Ευρυδίκη Λειβαδά: Ο αλύγιστος πατήρ του Ριζοσπαστισμού Γεράσιμος Α. Λειβαδάς (1789-1876) (Μέρος Α΄)

Γεννήθηκε στον Αγκώνα από τον σπουδαίο νομομαθή Ανδρέα[1] και την Ρεγγίνα, κόρη του νομικού Παύλου[2] Χωραφά, τη χρονιά που ξέσπασε η γαλλική επανάσταση, και συγκεκριμένα στις 3 Μαΐου 1789 έτους συμβολικού, που καθόρισε όλη τη ζωή του. Καθώς η οικογένειά[3] του ήταν ίσως η πλέον εύπορη της περιοχής[4], ο νεαρός Γεράσιμος είχε όλα τα εφόδια για να σπουδάσει στο εξωτερικό αφού αποπεράτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Αργοστόλι. Σπούδασε νομικά στην Πάβια και στην Μπολώνια με τους περίφημους σε όλη την Ευρώπη τότε καθηγητές Volta και Τambourin[5], όπου το 1815[6] πήρε το δίπλωμά του. Συνεδέθη φιλικά με τον Ανδρέα Ζαΐμη, έγινε μέλος του Εθνικού Κομιτάτου της Βενετίας και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία[7]. Επέστρεψε στην Κεφαλλονιά τo 1819, τα πλούσια σπίτια της οικογένειάς του σε Αγκώνα και Αργοστόλι έγιναν καταφύγιο οπλαρχηγών, πολιτικών, φιλελλήνων και οι Λειβαδά διέθεσαν μεγάλα ποσά για συντήρηση προσφύγων[8], αλλά και για πολεμοφόδια για τον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων. Ο νεαρός Γεράσιμος, μπολιασμένος από τις επαναστατικές ιδέες και τον διαφωτισμό, εργαζόταν, συζητούσε, έγραφε θερμά κείμενα, προέτρεπε συμπολίτες του υπέρ του εθνικού καθήκοντος ως απόστολος του ελληνικού έθνους, συγκρότησε πολιτικούς συλλόγους, γεγονός που ενόχλησε τον μισέλληνα Αρμοστή Thomas Maitland (1818-1824), ο οποίος κατεδίωκε κάθε φιλελεύθερη ιδέα υπέρ των αγωνιζομένων στον ιερό αγώνα και διοργάνωνε δίκτυα κατασκοπίας υπέρ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας[9].

Το 1820 παντρεύτηκε την Άννα, «ήτις εφημίζετο τόσον δια το κάλλος της, όσον και δια τας αρετάς της»[10], αδελφή του Βαπτιστή και κόρη του κυβερνητικού Σπυρίδωνα Μεταξά Αντζουλακάτου, γόνο οικογένειας που στάθηκε απέναντι στην επιλογή της, λόγω του άκαμπτου χαρακτήρα του Λειβαδά. Η Άννα απεδείχθη άξια συνεργάτης του πρωτοριζοσπάστη, ορθώνοντας τα σταθερά φιλοπρόοδα και φιλελεύθερα φρονήματά της ενάντια και στην οικογένειά της ακόμα. Το 1823 ο George Gordon Byron κατά το ταξίδι του στην Κεφαλλονιά γνώρισε το ζεύγος Λειβαδά και μάλιστα, με την Άννα ανέπτυξε αλληλογραφία όπου καλλιεργείται η ιδέα του Φιλελληνισμού. Από τον γάμο τους απέκτησαν τέσσαρις γιούς: τον Θρασύβουλο (γεν. 1824), τον δευτερότοκο Ανδρέα, τον Όθωνα και τον Παναγιώτη, οι οποίοι μπολιάστηκαν κι ακολούθησαν την ίδια επαναστατική πορεία με τον πατέρα τους, και πέντε κόρες, με γνωστή την Αγγελική[11].

Μετά το τέλος της Επανάστασης ο Λειβαδάς άνοιξε πρώτος τον αγώνα στα Επτάνησα εναντίον της Αγγλοκρατίας –για αυτό αποκαλείται Πατέρας του Ριζοσπαστισμού και Πρωτοριζοσπάστης- και από το 1830 στηλίτευε με την πύρινη πέννα του δημοσίως τις παραβάσεις των συνθηκών, τις αυθαιρεσίες, τις βιαιότητες της «Προστασίας».

Με τα αδέλφια του, τα ξαδέλφια του, με επώνυμους αγρότες, με σέμπρους στα κτήματά του, ακόμα και με προεστούς έφθανε συχνότατα στα δικαστήρια για αγροζημίες, για μοιράσματα σταφίδας, για «κακαίς δούλεψαις, για «κακοεργίες», για δικαιώματα πάχτου[12]. Πάντως ο σύγχρονος με αυτόν βιογράφος του Π. Γρατσιάτος για την μεγάλη του περιουσία σημειώνει χαρακτηριστικά: «Πολύτιμον επίκουρον είχε την μεγάλην αυτού περιουσίαν, ην διέθετεν αφειδώς, συντρέχων προθύμως και μετά γενναιοδωρίας υπέρ παντός πατριωτικού και φιλανθρώπου σκοπού». Για δε τις δίκες, οι οποίες συνεχίστηκαν σε βάθος χρόνου, σημειώνει πως ήταν μέρος του μεγάλου διωγμού που υπέστη και σχέδιο των αγγλοϊόνιων αρχών για να τον εξαντλήσουν οικονομικά και να υποκύψει[13].

Γέννηση Ριζοσπαστισμού[14] – Διωγμοί και φυλακίσεις

Το 1830 συνελήφθη και προφυλακίσθηκε για 9 μήνες -με τον μετέπειτα καλό φίλο του νομικό κι αυτόν Κοσμέτο Βαλσαμάκη[15]– «επί εσχάτη προδοσία», έγκλημα που κατά την Ιόνιο Νομοθεσία τιμωρείτο «δια κεφαλικής ποινής», με την υπόνοια ότι συμμετείχε σε ανώνυμες σάτυρες που τοιχοκολλήθηκαν νύχτα στο Αργοστόλι κατά τους μήνες Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος, περιστοιχίσθηκε το σπίτι του από στρατιώτες και χωροφύλακες που παραβιάζοντας το οικογενειακό άσυλο έσπειραν τρόμο στην οικογένεια –ενώ ψυχορραγούσε ο γέρος Ανδρέας Λειβαδάς-, κλείδωσαν την γυναίκα του σε ένα δωμάτιο, τα παιδιά και τους υπηρέτες σε άλλο κι αναστάτωσαν τα πάντα σε όλο το σπίτι ψάχνοντας έγγραφα και όπλα[16]. Μεταφέρθηκε σιδεροδέσμιος στην Κέρκυρα –για να μην εξεγερθεί ο λαός της Κεφαλλονιάς- «υπό συνοδείας λογχοφόρων»[17] στο παλιό Φρούριο και τον έκλεισαν στα μπουντρούμια σε αυστηρή απομόνωση και απαγόρευση αλληλογραφίας. Το σπίτι του παρέμεινε επιτηρούμενο νύχτα και μέρα. Μια και που ο ευθαρσής και υψηλόφρων χαρακτήρας του δεν του επέτρεπε να κατεβεί στο αναξιοπρεπές επίπεδο των ανώνυμων λιβελλογραφημάτων, και καθώς ο πραγματικός «ένοχος» παρουσιάστηκε[18], αλλά και λόγω που ο Άγγλος δικαστής ήταν αμερόληπτος και ευσυνείδητος, αφέθη ελεύθερος μαζί με τον συγκατηγορούμενό του.

Στις εκλογές της 2ας Φεβρουαρίου 1833 που ματαιώθηκαν ο Λειβαδάς είχε πάλι τον πρώτο λόγο και ως εκ τούτου βρέθηκε ξανά στη φυλακή, πρώτα στην Κεφαλλονιά και μετά στην Κέρκυρα. Ο φιλοδίκαιος δικαστής Patric, εξετάζοντας την «επί εσχάτη προδοσία» καταδίκη του και καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εις βάρος του, με την από 17 Αυγούστου 1833 απόφασή του, τον απελευθέρωσε.

Το 1840 έγραψε τον 16χρονο τότε Θρασύβουλο στο νεοσύστατο Λύκειο Κέρκυρας. Οι Αγγλοϊόνιες αρχές πήραν από τον διευθυντή την αλληλογραφία πατέρα και γιού νομίζοντας πως θα εύρισκαν επίβουλη πρόφαση. Μάταια όμως. Ο Θρασύβουλος βλέποντας την αλληλογραφία του παραβιασμένη, θίχθηκε και ο πατέρας του σκεπτόμενος τις κακοήθειες και τους κινδύνους, αποφάσισε να τον αποσύρει από το Λύκειο[19].

Η σύντομη ήρεμη περίοδος που δημιούργησαν οι οικονομικές και κοινωνικές βελτιώσεις που εισήγαγε ο George Greenville Βαρώνος Nugent (1832-1835) έληξε με τον νέο Αρμοστή στρατηγό Howard Douglas (1835-1841). Η Κεφαλλονιά δοκιμάστηκε πικρά. Ο Λειβαδάς, βλέποντας να καταρρακώνονται από τους «προστάτες» με αυθάδεια και αθέμιτο τρόπο τα φυσικά και αναπαλλοτρίωτα ανθρώπινα δικαιώματα τού μορφωμένου επτανησιακού λαού, υπέβαλε συνεχή και μακρά υπομνήματα προς το αγγλικό Κοινοβούλιο και το Υπουργείο Εξωτερικών γραμμένα με θάρρος έκφρασης, λογική και μέτρο. Ένα από αυτά, το οποίο σημειωτέον, έφερε υπογραφές 5.000 συμπολιτών του, εξόργισε τον Αρμοστή Douglas λόγω του ότι, και τον παρέκαμπτε, και επιπλέον φανέρωνε τον επαναστατικό χαρακτήρα του Λειβαδά και τις ιδέες του για εθνική αποκατάσταση των Επτανήσων. Διέταξε τότε και πάλι τη φυλάκισή του σε υγρό υπόγειο με ατμόσφαιρα πνιγηρή, τη φορά αυτή στις στρατιωτικές φυλακές στο νησί Βίδο. Στους τέσσαρις αυτούς μήνες που του απαγορευόταν η μετακίνηση αρρώστησε πολύ βαριά. Η Άννα στεκόταν από μακριά πάντα στο πλευρό του εξόριστου. Οι επιστολές της είναι δείγματα ανδρείας, αξιοπρέπειας, αγωνιστικότητας και υψηλού ήθους: «Άνδρα μου περαστική η ασθένειά σου και ευλογία Θεού η εξορία σου! … Η εξορία σου είναι ο αργαλειός της σημαίας της Λευτεριάς μας… τι αξίζει μια ζωή εμπρός στο Ιδανικό … το αίμα που βγάζεις γράφει την ιστορία της Λευτεριάς μας… Πρόσεξε, αν καμφθής, θα αυτοκτονήσω»!

Από την απάνθρωπη αυτή φυλακή τον γλύτωσε ο επόμενος Αρμοστής, ο φιλάνθρωπος Alexander Steward Mackenzie (1841-1843).

Το 1846 όμως ο Λειβαδάς ξαναφυλακίσθηκε. Τη φορά αυτή καταδικάστηκε από το πλημμελειοδικείο Αργοστολίου για ένα έτος και του αφαίρεσαν την άδεια του δικηγορείν. Κατηγορήθηκε ως υβριστής της αρχής γιατί συμβούλευσε «αμερόληπτον και δικαίαν απονομήν της δικαιοσύνης». «Ο δικαστής ο κρίνων δικαίως τας υποθέσεις των πολιτών είναι άξιος τιμής και αγάπης, ο τ’ αναντία δε πράττων είναι άξιος κατηγορίας και κατάρας». Έτσι έμεινε φυλακισμένος τον νότιο ανήλιο προμαχώνα του Κάστρου Αγίου Γεωργίου[20].

Οι συχνές φυλακίσεις, οι χρηματικές ποινές που του επιβλήθηκαν, η αδυναμία να συνεχίσει το επάγγελμά του, αλλά και η ίδια διαδρομή που ακολούθησαν πατώντας ακριβώς στα βήματά του οι γιοί του, εξαθλίωσαν οικονομικά την οικογένεια που γρήγορα έπεσε στην ανάγκη αισχροκερδών δανειστών και τοκογλύφων[21]. Παρόλα αυτά ο Γεράσιμος ουδέποτε συμβιβάστηκε κι ουδέποτε μετάνοιωσε. Παρέμεινε στις επάλξεις του αγώνα αξιώνοντας την εθνική αποκατάσταση της Επτανήσου και την αντίσταση κατά του δεσποτισμού και μισελληνισμού.

Στα ταραγμένα γεγονότα του Επιταφίου τον Απρίλιο του 1848 και επί Αρμοστού John Seaton (1843-1849), πάλι ο Λειβαδάς είχε τον πρώτο λόγο. Στο «Δημοτικό Κατάστημα» μαζί με τους Μομφερράτο, Ζερβό Ιακωβάτο και Πανά, έκανε την εμφάνισή του ο Γεράσιμος με τους γιούς του. Ο Ανδρέας μαζί με άλλους νέους εμπόδισαν τον Επιτάφιο να σταματήσει μπροστά στο Κυβερνείο. Αμέσως μετά το πέρας, απόσπασμα Άγγλων στρατιωτών και χωροφυλάκων λογχοφόρων, διέρρηξαν ληστρικά το σπίτι του Γεράσιμου, και πήραν τους γιούς του σιδεροδέσμιους. Τον πρωτότοκο Θρασύβουλο, με την απόφαση του Πλημμελειοδικείου της 19ης Ιουνίου 1848, καταδίκασαν μαζί με άλλους πολίτες, σε φυλάκιση 13 μηνών, τον Ανδρέα με αστυνομική απόφαση σε εξορία οκτάμηνη. Αρχικά εκτοπίσθηκε στη Θηνιά αντί του Φισκάρδου. Τελικά απολύθηκε αφού κατέβαλε εγγύηση 100 στερλίνες και πρόστιμο 4 τάλληρα[22]. Τον δε Όθωνα, αφού τον προσωποκράτησαν, τον απέλυσαν καθώς ο πατέρας του κατέβαλε στην αστυνομία 100 στερλίνες[23]. Στον ίδιο δε –ενν. πατέρα-, ο τοποτηρητής επικύρωσε οκτάμηνη εγγυοδοσία[24]. Ιστορική έμεινε η παράσταση που έδωσε η μητέρα τους στην αστυνομία. Με παρρησία, ευτολμία και παράστημα ανδρός υπερασπίστηκε τα παιδιά της, ενώ ο Ανδρέας δέσμιος οδηγείτο στη φυλακή τραγουδώντας άσματα εθνικά. Λίγο μετά νέα έφοδος στρατιωτών έφερε αναστάτωση στο σπίτι Λειβαδά καθώς οι αρχές προσπαθούσαν ετσιθελικά να ενοχοποιήσουν και τον πατέρα για να απαλλαγούν από τον δεινό τους αντίπαλο[25].

Στα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 1848 ο Γεράσιμος μέτρησε την κατά σειρά πέμπτη καταδρομή στο σπίτι του, στο εξοχικό τη φορά αυτή, στον Αγκώνα. Τον συνέλαβαν ενόσω μάζευε καρπούς, και για να τον ενοχοποιήσουν, παρουσίασαν επιστολή όπου έγραφε: «il tempo matura le mespole[26]». Έτρεξε αμέσως χωρικός να καταθέσει εναντίον του ότι συμμετείχε στην εξέγερση του Σταυρού. Προφυλακίστηκε για τέσσαρις μήνες, ο έντιμος όμως ανακριτής κατάλαβε τις διαβολές και διέταξε την αθώωσή του[27].

Οι συχνές διώξεις και οι καταδίκες ενέτειναν το πατριωτικό συναίσθημα και το μίσος ενάντια στην Προστασία και στους υπηρέτες της. Το 1849 με αστυνομική απόφαση συνελήφθη παράνομα και αυθαίρετα[28] στη μέση του δρόμου και εξορίσθηκε μαζί με τον Ηλία Ζερβό Ιακωβάτο στους Παξούς για οκτώ μήνες[29] με το πολεμικό πλοίο “Sharp Sooter[30]. Και από εκεί έστειλαν μαζί υπόμνημα με ημερομηνία 2 Απριλίου 1849 προς την Η΄ Ιόνιο Βουλή, όπου έριχναν το βάρος στην κυβέρνηση για τα συμβάντα στην Κεφαλλονιά και διαμαρτύρονταν για την άδικη εξορία τους. Μαρτυρείται πως οι γιοί του με συγχωριανούς τους τραγουδούσαν επαναστατικά τραγούδια σχετικά με τους αγώνες τού 1848, τα οποία όμως δυστυχώς δεν έχουν μέχρι σήμερα διασωθεί[31].

Η θητεία του επόμενου Αρμοστή Henry George Ward (1849-1855) τους βρήκε μεν στην εξορία, όμως ο Αρμοστής τους απελευθέρωσε στις 30.7.1849 αφού συμπλήρωσαν πέντε μήνες στους Παξούς και αφού διέταξε τη στενή παρακολούθησή τους[32]. Στα γεγονότα της Σκάλας ο παπα-Νοδάρος ενοχοποίησε στην απολογία του τους Λιβαδά Γ. και Ιακωβάτο, παρόλο που παραδέχτηκε ότι δεν είχε προσωπική γνώση και πως τα άκουσε από άλλους[33].

Συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες – Εθνική πορεία – Συνέχιση διωγμών

Στις εκλογές της περίφημης Θ΄ Ιονίου Βουλής (27/28.2.1850) ο Λειβαδάς εξελέγη πρώτος (σύνολο ψήφων 1380) από τους έντεκα ομοϊδεάτες του και συνυπέγραψαν το πρώτο ψήφισμα για την Ένωση στις 26 Νοεμβρίου 1850[34]. Ο Λειβαδάς είχε ξανά ριφθεί στα δεσμωτήρια με απόφαση του Πλημμελειοδικείου στις 24 Ιουνίου 1850 γιατί τόλμησε να κρίνει τους δικαστές ότι σε κατάσχεση εκτίμησαν άδικα το σπίτι του το οποίο και τελικά έχασε[35]. Οι έντεκα Ριζοσπάστες βουλευτές απετέλεσαν αντιπολιτευτικό και αγωνιστικό τμήμα της Βουλής από όπου οι δημοκρατικές αξίες και οι αρχές του Ριζοσπαστισμού – εθνικο-ενωτικές και πολιτικο-κοινωνικές- βρήκαν τη αρμόδια έκφρασή τους μέσω μνημειωδών αγορεύσεων. Στην τελευταία συνεδρίαση της Βουλής, στην 48η, τέθηκε το περίφημο ψήφισμα: «…Η ομόθυμος στερεά και αμετάτρεπτος θέλησις του Επτανησιακού λαού, είναι η ανάκτησις της ανεξαρτησίας του και η Ένωσις αυτού με το λοιπόν έθνος του, την απηλευθερωμένην Ελλάδα…». Σχεδόν από την αρχή τής ανάγνωσής του από τον Κεφαλλονίτη Τυπάλδο Καπελέτο Δοτοράτο διεκόπη η συνεδρίαση, ακολούθησε η διάλυσή της και η προκήρυξη εκλογών για το Ι΄ Κοινοβούλιο (υπόθεση Δεκακαλπίας -1852-)[36] όπου φυσικά αποκλείσθηκαν οι Ριζοσπάστες και διαγράφηκαν από τον εκλογικό κατάλογο οι φιλελεύθεροι πολίτες. Άρχισαν και πάλι εκφοβισμοί και αμείλικτη καταπολέμηση των ηγετών των Ριζοσπαστών.

Ο Λειβαδάς, αν και απόλυτα φτωχός, παρέμενε λαμπρό παράδειγμα αγωνιστή και συγκέντρωνε δίπλα του τους φιλελεύθερους οπαδούς της Ενώσεως.

Στις 23 Απριλίου 1851 στα Πετρικάτα συνελήφθη ο Θρασύβουλος γιατί έψαλλε εθνικά τραγούδια και ύψωσε εθνικές σημαίες. Δικάστηκε στις 14 Νοεμβρίου και καταδικάστηκε σε τρίμηνη φυλάκιση. Στις 21 Νοεμβρίου όμως, το δεσμωτήριο γέμισε εντελώς από πολίτες οι οποίοι αποδοκίμασαν το άδικο[37].

Στις 17 Ιουλίου 1852, ο Γεράσιμος διαβίβασε το περίφημο εκείνο Υπόμνημα -συνταγμένο γαλλικά και ιταλικά- προς το Αγγλικό Κοινοβούλιο όπου ξεδιπλώνονταν όλες οι συνταγματικές παραβάσεις, οι πολιτικές πονηριές, οι άδικες διώξεις, αλλά και οι πανουργίες με αφορμή τις εκλογές που έγιναν στα Ιόνια. Κατέληγε φυσικά με τη σταθερή και αμετάτρεπτη θέληση των Επτανησίων για ανάκτηση της ανεξαρτησίας τους και για Ένωσή τους με το υπόλοιπο ελληνικό έθνος. Για άλλη μια φορά ο Λειβαδάς, σθεναρός και ανυποχώρητος υπέρμαχος των θεμελιακών αρχών και διακηρύξεων της ανεξαρτησίας, της αυτοδιάθεσης, της ισότητας, της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, κατέδειξε απαράμιλλη γενναιότητα και ακατάβλητη καρτερία. Υπερασπίστηκε την ιδέα της ελληνικής εθνικότητας και του ελληνικού εθνισμού του Επτανησιακού λαού και ζήτησε την επίσημη αναγνώρισή του από τον ξένο κυρίαρχο. Η οικογένεια της συζύγου του, αλλά και συγγενείς των Μεταξά Αντζουλακάτων, πρότειναν στην Άννα προσφορές στο σύζυγό της, αξιώματα και πλούτο, για να εγκαταλείψει τον αγώνα. Αυτή όμως υπερήφανα απέκρουε κάθε είδους δωροδοκία[38].

Ο Α-Δ Δεμπόνος ειδικά για τους συγγενείς του Γ. Λειβαδά στο «Οι οικογένειες των κορυφαίων ριζοσπαστών Κεφαλονιάς»[39] σημειώνει πως «οι απόγονοι του Γεράσιμου Λ(ε)ιβαδά, με κύριο συμπαραστάτη τη σύζυγό του Άννα, όχι μόνον συμμερίζονται τις ιδέες του, αλλά και αγωνίζονται γι΄ αυτές, ιδίως τα άρρενα παιδιά του, ανάμεσα στα μαχητικότερα στοιχεία του αντιπροστασιανού αγώνα… Απεναντίας όλοι οι οικογενειακοί συγγενείς, αδέλφια, ανήψια, γυναικάδελφοι και γαμπροί, όχι μόνο τον αντιμάχονται, αλλά πολλές φορές συνεργούν με τους κυρίαρχους για να τον απομονώσουν και με την οικονομική πίεση να του επιβάλουν ένα συμβιβασμό, αντίθετο προς τις αρχές του».

Στο Λονδίνο ο Sir Henry John Temple, 3ος κόμης Palmerston[40], συναντήθηκε με τον αδελφό της Άννας, Βαπτιστή Μεταξά και του ανακοίνωσε ότι το Βρετανικό Στέμμα θα αναλάμβανε να παύσει κάθε καταδίωξη εναντίον του Γεράσιμου Λειβαδά και της οικογένειάς του, να του αποδωθεί όλη η κατασχεθείσα περιουσία του και να του καταβάλλεται μεγάλη μηνιαία αποζημίωση εφ’ όρου ζωής, αρκεί να παραιτηθεί τελείως από τον αγώνα για Ένωση και να σταματήσει να δημοσιεύει άρθρα εναντίον της Αγγλίας. Ο Λειβαδάς απάντησε: «Αφήστε με ήσυχο. Θα παύσω τον αγώνα μου μόνον μετά την Ένωσιν»[41].

Ο Αρμοστής Ward όταν πληροφορήθηκε το Υπόμνημα του 1852 έπνεε μένεα κατά του Λειβαδά, στόχευσε στην παντελή εξόντωσή του, το υπόμνημα το θεώρησε ως «επίβουλον, αυθάδες, αντισυνταγματικώς υποβληθέν, και ως σύνθημα συνωμοσίας προς ανατροπήν των καθεστώτων» και του γνωστοποίησε με τον Τοποτηρητή στις 30 Μαρτίου 1853 ότι θα τον θεωρήσει -μαζί με τον γιό του Θρασύβουλο και τον Βασίλειο Πανά Δοναδάτο- «υπεύθυνον δια παν ό,τι συμβή βίαιον κατά της Κυβερνήσεως εν τη νήσω». Καθώς μάλιστα το 1854 εξερράγη επανάσταση στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία κατά των Οθωμανών με αίτημα την Ένωση με την απελευθερωμένη Ελλάδα, και με δεδομένο τον μεγάλο και πολύπλευρο αγώνα που είχε κάνει ο Γεράσιμος Λειβαδάς -και ο πατέρας του Ανδρέας- υπέρ του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα το 1821, ο Ward νομίζοντας πως θα βοηθούσε ο Γεράσιμος με θερμά κηρύγματα, επιστολές, προτροπές και παντοίους άλλους τρόπους το κίνημα αυτό, του γνωστοποίησε μέσω της Υψηλής Αστυνομίας την απειλή «ότι άμα ως διαπραχθή η ελαχίστη κατά των Τούρκων βιαιοπραγία, θα φυλακισθή εκείνος και θα εξορισθή εις Αντικύθηρα, μένων εκεί εφ’ όσον ο Ουάρδος διατελεί αρμοστής»[42].

Ο Λειβαδάς, βλέποντας πως δεν θα γλύτωνε επόμενη εξορία, αποφάσισε να μεταβεί στην Αθήνα όπου και δημοσιογράφησε διαμαρτυρία κατά της Προστασίας και κατά του Ward με ημερομηνία 8 Απριλίου 1853. Ήδη μετείχε σε μυστικές εταιρείες, μέρος της δράσης των οποίων ο Ward γνώριζε[43]. Τότε συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν οι δυο γιοι του Θρασύβουλος και Όθων αφού ο τελευταίος αναγκάσθηκε να διακόψει τις σπουδές του στην Αθήνα. Ο πατέρας όμως δεν υποχώρησε, αλλά συνεχώς βομβάρδιζε την Προστασία με πύρινα κείμενα εναντίον της, η δε μητέρα για να παράσχει τα αναγκαία στους γιούς της, αναγκάσθηκε να εκποιήσει τα υπόλοιπα πολύτιμα αντικείμενα που είχε. Ο Θρασύβουλος εξορίσθηκε στα Αντικύθηρα για οκτώ μήνες, ο δε Όθων φυλακίσθηκε και υποβλήθηκε σε αυστηρές ανακρίσεις, ενώ παράλληλα δόθηκαν κι εγγυήσεις[44].

Μέλος ο Γεράσιμος της ΙΑ΄ Ιονίου Βουλής, αρνήθηκε το 1857 τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις του Gladstone γιατί επιβουλεύονταν δολερά την αυτονομία και την ανεξαρτησία των Ιονίων. Συνέχισε δε να τις αρνείται και στο ΙΒ΄ Ιόνιο Κοινοβούλιο μαζί με τους Κ. Λομβάρδο, Θεόδωρο Καρούσο, Σταμ. Πυλαρινό και άλλους. Στη Βουλή αυτή διχάστηκαν στα περί του ενωτικού θέματος, κι ο πολιτικός αυτός διχασμός φάνηκε πλέον καθαρά στο επόμενο Κοινοβούλιο, όταν υπεγράφη η Ένωση. Ανέλαβε χρέη προσωρινού Προέδρου και μόλις κατέλαβε την έδρα έκανε σημαντικότατη δήλωση ανακεφαλαιώνοντας την πολιτική του ομολογία και το σύστημα των πολιτικών του αρχών: «… ωρκιζόμην ως ακλόνητος ριζοσπάστης … ως πιστός χριστιανός Ορθόδοξος της Ανατολικής Εκκλησίας και ως καθαρός Έλλην το γένος… επισημοποιώ το ό,τι με όλην την παρρησίαν και θάρρος ενθουσιωδώς εξέφρασεν ο Επτανησιακός λαός απέναντι του εκτάκτου απεσταλμένου εντίμου κυρίου Γλάδστωνος… άλλο τι δεν θέλει και δικαιωματικώς απαιτεί, ειμή την ένωσίν του με την Ελευθέραν Ελλάδα, την άμεσον παύσιν της Προστασίας, και την απελευθέρωσιν όλης της Ελληνικής φυλής. Συμμορφούμαι, αναγνωρίζω και επισημοποιώ την πράξιν του Δεκάτου Κοινοβουλίου, δι ης απερρίφθησαν αι κατηραμέναι εκείναι μεταρρυθμίσεις, προταθείσαι υπό του άλλοτε αντιπροσώπου της Προστασίας Ουάρδου… επί τέλους δεν θέλω λείψη επί του οικοδομήματος τούτου να εξακολουθήσω παντοίαις δυνάμεσι την εθνικήν μου και ριζοσπαστικήν μου πορείαν, προς ταχείαν πραγματοποίησιν της Ελευθερίας ημών».

Εν μέσω της πολιτικής του δράσης, ο Γεράσιμος το 1859 εκλέχθηκε παμψηφεί επίτιμος πρόεδρος στο Institut dAfrique[45] και του απεστάλη Μετάλλιο και δίπλωμα τιμητικό σε μεμβράνη. Η τιμητική αυτή διάκριση ήλθε ως αποτέλεσμα της δήλωσης που έκανε ως πρόεδρος της Βουλής, και των πύρινων άρθρων του τα οποία δημοσιεύονταν και σε εφημερίδες πολλών κρατών της Ευρώπης. Ένα από τα ωραιότερα άρθρα του ήταν το «Διαίρει και Βασίλευε» που το αφιέρωσε στην Αγγλία[46].

Στο τελευταίο Ιόνιο Κοινοβούλιο, το ΙΓ΄, εξελέγη και πάλι βουλευτής και στην Β΄ Εθνική Συνέλευση στην Αθήνα εξελέγη πληρεξούσιος Κεφαλληνίας. Τότε υπεγράφη η Ένωση, την οποία οι Ριζοσπάστες επεδίωκαν ως «αναφαίρετο και αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα του Επτανησιακού λαού» [47]. Στη χρονική αυτή καμπή παρουσιάσθηκε –χωρίς να γίνεται ξεκάθαρη- η διαφορά Ριζοσπαστών, Μεταρρυθμιστών και Ενωτιστών[48].

Το Ριζοσπαστικό κίνημα εξήλθε, όπως ο Η. Ζερβός Ιακωβάτος σημειώνει «εκ των σπλάγχνων του λαού και έχον τα φρονήματα, τας ανάγκας και τας δοξασίας αυτού… ήτο κάτι τι πλέον υψηλόν, πλέον ισχυρόν, πλέον απόρθητον. Ήτο λαός, ηθική δύναμις, ήτο κοινή γνώμη».

Οι Μεταρρυθμιστές εξαρτούσαν την Ένωση από τις Μεγάλες Δυνάμεις και τις συγκυρίες και πρότειναν μεταρρυθμίσεις τις οποίες οι Ριζοσπάστες έκριναν ως συμβιβασμό και συνθηκολόγηση.

Οι δε Ενωτιστές επεδίωκαν την Ένωση με ικεσίες προς την βασίλισσα.

Ως εκ τούτου, οι εθνικοί στόχοι που οραματίστηκαν και για τους οποίους έκαναν τόσους αγώνες οι Ριζοσπάστες, δεν στέφθηκαν με την επιτυχία που οι ίδιοι περίμεναν, γεγονός που φάνηκε σχεδόν δώδεκα χρόνια μετά την Ένωση όταν ξένες δυνάμεις διαχειρίζονταν την ελληνική πολιτική σκηνή που έβριθε από συγκρούσεις μεταξύ ντόπιων υποστηρικτών διαφορετικών πολιτικών ιδεών και κομμάτων, όταν η πολιτική ζωή και οι αρχές είχαν εξαθλιωθεί και είχε αρχίσει να φαίνεται η άλλη όψη, η αρνητική. Τότε όμως ο Λειβαδάς δεν ζούσε.

(Συνέχεια στο επόμενο)



[1] Αδελφός του ήταν ο Ευάγγελος, γνωστός αγωνιστής Πατρών και μέλος της Φιλικής Εταιρίας (βλ. Φιλήμων «Απομνημονεύματα Γερμανού Παλαιών Πατρών», σελ. 103). Από την ίδια οικογένεια ήταν και ο ήρωας του Μεσολογγίου Κωνσταντίνος.

[2] Ο γάμος τους έγινε στις 11 Απριλίου 1790. Κατά τον Ρίζο Ραγκαβή η Ρεγγίνα ήταν κόρη του Μένεγου (ή Μαρίνου) Χωραφά, βλ. Libro d’ Oro, σελ. 194 στον Οίκο Χωραφά (Corafa). Οι Χωραφά με τους Λειβαδά ενώθηκαν και σε άλλη μια επιγαμία. Η Αικατερίνη Λειβαδά, ανηψιά του Γερασίμου, παντρεύτηκε στις 23 Απριλίου 1832 τον Μάρκο Χωραφά (26/5/1800-1/3/1858) κι απέκτησαν 9 τέκνα (βλ. στον ίδιο σελ. 203).

[3] Ο οίκος Λειβαδά (Λιβαδά) είναι βυζαντινός και ανέδειξε ανώτατους αξιωματούχος στον στρατό και στη διοίκηση (στρατηγούς και πρωτοβεστιάριους). (Για το θέμα αυτό μίλησε ο Διευθυντής του Βυζ. Μουσείου Μηλαπιδιάς κ. Κώστας Στάβερης στο Ληξούρι, 29/5/2013 καλεσμένος της Ένωσης Απόστρατων Αξιωματικών και ο ίδιος δημοσίευσε σχετικά στο Κεφαλονίτικη Πρόοδος, τ. 23, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2017). Κλάδος των Λειβαδά, μετά την Άλωση, εγκαταστάθηκε στην Κρήτη -περιοχή Σελίνου στα Χανιά. Και άλλος, μέσω Πελοποννήσου (Μορέα) εγκαταστάθηκε στον Αγκώνα Θηναίας. -Μαρτυρούνται ως κάτοχοι κτημάτων στον Apanu Ancona από τον 16ο αι-. Πατέρας του Γεράσιμου ήταν ο Ανδρέας, αδελφοί του ο Χαράλαμπος και ο Διονύσιος, δικηγόροι και οι δυο, θείος του ο Σπυρίδων (πατέρας του Δημητρίου – ημ. βάπτισης 4 Μαΐου 1774- και του Γεωργίου -ημ. Βάπτισης 4 Οκτωβρίου 1780-), και παππούς του ο Δημήτριος Λειβαδάς, νομικός και μεγαλοκτηματίας της περιοχής. Ο Δημήτριος ήταν αδελφός του Στέφανου, του Γεωργίου, του Αλέξανδρου και του Κωνσταντίνου. Όλοι αυτοί ήταν παιδιά του Ανδρέα Λειβαδά, ήδη γηγενούς της περιοχής. Η οικογένεια δεν εμφανίζεται στο Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264.

Για σχέση της οικογένειας με την Στερεά Ελλάδα δεν προκύπτει, μέχρι στιγμής, από κανένα αρχείο. Μόνον ο Η. Τσιτσέλης αναφέρει μια παράδοση την οποία, ως σημειώνει, του είπε ο δάσκαλος Σπ. Λειβαδάς. Σύμφωνα με αυτήν η οικογένεια κατάγεται από τη Λειβαδιά (συμπέρασμα προφανώς λόγω ετυμολογίας;). Το πρόθεμα ή το τοπωνύμιο «Λιβαδ…» είναι κοινότατο κι απαντά σε όλες ανεξαιρέτως τις περιοχές της Ελλάδας.

Ο Τσιτσέλης σημειώνει πως η οικογένεια συγκαταλέγετο στις προνομιούχες επί Βενετοκρατίας (Κεφαλ. Σύμμικτα, Α΄, σελ. 303 βλ. και Μοσχόπουλος Γ. Ιστορία της Κεφαλλονιάς, Τ. Α΄, σελ. 179 –περιοχή Θηνιάς- όπου κατατάσσεται η οικογένεια στις προνομιούχες του 1638). Μέλη της οικογένειας εμφανίζονται στους ευγενείς επί Επτανήσου Πολιτείας (Το Libro d’ oro της Κεφαλονιάς του 1799, Κατερίνα Φ. Ζαρίδη, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Μελετών, Αργοστόλι 2006).

Η αρχική γραφή του ονόματος είναι με «ει» -τουλάχιστον έτσι απαντά στο Βυζάντιο-. Η μετατροπή του σε «ι» προέρχεται πιθανόν από το γεγονός της συχνής χρήσης του επωνύμου με λατινικούς χαρακτήρες καθώς όλοι οι νομικοί της εποχής εκείνης, λόγω σπουδών τους σε πανεπιστήμια της Δύσης, έγραφαν κι υπέγραφαν με τον τρόπο αυτό (A. Livadas, G. Livadas ).

[4] Ο Α-Δ Δεμπόνος για τον χαρακτηρισμό «άρχοντες» σημειώνει: «… αναφέρεται μάλιστα πως η οικογένεια επί Ενετών ανήκε στις προνομιούχες χωρίς μέχρι σήμερα τούτο να πιστοποιείται επίσημα και, καθόλου απίθανο, να αποτελεί μετακατασκεύασμα για λόγους γοήτρου (υποσ. 64 στην ίδια σελίδα 61: Οι Λιβαδάδες είναι ίσως από τις μοναδικές οικογένειες κορυφαίων ριζοσπαστών χωρίς τίτλους και οικόσημο, γεγονός που παρά την ιδεολογική τοποθέτηση, τους δημιουργούσε μια κατάσταση μειονεξίας απέναντι στους τιτλούχους συναγωνιστές τους). Πάντως κατά τη διάρκεια της [προ]περασμένης εκατονταετίας οι Λ(ε)ιβαδάδες θεωρούνται «άρχοντες» με την έννοια των μεγαλοκτηματιών που έχουν κάτω από την επιρροή τους μεγάλες μάζες εξαρτημένων αγροτών. Βλ. Α-Δ Δεμπόνος, Οι οικογένειες των κορυφαίων ριζοσπαστών της Κεφαλονιάς, Δελτίον Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρίας Ελλάδος, Τ. 7, Αθήναι 1988, σελ. 61-64.

[5] Διατριβή Κ. Ξένος (εντός του «Υπομνήματος» του Λειβαδά, 1852) σελ. 32.

[6] O κ. Ν. Μαραγκάκης σημειώνει άλλο έτος στο δημοσίευμά του με τίτλο: «Το αρχείο οικογένειας του Ριζοσπάστη Γερασίμου Λιβαδά – Πληροφορίες για την ζωή και την δράση του» (σελ. 287-315) στα Πρακτικά του Η΄ Πανιόνιου Συνεδρίου που έγινε στα Κύθηρα τον Μάϊο του 2006. Όμως, αρκετές χρονολογίες που αναφέρονται μέσα αντίκεινται της λογικής. Ως παράδειγμα φέρω (σελ. 290) γέννηση του Γερ. Λιβαδά 2-4-1853. Αλλού (σελ. 296) έτος γέννησης 1879. Ημερομηνία βάπτισης της συζύγου του Άννας Μεταξά 12-7-1850 (σελ. 290). Αλλά και λάθος εγγραφές σε γενικότερα θέματα όπως π.χ. αναγράφεται –και μάλιστα δις (σελ. 296) ένα Libro d’ Oro του 1899 –προφανώς θα εννοείται αυτό που συντάχθηκε έναν αιώνα ακριβώς ενωρίτερα-. Ως εκ τούτου προχωρώ μόνον βάσει της βιβλιογραφίας που αναφέρω στο τέλος ή και στις παραπομπές.

[7] Μολφέτας Ιωάννης, Κεφαλλήνες Νομικοί ΙΗ και ΙΘ αιώνων, Περιοδικό ΗΩΣ, Περίοδος Τρίτη, Έτος 5ο, Αρ. 58-60, Αθήναι 1962, σελ. 79. Ο Μολφέτας αποκαλεί –ανάμεσα σε άλλους χαρακτηρισμούς- τον Λειβαδά «ασύγκριτο Αγωνιστή και Πατριώτη».

[8] Ο Αρκάς πολιτικός Χαρ. Βοζίκης αναφέρει στα απομνημονεύματά του: «Δι’ εμέ και την οικογένειά μου είναι πρόσωπον ιερόν διότι ο πάππος μου Χ. Βοζίκης, οπλαρχηγός, μας εδιηγείτο συχνά ότι ο μέγας Εθνικός ανήρ, ο πρώτος Ριζοσπάστης Γεράσιμος Λειβαδάς, ο θαρραλέος των θαρραλέων, έσωσεν τους γέροντας και τα γυναικόπαιδα της οικογενείας ημών, όπως και πολλούς άλλους συμπολίτας, από βέβαιον θάνατον, κατά την Εθνεγερσίαν του 1821. Ο μεγαλόκαρδος ούτος ανήρ εφιλοξένησεν τούτους στοργικώς εν τω Μεγάρω του επί μίαν τριετίαν, ότε κατέφυγαν ούτοι πρόσφυγες, εις την εύανδρον και φιλόξενον Νήσον Κεφαλληνίαν».

[9] Το βεβαιώνει ο William Ewart Gladstone στο πόνημά του «Το ελληνικόν στοιχείον εν τω ανατολικώ ζητήματι», ως ο Τσιτσέλης σημειώνει βλ. Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. Α, σελ. 295.

[10] Διατριβή Κ. Ξένος (εντός του «Υπομνήματος» του Λειβαδά, 1852), σελ. 33.

[11] Δεμπόνος Α-Δ., Πειθαρχική Προστασία, σελ. 207, υποσ. 14.

[12] Τα σχετικά έγγραφα υπάρχουν στα ΓΑΚ και τα αναφέρει ο Α-Δ Δεμπόνος στην «Πειθαρχική Προστασία», σελ. 206-214, στον Παρνασσό, Τ. 20ος, 1978 και Τ. 23ος, 1981. Το θέμα αυτό παραμένει μη μελετημένο ακόμη και σήμερα σε βάθος (πλήθος στοιχείων σε ΓΑΚ Κεφαλληνίας, ΓΑΚ Κέρκυρας και σε σειρά βιβλίων με δημοσιεύσεις αποφάσεων διάφορων ποινικών υποθέσεων κατά το διάστημα της Αγγλοκρατίας).

[13] Γρατσιάτος Π., Βιογραφία, σελ. 28-29.

[14] Καθιέρωση ριζοσπαστικών όρων έγινε μετά το 1849 (Βερύκιος Σπύρος, Ιστορία των Ηνωμένων Κρατών των Ιονίων Νήσων, Αθήναι 1964, σελ. 252 με υπότιτλο: «Το ριζοσπαστικόν κόμμα»).

[15] Δρ. Κοσμέτος Βαλσαμάκης, άριστος ποινικολόγος, γιος του επίσης δρ. Μαρίνου Βαλσαμάκη. Το παρανόμι «Αρματωμένος» ήταν οικογενειακό του. Στο προσκήνιο της ιστορίας εμφανίζεται το 1803 σε ηλικία 23 ετών. Στην αρχή είχε με τον Γεράσιμο Λειβαδά οικονομικές σχέσεις, όμως μετά τα γεγονότα του 1830 όπου και οι δυο αντιμετώπισαν κατηγορία «αργυρώνυτου πράκτορα της Προστασίας» με την κυκλοφορία πολιτικών σατιρικών ποιημάτων εναντίον των αρχών, οι δυο νομικοί δέθηκαν με δεσμά φιλίας. Επιπλέον, στάθηκε με κάθε τρόπο δίπλα στον αδύναμο να ελέγξει την προσωπική του περιουσία Γ. Λειβαδά όταν οι χρεώστες του, με την ευκαιρία των συνεχών εξοριών του και την ανάγκη ρευστού που είχε, του αφήρεσαν σχεδόν όλη την περιουσία.

[16] Διατριβή Κ. Ξένου (εντός του «Υπομνήματος» του Λειβαδά) σελ. 35.

[17] Χειρόγραφο του Γ. Πεταλά με τίτλο: «Ο πρωτεργάτης του Εθνικού Αγώνος, Ριζοσπάστης Γεράσιμος Λιβαδάς», αντίγραφο του οποίου έχω στη συλλογή μου. Μου δόθηκε από την δασκάλα Μαριάνθη Γαλιατσάτου-Αννίνου η οποία είχε το πρωτότυπο. Το εξέδωσα στην πολιτιστική επετηρίδα Οδύσσεια, τ. 2006, σελ. 22-24, σε Αφιέρωμα για τον Λειβαδά.

[18] Ήταν ο Παναγής Κεφαλάς.

[19] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 15-16.

[20] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 18.

[21] Η μελέτη των εν λόγω εγγράφων από τον Αγγελο-Διονύση Δεμπόνο, φέρνει στην επιφάνεια συγκλονιστικά στοιχεία (βλ. σχετικά Α-Δ Δεμπόνος στη Βιβλιογραφία).

[22] Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 97.

[23] Reclamo του Ανδρέα Γ. Λειβαδά. Το φέρνει στην επιφάνεια η Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 92.

[24] Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 97.

[25] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 20-22.

[26] Ο καιρός ωριμάζει τα φρούτα – μέσπολες.

[27] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 22-23.

[28] Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 234.

[29] Μεταφέρθηκαν στις 10 (ή 20) Μαρτίου 1849. Μ. Παξιμαδοπούλου-Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 191-192.

[30] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 23.

[31] Δεμπόνος Α-Δ., Πειθαρχική Προστασία, σελ. 234. Ή αν είναι κάποια από τα Ριζοσπαστικά Άσματα που έχει μελετήσει κι έχει στην κατοχή του ο Γεράσιμος Σ. Γαλανός, δεν έχουν ταυτοποιηθεί.

[32] Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 193.

[33] Παξιμαδοπούλου Σταυρινού, Εξεγέρσεις, σελ. 219.

[34] «Από το βήμα της Θ` Ιονίου Βουλής οι Ριζοσπάστες βουλευτές απαίτησαν: Την κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών και το σεβασμό του οικογενειακού ασύλου, την κατάργηση της εκμετάλλευσης των ασθενέστερων εισοδηματικών τάξεων από την ξενόδουλη κληρονομική αριστοκρατία, την ισόνομη κατανομή των φορολογικών βαρών, την κατάργηση των απάνθρωπων αγροληπτικών σχέσεων, την απελευθέρωση της ιδιοκτησίας των αγροληπτών, την κατάργηση της τοκογλυφίας και του αναγκαστικού πλειστηριασμού, την αμισθί δημοτική εκπαίδευση, την εισαγωγή του ορκωτού συστήματος στις ποινικές υποθέσεις, την κατάργηση των προνομίων και των αυθαιρεσιών της υψηλής αστυνομίας. Χαρακτηριστικά, επί του προκειμένου, επισημαίνουμε προτάσεις και νομοσχέδια, που υποβλήθηκαν στην Θ` Ιόνιο Βουλή από τους Ριζοσπάστες βουλευτές: Για την παύση του αποκλεισμού του εκλογικού δικαιώματος μετά την εκπλήρωση της ποινής, για την εξάλειψη της διαφοράς προσόντων μεταξύ εκλογέων και εκλόγιμων, για την απελευθέρωση της ιδιοκτησίας των αγροληπτών, την τροπολογία του αναγκαστικού πλειστηριασμού, για την κατάργηση του δικαιώματος της προτιμήσεως, για την κατάργηση του ανατοκισμού, με τον οποίο εμψυχώνονταν η τοκογλυφία, για την προσωπική ασφάλεια των βουλευτών, για την ελάττωση του δασμού επί της εξαγωγής μερικών εθνικών προϊόντων, του λαδιού, της λιανοσταφίδας και την κατάργηση του δασμού στο κρασί, για την ατομική ελευθερία και κατά της υψηλής αστυνομίας “υπό το τρομερόν όνομα της οποίας, κατά Ζερβόν, υπονοούνται παραβιάσεις οικιακών ασύλων, φυλακίσεις, εξορίας ότι πας καταδιωγμός άνευ δίκης και άνευ εγκλήματος”, για την κατάργηση της κεφαλικής ποινής σ’ όλα τα εγκλήματα, πολιτικά και ιδιωτικά, για την καθιέρωση της καθολικής ψήφου, και άλλα» σημειώνει ο αείμνηστος δρ. Σπύρος Λουκάτος στο έργο του: «Ο Ριζοσπαστισμός, το ριζοσπαστικό κόμμα, το ριζοσπαστικό κίνημα στα χρόνια του αγγλικού προτεκτοράτου των Επτανήσων, 1815-1864», Έκδοση Δήμου Αργοστολίου, 2010, σελ. 88-89.

[35] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 28.

[36] Α-Δ Δεμπόνος, Τα πλαίσια της δεκακαλπίας, Κεφαλληνιακά Χρονικά, Τ. 7ος, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι, 1998, σελ. 339-389.

[37] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 30.

[38] Γρατσιάτος Παύλος, Βιογραφία, σελ. 3.

[39] Σελ. 64, βλ. Βιβλιογραφία.

[40] Home Secretary (1852-1855) και μετέπειτα πρωθυπουργός (1855-1858 και 1859-1865).

[41] Γρατσιάτος Π. Βιογραφία, σελ. 30.

[42] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Α΄, Λειβαδάς Γεράσιμος σελ. 294-303.

[43] Παξιμαδοπούλου – Σταυρινού Μιράντα, Εξεγέρσεις, Κεφάλαιο Δ΄, σελ. 103-116.

[44] Γράτσιατος Π., Βιογραφία, σελ. 32.

[45] Κέντρο για κατάργηση της δουλείας «φιλάνθρωπο και εκπολιτιστικό» με αρχική έδρα το Παρίσι, το οποίο κατέγραφε και τα της Αφρικής (γεωγραφία, ιστορία, πολιτική, οικονομία, κοινωνία, πολιτισμοί κ.α.) και που μέχρι σήμερα υφίσταται και χωρίζεται σε επιμέρους Ινστιτούτα. Λέγεται Institut fondamental d’Afrique noire (IFAN), είναι ερευνητικό, έχει έδρα το Dakar (Σενεγάλη), και διεδέχθη το 1966 το Institut français d’Afrique noire.

[46] Θεοδωροπούλου Λιβαδά Β., Γεράσιμος Λιβαδάς

[47] Φυλλάδιο στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη με στοιχεία καταλογράφησης H.G.iii, 9v2, No 15 και τίτλο «τα της 26ης Νοεμβρίου 1850».

[48] Λουκάτος Σπύρος, Η Επτανησιακή Πολιτική Σχολή των Ριζοσπαστών, Σύνδεσμος Φιλολόγων Κεφαλλονιάς – Ιθάκης, Αργοστόλι 2009 και Αλισανδράτος Γ. Γ. (βλ. βιβλιογραφία)