Ευρυδίκη Λειβαδά: Θεομηνίες στην Κεφαλλονιά

«Άμα ο τσόνης λαλάη το χειμώνα, χιόνι προμηνύεται»[1]. «Όταν τα χελιδόνια φεύγουν ενωρίς, προμηνύουν βαρυχειμωνιά», ακόμα και το πώς κοιμάται ο σκύλος «εάν ίδωσιν αυτόν τεντωμένον προβλέπουσι καλόν χειμώνα, εάν δε κουλουριασμένον, βαρυχειμωνιά» [2]. Αλλά και τα σύννεφα, το φεγγάρι, το ύψος της στάθμης της θάλασσας, το χρώμα της και τόσα άλλα γέννησαν μετεωρολογικές δοξασίες η ενδιαφέρουσα καταγραφή των οποίων καλύπτει αναμφίβολα πλειάδα σελίδων.

Ο καιρός είναι αυτός που ρύθμιζε και ρυθμίζει την παραγωγή της γης, την υγεία, την κοινωνική κατάσταση, την εγκατάσταση πληθυσμών σε έναν συγκεκριμένον τόπο ή και την απομάκρυνσή τους. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι αυτά που επηρέασαν ακόμα και εκβάσεις μαχών όπως π.χ. την αναπάντεχη καταστροφή πάνω από 20.000 λεγεωνάριων του Ουάρου το 9 μ.Χ. όταν στο πεδίο της μάχης, εκτός από τους Τεύτονες πολεμιστές, είχαν να αντιμετωπίσουν και μια φοβερή καταιγίδα που τους έσπρωξε τσακισμένους στους Γερμανούς εχθρούς τους για να τους αποτελειώσουν, ή την νίκη του Ρωσικού χειμώνα επί των στρατευμάτων τόσο του Ναπολέοντα, όσο και του Χίτλερ σχεδόν δυο αιώνες μετά. Η αποφασιστικής σημασίας απόβαση στην Νορμανδία διετάχθη από τον Αϊζενχάουερ όταν ο τελευταίος πληροφορήθηκε από τον προϊστάμενο της Αμερικανικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας τις καιρικές συνθήκες που υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες να ίσχυαν στην συγκεκριμένη περιοχή. Και η τύχη ήταν τελικά με το μέρος του.

Σήμερα ο άνθρωπος πήγε ακόμα πιο πέρα από την πρόγνωση του καιρού: προσπαθεί τον να ελέγξει και να τον τροποποιήσει ανάλογα με το συμφέρον του. Γνωστή είναι η προσπάθεια των Κινέζων κατά τους πρόσφατους Ολυμπιακούς Αγώνες να επηρεάσουν τον καιρό με στόχο να «καθαρίσει»η μολυσμένη ατμόσφαιρα και να προκληθούν βροχές σε μέρες που δεν πραγματοποιούνταν αθλήματα. Γνωστή επίσης είναι και η προσπάθεια των Αμερικανών να επηρεάσουν τον καιρό ενώσω τα στρατεύματά τους εισέβαλαν στο Αφγανιστάν. -Δεν γνωρίζω τελικά εάν οι προσπάθειες αυτές έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα-.

Δεν είναι λίγες οι φορές που σε παλαιά χειρόγραφα βιβλία απαντάμε διάφορες σημειώσεις γεγονότων, άσχετων με το θέμα που παρουσιάζεται, που απλώς κίνησαν το ενδιαφέρον του συγγραφέα. Έτσι έχουμε π.χ. σε εκκλησιαστικά βιβλία γραμμένους κατάδεσμους, πληροφορίες για συμβάντα, για παράξενα και απρόβλεπτα καιρικά φαινόμενα που προξένησαν ζημιές και τόσα άλλα, η επιλεκτική καταγραφή και μελέτη των οποίων, εξεταζόμενη από ποικίλες σκοπιές, καθίσταται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Οι σεισμοί που έχουν σημειωθεί στην Κεφαλλονιά –τουλάχιστον αυτοί που είχαν μεγάλο μέγεθος και που είχαν ως επίκεντρο το νησί ή παρακείμενη περιοχή- ακολουθούνταν από «περίεργα»φαινόμενα –και καιρικά- ή «περίεργα»φαινόμενα προηγούνταν του κυρίως σεισμού. Υπάρχει μαρτυρία πως ο σεισμός της 30ης Σεπτεμβρίου 1636 των 7,2 R[3] προκάλεσε τσουνάμι, και από την καταστροφή των σιτηρών «επηκολούθησαν δειναί νόσοι και πενία»[4].

Ο σεισμός της 1ης Αυγούστου 1658 κατεβύθισε «λόφο τινά μετ’ εκκλησίας»[5].

Στις 28 Αυγούστου 1714 από το έδαφος «ανέβλυσε θερμόν ύδωρ»μετά από τον σεισμό 6,4 R[6].

Στις 18 Φεβρουαρίου 1723 ο σεισμός που είχε μάλλον επίκεντρο στην Λευκάδα και μέγεθος 6,7 R[7] «επήγε να χαλάσουν τα σπίτια και όλη νύχτα δεν εσταματήσανε. Εστράφη η θάλασσα προς την ξηράν και υπήγεν οπίσω»[8].

Οι σεισμοί των ετών 1736, 1743 και 1752 είχαν σαν αποτέλεσμα και την έκλυση θείου από ορισμένα φρέατα[9].

(11 και) 22 Ιουλίου 1767: ισχυρός σεισμός 7,2 R[10] ισοπεδώνει κυρίως το Ληξούρι και μολύνονται τα νερά με τραγικά αποτελέσματα για τον πληθυσμό[11].

Εκτός όμως από τις σεισμικές περιόδους, στην Κεφαλλονιά είναι ιστορικά καταγεγραμμένα αναφορικά με τα καιρικά φαινόμενα και τα εξής:

Τον Δεκέμβριο του 1437 μεγάλη και πολυήμερη τρικυμία αναγκάζει τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Β΄ Παλαιολόγο και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ να καταφύγουν στο Φισκάρδο[12].

Το έτος 1670 ήταν τραγικό για την Κεφαλλονιά. Η γη δεν κάρπισε και ακολούθησε «δεινή σιτοδεία», καθώς και «θάνατοι εκ στερήσεων»[13].

Στις 28 Ιανουαρίου 1687 «ξημερώνοντας σάββατον έκαμεν ένα άνεμον πονέντε τόσον δυνατόν, οπού έβγαλεν έξω πολλά οψάρια η θάλασσα και δεν το ενθυμούνται οι άνθρωποι»[14].

Στις 27 Μαρτίου 1723 «ήλθε πολλή ακρίδα, εστάθη έως τας 2 του αλωναριού, εχάλασε τα αμπέλια, μοσχάτα, σταφίδες, βαμβάκια. Μοσχάτα έγιναν βουτσιά 400, σταφίδα μιλλ. δυο, βαμβάκια ολιγώτατα»[15].

Στις 20 Σεπτεμβρίου 1729 «εις τας πέντε ώρας της ημέρας έπεσε χαλάζι, το κάθε κλωνί εφτά ογγιές και εκράτησε μια ώρα και ετσάκισε τα κεραμίδια και επέρναμε συχώρεσι ένας τον άλλον και ελέγαμε πως δεν είναι άλλη ώρα» σημειώνει ο παπά-Κονταρίνης στο ημερολόγιό του. Τον ίδιο χρόνο στις 2 Φεβρουαρίου είχε πλήξει την Κεφαλλονιά σεισμός μεγέθους 6,4 R, «οπού εμαύρισαν οι άνθρωποι και έκαμναν δέκα ημέρας να φάνε ψωμί …»[16].

Το 1738 στις 26 Φεβρουαρίου έπεφτε πυκνό χιόνι στο Αργοστόλι για 24 ώρες συνεχώς[17].

Το 1743 τον σεισμό ακολούθησε ξηρασία συνοδευόμενη από εκπληκτικά φαινόμενα και από μερική πτώση των πύργων και των προμαχώνων του Κάστρου του Αγίου Γεωργίου που χτυπήθηκαν από καταστρεπτικό κεραυνό[18].

Στις 25 Δεκεμβρίου του 1765 «ημέρα Πέμπτη, τες έξι όρες της νικτός, έκαμε ένα χαλάζι που εις το χορίο, όθεν έκαμε το χορίο και όλι στη Σταλαμιές όπου εχάλασε τα δέντρα κε σπαρμένα. Τόσο πολί έκαμε κε χοντ(;) πράγμα. Αρεβάρισε έος τα Φραγγάτα. Εσκότοσε τα πουλιά. Όλα. Ακόμα κε λα[γ]οί (;) εβρέθισαν σκοτομένα και ψόφια. Τον αυτόν χρόνον τες 10 Μαγιού έκαμε τες πεντε όρες της ημέρας τόσον άνεμορειπήν. Οργησθήκανε. Εγκρέμισε τα περισσότερα δέντρα, ελιαίς κε επίλιπα κε το καμπαναργιό της εκλισίας μας κε τζακιστήκε κε η μια καμπάνα. Έκαμε ένα χαλάζι που δεν έμινε σταφίλι κε σταφίδα να φάι άνθροπος. Τον Ιούλιον έκαμε ένα σησμόν κε είπανε να έπεσε το τρίτον μέρος της πόλεος κει πλακοθικανε εξίντα χιλιάδαις (sic) άνθροποι. Αυτός ο χρόνος επέρασε με πολαίς βροχαίς … Ιερεύς Θεόδωρος γέγραφα»[19].

Στις 20 Μαΐου του 1766 ισχυρότατη καταιγίδα «χτύπησε»την Κεφαλλονιά. «Σφοδροτάτη τρικυμία. Εξερριζώθησαν δένδρα και κατέπεσαν κωδωνοστάσια και οικίαι, έγιναν ναυάγια και διήρκεσε η μεγάλη δύναμις του ανέμου ώρα σχεδόν. Κατ’ άλλην πηγήν ο κυκλών, εκριζώσας δένδρα, μετέφερεν αυτά εις μακρυνά διαστήματα. Περί της σπανίας ταύτης καταιγίδος εύρομεν: Βάνω στην ενθύμησι του καθενός πως σταις 4 ώραις της ημέρας, ώρα γεύματος, ήρτε ένας έμπος με βροχήν από την μπάντα του γαρμπή, και μας εξεκεράμωσε τα σπίτια. Εφαίνετο ότι ο Θεός ήθελε να μας χαλάση και πάλιν μας εσπλαχνίσθηκε, εμάς την Κατωγή και όχι άλλην περιοχήν, ήγουν ετούτα τα πέντε χωρία Χαυριάτα, Βουνί, Μαντζαβινάτα, Ιλάρους και Μιχαλιτσάτα’. Η καταιγίς συνέβη 52 ημέρας προ του σεισμού»[20].

Στις 27 Μαρτίου 1813 μεγάλη κακοκαιρία και εν συνεχεία καύσωνας ισχυρός κατέστρεψαν τα πάντα[21].

Στις 8 Οκτωβρίου 1816, εξ αιτίας μεγάλης σιτοδείας, μεταφέρεται στο Αργοστόλι και στο Ληξούρι το Ιερόν Σκήνωμα του Αγίου Γερασίμου. Ισχυρός παγετώνας την άνοιξη και παράλληλα καυστικός ήλιος κατέστρεψαν ολοσχερώς τα δημητριακά[22].

17 Δεκεμβρίου 1820 «του αγήου διονυσίου έκαμε 4 ώρες να ξιμερόσι έναν σισμόν φωβερόν οπού εστοχαστίκαμε πος είναι το τέλος του κώσμου … εχαλάστικαν 1406 σπίτια, άνθροποι ολίγι εσκοτόθισαν εδώ ης Κεφαλονιά…. μα το μεγάλο κακό εστάθη το φοβερώ χαλάζη οπού ολιμερίς έπεφτε σαν καρίδια χοντρά.». Ο ίδιος παπάς, ο Γεράσιμος Τσιμάρας, στον Άγιο Νικόλαο στα Φαρακλάτα σημειώνει εν συνεχεία:

«Στες 27 του Ιαννουαρίου 1821 του Αγήου Ιοάννου ττου Χρισοστόμου άρχισε ένας αγέρας γρέγος λεβάντε οπού εστοχαστήκαμε πος είναι το τέλος του κώσμου. Εχάλασε τόσες ελίες ό.. δεν ημπορό να τες περιγράψω. Ετούτο μόνων ηξέρο πος τες εκκλησίες μας της εχάλασε ένα κόρτο από τες ελιές τις»(;)[23].

12 Μαΐου 1822: Ο Napier γράφει πως ισχυρότατη καταιγίδα «χτύπησε» την Κεφαλλονιά. Στην 1 και 2 Αυγούστου έπνευσαν ιδιαίτερα καυτοί άνεμοι. «Το θερμόμετρο υπό σκιά 98ο»[24].

Στις 9 και 10 Αυγούστου 1823 ο αέρας ήταν καυτός και έπνεε από Β-ΒΑ[25].
Ο χειμώνας του 1824 ήταν βαρύτατος για την Κεφαλλονιά. «Δεινότατη πενία. Ο τότε ύπαρχος Π. Καρύδης εντολή της Κυβερνήσεως, διένειμε τρόφιμα και έλαβε φιλάνθρωπα μέτρα υπέρ των πασχόντων»[26]. Για το ίδιο θέμα ο
Napier πληροφορεί πως στις 24 Φεβρουαρίου έπεσε χαλάζι και χιόνια στα Α και ΝΑ του νησιού[27].

25 Ιανουαρίου 1829, «ημέρα Παρασκευή, όρες 10, βάνω εις ενθύμισιν ότι την σίμερον έπεσε μιαν αστροπή επάνου εις το καμπαναριό εδώ εις Μαυράτα εις τιν Παναγία και το εγγρέμισε όλο και μέρος από την εκκλησία»[28].

Τον ίδιο χρόνο ο Napier γράφει πως ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς και έπεφτε πολύ χιόνι, ακόμη και στο Αργοστόλι. Πολλά χωριά αποκλείστηκαν για μέρες, ενώ κατέπεσαν στέγες και γκρεμίστηκαν σπίτια από το βάρος του χιονιού[29].

Στις 11 Σεπτεμβρίου 1832 «ημέρα κιριακή, εχοιώνισε στο μεγάλω βουνών και έξω. Εις ενθύμοισιν, Ιωαννίκιος …Κύπριος έγραφα το παρόν» στα Κουρκουμελάτα[30].

17 Απριλίου 1840: «Ημέρα της Διακαινησίμου, Τετάρτη, ώρα 11 π.μ. ήτο πολύ σκότος από το μέρος το δυτικόν. Έπεσε μετά βροντής χάλαζα ως είδος αμυγδάλου και καρυδίου, ενωμένη με σφοδρότατον αέρα και ραγδαίαν βροχήν. Φόβος και τρόμος ήλθεν εφ’ ημάς την ώραν εκείνην, στοχαζόμενοι την του Θεού αγανάκτησιν εις ημάς. Τούτο ηκολούθησε δια δυο ώρας και έκαμε πολύν αφανισμόν εις το μέρος του Ληξουρίου εις όλους τους κάμπους, κήπους, αμπέλια και σταφίδες και όλα τα δένδρα οπού καρποφορούν. Δεν άφησε τίποτε από πράσινο, και γεμάτα που ήσαν πριν, έμειναν ξύλα, κάψαλα και έρημα, μη έχοντας περιπλέον ελπίδα να δώσουν καρπόν»[31].

1857: «Εποχήν αφήκεν η μεγάλη απάντων των καρπών ευφορία αλλά συνάμα και η καταστροφή αυτών υπό ραγδαιοτάτων συνεχών βροχών κατά τον τρυγητόν και την ηλίασιν»[32].

Τον Δεκέμβριο του 1866 στα Νικολοβάρβαρα και ειδικότερα μεταξύ 5 και 7, «τριήμερος σφοδροτάτη τρικυμία, η φουρτούνα τ’ Αι-Νικολάου, έμεινεν αλησμόνητος και παροιμιώδης. Τριάκοντα έξ μεγάλα και μικρά πλοία ερρίφθησαν εις την ακτήν Αγίων Θεοδώρων Κραναίας και την παραλίαν των Αγίων Αποστόλων του Ληξουρίου. Άνεμος βορειοανατολικός. Όλα σχεδόν τα ακάτια συνετρίβησαν ή κατεποντίσθησαν. Τα φορτία του σίτου, βραχέντα και ηλιασθέντα εις τας πλατείας, επωλούντο δια την φθοράν εις τιμάς ευτελεστάτας. Κωδωνοστάσια κατέπεσαν. Δένδρα πολλά εξερριζώθησαν. Στέγαι οίκων ανηρπάγησαν. Η αγορά Ληξουρίου επληρώθη θαλασσίου ύδατος, εισρεύσαντος και εις τα εργαστήρια και πολλά ενεγκόντος ζημίας εις τα εμπορεύματα»[33].

Ο παπάς στην Υπεραγία Θεοτόκο στα Καρδακάτα σημειώνει για το ίδιο γεγονός: «1866, Δεκεμβρίου 6, του Αγίου Νικολάου. Την νύκτα έκαμεν μια τρικιμία εις την θάλασσα, … ζημία εις ελαιόδενδρα εις το νισή της Κεφαλονίας, και άλλα δένδρα εις εκατόν χιλιάδας ………. στέριση ψομιού και τι ακολούθισε αυτή η τρικιμία …. δεκατρία κομάτηα καράβια φορτομένα όλλα σίτο…»[34].

Τον επόμενο μήνα, 23 Ιανουαρίου 1867 έγινε μεγάλος σεισμός 7,4 R «ο καταστρεπτικώτατος της νήσου»που τον ακολούθησαν «περίεργα φυσικά φαινόμενα» κατά Τσιτσέλη. -«Δριμύτατον ψύχος και ημέραι βροχερώταται»-[35]. «Σεισμός μέγας έγινε εις Κεφαλληνίας εις τους 1867 Ιανουαρίου 23 οπού σχεδόν κατεστράφη όλη η Νήσος και πολύ περισσότερον το δυστυχές Λειξούριον, τα Καραντινάτα, τα Κωργιάνα και πολλά άλλα χωρία της Νήσου τούτης. Νικόλαος ιερεύς Διακρούσης, Μη γένοιτο Κύριε εις τους αιώνας τουούτον μέγα κακόν. Νικόλαος ιερεύς Σφαέλος»[36].

Ιούλιος του 1871. «Βόρειον σέλας. Το ήμισυ του ουρανού προς βορράν ήτο υπέρυθρον και έχον ραβδώσεις φωτεινάς από του ορίζοντος προς τα άνω. Ουδείς ενεθυμείτο ή εγνώριζεν εκ παραδόσεως όμοιον φαινόμενον. Οι πολλοί ετρόμαξαν, πολλαί δε και περίεργοι ήσαν αι εξηγήσεις του πράγματος, υπό των απλοϊκωτέρων κυρίως»[37].

Η χρονιά του 1875 είχε ακραία φαινόμενα. Από την μια ήταν πολύ βροχερή. Έβρεχε 129 μέρες. Μόνον ο Ιούλιος και ο Αύγουστος ήταν εντελώς άνυδροι. Η ξηρασία κράτησε 78 μέρες. Τον δε Δεκέμβριο έβρεχε συνεχώς για 26 μέρες. Τον ίδιο χρόνο παρουσιάστηκε μεγάλο ψύχος τον Μάρτιο[38].

Την χρονική περίοδο (1873-1877) που ο Πάρτς συνέγραψε την Γεωγραφική Μονογραφία του για την Κεφαλλονιά παρατήρησε τα εξής: «Χωρίον τι Παλαιόσπιτα υψηλά υπέρ αυτήν (ενν. κοιλάδα της Αβύθου) κείμενον επί της κλιτύος της ανατολικής πλευράς της κοιλάδος εγκατελείφθη ένεκα της υπερβολικής θερινής θερμότητος και οι κάτοικοι μετώκησαν προς το σημερινόν Διγαλέτον (υ), οπόθεν και νυν η κοιλάς η υπεράνω της Αβύθου καλλιεργείται»[39].

3-4 Νοεμβρίου 1896. «Έκτακτος καταιγίς, επενεγκούσα πολλάς ζημίας. Ομοίως τη 6η και 12η του μηνός»[40].

Ιανουάριος του 1898. Παρατηρήθηκε πολυήμερος απομάκρυνση «των θαλασσίων υδάτων από την παραλίαν, όπερ σπανίως συμβαίνει». Και στις 14 του μηνός «πρωτοφανής πήξις των υδάτων του εν Ληξουρίω ποταμίου ένεκα ψύχους»[41]. Πράγματι, κατεγράφη θερμοκρασία 3,3ο κάτω από το 0[42]. Τέτοια θερμοκρασία δεν είχε παρατηρηθεί στο διάστημα μεταξύ 1894 και 1970[43].

3 Οκτωβρίου του 1899. Μεγάλη τρικυμία αναγκάζει τον αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμο να προσωρμισθεί στο Ξι [44]. Τον δε Αύγουστο του ίδιου χρόνου μετρήθηκε απόλυτα ελάχιστη θερμοκρασία 11ο [45] .

1 Ιουλίου 1900: «… τοιαύτη δυστυχία. Ούτε άλωνας είχομεν, ούτε εργάτας, γενική νέκρωσις και απελπισία. Τα κτήματα έρημα και ξηρά, αποπνέοντα βαρείαν δυσώδη οσμήν»[46].

15-21 Ιουλίου 1901: «Ασυνήθης θερμοκρασία. Βαθμοί 34 Κελσίου. Άνεμος πνιγηρότατος. Το ύδωρ εν δοχείοις υπό σκιάν εθερμαίνετο». Σημ. για την εποχή οι 34 βαθμοί καταγράφονται ως «ασυνήθιστοι»[47].

Την άνοιξη του 1905 οι κάτοικοι των Σουλλάρων βρέθηκαν σε τραγική κατάσταση. Σχετικά απευθύνουν αίτημα για βοήθεια «Προς τους κ.κ. Αλκιβιάδην, Βασίλειον και Μαρίνον Βαλλιάνον εκτελεστάς της διαθήκης του αειμνήστου Π. Βαλλιάνου. Εν Ιλάροις της 15η Μαρτίου 1905. Οι κάτοικοι του χωρίου Ιλάρων του Δήμου Παλέων.

Δια της παρούσης μας γνωρίζομεν υμίν ότι την νύκταν της Δευτέρας προς την Τρίτην αρξαμένου μηνός Μαΐου χάλαζα μετά καταιγίδος καταπεσούσα εν τη περιοχή του χωρίου μας κατέστρεψε τέλεον τας τε αμπέλους και σταφιδαμπέλους, τας εν τη αυτή κειμένας, ως και πάντα τα λοιπά προϊόντα επενεγκούσα εις ημάς τους κτηματογεωργούς ανυπολογίστους ζημίας.

Η ενσκήψασα αύτη πανωλεθρία εις ολοκλήρους πεφυτευμένας εκτάσεις δια την καλλιέργειαν των οποίων υπέρογκοι κατεβλήθησαν δαπάναι και τόσοι ιδρώτες έρρευσαν, επερχομένη κατόπιν αλλεπαλλήλων εκ του περονοσπόρου και της υποτιμήσεως του μόνου προϊόντος μας, της σταφίδος, μεγάλων ζημιών, συνεπλήρωσε το έργον της καταστροφής καταλιπούσα ημάς και μεθ’ ημών τας ατυχείς και δυσμοίρους οικογενείας μας εν εσχάτη πενία και απογνώσει και αποστερήσασα ημάς και αυτού του άρτου, τον οποίον μετά τόσων κόπων και θυσιών ηδυνάμεθα μόλις ν’ απολαμβάνωμεν εκ του καταστραφέντος προϊόντος μας…

Εν τη απογνώση ημών όθεν αναλογιζόμενοι ότι ο οίκος Βαλλιάνου και άλλοτε εις παρομοίας περιστάσεις οσάκις πληθυσμοί έπαθον εκ παρομοίων θεομηνιών έσπευσε πατρικώς και αξιεπαίνως να παράσχη την πολύτιμον αυτού αρωγήν δι΄όπως υπό μυριάδων στομάτων αναπέμονται μύριαι προς τον ύψιστον ευχαί υπέρ της ψυχής του αειμνήστου Παναγή Βαλλιάνου και ευημερίας των επιζόντων μελών του οίκου Βαλλιάνου, έγνωμεν να απευθυνθώμεν προς υμάς την παρούσαν επί τη ελπίδι ότι, … προσέλθητε αρωγοί εις τας οικογενείας μας απειλουμένας εκ των στερήσεων της εσχάτης πενίας, πεποιθότες ότι πράτετε ύψιστον φιλανθρωπικόν έργον, ημείς δε οι απόκληροι της ειμαρμένης θα ευγνωμονώμεν δια βίου. Διατελούμεν μετά του προσήκοντος σεβασμού και υπολήψεως»[48].

Ιούλιος του 1908: «Φοβερά λειψυδρία μαστίζει την Πάλη. Εξηράνθησαν όλα τα φρέατα. Το ύδωρ πωλείται. Ουδέποτε οι κάτοικοι ενθυμούνται τοιούτον τι. Ιουλίου 29-31. Σεισμοί περιστροφικοί και μετά βοών, αλλά ασθενείς»[49].

22 Μαρτίου 1909. «Σφοδροτάτη θύελλα και κυκλών. Κατεστράφησαν τα παραλιακά κτήματα. Εξερριζώθησαν πολλά δένδρα και εγένετο εκ της τρικυμίας καθίζησις εις τρία μέρη του κρηπιδώματος της προκυμαίας εν Ληξουρίω»[50].

Το έτος 1911 έδωσε κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Ιούλιο και Αύγουστο απόλυτα μέγιστες θερμοκρασίες. Αντίστοιχα έχουμε: 35ο, 33,5ο, 48,5ο, 43ο [51].

Ο Δεκέμβριος του 1915 έδωσε μέγιστη θερμοκρασία 25ο. Τέτοια θερμοκρασία δεν είχε καταγραφεί από το 1894 έως το 1970[52].

Τον τραγικό Αύγουστο του 1953 ακολούθησαν «πρωτοφανείς κακοκαιρίες και 3.000 μετασεισμοί»[53].
Το 1965 τον Οκτώβριο είχαμε απόλυτα ελάχιστη θερμοκρασία (από το 1894 έως το 1970) 2ο [54].

Το 1968 τον Απρίλιο η απόλυτα ελάχιστη θερμοκρασία (από το 1894 έως το 1970) ήταν 2ο [55].

Τα τελευταία χρόνια συνεχίζουν στην Κεφαλλονιά να συμβαίνουν βίαια καιρικά φαινόμενα, όπως την άνοιξη του 1989 όταν κυκλώνας «χτύπησε» από βορρά το Αργοστόλι. Ξεκεράμωσε σπίτια, ξερίζωσε σειρά δένδρων στην Κρανιά, πήρε στέγες από αγροτικές εγκαταστάσεις, αλλά και τον Μάϊο του 2004 όταν τσουνάμι κατέστρεψε εντελώς τις εγκαταστάσεις στον Μακρύ Γιαλό, ξερίζωσε δένδρα και καταπλακώθηκαν αυτοκίνητα από κορμούς. Ακόμη, αρχές Νοεμβρίου του 2007 μετά από ισχυρότατη νεροποντή τόνοι φερτών υλικών και βράχων κατέπνιξαν κυριολεκτικά το χωριό Νύφι και καταπλακώθηκαν τέσσερα σπίτια.

Κατά την παλαιά εποχή επικρατούσε η αντίληψη –πρόληψη- ότι ο άνθρωπος μπορούσε να εμποδίσει τις θεομηνίες με μαγικά μέσα. Συχνά αναφέρονται μαρτυρίες σχετικά με χρήση ξορκιών, καρφωμάτων, γητειών, κατάδεσμων. Στους κατάδεσμους σημειώνει ο Φαίδων Κουκουλές[56] πως στην Ήπειρο «δένουν» την βροχή, στην Σαλαμίνα και στην Σαντορίνη τον σφοδρό άνεμο[57].

Στην Κεφαλλονιά, η λαογραφία αναφέρει πλήθος τέτοιων όπως με ποιόν τρόπο «αμποδένουν»ή «δένουν»τον κυκλώνα θαλάσσης ή βουνού, «για να ηρεμήσει ή να αλλάξη πορεία». Αντιγράφω από την ΟΔΥΣΣΕΙΑ, τ. 2008[58] κείμενο της Μερόπης Μπίρμπα με τίτλο «Ξόρκια»: «Πάντα πρέπει να έχουμε ένα μαχαίρι μαυρομάνικο στο σπίτι μας. Όταν καταλάβουμε ότι έρχεται κυκλώνας το παίρνουμε με το δεξί μας χέρι και σταυρώνουμε με το μαχαίρι τρεις φορές προς το μέρος του κυκλώνα λέγοντας «Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά», ‘Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά’και την τρίτη φορά ‘Ιησούς Χριστός νικάει κι όλες τις ανεμοθύελλες τις σκορπάει’. Σε κάθε δέηση χώνουμε τη μύτη του μαχαιριού σε ξύλινο παράθυρο του σπιτιού μας, ή σε πόρτα ξύλινη λέγοντας «Μέλι – γάλα στου βασιλιά την τάβλα»και την τελευταία φορά το αφήνουμε καρφωμένο μέχρι την άλλη μέρα».

Σχετικά για το θέμα αυτό ο Φαίδων Κουκουλές σημειώνει πως επειδή οι Έλληνες πιστεύουν ότι στην δίνη του ανεμοστρόβιλου κατοικούν δαιμόνια που την προκαλούν, για αυτό χαράσσουν ή στην πρώρα πλοίου ταξιδεύοντος, ή στον ιστό του, ή στο έδαφος εάν είναι στην ξηρά, σταυρό και τον καρφώνουν στο κέντρο με μαυρομάνικο μαχαίρι. Καρφώνουν όμως και το χαλάζι και την αστραπή με μαυρομάνικο μαχαίρι ή και με τσεκούρι -την αστραπή-[59]. Στον Νομοκάνονα των Ιβήρων που περιέχεται στον 734 κώδικα του ΙΖ΄αι. διαβάζουμε: «αποδένουσι το χαλάζι με μαυρομάνικο μαχαίρι ή την βροχήν… ή την μεγάλην Πέμπτην μοιράζουσι κόλλυβα και συγχωρούσι την χάλαζαν να μην πέση… ή όταν πέφτη το χαλάζι ρίπτουσι σίδηρα έδω δια έμποδον…». Βέβαια συνεχίζει «…αυτά όλα τα αμαρτήματα ο διάβολος μάς παρακινάει …» [60].

Πάντως, γεγονός είναι πως ο άνθρωπος ήταν και παραμένει μικρός μπροστά στις δυνάμεις της φύσης ιδιαίτερα όταν αυτές οργισθούν.

(Πολιτιστική Επετηρίδα ΟΔΥΣΣΕΙΑ Κεφαλλονιάς και Ιθάκης, τ. 2010, σελ. 62-69)

Ελαιογραφία του Joseph Mallord William Turner, «Snow Storm». Turner ήλθε -ως περιηγητής- και ζωγράφισε και στην Κεφαλλονιά)

Ευρυδίκη Λειβαδά



[1] Δελτίο Λαογραφίας, Τ. Β’ , 1910, Σύμμεικτα Λαογραφικά εξ΄ Αιτωλίας,

[2] Δελτίο Λαογραφίας, Τ. Β’ , 1910, Δημώδης μετεωρολογία.

[3] Τουμασάτος Ηλίας, Χρονολόγιο Σεισμών που έπληξαν την Κεφαλονιά, στο «Αργοστόλι, Σεισμοί 1953» Μοσχόπουλος – Μαραβέγια-Κώστα, Κοργιαλένειο Ίδρυμα.

[4] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 420.

[5] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 422.

[6] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 427. Τουμασάτος Ηλίας, Χρονολόγιο Σεισμών που έπληξαν την Κεφαλονιά, στο «Αργοστόλι, Σεισμοί 1953» Μοσχόπουλος – Μαραβέγια-Κώστα, Κοργιαλένειο Ίδρυμα.

[7] Τουμασάτος Ηλίας, Χρονολόγιο Σεισμών που έπληξαν την Κεφαλονιά, στο «Αργοστόλι, Σεισμοί 1953» Μοσχόπουλος – Μαραβέγια-Κώστα, Κοργιαλένειο Ίδρυμα.

[8] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 428.

[9] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 430.

[10] Τουμασάτος Ηλίας, Χρονολόγιο Σεισμών που έπληξαν την Κεφαλονιά, στο «Αργοστόλι, Σεισμοί 1953» Μοσχόπουλος – Μαραβέγια-Κώστα, Κοργιαλένειο Ίδρυμα.

[11] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 434.

[12] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 404.

[13] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 422.

[14] Β΄ Κώδιξ Μονής Σισσίων.

[15] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 428.

[16] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 429.

[17] Πινιατώρρος Μαρίνος και Νικόλαος, Memorie storiche e critiche dell’ isola di Cefalonia dai tempi eroici alla caduta della Repubblica Veneta, Corfu 1887, ΙΙ, σελ. 319.

[18] Πινιατώρρος Μαρίνος και Νικόλαος, Memorie storiche e critiche dell’ isola di Cefalonia dai tempi eroici alla caduta della Repubblica Veneta, Corfu 1887, τόμος Α’, Κεφ. Ι, σελ. 178.

[19] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Άγιος Δημήτριος Τρωγιαννάτων, Φ 162, 1760-1844.

[20] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 434.

[21] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Καρδακάτα, (Φ71), Υπεραγία Θεοτόκος, 1784-1828.

[22] Γαλανός Γεράσιμος Σωτ., Οι μεταφορές (λιτανείες) του σκηνώματος του Αγίου Γερασίμου στο Αργοστόλι κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας και Αγγλοκρατίας στην Κεφαλλονιά, «Πρακτικά Συνεδρίου ‘Αργοστόλι 250 χρόνια πρωτεύουσα Κεφαλληνίας», Δήμος Αργοστολίου (υπό έκδοση)

[23] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Φαρακλάτα, (Φ167), Άγιος Νικόλαος, 1770-1845.

[24] Napier J.C., Memoir on the roads of Cefalonia, London 1825.

[25] Napier J.C., Memoir on the roads of Cefalonia, London 1825.

[26] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 448.

[27] Napier J.C., Memoir on the roads of Cefalonia, London 1825.

[28] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Μαυράτα, (Φ120), Υπεραγία Θεοτόκος, 1766-1844.

[29] Πάρτς Ιωσήφ, Κεφαλληνία και Ιθάκη, Γεωγραφική Μονογραφία, Εν Αθήναις, 1892, σελ. 88.

[30] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Κουρκουμελάτα, (Φ94) Υπεραγία Θεοτόκος, 1797-1840.

[31] Σημειώσεις ιερέως Ανδρέα Ζαφειρόπουλου. Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 450.

[32] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 454.

[33] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 456.

[34] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, Ληξιαρχικό Αρχείο, Καρδακάτα, Υπεραγία Θεοτόκος, (Φ 71), V, 1851-1871, φ. 27r.

[35] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 456-458.

[36] Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας,, Ληξιαρχικό Αρχείο, Φωκάτα, Άγιος Ιωάννης, (Φ 172), ΙΙ 1839-1880.

[37] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 460.

[38] Πάρτς Ιωσήφ, Κεφαλληνία και Ιθάκη, Γεωγραφική Μονογραφία, Εν Αθήναις, 1892, σελ.80 και 87.

[39] Πάρτς Ιωσήφ, Κεφαλληνία και Ιθάκη, Γεωγραφική Μονογραφία, Εν Αθήναις, 1892.

[40] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 463.

[41] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 464.

[42] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[43] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973. Στα διαστήματα αυτά δεν υπάρχουν στοιχεία από 1895-1896 και από τον Αύγουστο του 1953 έως και όλο το 1957.

[44] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 465.

[45] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[46] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 466.

[47] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 467.

[48] Μαγδαληνή Ντούκα-Μοντεσάντου, «Εν εσχάτη πενία και απογνώσει…», H κατάσταση των κατοίκων των Σουλλάρων το 1905. ΟΔΥΣΣΕΙΑ Κεφαλληνίας και Ιθάκης, τ. 2008 από τα Ιστορικά Αρχεία Κεφαλληνίας, αρχείο Παναγή Βαλλιάνου (Α΄ Φάκελος -1905- Νο 23).

[49] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 475.

[50] Τσιτσέλης Η., Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τ. 2ος, σελ. 475.

[51] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[52] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[53] Νεολόγος Πατρών, 9/4/1955.

[54] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[55] Λασκαράτου-Λαδά Μαρία, Το κλίμα της Κεφαλληνίας, Αθήναι 1973.

[56] Κουκουλές Φαίδων, Μεσαιωνικοί και Νεοελληνικοί κατάδεσμοι, Λαογραφία, Δελτίον της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, Τ. Θ΄, 1926.

[57] Εντύπωση προξενεί το γεγονός ότι σε πολλούς τόμους της «Λαογραφίας», αρχής γενομένης από το 1909,  υπάρχει πληθώρα καταγραφών προλήψεων και δεισιδαιμονιών που υπήρχαν στην Κεφαλλονιά.

[58] Μπίρμπα Μερόπη, Τα ξόρκια, ΟΔΥΣΣΕΙΑ Κεφαλληνίας και Ιθάκης, τ. 2008.

[59] Κουκουλές Φαίδων, Μεσαιωνικοί και Νεοελληνικοί κατάδεσμοι, Λαογραφία, Δελτίον της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, Τ. Η΄, 1921.

[60] Πολίτης Ν.Π., Εν κεφάλαιον Νομοκάνονος, Λαογραφία, Τ. Γ΄, 1911-1912.