πνευματικό θησαυρό προερχόμενο από το ’γιο Όρος: το ιερό λείψανο εκ του δεξιού ποδός (πέλμα) του Αποστόλου Ανδρέου. Το πέλμα, απεξαρθρωμένο από τον αστράγαλο, φέρει κανονικά επάνω του τη σάρκα του Αγίου, το αίμα του αποξηραμένο, καθώς επίσης είναι εμφανής η οπή από το καρφί της σταύρωσης του Αγίου. Η δε ευωδία του είναι χαρακτηριστική και εξαιρετικά έντονη. Έκτοτε η Μονή λειτουργεί αδιάκοπα ως Γυναικεία Κοινοβιακή.
Στη Μονή μπορεί επίσης κανείς να επισκεφθεί το Εκκλησιαστικό Μουσείο, το οποίο από το έτος 1988 με τη μέριμνα του νυν Μητροπολίτη κ.κ. Σπυρίδωνος ιδρύθηκε και στεγάζεται στο παλαιό Καθολικό της Μονής, το οποίο είναι και το μόνο που διεσώθει από τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1953. Στην πρώτη αίθουσα (χώρος λιτής) βρίσκονται οι αποτοιχισμένες τοιχογραφίες του Ιερού Ναού της Μονής Ταξιαρχών Μηλαπιδιάς. Στα εκθέματα της αίθουσας περιλαμβάνονται το σάβανο του Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου του Ε’, το επιτραχήλιο του Αγίου Νεκταρίου και το υποκάμισο του Αγίου Παναγή (παπά-Μπασιά).
Ο χώρος του κυρίως Ναού σώζεται ακέραιος στην αρχική του μορφή. Το τέμπλο είναι έργο των αρχών του 17ου αιώνα με αξιόλογες εικόνες. Τα θωράκια του τέμπλου, με θέματα από το Πάθος του Χριστού, είναι έργα του ιερέως Θεόδωρου Πουλάκη, ενώ τα βημόθυρα που παριστάνουν τους τρεις Ιεράρχες είναι έργα του ιεροδιάκονου Αθανασίου Αννίνου. Οι τοιχογραφίες μέχρι τους σεισμούς του 1953 ήταν καλυμμένες με ασβέστη καθότι το 1832 διεκόπη προσωρινά η λειτουργία της Μονής από τους ’γγλους, με σκοπό την ίδρυση προτεσταντικού σχολείου μέσα στο χώρο του Ναού και απώτερο στόχο να πληγεί η Ελληνορθόδοξη αυτή εστία, που επηρέαζε αρνητικά τα πολιτικά πράγματα της εποχής εναντίον της Αγγλοκρατίας. Μετά την αναστήλωση του κτιρίου, έγινε καθαρισμός και συντήρησή τους. Στο βόρειο νάρθηκα εκτίθενται τα κειμήλια της Μονής και εικόνες της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κεφαλληνίας. Ανάμεσά τους σημαντική θέση κατέχει ο πίνακας με τις προσωπογραφίες του ζεύγους Τσιγαρά και της θυγατέρας τους μοναχής Ρωμυλίας.
Σε πλαϊνές προθήκες σώζονται πέντε εργόχειρά της, εξαιρετικής τέχνης, αριστουργήματα χρυσοκεντητικής και μικροτεχνίας. Σε άλλη προθήκη εκτίθεται η ποιμαντορική ράβδος και το ’γιο Ποτήριο του Αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας Νικοδήμου Β’ Μεταξά, σημαντικότατης προσωπικότητας του 17ου αιώνα, ο οποίος ίδρυσε το πρώτο τυπογραφείο σε ελληνικό χώρο, στην Κωνσταντινούπολη.
Στο Μουσείο ακόμα εκτίθενται δύο χειρόγραφες επιστολές του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, του έτους 1777.
Ένα από τα σημαντικότερα εκθέματα του Μουσείου είναι ο Αρχιεπισκοπικός Σάκκος Κεφαλληνίας, κεντημένος από τη μοναχή Θεοδώρα Κανάλη από το χωριό Μεταξάτα, στο διάστημα από το 1715 έως το 1721 και με θέματα από τον Κύριο Ιησού Χριστό ως “’μπελο” στην πρόσθια όψη και την Θεοτόκο ως “Ρίζα του Ιεσαί” στην οπισθία.
Η Μονή πανηγυρίζει δύο φορές το έτος: 30 Νοεμβρίου επί τη μνήμη του Αποστόλου Ανδρέου και την Παρασκευή της Διακαινησίμου επί τη μνήμη της Ζωοδόχου Πηγής που είναι και η Δευτέρα Προστάτις της Μονής.
Μετά την Αρχιερατική Λειτουργία ακολουθεί τιμητική λιτανεία του λειψάνου του Αποστόλου Ανδρέου και της θαυματουργού εικόνος της Θεομήτορος-Ζωοδόχου Πηγής (του έτους 1560) καθώς και της εικόνος της ευρέσεως “Παναγία Μηλαπιδιώτισσα” (του 11ου αιώνα) και των άλλων θαυματουργών Αγίων λειψάνων της Μονής, μέχρι του παρεκκλησίου του Αγίου Νικολάου Σκαρδαμπέλη και εν συνεχεία παρατίθεται στους πιστούς πλουσία τράπεζα την οποία με ιδαίτερη φροντίδα και αγάπη έχουν ετοιμάσει οι μοναχές.
Μικρότερη πανήγυρις τελείται στις 15 Αυγούστου (Κοίμηση της Θεοτόκου) με την συμμετοχή Κυπρίων αδελφών προσκυνητών. Την ημέρα αυτή, προ του κομψοτάτου και ωραιοτάτου Επιταφίου της Θεομήτορος ψάλλονται κατανυκτικά τα εγκώμια εις την Μετάσταση της Θεομήτορος και ακολουθεί περιφορά του πρωτότυπου ολοστόλιστου με ευωδιαστά άνθη επιταφίου.
Στη Μονή βρίσκονται και ανήκουν τα εξής παρεκκλήσια:
Α) Αρχαγγέλων
Β) Αγίου Νικολάου Σκαρδαμπέλη
Γ) Αγίων Αικατερίνης και Παρασκεύης
Ε) Παναγίας Ελεούσης – “’Αξιον Εστί”
ΣΤ) Θεοτόκος Κοκιλιώτισσα
Οπότε και γίνονται “μικροπανήγυρεις” στη μνήμη των Αγίων.
Στη Μονή τελούνται ανελλιπώς οι ακολουθίες του νυχθημέρου κατά το Αγιορείτικο Τυπικό. Κάθε Κυριακή τελείται Θεία Λειτουργία όπως και στις μεγάλες εορτές και πολύ τακτικά τελούνται αγρυπνίες.
Οι μοναχές ασχολούνται με την υφαντουργία, την ιερορραπτική, την αγιογραφία, τη χειροτεχνία και τη φιλοξενία, καθώς επίσης και τις αγροτικές καλλιέργειες και τους κήπους.
Στη Μονή επίσης λειτουργεί και εργαστήριο συντήρησης φορητών εικόνων. Η Μονή από ετών, παρ’ όλες τις δυσκολίες έχει αναπτύξει πλούσια φιλανθρωπική και ιεραποστολική δράση. Η εν Χριστώ αγάπη και η ευγένεια καθρεπτίζεται στα πρόσωπα των μελών της αδελφότητας και αποπνέει άρωμα Ορθοδόξου πνευματικότητας και ταυτοχρόνως αποτελεί πόλο έλξεως κάθε αγωνιζομένου Χριστιανού.
ΣΗΜ. Μηλαπιδιά ονομάστηκε η περιοχή όπου και η σημερινή Μονή λόγω του μοναδικού αυτού δέντρου που φύεται στην περιοχή, της μηλαπιδιάς, δένδρου που προέρχεται από τη διασταύρωση μηλιάς και αχλαδιάς και στη ρίζα του οποίου βρέθηκε η ομώνυμος εικόνα της Παναγίας.
Βιογραφία του Αποστόλου Ανδρέα
Ο Ανδρέας, ψαράς στο επάγγελμα και αδελφός του Αποστόλου Πέτρου, ήταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και τον πατέρα του τον έλεγαν Ιωνά. Επειδή κλήθηκε από τον Κύριο πρώτος στην ομάδα των μαθητών, ονομάστηκε πρωτόκλητος.
Ο Ανδρέας (μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή) υπήρξαν στην αρχή μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, που βρισκόντουσαν στις όχθες του Ιορδάνη κι ο Πρόδρομος τους έδειξε τον Ιησού και τους είπε «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», οι δύο απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, που χωρίς κανένα δισταγμό κι επιφύλαξη αφήκαν αμέσως τον δάσκαλο τους κι ακολούθησαν τον Ιησού.
Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων μαθητών. Μετά το σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, ο Ανδρέας κήρυξε στη Βιθυνία, Εύξεινο Πόντο (μάλιστα ο Απόστολος, είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου αφού εκεί εγκατέστησε πρώτο επίσκοπο, τον απόστολο Στάχυ (βλέπε 31 Οκτωβρίου) κι αυτού διάδοχος είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης), Θράκη, Μακεδονία και Ήπειρο. Τελικά, κατέληξε στην Αχαΐα.
Στην Αχαΐα, η διδασκαλία του καρποφόρησε και με τις προσευχές του θεράπευσε θαυματουργικά πολλούς ασθενείς. Έτσι, η χριστιανική αλήθεια είχε μεγάλες κατακτήσεις στο λαό της Πάτρας. Ακόμα και η Μαξιμίλλα, σύζυγος του ανθύπατου Αχαΐας Αιγεάτου, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από τη βαρειά αρρώστια που είχε, πίστεψε στο Χριστό. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον ανθύπατο και με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων συνέλαβε τον Ανδρέα και τον σταύρωσε σε σχήμα Χ. Έτσι, ο Απόστολος Ανδρέας παρέστησε τον εαυτό του στο Θεό «δόκιμον ἐργάτην» (Β΄ προς Τιμόθεον, 2: 15). Δηλαδή δοκιμασμένο και τέλειο εργάτη του Ευαγγελίου.
Οι χριστιανοί της Αχαΐας θρήνησαν βαθιά τον θάνατο του. Ο πόνος τους έγινε ακόμη πιο μεγάλος, όταν ο ανθύπατος Αιγεάτης αρνήθηκε να τους παραδώσει το άγιο λείψανο του, για να το θάψουν. Ο Θεός όμως οικονόμησε τα πράγματα. Την ίδια μέρα, που πέθανε ο άγιος, ο Αιγεάτης τρελάθηκε κι αυτοκτόνησε. Οι χριστιανοί τότε με τον επίσκοπο τους τον Στρατοκλή, πρώτο επίσκοπο των Πατρών, παρέλαβαν το σεπτό λείψανο και το ‘θαψαν με μεγάλες τιμές.
Αργότερα, όταν στον θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο Κωνστάντιος, που ήταν γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μέρος του ιερού λειψάνου μεταφέρθηκε από την πόλη των Πατρών στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό των αγίων Αποστόλων «ένδον της Αγίας Τραπέζης». Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου φαίνεται πως απέμεινε στην Πάτρα.
Όταν όμως οι Τούρκοι επρόκειτο να καταλάβουν την πόλη το 1460 μ.Χ., τότε ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδελφός του τελευταίου αυτοκράτορας Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου και τελευταίος Δεσπότης του Μοριά, πήρε το πολύτιμο κειμήλιο και το μετέφερε στην Ιταλία. Εκεί, αφού το παρέλαβε ο Πάπας Πίος ο Β, το πολύτιμο κειμήλιο εναποτέθηκε στον ναό του αγίου Πέτρου της Ρώμης.
Τον Νοέμβριο του 1847 μ.Χ. ένας Ρώσος Πρίγκηπας, ο Ανδρέας Μουράβιεφ δώρησε στην πόλη της Πάτρας ένα τεμάχιο δακτύλου του χεριού του Αγίου. Ο Μουράβιεφ είχε λάβει το παραπάνω ιερό Λείψανο από τον Καλλίνικο, πρώην Επίσκοπο Μοσχονησίων, ο οποίος μόναζε τότε στο Άγιο Όρος.
Στην πόλη της Πάτρας, επανακομίσθηκαν και φυλάσσονται από την 26η Σεπτεμβρίου 1964 μ.Χ. η τιμία Κάρα του Αγίου και από την 19ην Ιανουαρίου 1980 μ.Χ. λείψανα του Σταυρού, του μαρτυρίου του. Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου ύστερα από ενέργειες της Αρχιεπισκοπής Κύπρου μεταφέρθηκε και στην Κύπρο το 1967 μ.Χ. για μερικές μέρες κι εξετέθηκε σε ευλαβικό προσκύνημα.
Όπως αναφέρει μια Κυπριακή παράδοση, σε μια περιοδεία του, ο Απόστολος Ανδρέας, πήγε και στην Κύπρο. Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ’ ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που ‘ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ’ ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ’ ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ’ εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου.
Ήταν κι αυτό ένα από τα πρόσωπα του καραβιού που μετέφερε ο πατέρας. Γεννήθηκε τυφλό και μεγάλωσε μέσα σε ένα συνεχές σκοτάδι. Ποτέ του δεν είδε το φως. Δένδρα, φυτά, ζώα αγωνιζόταν να τα γνωρίσει με το ψαχούλεμα. Εκείνη την ήμερα, όταν οι ναύτες γύρισαν με τα ασκιά γεμάτα νερό κι εξήγησαν τον τρόπο που το βρήκαν στο νησί, ένα φως γλυκιάς ελπίδας άναψε στην καρδιά του δύστυχου παιδιού. Μήπως το νερό αυτό, σκέφτηκε, που βγήκε από τον ξηρό βράχο ύστερα απ’ την προσευχή του παράξενου εκείνου συνεπιβάτη τους, θα μπορούσε να χαρίσει και σ’ αυτόν το φως του που ποθούσε; Αφού με θαυμαστό τρόπο βγήκε, θαύματα θα μπορούσε και να προσφέρει. Με τούτη την πίστη και τη βαθιά ελπίδα ζήτησε και το παιδί λίγο νερό. Διψούσε. Καιγόταν απ’ τη δίψα. Ο απόστολος, που ήταν εκεί, έσπευσε κι έδωσε στο παιδί ένα δοχείο γεμάτο από το δροσερό νερό. Όμως το παιδί προτίμησε, αντί να δροσίσει με το νερό τα χείλη του, να πλύνει πρώτα το πρόσωπο του. Και ω του θαύματος! Μόλις το δροσερό νερό άγγιξε τους βολβούς των ματιών του παιδιού, το παιδί άρχισε να βλέπει!
Κι ο απόστολος, που τον κοίταζαν όλοι με θαυμασμό, άρχισε να τους μιλά και να τους διδάσκει τη νέα θρησκεία. Το τέλος της ομιλίας πολύ καρποφόρο. Όσοι τον άκουσαν πίστεψαν και βαφτίστηκαν. Την αρχή έκανε ο καπετάνιος με το παιδί του, που πήρε και το όνομα Ανδρέας. Κι ύστερα όλοι οι άλλοι επιβάτες και μερικοί ψαράδες που ήσαν εκεί. Πίστεψαν όλοι στον Χριστό που τους κήρυξε ο απόστολος μας και βαφτίστηκαν. Φυσικά το θαύμα της θεραπείας του τυφλού παιδιού, ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα. Στο μεταξύ ο άνεμος άρχισε να φυσά και το καράβι ετοιμάστηκε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο απόστολος, αφού κάλεσε κοντά του όλους εκείνους που πίστεψαν στον Χριστό και βαφτίστηκαν, τους έδωκε τις τελευταίες συμβουλές του και τους αποχαιρέτησε.
Αργότερα, μετά από χρόνια, κτίστηκε στον τόπο αυτόν που περπάτησε και άγιασε με την προσευχή, τα θαύματα και τον ιδρώτα του ο Πρωτόκλητος μαθητής, το μεγάλο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, που με τον καιρό είχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές απ’ όλα τα μέρη της Κύπρου, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι κι αλλόθρησκοι ακόμη, συνέρεαν στο μοναστήρι, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργό εικόνα του αποστόλου, να βαφτίσουν εκεί τα νεογέννητα παιδιά τους και να προσφέρουν τα δώρα τους, για να εκφράσουν τα ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη τους στον θείο απόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωάμ ήταν η εκκλησία του για τους πονεμένους. Πλείστα όσα θαύματα γινόντουσαν εκεί σε όσους μετέβαιναν με πίστη αληθινή και συντριβή ψυχής.
Διαβάστε εδώ, μια Παράκληση στον Απόστολο Ανδρέα, ποίημα του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων Πρωτόκλητος, καὶ τοῦ Κορυφαίου αὐτάδελφος, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον, καὶ μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος, Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν· ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ, καὶ νῦν ἡμῖν ἐκέκραγεν· Εὑρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.
Μεγαλυνάριον
Πρώτος προσπελάσας τω Ιησού, Πρωτόκλητος ώφθης, και ακρότης των Μαθητών, Ανδρέα θεόπτα, εντεύθεν διανύεις, παθών τας αναβάσεις της αναστάσεως.