η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Ιορδανία, το Σουδάν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κουβέιτ, το Κατάρ και το Μπαχρέιν. Ο πρίγκιπας είναι επίσης επικεφαλής του Σαουδικού Οικονομικού Συμβουλίου το οποίο εκείνος δημιούργησε. Ο νέος βασιλιάς, ο Σαλμάν, δεν είναι ο πράος και γλυκός τυπάκος που το επικοινωνιακό επιτελείο του θέλει να παρουσιάσει», γράφει ο Έγκνταλ στο New Eastern Outlook.
Σύμφωνα με τον Έγκνταλ, στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ο σταθμάρχης της CIA στο Κάιρο, Μάιλς Κόπλαντ (Miles Copeland), οργάνωσε τη μεταφορά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (Αδελφοί Μουσουλμάνοι), που διωκόταν στην Αίγυπτο, στη Σαουδική Αραβία.
Εκεί, στην πρόσφορη έρημο της Σαουδικής Αραβίας, οι εθνικιστές ιδέες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας συνδυάστηκαν («ζυμώθηκαν») με τις θεοκρατικές αντιλήψεις του σαουδαραβικού Ουαχαμπισμού.
Η CIA σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει τους Σαουδάραβες Αδελφούς Μουσουλμάνους ως ένα όπλο κατά μήκος όλου του μουσουλμανικού κόσμου ενάντια στις πιθανές σοβιετικές εισβολές.
Μέσα από αυτό τον γάμο αραβικού εθνικισμού και Ουαχαμπισμού σύντομα θα ξεπηδούσε ένας νεαρός φλογερός τρομοκράτης, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Ο Έγκνταλ υποστηρίζει ότι ο βασιλιάς Σαλμάν έχει συγκεκριμένες διασυνδέσεις με την Αλ Κάιντα.
Η εμπλοκή του ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν ήταν κυβερνήτης της πρωτεύουσας Ριάντ.
Είναι ο άνθρωπος που ηγήθηκε των μεγάλων σαουδικών χορηγιών που χρηματοδότησαν την Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν και στη Βοσνία.
Ο Σαλμάν συνεργάστηκε στενά με τον τότε επικεφαλής των σαουδικών μυστικών υπηρεσιών, πρίγκιπα Τουρκί Αλ Φαϊσάλ, στις υπόγειες διαδρομές χρηματοδότησης της Αλ Κάιντα.
Η Αλ Κάιντα ενεπλάκη στο Ιράκ κατά τη διάρκεια της αμερικανικής εισβολής στη χώρα το 2003-2004.
Ένας Μαροκινός τρομοκράτης, ο Αμπού Μουσάμπ Αλ Ζαρκάουι, θα δημιουργήσει το παρακλάδι της Αλ Κάιντα στο Ιράκ. Την ίδια οργάνωση που σήμερα ονομάζεται Ισλαμικό Κράτος.
Ο Έγκνταλ γράφει ότι εάν ασχοληθούμε με την εμφάνιση της Αλ Κάιντα στο Ιράκ και τις μεταμορφώσεις της μέχρι σήμερα, ώστε να καταλήξει να ονομάζεται και να είναι το Ισλαμικό Κράτος, όλα τα ίχνη οδηγούν πίσω στις σαουδαραβικές τρομοκρατικές επιχειρήσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1970, στις οποίες εμπλέκονται ο τωρινός βασιλιάς Σαλμάν, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν και ο πρίγκιπας Τουρκί Αλ Φαϊσάλ.
Ο Έγκνταλ επικαλούμενος μια ανώνυμη τουρκική πηγή, αναφέρει ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έλαβε βοήθεια για να εκλεγεί Πρόεδρος της Τουρκίας το ποσό των 10 δισ. δολαρίων από τους Σαουδάραβες.
Επίσης, τα στρατόπεδα εκπαίδευσης τζιχαντιστών στην Τουρκία χρηματοδοτήθηκαν από τον στενό φίλο του Ερντογάν, Γιασίν Αλ Καντί (Yasin Al Qadi), Σαουδάραβα τραπεζίτη, «κοντινό» της βασιλικής οικογένειας, μέλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και χρηματοδότη του Οσάμα Μπιν Λάντεν από τις αρχές του 1980.
Αυτό που έχουμε εδώ δεν είναι ένας πόλεμος της Ρωσίας ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος στη Συρία.
Αυτό που κρύβεται από πίσω δεν είναι μόνο το εγκληματικό καθεστώς Ερντογάν, αλλά ακόμα πιο σημαντικό, το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας και οι επίσης θεοκράτες ουαχαμπίτες σύμμαχοί του, δηλαδή Κουβέιτ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κατάρ, γράφει ο Έγκνταλ.
Και ο Τίμοθι Αλεξάντερ Γκάζμαν (Timothy Alexander Guzman), ανεξάρτητος αρθρογράφος και συγγραφέας, έγραψε σε άρθρο του τον Νοέμβριο ότι υπάρχει ένα ισχυρό τρίγωνο Τουρκίας, Σαουδικής Αραβίας και Κατάρ στη Μέση Ανατολή.
Ο Γκάζμαν είναι της άποψης ότι η Τουρκία είναι ο συντονιστής αυτής της μυστικής συμμαχίας.
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 27.12.2015. Tribune