Σκέψεις πάνω στην κεφαλλονίτικη παράδοση και ιδιαίτερα στις παραδοσιακές ενδυμασίες του νησιού μας

Είναι αλήθεια πως πολλοί Σύλλογοι του νησιού μας αλλά και Σύλλογοι των Ετεροδημοτών, κατασκευάζουν παραδοσιακές ενδυμασίες του τόπου μας, χωρίς να κρατούν την αυθεντικότητα της παράδοσης.

Έτσι, προβάλουν εικόνες χορευτών με παραδοσιακές ενδυμασίες που ποικίλουν και δεν έχουν σχέση με το νησί μας. Οι λόγοι που πιθανόν να συντρέχουν σε αυτές τις περιπτώσεις και κάνουν ζημιά στην παράδοση μπορεί να είναι: η αναζήτηση φθηνής κατασκευής της ενδυμασίας, η άγνοια για το πώς είναι αυτή η ένδυση, το «γρήγορο» της κατασκευής, και άλλοι λόγοι που έχουν σχέση με την ποικιλομορφία της κεφαλλονίτικης παραδοσιακής ενδυμασίας.

Επιβάλλεται μια κριτική και σύντομη ιστορική παράθεση στοιχείων μέσα από ερωτήσεις και απαντήσεις, γύρω από αυτό το θέμα, τουλάχιστο με χρονολογική σειρά, ώστε να φανεί, πως έχουν τα πράγματα γύρω από τις παραδοσιακές ενδυμασίες του νησιού μας.

Ερώτηση πρώτη

Ποιες είναι οι πηγές που μα παρέχουν στοιχεία για τις κεφαλλονίτικες παραδοσιακές ενδυμασίες;

α) Από τα προικοσύμφωνα και άλλα αρχειακά έγγραφα που βρίσκονται στο Αρχείο Κεφαλληνίας.

β) Από τα ιχνογραφικά έργα του Α. Πόγγη, που δίδασκε το 1833 στο Αργοστόλι, και κατά την περίοδο εκείνη ετοίμαζε ειδικό λεύκωμα με εικόνες κουστουμιών της Επτανήσου.

γ) Από τα έργα του καλλιτέχνη Κωνσταντίνου Ασπρέα, Κερκυραίου αλλά με Μανιάτικη καταγωγή η οικογένειά του.

δ) Από τα θαυμάσια έργα του σπουδαίου Κεφαλλονίτη ζωγράφου, Γεράσιμου Πιτσαμάνου, που μας άφησε ως εθνική παρακαταθήκη εικόνες κουστουμιών από πολλά μέρη της Ελλάδας.

ε) Από πίνακες ζωγραφικής και γκραβούρες ξένων καλλιτεχνών που αποτύπωσαν μέρη του νησιού μας και κόσμησαν βιβλία της εποχής τους.

στ) Από μαρτυρίες παλαιοτέρων, από αναφορές λαογράφων.

ζ) Από τις μελέτες, έρευνες, και βιβλία που εξέδωσαν οι: Κ. Κοσμετάτος –Φωκάς με τίτλο Παραδοσιακές Φορεσιές Κεφαλληνίας και η αείμνηστη Ελένη Μαρίνου Κοσμετάτου στο βιβλίο της για την Κεφαλλονίτικη Ενδυμασία.

Επίσης, βρίσκει κανείς σωστές πληροφορίες για τις παραδοσιακές ενδυμασίες του νησιού μας στο Κοργιαλένειο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Αργοστολίου.

Ερώτηση Δεύτερη

Γιατί οι κεφαλλονίτικες παραδοσιακές ενδυμασία παρουσιάζουν ποικιλομορφία.

Αυτό δυσχεραίνει την κατάσταση, του να έχουμε έναν τύπο φορεσιάς;

Το θέμα της ποικιλομορφίας, δηλαδή κάθε τόπος να έχει και μια διαφορετική εν μέρει ενδυμασία, είναι μεγάλο και σεβαστό. Βέβαια αυτός είναι ο λόγος που η κεφαλλονίτικη παραδοσιακή ενδυμασία δεν έχει θέση μέσα στα βιβλία των κουστουμιών της παράδοσης. Θα πρέπει να δεχτούμε ένα τύπο αυτής της «φορεσιάς»; όπως είχε προτείνει και ο Καθηγητής- Λαογράφος Δημήτριος Λουκάτος, αντιμετωπίζοντας και ό ίδιος το πρόβλημα; Βέβαια τίθεται το ερώτημα, μήπως εάν δεχτούμε έναν τύπο, φτωχαίνουμε την παράδοση; Αυτό είναι θέμα επιστημονικού συνεδρίου…

Για να προσεγγίσουμε την ποικιλομορφία στις κεφαλλονίτικες ενδυμασίες, θα πρέπει να αναλογιστούμε τη δομή του νησιού μας, τις ασχολίες των κατοίκων την παλιά εποχή, ιδίως εκείνα τα χρόνια που διαμορφώθηκε η φορεσιά, τις επιδράσεις που δέχτηκε το νησί μας από αποικισμούς (μετανάστες), οι κοινωνικές τάξεις και δομές, η οικονομία του τόπου, το εμπόριο, η ναυτιλία και τόσοι άλλοι παράμετροι και παράγοντες που διαμόρφωσαν την παραδοσιακή αγροτική ενδυμασία.

Θα πρέπει ακόμη να σταθούμε στη γεωφυσική δομή του νησιού μας και τη δυσκολία που είχε εκείνα τα χρόνια του 18ου και 19ου αιώνα μετακίνησης του πληθυσμού από τόπο σε τόπο. Τη διαφορά που υπήρχε στο αστικό κέντρο, στις πόλεις, και στα χωριά, τα οποία διατηρούσαν κι εξαρτιόνταν κατ’ εξοχήν από τον αγροτικό βίο.

Πάνω σε αυτούς τους παραμέτρους μπορεί να κατανοηθεί η ποικιλία της κεφαλλονίτικης μουσικής λαϊκής παράδοσης, ιδιαίτερα για τα πολυφωνικά άσματα αριέττες και λαϊκές καντάδες.

Δηλαδή, η αριέττα γεννήθηκε στο Ληξούρι, όπως συμφωνούν όλοι η μουσικολόγοι και μελετητές του είδους αυτού, λόγω της αγροτιάς, το χαρακτήρα του Παλικισιάνου και της μεγάλης ταξικής διαφοράς που υπήρχε στην περιοχή της Παλικής. Από εκεί πέρασε σε ολόκληρο το νησί και έξω από αυτό. Αυτό βεβαιώνεται από το μεγάλο πλήθος διαφορετικών ακουσμάτων που υπήρχαν (ευτυχώς έχουν καταγραφεί)στην περιοχή αυτή, έναντι στο υπόλοιπο νησί, που τα ακούσματα του είδους ήταν μετρημένα Με άλλα λόγια, σε αυτό το θέμα παίρνοντας δυο τόπους, την Παλική και τη Λειβαθώ, συμπεραίνουμε πως άσματα υπήρχαν παντού, όμως στην Παλική ιδίως στη νότια, οι αριέττες και οι λαϊκές καντάδες, ενώ στη Λειβαθώ περισσότερο κοσμοπολίτικη, τα έντεχνα κανταδόρικα άσματα, λόγω που η περιοχή είχε περισσότερη επαφή με τη ναυτιλία.

Παρόμοια περίπτωση είναι και η λαογραφία των χορών στο νησί. Αλλιώς χορεύει τον μπάλλο ο Καμινάρης κι αλλιώς ο Θηνιάτης και αλλιώς ο Πυλαρινός.

Η βάση είναι ίδια του χορού, αλλά ποικίλουν οι φιγούρες και τα τσαλίμια από τόπο σε τόπο. Έτσι οι κάτοικοι κάθε τόπου «προσθέτουν», δίνουν στο παραδοσιακό χορό ή ότι άλλο είναι αυτό, τη δική τους λαογραφική εικόνα, που είναι διαμορφωμένη σύμφωνα με όλα εκείνα που είναι γύρω τους.

Τελειώνοντας αυτές τις παραθέσεις και τους προβληματισμούς, το ίδιο και με μεγαλύτερη ακόμη κριτική σκέψη, ισχύει για την ιστορία του θεάτρου στο νησί, για την αγιογραφία, και για τα διαφορετικά ακούσματα από τόπο σε τόπο της γλωσσικής ντοπιολαλιάς.

Το ίδιο συμβαίνει με την ποικιλία που έχουν οι κεφαλλονίτικες παραδοσιακές ενδυμασίες. Εδώ, θα πρέπει να «χωρίσουμε» σε δυο μέρη το νησί μας. α) την περιοχή των Πρόννων και του Ελειού και β) το υπόλοιπο νησί.

Η διαφορά που μας αναγκάζει να κάνουμε αυτόν το χωρισμό είναι: ότι στην περιοχή των Πρόννων στην ανδρική αγροτική «φορεσιά», το σκουφί, το ζωνάρι, και οι κάλτσες έχουν άσπρο χρώμα, γι’ αυτό λέγονται οι κάτοικοι «ασπρόγαλοι», ενώ στο υπόλοιπο νησί το σκουφί είναι σε σκούρο- μαύρο χρώμα, το ζωνάρι κόκκινο- μπορντό ή άλλο παρεμφερές χρώμα και οι κάλτσες με τις οριζόντιες ρίγες, μπλε ή πρασινωπές ή λαδί στο χρώμα.

Ίσως, αυτή η διαφορά να έγινε, λόγω που στα αστικά μέρη του νησιού υπήρχαν τα βαφεία- υφαντουργεία και σε αυτά είχαν επικοινωνία και τα κοντινά αγροτικά μέρη. Για παράδειγμα αναφέρω την περιοχή της Θηνιάς, που στο μεγαλύτερο μέρος της η πολιτιστικής της διαμόρφωση ακολουθούσε εκείνη της Παλικής και του Ληξουρίου, μια και οι κάτοικοί της παλιά κατέβαιναν στο Ληξούρι για τις εμπορικές τους, υπηρεσιακές και κοινωνικές συναλλαγές. Βέβαια η Θηνιά ήταν μέρος της Παλικής και ως ήτα φυσικό ανήκε και διοικητικά σε αυτήν.

Έπειτα από αυτό το διαχωρισμό με βάση το χρώμα της ενδυμασίας, υπάρχουν και άλλες διαφορές που έχουν λόγο από τόπο σε τόπο.

Ακολουθούν, προβληματισμοί, απορίες, ερωτήσεις και μια τοποθέτησης όλων αυτών των θεμάτων πάνω σε αυτά που θα αναφέρω.

Παίρνω υπαρκτά παραδείγματα και γεγονότα, που αναλύοντάς τα μπορεί κανείς να διαμορφώσει μια άποψη, που να είναι σύμφωνη με την παράδοση.

Ένας σύλλογος αποφάσισε να φτιάξει 20 παραδοσιακές αγροτικές ενδυμασίες, ανδρικές και γυναικείες, για τα μέλη του. Χωρίς πρώτα να ρωτήσουν, χωρίς να ξέρουν πια υφάσματα κάνουν γι’ αυτή τη δουλειά, αγόρασαν (τα μέλη του διοικητικού), ύφασμα και τα πήγαν στη μοδίστρα να τους φτιάξει τιςαυτές τις φορεσιές. Ήταν ένα ύφασμα καπαρδινέ με σχήματα, που δεν έκανε να χρησιμοποιηθεί για να γίνουν γυναικεία γιλέκα. Τελικά παρόλο που η μοδίστρα αντιστάθηκε σθεναρά, αναγκάστηκε να το χρησιμοποιήσει.

Σε πολλά τέτοια συμβάντα και γεγονότα έχω γίνει μάρτυρας και έχω αντισταθεί.

Επίσης θα πρέπει να ξέρουν αυτοί που επιθυμούν να φτιάξουν για το σωματείο τους ή τους συλλόγους τους, ή για τα σχολεία τους παραδοσιακές ενδυμασίες, να ξέρουν πρώτα δυο στοιχεία για αυτές, να συμβουλεύονται τους αρμόδιους, να επισκεφτούν το Λαογραφικό Μουσείο και έπειτα να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε κίνηση.

Είναι σπουδαίο να διατηρείται η παράδοση τουλάχιστο στην αυθεντική της γραμμή και αν πρόκειται κάτι να αλλάξουμε και να του δώσουμε μια νέα διάσταση, να προσέξουμε να εναρμονίζεται με την παράδοση. Να μην έχει μεγάλη και κραυγαλέα απόκλιση.Κτυπητό θέμα που προβληματίζει, είναι αυτό της ποδιάς. Αλλού είναι λουλουδάτη, αλλού με τις διαγώνιες ρίγες (συμφώνα με την προφορική παράδοση, ήταν εννιά όσα τα γράμματα της λέξης ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ.). Η γνώμη μου, είναι να φτιάχνουμε γυναικείες και ανδρικές ενδυμασίες, σύμφωνα με τις «γκραβούρες», έργα του Πόγγη και του Ασπρέα και του Πιτσαμάνου, που απεικονίζουν πιστά εκείνες τις παλιές φορεσιές.Θα μπορούσα να γράψω και να σχολιάσω ολόκληρη πραγματεία για πολλά ακόμη (για τα κακώς κείμενα) που συμβαίνουν γύρω από τις παραδοσιακές ενδυμασίες από συλλόγους ή από ανάλογους φορείς, όπως: τα παπούτσια, το χρώμα των παπουτσιών, το δέσιμο του ζωναριού, το κεφαλομάντηλο, το σκουφί, πως ζώνεται ο άνδρας με το γιλέκο και τη βράκα, τον αριθμό των κουμπιών στο γιλέκο και άλλα.Επειδή το θέμα είναι τεράστιο, σε αυτό το κείμενο τόλμησα να γράψω τα πιο αναγκαία, για να μην ακούω και να βλέπω, ότι φαντάζεται ο καθένας, που δεν έχει ασχοληθεί σοβαρά με τις παραδοσιακές ενδυμασίες του νησιού μας.Προσεχώς θα ακολουθήσει σύντομη περιγραφή των κεφαλλονίτικων ενδυμασιών.

Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός