Λ. Κωνσταντινίδης: ΔΙΑ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΝ ΤΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ (Πολιτικός θεσμός στην Κύπρο)

α) Ὑποτεθείσθω ὃτι ἡ οἰκία ἑνός ἡλικιωμένου ἢ ζεύγους ἡλικιωμένων, ἡλικίας π.χ. 66 – 70 ἐτῶν, χρειάζεται κάποιας ἐπιδιορθώσεις καί ἀπαιτοῦνται πρός τοῦτο €5.000,=, τάς ὁποίας τό ζεῦγος ἐπιθυμεῖ νά ἀποπληρώσῃ μέ δόσεις ἐντός 3 – 5 ἐτῶν. Ἀπ’ ὃ,τι πληροφοροῦμαι οἱ ἡλικιωμένοι αὐτοί οὐδόλως θά δυνηθῶσι νά ἐξασφαλίσωσι τήν δανειοδότησιν, τήν ὁποίαν ζητοῦσιν. Eἲτε ἀποταθοῦσιν εἰς τόν Ὀργανισμόν Στέγης εἲτε εἰς τά χρηματο-οἰκονομικά ἱδρύματα. Ἡ ἀπόρριψις τῆς αἰτήσεώς των εἶναι βεβαία.

Ὁ λόγος εἶναι ὃτι αἱ Διευθύνσεις τῶν ὡς ἂνω Ἱδρυμάτων ἀντί νά ἐξετάσωσι τήν φερεγγυότητα τῶν οἰκονομικῶν ἐξασφαλίσεων πού θά τούς προσφέρουσιν οἱ ἡλικιωμένοι καί κατά πόσον αἱ ἐξασφαλίσεις των ἒχουσιν ἰσχυρά ἐχέγγυα, οὒτως ὣστε τό δανειοδοτοῦν Ἳδρυμα νά εἶναι πλήρως ἐξησφαλισμένον διά τάς πληρωμάς μέχρι τῆς ἐξοφλήσεως τοῦ δανείου, ἒστω καί ἐν περιπτώσει θανάτου τῶν ἡλικιωμένων, ἡ πρώτη ἐρώτησις τήν ὁποίαν στερεοτύπως θέτουσιν οἱ Ὀργανισμοί αὐτοί εἶναι: «Πόσων ἐτῶν εἶσθε;» Ὃταν δέ ἀκούσωσιν, ὃτι ἡ ἡλικία τῶν αἰτούντων εἶναι ἂνω τοῦ ὁρίου ἀφυπηρετήσεως, ἢτοι τῶν 65 ἐτῶν, τότε πάραυτα ἀπορρίπτουσι τόν αἰτοῦντα ἂνευ οἱασδήποτε ἂλλης σκέψεως. Οὐδείς ἐνδιαφέρεται ἐάν σύν τῷ χρόνῳ χωρίς τάς ἀναγκαίας ἐπισκευάς ἡ οἰκία τῶν ἡλικιωμένων θά καταρρεύσῃ ….

β) Καί ἓν δεύτερον παράδειγμα: Ὑποτεθείσθω ὃτι εἷς ἡλικιωμένος, δηλ. ἂτομον τοῦ ὁποίου ἡ ἡλικία ὑπερέβη κάπως τό ὃριον ἀφυπηρετήσεως τῶν 65 ἐτῶν, ζητήσει νά ἀλλάξῃ τό αὐτοκίνητόν του, τό ὁποῖον χρησιμοποιεῖ ἀπό πολλῶν ἐτῶν καί χρειάζεται πλέον ἀντικατάστασιν. Δέν ἀναφέρομαι εἰς καινουργές ἀκριβώτερον αὐτοκίνητον, ἀλλ’ εἰς ἓν ὂχημα «δεύτερον χέρι» πού εὑρίσκεται εἰς πολύ καλήν κατάστασιν καί τιμᾶται περίπου €3.000,= – € 5.000,=. Ἀπευθύνεται λοιπόν ὁ ἡλικιωμένος εἰς τά χρηματο-οικονομικά ἱδρύματα διά μίαν ἐνοικιαγοράν μερικῶν ἐτῶν, π.χ. 3 – 5 ἐτῶν. Νομίζετε ὃτι θά τοῦ ἐγκριθῇ ἡ πρᾶξις αὐτή; Κάθε ἂλλον. Ὁ Διευθυντής τοῦ ἱδρύματος, προτοῦ κἂν ἐξετάσῃ τήν φερεγγυότητα τοῦ ἡλικιωμένου καί τήν ἰσχυρότητα τῶν ἐχεγγύων του, θά τοῦ δώσῃ τήν γνωστήν στερεότυπον ἀπάντησιν: «Εἶσθε ἂνω τοῦ ὁρίου τῶν 65 ἐτῶν καί δέν  μποροῦμεν νά σᾶς παραχωρήσωμεν οἱονδήποτε δάνειον ἢ νά δεχθῶμεν νά χρηματοδοτήσωμεν τήν ἐνοικιαγοράν σας!».

Παρόμοια παραδείγματα εἶναι πάμπολλα μέ μικράς παραλλαγάς κατά περίπτωσιν. Τό γεγονός ὃμως εἶναι καί παραμένει ἓν: Ὃτι ὁ ἡλικιωμένος κατατάσσεται ἢ μᾶλλον ὑποβαθμίζεται ὑπό τῶν ἀνωτέρω οἰκονομικῶν ἱδρυμάτων εἰς πολίτην δευτέρας κατηγορίας, δηλ. θεωρεῖται ἀμέσως ἂτομον ἐξωφλημένον καί ἂνευ οὐδεμιᾶς οἰκονομικῆς ἀξίας εἰς τήν κοινωνίαν ἀνεξαρτήτως τῆς περιουσίας πού ἒχει καί τῆς ἐν γένει φερεγγυότητός του.

Πιστεύω δέ ὃτι εἰς αὐτά τά οὐσιαστικά θέματα πρέπει νά ἐπικεντρῶνται οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἡλικιωμένων εἰς τήν «Βουλήν τῶν Γερόντων», ἡ ὁποία ἐδημιουργήθη ὑπό τῆς πολιτείας μᾶλλον διά κολακευτικούς πρός τούς ἡλικιωμένους σκοπούς παρά πρός ἐξύψωσιν ἢ ἒστω διατηρήσεως τῆς ὑπολήψεώς των ἐν τῇ κοινωνίᾳ. Δυστυχῶς δέν πρέπει οἱ ἒχοντες κάποιαν ἡλικίαν νά αὐταπατώμεθα, καθ’ ὃτι τά μόνα τά ὁποῖα ἐπιζητεῖ καί ἐπιδιώκει ἡ κοινωνία ἀπό αὐτούς (ἡμᾶς) καί τά ὁποῖα διατηροῦσιν ἀκόμη ἀνέπαφα οἱ ἡλικιωμένοι, παρ’ ὃλην τήν ἡλικίαν των, εἶναι ἀφ’ ἑνός ἡ ἰσχύς τῆς ψήφου των διά τήν ἐκλογήν τῶν ἑκάστοτε ἐκπροσώπων τῶν κομμάτων, βεβαίως ὁ καθείς διά τό κόμμα εἰς τό ὁποῖον ἀνήκει, καί ἀφ’ ἑτέρου διά τήν πληρωμήν κάθε εἲδους φόρων, κρατικῶν, δημοτικῶν, κοινοτικῶν κτλ.

Εἶναι λοιπόν εἰς χεῖρας τῆς Βουλῆς τῶν Γερόντων νά ἐπιδιώξῃ καί τήν οἰκονομικήν διεύρυνσιν τοῦ ἐκτοπίσματος καί τῶν οἰκονομικῶν δικαιωμάτων τῶν ἡλικιωμένων, διότι δυστυχῶς εἰς αὐτούς τούς τομεῖς οἱ ἡλικιωμένοι ἀπό ἐτῶν ἒχουσι τεθῆ εἰς τό περιθώριον…

Εὐχαριστῶν διά τήν φιλοξενίαν,

Λάμπης Γ. Κωνσταντινίδης

Υ.Γ. Εἶναι αὐτονόητον ὃτι ὁ γράφων δέν ἀναφέρεται εἰς τό παρόν ἂρθρον εἰς ὑπεργήρους.

Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 7.2.2017