Λούκα Κατσέλη: Κόκκινα Δάνεια: Από βραχνάς, μοχλός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας

αλλά και θα εξυγιάνει τις ίδιες τις επιχειρήσεις, προάγοντας ταυτόχρονα την οικονομική δραστηριότητα.

Παρά τις δυσκολίες, διαγράφονται σήμερα δυνατότητες τόσο στηνΕλλάδα όσο και στην Κύπρο να μειωθούν τα ΜΕΑ των Τραπεζών, να εξυγιανθούν οι ισολογισμοί τους και να στηριχθεί η οικονομική ανάκαμψη.

Η ευκαιρία έχει δημιουργηθεί γιατί υπάρχουνασφυκτικέςπιέσεις στις τράπεζες από τις εποπτικέςαρχές γιαεξυγίανση των χαρτοφυλακίωνκαιέχουντεθείφιλόδοξοι ποσοτικοίστόχοιγια τη μείωση των ΜΕΑέως το 2019. Ταυτόχρονα,έχει βελτιωθεί το νομικό πλαίσιο και οι απαραίτητες προσήκουσες δικαστικές διαδικασίες, έχουν δημιουργηθεί ψηφιακές πλατφόρμες που μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των πελατών και να μειώσουν το κόστος συναλλαγών, έχουν πιστοποιηθεί από την Τράπεζα Ελλάδος διεθνείς Εταιρείες Διαχείρισης Δανείων ( LMCs), ενώ τόσο το ενδιαφέρον των επενδυτών όσο και των διεθνώνΕταιρειώνΜεταβίβασηςΔανείων (LTCs) είναι έντονο.

Οι κίνδυνοι παρόλα αυτά δεν έχουν εξαφανιστεί.

Το κόστος της αδράνειας

Η αναιμική αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και η συνεχιζόμενη συμπίεση τωνμεσαίων εισοδηματικών στρωμάτωνθα συνεχίσει να δημιουργεί ΜΕΑ από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες. Η υλοποίηση νομικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένωντων ηλεκτρονικών δημοπρασιών προσκρούει σε εμπόδια που απαιτούν χρόνο για την αντιμετώπισή τους. Η όρεξη των διεθνών επενδυτών αναμένεται να μειωθεί καθώς η Ελληνική αγορά είναι σχετικά μικρή και η ανάδειξη νέωνπιο κερδοφόρωναγορώνπολύ πιθανή. Τέλος οιΕλληνικές τράπεζες εξακολουθούννα κινούνται αργά και προσεκτικά προσπαθώντας πρώτον να αποφύγουν κινήσεις που θα έπλητταν την κεφαλαιακή τους επάρκεια και δεύτερον να εξασφαλίσουν περισσότερες προσόδους στο μέλλον από εσωτερική διαχείριση των ΜΕΔκαθώς οι οικονομικές συνθήκες αναμένεται να βελτιωθούν.

Τα χρονικά περιθώρια όμως για την αντιμετώπισητου προβλήματος στενεύουν και αν δεν αναληφθούν αμέσως αποτελεσματικές πρωτοβουλίες, οι λύσεις γρήγορα ή αργά θα επιβληθούν από τις εποπτικές αρχές με αρνητικά αποτελέσματα τόσο για τις Ελληνικές Τράπεζες όσο και για την Ελληνική οικονομία.Οι εποπτικές αρχές θα εντείνουν μαθηματικά τις πιέσεις τους μέσα στο 2018μετά τα stress tests που διενεργούνται στις Ελληνικές τράπεζεςοι οποίες θα κλιμακωθούν το καλοκαίρι μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος . Παρά την ισχυρή κεφαλαιακή βάση που σήμερα διαθέτουν, οκίνδυνος μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης είναι ορατός, εφόσον οι Τράπεζες αναγκαστούν να προβούν σε μαζικές διαγραφές των ΜΕΔ ή να αυξήσουν δραματικά τις προβλέψεις τους. Μια τέτοια εξέλιξηθα έχεισοβαρές οικονομικές και πολιτικές επιπτώσειςαν δεν αντιμετωπισθεί αμέσως.

Η αντιμετώπιση της ελλοχεύουσας αδράνειας απαιτεί μια συστημική, στρατηγική προσέγγιση για τη διαχείριση των ΜΕΑ, η οποία θα παρέχει τα κατάλληλα κίνητρα, θα βελτιώνει τις ικανότητες αποτελεσματικής διαχείρισης και θα ενισχύει τον συντονισμό και τις διαδικασίες λήψης έγκαιρων αποφάσεων.

Το σημερινό πρόβλημα και οι πηγές της αδράνειας

Η ανάγκη μιαςσυστημικής και στρατηγικής προσέγγισης για τη διαχείριση των ΜΕΑ προκύπτει από την αναγνώριση ότι στη συγκεκριμένη αγορά των ΜΕΑ εμπλέκονται πολλαπλοί ενδιαφερόμενοι με διαφορετικά μή εναρμονισμένα συμφέροντα,ενώυπάρχουνμεταξύ τους σημαντικάκενά και ασυμμετρίες στην πληροφόρηση. Σημαντική επίσης αδυναμία αποτελεί το γεγονόςότι μια επιτυχημένηαναδιάρθρωσηεταιρικών δανείωναπαιτεί συχνά ενισχυμένες αλλά ελλείπουσες δεξιότητες και ότι επιτυχείςεφαρμογές απαιτούν αναβαθμισμένεςεταιρικές σχέσεις, εξωτερική χρηματοδότηση, αποτελεσματική παρακολούθηση και ικανότητα παρέμβασης μέσω διορθωτικών ενεργειών που κι αυτές ελλείπουν.

Στο γράφημα που ακολουθεί παρουσιάζονται τα εμπλεκόμενα μέρη της αγοράς ΜΕΑ και οι επιδιώξεις τους: Τράπεζες, Οργανισμοί Εποπτείας, Κυβέρνηση, Εταιρείες Διαχείρισης και Μεταφοράς, Επενδυτές και Δανειολήπτες . Όποια αποτελεσματική λύση θα πρέπει να ικανοποιεί συγχρόνως το μέγιστο δυνατό των επιδιώξεωνόλων αυτών των συντελεστών της αγοράς.

ΟιLMCs καιLTCs εισέρχονται στην αγορά επιθετικά χωρίς πληροφόρηση συνήθως για τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των υπό αναδιάρθρωση χαρτοφυλακίων. Λόγω τωνπαρατηρούμενωνκαθυστερήσεων, οι εταιρείεςαυξάνουντιςπιέσεις τους προς τις εποπτικέςαρχές οι οποίες ,με στη σειρά τους,υψώνουν τουςποσοτικούς στόχους καιαυστηροποιούν την επιχειρησιακή εποπτεία.

Oι Τράπεζες αντίθετα υιοθετούν μια επιφυλακτικήστάση, προτιμώνταςνα λαμβάνουν προβλέψεις και να διαχειρίζονται οι ίδιες τα ΜΕΑ παρά να προβαίνουν σε διαγραφές ή να μεταφέρουν μαζικά προς διαχείριση ή πώλησηχαρτοφυλάκιαδανείωνπου δεν εξυπηρετούνται.Οι ειδικές μονάδες που έχουν συσταθεί για τη διαχείριση των ΜΕΑ έχουν περιορισμένη ικανότητα λήψης αυτόνομων και γρήγορων αποφάσεων και συχνά επιζητούν μαξιμαλιστικές λύσεις υπέρ των Τραπεζών. Οι μονάδες αξιολόγησης και διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων δεν έχουν διασυνδεθεί επαρκώς με τις μονάδες διαχείρισης ΜΕΑ και οι διαδικασίες αξιολόγησης των περιουσιακών στοιχείων δεν είναι επαρκώς αντικειμενικές. Οι Τράπεζες αφιερώνουν μεγάλο δυναμικό στη διαχείριση ΜΕΔ μεγάλων επιχειρήσεων και στις διαπραγματεύσεις με άλλες δανείστριες Τράπεζες διαθέτοντας περιορισμένους πόρους για την αντιμετώπιση του χαρτοφυλακίου ΜΕΔ των ΜΜΕ ενώ δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες δεξιότητες και εμπειρίαστην αναδιάρθρωση των ίδιων των επιχειρήσεων. Ωςαποτέλεσμα των ανωτέρω,οι Τράπεζες δεν έχουν ακόμη διατυπώσει ολοκληρωμένεςστρατηγικέςαντιμετώπισης του προβλήματος ανά κατηγορία χαρτοφυλακίου και συγκεκριμένων χαρακτηριστικώνκάθε κατηγορίας και η έλλειψη αυτήαποθαρρύνει την σύναψηεταιρικώνσχέσεων με τις LMCs καθώς και την αντικειμενική παρακολούθηση και αξιολόγηση των εσωτερικών διαδικασιών τους.

Oσον αφορά τα καταναλωτικά, στεγαστικά και επαγγελματικά δάνεια αλλά και τις πιστώσεις των μικρότερων επιχειρήσεων, η εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίαςδεν έχει αποδώσει στην πράξη τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ο δανειολήπτης δεν έχει στην πράξη δυνατότητα να επηρεάσει την πρόταση ρύθμισης,καθώς ηπρόταση την οποία υποβάλλει το πιστωτικό ίδρυμαδεν αποτελεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα,αντικείμενο ελέγχου.

Τέλος, η υποχρέωση εκ μέρους των Τραπεζών υποβολήςόλο και περισσότερωνεκθέσεων διαφορετικών προδιαγραφών προς διαφορετικούς αποδέκτεςκαθώς και η έλλειψη εναρμόνισης των διαδικασιών παρακολούθησης και εποπτείας ενέχουν πραγματικό κόστος για τις Τράπεζες ενώ η απουσία κινήτρων για πιο ενεργητική διαχείριση των ΜΕΑ επιτείνει την αδράνεια.

Προτεινόμενη Λύση: Μια συστημική νομοθετική και λειτουργική παρέμβαση

Η αντιμετώπιση των εμποδίων απαιτεί επομένως μια συστημικήπροσέγγιση για τη διαχείριση των ΜΕΑ, η οποία, από τη μια μεριά, θα παρέχει κατάλληλα κίνητρα προς Τράπεζες,διαχειριστές και επενδυτές προκειμένου νααναλάβουν πρωτοβουλίες για πιο ενεργητική και αποτελεσματική διαχείριση και από την άλλη θα προωθεί την συντονισμένη δράση των παραγόντων της αγοράς και τηνέγκαιρη λήψη αποφάσεων.

Ησυστημική αυτή προσέγγιση για να υλοποιηθείαπαιτεί ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα ενθαρρύνει λύσεις ρύθμισης και προσαρμογής των χρεών στο πλαίσιο των αρχών που έχει καθορίσει η Τράπεζα της Ελλάδος στις πράξεις της και στον Κώδικα Δεοντολογίας. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσαν να προσδιορίζονται με σαφήνεια οι υποχρεώσεις κάθε ενδιαφερόμενου μέρους, τα απαραίτητα βήματα που πρέπει να γίνουν εντός συγκεκριμένων χρονικών ορίων, τα κίνητρα και τα αντικίνητρα που μπορούν ναυποκινήσουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στην λήψη των απαραίτητων μέτρων και η ανάληψη υποστηρικτικού ρόλου από έναν φορέα δημοσίου συμφέροντος, όπως πχ η Γενική Γραμματεία Ιδιωτικού Χρέους που θα συνεργαστεί στενά όχι μόνο με την Τράπεζα Ελλάδος, και την Ελληνική Ένωση Τραπεζών αλλά και με φορείς διαμεσολάβησης και εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών ( πχ.Συνήγορο Καταναλωτή, ΟΠΕΜΕΔ, Μεσολαβητή Τραπεζικών –Επενδυτικών Υπηρεσιών) καθώς και με Καταναλωτικές Οργανώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των δανειοληπτών.

Στο πλαίσιο μιας τέτοιας νομοθετικής πρωτοβουλίας, οι Τράπεζες θα πρέπει εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου να κατανείμουν τα χαρτοφυλάκια προβληματικών δανείων ανά τομέα και υποτομέα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια (πχ. μεγάλες εταιρίες, ΜΜΕ, ιδιώτες, νοικοκυριά, παράγοντες κινδύνου,μέγεθος,παλαιότητα χορήγησης και εξόφλησης δανείων,βιωσιμότητα επιχείρησης, προθυμία πληρωμής κ.λπ.) καθώς και να υιοθετήσουν και δημοσιεύσουν συγκεκριμένη και δεσμευτική μεσοπρόθεσμη στρατηγική για τη μείωση των ΜΕΑ. Παράλληλα το νομοθετικό πλαίσιο θα μπορούσε να καθορίζει το χρονοδιάγραμμα, τα βήματακαι τις διαδικασίες για τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των τραπεζών στην περίπτωση μεγάλων εταιρικών ΜΕΑ επιβάλλοντας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις (πχ κοινοπρακτικά δάνεια) την κατάθεση κοινών μελετών βιωσιμότητας και επιχειρησιακής αναδιάρθρωσης.Ειδικά μέτρα (πχ φορολογικά, άρση προσωπικής εγγύησης κλπ)θαμπορούσαν να προβλεφθούνώστε οι Τράπεζεςαλλά και οι ιδιοκτήτες να έχουν ισχυρό κίνητρο να μεταφέρουν υποχρεώσεις είτε μεμονωμένες είτε ομαδοποιημένες σε εταιρείες ειδικού σκοπού (SPV) που θα κατέχουν τα περιουσιακά στοιχεία και στις οποίες μπορούν να επενδύουν επενδυτές με ασφάλεια, προσφέρονταςτηναπαραίτητη εξωτερική χρηματοδότηση για την παραγωγή αξίας και κέρδους.

Το νέο νομοθετικό πλαίσιο θα μπορούσε να ενθαρρύνειεπίσης τη δυνατότητα σύναψης τριμερών συμφωνιών μεταξύ επενδυτών, επιχειρήσεων και Τράπεζας ώστε να καθορίζονται οι πηγές και το μερίδιοκέρδους για το κάθε μέρος, η πιθανή επαναγοράπεριουσιακών στοιχείων από τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων όπως και η δυνατότητα των LMCs και LTCs να συμμετέχουν σε συνεργατικά προγράμματα με επενδυτές, εισπρακτικές εταιρείες κλπ. Στο πλαίσιο αυτό, LMCs και LTCsθα μπορούσαννα παρέχουνολοκληρωμένεςκαι εξειδικευμένες υπηρεσίες διαχείρισης ή/και πώλησης χαρτοφυλακίων, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης των Τραπεζών στην εκπόνηση της στρατηγικής τους,στηντμηματοποίηση των χαρτοφυλακίων,στην υλοποίηση λειτουργικών αναδιαρθρώσεων δανείων και επιχειρήσεων ή/και στην πρόσβαση σε εξωτερικές χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Με τον τρόπο αυτό, αδρανή στοιχεία ενεργητικού θα μπορούσαν να μπουν άμεσα στην παραγωγή, οι Τράπεζες να βγάλουν ΜΕΔ από τους ισολογισμούς τους και να έχουν μεγαλύτερες απολαβέςαπόμελλοντικά κέρδηαπ’ όσεςθα τους απέφεραν πλειστηριασμοί.

Σημαντικό συστατικό της λύσης για τα εταιρικά ΜΕΑ αποτελεί η ύπαρξη εξωτερικής χρηματοδότησης που είναι συχνά αναγκαία για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ τιμής προσφοράς και ζήτησης ή για την εισροή ιδίων κεφαλαίων σε εταιρείες που βρίσκονται υπό αναδιάρθρωση. Υπό τις σημερινές συνθήκες, οι εγχώριες Τράπεζες έχουν περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησηςδιαδικασιώναναδιάρθρωσης. Ξένοι επενδυτές μπορούν να διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο στην υπέρβαση του προβλήματοςαρκείναξεπεραστεί η έλλειψη πληροφόρησης, να διασφαλισθούν ασφαλή και διαφανή νομικά πλαίσια και συνεργατικές σχέσεις μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών και να προσδιορισθούν με ακρίβεια τα βήματα που απαιτούνται να γίνουν.

Για επιτάχυνση των διαδικασιών ρύθμισης στην περίπτωση καταναλωτικών ή στεγαστικών δανείων, οι Τράπεζες,μέσω της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, θα μπορούσαν να αναβαθμίσουν τον ρόλο του Μεσολαβητή Τραπεζικών –Επενδυτικών Υπηρεσιών ώστε μαζί και με τους άλλους φορείς διαμεσολάβησης αλλά και Οργανώσεις Καταναλωτώννα βελτιώσουντην παρεχόμενη πληροφόρηση προς οφειλέτες παρέχοντας ταυτόχρονα συμβουλευτικές υπηρεσίες ως προς τα προϊόντα αναδιάρθρωσης που διαθέτουν και υπηρεσίεςδιαμεσολάβησης με τις Τράπεζες.Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης των διαδικασιών εξωδικαστικού συμβιβασμού ώστε να γίνονται οι ενδεδειγμένες τροποποιήσεις και βελτιώσεις όπου αυτές είναι απαραίτητες.

Θα μπορούσε επίσης να υπάρξεικανονιστική μέριμνα για την άμβλυνση της ανισορροπίας δύναμης και επιρροής των μερών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων ρύθμισης ή διευθέτησηςοφειλών. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να θεσπισθούν, πέραν των οργάνων της Τράπεζας, κάποιες ανεξάρτητες βαθμίδες στις οποίες θα μπορεί να προσφεύγει ο δανειολήπτης σε περίπτωση που θεωρεί ότι η πρόταση της Τράπεζας για ρύθμιση δεν ανταποκρίνεται στις αρχές του Κώδικα. Τέτοιες θα μπορούσαν να είναι ο Τραπεζικός Διαμεσολαβητής και ο Συνήγορος του Καταναλωτή. Η Τράπεζα της Ελλάδος θα πρέπει τέλος να παρακολουθεί κατά ουσιαστικότερο τρόπο την εφαρμογή του Κώδικα, διερευνώντας κατά πόσον πράγματι οι προτεινόμενες λύσεις είναι αιτιολογημένες στο πλαίσιο του πνεύματος και των αρχών του.

Θα μπορούσε τέλος να εξετασθεί σοβαράη δυνατότητα αγοράς των δανείων από τους οφειλέτες πριν την πώλησή τους σε LTCs. Με δεδομένο ότι η τιμή ενός χαρτοφυλακίου προς πώληση διαμορφώνεται μεσοσταθμικά, η άρνηση των Τραπεζών είναι εύλογη όταν αφορά την πώληση στην ίδια τιμή, καθώς θα μπορούσε να απομειώσειτην αξία των δανείων που θα μείνουν στο προς πώληση χαρτοφυλάκιο. Ωστόσο, θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να ενθαρρυνθεί η καθιέρωση της δυνατότητας αγοράς από τους ίδιους δανειολήπτες ή ρύθμισης των προς πώληση δανείωνσε μεγαλύτερες αξίες ή με υψηλότερες εξασφαλίσεις (πχ. προκαταβολή μέρους ή πρόσθετες εγγυήσεις )που διαφυλάττουν και ενισχύουν την κεφαλαιακή θέσητης Τράπεζας, λαμβάνοντας υπόψη και τις συνέπειες στο εναπομένον χαρτοφυλάκιο.

Απαραίτητος ο συντονισμός ενεργειών

Ο συντονισμός των ενδιαφερομένων μερών και η αποτελεσματική εφαρμογή ενός τέτοιου συστημικού πλαισίου θα πρέπει να ανατεθεί σ’ έναν εξειδικευμένο φορέα δημοσίου συμφέροντος ο οποίος όμως θα διαθέτειτις αρμοδιότητεςκαι την απαραίτητη ευελιξία να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Η Ειδική Γραμματεία για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους θα μπορούσε να παίξει αυτό τον διευρυμένο ρόλο παρακολουθώντας και υποστηρίζοντας τις ενέργειες των εμπλεκόμενων Υπουργείων (Οικονομίας, Οικονομικών και Δικαιοσύνης). Πέρα από τη λειτουργία τηςπλατφόρμας ηλεκτρονικών δημοπρασιών,της πλατφόρμας υποστήριξης της αναδιάρθρωσης ΜΕΔ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο πλαίσιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού και της εφαρμογής από τα Ειρηνοδικεία και τα Πρωτοδικεία του Ν. 3869 /10 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, το Υπουργείο Οικονομίας και η Ειδική Γραμματεία θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν πόρους απόΔιεθνείς ΧρηματοπιστωτικούςΟργανισμούς (πχ. EIF, EBRD, IFC), νέους επενδυτές (πχ. συνταξιοδοτικά ταμεία) αλλά και ξένους επενδυτές για την παροχή εγγυήσεων και κεφαλαίων σε ένα “Ειδικό Ταμείο Αναδιάρθρωσης”στο οποίοθα διατίθεντο και πόροι των διαρθρωτικών ταμείων.Η δημιουργία ενός τέτοιου Ταμείου θα παρείχε πρόσθετα κίνητρα αλλά και εξασφάλιση στις Τράπεζες ώστε να κινηθούν πιο αποφασιστικά και να υπερπηδήσουν την διστακτικότητα που τις διακρίνει.

Πριν είναι αργά, επιβάλλεται η λήψη συντονισμών πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΕΑ. Εκ των πραγμάτων, τη πρωτοβουλία αυτή πρέπει να την πάρει το Υπουργείο Οικονομίας σε στενή συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Τα κόκκινα δάνεια, από βραχνάς που σήμερα είναι, μπορεί να γίνουν μοχλός ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας.

http://www.capital.gr/arthra/3256139/kokkina-daneia-apo-braxnas-moxlos-anaptuxis-tis-ellinikis-oikonomias

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 23/11/2017