Ομολογώ ότι νιώθω κάπως αμήχανος ανάμεσα στα πολιτικά μεγέθη αυτού του πάνελ. Ο δικός μου πολιτικός λόγος δεν μπορεί να’ναι περισσότερος από αυτόν του απλού πολίτη που αγαπάει τον τόπο του κι ενδιαφέρεται για το μέλλον της πατρίδας του. Στα επόμενα λίγα λεπτά, λοιπόν, θα επιχειρήσω να σας παρουσιάσω τις σκέψεις μου για το αύριο της Κεφαλλλονιάς μέσ’ από το πρίσμα της ιατρικής μου ιδιότητας.
Η πανδημία του COVID ανέδειξε δυο μεγάλα θέματα, τη σπουδαιότητα των οποίων ο Δυτικός Κόσμος είχε αρχίσει να παραβλέπει. Το πρώτο είναι η αναγκαιότητα της Δημόσιας Υγείας και το άλλο είναι η υποστήριξη της ανάπτυξης με δράσεις που εγγυώνται τη βιωσιμότητά της.
Προφανώς και δεν είναι η στιγμή να παρουσιαστεί το θέμα της Δημόσιας Υγείας στο σύνολό του. Θα ήθελα, όμως, να σταθώ σε δυο πράγματα. Η εποχή που η λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας ήταν αποκλειστικά σχεδόν θέμα κτηριακών εγκαταστάσεων και διορισμού ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Η ολοένα αυξανόμενη εξάρτηση της Ιατρικής από τη βιοτεχνολογία και η γήρανση του πληθυσμού διαφοροποιούν σημαντικά τις ανάγκες και επιβάλουν την αναδιοργάνωση των συστημάτων υγείας. Αλλιώς το κόστος των υπηρεσιών υγείας πολλαπλασιάζεται δυσανάλογα προς την αποτελεσματικότητά τους. Η παρεχόμενη σήμερα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη υπολογίζεται ότι είναι κατά 30% άσκοπη και συχνά επικίνδυνη για την υγεία.
Για να γίνω σαφέστερος, αναφέρω μόνο την προσπάθεια όλων των Δυτικών χωρών για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη απεξάρτηση των συστημάτων υγείας τους από τη νοσοκομειοκεντρική ιατρική. Ο στόχος είναι να μη γίνεται στο νοσοκομείο καμιά πράξη που μπορεί να γίνει στο σπίτι, και ο χρόνος της ενδονοσοκομειακής περίθαλψης να είναι ο μικρότερος δυνατός.
Η εφαρμογή συστημάτων τηλεϊατρικής είναι ακόμη μια αλλαγή με ιδιαίτερη χρησιμότητα σε νησιωτικές χώρες, όπως η δική μας. Ένα σημείο, επίσης, με ιδιαίτερη σημασία και για την Κεφαλλονιά, είναι η πιστοποίηση των υπηρεσιών υγείας που ολοένα και περισσότερο απαιτείται κυρίως από τους ομαδικούς χρήστες, μεταξύ των οποίων και οι τουριστικοί φορείς. Για να μην αναφέρω τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που θα είχε η οργάνωση εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας για ειδικές ομάδες τουριστών, όπως π.χ. οι νεφροπαθείς.
Βέβαια, όλα αυτά ακούγονται ουτοπικά σε μια χώρα που αντί της αναδιοργάνωσης του συστήματος υγείας της προτίμησε ουσιαστικά να το καταργήσει. Και το απογοητευτικότερο όλων είναι ότι το σχετικό νομοσχέδιο πέρασε μέσα σε μια νύχτα χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίδραση από πλευράς πολιτών. Ή, για την ακρίβεια, πέρασε, χωρίς να το καταλάβει κανείς, ανάμεσα στους καπνούς των κάθε λογής σκανδάλων.
Το δεύτερο θέμα που αναδείχθηκε μέσ’ από την πανδημία, είναι η ανάγκη για βιώσιμες δράσεις που θα έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίζουν προοπτικά και μακροπρόθεσμα την ανάπτυξη. Και οι δράσεις αυτές δεν μπορεί να είναι άλλες από εκείνες που έμμεσα ή αμεσότερα σχετίζονται με τον πολιτισμό.
Ο πολιτισμός αποτελεί μια σύνθετη έννοια, με την οποία εκφράζεται η θεσμική, η ηθική, η επιστημονική και η κοινωνική πρόοδος και, ως εκ τούτου, καλείται να διαδραματίσει έναν πολυδιάστατο ρόλο στην βιώσιμη ανάπτυξη. Η σύγχρονη προσέγγιση του πολιτισμού αφορά άμεσα τη συμβολή του στην αύξηση της απασχόλησης, στην αύξηση των επενδύσεων για έρευνα και καινοτομία, στη βελτίωση της εκπαίδευσης και, τελικά, στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας.
Γενικώς, ο πολιτισμός βρίσκεται στον πυρήνα των πολιτικών για τη βιώσιμη ανάπτυξη –οικονομική, περιβαλλοντική, κοινωνική– γιατί προσφέρει στις ευρωπαϊκές κοινωνίες μια ολιστική αναπτυξιακή και, παράλληλα, ανθρωπιστική θεώρηση. Στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνωρίζεται ότι ο πολιτισμός αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της, δηλαδή της ευημερίας, της αλληλεγγύης και της ασφάλειας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε διεθνές επίπεδο έχει δειχθεί ότι ο πολιτιστικός τομέας αναπτύσσει ισχυρότατες αντιστάσεις σε περιόδους κρίσης και ύφεσης και γι’ αυτό η οικονομία του πολιτισμού συμπεριλαμβάνεται σταθερά στις μελέτες αναπτυξιακής στρατηγικής στις μεταβιομηχανικές και τις αναδυόμενες οικονομίες. Υπολογίζεται ότι ο πολιτισμός συμβάλλει σε ποσοστό άνω του 4,5% στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ, ενώ σε ετήσια βάση παρουσιάζει αύξηση περίπου 12%, μεγαλύτερη δηλαδή από κάθε άλλο τομέα.
Νομίζω ότι είναι περιττό να τονίσω τη σχέση του πολιτισμού με την τουριστική ανάπτυξη. Θα ήθελα, όμως, να υπογραμμίσω ότι ο τοπικός πολιτισμός, μέσα από ένα σωστό σχεδιασμό, μπορεί να δημιουργήσει μια συγκεκριμένη ταυτότητα για τον τόπο, αποτελώντας κινητήρια δύναμη για αμφίδρομη ανάπτυξη. Γιατί, όπως δεν γίνεται ανάπτυξη χωρίς πολιτισμό, δεν γίνεται και πολιτισμός χωρίς ανάπτυξη.
Αυτό είναι αλήθεια για την Κεφαλλονιά όσο για λίγες άλλες περιοχές της χώρας μας. Η σχέση της Κεφαλλονιάς με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό υπήρξε εξαιρετικά έντονη και, παρά «το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός», μπορεί αρκετά εύκολα να ξαναζωντανέψει. Ο περιηγητής του Σινόπουλου έγραφε ότι «οι βαρκάρηδες του Αργοστολίου είναι οι αυστηρότεροι κριτές της ιταλικής όπερας». Σ’ αυτή τη φράση συνοψίζεται η ένταση της πολιτισμικής μας κληρονομιάς που μπορεί εύκολα να πυροδοτήσει τη διαμόρφωση πολιτισμικών στρατηγικών βασισμένων στις σημερινές δυνατότητες και συνθήκες. Μια τέτοια συνθήκη, για παράδειγμα, είναι η παρουσία του Ιόνιου Πανεπιστημίου, καθώς και οι ευκαιρίες για σύγχρονη μελέτη των ιδιαιτεροτήτων που παρουσιάζει η γεωλογία, η χλωρίδα και η πανίδα του τόπου.
Δεν υποτιμώ καθόλου τις εξαιρετικά αξιόλογες προσπάθειες για πολιτισμικές δράσεις που γίνονται στις μέρες μας από πολλά άτομα και διάφορους φορείς. Το αντίθετο μάλιστα. Τις συγχαίρω κι όσο μπορώ τις απολαμβάνω κιόλας.
Αυτό όμως είναι πολύ διαφορετικό από τη διαμόρφωση μιας πολιτισμικής στρατηγικής με συγκεκριμένη αναπτυξιακή προοπτική. Με προγραμματισμένους οικονομικούς στόχους αλλά και με τη φιλοδοξία της ανακατανομής του κοινωνικού περιβάλλοντος του νησιού κατά τρόπο που να μπορεί να φέρει πίσω έστω κι ένα ελάχιστο ποσοστό από τους Κεφαλλονίτες που διαπρέπουν σε όλους κυριολεκτικά τους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας ανά τον κόσμο.
Στην Έρυσο –και μ’ αυτό θα ήθελα να κλείσω– υπάρχουν οι δυο πιο ελκυστικοί τουριστικοί πόλοι της Κεφαλλονιάς –το Φισκάρδο και η Άσος. Φαντάζεστε πόσο θα μπορούσε να αλλάξει η τουριστική φυσιογνωμία ολόκληρου του νησιού αν γινόταν μια πολιτισμική εκμετάλλευση του Κάστρου της Άσου και του συμπλέγματος των σχολικών κτιρίων της Ερύσου που ο σεισμός τα σεβάστηκε αλλά το Ελληνικό Κράτος τα έχει καταδικάσει στην εγκατάλειψη;