Από τα αρχαία χρόνια υπήρχαν διάφορα έθιμα που είχαν σχέση με τις θερινές τροπές του ηλίου και που αργότερα πέρασαν στο Χριστιανικό κόσμο και συνδέθηκαν με το Γενέθλιον του Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου). Σύμφωνα με τους μελετητές λαογράφους, η συσχέτιση αυτή δεν έγινε χωρίς λόγο. Κατά τον ευαγγελιστή Λουκά, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Χριστό. Αφού λοιπόν η Εκκλησία όρισε τη γέννηση του Θεανθρώπου στις 25 του Δεκέμβρη, δηλαδή στις χειμερινές τροπές του ηλίου, επόμενο ήταν το Γενέλθιον Ιωάννη του Προδρόμου να τοποθετηθεί, (να συμπέσει) στις 24 του Ιουνίου, δηλαδή στις θερινές τροπές του ηλίου. Έτσι διατηρήθηκαν ορισμένες συνήθειες που έχουν σχέση με το θερινό ηλιοτρόπιο και την αντίληψη ότι κάτι συμβαίνει στον ήλιο αυτή την ημέρα και μας επηρεάζει.
Διατηρούνται πλήθος από έθιμα σε όλο τον ελλαδικό χώρο, που έχουν σχέση με τις τροπές του ηλίου και λέγονται ηλιοτροπικά Σε πολλά μέρη δε, η γιορτή του λέγεται κοινώς του αϊ – Γιαννιού του Λαμπαδάρη ή τ’ αϊ- Γιαννιού του Λιοτρουπιού. Επικρατεί δε, η πίστη πως την ημέρα αυτή, ο ήλιος «τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός».
Πολλά τα έθιμα αυτής της ημέρας και τα οποία ποικίλουν από τόπο σε τόπο. Βασικό όμως έθιμο που συναντάται παντού, είναι οι φωτιές τ’ αϊ- Γιαννιού, και από εκεί πήρε το όνομά του Λαμπαδάρης.
Στην Κεφαλονιά μας, τα έθιμα ήταν αρκετά, αλλά με την πάροδο του χρόνου δυστυχώς αγνοήθηκαν και παραμερίστηκαν. Ευτυχώς τώρα τελευταία αναβιώνουν σε ορισμένα μέρη είτε από πρωτοβουλία κάποιων είτε από προσπάθεια που κάνουν τα μέλη κάποιων Πολιτιστικών Συλλόγων, Σωματείων ακόμη και του Λυκείου των Ελληνίδων Αργοστολίου..
Όπως και παλιά έτσι και σήμερα ανάβουμε φωτιά και πηδάμε πάνω από αυτή λέγοντας τη φράση «αφήνω τον κακό χρόνο και πάω στον καλύτερον…». Σύμφωνα με τη λαϊκή πίστη, η δύναμη της φωτιάς, επιφέρει την κάθαρση και οι άνθρωποι απαλλαγμένοι από το κακό μπορούν να εισέλθουν καθαροί και ακμαίοι σε μια καλύτερη χρονική περίοδο. Κατά το άναμμα της φωτιά ρίχνουμε το στεφάνι της Πρωτομαγιάς, ενώ τη στάχτη τη χρησιμοποιούν για αποτρεπτικούς μαντικούς σκοπούς. Το αρχαίο έθιμο της φωτιάς πέρασε στον χριστιανικό κόσμο, παρ’ όλες τις απαγορεύσεις και τα «κυνήγια», επιβίωσε και διατηρείται ακόμη σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Βέβαια, ο λαός όταν μιλάει για τις «φωτιές», σκέφτεται τον προστάτη του Άγιο και τον παρακαλεί να τον βοηθήσει για τον καθαρμό που ζητά η φύση και η ψυχή.
Σε αυτή τη σημαντική καμπή του χρόνου, ο άνθρωπος ενδιαφέρεται για τα μελλούμενα της ζωής του. Θέλει να υπερνικήσει τους φόβους του, να μάθει πως θα εξελιχτεί το μέλλον του. Γι’ αυτό βρήκε από παλιά διάφορους μαντικούς τρόπους δέσμευσης ενέργειας για να ικανοποιήσει τις αγωνίες του για τα μελλούμενα.
Μάλιστα λένε πως ο Αϊ –Γιάννης φέρνει τύχες και γι’ αυτό έπρεπε από την παραμονή οι ανύπαντρες κοπέλες να έχουν τακτοποιήσει όλες τις οικιακές δουλειές. Αυτός είναι ο λόγος που τον Άγιο αυτόν τον λέμε και Ριζικάρη.
Ενδιαφέρον και πολύ εντυπωσιακό είναι το έθιμο του Κλήδονα. Η λέξη κλήδονας προέρχεται από την αρχαία λέξη κληδόνα (κλέω= φημίζω, αγγέλλω), που είχε την έννοια του οιωνού, του ψίθυρου, της θείας φωνής, του προμηνύματος.
Η κληδόνα ήταν για τους αρχαίους τρόπος κληρομαντείας. Στα αρχαία κείμενα συναντάμε αρκετές αναφορές για κληδομαντεία μέσων χρησμών. Υπήρχε δε και
«Κληδόνιος Ζευς», που κατέφευγαν οι άνθρωποι για να τους αποκαλύψει τα μελλούμενα.
Το έθιμο του κλήδονα είναι πανελλήνιο. Ποικίλει δε από τόπο σε τόπο. Είναι μια συνήθεια αρχαιοελληνική, που είναι γιομάτη μάγια και μαντέματα, αμίλητο νερό και άλλα τέτοια που ξεσηκώνουν ιδιαίτερα τις γυναίκες που θέλουν να μάθουν για την τύχη τους.
Στο νησί μας έπαιρναν αμίλητο νερό και έχυναν μέσα λιωμένο μολύβι- μέταλλο. Όπως έπεφτε το λιωμένο μολύβι μέσα στη λεκάνη με το κρύο νερό, κρύωνε απότομα και έπαιρνε διάφορα σχήματα.
Αυτό ήταν! Η παλιότερη, η γηραιότερη από την παρέα των κοριτσιών, η «εξηγήστρα», μελετούσε τα σχήματα και έδινε διάφορες εξηγήσεις, δηλαδή καταλάβαινε ποια θα είναι τα μελλούμενα του κοριτσιού που του είχαν ονοματίσει «τη ριξιά» του μολυβιού. Εκεί θα πάρει διάφορα σχήματα όπως καράβι (ταξίδι, ή γαμπρός ναυτικός) μουσικό όργανο (χαρές), σακίδιο (γράμμα ή ταχυδρόμος), σώμα γριάς (προξενήτρα) κλπ.
Βέβαια στην αρχή έπρεπε να σταυρώσουν το νερό και να πουν:
«Άγιε Γιάννη Λαμπαδάρη κάνε μου και με τη χάρη
όπου είναι να με πάρει έδεπα να ριζικάρει»
(Από τη μνήμη της Ευγενίας Μαρκάτου-Κάτοικος Ληξουρίου)
Ανοίξετε τον κλήδονα στ’ Αϊ– Γιαννιού τη χάρη
κι οπού ‘ ναι καλορίζικη, τον αγαπά, να πάρει
Επίσης, την ημέρα του Αϊ- Γιαννιού, γύρω στις δώδεκα με μία, που ο ήλιος, «τρέμει», όπως λέει ο λαός, στο νησί μας, μαζεύονταν οι κοπέλες πάνω από ένα πηγάδι ή μέρος που είχε σε κοίλωμα νερό χωρίς να μιλήσουν. Την ώρα αυτή ο ήλιος έπεφτε μέσα στο πηγάδι, κρατούσαν και ένα καθρέπτη γερμένος λίγο και αντανακλούσε τον ήλιο μέσα στο πηγάδι, σκέπαζαν το κεφάλι τους με ένα κόκκινο πανί. Κοιτούσαν μέσα στο πηγάδι και όπως έπεφτε ο ήλιος τους παρουσιαζόταν τα σημάδια που είχε η καθεμιά στην τύχη της.
Άλλο μαντικό έθιμο ήταν και αυτό της αυγομαντείας. Έριχναν μέσα σε ένα ποτήρι νερό(προσεκτικά πάνω στην επιφάνεια του νερού) αυτή την ημέρα, ασπράδι αυγού. Προηγουμένως είχαν σταυρώσει το νερό με το ξόρκι –προσευχή προς του Άγιο Ιωάννη για να τους δείξει τη τύχη τους. Καθώς έριχναν το ασπράδι του αυγού στην επιφάνεια του νερού που είχε το ποτήρι, αυτό κατέβαινε σιγά σιγά προς τον πάτο του ποτηριού. Το ασπράδι όντας πιο ελαφρό και κολλητικό από το νερό κατεβαίνοντας δημιουργούσε κάποιους σχηματισμούς. Αυτούς τους σχηματισμούς μελετούσαν, επί το πλείστον οι γριές γυναίκες, τους εξηγούσαν για να συμπεράνουν τα μελλούμενα.
Σε πολλά μέρη του νησιού μας και ιδιαίτερα στην Παλική υπάρχει το ηλιοτροπικό έθιμο του «Γληγοράκη».Το έθιμο αυτό διατηρήθηκε για πολλά χρόνια στην περιοχή της συνοικίας των Μαρτσελάτων- Λεγατάτων στο Ληξούρι.
Ο «Γληγοράκης» είναι ένα ομοίωμα ανθρώπου με το όμορφο κουστούμι του και την τραγιάσκα του, καθισμένος σ’ ένα θρόνο με τα δώρα του και το τσιγάρο του.
Σκοπός αυτού του ομοιώματος , είναι η διακωμώδηση κάποιων κοινωνικών στοιχείων, η επικοινωνία και η έκφραση λόγου των δημιουργών του μέσα από ένα ποιητικό δρώμενο και πάνω από όλα το κάψιμο του ανδρείκελου για να παραχθεί η φωτιά του Αϊ –Γιάννη. Πάνω από αυτή τη φωτιά θα πηδήσουν μικροί και μεγάλοι, που με την ευλογία του Αγίου Γιαννιού θα έλθει ο καθαρμός στη φύση και στην ψυχή.
Πιθανόν το έθιμο με τον τρόπο που γίνεται, καθώς και το όνομά του, να έχει σχέση με την περιοχή της Βόνιτσας, μια και εκεί υπάρχει με το ίδιο όνομα κάτι αντίστοιχο ως έθιμο στο «κάψιμο του Ιούδα» κατά το τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας.
Το έθιμο του «Γρηγοράκη» αναβίωσε δραματοποιημένο όπως γινόταν και παλιά, το 1995 στα Λεγατάτα- Ληξουρίου. Επίσης, γινόταν με πολλή επιτυχία, στην περιοχή των Δεμπονεράδων στο Ληξούρι στα πλαίσια της γειτονιά έως τα μέσα της δεκαετίας του 2010. Τώρα τελευταία αναβιώνει και σε άλλα μέρη του νησιού με επιτυχία
Τα μαντικά έθιμα του αγίου Γιαννιού του Λαμπαδάρη, σχολιάζονται πολλές φορές μέσα στην λογοτεχνία και σύναμμα μας παρέχονται λεπτομέρειες που ζωντανεύουν την όλη εθιμική διαδικασία.
Η κεφαλονίτικη λαογραφία μπορεί να αντλήσει για το θέμα αυτών των μαντικών εθίμων του αγίου Γιαννιού, πολλά στοιχεία από τις ποιητικές αναφορές και τους σχολιασμούς, που βρίσκονται στη σατιρική εφημερίδα του Γεώργιου Μολφέτα «Ζιζάνιον». Ωστόσο, οι σατιρογράφοι χρησιμοποίησαν τα έθιμα και τις συνήθειες αυτές που γίνονταν του αγίου Γιαννιού του Λαμπαδάρη, για να χτυπήσουν τα κακώς κείμενα και τους προβληματισμούς της εποχής τους. (Βλ. Ζιζάνιον, φύλλο 146, 24-6-1900, σελ1αβ, 2αβ)
«Του κληδώνου πανηγύρι
να χαρούν οι ποδογύροι
Κατέβα Μούσα μου τρελλή, πολυλογού και βρίστρα,
κατέβα γένε μάγισσα και κληδονοξηγήστρα…
Εξήγα του γκοβέρνου μας τον κλήδωνα και πες,
ως πότε θα βαστάξουνε τα χάλια κι η ντροπές..
……………………………………………….
Λέγε μας καλορίζικο του κλήδωνα τραγούδι
για κάθε βεργολύγιστο κι αφράτο κοπελούδι
………………………………………..»
Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός: Μαριέττα Γερασιμάτου. Η παλιά υφάντρα των Τρωιαννάτων
Σπουδαίο πράγμα η μνήμη, η θύμηση των γεγονότων και η αξιοποίησή τους προς όφελος πολλών και καλών πραγμάτων. Μάλιστα όταν η θύμηση και η μνημόνευση στιγμών και γεγονότων, έρχεται μέσα από όμορφες εικόνες ζωής, για στιγμές καλές του παρελθόντος, αξίζει να τις μελετά κανείς προς τέρψη της ψυχής, προς τέρψη του εσώτερου κόσμου μας, προς καλή διδαχή λαού. Αυτή η μνημόνευση, δεν είναι φοβισμένη από άγχος ζωής, δεν είναι παρελθοντολογία, απεναντίας είναι η μνήμη του πλήθους, του ώριμου Νου και γίνεται εικόνα θεμέλιου και στηρίγματος, όταν πάθουμε μια δυστυχία, όταν καταλάβουμε πως κάτι δεν πάει καλά.
Πάνω από όλα η μνημόνευση εικόνων αξίας είναι πράξη πλατιάς ευγνωμοσύνης, που από τέτοια ιδιότητα σήμερα στερείται σε μεγάλο βαθμό η ευρύτερη ψυχοσύνθεση ανθρώπων και λαών.
Μια τέτοια εικόνα μνημόνευσης, μια τέτοια εικόνα σιωπηλής αξίας ζωής ήταν και η παλιά υφάντρα των Τρωιαννάτων, που ζει στην Αθήνα, Μαριέττα Γερασιμάτου. Δε θα γράψω για την τέχνη της υφάντρας, ούτε το πώς δούλευε σκυφτά έχοντας πάντα στο μυαλό το σχέδιο, τα μαθηματικά, το μέτρημα, τον ήχο της σαΐτας και του ποδιού το πάτημα στον αργαλειό της. Θα γράψω για τη Μαριέττα που γνώρισα, που με ανοιχτό μάτι διέκρινα την ταπεινότητα και τη σιωπή, που είναι πιο δυνατή πολλές φορές από τους «κραυγαλέους θορύβους των επωνύμων».
Η Μαριέττα καταγόταν από τα Δειλινάτα το γένος Πεφάνη. Παντρεύτηκε τον Αθανάσιο Γερασιμάτο και εγκαταστάθηκε μόνιμα στα Τρωιαννάτα. Απόκτησε οικογένεια την οποία και αγωνίστηκε για το μεγάλωμά της. Είχε έναν αργαλειό και ύφαινε μύρια πράγματα, κουρελούδες μεγάλες και μικρές, κουβέρτες, ταγάρια και διάφορα που της παράγγελναν. Καθόταν στον αργαλειό με τις ώρες και κάπου -κάπου έβγαινε στην πόρτα και κοιτούσε τους περαστικούς του χωριού, για να πει μια κουβέντα, για να ανταλλάξει δυο λόγια επικοινωνίας. Γύρω στα 2002 ήθελε να βγάλει μια άδεια να εμπορεύεται την όμορφη απασχόλησή της για να συμπληρώσει μια κουτσοσύνταξη που έπαιρνε. Βλέπεις, η Πολιτεία σ’ αυτό το θέμα είναι αμείλικτη και έτσι η άδεια ποτέ δεν έγινε, δεν ήρθε.. την έπιανε το παράπονο. Πέρασαν τα χρόνια, δεν σταμάτησε όμως να αγκαλιάζει τον αργαλειό της και να συνθέτει στις κλωστές του το δικό της σχέδιο.
Ήταν δοτική στους συνανθρώπους της, ήταν απλόχερη στις πράξεις της,
πόσα δώρα πλεκτικά του αργαλειού, των χεριών της κόποι, δεν έδωσε σε φίλους και χωριανούς της. Κάθε που γιόρτασε το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής στο Ξεριζωμένο, έφτιαχνε τα δικονάρια, τα ζύμωνε με τέχνη και μάθαινε τις υπόλοιπες γυναίκες του χωριού. Σήμερα δεν γίνονται μ’ αυτή την τέχνη τα δικονάρια στο Ξεριζωμένο. Η Μαριέττα ήταν παντού, στο πανηγύρι του Αϊ Δημήτρη, στης εκκλησιάς τις ανάγκες, στα βάγια, που τα έφτιαχνε με περίσσια υπομονή, στις συναντήσεις των χωριανών της.. Πάντα επικοινωνιακή, με μάτια έντονα, που σου υπαγόρευαν πως σ’ αυτή την απλή γυναίκα του λαού, υπάρχει δύναμη ψυχής και καταστάλαγμα ώριμων καλών πράξεων προσφοράς.
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 24/6/2019 #ODUSSEIA