Είναι η πόλη στην οποία αποφασίστηκε ότι η Βραζιλία θα γινόταν η μοναδική χώρα που θα μιλούσε την πορτογαλική γλώσσα στον Νέο Κόσμο, δηλαδή στην Αμερική. Εκεί όπου έγινε η μεγάλη μοιρασιά.
Με την πρώτη ματιά η Τορντεσίλα, η μικρή πόλη στις όχθες του ποταμού Duero, στην ισπανική επαρχία Βαλαντολίντ, με το ιστορικό κέντρο, την καλά διατηρημένη πλατεία Plaza Mayor και τους μεσαιωνικούς ναούς της, μοιάζει μάλλον συνηθισμένη.
Κι όμως. Το όνομα της, από το Σάο Πάολο μέχρι την Καρταχένα, σε όλη την Κεντρική και Νότια Αμερική, είναι πασίγνωστο.
Γιατί η μικρή Τορντεσίλα έχει τη δική της μεγάλη θέση στην Ιστορία, καθώς εδώ, το 1494, Ισπανοί και Πορτογάλοι διαμοίρασαν τον κόσμο. Για την ακρίβεια το Βασίλειο της Καστίλης και η Πορτογαλία μοίρασαν μεταξύ τους τη γη που δεν είχαν ακόμη βρει.
Αποτέλεσμα αυτής της μοιρασιάς που έγινε πίσω στον μακρινό Μεσαίωνα είναι το γεγονός ότι η Βραζιλία είναι η μοναδική χώρα της Αμερικής που ομιλεί την πορτογαλική.
Η εξαιρετικής σημασίας τοποθεσία της Τορντεσίλα θεωρήθηκε ιδανική για τις διαπραγματεύσεις και τελικά, την υπογραφή της Συνθήκης της Τορντεσίλα «καθώς βρισκόταν στο σταυροδρόμι σημαντικών κόμβων», όπως εξηγεί μιλώντας στο BBC, ο Angel Zalama, καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Βαλαντολίντ και διευθυντής του Κέντρου Ιβηρο – Αμερικανικών Σχέσεων της Τορντεσίλα. «Στην πόλη υπήρχε επίσης, παλάτι…»
Αλλά η παρουσία βασιλικών διαμερισμάτων και το γεωπολιτικό πλεονέκτημα της πόλης, δεν ήταν οι μόνοι λόγοι για τους οποίους οι καθολικοί μονάρχες, Ισαβέλλα της Καστίλης και Φερδινάνδος της Αραγονίας τη διάλεξαν.
Όπως λέει ο Ricardo Piqueras Céspedes, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, η καστιλιάνικη αυτή πόλη που συνδέθηκε ιστορικά με την Πορτογαλία, είχε πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Τη συνόδευαν «τίτλοι», όπως «επιφανής», «εστεμμένη», «πιστή», «ευγενής». «Κατά τον 14ο αιώνα, ζούσε εκεί η βασίλισσα Μαρία της Πορτογαλίας και το βασιλικό βρέφος Μπεατρίς. Συνεπώς, η επιλογή ήταν μία κίνηση αμιγώς πολιτικού χαρακτήρα, προκειμένου οι Πορτογάλοι να αισθανθούν περισσότερο άνετα, να νιώθουν ότι πατούν σε «γνώριμο έδαφος».
Η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος είχαν λόγους να κατευνάσουν την Πορτογαλία. Παρά το γεγονός ότι οι συζητήσεις κράτησαν δύο μήνες, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1494, η Συνθήκη της Τορντεσίλα αποδείχθηκε μία χρονοβόρα, γεμάτη αβεβαιότητα διαδικασία, με την απειλή του πολέμου να ελλοχεύει και την Ισπανία να ανησυχεί σφόδρα για τις κατακτήσεις της στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ο δρόμος για τη διαπραγμάτευση των όρων της Συνθήκης στην πραγματικότητα άνοιξε από ένα τυχαίο γεγονός, όταν ο Ισπανός εξερευνητής Χριστόφορος Κολόμβος επιστρέφοντας από το παρθενικό του ταξίδι (σε αυτό που νόμιζε ότι ήταν η Ινδία), έπεσε σε καταιγίδα και έριξε άγκυρα κοντά στη Λισαβόνα, οπότε εκ των συνθηκών αναγκάστηκε να μοιραστεί τα νέα των ανακαλύψεων του πρώτα με τον Ιωάννη τον Β, Βασιλιά της Πορτογαλίας.
Πεπεισμένος ότι τα νέα νησιά συμπεριλαμβάνονται στη Συνθήκη Alcáçovas-Toledo του 1479, η οποία έδινε στην Πορτογαλία τα εδάφη νότια των Καναρίων Νήσων, ο Ιωάννης Β δήλωσε την κυριαρχία του επί των νέων εδαφών. Εντωμεταξύ όμως, ο Ισπανός θαλασσοπόρος, συνεργάτης του Κολόμβου και καθ’ όλα σεβαστός πλοίαρχος Μαρτίν Αλόνθο Πιθόν, κατάφερε να οδηγήσει το πλοίο του στην Ισπανία, στέλνοντας αμέσως αγγελιαφόρους στη Βαρκελώνη για να ανακοινώσουν τα νέα για τη νέα γη στους μονάρχες. Ο Φερδινάδος και η Ισαβέλλα έστειλαν με τη σειρά τους απεσταλμένους στον Πάπα Αλέξανδρο τον VI.
Από τη Βαλένθια (τότε μέρος του Βασιλείου της Αραγωνίας) και ως εκ τούτου σημείο ισπανικών συμφερόντων, ο Πάπας εξέδωσε τρία διατάγματα.
Ένα εξ αυτών -της 4ης Μαΐου 1493, το Inter Caetera- ακύρωνε τη Συνθήκη του Alcácovas-Toledo. Αντί για τον παράλληλο διαχωρισμό -η συνθήκη διαιρούσε τον Ατλαντικό μεταξύÂ Πορτογαλίας και Ισπανίας κατά μήκος μιας οριζόντιας γραμμής- ο Πάπας όρισε την κάθετη οριοθέτηση των συνόρων από τον έναν πόλο στον άλλο. Οι Πορτογάλοι ήταν οργισμένοι.
Εκτός του ότι έχαναν τα νέα νησιά, δεν είχαν πλέον κανένα περιθώριο ελιγμών στα ταξίδια τους προς την Αφρική, καθώς το όριο ήταν μόλις 320 μίλια δυτικά του Πράσινου Ακρωτηρίου. «Οι Πορτογάλοι ήθελαν να διατηρήσουν τις αποικίες τους στην Αφρική και τα νησιά τους στον Ατλαντικό» εξηγεί ο Zalama. «Η γραμμή, το νέο σύνορο ήταν γι’ αυτούς ένα σοκ, καθώς αδυνατούσαν να ταξιδέψουν ελεύθερα. Για να πλοηγηθεί ένα καράβι χρειάζεται ευνοϊκούς ανέμους και συχνά για να τους βρει ο καπετάνιος έκανε μεγάλους κύκλους. Με το διάταγμα αυτό κάθε ελιγμός ήταν αδύνατος, όπου κι αν πήγαιναν θα βρίσκονταν σε καστιλιάνικο έδαφος».
Οι διπλωματικές σχέσεις Ισπανίας – Πορτογαλίας διαταράσσονται. Καμία πλευρά δεν ήθελε πόλεμο, αλλά οι αρμάδες παρέμεναν σε ετοιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια των συνομιλιών. Μέσα Σεπτεμβρίου 1493, ο Κολόμβος αναχωρεί για το δεύτερο ταξίδι του υποσχόμενος στους βασιλείς του πληροφορίες που θα βοηθούσαν στις διαπραγματεύσεις. Πράγματι, τον Απρίλιο του 1494, στέλνει χάρτη με τις ανακαλύψεις του.
Αλλά επειδή δεν ήξερε τι είχε κάνει ο Πάπας, παραποιεί τον χάρτη. Στην πραγματικότητα ο Κολόμβος πείραξε, μεταθέτοντας αρκετές μοίρες προς τα βόρεια, το γεωγραφικό πλάτος της Ισπανίας (σήμερα, Ταϊτή / Δομηνικανή Δημοκρατία) και τοποθετώντας τον στον ίδιο παράλληλο με τα Κανάρια Νησιά, προκειμένου να διασφαλίσει την ισπανική κυριαρχία σύμφωνα με τη Συνθήκη Alcáçovas-Toledo.
Αλλά τη στιγμή που φτάνει ο χάρτης του Κολόμβου, οι Πορτογάλοι έχουν ήδη αποδεχθεί την κατακόρυφη κατάτμηση.
Ανησυχώντας κυρίως για τη δυνατότητα πλεύσης προς την Αφρική, ο Πάπας ζητά η γραμμή να μετακινηθεί στα 1.185 μίλια δυτικά του Πράσινου Ακρωτηρίου.
Με τη συμφωνία αυτή η Πορτογαλία παίρνει ό,τι βρίσκεται στα ανατολικά της γραμμής- τα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου και τις ακτές της Αφρικής- ενώ η επικράτεια της Ισπανίας αναπτύσσεται δυτικά και περιλαμβάνει τις νέες ανακαλύψεις του Κολόμβου. Επειδή ο χάρτης του Κολόμβου δεν κατέγραφε κανένα νέο έδαφος από την πορτογαλική πλευρά της νέας οριοθέτησης, ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα συμφώνησαν.
Ακόμη τότε ουδείς γνώριζε ότι η νέα γραμμή διέσχιζε την άκρη της Βραζιλίας, που σημαίνει ότι τοποθετούσε την ανατολική ακτή της –συνεπώς όλη τη χώρα- στην επικράτεια της Πορτογαλίας.
Το 1500, ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Πέδρο Άλβαρες Καμπράλ, επικεφαλής ναυτικής μοίρας, απέπλευσε για την Αμερική. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, έφτασε στις ακτές της Βραζιλίας, της οποίας εξερεύνησε ένα τμήμα και το προσάρτησε στο στέμμα της Πορτογαλίας. Τους αιώνες που ακολούθησαν η Πορτογαλία επεκτάθηκε στην ενδοχώρα και έτσι, η Βραζιλία έγινε η μοναδική χώρα στην Αμερική που μιλά πορτογαλικά.
«Για την συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων Βραζιλιάνων η Συνθήκη της Τορντεσίλα σημαίνει ότι το πορτογαλικό στέμμα θα μπορούσε εν δυνάμει να έχει στην κατοχή του άγνωστα εδάφη της Δύσης» λέει η Ana Paula Torres Megiani, καθηγήτρια Ιβηρικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. «Αλλά, αποτελεί επίσης μία σημαντική ιστορική στιγμή που βοηθά στην κατανόηση των σχέσεων κυριαρχίας και ηγεμονίας της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο».