα Ηδύποτων, Ειδών Ζαχαροπλαστικής και Γαλακτοπωλεία
Π. Καπατσώρη, Πλατ. Αικατερίνης 1
Παρ. Πανταζάτου
Αδ. Μελισσαράτου,
Τιμ. Κοσμετάτου, Κόμπελ 5
Α. Παρίση -27-
Χαρ. Μαγουλά, Νοβοσέλσκ
Ν. Φωκά – 5-
Σωτ Φωκά, Σαμπίνοφσκαγια
Ευαγ. Παυλάτου και Ν. Μενάγια, Κρασνοντάρ, περ. 11
Υποδηματοπωλεία
Ξενοφώντος Καραββία, Καλανταέφ 21
Γερασίμου Καλογερά, Κρασνοντάρ περ. 11
Κατασκευασταί Εμβάδων (Παντουφλών)
Νικ. Παμπούκη – 28-
Διάφορα
Σαράντης Αρσένης πλοηγός της Ρωσικής εταιρείας του Δουνάβεως
Σκοπευτήριον Γερασίμου Π. Καραβία, Πρεομπραζέσκ 48
Ουδείς Κεφαλλονίτης ή Θιακός δεν αναφέρεται ως έμπορος Αποικιακών, Κουρέας, Καταστηματάρχης σπόγγων, Ξενοδόχος, Εμπορορράφτης, επισκευαστής γουναρικών.
Σήμερα στην Οδησσό, παρόλο που έχει κατά καιρούς δεχθεί μπαράζ πυραυλικών επιθέσεων από την Ρωσία – μια που είναι κομμάτι της Ουκρανίας-, ο ελληνισμός παραμένει ριζωμένος. Δεν αναχώρησε, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος του. Το ίδιο δραστήριος, έχει πλήρη γνώση της ιστορικότητάς του και προσπαθεί να διατηρήσει ό,τι κληρονόμησε από τα χρόνια. Οι Έλληνες ζουν φιλήσυχα με τις άλλες εθνότητες, συνεργάζονται αρμονικά και έχουν αναπτύξει δεσμούς φιλίας και συγγένειας.
Στην Οδησσό λειτουργεί Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού και έχει πρόεδρο τον κ. Κ. Παραδεισόπουλο (αν δεν απατώμαι, παραμένει ο ίδιος). Ένας από τους στόχους του είναι η ιστορική και πολιτιστική ενημέρωση αλλά και η ανθρωπογεωγραφική τοποθέτηση των κοινοτήτων στη διαδοχή των ελληνικών γενεών πλάι στους γειτονικούς λαούς από τους οποίους δέχονται επιρροές. Στην Βουλή της Κριμαίας και σε αυτήν του Κίεβου υπάρχουν εκλεγμένοι βουλευτές με ελληνική καταγωγή –ένας από τους οποίους είναι ο Κεφαλληνιακής καταγωγής Νικόλαος Γιαννάκης-, ενώ σε επίπεδο αιρετών της τοπικής αυτοδιοίκησης υπάρχουν πάνω από 500.
Το σύντομο αυτό μελέτημα αποσκοπεί στο να κάνει ευρύτερα γνωστή την μακρόχρονη παρουσία των Ελλήνων, αποτελεί προσπάθεια έρευνας της εμπορικής, επιχειρηματικής δραστηριότητας των Κεφαλλήνων και Ιθακησίων κυρίως στην Οδησσό, καθώς και της συμβολής τους στην πολιτιστική ανάπτυξη και διατήρηση της ελληνικότητας. Πηγές μου ήταν οι εφημερίδες περιοχών του Εύξεινου Πόντου «Ελεύθερος Λόγος» και «Μαϊμού», ο «Έσπερος», τα εκπληκτικά βιβλία και άρθρα του κ. Κ.Γ. Αυγητίδη, και της κ. Μαριάννας Κορομηλά, τα ποικίλα δημοσιεύματα του κ. Βλάσση Αχτζίδη, του κ. Στέλιου Ελληνιάδη, καθώς και όλες οι στατιστικές από τα Αρχεία του ΥΠΕΞ που ήδη έχω αναφέρει.
Έχω «αφήσει στην άκρη» πλήθος αρχείων που έχουν σχέση με την ναυτική – ναυτιλιακή δραστηριότητα στους τόπους αυτούς. Οπωσδήποτε το κεφάλαιο δεν κλείνει ποτέ γιατί υπάρχει πληθώρα αδημοσίευτων ανερεύνητων πηγών οι οποίες οδηγούν σε όλο και περισσότερα ονόματα Κεφαλλήνων και Ιθακησίων στα μακρινά αυτά μέρη του Εύξεινου Πόντου. Ας γίνει λοιπόν δεκτό το μελέτημα αυτό σαν μια «βάση» στην οποία, κατά καιρούς προστίθενται νεώτερα στοιχεία.
Ευρυδίκη Λειβαδά Ντούκα
****************************
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατανομή ελληνικών πληθυσμών στη Ρωσία κατά το 1918[11]
Α/Α Περιοχή Αριθμός
1 Αντικαύκασος 195.000
2 Κυβερνείο Μαύρης Θάλασσας 35.000
3 Κουμπάν-Τερέκ-Ντον-Σταυρούπολη 130.000
4 Κριμαία 70.000
5 Μαριούπολη 170.000
6 Λοιπή Ρωσία 150.000
Σ ύ ν ο λ ο 750.00
*******************
Κατανομή ελληνικών πληθυσμών στη Ρωσία κατά το 1919[12]
Α/Α Περιοχή Αριθμός
1 Περιφέρεια Καρς (Ν. Καυκάσου, 72 χωριά) 70.000
2 Περιοχή Τσάλκας (43 χωριά) 50.000
3 Περιοχή Βατούμ-Κουταϊδας 20.000
4 Περιοχή Αντικαυκάσου στον Εύξεινο (Σοχούμ,
Σότσι, Νοβοροσίσκ) και ανατολικά 95.000
5 Βόρειος Κάυκασος (Νταγκεστάν, Τερέκ,
Σταυρούπολη, Κουμπάν) 100.000
6 Περιοχή Αζοφικής (Πλην Μαριούπολης) 15.000
7 Μαριούπολη και 23 χωριά της περιοχής 170.000
8 Χερσώνα, Νικολάεφ, Οδησσός & περίχωρα 35.000
9 Κριμαία 60.000
10 Υπόλοιπη Ρωσία 50.000
Σ ύ ν ο λ ο 665.000
**********
Ενδεικτική βιβλιογραφία – Δημοσιευμένες πηγές
Αρχεία Υπουργείου Εξωτερικών, ΚΥ, 1919 Α/5/ VI (25)
Εφημερίδα Ελεύθερος Λόγος (Βραΐλας), όλα τα φύλλα του έτους 1900
Έσπερος, αρ. 52, 15/27 Ιουνίου 1883, αρ. 54. 15/27 Ιουλίου 1883.
Aυγητίδης Κ.Γ. , Ο ελληνικός εμπορικός κόσμος της Οδησσού και η Ελλάδα (1794-1900), Εκδόσεις Δωδώνη, 1998
Aυγητίδης Κ.Γ. ,Το Ροδοκανάκειο Παρθεναγωγείο, Ιστορία Πάπυρος, τ. 297
Aυγητίδης Κ.Γ. ,Κωνσταντής, Θεμελίδης, Κουιντσής, Ιστορία Πάπυρος, τ. 356
Aυγητίδης Κ.Γ. ,Τα ελληνικά τυπογραφεία της Οδησσού, Ιστορία Πάπυρος, τ. 338
Αυγητίδης Κώστας, Έλληνες στην τσαρική αυλή, Ιστορικά θέματα, Τ. 45, Νοέμβριος 2005
Κορομηλά Μαριάννα, Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα, Πολιτιστική Εταιρεία Πανόραμα, Αθήνα 1991
Λασκαράτος Μεταξάς Διον., Στατιστική των εν Οδησσώ Ελλήνων, στο Δεύτε Λάβετε Φως, Έκδοσις 1917
Ξανθοπούλου-Κυριακού Άρτεμις, Μεταναστεύσεις Ελλήνων στον Καύκασο κατά τον 19ο αι., Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών τ. 10, 91–172
Παναγιωτίδης Θ., Ο ελληνισμός στη Ρωσία (1919), 2η έκδοση, Αθήνα, 1993
Πληροφορίες και από διάσπαρτα δημοσιεύματα των: Αχτζίδη Βλάσση, Ελληνιάδη Στέλιο, ΕΣΠΕΡΟΣ εφημερίδα, Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη και Λειβαδά Ευρυδίκη, Αδελφοί Αθανασίου Βαλλιάνου, Περιοδικό Πάπυρος και περιοδικό Εφοπλιστής
[1] Έσπερος, αρ. 54, 15/27 Ιουλίου 1883.
[2] Ελεύθερος Λόγος (Βραΐλας), φ. 118
[3] Ξανθοπούλου-Κυριακού Άρτεμις, Μεταναστεύσεις Ελλήνων στον Καύκασο κατά τον 19ο αι., Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 10, 91–172. σ. 107.
[4] Εσπερος , αρ. 54. 15/27 Ιουλίου 1883.
[5] Aυγητίδης Κ.Γ. ,Τα ελληνικά τυπογραφεία της Οδησσού, Ιστορία Πάπυρος, τ. 338
[6] Ελεύθερος Λόγος (Βραΐλας), φ. 120, 15 Μαΐου 1900 –βλ. Οδησσός
[7] Aυγητίδης Κ.Γ. ,Το Ροδοκανάκειο Παρθεναγωγείο, Ιστορία Πάπυρος, τ. 297
[8] Παράγωγο του Σοκόλ που σημαίνει γεράκι (ευχαριστώ την αγαπημένη μου φίλη Διαμαντένια Ριμπά, γνώστη της γλώσσας και του πολιτισμού των κρατών αυτών).
[9] Δυστυχώς, του εν λόγω Παππαδάτου εκλείπει το όνομα και επιπλέον στοιχεία. Εικασίες μόνο μπορούμε να κάνουμε σχετικά με το πρόσωπό του καθώς ταυτίζεται χρονικά με τον περίφημο Γεράσιμο Παππαδάτο, μέντορα και καθοδηγητή του Γκριγκόρι Ρασπούτιν (1869-1916). Ο Παππαδάτος θεωρείται πως τον μύησε στον μυστικισμό.
[10] Κάλφογου Ι., Οι Έλληνες εν Καυκάσω, 1908. Του ιδίου: Ο άποικος, Βατούμ, 1919. Βασιζόταν στα «Ημερολόγια» του Καυκάσου, σε δική του έρευνα και στη στατιστική του «Μαρκήσιου». (Πίσω από αυτό το θεατρικό ψευδώνυμο ήταν ο συγγραφέας Παναγιώτης Φωτιάδης, η στατιστική του οποίου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Οδησσού «Κόσμος» στα 1907-1908. Για όλα αυτά βλ. στο «Επίμετρο» Στατιστικά δεδομένα για τον Ελληνισμό του Καυκάσου, στο τέλος του: Μεταναστεύσεις Ελλήνων στον Καύκασο κατά τον 19ο αι. (Άρτεμις Ξανθοπούλου-Κυριακού, Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 10, 91–172. σ. 137-144).
[11] Αρχεία Υπουργείου Εξωτερικών, ΚΥ, 1919 Α/5/ VI (25) Περίθαλψις των εκ Ρωσίας Ελλήνων
και παλιννόστησις αυτών εις Ελλάδα και Πόντον, αρ. πρωτ. 437, Ροστόβ (28.01.1919). Ειδικά για τον Καύκασο υπάρχουν αναλυτικές στατιστικές των κρατικών Ημερολογίων του (έστω κι αν τα δεδομένα
τους τίθενται υπό συνεχή αμφισβήτηση) για τα έτη 1907, 1913, 1914.
[12] Παναγιωτίδης Θ., Ο ελληνισμός στη Ρωσία (1919), 2η έκδοση, Αθήνα, 1993, σ. 12

Η Όπερα στην Οδησσό