//

Γεώργιος Κακής Κωνσταντινάτος: “Τῆ ἑξαιρέσει ἐμοῦ”

-Αφιερωμένο στον Κώστα Γεωργουσόπουλο-

“Μύρης”, 

είναι το ποίημα τού Κωνσταντίνου Καβάφη,

που θα μπορούσε να έχει ως τίτλο του :

“Τῆ ἑξαιρέσει ἐμοῦ”•

μιά φράση από το ποίημα του.

Ως “Μύρης” 

είχε επιλέξει να υπογράφει με καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, 

ο Κώστας Γεωργουσόπουλος 

που αναχώρησε στις 6 παρόντος Δεκεμβρίου.

Διαβάζοντας το ποίημα,

όσοι μάλιστα γνωρίσαμε αυτήν του την πλευρά, 

που στέκεται ως 

“Μύρης” και “τῆ ἑξαιρέσει ἐμοῦ”

μέσα σε υπαρξιακή αγωνία, 

λέει•

καταλαβαίνουμε πόσο πιό πολύ 

η ψυχή του επιθυμεί ως θυμίαμα, αντί συγκινητικών αναμνήσεων και λόγων επιταφίων, 

ένα “Χριστέ ελέησον”,

την ψυχή τού πλάσματος σου Κωνσταντίνου Γεωργουσοπούλου Μύρη.

Ακολουθεί το ποίημα :

Μύρης· 

Ἀλεξάνδρεια τοῦ 340 μ.Χ.

Τὴν συμφορὰ ὅταν ἔμαθα, ποὺ ὁ Μύρης πέθανε,

πῆγα στὸ σπίτι του – μ’ ὅλο ποὺ τὸ ἀποφεύγω

νά εἰσέρχωμαι στῶν χριστιανῶν τὰ σπίτια,

πρὸ πάντων ὅταν ἔχουν θλίψεις ἢ γιορτές…

Στάθηκα σὲ διάδρομο… Δὲν θέλησα

νὰ προχωρήσω πιὸ ἐντός, γιατί ἀντελήφθην

ποὺ οἱ συγγενεῖς τοῦ πεθαμένου μ’ ἔβλεπαν

μὲ προφανῆ ἀπορίαν καὶ μὲ δυσαρέσκεια…

 Τὸν εἴχανε σὲ μιὰ μεγάλη κάμαρη

ποὺ ἀπὸ τὴν ἄκρην ὅπου στάθηκα

εἶδα κομμάτι: ὅλο τάπητες πολύτιμοι,

καὶ σκεύη ἐξ ἀργύρου καὶ χρυσοῦ…

Στέκομουν κ’ ἔκλαια σὲ μιὰ ἄκρη τοῦ διαδρόμου.

Καὶ σκέπτομουν ποὺ ἡ συγκεντρώσεις μας κ’ ἡ ἐκδρομὲς

χωρὶς τὸν Μύρη δὲν θ’ ἀξίζουν πιά·

καὶ σκέπτομουν ποὺ πιὰ δὲν θὰ τὸν δῶ

στὰ ὡραῖα κι ἄσεμνα ξενύχτια μας

νὰ χαίρεται, καὶ νὰ γελᾷ, καὶ ν’ ἀπαγγέλλει στίχους

μὲ τὴν τελεία του αἴσθησι τοῦ ἑλληνικοῦ ρυθμοῦ·

καὶ σκέπτομουν ποὺ ἔχασα γιὰ πάντα

τὴν ἐμορφιά του, ποὺ ἔχασα γιὰ πάντα

τὸν νέον ποὺ λάτρευα παράφορα…

Κάτι γρηές, κοντά μου, χαμηλὰ

μιλοῦσαν γιὰ

τὴν τελευταία μέρα ποὺ ἔζησε –

στὰ χείλη του διαρκῶς τ’ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ,

στὰ χέρια του βαστούσ’ ἕναν σταυρό…

Μπῆκαν κατόπι μὲς στὴν κάμαρη

τέσσαρες χριστιανοὶ ἱερεῖς, κ’ ἔλεγαν προσευχὲς

ἐνθέρμως καὶ δεήσεις στὸν Ἰησοῦν –

ἢ στὴν Μαρίαν (δὲν ξέρω τὴν θρησκεία τοὺς καλά).

Γνωρίζαμε, βεβαίως, ποὺ ὁ Μύρης ἦταν Χριστιανός.

Ἀπὸ τὴν πρώτην ὥρα τὸ γνωρίζαμε, ὅταν

πρόπερσι στὴν παρέα μας εἶχε μπεῖ.

Μὰ ζοῦσεν ἀπολύτως σὰν κ’ ἐμᾶς.

Ἀπ’ ὅλους μας πιὸ ἔκδοτος στὲς ἡδονές,

σκορπώντας ἀφειδῶς τὸ χρῆμα

του στὲς διασκεδάσεις·

γιὰ τὴν ὑπόληψι τοῦ κόσμου ξένοιαστος,

ρίχνονταν πρόθυμα σὲ νύχτιες ρήξεις στὲς ὁδοὺς

ὅταν ἐτύχαινε ἡ παρέα μας

νὰ συναντήσει ἀντίθετη παρέα…

Ποτὲ γιὰ τὴν θρησκεία του δὲν μιλοῦσε…

Μάλιστα, μιὰ φορὰ τὸν εἴπαμε

πὼς θὰ τὸν πάρουμε μαζί μας στὸ Σεράπιον·

ὅμως, σὰν νὰ δυσαρεστήθηκε

μ’ αὐτὸν μας τὸν ἀστεϊσμὸ – θυμοῦμαι τώρα…

A, κι ἄλλες δυὸ φορὲς τώρα στὸν νοῦ μου ἔρχονται:

Ὅταν στὸν Ποσειδῶνα κάμναμε σπονδές,

τραβήχθηκε ἀπ’ τὸν κύκλο μας, κ’ ἔστρεψε ἀλλοῦ το βλέμμα.

Ὅταν ἐνθουσιασμένος ἕνας μας

εἶπεν: «Ἡ συντροφιὰ μας νἄναι ὑπὸ

τὴν εὔνοιαν καὶ τὴν προστασίαν τοῦ μεγάλου,

τοῦ πανωραίου Ἀπόλλωνος…»,  ψιθύρισεν ὁ Μύρης

(οἱ ἄλλοι δὲν ἄκουσαν): 

τῆ ἑξαιρέσει ἐμοῦ…

 …Οἱ Χριστιανοὶ ἱερεῖς μεγαλοφώνως

γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ νέου δέονταν…

Παρατηροῦσα μὲ πόση ἐπιμέλεια,

καὶ μὲ τί προσοχὴν ἐντατικὴ

στοὺς τύπους τῆς θρησκείας τους ἑτοιμάζονταν

ὅλα γιὰ τὴν χριστιανικὴ κηδεία…

Κ’ ἐξαίφνης μὲ κυρίευσε μιὰ ἀλλόκοτη

ἐντύπωσις· ἀόριστα αἰσθάνομουν

σὰν νάφευγεν ἀπὸ κοντά μου ὁ Μύρης·

αἰσθάνομουν ποὺ ἑνώθη, χριστιανός,

μὲ τοὺς δικούς του, καὶ ποὺ γένομουν

ξ έ ν ο ς ἐγώ,  ξ έ ν ο ς  π ο λ ύ !..

 Ἔνοιωθα κιόλα

μιὰ ἀμφιβολία νὰ μὲ σιμώνει: μήπως κι εἶχα γελασθεῖ

ἀπὸ τὸ πάθος μου, καὶ  π ά ν τα τοῦ ἤμουν ξένος…

Πετάχθηκα ἔξω ἀπ’ τὸ φρικτό τους σπίτι –

ἔφυγα γρήγορα πρὶν ἁρπαχθεῖ, πρὶν ἀλλοιωθεῖ

ἀπ’ τὴν χριστιανοσύνη τους ἡ θύμηση τοῦ Μύρη!..

(1929, Κωνσταντίνος Καβάφης)

Η εικόνα, είναι από άγαλμα που βρέθηκε τρείς ημέρες μετά την αναχώρηση 

τού Μύρη-Γεωργουσόπουλου, 

στην Αθήνα στην οδό Ερεχθείου -καθώς άνοιγαν για κάτι σωληνώσεις- 

ελάχιστα κάτ’απ’το έδαφος .

Τα πραγματικά αγάλματα δεν είναι πιά στα Μουσεία•

τα Αγάλματα, Αναστημένα, είμαστ’εμείς .

Καλή 

Χριστού 

Γέννα !!!

Γεώργιος Κακής Κωνσταντινάτος 

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 11/12/2024 #ODUSSEIA #ODYSSEIA