Νίκος Κοτζιάς Ανάλυση: Η γεωπολιτική του Ουκρανικού και ο νεοτσαρισμός / Η ελληνική πολιτική

Ομαδικοί τάφοι στην Μαριούπολη, 10 Μαρτίου 2022

Ανάλυση για τα γεγονότα στην Ουκρανία δημοσίευσε ο Νίκος Κοτζιάς στη σελίδα του στο Facebook. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών έγραψε:

Από τις εξελίξεις στο Ουκρανικό, μπορούν να εξαχθούν ορισμένα πρώτα συμπεράσματα:

Πρώτον, η γεωπολιτική επέστρεψε. Ο κόσμος διανύει μια εν δυνάμει μεταβατική περίοδο η οποία θέλει προσοχή διότι, όπως θα έλεγε ο Γκράμσι, γεννά τέρατα, όπως είναι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η έλλειψη αντίστασης από πλευράς Κιέβου, η ουσιαστική άρνηση της Δύσης να κάνει ότι μπορούσε για να στηρίξει την Ουκρανία.

Ακόμα και στις κυρώσεις, η Δύση «θέλει να είναι σκληρή, αλλά όχι και πολύ».

Δεύτερον, ήταν μεγάλο λάθος που μετά το 1989 δεν διαμορφώθηκε μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη με την συμφωνία όλων των πλευρών.

Οι νικητές του ψυχρού πολέμου δεν κατανόησαν την σημασία να συμπεριλάβουν την Ρωσία στις όποιες λύσεις, αντί να επιδιώκουν να την θέσουν στο περιθώριο.

Τρίτο, ο μεγάλος χαμένος της εξελισσόμενης σύγκρουσης είναι η ΕΕ. Δια της απουσίας της, απέδειξε -με τρόπο αρνητικό- τη σημασία που έχει το να διαθέτει κανείς αντίληψη, μέσα και εργαλεία της γεωπολιτικής.

Προσθέτω δε, ότι είναι θεσμικά παντελώς απροετοίμαστη για να δεχτεί το επερχόμενο νέο κύμα προσφυγιάς.

Τέταρτο, ηττημένο είναι, επίσης, το Διεθνές Δίκαιο και οι διεθνείς θεσμοί όπως είναι ο ΟΗΕ, ενώ η συμφωνία του Μινσκ ενταφιάστηκε. Εξέλιξη αρνητική για τα ελληνικά συμφέροντα που έδειξε να μην αντιλαμβάνεται ο Υπουργός Εξωτερικών της χώρας, ο οποίος επιπόλαια έδωσε δημόσιες διαβεβαιώσεις ότι δεν θα επέμβει η Ρωσία στην Ουκρανία, ενώ, επιπλέον την προσκάλεσε ανοήτως να μεσολαβήσει ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία.

Πέμπτο, ο μεγάλος κερδισμένος των τελευταίων ημερών είναι η υποκρισία και η πολιτική των δύο μέτρων και σταθμών.

Αυτά που κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία, τα επιχειρήματα και οι δικαιολογίες που επικαλείται προσομοιάζουν στην συμπεριφορά των ΗΠΑ, όταν κάναν προκλητικές επεμβάσεις, και της Τουρκίας όταν εισέβαλε στην Κύπρο.

Επιπλέον, δεν μπορεί κανείς να στηρίζει την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και να μην αντιλαμβάνεται ότι με αυτό τον τρόπο υπονομεύει τη διεθνή θέση της Κύπρου.

Έκτο, αυτό που έκανε ο Πούτιν, ήταν η αναγνώριση παιδιού από παράνομο δεσμό που, όμως, δεν είναι δικό του.

Πρώτα κατασκεύασε με τα όπλα του δύο «ανεξάρτητες λαϊκές δημοκρατίες» μπας και συγκινηθούν ορισμένοι «αριστεροί» και κατόπιν τις αναγνώρισε προς δόξα της ευρωπαϊκής νεοδεξιάς.

Τις δημιούργησε και μετά έκανε εισβολή για να τις «στηρίξει» και μεθαύριο, αν νομίζει ότι το χρειάζεται, θα τις ενσωματώσει, στο μοτίβο, ότι το τι επιτρέπεται στη διεθνή σκηνή δικαιούται να το αποφασίζει μόνος του.

Έβδομο, η Ρωσική εισβολή, η πολιτική Πούτιν, είναι «η άρνηση του Λενινισμού» και η συνέχεια της πολιτικής του Τσάρου.

Δεν έχει κανείς παρά να κοιτάξει τους τέσσερεις διαμελισμούς που επέβαλε ο Τσάρος στην Πολωνία στα τέλη του 18ου αιώνα και στην Συμφωνία της Βιέννης το 1815 για να καταλάβει.

Η Ρωσία με συνεχείς στρατιωτικές επεμβάσεις στην Πολωνία κατά την δεκαετία του 1770 προκάλεσε σε αυτήν χάος και της αποδιοργάνωσε το θεσμικό σύστημα.

Στόχος της ήταν, σε συμμαχία με την Πρωσία και την Αυστροουγγαρία, να παραλύσει την Πολωνία και να την οδηγήσει στην παρακμή.

Με τους διαμελισμούς που επέβαλαν την εξαφάνισαν ως κράτος από το 1795 μέχρι το 1918 (με εξαίρεση το 1807-1815 όταν δημιουργήθηκε από τον Ναπολέοντα το συρρικνωμένο «Δουκάτο της Βαρσοβίας»).

Αρχικά μετέτρεψε η Ρωσία την Πολωνία σε Μοναρχία, απευθείας υπό τον Τσάρο και στη συνέχεια σε ντε φάκτο αποικία της.

Πεποίθησή μου είναι ότι η Ρωσία του Πούτιν θα επιδιώξει να κινηθεί στη συνέχεια σε αυτή τη γραμμή για το Ουκρανικό.

Όγδοο, προκύπτει το ερώτημα, πώς η Ρωσία μπορεί και κάνει τέτοια «γεωπολιτικά παιχνίδια» όταν το ΑΕΠ της είναι μόλις το 7,2% εκείνου των ΗΠΑ, μόλις κοντά σε εκείνο της Ισπανίας;

Την εξήγηση μας την έδωσε στη δεκαετία του 1860 ο Καρλ Μαρξ μέσω των αναλύσεών του για τις «διπλωματικές νίκες της τσαρικής Ρωσίας» απέναντι στην μεγαλύτερη αυτοκρατορία της ιστορίας, την Βρετανική, το τότε «εργαστήρι του καπιταλισμού».

Ο Μαρξ εξήγησε ότι την ρωσική διπλωματία την διέκρινε μια αδίστακτη αποφασιστικότητα, που παρέπεμπε στην μογγολική-ταταρική κληρονομιά του τσαρισμού.

Την διέκρινε η κατοχή συστηματικών γνώσεων και διαμόρφωση λεπτομερών σχεδίων, ενώ ψυχολογούσε, κατά κανόνα, ορθά τους αντίπαλούς της.

Αντίθετα, οι τότε Δυτικοί, συνέχιζε διεισδυτικά ο Μαρξ πριν 155 χρόνια, διακρίνονταν για την αναποφασιστικότητά τους, τους δισταγμούς, τα μεγάλα λόγια για το κοινό, χωρίς πρακτική ουσία.

Η Δύση, τότε όπως και σήμερα, αδυνατεί να αξιολογήσει την πολιτική πρακτική της Ρωσίας.

Σημειώνω, ακόμα, ότι ο Μαρξ αντιπαθούσε βαθιά το στρατηγείο της ευρωπαϊκής αντεπανάστασης, τον Τσαρισμό, είχε, όμως, μεγάλη αδυναμία στο επαναστατικό ρωσικό κίνημα, για χάρη του οποίου έμαθε Ρωσικά.

Ένατο, οι εξελίξεις στην Ουκρανία απέδειξαν τον μεγάλο ρόλο που παίζουν οι προσωπικότητες και οι επιλογές ηγεσιών στις πιο διαφορετικές χώρες.

Ο Πρόεδρος της Πολωνίας, επί παραδείγματι, είναι πολύ λίγος, από άποψη ιδιοτήτων, γνώσεων, πείρας και αποφασιστικότητας Το ίδιο ισχύει και για την σημερινή ηγεσία της ΕΕ.

Δέκατο, η νεοδημοκρατική εξωτερική πολιτική και ως προς το Ουκρανικό, έχει παντελή έλλειψη στρατηγικής σκέψης.

Όλα τα σοβαρά ζητήματα τα μετατρέπει σε επικοινωνιακά παιχνίδια με την στήριξη των ολιγαρχών και για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους.

Τέλος, ενδέκατο, η κυβέρνηση με την ανευθυνότητα που την διακρίνει, θέλει να χρεώσει στην Ουκρανική κρίση όλο το κύμα ακρίβειας που έχει κατακλύσει τη χώρα και για το οποίο μεγάλη ευθύνη έχει και η πολιτική της.

Μια πολιτική που επέτρεψε την κατάργηση του East-Med ακριβώς στην εποχή που αυτός ο αγωγός φυσικού αερίου ήταν όσο ποτέ άλλοτε απαραίτητος, ενώ άστοχα έκλεισε τους Λιγνίτες προκειμένου να αποκομίσουν τα «Χρυσά αγόρια της» περισσότερα κέρδη.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική στην Ουκρανία

Τι οφείλει να κάνει η ελληνική εξωτερική πολιτική ώστε να κινηθεί με βάση τις δικές της αρχές και συμφέροντα, να αξιοποιεί τον ιδιαίτερο ρόλο της και να μην υποτάσσεται στα διλήμματα που της θέτουν τρίτοι, προτείνει ο Νίκος Κοτζιάς σε άρθρο – παρέμβασή του για το Ουκρανικό, τον ρόλο της Ρωσίας, των ΗΠΑ και της ΕΕ.

Το Ουκρανικό, η Ευρώπη και η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική

Η Ρωσία θεωρεί ότι οι απώλειές της κατά την περίοδο 1989-1991 «συμπληρώθηκαν» με την προσχώρηση της πλειοψηφίας των παλιών συμμάχων της σε Δυτικούς θεσμούς.

Αυτή η αλλαγή ισορροπιών της δημιουργεί ένα ανασφαλές και ασταθές περιβάλλον.

Προκειμένου να αποτρέψει την χειροτέρευση της θέσης της, πιέζει στρατιωτικά επί της Ουκρανίας που την θεωρεί ως κομμάτι της ταυτότητάς της, κάτι που δεν ισχύει και μάλιστα με την απολυτότητα που το διατείνεται.

Από την άλλη, η Δύση, θεωρεί ότι οι προκλήσεις της Ρωσίας πάνω στα ουκρανικά σύνορα, θέτουν σε δοκιμασία την ετοιμότητά της να προασπίσει εταίρους και φίλους, τόσο στην Ευρώπη, όσο και αλλού.

Η ήττα της στο Αφγανιστάν και η ουσιαστική απόσυρση των ΗΠΑ από την Συρία, πιθανά οδήγησε τον Πούτιν στην σκέψη ότι τώρα είναι η ευκαιρία να θέσει σε δοκιμασία την αξιοπιστία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.

Για τις εξελίξεις δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον και η Κίνα, αφού στο Ουκρανικό αποκαλύπτεται η «συνέπεια» των ΗΠΑ ως προς την Ταιβάν.

Στην ένταση που έχει δημιουργηθεί, οι ΗΠΑ παίζουν το κύρος και τον ρόλο τους στον δυτικό κόσμο, ενώ η Ρωσία επιθυμεί να επανέλθει ως ισότιμος συνομιλητής τους.

Ταυτόχρονα, η ουκρανική ένταση παρεμποδίζει τις ΗΠΑ και την Δύση να συγκεντρώσουν προσοχή και δυνάμεις στην Νοτιοανατολική Ασία, ενώ η Κίνα νιώθει να φεύγει από πάνω της, έστω και προσωρινά, η αμερικανική πίεση.

2. Η Ελλάδα και η δυνατή συμβολή της

Στο διεθνές σύστημα, αλλά και στην ΕΕ, η Ελλάδα θα είναι πολύ πιο χρήσιμη, αν προωθήσει τον ειδικό της ρόλο ως δύναμης των «Τριών Δέλτα», δηλαδή, ως φορέας Διαμεσολάβησης, Διαιτησίας και προωθητής Διαπραγματεύσεων παρά να υιοθετεί παθητικά τις επιλογές τρίτων.

Ως μια χώρα που μπορεί να διαμεσολαβεί και να προωθεί τον διάλογο ανάμεσα σε δύο πλευρές που βρίσκονται σε ένταση.

Η εξωτερική μας πολιτική έχει πλούσια εμπειρία διαμεσολαβήσεων.

Η Ελλάδα μπορεί να διατυπώσει σκέψεις λύσης των προβλημάτων που έχουν προκύψει και καταλαγιασμού των εντάσεων στο μέτρο του δυνατού.

Η διαπραγμάτευση για τη λύση του Ονοματολογικού έδειξε ότι υπάρχουν λύσεις και στα πιο «αδιαίρετα», άρα δυσκολότατα προβλήματα.

Η ίδια η διαπραγμάτευση έδειξε, ακόμα, τη σημασία που έχουν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) προκειμένου να διευκολυνθεί η καθ’ αυτό διαπραγμάτευση πάνω σε ένα πρόβλημα.

Στην παρούσα κρίση ανάμεσα στην Δύση και στην Ρωσία θα ήταν χρήσιμο αν η Ελλάδα σκεφτόταν να συμβάλλει στην διαμόρφωση ανάλογων ΜΟΕ.

ΜΟΕ που με λογική και νηφαλιότητα να λαμβάνουν υπόψη τους τις ανησυχίες της Ρωσίας, χωρίς τις απαιτήσεις της, όπως να συνδιαχειρίζεται την εξωτερική πολιτική και τις επιλογές ανεξάρτητων κρατών όπως είναι η Ουκρανία, και μάλιστα παρά την εναντίωση της τελευταίας.

Ας δούμε, λοιπόν πέντε τέτοιες προτάσεις:

3. Πέντε ΜΟΕ συνεννόησης και ειρήνης

Πρώτον, η Ρωσία απαιτεί από το ΝΑΤΟ να δεσμευτεί ότι δεν πρόκειται ποτέ να ενταχθεί η Ουκρανία σε αυτό.

Αυτό δεν το αποδέχεται η άλλη πλευρά διότι θεωρεί ότι θα καταστήσει την Ρωσία συνδικαιούχο της τύχης τρίτου κράτους, ενώ θα αποκτήσει άτυπο βέτο στις επιλογές του ΝΑΤΟ.

Εκείνο, όμως, που μπορεί να γίνει, είναι ότι αφού κανείς δεν σκέφτεται να εντάξει άμεσα την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, να υπάρξει μια συμφωνία ότι κάτι τέτοιο θα τεθεί προς εξέταση όχι νωρίτερα από δέκα χρόνια.

Η Ρωσία, δεύτερον, απαιτεί από τη Δύση να μην παραχωρεί όπλα στην Ουκρανία ούτε καν αμυντικής χρήσης.

Αίτημα μη αποδεκτό παρά μόνο από την Γερμανία.

Εκείνο, όμως, που μπορεί να συμφωνηθεί είναι η Δύση να μην εγκαταστήσει πυρηνικά όπλα στην Ουκρανία.

Μια τέτοια επιλογή είναι πραγματοποιήσιμη, διότι η ίδια η Ουκρανία είχε παραδώσει στην Ρωσία τον ατομικό της εξοπλισμό στη δεκαετία του 1990.

Εξάλλου, η εγκατάσταση τέτοιων όπλων αφορά άμεσα την ίδια την Δύση, ενώ δεν αφαιρεί από την Ουκρανία ανεξαρτησία λήψης αποφάσεων, καθότι το ζήτημα δεν εναπόκειται μονοσήμαντα στις επιλογές της.

Τρίτον, η Ρωσία απαιτεί να αποσυρθούν από μια σειρά χώρες στρατεύματα τρίτων, νατοϊκών, κρατών.

Στρατεύματα που οι ίδιες αυτές χώρες θεωρούν ως εγγύηση επιβίωσης τους.

Εκείνο που μπορεί να γίνει στα πλαίσια των ΜΟΕ, είναι τα «ξένα» τμήματα ενόπλων δυνάμεων να μην δικαιούνται σε καιρό ειρήνης να πλησιάσουν σε μια συγκεκριμένη απόσταση από τα σύνορα, καθώς και να μην γίνονται επί των συνόρων στρατιωτικές ασκήσεις.

Τέταρτο, να επαναλειτουργήσει εντατικά και με θέληση να βρεθεί λύση ο θεσμός της «Νορμανδίας», όπου Γαλλία, Γερμανία, Ουκρανία και Ρωσία συνομιλούν για τα προβλήματα στην Ανατολική Ουκρανία.

Πρόκειται για θεσμό που συμμετέχει η Ουκρανία όπου συζητείται η τύχη της και ταυτόχρονα επανέρχονται τα κράτη μέλη της εξαφανισμένης ΕΕ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Διότι είναι κατανοητή η ανάγκη της Ρωσίας να συνομιλεί με την Δύση μέσω των ΗΠΑ, ώστε να νιώθει ότι γίνεται αποδεκτή ως μια «ισότιμη υπερδύναμη», αλλά από την άλλη δεν μπορεί ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα να συζητιέται ερήμην της ΕΕ και των κρατών μελών της.

Τέλος, να ελέγχονται εκατέρωθεν τα πυραυλικά συστήματα.

Πέμπτο, να επανέλθει, αλλά πιο ουσιαστικά, η συμφωνία «open sky» για τον έλεγχο από αέρος των μετακινήσεων οπλικών συστημάτων και στρατευμάτων.

Είναι φανερό, ότι τα όπλα ασκούν πίεση.

Αλλά η διπλωματία μπορεί να βρει λύσεις αποτρέποντας την χρήση τους και χωρίς κάποια πλευρά να εμφανιστεί ηττημένη.

Μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στα όπλα και την διπλωματία είναι ότι στα πρώτα υπάρχουν πάντα ηττημένοι (τουλάχιστον η μία πλευρά, συχνά και οι δύο), ενώ στην διπλωματία μπορούν να κερδίσουν και οι δύο.

Και σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να συμβάλλει η Ελλάδα με προτάσεις στο πνεύμα των ΜΟΕ.

Τέλος, σημειώνω τον παραλογισμό της αμερικάνικης γραφειοκρατίας, που την στιγμή που γίνεται πανταχόθεν κατανοητή η ανάγκη μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης, επιδιώκει την κατάργηση των αγωγών από την Ανατολική Μεσόγειο, την μόνη λύση που ξεφεύγει από το δίλημμα εξάρτηση από την Ρωσία ή την Τουρκία.

Ντε φάκτο, η πιο φιλοευρωπαϊκή λύση είναι ο «ανεξάρτητος δρόμος» της Ανατολικής Μεσογείου.

Όποιος τον απορρίπτει και ταυτόχρονα θέλει να σταματήσει την αύξηση των ροών από την Ρωσία, εντέλει υποκρίνεται, και εκείνο που επιδιώκει είναι η αναβάθμιση της Τουρκίας και κάποιων συγκεκριμένων συμφερόντων.

ΟΔΥΣΣΕΙΑ,10/3/2022 #ODUSSEIA #ODYSSEIA