Στην τακτοποίηση των εκκλησιαστικών φακέλων του αρχείου μου , εντόπισα τετράφυλλο μεγάλο χειρόγραφο που αφορά στον βίο του Αγίου Ανθίμου του Κουρούκλη. Πρόκειται για πυκνογραμμένο χειρόγραφο, ταλαιπωρημένο από το χρόνο, το οποίο αναφέρεται στον άγιο των Λεπέδων Κεφαλληνίας και φέρει χρονολογία 1849. Έπειτα από προσεκτική ματιά βεβαιώνεται πως το χειρόγραφο αυτό είναι μια καταγραφή, η οποία έγινε επί τόπου για τη ζωή του Άνθιμου Κουρούκλη, από τον σπουδαίο θεολόγο καθηγητή και ιερομόναχο Διονύσιο Αραβαντινό.
Ο Διονύσιος Αραβαντινός ήταν καθηγητής θεολόγος και ιερέας για μικρό διάστημα στην Ιόνιον Ακαδημία και αργότερα στην Πετρίτσειο Σχολή Ληξουρίου, σύμφωνα με τον Τσιτσέλη από το 1849, χρονιά επίσης που εξεδήλωσε το ενδιαφέρον για την ιερά Μονή των Λεπέδων με αποτέλεσμα να τακτοποιήσει πολλές εκκρεμότητες που είχε αυτό το κοινόβιο. Θέλοντας να γράψει το βίος του Αγίου Ανθίμου , που ήταν ανακαινιστής της μονής Λεπέδων Παλικής, προσπάθησε να μάθει και να καταγράψει πληροφορίες από άτομα που είχαν γνωρίσει τον άγιο, ή από άτομα της οικογένειά του, ώστε οι πληροφορίες να είναι όσο το δυνατόν έγκυρες και αξιόπιστες.
Φρόντισε να πάρει έγγραφη μαρτυρία από την ανιψιά του Αγίου , το 1849, τότε αυτή ήταν υπέργηρη και γνώριζε πολλά πράγματα για τον άγιο Άνθιμο. Έτσι το χειρόγραφο φέρει μικρή εισαγωγή στην αρχή του με τη χρονολογία:
«1849 Μαρτυρίαι αξιόπιστοι τας οποίας εσύναξεν ο υπογεγραμμένος, περί του βίου και της πολιτείας, του εν μακαρία τη λήξει Ανθίμου Κουρούκλη μοναχού, του επονομαζομένου θεότυφλου. Ανακαινιστού της, επ’ ονόματι της αγίας οσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευής, Μονής των Λεπέδων, εν Κεφαλληνία»
Στη συνέχεια αναφέρεται η πληροφοριοδότης του Διονυσίου Αραβαντινού, γράφοντας αρχικά στο σώμα του κειμένου τα εξής: «Μία ανεψιά του μοναχού Ανθίμου, έτι ζούσα, ήτις γεννάται από την αδελφήν του, ογδοήκοντα τεσσάρων ετών ούσα, ονομαζομένη Αναστασούλα , χήρα του ποτέ Ανδρέου Βασιλοπούλου, και μήτηρ του μακαρίτου αιδεσιμοτάτου ιερέως, και πνευματικού πατρός Ιωάννου Βασιλοπούλου του και Χρυσαφούλη, διηγείται περί του θείου της Ανθίμου μοναχού Κουρούκλη , τα ακόλουθα.»
Το χειρόγραφο αποτελεί μια βασική πηγή πληροφοριών για τον Άνθιμο Κουρούκλη και μας δίνει τη δυνατότητα να το συγκρίνουμε με άλλες βιογραφίες του αγίου, που κατά καιρούς έχουν εκδοθεί. Σημαντική κρίνεται ή σύντομη αλλά καλή αναφορά του ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη, που είναι ενσωματωμένη στην ιστορία της μονής των Λεπέδων , στο δεύτερο τόμο του έργου του.
Σύμφωνα με το χειρόγραφο αυτό ο όσιος Άνθιμος γεννήθηκε το 1727 και ήταν γιος του ναυτικού Ιωάννη Κουρούκλη και της Αντζουλέτας και το αρχικό του όνομα ήταν Αθανάσιος. Από νωρίς παρουσίασε πρόβλημα, λόγω της αρρώστιας της ευλογιάς, με την όρασή του και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό, γι’ αυτό και ονομάστηκε αργότερα ο Θεότυφλος.
Το πρόβλημα της τύφλωσης που ήταν πολύ μεγάλο, δυστυχώς οι γιατροί της εποχής δεν μπόρεσαν να το αποτρέψουν και η μάνα του Άνθιμου, ανέλαβε με μεγάλo τεσσαρακονταλείτουργo να ζητήσει τη βοήθεια του Θεού. Σύμφωνα με τη χειρόγραφη αυτή βιογραφία μάνα και γιος στράφηκαν με πολύ ζήλο προς τον Θεό, με μεγάλες προσευχές και νηστείες, έως ότου η μεγάλη του πίστη και επιθυμία του έδωσε ένα ελάχιστο φως και μάλιστα κατά την ώρα της τελευταίας Θείας Λειτουργίας του τεσσαρακονταλείτουργου, στον ιερό ναό των Αγίων Αποστόλων κοντά στην πόλη του Ληξουρίου, την ώρα της μετάληψης. Είναι σημαντική η μαρτυρία της αποκάλυψης της βλέψης του, όταν είπε ο ιερέας, Μετά φόβου Θεού Πίστεως, εκείνος ο θεότυφλος φώναξε πως βλέπει και μάλιστα είπε πως ο ιερέας φορεί κόκκινο φελόνιο, και πράγματι ήταν αλήθεια. Έπειτα, για να βεβαιωθούν, του έδειχναν τις εικόνες μία προς μία και αυτός τις αναγνώριζε με πολλή ευκολία και μιλούσε για τους αγίους που εικονίζονταν επάνω. Παρατήρησαν τα μάτια του και διαπίστωσαν πως το ένα μάτι είχε ανοίξει λίγο, αλλά ικανό να βλέπει οξυδερκέστατα.
Η μητέρα του Αθανάσιου έπεισε τον άνδρα της, ο οποίος ήταν μεν τραχύς και κακός, όπως γράφει στο χειρόγραφο , αλλά ικανός ναυτικός και πολύ έμπειρος, να πάρει τον Αθανάσιο και να πάνε ταξίδι για να του δείξει τον κόσμο. Πράγματι στα είκοσί του, ο Αθανάσιος ταξίδεψε με το πλοίο του πατρός τους έως την Κωνσταντινούπολη, αλλά εκεί ο πατέρας του προσβλήθηκε από τη νόσο της πανώλης και πέθανε.
Το αποτέλεσμα ήταν, ο Αθανάσιος να αναλάβει το πλοίο του πατρός τους, έχοντας και αυτός μια σημαντική κλίση στη ναυτική ζωή και έτσι για δύο έτη ήταν κύριος του εαυτού του. Το 1750 ο Αθανάσιος εργαζόταν σε πλοίο, του οποίου ο ναύκληρος καταγόταν από την Τήνο και ο οποίος σκέφτηκε να τον κάνει γαμβρό του εκτιμώντας τα χρηστά του ήθη. Αλλά ,ενώ τον φιλοξενούσε στο σπίτι του και την άλλη μέρα θα του γνώριζαν την κόρη για να την πανδρευτεί και τον περίμεναν να ξυπνήσει, διαπίστωσαν πως είναι εντελώς τυφλός και αυτός δεν ήξερε αν είναι μέρα ή νύκτα. Διαπιστώθηκε η τυφλότητά του και τότε, πήρε το μήνυμα να αφιερωθεί ολότελα στον Θεό και να τον υπηρετήσει με τον καλύτερο τρόπο.
Ενδύθηκε το αγγελικό σχήμα στο Άγιο Όρος και μετονομάστηκε Άνθιμος. Ωστόσο, υπάρχει η πιθανότητα ο άγιος να εκάρη μοναχός στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων, λόγω που ο τότε ηγούμενος Άνθιμος Μιχαλίτσης να ήταν πνευματικός στυλοβάτης του αγίου να του έδωσε το όνομά του. Με την ευλογία του γέροντα Μιχαλίτση έφυγε για το Άγιο Όρος. Η πληροφορία αυτή δεν αναγράφεται στο χειρόγραφο , αλλά αποτελεί σε βιογράφους του αγίου κοινό τόπο παράδοσης.
Ο Άνθιμος ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα, στα νησιά του Αιγαίου όπως και έδρασε δυναμικά. Παρόλο που δεν γνώριζε τα κοινά γράμματα, όπως λέει το χειρόγραφο κείμενο, αποδείχτηκε ευφραδέστατος στο λόγο και μετέπεισε ανθρώπους κακούς να μετανοήσουν και άλλους να συμμορφωθούν προς τα χριστά ήθη.
Ασκήτευσε στη Χίο για περίπου ένα έτος στην εκκλησία της Αγίας Ματρώνης, αγία που εορτάζει την ίδια μέρα με τον άγιο Γεράσιμο της Κεφαλληνίας, διδάσκοντας τον ευαγγελικό λόγο και έκανε μια βαριά ασκητική ζωή. Περιόδευσε πολλές περιοχές και νησιά όπως : Ιεροσόλυμα, Ίο, Σίκινο, Καστελόριζο, Αστυπάλαια, Σφακιά, Πελοπόννησο, κηρύττοντας το λόγο του Θεού και νουθετώντας τους κατοίκους των περιοχών αυτών στη δύσκολη περίοδο της Τουρκοκρατίας που περνούσαν.
Αν και τυφλός ίδρυσε 6 μοναστήρια , τα οποία στάθηκαν προπύργια για την Ορθοδοξία. Στη Σίκινο της Ζωοδόχου Πηγής, στο Καστελόριζο του Αγίου Γεωργίου, στα Σφακιά του Αγίου Αντωνίου, στην Αστυπάλαια της Παναγίας της Πορταΐτισσας, στα Κύθηρα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, στην Κεφαλληνία της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων το ανακαίνισε εκ βάθρων ύστερα από τους σεισμούς του 1769.
Η χειρόγραφη βιογραφία, τουλάχιστον στις σωζόμενες οκτώ σελίδες της, στέκεται περισσότερο στην ζωή του Αγίου Ανθίμου στην Κεφαλονιά και μάλιστα σχολιάζει τον τρόπο που τον δέχτηκαν στο νησί του. Ήρθε στο νησί με συνοδεία μιας μοναχής κατά τον Γενάρη του 1768 . Μόλις έμαθαν οι κάτοικοι του Ληξουρίου πως θα έφτανε ο Άνθιμος ο Κουρούκλης, ο σεβαστός γέροντας του Θεού, έτρεξαν στο παραθαλάσσιο μέρος που αποβιβάστηκε να τον συναντήσουν και να ζητήσουν την ευλογία του. Τον συνόδευσαν έως την πατρική του οικία για να συναντήσει τη γηραιά μητέρα του. Η στιγμή της συνάντησης με τη μητέρα του ήταν απερίγραπτη και όπως σημειώνεται χειρόγραφα, (δεν δύναται κανείς τι να ειπή…) η οποία μητέρα του ήταν πολύ μεγάλη στην ηλικία και δεν ήλπιζε πως θα ξανάβλεπε τον γιό της, που ήταν σύμφωνα με τον κόσμο τόσο προικισμένος άνθρωπος από τη Θεία χάρη του Θεού.
Είναι συγκινητική η συνέχεια, όπως αυτή περιγράφεται στο χειρόγραφο από τη μνήμη της ανιψιάς του Αναστασούλας, « Αφού δε ήλθεν η ώρα του δείπνου, λέγει προς αυτόν η μήτηρ αυτού, έλα Καλόγηρέ μου, να δειπνήσωμεν, όχι της απεκρίθη εκείνος, προφασιζόμενος ότι δεν πεινά, κόπιασαι καν εδώ στο άλλο μέρος του λέγει, όπου σου έχω έτοιμο κρεβάτι να κοιμηθής, όχι της είπεν αυτός, αλλά θέλω εις εκείνον το δωμάτιον, το οποίον ήξευρα ότι πλησιάζει εις το μαγηρείον, εκεί ρίψαι τούτο, δείχνων ένα ευτελή τάπητα, τον οποίον μεθ΄ εαυτού έφερε, να πέσω. Αφού δε επροχώρησεν η νυξ, ήκουσεν η μήτηρ αυτού, άγρυπνος ούσα, κτύπους εις το δωμάτιον όπου εκοιμάτο ο Άνθιμος και – ω κακόν πού μού ήλθεν είπε- κάτι έχει ο καλόγηρός μου, με τούτο υπήγεν εκεί και τι βλέπει, ότι αυτός ήτο καταφορτωμένος σίδηρα, από τους ώμους έως εις την ζώσιν, και στρεφογύρίζων εις τον ύπνον του έκαμνε, εκείνους τους κτύπους- πράγμα βέβαια σπάνιο, εις τίνα μόνον παλιούς ερημίτας φανέν το γενόμενον, τα οποία πάντοτε έφερε μέχρις εσχάτης του αναπνοής και η τροφής του δε, παρετηρήθη ότι ήτον όλως δι όλου ασκητική..»
Μετά από λίγο χρονικό διάστημα, έδωσε παραγγελία στη μητέρα του να προσέχει την μοναχή και να μην την ενοχλεί στα καθήκοντά της και ότι θα φύγει από την Κεφαλληνία και θα επιστρέψει. Επανήλθε μετά (δυο ή τρία έτη) και έφερε μαζί του άλλες έξι μοναχές κι έναν μοναχόν κι ένα μικρόν παιδί δύο ετών και τριών μηνών, ονομαζόμενο Ιωάννης, με σκοπό να επανδρώσει το μοναστήρι των Λεπέδων.
Τότε το μοναστήρι ήταν σε άσχημη κατάσταση λόγω των σεισμών του 1766-1767 και αποφάσισε να το ανακαινίσει, να ξαναφτιάξει τους χώρους του και να κλείσει τις πληγές του. Έτσι το 1769, όπως αναφέρεται στην προσήλωσή του, οι μοναχές και ο άγιος βάνουν τις οικονομίες τους για να ξαναφτιαχτεί το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων.
Ζήτησε το ναό του σπηλαίου της Αγίας Παρασκευής στα Λέπεδα από τους κτητορικούς αδελφούς και αφού έλαβε την άδεια γκρέμισε τα παλιά μικρά χαμόσπιτα και ανήγειρε εκ θεμελίων καινούρια, ως παλάτι περιγραφόμενα με μια λέξη στο χειρόγραφο. Διαίρεσε το επάνω μέρος του κτίσματος αυτού, σε επτά κελιά για τις μοναχές και κατέστησε έτσι ικανό ασκητικό κοινόβιο. Δεν σταμάτησε όμως και έκτισε και δεύτερο παλάτι δίπλα σε αυτό, «…κολλητόν εις το πλάγιον της άκρας του πρώτου…» όπως γράφεται σε αυτή τη χειρόγραφη βιογραφία του . Κατασκεύασε γι αυτόν ένα μικρόν οικίσκο, κοντά στην εκκλησία, « ο οποίος δεν ήταν μεγαλύτερος κατά το πλάτος και το μάκρος από μία τετραγωνική οργιά, το δε ύψος ως επτά πόδας, και εκεί μέσα εστέκετο νυχθημερόν και εις όλας τας ώρας του έτους όταν ευρίσκετο εις το Μοναστήρι, έχων δια κλίνην δυο μόνας σανίδας, επάνω σε δυο πέτρας και τον άνω ειρημένων τάπητα».
Στη χειρόγραφη βιογραφία του Αγίου Ανθίμου, που στέκεται σημαντική πηγή, ιδίως για τη δράση του στο νησί που τον γέννησε, αναγράφονται κι άλλες πληροφορίες πολύ σημαντικές όπως για την έλευση του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού στο νησί, ο οποίος ήθελε να δει τον θεότυφλο άγιον Άνθιμον, επειδή είχε ακούσει πολλά και καλά γι’ αυτόν. Η παρουσία του Κοσμά του Αιτωλού στο νησί έπαιξε καταλυτικό ρόλο στις ψυχές των κατοίκων και υπήρξαν περιπτώσεις όπως , μια κοπέλα από τους Σουλλάρους ονόματι Βικτωρία Βόρου που ακούγοντάς τον να κηρύττει, αποφάσισε να γίνει καλόγρια.
Επίσης υπάρχουν ενορατικές και προφητικές μαρτυρίες του Αγίου Ανθίμου των Λεπέδων, μάλιστα εντυπωσιακές που βεβαιώνουν πως ο μορφή αυτού του αγίου είχε την ενεργειακή χάρη του Θεού, που δίνεται στους προσπαθούντας δράσεις εν Θεώ και εκλεκτούς στη ζωή που διάγουν στάση εν Χριστώ.
Αξιολογώντας τη χειρόγραφη βιογραφία του Αγίου Ανθίμου Κεφαλληνίας είναι φανερό πως υπήρχαν κι άλλες σελίδες που πρέπει να είχαν στοιχεία γι’ αυτόν και το μοναστήρι των Λεπέδων, και που απλά δεν σώθηκαν ή βρίσκονται σε άλλα χέρια ή αρχεία. Αυτό συνάγεται από βιογραφίες που κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσίευσης και λίγο πολύ ακολουθούν την ίδια πορεία των γεγονότων και καταστάσεων.
Είναι σημαντική αυτή η χειρόγραφή μαρτυρία από συγγενικό του άτομο, που ότι καταθέτει ακολουθεί πιστά κάποια παράλληλα κεφαλληνιακά γεγονότα που ήδη είναι τεκμηριωμένα στο χρόνο από τους ιστορικούς και μελετητές.
Αφορά τη ζωή του αγίου σε σχέση με το νησί του και λιγότερο με τα άλλα νησιά του Αιγαίου, που ο Άγιος άφησε μεγάλη δράση και όνομα σεβαστό και άγιο. Ο Άνθιμος Κουρούκλης μέσα από τον αγώνα του και την ορθόδοξη δράση του, υπήρξε πέρα από μορφή αγίου και κοινωνικός αναμορφωτής, εφόσον μέσα στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα περιδιάβαινε τα νησιά του Αιγαίου και όχι μόνο, για να στυλώσει τις ψυχές των ανθρώπων.
Εν κατακλείδι αυτή η χειρόγραφη βιογραφία του αγίου, φαίνεται να αποτελεί την πρώτη απόπειρα καταγραφή της ζωής του από τον πρώτο βιογράφο του , τον ιερομόναχο Διονύσιο Αραβαντινό και βάσει αυτής στηρίχτηκαν οι επόμενες βιογραφίες στα γεγονότα της ζωής του που συνέβησαν κι αυτός έπραξε.
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 2/9/2024 #ODUSSEIA #ODYSSEIA