Σε πολιτικό –αλλά και ουσιαστικό– επίπεδο απομένει η ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement – MDCA) για πέντε –ή και περισσότερα– χρόνια, αντί της ετήσιας ισχύος που έχει αυτήν τη στιγμή.
Στις ελληνοαμερικανικές επαφές που πραγματοποιούνται διαρκώς, σε πολλαπλά επίπεδα, τους τελευταίους μήνες η διάθεση για ανανέωση της συμφωνίας, και μάλιστα για περισσότερα του ενός χρόνια, επαναλαμβάνεται διαρκώς.
Ένα σκέλος της καθυστέρησης αφορά το πιθανό πολιτικό κόστος και ένα δεύτερο τα ανταλλάγματα που ζητάει η Αθήνα.
Για την Ουάσιγκτον είναι εξαιρετικά δύσκολη η παραχώρηση αντιτορπιλικών Arleigh Burke, τα οποία φέρουν πυραυλικά συστήματα Aegis.
Αυτού του είδους τα πλοία δεν έχουν ενταχθεί στην κατηγορία του πλεονάζοντος πολεμικού υλικού (EDA–Excess Defense Articles) των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων και δεν θα μπορούσαν να παραχωρηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο στην Ελλάδα.
Υπενθυμίζεται πως τα ελικόπτερα τύπου «Καϊόβας» μεταφέρονται στην Ελλάδα ακριβώς μέσω EDA, που είναι ένα πρόγραμμα το οποίο απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά έχει γίνει δίαυλος για παραχώρηση υλικού και σε ισχυρές οικονομίες όπως το Ισραήλ.
Γίνεται απολύτως σαφές ότι δίχως την απαραίτητη οικονομική δυνατότητα, η Ελλάδα δεν μπορεί να εξασφαλίσει ειδικούς όρους ούτε για τα πέμπτης γενιάς αεροσκάφη F-35, παρά την καλή αμερικανική διάθεση να διευκολύνουν τις διαδικασίες που αφορούν την αρχική προώθηση του αιτήματος, αλλά και τη θετική αντιμετώπιση από τη γραφειοκρατία.
Στα πλέον σαφή και ήδη ορατά αντισταθμιστικά ωφελήματα θα πρέπει να θεωρείται η έμμεση –αλλά ουσιώδης– αμερικανική βοήθεια στην αναβάθμιση του ναυστάθμου Κρήτης, στη γεωπολιτική θέση και την επιχειρησιακή αξία του οποίου το ΓΕΕΘΑ και το ΓΕΝ έχουν επενδύσει σημαντικά.
Από αρκετούς εκτιμάται, επιπλέον, ότι η Αθήνα πρέπει να κινηθεί στην κατεύθυνση της ενίσχυσης από τις ΗΠΑ σε μικρότερα αλλά τακτικής σημασίας οπλικά συστήματα, η τεχνολογική εξέλιξη των οποίων είναι ταχύτατη, όπως τα drones ή τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Σε γενικές γραμμές, εκτιμάται πως από ένα σημείο και έπειτα η σχέση Ουάσιγκτον – Αθήνας, λόγω της κατάστασης στην περιοχή, έχει αποκτήσει μια δυναμική ανεξάρτητη από τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Εξακολουθούν να υπάρχουν και προς τις δύο πλευρές του Ατλαντικού φόβοι για πιθανή εξαγωγή της άλλοτε αυξημένης, άλλοτε μειωμένης έντασης μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας, ωστόσο γενικά εκτιμάται ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ένα αγκυροβόλιο σταθερότητας για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι η συνάντηση των κ. Τραμπ και Ερντογάν την προηγούμενη εβδομάδα κατέδειξε με τρόπο ανάγλυφο για όσους διαθέτουν εμπειρία τις δυνατότητες, αλλά και τους περιορισμούς της Τουρκίας.
Όπως ανέφεραν, ο κ. Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι η απόφαση για στήριξη των Κούρδων από τους Αμερικανούς είναι δεδομένη, ωστόσο αρχίζει να διαμορφώνεται ένα πλαίσιο στήριξης της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, το οποίο θα μπορούσε να λάβει μορφή σε μια πιθανή επιχείρηση με στόχο –μετά την εκδίωξη του ISIS– τον ίδιο τον Άσαντ.
Ήδη στη στρατιωτική επιτροπή του ΝΑΤΟ συζητήθηκε το ενδεχόμενο ενεργότερης συμμετοχής του ΝΑΤΟ σε επιχειρήσεις κατά του ISIS και αναμένεται να φανεί εάν κάτι τέτοιο λάβει πιο σαφή χαρακτηριστικά στη σύνοδο των ηγετών της Συμμαχίας την Πέμπτη.
Παρά τη μείωση της ρητορικής –τουλάχιστον– έντασης (με τις ΗΠΑ, διότι στο στόχαστρο της Άγκυρας παραμένει το Βερολίνο), στο εσωτερικό της Τουρκίας έχει έλθει ξανά στην επιφάνεια η ρητορική περί ανάγκης στροφής στην Ανατολή, μακριά από την επιρροή της Δύσης.
Στην Τουρκία έχει αρχίσει να διακινείται (όχι για πρώτη φορά) και μια εγχώρια εκδοχή «Ευρασιατισμού».
Έμπειροι διπλωμάτες αναφέρουν ότι από τη ρητορική ώς την πράξη υπάρχει μεγάλη απόσταση.
Και πρόσθεταν ότι το μέτωπο του κ. Ερντογάν με τη Δύση είναι περισσότερο επικοινωνιακό και λιγότερο ουσιαστικό.
Και ανέφεραν ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τα 300 ταξίδια που έκανε ως πρωθυπουργός (2003-2014) στο εξωτερικό.
Εξ αυτών, οι περισσότερες επισκέψεις πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία (16), στις ΗΠΑ (15) και στις Βρυξέλλες, όπου εδρεύει η Ε.Ε. (13). Τέταρτη χώρα στη λίστα με 12 επισκέψεις είναι το γειτονικό Αζερμπαϊτζάν και η Ρωσία, καταλήγει η «Καθημερινή».
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 22/5/2017, Tribune