Κατά τους Κλασικούς και Ελληνιστικούς χρόνους (5ος – τέλη 3ου αι. π.χ.) η πόλις – κράτος της Σάμης γνωρίζει μεγάλη ακμή. Η πόλη, με την δίκορφη Ακρόπολη (θέσεις Παλιόκαστρο και Κύατις / Άγιοι Φανέντες) κτίζεται κοντά στην θαλασσα και αποκτά λιμενικές εγκαταστάσεις, τμήματα των οποίων αποκαλύφθηκαν στην οδό Διχαλίων. Διαθέτει παράλληλα ισχυρό ναυτικό, όπως δείχνει και η παράσταση πρώρας πλοίου σε νόμισμα της πόλης.
Περί το 226 π.χ. η Κεφαλονιά γίνεται μέλος της Αιτωλικής Συμπολιτείας και αποκτά ισοπολιτεία. Μεταξύ των υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν οι πόλεις της Κεφαλονιάς στα πλαίσια αυτής της συμμαχίας, είναι και η μεταφορά του αιτωλικού εκστρατευτικού σώματος με τα πλοία τους στα παραλία της Δυτικής Ελλάδας. Αν και δεν γίνεται ιδιαίτερη μνεία της Σάμης, θεωρείται βέβαιη η συμμετοχή της.
Το 189/188 π.χ. οι Ρωμαίοι, στα πλαίσια της επεκτατικής τους πολιτικής προς την Ανατολή διεκδικούν και το λιμάνι της Σάμης.
Οι άλλες τρεις πόλεις της Κεφαλονιάς (Κράνη, Πάλη και Πρόννοι) είχαν ήδη παραδοθεί. Η Σάμη πρόβαλε σθεναρή αντίσταση, ωστόσο μετά από τετράμηνη πολιορκία εκπορθήθηκε. Οι Ρωμαίοι άρχισαν αμέσως την ανοικοδόμηση και την κατασκευή νέου λιμανιού βορειότερα, προκειμένου να την χρησιμοποιήσουν σαν ναύσταθμο των ναυτικών τους δυνάμεων στο Ιόνιο. Από τα λιμενικά έργα των ρωμαϊκών χρόνων σώζεται τμήμα του λιμενοβραχίονα στην θαλάσσια περιοχή του Λουτρού.
Η ζωή του λιμανιού συνεχίστηκε απρόσκοπτα και κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Από τον 7ο αιώνα όμως, με την εμφάνιση των Αράβων στην Μεσόγειο και υπό την απειλή επιδρομών, ο αιγιαλός εγκαταλείπεται και οι κάτοικοι καταφεύγουν σε ασφαλέστερα μέρη. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους, στον χώρο της Ακρόπολης Κυάτιδος ιδρύεται μία από τις σπουδαιότερες μονές της Κεφαλονιάς, η μονή των Αγίων Νεοφανών (αργότερα Φανέντων), η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία του λιμανιού και της ευρύτερης περιοχής.
Από τον 15ο αιώνα η Σάμη εμφανίζεται στους ναυτικούς χάρτες και τα έγγραφα ως Val d’ Alessandria, ονομασία η οποία χρησιμοποιήθηκε καθ’ όλη την περίοδο της Βενετοκρατίας παράλληλα με το αρχαίο όνομα της πόλης.
Το μεγάλο φυσικό της λιμάνι συχνά χρησίμευσε ως αγκυροβόλιο εμπορικών και πολεμικών πλοίων. Εδώ συγκεντρώθηκε ο ενωμένος χριστιανικός στόλος λίγο πριν συναντηθεί με τον τουρκικό στην ιστορική ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571). Μετά την νίκη ο βενετός ναύαρχος Sebastiano Venier αφιερώνει στη Μόνη των Αγίων Φανέντων εικόνα της Παναγίας όπως μνημονεύει σχετική επιγραφή.
Προς το τέλος του 18ου αιώνα, όταν πλέον ο φόβος των επιδρομών και των πειρατών έχει κοπάσει και η τουρκική απειλή μετά τον τελευταίο βενετουρκικό πόλεμο έχει οριστικά απομακρυνθεί, αλλάζει σταδιακά η κατάσταση. Σύμφωνα με τις περιγραφές των περιηγητών το 1776 στον αιγιαλό της Σάμης υπήρχαν 5-6 σπίτια, καταλύματα ψαράδων, ενώ το 1808 έχουν διπλασιασθεί. Αναφέρεται επίσης και ένα δημόσιο κτήριο, το Υγειονομείο.
Στο τέλος του 19ου αι. ο πληθυσμός έχει αυξηθεί σημαντικά και το 1868 ιδρύεται ο Δήμος Σαμαίων.
Κείμενο: Ανδρέας Σωτηρίου αρχαιολόγος, Τενια Ρηγάτου αρχαιολόγος,
(Σάμη ιστορικό λιμάνι της Μεσογείου, Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς 26-29 Σεπτεμβρίου 1997).
ΣΑΜΗ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ 17 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2021
ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 19/8/2021 #ODUSSEIA #ODYSSEIA