Η ΓΑΛΛΙΑ & Ο ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ (1748-1833) ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ’21. Mέρος Α΄

Μετά τήν σύντομον αὐτήν εἰσαγωγήν ἂς εἰσέλθωμεν εἰς τό θέμα τῆς ἀποψινῆς διαλέξεως ἀρχίζοντες ἀπό τό πολύ ἐνδιαφέρον βιογραφικόν μέρος τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ.

Ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς ἐγεννήθη εἰς Σμύρνην τῷ 1748 καί προήρχετο ἀπό πλουσίαν οἰκογένειαν ὑφασματεμπόρων. Ὁ πατήρ του, ὀνόματι Ἰωάννης, ἦτο μεγάλος εἰσαγωγεύς ὑφασμάτων εἰς Χίον καί Σμύρνην καί ἀπελάμβανε ὑψηλῆς κοινωνικῆς ὑποστάσεως. Ὑπῆρξε διακεκριμένος δημογέρων τῆς Σμύρνης, πρόεδρος τοῦ Νοσοκομείου της, ἐπίτροπος τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιφερείας του καί ἐπίσης πρόεδρος τῶν Ἐμπόρων τῆς Χίου. Ἡ μήτηρ τοῦ Κοραῆ ὀνομαζομένη Θωμαΐς (Thomais) ἦτο ἐκ τῶν ὀλίγων μορφωμένων γυναικῶν τῆς ἐποχῆς της καί ἐδίδαξε τόν Ἀδαμάντιον τά βασικά τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης.

Οἱ γονεῖς τοῦ Ἀδαμαντίου τόν ἐνέγραψαν κατ’ ἀρχάς εἰς τήν Εὐαγγελικήν Σχολήν Σμύρνης, ἡ ὁποία ὑπῆρξε διά τόν νεαρόν Ἀδαμάντιον μία πολύ ἀγχώδης ἐμπειρία, καθώς ἦτο τήν ἐποχήν ἐκείνην ἓν πολύ ἀντιπαιδαγωγικόν ἳδρυμα. Ὡς ἀνέφερεν ἀργότερον ὁ Κοραῆς εἰς ἐπιστολήν του, ὁ Διευθυντής τῆς Σχολῆς ἐξυλοκόπει ἀγρίως τούς μαθητάς, εἰς σημεῖον ὣστε ὁ Κοραῆς περιέγραψε τήν ἐκεῖ φοίτησίν του ὡς ἑξῆς: Ἡ μάθησις εἰς τό σχολεῖον αὐτό ἠδύνατο νά χαρακτηρισθῇ ὃτι ἦτο « un renseignement pauvre en savoir, mais riche en coups de bâton », δηλ. «μία διδασκαλία πτωχή εἰς μάθησιν, ἀλλά πλουσία εἰς ξυλοδαρμούς»! Εὐτυχῶς εἰς τήν Σχολήν ἐδίδασκεν ἐπίσης τότε Ἀρχαῖα Ἑλληνικά ὁ πατήρ Ἱερόθεος Δενδρινός, ὃστις κατ’ ἀντίθεσιν πρός τόν Διευθυντήν τῆς Σχολῆς ἦτο μέν αὐστηρός ἀλλ’ ἐν μέτρῳ καί συνάμα ἐξαίρετος διδάσκαλος, ἀφοῦ κατεῖχε πλήρως τό θέμα τῶν συγγραφέων τῆς ἀρχαιότητος καί ὁ Κοραῆς ἠδυνήθη νά μάθῃ πλησίον του μέ εὐκολίαν τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.

Πρέπει ἐδῶ νά σημειωθῇ ὃτι ἡ παλαιά Εὐαγγελική Σχολή Σμύρνης ἐθεωρεῖτο ἀνέκαθεν μία ἐξαίρετος Σχολή. Μία ἐκ τῶν τριῶν καλυτέρων Ἀνωτέρων Σχολῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ κόσμου. Ἁπλῶς συνέβη τήν ἐποχήν τοῦ Ἀδαμαντίου νά τήν διηύθυνεν εἷς πολύ αὐστηρός Διευθυντής. Ἡ Σχολή ἱδρύθη τῷ 1733 καί εἰς αὐτήν ἐφοίτησαν διαπρεπεῖς Ἓλληνες ἱεράρχαι, πολιτικοί, στρατιωτικοί καί ἂνθρωποι τῶν Γραμμάτων. Μεταξύ αὐτῶν ἀναφέρω τόν Πατριάρχην Γρηγόριον τόν Ε΄ τόν ὁποῖον ἀπηγχόνισαν οἱ Τοῦρκοι τό 1821, τόν ἀρχιστράτηγον τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ εἰς Μικράν Ἀσίαν τά ἒτη 1919-1922 Λεωνίδαν Παρασκευόπουλον, τόν Μουσουργόν Μανώλην Καλομοίρην, τόν οἰκονομολόγον Ἰωάννην Πεσμαζόγλου, τόν ποιητήν Στέλιον Σπεράντζαν, τόν γνωστόν ἐφοπλιστήν Ἀριστοτέλη Ὠνάσην, τόν τιμηθέντα μέ Νόμπελ μέγαν λογοτέχνην καί ποιητήν Γεώργιον Σεφέρην καί σωρείαν ἂλλων διαπρεπῶν Ἑλλήνων. Λειτουργεῖ ἡ Σχολή μέχρι καί σήμερον εἰς τήν Νέαν Σμύρνην εἰς Ἀθήνας ὡς Πρότυπος Εὐαγγελική Σχολή Σμύρνης, ἱδρυθεῖσα τῷ 1934 μετά τήν Μικρασιατικήν καταστροφήν.

Ὁ κατ’ ἐξοχήν ἐπηρεάσας τόν νεαρόν Κοραῆν ἦτο ὁ πάππος του ἐκ μητρός ὀνομαζόμενος Ἀδαμάντιος Ῥύσσιος. Ὑπηρέτησεν ὡς καθηγητής εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν καί τήν Χίον, ἀνεδείχθη δέ εἰς ἀξιοσέβαστον προύχοντα τῆς γειτονικῆς Σμύρνης. Ὃταν ἀπέθανε τῷ 1746 ἂφησεν εἰς τήν διαθήκην του τήν πλουσίαν βιβλιοθήκην, πού εἶχεν, εἰς ἐκεῖνον ἐκ τῶν ἐγγονῶν του, ὃστις θά ἐκρίνετο ἂξιος νά τήν κληρονομήσῃ. Ταύτην λόγῳ τῆς ἀσβέστου φιλομαθείας του ἀνέλαβεν ὁ Ἀδαμάντιος. Εἶναι δέ εἰς αὐτήν πού ἐνετόπισε τό βιβλίον τῆς Ἱστορίας τοῦ Στράβωνος, ἐκδόσεως 1707, μέ συμπληρωματικάς παρατηρήσεις εἰς τήν Λατινικήν ὑπό τοῦ λογίου Isaac Casaubon. Αὐτό δέ τοῦ ἐγέννησε τό πάθος νά μάθῃ καί τήν Λατινικήν. Διδάσκαλός του διά τά Λατινικά ἦτο ὁ Ὁλλανδός πάστωρ Bernhard Keun, ἂριστος παιδαγωγός, ὁ ὁποῖος ἐνεθάρρυνε μεγάλως τόν Κοραῆν εἰς τήν προσπάθειάν του νά μορφωθῇ καί τοῦ συμπαρεστέκετο πάντοτε μέ τάς συμβουλάς του. Ἐκ παραλλήλου μέ τήν διδαχήν τῆς Λατινικῆς, ὁ Ὁλλανδός πάστωρ τοῦ ἐπιτρέπει νά χρησιμοποιῇ τήν πλουσίαν βιβλιοθήκην του καί ἒτσι γεννᾶται εἰς τόν νεαρόν Ἀδαμάντιον ἡ ἐπιθυμία νά ἀρχίσῃ νά μελετᾷ καί τά συγγράμματα τῆς Δυτικῆς σκέψεως μανθάνων Γαλλικά καί Ἰταλικά. Εἰς ἡλικίαν 16 ἐτῶν (τῷ 1764) ἐδιδάχθη καί τά Ἑβραϊκά.

Ἐνηλικιωθέντος τοῦ Ἀδαμαντίου ἡ οἰκογένειά του τόν στέλλει εἰς Amsterdam εἰς Ὁλλανδίαν, ὃπου ἐκεῖ θά ἠδύνατο νά ἐπεκτείνῃ τήν πατρικήν ἐργασίαν εἰς τά ὑφάσματα, ἐνᾧ ταὐτοχρόνως θά ἐπεδίδετο εἰς τήν μάθησιν καί γνῶσιν τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ καί συγγραμμάτων. Τήν περίοδον ἐκείνην τοῦ 1771, τό Amsterdam καί ἐν γένει ἡ Ὁλλανδία ὑπῆρξαν μεταξύ τῶν πλέον ἀνεπτυγμένων πνευματικῶν κέντρων τῆς Εὐρώπης καί οἱ Ὁλλανδοί ἐχαρακτηρίζοντο ἀπό ἓνα ἰδιαίτερον φιλελευθερισμόν. Ἡ ἐκεῖ Ἑλληνική παροικία, παρ’ ὃλον ὃτι μικρά, ἦτο πολύ μορφωμένη καί ἠκολούθει τό πνεῦμα τῶν ἀνθρώπων τῶν Γραμμάτων τῆς τότε ἐποχῆς, λεγομένων Πεφωτισμένων ἢ Διαφωτιστῶν, Γαλλιστί: les Lumières, Ἰταλιστί: gli Illuminati καί Γερμανιστί: die Aufgeklärte. Αἱ σκέψεις τῆς ἐν Ὁλλανδίᾳ Ἑλληνικῆς παροικίας ἒγκειντο εἰς τό ὃτι αὐτό ἀκριβῶς τό φιλελεύθερον πνεῦμα ἐχρειάζετο καί ἡ ὑπόδουλος Ἑλλάς: Νά ἀποκτήσῃ δηλ. μέσῳ τῆς μορφώσεως καί τῆς μελέτης σοβαρῶν βιβλίων τήν πρέπουσαν πνευματικήν ἀνάτασιν καί νά ἀναγεννηθῇ ἀπό τό πνευματικόν σκότος καί τήν δουλείαν, εἰς τήν ὁποίαν τήν ἐβύθισεν ὁ μακροχρόνιος Τουρκικός ζυγός.

Ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ Κωνσταντῖνος Ἂμαντος, εἷς τῶν βιογράφων τοῦ Κοραῆ, εἰς τό Amsterdam φροντίζει ὁ Κοραῆς νά συναντήσῃ δύο Ὁλλανδούς λογίους, τούς ὁποίους τοῦ συνέστησεν ὁ ἐν Σμύρνῃ διδάσκαλος καί καθοδηγητής του πάστωρ Bernhard Keun. Αὐτοί ἦσαν ὁ Andrien Buurt καί ἡ Carolina van Lynden, οἱ ὁποῖοι τόν διδάσκουσι Λογικήν καί τά Στοιχεῖα τῆς Ἀριθμητικῆς τοῦ Εὐκλείδου. Ταὐτοχρόνως ὁ Κοραῆς ἀναπτύσσει μεγάλον ἐνδιαφέρον διά τό Θέατρον, ἐνᾧ παραλλήλως μανθάνει Μουσικήν καί παίζει κιθάραν. Ἀκόμη ἀσκεῖται εἰς τήν ξιφασκίαν καί εἰς ἂλλας ἀθλήσεις. Ὡς γράφει ὁ Σταμάτης Πέτρου, ἀντιπρόσωπος τῶν ὑφασμάτων τοῦ πατρός Κοραῆ εἰς Amsterdam, «ὁ νεαρός Ἀδαμάντιος μετετράπη εἰς κοσμικόν νέον, ἐνδεδυμένον κατά τόν δυτικο-ευρωπαϊκόν τρόπον, φορῶν καπέλλον Γαλλικῆς μόδας, ἂλλοτε συχνάζων εἰς τάς παραστάσεις τῆς Ὂπερας ἢ παραδιδόμενος εἰς τάς ἐπιπολαιότητας καί τάς ἀπολαύσεις». Νά σημειωθῇ ὃτι ἠρωτεύθη ἐκεῖ τήν κόρην τοῦ ἰδιοκτήτου τῆς οἰκίας πού ἒμενεν. Καταλήγει δέ εἰς τήν ἐπιστολήν του ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ πατρός του: «Ὁ Ἀδαμάντιος δέν εἶναι γεννημένος διά τό ἐμπόριον».

Ὃμως, ὡς ἀναφέρει εἷς ἂλλος βιογράφος του, ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς, μαζί ὃλαι αἱ ὡς ἂνω ἐπιδόσεις τόν ἐβοήθησαν νά ἀποκτήσῃ ἓνα μοναδικόν Ἀνθρωπισμόν (humanisme), πού ἐκάλυπτεν εἰς μέγαν βαθμόν ὃλας τάς ἐκφάνσεις τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς. Εἶναι τότε πού ἢρχισε νά γεννᾶται μέσα του μία βαθεῖα ἀγάπη πρός τήν Ἐλευθερίαν, ἣτις ἐχάραξε τήν ψυχήν του καί τόν κατηύθυνε πρός τόν τελικόν προορισμόν του εἰς τήν ζωήν. Ὁ Κοραῆς παρέμεινεν εἰς Amsterdam ἓξ ἒτη, κατά τήν διάρκειαν τῶν ὁποίων ἐκαλλιεργήθη μεγάλως εἰς τήν φιλοσοφίαν, τήν λογικήν, τά μαθηματικά, τήν μουσικήν, τό θέατρον, τήν ἂθλησιν, τάς γλώσσας καί τήν μελέτην τῶν συγγραμμάτων τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί Λατίνων. Εἰς Amsterdam ἒμαθε νά γράφῃ καί νά ὁμιλῇ εἰς βάθος τάς κάτωθι ἐπί πλέον Γλώσσας: τά Ὁλλανδικά ἢ Φλαμανδικά, τά Ἀγγλικά, Γερμανικά καί Ἱσπανικά, ἢτοι ὡμίλει ἐν ὃλῳ 8 γλώσσας.

Τῷ 1777 ἐπιστρέφει εἰς τήν πάτριον γῆν – τήν Χίον καί τήν Σμύρνην. Φθάσας εἰς Σμύρνην τήν ηὗρεν ἀγνώριστον καί ἡμικατεστραμμένην ἀπό σεισμόν, τόν ὁποῖον ἐπηκολούθησε μεγάλη πυρκαϊά καί ἀντίκρυσε κατακεκαυμένην τήν πατρικήν οἰκίαν, ὃπου εἶχε τόσας ἀναμνήσεις. Ἡ παραμονή ἐκεῖ τοῦ προὐκάλεσε μεγάλον ἂγχος καί κατάθλιψιν, διότι ἐκτός τῶν ὑλικῶν καταστροφῶν εἰς τήν πατρογονικήν περιουσίαν, τοῦ ἒγινεν ἀνυπόφορον νά βλέπῃ τήν Σμύρνην καί τήν Χίον καταπιεσμένας ὑπό τόν Τουρκικόν ζυγόν. Πλέον οἱ καταπιεσταί Τοῦρκοι τοῦ ἒγινον ἐντονώτατα ἀντιπαθεῖς.

Ὡς ἀναφέρει ὁ Κοραῆς εἰς ἐπιστολήν του, περιέπεσεν εἰς τόσον μεγάλην μελαγχολίαν, πού σχεδόν νά ἒχανε τά λογικά του. Ἐκεῖνο πού τόν διεφύλαξεν ἦτο ἡ συμπαράστασις τοῦ ἐπιστηθίου φίλου καί μέντορός του Ὁλλανδοῦ ἱερέως Bernhard Keun καί οἱ μακρυνοί περίπατοι ἐκτός τῆς πόλεως, διά νά μή συναντᾷ, ὡς ἒλεγε, τούς Τούρκους, τούς ὁποίους ἀντεπάθη τά μέγιστα. Ἡ ὃλη κατάστασις εἰς Σμύρνην τοῦ γεννᾷ τήν ἒντονον ἐπιθυμίαν νά σπουδάσῃ Ἰατρικήν καί οἱ γονεῖς του εὒποροι ὂντες τόν στέλλουν εἰς Montpellier εἰς Γαλλίαν. Τό μεταφέρον αὐτόν πλοῖον ἀφικνεῖται εἰς Λιβόρνον τῆς Ἰταλίας. Ἐκεῖ αἱ Ἰταλικαί Ἀρχαί τόν βάζουν εἰς λοιμοκαθαρτήριον (καραντίναν) ἐπί ἓνα μῆνα καί 10 ἡμέρας, προτοῦ τοῦ ἐπιτρέψουσι τήν εἲσοδον εἰς Ἰταλίαν, λόγῳ τοῦ ὃτι προήρχετο ἀπό Τουρκοκρατουμένην περιοχήν! Φαντασθῆτε πόσον ἀκάθαρτοι καί φορεῖς ἀσθενειῶν ἐθεωροῦντο οἱ Τοῦρκοι, διά νά βάζωσιν οἱ Εὐρωπαῖοι εἰς καραντίναν τούς προερχομένους ἀπό Τουρκικάς περιοχάς. Μετά τήν συμπλήρωσιν τῶν 40 ἡμερῶν καραντίνας εἰς Λιβόρνον, τοῦ ἐπιτρέπουσι τήν εἲσοδον εἰς Ἰταλίαν, ἀπ’ ὃπου εὑρίσκει πλοῖον διά τήν Μασσαλίαν καί ἀπ’ ἐκεῖ τήν 9ην Ὀκτωβρίου, 1782, ἀφικνεῖται εἰς ἡλικίαν 34 ἐτῶν εἰς Montpellier.

Montpellier :

Ὁ Ἀδαμάντιος ἐγγράφεται εἰς τήν Ἰατρικήν Σχολήν τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Montpellier τῷ 1782, ὃπου ἐκεῖ ἡδραιώθη ἡ λατρεία του πρός τό ἰδεῶδες τῆς Ἐλευθερίας καί ἡ ἐντονωτάτη πλέον ἀποστροφή του πρός τήν Ὀθωμανικήν τυραννίαν καί καταπίεσιν τῆς πατρίδος του, καταστάντα τά αἰσθήματά του αὐτά πρός τούς Τούρκους μή ἀναστρέψιμα.

Σημειωτέον ὃτι ἡ Ἰατρική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Montpellier ἐθεωρεῖτο, ὡς καί σήμερον, μία τῶν ἀνωτέρων Ἰατρικῶν Σχολῶν τῆς Γαλλίας καί τῆς Εὐρώπης, καί εἰς αὐτήν ἐδίδασκον τότε αἱ αὐθεντίαι τῶν Εὐρωπαίων ἰατρῶν, μεταξύ δέ αὐτῶν ὁ Pierre-Marie-Auguste Broussonet, ὁ Jean-Antoine Chaptal καί ὁ Grimaud, ὃστις ἦτο μεγάλος λάτρης τῆς Ἱπποκρατείου Ἰατρικῆς. Ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ βιογράφος τοῦ Κοραῆ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς, εἰς τό Πανεπιστήμιον τοῦ Montpellier παραλλήλως πρός τήν Ἰατρικήν ἐσυνέχισε νά μελετᾷ τούς ἀρχαίους Ἓλληνας καί Λατίνους συγγραφεῖς, ἀλλά καί τούς νεωτέρους Εὐρωπαίους λογίους, ὡς τούς Condorcet, Ἑλβέτιον καί Βολταῖρον. Εἰς τό Montpellier ἀρχίζει νά κάμνῃ τάς πρώτας μεταφράσεις του ἀπό τά Γερμανικά καί Ἀγγλικά εἰς τά Γαλλικά. Πλήν τῶν λογοτεχνικῶν καί φιλοσοφικῶν ἒργων ὁ Ἀδαμάντιος μεταφράζει καί Ἰατρικά συγγράμματα.

Τόν ἑπόμενον χρόνον τῆς ἀφίξεώς του, τό 1783, ἀποθνήσκει ὁ πατήρ του καί ὀλίγον ἀργότερον ἡ μήτηρ του. Αὐτό τό διπλοῦν πλῆγμα ἐστέρησε τόν Ἀδαμάντιον ἀπό τήν οἰκονομικήν βοήθειαν τῶν γονέων του, πρᾶγμα πού τοῦ ἐδημιούργησε πολλάς οἰκονομικάς δυσκολίας. Κατώρθωσεν ὃμως νά συνεχίσῃ τάς σπουδάς του πωλῶν τήν πατρικήν οἰκίαν καί δεχόμενος τήν βοήθειαν καί στήριξιν τῶν συγγενῶν του ὡς καί τῶν στενῶν φίλων του. Τό 1786 ὑποβάλλει τήν διδακτορικήν διατριβήν του, τήν ὁποίαν ἀφιερώνει εἰς τόν μεγάλον φίλον καί διδάσκαλον του εἰς Σμύρνην Ὁλλανδόν ἱερέα Bernhard Keun. Τίτλος τῆς Διατριβῆς του ἦτο: «Περί Πυρετολογίας» (Précis de Pyrétologie). Εἰς τήν Διατριβήν αὐτήν ἐμελέτα τόν πυρετόν ἀπό τήν ἂποψιν ἀντιμετωπίσεώς του ἐπί τῇ βάσει τῶν παρατηρήσεων τοῦ Ἱπποκράτους. Ἡ διατριβή τοῦ Ἀδαμαντίου ἀπέσπασε τόν ἐνθουσιώδη ἒπαινον ὃλης τῆς Ἰατρικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Montpellier.

Ὡς ἀποτέλεσμα, τοῦ ἀνετέθη εἰς τό Πανεπιστήμιον τοῦ Montpellier ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος «Περί Καρδίας, τῶν Ἀρτηριῶν καί τῶν Φλεβῶν». Ἐν τῷ μεταξύ τελειώνει συμπληρωματικήν διατριβήν, γεγραμμένην εἰς τήν Λατινικήν, ὑπό τόν τίτλον «Ἱπποκρατικός Ἰατρός» (Medicus Hippocraticus). Ἀκόμη τῷ 1787 δημοσιεύει εἰς τήν Γαλλικήν τήν μετάφρασιν τῆς «Κλινικῆς Ἰατρικῆς» (Médecine Clinique, Γερμ.: Klinische Medizin) τοῦ μεγάλου Γερμανοῦ ἰατροῦ Christian Gottlieb Selle. Εἰς ἒνδειξιν σεβασμοῦ καί ἐκτιμήσεως τήν ἀφιερώνει εἰς τήν Βασιλικήν Ἑταιρείαν τῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Montpellier. Εἰς ἀνταπόκρισιν τῆς χειρονομίας του ἡ Βασιλική Ἑταιρεία τῶν Ἐπιστημῶν τόν ἀναγνωρίζει ὡς ἀντεπιστέλλον μέλος της, ἀναγνώρισις ἣτις τόν καθιερώνει ἐπισήμως ὡς λόγιον (savant), ὡς ἀναφέρει τοῦτο εἷς ἂλλος βιογράφος τοῦ Κοραῆ, ὁ Διονύσιος Θερειανός.

Ἒκτοτε ὁ Κοραῆς ἀποκτᾷ καί ἀπολαμβάνει λαμπρᾶς φήμης, ὣστε οἱ καθηγηταί του ἢθελον πάσῃ θυσίᾳ νά τόν κρατήσωσιν εἰς Montpellier. Τελικῶς ὃμως ἀποφασίζει νά μεταβῇ εἰς Παρισίους, καθ’ ὃτι τό Παρίσι ἐθεωρεῖτο ἢδη ὡς τό κέντρον ὃλων τῶν Ἐπιστημῶν καί τῶν Τεχνῶν. Ὁ Κοραῆς τό περιγράφει ὡς τάς «νέας Ἀθήνας» (les nouvelles Athènes). Ἒτσι τῷ 1788 εἰς ἡλικίαν 40 ἐτῶν ἀναχωρεῖ διά τούς Παρισίους ἐφωδιασμένος μέ συστατικάς ἐπιστολάς ὃλων τῶν καθηγητῶν του εἰς Montpellier, πρᾶγμα πού, ὡς γράφει ὁ ἲδιος, ἦτο «μία ἀπό τάς εὐτυχίας τῆς ζωῆς του» («l’un des bonheurs de sa vie »).

Paris καί ἡ Γαλλική Ἐπανάστασις :

Εἰς τούς Παρισίους ὁ Κοραῆς ἀφικνεῖται τήν 24ην Μαΐου τοῦ 1788. Ἐντός ὀλίγων μηνῶν γίνεται μάρτυς τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1789 καί τῶν ἐπακολούθων γεγονότων ταύτης. Ὡς θεατής, κυρίως ἐκ περιεργείας, παρακολουθεῖ τάς πρώτας διαδηλώσεις. Εἰς ἐπιστολήν του τῆς 8ης Σεπτεμβρίου, 1789, γράφει: «Ἐν μέσῳ αὐτῆς τῆς ἀναστατώσεως, ἒβγαινα κάθε ἡμέραν διά νά ἲδω ἰδίοις ὂμμασιν ὃλα αὐτά τά ἐπικίνδυνα πράγματα, τελείως νεοφανῆ δι’ἐμέ». Τήν 14ην Ἰουλίου, 1789, κατατρομαγμένος ἀντικρύζει τάς αἱμασσούσας κεφαλάς τοῦ Κυβερνήτου τῆς Βαστίλλης de Launay καί τοῦ ἐπιάτρου τῶν φυλακῶν νά τάς περιφέρῃ ὁ ὂχλος εἰς τήν ἂκρην κονταριῶν ἀνά τάς ὁδούς τῆς πρωτευούσης. Ἒτσι ὁ Κοραῆς ζεῖ ἐκ τοῦ σύνεγγυς πολιτικάς καταστάσεις πρωτογνώρους καί ἱστορικάς, αἱ ὁποῖαι τόν συγκλονίζουσιν ἐκ βαθέων.

Παρ’ ὃλας τάς ἐπαναστατικάς ἀναταραχάς εἰς Παρισίους αὗται δέν ἐμποδίζουσι τόν Κοραῆν εἰς τήν συγγραφικήν ἐργασίαν του. Τόν Ἰούλιον τοῦ 1790 μετακομίζει προσωρινῶς εἰς τήν ἐξοχικήν οἰκίαν τοῦ Γάλλου φίλου του, ἑλληνιστοῦ δικαστοῦ Etienne Clavier, ὃστις διαθέτει μίαν πλουσίαν βιβλιοθήκην, πολύ βοηθητικήν διά τήν ἐργασίαν καί μελέτας τοῦ Κοραῆ. Τήν περίοδον αὐτήν ὁ Κοραῆς συγκεντρώνει ὑλικόν διά μίαν νέαν ἒκδοσιν τοῦ ἒργου τοῦ Ἱπποκράτους καί ὁ Γάλλος Ἑλληνιστής Gaspard De Villoison, μελετῶν τήν ἐπιστολήν καί ἐργασίαν τοῦ Κοραῆ, τήν ὁποίαν ὁ Ἀδαμάντιος τοῦ ἒστειλεν, ἐνθουσιάζεται διά τό κριτικόν πνεῦμά του καί ἒκτοτε γίνονται πολύ καλοί φίλοι.

Τόν Ἀπρίλιον τοῦ 1791 λαμβάνει μέρος εἰς τήν ἀλησμόνητον νεκρικήν πομπήν τῆς κηδείας τοῦ Mirambeau, τήν ὁποίαν περιγράφει ὡς «μίαν μοναδικήν νεκρικήν τελετήν τῆς ὁποίας παρομοία δέν ὑπάρχει εἰς οὐδεμίαν Ἱστορίαν». Τοσαύτην βαθεῖαν ἐντύπωσιν τοῦ εἶχε προκαλέσει. Καί ἀκόμη τόν Ἰούλιον τοῦ ἰδίου ἒτους δέν δύναται νά συγκρατήσῃ τά δάκρυά του, ὃταν βλέπῃ νά διέρχηται κάτω ἀπό τό παράθυρόν του ἡ πομπή μέ τήν τέφραν τοῦ Βολταίρου καθ’ ὁδόν πρός ἐναποθέτησίν της εἰς τό Πάνθεον (au Panthéon) καί τά βιβλία τοῦ Βολταίρου νά φέρωνται ἀνά χεῖρας ὑπό τῶν Γάλλων Ἀκαδημαϊκῶν, οἳτινες περιεστοίχιζον τήν σορόν.

Καθώς εἶναι γνωστόν, προϊούσης τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως ἀνερριχήθη εἰς τήν ἐξουσίαν ὁ Ῥοβεσπιέρος τῷ 1793, ὃστις ἐπέβαλε μίαν πολύ στυγνήν καί βάναυσον τυραννίαν μέ ἀλλεπαλλήλους ἀποκεφαλισμούς καί ἐκτελέσεις. Ἡ περίοδος αὐτή τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως ἦτο πολύ δραματική: Κατά τήν τότε διακυβέρνησιν τῆς Γαλλίας μέ τό Ἐπαναστατικόν Διευθυντήριον καί τήν ἐνσκήψασαν μεγάλην οἰκονομικήν κρίσιν, ἀκόμη καί οἱ πλούσιοι Ἓλληνες ἐφοπλισταί καί μεγαλέμποροι τῶν Παρισίων, οἱ ὁποῖοι εἰσῆγον τόν σῖτον καί τά ἂλλα δημητριακά εἰς τήν Γαλλίαν, καί αὐτοί λόγῳ τῆς κρατικῆς χρεωκοπίας δέν ἐπληρώνοντο πλέον ὑπό τοῦ Κράτους! Ἒτσι, ὡς ἀναφέρει εἰς τήν βιογραφίαν του ὁ Κοραῆς, παρ’ ὃλους τούς περιωρισμένους πόρους του, ἀπό τά ὑστερήματά του, ἐβοήθησε μεγάλως τούς ἐν Γαλλίᾳ Ἓλληνας ἐφοπλιστάς, οἱ ὁποῖοι ἐπτώχευσαν καί ἠναγκάσθησαν νά φθάσωσιν εἰς τό σημεῖον νά ζητήσωσι ἐλεημοσύνην ἀπό τό Κράτος. (Ἲδε Ἐπιστολήν Κοραῆ, 3/12/1796).

Ὁ Κοραῆς ἀπεκάλεσε τήν Γαλλικήν Ἐπανάστασιν εἰς τήν ἐπιστολήν του τῆς 1/4/1797 πρός τόν μέντορα του Ὁλλανδόν ἱερέα Bernard Keun εἰς Χίον, ὡς «τήν πλέον τρομακτικήν ἐπανάστασιν πού ὑπῆρξε ποτέ εἰς τά χρονικά τῶν ὂντων, τά ὁποῖα ἀποκαλοῦμεν ἀνθρώπους». Εἰς τήν ἰδίαν ἐπιστολήν γράφει: «στεροῦμαι ἐνδυμάτων, ἐσωρούχων καί χιλίων ἂλλων πραγμάτων ἀναγκαίων πρός ἐπιβίωσιν, χωρίς νά ἀναφέρω πολλά ἀναγκαῖα διά τήν ἐργασίαν μου βιβλία, τά ὁποῖα ἠναγκάσθην νά πωλήσω, ὃταν τό ψωμί ἐτιμᾶτο 40 φράγκα ἡ λίβρα». Ὑπ’ αὐτάς τάς περιστάσεις ζητεῖ καί αὐτός τήν συμπαράστασιν καί βοήθειαν τῶν συγγενῶν καί φίλων του εἰς Σμύρνην.

Κατά τήν διάρκειαν τῆς Ἐπαναστάσεως διά νά ἐξασφαλίζῃ κάποιους πόρους διαβιώσεώς του, ἢρχισε καί πάλιν νά μεταφράζῃ Ἰατρικά ἒργα. Ἓν ἐξ αὐτῶν ἦτο τό βιβλίον «Εἰσαγωγή εἰς τήν Μελέτην τῆς Φύσεως καί τῆς Ἰατρικῆς» καί πάλιν τοῦ Γερμανοῦ ἰατροῦ Christian Gottlieb Selle τῷ 1795 ὡς καί τό «Σκιαγράφημα τῆς Ἱστορίας τῆς Ἰατρικῆς καί Χειρουργικῆς» τοῦ W. Black τό 1798. Ἀρχίσας ἀπό τοῦ 1796 τήν μετάφρασιν εἰς τήν Γαλλικήν τῆς νομικῆς μελέτης τοῦ Cesare Beccaria «Τά Ἐγκλήματα καί αἱ Τιμωρίαι», τήν ἐτελείωσε καί ἐπαρουσίασε τῷ 1802, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς. Ἡ μετάφρασις αὓτη προὐκάλεσε μεγάλην ἐντύπωσιν εἰς τούς νομικούς κύκλους τῆς Γαλλίας. Τό ἲδιον ἒτος (1802) δημοσιεύει τήν διορθωμένην ἒκδοσιν τοῦ μυθιστορήματος «Δάφνις καί Χλόη» καί τῷ 1804 τά «Αἰθιοπικά» τοῦ Ἡλιοδώρου.

Μετά τόν Ροβεσπιέρον ἡ Γαλλία ἀρχίζει ὀλίγον κατ’ ὀλίγον νά ἐπανευρίσκῃ τόν ρυθμόν της. Τό σύνολον τῶν ἐμπειριῶν, πού ἀπεκόμισεν ὁ Κοραῆς κατά τό διάστημα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, τόν ἐβοήθησαν εἰς τό νά διαμορφώσῃ τάς τελικάς κατευθυντηρίους γραμμάς του εἰς τήν πορείαν τῆς ζωῆς του. Ὡς γράφει εἰς τήν αὐτοβιογραφίαν του «δέν ἠδύνατο νά κρίνῃ κάποιος πρό τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, πῶς αὐτός ὁ λαός, ὁ πλήρης σωφροσύνης, ἡδύτητος, φιλανθρωπίας καί εὐγενείας ψυχῆς, ὡς ἂλλοτε οἱ Ἀθηναῖοι εἰς τήν ἀρχαιότητα, θά ἠδύνατο νά προκαλέσῃ μίαν τόσον μεγάλην πολιτικήν ἀναστάτωσιν, ὣστε αὓτη νά ὁδηγηθῇ εἰς τήν ἀνατροπήν τῆς Μοναρχίας». Ὁ Κοραῆς ὡς ἒνθερμος ἀκόλουθος τῶν Διαφωτιστῶν ὁδηγεῖται εἰς τήν ἀπάντησιν αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἐρωτήματος, τό ὁποῖον τόν διακατεῖχεν. Ἡ ἀπάντησίς του δέ ὑπῆρξεν, ὃτι μέσῳ τοῦ Διαφωτισμοῦ ὁ Γαλλικός λαός ἀνέπτυξε μίαν νέαν Ἀγάπην, τήν ἀγάπην πρός τήν Ἐλευθερίαν. Ἂρα αὐτή ἀκριβῶς ἦτο ἡ ὁδός, ἣτις ἒπρεπε νά ἀκολουθηθῇ καί διά τόν ἐν δουλείᾳ εὑρισκόμενον Ἑλληνικόν λαόν πρός ἀπελευθέρωσιν του.

Ὁ Ἀδαμάντιος, μή ἀνεχόμενος τόν ζυγόν τοῦ Τούρκου τυράννου, ἀποφασίζει νά ἐγκατασταθῇ πλέον διά παντός εἰς Παρισίους καί νά ἀφιερώσῃ ἒκτοτε ὃλας του τάς πνευματικάς δυνάμεις εἰς ἓνα καί μόνον σκοπόν: Νά μορφώσῃ τόν Ἑλληνικόν λαόν. Διότι ὁ Διαφωτισμός τῶν Lumières τόν ἐδίδαξεν, ὃτι ἡ πολιτική ἀνεξαρτησία τῶν λαῶν, βεβαίως καί εἰς τήν περίπτωσιν τῶν σκλαβωμένων Ἑλλήνων, δύναται νά ἐπιτευχθῇ διά τῆς πνευματικῆς καί ἠθικῆς προόδου ἑνός λαοῦ. Ἐπίστευσε λοιπόν, ὃτι πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά ἐκδοθῶσι τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά κείμενα εἰς κατανοητήν ὑπό τοῦ λαοῦ γλῶσσαν καί διά τόν σκοπόν αὐτόν ἐμβαθύνει, ὡς λόγιος, εἰς ἒτι πληρεστέραν γνῶσιν τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης. Ἐγκαταλείπει πλέον τήν Ἰατρικήν καί τάς μεταφράσεις ἰατρικῶν ἒργων καί μετατρέπεται εἰς βαθυστόχαστον φιλόλογον. Ὡς ἀναφέρει ἐπί λέξει ὁ ἲδιος: «Διά νά ἀποκτήσω αὐτήν τήν γνῶσιν καί νά τῆς ἀφοσιώσω ὃλην μου τήν προσοχήν ἐγκατέλειψα τήν ἂσκησιν τοῦ ἰατρικοῦ ἐπαγγέλματος καί κάθε ἂλλην ἀπασχόλησιν».

Ἐπίστευε πλέον ἀκραδάντως ὃτι οὐδείς ἂλλος τρόπος ὑπῆρχε διά τό ὑπόδουλον Γένος, πλήν διά τῆς ὁδοῦ τῆς μαθήσεως καί μορφώσεως τῶν Ἑλλήνων. Διά νά ἀπελευθερωθῶσιν οἱ Ἓλληνες ἒπρεπε νά μάθωσι γράμματα καί τήν ἀρχαίαν ἒνδοξον ἱστορίαν των. Ἡ διδασκαλία καί τά γραφόμενα τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ συνεκέντρωσαν γύρω του ὃλα τά προοδευτικά στοιχεῖα τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς διασπορᾶς καί ἒγινεν ὁ «πνευματικός ἀρχηγός» τῶν Ἑλλήνων τῆς Γαλλίας, τούς ὁποίους ὃλους ἐχαρακτήριζε τό κοινόν ὃραμα τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς μητρός Πατρίδος των καί τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων ἀπό τόν Τουρκικόν ζυγόν.

Μία ἐκ τῶν θέσεων τοῦ Κοραῆ ἦτο καί τό ὃτι ἡ Ἑλλάς διά νά ἀπελευθερωθῇ ἐχρειάζετο τήν βοήθειαν μιᾶς μεγάλης Εὐρωπαϊκῆς δυνάμεως. Ἒτσι κατά πρῶτον ἐστράφη πρός τήν ὁμόδοξον ὀρθόδοξον Ρωσσίαν. Ἀντελήφθη ὃμως πολύ ἐγκαίρως τήν χλιαράν ἀνταπόκρισιν ταύτης, ἣτις περιωρίζετο μόνον εἰς κενούς λόγους. Εἶναι ἀξιοσημείωτον ὃτι ἐκεῖνο τό ὁποῖον διέκρινε τότε σχεδόν ἀμέσως διά τῆς ὀξυτάτης κρίσεώς του ὁ Κοραῆς, ἡμεῖς οἱ Κύπριοι καί γενικῶς οἱ Ἓλληνες μόλις τώρα ἠρχίσαμεν νά τό ἀντιλαμβανώμεθα καί συνειδητοποιῶμεν! Ἒτσι ὁ Κοραῆς ἐστράφη τότε πρός τήν Γαλλίαν καί τόν Ναπολέοντα.

Τῷ 1805, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς, ὁ Κοραῆς δημοσιεύει βαρυσήμαντον ἂρθρον ἀπευθυνόμενον πρός τούς Ἓλληνας, μέ θέμα: «Τί πρέπει νά πράξωσιν οἱ Ἓλληνες ὑπό τάς παρούσας περιστάσεις. Διάλογος μεταξύ δύο Ἑλλήνων ἐπί τῷ ἀκούσματι τῶν λαμπρῶν νικῶν τοῦ Αὐτοκράτορος Ναπολέοντος». Ὡς γνωστόν, κατ’ ἀρχάς ὁ Ναπολέων ἐστράφη τῷ 1798 πρός ἀνατολάς, ἢτοι πρός τήν Ἢπειρον (εἰς Ἑλλάδα), κυρίως ὃμως πρός τήν Αἲγυπτον. Εἶναι κατ’αὐτήν τήν περίοδον πού ἀφουγκράζεται κανείς τά πρῶτα θροΐσματα τοῦ ἀνέμου τῆς ἐλευθερίας διά τούς Ἓλληνας, εἰς τήν βάσιν τῶν ὁποίων ἦτο ἡ Γαλλική Ἐπανάστασις καί ἡ ἐμφάνισις τοῦ Ναπολέοντος – τοῦ ἡγέτου τῶν ἐπαναστατικῶν ἰδεωδῶν, πού ἢρχισαν νά ἐμπνέωσι τούς ὑποδούλους Ἓλληνας καί νά τούς δίδωσι τάς πρώτας ἀμυδράς ἐλπίδας, προερχομένας πλέον ὂχι ἀπό τήν Ῥωσσίαν, ὡς ἀνεφέρθη ἢδη, ἀλλά ἀπό τήν Γαλλίαν.

Διά τόν Κοραῆν ἀρχίζει τώρα ἡ νέα περίοδος τῆς ζωῆς του ἀφιερωμένη εἰς τήν Ἀνεξαρτησίαν τῆς σκλαβωμένης Ἑλλάδος καί τόν ἀγῶνά της δι’ Ἐλευθερίαν. Τόν Ἰούνιον τοῦ 1798 ὁ Ῥήγας Φεραῖος ἀποθνήσκει καί τήν σκυτάλην τῆς πολιτικῆς μάχης τῶν Ἑλλήνων ἀναλαμβάνει τώρα ἀπό τήν Γαλλίαν ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς. Ἐκδίδει τήν μαχητικήν ἐφημερίδα «Ἀδελφική Παρότρυνσις» (Exhortation Fraternelle) καί τό 1799 τούς «Χαρακτῆρας» τοῦ Θεοφράστου εἰς τήν Ἀρχαίαν Ἑλληνικήν γλῶσσαν, τό ὁποῖον ἀφιερώνει εἰς τούς Ἐλευθέρους ἢδη Ἓλληνας τῶν Ἰονίων Νήσων.

Τῷ 1800 δημοσιεύει τό πατριωτικόν ποίημα «ᾎσμα Πολεμικόν» (Chant de Guerre) διά τοῦ ὁποίου προσπαθεῖ νά ἐμφυσήσῃ εἰς τούς Ἓλληνας τόν ἐνθουσιασμόν διά νά ἀγωνισθῶσι διά τήν Ἐλευθερίαν των, ὡς ἀναφέρει ὁ ἱστοριογράφος του Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς. Τό ἑπόμενον ἒτος, τῷ 1801, δημοσιεύει καί δεύτερον πατριωτικόν ποίημα ὑπό τόν τίτλον «Πολεμική Σάλπιγξ» (Le Clairon de la Guerre). Εἰς τό ποίημα αὐτό ἐχρησιμοποίησε τό ψευδώνυμον «Ἀτρόμητος Μαραθώνιος». Μετεφράσθη δέ εἰς τά Γαλλικά τῷ 1821 μέ τήν ὀνομασίαν «Appel aux Grecs» (Κάλεσμα πρός τούς Ἓλληνας), διατηρείσας καί πάλιν τό ἲδιον ψευδώνυμον, ἀλλά εἰς τήν Γαλλικήν: « L’Atromète de Marathon » εἰσάξας οὓτω τήν Ἑλληνικήν λέξιν atromète (ἀτρόμητος) εἰς τήν Γαλλικήν γλῶσσαν, ἐπί πλέον τῆς ὑπαρχούσης λέξεως intrépide.

Τό πάθος καί ὁ ἐνθουσιασμός τοῦ Κοραῆ διά τήν πατρίδα του συνεχίζουσι ἀδιαλείπτως μέ συνεχῶς μεγαλυτέραν ἒντασιν. Ἒτσι τῷ 1803 παρουσιάζει εἰς Παρισίους ἐνώπιον τῆς Ἑταιρείας Παρατηρητῶν τοῦ Ἀνθρώπου, τῆς ὁποίας εἶναι μέλος, τήν μελέτην του «Ἐργασία ἐπί τῆς Σημερινῆς Καταστάσεως τοῦ Πολιτισμοῦ εἰς τήν Ἑλλάδα». Θέμα καί σκοπός του ἦτο νά δείξῃ εἰς τούς Γάλλους, ὃτι ὁ Ἑλληνικός λαός μπορεῖ νά ἦτο ἐν δουλείᾳ ὑπό τούς Τούρκους, ἀλλά εἶναι ἂξιος γνησίου ἐνδιαφέροντος ἐκ μέρους των.

Τά ἑπόμενα ἒτη ἐκδίδει εἰς τήν Γαλλικήν τήν μελέτην τοῦ Ἱπποκράτους «Περί τῶν Ἀνέμων, τῶν Ὑδάτων καί τῶν Χώρων» ἐνισχυμένην μέ ἰδικάς του παρατηρήσεις. Τό ἒργον του αὐτό ἀπέκτησε μίαν πρωτοφανῆ διά τήν ἐποχήν ἐπιτυχίαν καί τῷ 1810 τό «Ἰνστιτοῦτον τῆς Γαλλίας» (Institut de France) τοῦ ἀπονέμει μέ ὁμόφωνον ἀπόφασιν τῆς κριτικῆς ἐπιτροπῆς τό μέγα βραβεῖόν του ἐκ 5000 γαλλικῶν φράγκων.

Τό Λογοτεχνικόν Ἒργον τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀνδρός τῶν Γραμμάτων ὑπῆρξε καί ἡ ἀπαρχή τοῦ νά γίνῃ γνωστός μεταξύ τῶν λογίων τῆς Εὐρώπης καί τῆς ἀποκτήσεως τῆς μεγάλης φήμης του, τόσον εἰς τήν Γαλλίαν καί λοιπήν Εὐρώπην ὃσον καί εἰς τήν Ἑλλάδα. Ὡς λέγει ὁ ἱστορικός Κωνσταντῖνος Ἂμαντος, ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ἡ φήμη του ἐξαπλοῦται μεταξύ τῶν Ἑλληνιστῶν καί Φιλολόγων ὡς καί τῶν Ἐκδοτῶν εἰς Παρισίους καί ἀποκτᾷ ταὐτοχρόνως τήν εἰλικρινῆ φιλίαν των. Παραθέτω ἐδῶ τόν γραφικόν χαρακτῆρα τοῦ Ἀδαμαντίου καί τῆς ὑπογραφῆς του. Ταὐτοχρόνως, πλήν τῶν λογίων, ἡ φήμη του ἐξηπλώθη καί μεταξύ τῶν πολιτικῶν. Μεταξύ αὐτῶν καί τοῦ Βοναπάρτου, ὁ ὁποῖος ἐν ἀρχῇ κατεῖχε τό ἀξίωμα τοῦ Πρώτου Προξένου (Premier Consul) καί τοῦ ἐζήτησε τῷ 1801 τήν μετάφρασιν εἰς τήν Γαλλικήν τῆς «Γεωγραφίας» τοῦ Στράβωνος μέ τήν σύμπραξιν τοῦ ἱστορικοῦ Gabriel de la Porte du Theil καί τοῦ Γεωγράφου Gosselin. Ἡ ἐργασία αὐτή διήρκεσε τέσσαρα ἒτη. Ἐτελείωσε τῷ 1805 καί τήν παρέδωσεν εἰς τόν Βοναπάρτην, ὃστις εἶχεν ἐν τῷ μεταξύ γίνει Αὐτοκράτωρ τῆς Γαλλίας. Διά τήν ἐπίπονον ἐργασίαν των οἱ τρεῖς ὡς ἂνω λόγιοι ἠμείφθησαν ὑπό τοῦ Ναπολέοντος μέ ἐτήσιον διά βίου εἰσόδημα ἐκ 2000 φράγκων ἓκαστος.

Χάριν τῆς μεγάλης φιλίας καί γενναιοδωρίας τῶν ἐν Γαλλίᾳ ἐγκατεστημένων Ἀδελφῶν Ζωσιμᾶ, φιλομαθῶν καί πλουσίων Ἑλλήνων Ἐμπόρων, ὁ Κοραῆς συμπληρώνει καί ἐκδίδει τήν βασικωτάτην μεταφραστικήν ἐργασίαν τῆς ζωῆς του. Ἒτσι ἀπό τοῦ 1805 ἀρχίζει νά ἐκδίδῃ τήν περίφημον «Ἑλληνικήν Βιβλιοθήκην». Εἰς αὐτήν ἐπικεντρώνει τήν μεγαλεπίβολον προσπάθειάν του εἰς τό νά γνωρίσῃ τό Γαλλικόν κοινόν τά ἀριστουργήματα τοῦ Ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ Πνεύματος. Ἑκάστη ἒκδοσις συνωδεύετο ἀπό λεπτομερεῖς ἐπεξηγήσεις καί κατατοπιστικήν εἰσαγωγήν, οὓτως ὣστε τό κάθε ἒργον νά γίνηται ἀπολύτως κατανοητόν ὑπό τῶν Γάλλων ἀναγνωστῶν. Μεταξύ τῶν πολυπληθῶν ἒργων τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων καί φιλοσόφων, τά ὁποῖα ἐξέδωσε τότε ὁ Κοραῆς, ἦσαν τά συγγράμματα τοῦ Ἀριστοτέλους, Ἰσοκράτους, Λυκούργου, Πλάτωνος, Ξενοφῶντος καί οἱ «Βίοι Παράλληλοι» τοῦ Πλουτάρχου. Οἱ Πρόλογοι εἰς τάς Μεταφράσεις τοῦ Κοραῆ ἒφερον τόν τίτλον «Σκέψεις αὐτοσχέδιοι» (Pensées Improvisées) ἢ «Προλεγόμενα» (Prolégomènes), ἀκόμη μία Ἑλληνική λέξις πού εἰσήγαγεν εἰς τήν Γαλλικήν. Εἰς αὐτούς τούς Προλόγους συνεκεντρώνοντο, ὡς ἀναφέρει ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς, ὃλαι αἱ σκέψεις καί ἀπόψεις του Κοραῆ διά τήν Μόρφωσιν, τήν Γλῶσσαν καί τήν Πολιτικήν ὑπογραμμίζων εἰς αὐτάς τάς νεωτέρας θεωρίας καί θέσεις τῶν Διαφωτιστῶν, τάς ὁποίας οὗτοι ἢντλησαν βεβαίως ἀπό τήν Ἑλληνικήν Ἀρχαιότητα.

Ἀπό τόν Κωνσταντῖνον Ἂμαντον μανθάνομεν ὃτι μεταξύ τῶν ἐτῶν 1811-1820 ὁ Κοραῆς συνεχίζει τό πολύπλευρον λογοτεχνικόν ἒργον του καί μέ τήν βοήθειαν τῶν συμπατριωτῶν του Χίων ἐκδίδει τά ἒργα τοῦ Ξενοκράτους καί τοῦ Γαληνοῦ. Τό μεταφρασθέν ὑπ’ αὐτοῦ βιβλίον τοῦ Γαληνοῦ, εἶχε τόν τίτλον «Περί τῆς Τροφῆς, τήν ὁποίαν μᾶς προμηθεύουν τά ἐκ τοῦ ὓδατος προερχόμενα προϊόντα». Καί τό βιβλίον αὐτό ἀπέκτησε μεγάλην φήμην, διότι εἰς αὐτό ὁ Κοραῆς ἀνέφερε μετά μεγάλης ἀκριβείας τάς ὀνομασίας τῶν διαφόρων ἰχθύων εἰς τήν ἀρχαίαν Ἑλληνικήν ἐν σχέσει πρός τάς ὀνομασίας τῆς νέας Ἑλληνικῆς, ὃπου ἡ ταυτότης τῶν ὀνομασιῶν ἦτο παραπλήσιος (π.χ. ὁ λάβραξ, τοῦ λάβρακος = τό λαβράκι).

Καί δέν ἦσαν μόνον τά ἀνωτέρω. Μεταξύ τῶν ἰδίων ἐτῶν ἐκδίδει τά ἒργα τοῦ Στράβωνος εἰς 4 (τέσσαρας) τόμους καί ἐπίσης τοῦ Ῥωμαίου Αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου. Ἀκόμη δέ καί τάς 4 (τέσσαρας) πρώτας Ῥαψῳδίας τῆς Ἰλιάδος. Μετέφρασεν ἐπίσης τήν Γεωγραφίαν τοῦ Στράβωνος καί εἰς τήν Ἑλληνικήν, ἣτις ἐξεδόθη τῷ 1823, καί τήν ὁποίαν ὁ Κοραῆς ἀφιέρωσεν εἰς τούς ἀπελευθερωθέντας Ἓλληνας τῶν Ἑπτανήσων (Sept-Iles). Κατά τήν ἰδίαν περίοδον συνεργάζεται μέ τό διμηνιαῖον περιοδικόν «Ὁ Λόγιος Ἑρμῆς», τό ὁποῖον ἐκδίδεται εἰς τήν Βιέννην ὑπό τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Ἀνθίμου Γκαζῆ, πρός τόν σκοπόν ὃπως συμβάλῃ εἰς τήν μόρφωσιν τῶν Ἑλλήνων συμπατριωτῶν των. Ἒτσι ὁ Κοραῆς κατέστη εἰς ὃλην τήν Εὐρώπην ὁ ἒνθερμος κῆρυξ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως.

Ἡ Ἠθικότης τοῦ ΚΟΡΑΗ καί αἱ Ὑψηλαί Ἀξίαι του: Ὁ Κοραῆς εἶχε γίνει πλέον πολύ γνωστός εἰς τούς πνευματικούς κύκλους τῶν Παρισίων, ὣστε αἱ προτάσεις τάς ὀποίας ἐλάμβανε, ὃπως ἀναλάβῃ θέσεις καθηγητοῦ εἰς διάφορα Πανεπιστήμια διεδέχοντο ἡ μία τήν ἂλλην. Μία ἀπό αὐτάς ἦτο νά ἀναλάβῃ τῷ 1805 τήν ἓδραν τῆς Ἑλληνικῆς Φιλολογίας εἰς τό μεγάλου κύρους Collège de France. Ὃμως αὐτός εὐγενῶς ἀπεποιήθη τῆς προτάσεως. Τό αὐτό ἒπραξε καί ὃταν ἡ ὡς ἂνω προσφορά τοῦ ἐπανελήφθη τῷ 1814, ὃταν ἡ ἓδρα ἐχήρευσε καί πάλιν. Ὁ λόγος διότι ἢθελε ψυχῇ τε καί σώματι νά ἀφιερωθῇ εἰς τό ἒργον, τό ὁποῖον ἀνέλαβε – τῆς μορφώσεως τοῦ Γένους ἣτις ἦτο ἀπαραίτητος διά τήν ἀπελευθέρωσίν τῆς Πατρίδος ἐκ τῆς μακροχρονίου δουλείας.

Μετά δύο ἒτη ἀπέρριψε καί τήν προσφοράν, ὃπως γίνῃ μέλος τῆς Ἀκαδημίας τῶν Γραμμάτων. Ὁ λόγος τῆς ἀποφάσεως του αὐτῆς ἦτο τό ὑψηλόν ἦθος καί αἲσθημα ἀξιοπρεπείας, τό ὁποῖον τόν ἐχαρακτήριζεν. Ὡς ἀναφέρει εἰς τήν Αὐτοβιογραφίαν του, διά νά γίνῃ κάποιος μέλος τῆς Ἀκαδημίας Γραμμάτων «θά ἒπρεπε κατά πρῶτον νά ἐγγραφῇ εἰς τήν λίσταν τῶν ὐποψηφίων τῆς θέσεως ταύτης. Κατά δεύτερον λόγον θά ἒπρεπε «νά ἐπισκεφθῇ ἓνα ἓκαστον τῶν μελῶν τῆς Ἀκαδημίας ξεχωριστά, διά νά τούς παρακαλέσῃ ταπεινῶς νά τοῦ δώσωσι τήν ψῆφόν των κατά τήν ψηφοφορίαν πρός τοῦτο». Ὁ Κοραῆς λοιπόν παρατηρεῖ: «Θά ἐδεχόμην τήν πρώτην ἀπαίτησιν, ἐκείνην τῆς ἐγγραφῆς τοῦ ὀνόματός μου εἰς τήν λίσταν τῶν ὑποψηφίων τοῦ τιμητικοῦ αὐτοῦ ἀξιώματος. Καί τό ἒπραξα. Ὂχι ὃμως τήν δευτέραν ἀπαίτησιν τῆς ἐπισκέψεως καί παρακλήσεως ἑκάστου μέλους ἐκλιπαρῶν τήν ψῆφον του. Ἡ ἀρχή μου», γράφει εἰς τόν φίλον του Ὁλλανδόν ἱερέα εἰς Χίον Bernhard Keun, «εἶναι, ἐάν αἰσθάνησαι ὃτι εἶσαι ἱκανός εἰς κάτι, ἀναμένεις πάντοτε νά ἒλθωσι νά σέ ζητήσωσι, καί νά μήν ἐπιτρέπῃς εἰς τόν ἑαυτόν σου οἱανδήποτε ἐνέργειαν, ἡ ὁποία δυνατόν νά θεωρηθῇ ὡς δολοπλοκία».

Ἀλλά ἂς ἲδωμεν βαθύτερον τόν Πατριώτην Διδάσκαλον τοῦ Ἒθνους ΚΟΡΑΗΝ – Ὃταν τῷ 1821 ἢρχισεν ἡ Ἑλληνική Ἐπανάστασις ὁ Κοραῆς τήν ἐθεώρησε πρόωρον. Ἐπίστευε καί τό εἶχεν εὐκρινέστατα ἀναφέρει ἀπό τοῦ 1803 εἰς τά γραφόμενά του, ὃτι ἡ ἀπελευθέρωσις ἀπό τόν Ὀθωμανικόν ζυγόν ἦτο ἐγχείρημα σχετικῶς εὒκολον, φθάνει νά καθωδηγοῦντο οἱ Ἓλληνες ἀπό ἱκανούς ἀρχηγούς. Ἀναφέρει τοῦτο καί ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς παραθέτων τήν κάτωθι ἐπεξήγησιν τοῦ Κοραῆ: «Τό νά κατεδαφίσῃς μίαν οἰκοδομήν δέν χρειάζεται καί μεγάλας γνώσεις, ἰδίως ὃταν αὐτή κλονίζηται ἀπό καιροῦ πολλοῦ. Ἡ μεγάλη δυσκολία εἶναι ἡ ἐπανοικοδόμησίς της».

Ὃμως παρ’ ὃλον ὃτι ἡ Ἐπανάστασις ἢρχισεν ἐνωρίτερον ἀπό ὃ,τι ὁ Κοραῆς τήν ἀνέμενεν ὡς αὐτός τό ἀναφέρει καί εἰς τάς Παραινέσεις του «Πρός τούς Ἓλληνας Ταγούς», ὁ ἲδιος ἐδόθη ὁλοψύχως καί μέ ὂλην τήν θέρμην τῆς καρδίας του εἰς τήν εὐόδωσιν τοῦ ἀναληφθέντος ὑπό τοῦ Ἒθνους ἒργου. Ἦτο τότε 73 ἐτῶν καί, ὡς μανθάνομεν καί πάλιν ἀπό τόν ἲδιον ἱστοριογράφον, ὁ Κοραῆς εἶχε γράψει τά κάτωθι: «Ἐάν ἢμην 20 ἒτη νεώτερος, οὒτε οἱ θεοί οὒτε οἱ διάβολοι θά μποροῦσαν νά μέ ἐμποδίσωσι νά πολεμήσω».

Ἐξ ἂλλου ἀπό τόν βιογράφον του Κωνσταντῖνον Ἂμαντον πληροφορούμεθα ὃτι ὁ Ἀδαμάντιος ὑπῆρξεν εἷς τῶν ἱδρυτικῶν μελῶν τῆς ἐν Παρισίοις λειτουργούσης «Φιλελληνικῆς Ἑταιρείας», ἡ ὁποία εἶχε σκοπόν τήν προώθησιν τοῦ ἀρξαμένου ἀπελευθερωτικοῦ ἀγῶνος τῶν Ἑλλήνων καί ἀκόμη τῆς προμηθείας τῶν πολύ ἀναγκαίων ὑλικῶν ἐφοδίων πρός τούς μαχομένους Ἓλληνας. Ὡς μέλος ταύτης ἀρχίζει ἀλληλογραφίαν μέ πολλούς φιλέλληνας ὂχι μόνον τῆς Γαλλίας, ἀλλά καί τῆς λοιπῆς Εὐρώπης ὡς καί τῆς Ἀμερικῆς, μεταξύ αὐτῶν δέ καί μέ τόν φιλέλληνα Πρόεδρόν ταύτης Thomas Jefferson, ἐνᾧ ταὐτοχρόνως πολλά ἐνθουσιώδη ἂρθρα του διά τήν Ἐπανάστασιν τῶν Ἓλλήνων δημοσιεύονται εἰς πλεῖστα ἒντυπα τοῦ ἐξωτερικοῦ.

Διά νά μορφώσῃ ὀρθῶς τούς μαχομένους Ἓλληνας, τούς ἀποστέλλει πολιτικά καί ἠθικά διδάγματα ἐξ ἀρχαίων, ἑλληνιστικῶν καί θρησκευτικῶν συγγραμμάτων, διότι εἰς τήν Ἑλλάδα τά ἐχρειάζοντο ἀπαραιτήτως διά τήν ὀρθήν καθοδήγησίν των κατά τήν διάρκειαν τῆς Ἐπαναστάσεως καί τούς μετά ταύτην χρόνους. Καί πάλιν ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς ἀναφέρει ὃτι ὁ Κοραῆς ἒγραψε τά κάτωθι: «Ἐάν αὐτό μοῦ ἦτο δυνατόν, θά συνεκέντρωνα εἰς ἓν βιβλίον ὃλους τούς πολιτικούς συγγραφεῖς καί ἠθοπλάστας διά νά κατευνάσω ἐν τῷ μέτρῳ τοῦ δυνατοῦ τά κακά πού ἐφοβούμην ὃτι θά προέλθωσιν ἐκ τῆς Ἐπαναστάσεως».

Ἒτσι τῷ 1821 ἐκδίδει τά «Πολιτικά» τοῦ Ἀριστοτέλους μέ μίαν ἐξαίρετον εἰσαγωγήν του μέ τίτλον «Πολιτικαί Παραινέσεις». Τῷ 1822 ἐκδίδει τό βιβλίον «Ἠθική πρός Νικόμαχον», ὡς καί τόν «Στρατηγικόν Λόγον» τοῦ Ὀνεσάνδρου καί ἀκόμη τήν πρώτην ἐλεγείαν τοῦ «Τυρταίου». Ἦτο ἀπεριόριστος ὁ ἐνθουσιασμός τοῦ Κοραῆ πρός τούς Ἓλληνας Ἐπαναστάτας καί διακαής ἡ ἐπιθυμία του νά τούς ἐμφυσήσῃ τάς γνώσεις του, διά νά ἀποφύγωσι τά λάθη. Εἶναι χαρακτηριστικόν ὃτι τά ὡς ἂνω βιβλία του τά ἀφιερώνει εἰς τούς Ἓλληνας μαχητάς τῆς Ἐλευθερίας.

Ἐπίσης εἶναι ἀξιοσημείωτος ἡ μεγάλη ὀξυδέρκεια καί διορατικότης τοῦ Κοραῆ, ἀφοῦ προὒβλεψε, καί μάλιστα ἐπανειλημμένως τό ἀνέφερεν εἰς τά βιβλία καί ἐπιστολάς του, ὁλοκάθαρα, ὃτι θά ὑπῆρχον ἐπιπλοκαί μεταξύ τῶν Ἑλλήνων κατά τήν διάρκειαν καί μετά τήν Ἐπανάστασιν καί ἠγωνίζετο ἀπεγνωσμένως νά τούς νουθετήσῃ πρίν ἐπέλθωσι τά λυπηρά γεγονότα. Εἶχε ζήσει ἐκ τοῦ σύνεγγυς καί ἀποκτήσει προσωπικάς ἐμπειρίας ἀπό τήν Γαλλικήν Ἐπανάστασιν καί τήν ἀναστάτωσιν, τήν ὁποίαν αὓτη ἐπέφερεν εἰς τήν Γαλλίαν. Πρός ἀποφυγήν τοιαύτων καταστάσεων δημοσιεύει τῷ 1822 τάς «Σημειώσεις του ἐπί τοῦ Προσωρινοῦ Συντάγματος τοῦ 1822» τοῦ Ναυπλίου καί μίαν μελέτην του διά τόν Πλούταρχον μέ ἓνα πολύ διδακτικόν Πρόλογον ὑπό τόν τίτλον «Διάλογος μεταξύ δύο Ἑλλήνων ἐπί τοῦ συμφέροντος τῆς Χώρας των». Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1822 – 1825 ἐκδίδει 5 ἠθικοπλαστικά ἒργα, τά «Ἀξιομνημόνευτα» τοῦ Ξενοφῶντος, τόν «Γοργίαν» τοῦ Πλάτωνος, τόν «Μανουήλ» τοῦ Ἐπικτήτου, τήν «Ὁμιλίαν κατά τοῦ Λεωκράτους» τοῦ Λυκούργου καί τούς τέσσαρας τόμους τῶν «Συνομιλιῶν τοῦ Ἐπικτήτου» ὑπό τοῦ Ἀρριανοῦ.

Ἀποκτήσας ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς βαθείας γνώσεις ἐκ τῆς μελέτης τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί Λατίνων συγγραφέων ὡς καί τῶν συγχρόνων του Γάλλων καί ἂλλων Διαφωτιστῶν ἐπί πλείστων θεμάτων, βεβαιότατα καί τῆς Πολιτικῆς, ἀφωμοίωσε πάντα ταῦτα εἰς τήν ἰδικήν του πολιτικήν σκέψιν ἀναπτύξας καί στηρίξας ταύτην εἰς τά ἒργα του θέτων οὓτω ὃλας αὐτάς τάς γνώσεις καί τόν τρόπον σκέψεως τῶν μεγάλων πνευμάτων τῆς ἀνθρωπότητος εἰς τήν ὀρθήν κατάρτισιν τῶν μαχομένων Ἑλλήνων. Τοῦ ἒχει γίνει βίωμα νά διδάσκῃ τούς ἁπανταχοῦ Ἓλληνας εἰς τήν σκλαβωμένην Πατρίδα, τάς ἀρχαίας καί χριστιανικάς ἀξίας καί διδασκαλίας, πού ἂφησεν ὡς παρακαταθήκην ἡ ἀρχαία Ἑλληνική διάνοια καί ἡ ὃλη Θρησκευτική συγγραφή, ὡς αὐτάς περί Ἀνεξαρτησίας τοῦ Πνεύματος, περί Θάρρους καί Αὐταπαρνήσεως καί περί τῆς Πίστεως καί Πατρίδος, εἰς τό νά ζῇ ὁ ἂνθρωπος ἐλεύθερος παρά σκλάβος, ὡς καί τοῦ ἀναγκαίου ἀγῶνος πρός ἀπόκτησιν τοῦ ὑψίστου ἀγαθοῦ τῆς Ἐλευθερίας.

Ἦτο μεγάλος ὁ ἐνθουσιασμός καί ἡ ἀγαλλίασις, πού ᾐσθάνθη ὁ Κοραῆς, μᾶς λέγει ὁ Κωνσταντῖνος Θ. Δημαρᾶς, ὃταν ἢκουσε διά τήν μεγάλην ἧτταν τοῦ Τουρκικοῦ στόλου ὑπό τοῦ Ἡνωμένου Συμμαχικοῦ εἰς τό Ναυαρῖνον τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1827. Ἒμπλεος ψυχικῆς ἀνατάσεως ἀπήγγειλεν εἰς τήν Γαλλικήν, εἰς μεγάλην Ἑλληνο-Γαλλικήν συγκέντρωσιν, τούς κάτωθι στίχους ἀπό τόν «Προμηθέα Δεσμώτην» τοῦ Αἰσχύλου ἀφήνων ὃλους τούς παρόντας καταπλήκτους. Παραθέτω τούς στίχους εἰς τήν νέαν Ἑλληνικήν, εἰς ἀπόδοσιν Γρυπάρη, διά νά γίνωσι πλήρως ἀντιληπτοί:

ΕΡΜΗΣ πρός Χορόν:

Πάντως ὃ,τι προλέγω νά θυμᾶστε καλά,

μέ τήν τύχην μήν ἒχετε ποτέ ἀφορμήν,

μηδέ πῆτε, σ’ ἀπρόβλεπτα ὁ Δίας κακά

πῶς τούς ἒρριξε μέσα μά μόνον σ’αὐτούς

θἆν’ τό φταίξιμον, μιά πού τό ξέραν πρίν,

κι’ ὂχι ἀνύποπτα κι’ ἂξαφνα μές τοῦ χαμοῦ

θά μπλεχθῶσι τ’ ἀπέραντα βρόχια.

ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ

Γίνεται πιά ἀληθινά, δέν εἶναι λόγια τώρα:

σείεται ἡ γῆ, καί τῆς βροντῆς ἀντιλαλεῖ τό ἀβυσσαλέον,

λαμποκοποῦν αἱ φλογισμέναι ἓλικες τῆς ἀστραπῆς,

ἀνεμοστρόβιλοι στριφογυρνοῦν τήν σκόνην

κι’ ὁρμοῦν οἱ ἂνεμοι ὃλοι ὁ ἓνας στόν ἂλλον κατεπάνω,

καί συνταράζονται ἡ θάλασσα καί ὁ αἰθέρας.

Τέτοια εἶναι ἡ ἀντάρα πού ἀπ’ τόν Δία

ἒρχεται κατεπάνω τους καί τούς τρομάζει.

(συνεχίζεται)