Στην σύσκεψη δεν κλήθηκε η Σοβιετική Ένωση, αγνοήθηκαν οι Σοβιετικές προτάσεις για από κοινού υπεράσπιση,( με την Αγγλία και την Γαλλία) της Τσεχοσλοβακίας.( όπως αναγνωρίζει και Βρετανική Εγκυκλοπαίδεια στο λήμμα το σχετικό για το σύμφωνο του Μονάχου).
Τον Μάρτιο του 1939 ο Χίτλερ μπαίνει στην Πράγα, καταλαμβάνει ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία.
Τελικά η Τσεχοσλοβακία έμεινε μόνη, παρά την συμμαχία της με την Γαλλία και το σύμφωνο με την Σοβιετική Ένωση
.
Ο Μουσολίνι είχε απόλυτα δικαιωθεί όταν δήλωνε ότι, «η Κοινωνία των Εθνών είναι καλή να επιβάλλει την ησυχία όταν φωνάζουν τα σπουργίτια. Όταν όμως βγαίνουν οι αετοί για κυνήγι είναι απολύτως ανίσχυρη». Το σύμφωνο μη επίθεσης Ναζιστικής Γερμανίας, Σοβιετικής Ένωσης και η γενίκευση του πολέμου. Στις 7 Απριλίου του 1939 η Ιταλία επιτίθεται στη Αλβανία
Στις 10 Μαΐου του 1939 έχει αναλάβει την πρωθυπουργία της Αγγλίας ο Τσόρτσιλ
Στις 23 Αυγούστου 1939 υπογράφεται το Γερμανό-Σοβιετικό- Σύμφωνο μη επίθεσης.
.
Στην 1 Σεπτεμβρίου 1939 η Γερμανία επιτίθεται στην Πολωνία και στις 3 Σεπτεμβρίου η Αγγλία και οι Γαλλία κηρύσσουν τον πόλεμο στην Γερμανία.
Στις 27Σεπτεμβρίου 1940 υπογράφεται ο άξονας Ιταλίας, Γερμανίας, Ιαπωνίας.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 η Ιταλία επιτίθεται στην Ελλάδα.
Στις 6 Απριλίου του 1941 οι Γερμανοί επιτίθενται στην Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα.
Στις 13 Απρίλιου 1941 υπογράφεται σύμφωνο μη επίθεσης μεταξύ Ιαπωνίας και Ρωσίας.
Στις 22 Ιουνίου του 1941 η Γερμανία επιτίθεται στη Ρωσία και στις 11 Δεκεμβρίου 1941 κηρύσσει τον πόλεμο εναντίον των ΗΠΑ.
Δύο λόγια για το σύμφωνο μη επίθεσης Ρωσίας- Γερμανίας.
Το σύμφωνο μη επίθεσης ανάμεσα στον Χίτλερ και τον Στάλιν, το αποκληθέν σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ, αποτελεί μια πολλαπλά ενδιαφέρουσα, αποκαλυπτική, διδακτική στιγμή της Ευρωπαϊκής και παγκόσμιας Ιστορίας.
Είναι αποδεκτό ότι η Γερμανία δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει νικηφόρα σε ένα πόλεμο με αντιπάλους την Πολωνία, Ρωσία, την Αγγλία, τη Γαλλία.
Το γιατί απέτυχε η προσπάθεια συγκρότησης ενός αντί ναζιστικού μετώπου πριν από την επίθεση του Χίτλερ στη Γερμανία παραμένει ερώτημα που δεν έχει οριστικά απαντηθεί..
Η υπάρχουσα πληροφόρηση από τα Γερμανικά αρχεία αλλά και τα Σοβιετικά είναι σχεδόν πλήρης.
Η τεκμηρίωση των αιτίων της αποτυχίας της συγκροτησάσης αντιγερμανικης συμμαχίας πριν από την υπογραφή του Γερμανο-Σοβιετικού Συμφώνου είναι επίσης σχετικά και όχι απόλυτα επαρκής.
Ο Στάλιν προσπαθούσε να αποφύγει τόσο τον κίνδυνο ενός διπλού πολέμου με την Γερμανία και την Ιαπωνία όσο και έναν πόλεμο εναντίον της Γερμανίας χωρίς συμμάχους. Επίσης ήταν σχεδόν πεπεισμένος ότι οι Αγγλογάλλοι δεν θα πολεμούσαν για την Πολωνία, όπως δεν πολέμησαν για την Τσεχοσλοβακία. Κατά τη γνώμη του για αυτό καθυστερούσαν τις διαπραγματεύσεις και κάθε δέσμευση μαζί του. Ο Στάλιν διεξήγαγε παράλληλα διαπραγματεύσεις και με τις δυο πλευρές.
Οι συζητήσεις μεταξύ Γάλλων και Σοβιετικών συνεχίζονταν μέχρι την παραμονή της αναχώρησης του Ρίμπεντροπ για την Μόσχα.
Οι Ρώσοι ζητούσαν από τους Αγγλογάλλους δεσμευτικό σύμφωνο συνεργασίας μέχρι την τελευταία στιγμή. Απαιτούσαν δυνατότητα διέλευσης μέσω Πολωνίας και Ρουμανίας, σε Περίπτωση Γερμανικής επίθεσης στην Πολωνία. Η Σοβιετική απαίτηση απορρίπτονταν μετά μανίας από τους Πολωνούς.
Μπροστά σε αυτή την καθυστέρηση από Αγγλογαλλικής πλευράς και εν όψη της συμφωνίας με τον Χίτλερ ο Ρώσος στρατηγός Βοροσίλωφ ενημέρωνε το Γάλλο στρατηγό Dumenc, στρατιωτικό ακόλουθο στην Γαλλική Πρεσβεία, κατά την συνάντηση με τους στρατιωτικούς ακολούθους «Φοβάμαι ότι η Γαλλική και η Αγγλική πλευρά επέτρεψαν τις πολιτικές και στρατιωτικές διαπραγματεύσεις να καθυστερήσουν υπερβολικά πολύ. Για αυτό τον λόγο, τώρα, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε πολιτικές εξελίξεις» (Τhe Rise and Fall of the third Reich sel651).Επίσης τους ενημέρωνε ότι θα πρέπει να αναβάλλουν τις συζητήσεις τους για θα ήταν απασχολημένος με τα φθινοπωρινές στρατιωτικές ασκήσεις …
Στις διαμαρτυρίες των Αγγλογάλλων, ο Βοροσίλωφ αντέτεινε ότι η Σοβιετική πλευρά ήταν και ΕΙΝΑΙ έτοιμη να συμφωνήσει για στρατιωτική συνεργασία μαζί τους. Προϋπόθεση όμως συνεργασίας-σύμπραξης του, Ρώσικου στρατού με τον Γαλλικό και τον Αγγλικό ,εφόσον η Ρωσία δεν είχε κοινά σύνορα με τη Ρωσία θα ήταν η Ρωσική διάβαση μέσω Πολωνίας και Ρουμανίας. Με δεδομένο ότι αυτή η διάβαση δεν διασφαλίζεται, εκ των πραγμάτων, σύμπραξη δεν μπορεί να υπάρξει. Από την στιγμή που οι Αγγλογάλλοι δεν φρόντισαν να επιλύσουν αυτό το πρόβλημα κατά τον Βοροσίλοφ, η Σοβιετική πλευρά είχε λόγους να αμφιβάλει αν πραγματικά επιθυμούσαν την συνεργασία.
Η αλήθεια όμως ήταν ότι την συγκεκριμένη στιγμή η Ρωσία είχε ήδη συμφωνήσει με την Γερμανία.
Σε αντίθεση με την Αγγλογαλλική αναβλητικότητα οι Γερμανοί, εγγράφως, διαβεβαίωναν τους Ρώσους ότι είναι έτοιμοι να ασκήσουν κάθε επιρροή στην Ιαπωνία ώστε να βελτιωθούν και να σταθεροποιηθούν οι Ρώσο-Ιαπωνικές σχέσεις, αντιμετωπίζοντας έτσι τον Ρώσικο φόβο για διμέτωπο πόλεμο.
Ενώ οι Αγγλογάλλιοι προσπαθούσαν να πείσουν τους Πολωνούς, και συζητούσαν με τους Ρώσους μέσω, περιορισμένης εξουσιοδότησης, αντιπροσώπων, ο Χίτλερ με προσωπική του επιστολή στο Στάλιν,
( Κυριακή 20 Αύγουστο 1939)του ζητούσε να δεχτεί τον υπουργό του επί των εξωτερικών πλήρως εξουσιοδοτημένο να υπογράψει σύμφωνο μη επίθεσης και πρωτόκολλο την Τρίτη,22 η το αργότερο την Πέμπτη 23. Σύμφωνο που θα ίσχυε από την στιγμή της υπογραφής του.( βλ. λεπτομερή περιγραφή των διαπραγματεύσεων και εναλλαχθέντων μηνυμάτων μεταξύ των εμπλεκομένων αλλά και των διπλωματικών τους υπηρεσιών .THE RISE AND FALL OF THE THIRBREICH.WILLIAML.SHRIRER.3th edition 1981)
Γερμανικά αίτια που δεν αναφέρονται.
Πέραν του συνδυασμού των δυσβάστακτων επανορθώσεων, της οικονομικής κρίσης, του καταλογισμού στην Γερμανία της αποκλειστικής ευθύνης για τον πόλεμο και της αδυναμίας των νικητών να διαχειριστούν την νίκη τους, υπάρχουν και ενδογενή Γερμανικά αίτια που οδήγησαν τον Γερμανικό λαό στην επιλογή του Εθνικοσοσιαλισμού και του Χίτλερ.
Ως τέτοια αίτια μπορούν να παρατεθούν.
Η Πρωσική παράδοση κρατικής στρατιωτικής οργάνωσης ως βασικό συστατικό στοιχείο της Γερμανικής πολιτισμικής ταυτότητας, της κυρίαρχης Γερμανικής νοοτροπίας.
Μια παράδοση που επιμένει στην ειδική θέση που πρέπει να έχει ο στρατός στην πολιτεία και την κοινωνία, τη σημασία ενός απόλυτα αφοσιωμένου στο καθήκον, σκληρά γυμνασμένου, καλά καταρτισμένου σώματος αξιωματικών, την πρωτοκαθεδρία της στρατιωτικής ηγεσίας απέναντι στην πολιτική.
Αυτή η παράδοση, αρχής γενομένης από τον Φρειδερίκο τον Μέγα (1712-1786), στο θρόνο από το 1862-1890,συνεχιζεται στον Βίσμαρκ ( 1815-1898) και περνάει στον Χίτλερ.
Χαρακτηριστικό αξίωμα του Φρειδερίκου για τις διεθνείς σχέσεις και τις διαπραγματεύσεις, υπήρξε ότι, .
Η επιρροή της Πρωσικής παράδοσης στο σύνολο του Γερμανικού κόσμου είναι μια παράδοση κράτους στρατιωτών και κρατικής γραφειοκρατίας. Ενός κράτους φτιαγμένου από τον πόλεμο και για τον πόλεμο. Ενός κράτους αποτελεσματικότητας καλής μηχανής και τέλειας τάξης. (Μoderrn Germany, Its History and Civilization Roppel Pinson, The Mac Millan Company New York 1966 p 5-10).
(Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να λειφθεί υπ’ όψιν η σημασία και ο ρόλος του στρατιωτικού θρησκευτικού ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΥΤΟΝΩΝ ΙΠΠΟΤΩΝ στην γερμανικές Elite, ενός Τάγματος, εν ζωή, από τα τέλη του 12 αιώνος μέχρι και σήμερα. Ενός τάγματος στηριγμένου στην αφοσίωση στο καθήκον, στην ακτημοσύνη, στην αγαμία, στην σκληρή διαπαιδαγώγηση, την πειθαρχία, την υπακοή, την ασκητική ζωή.
Ο Γερμανικός εθνικισμός ως αντίδραση στον Ναπολεόντειο Καισαρισμό
Στα αίτια παράδοσης του Γερμανικού λαού στον Εθνικοσοσιαλισμό και τον Χίτλερ δεν αναφέρεται η ραγδαία άνοδος του Γερμανικού Εθνικισμού ως αντίδραση στην συμπεριφοράς του Ναπολέοντα στην κατακτηθείσα Γερμανία.
Ως αντίδραση τόσο των οικουμενιστών της Γερμανικής διανόησης, που είχαν δεχθεί και χαιρετήσει την Γαλλική επανάσταση ως αναγκαιότητα της ιστορίας και τον Ναπολέοντα ως προσωποποίηση του Λόγου, όσο και των Γερμανών πατριωτών.
Για την Γερμανική ιστορία η περίοδος που αρχίζει από το 1806, από την κατάληψη του Βερολίνου,1807 και την συνθήκη του Τιλσίτ, χαρακτηρίζεται ως η περίοδος της βαθειάς ταπείνωσης του Γερμανικού Έθνους και η αφετηρία της προσπάθειας Εθνικής, κρατικής, πνευματικής, οικονομικής ανασυγκρότησης.
Κατά παρόμοιο τρόπο λειτούργησαν οι Γερμανοί και μετά την ήτα τους στον Α παγκόσμιο πόλεμο.
Η επιβολή των όρων της ειρήνης από τους νικητές, η αποδοχή των όρων από την πολιτική ηγεσία, της Γερμανίας και μάλιστα τους σοσιαλδημοκράτες, ελαχιστοποιούσε το κόστος της στρατιωτικής ηγεσίας, τουλάχιστον για την διαχείριση της ήττας, ενώ απαξίωνε την πολιτική ηγεσία. Διατηρούσε τον ρόλο του στρατεύματος και της στρατιωτικής ηγεσίας ως Εθνικής ηγεσίας.
Η αμετάτρεπτη απόφαση των Γερμανών να ανατρέψουν τη συνθήκη των Βερσαλλιών, ως άδικη, να μην αποδεχτούν την αποκλειστική ευθύνη για τον πόλεμο, που επισήμως τους απεδόθη, λειτούργησαν ως βασικές συνιστώσες για μια κυρίαρχη ψυχολογία ρεβανσισμού.
Η απαξίωση της πολιτική ηγεσίας και η αδυναμία της δημοκρατίας να αντιμετωπίσει τόσο την οικονομική κρίση όσο και τους νικητές, η ανάγκη για αποδιοπομπαίους τράγους, υπεύθυνους για την ταπείνωση και την κρίση, συνέβαλλαν στην αναζήτηση διεξόδου στη Ναζιστική ιδεολογία και οργάνωση.
Η υπόσχεση για σιδερένια πειθαρχία για τάξη και εθνική ενότητα απαντούσε σε κυρίαρχα στοιχεία της πολιτισμικής ταυτότητας, και ιστορίας των Γερμανών.
Η ανάγκη των Γερμανών για Εθνική ενότητα είναι ριζωμένη στη ιστορία τους, στη βαθειά και επίπονη διαίρεση τους σε καθολικούς και προτεστάντες, στον αιματηρό και βίαιο εκχριστιανισμό της Ανατολικής Γερμανίας από τον Καρλομάγνο. Στην μακρόχρονη ύπαρξη δύο παράλληλων και ανταγωνιζομένων πόλων συγκρότησης του Γερμανικού έθνους, ης Αυστρίας και της Πρωσίας.
Στην έλλειψη εθνικής ομοιογένειας.
Παρά τα περί φυλετικής καθαρότητας Ναζιστικά κηρύγματα ο Γερμανικός λαός συντίθεται από μια πλουσιότατη εθνική ποικιλότητα η οποία περιλαμβάνει Γότθους, Βανδάλους, Φράγκους, Αλεμάνους, Βουργουνδούς, Αγγλοσάξονες, Σλάβους, Πομερανούς, Βαβαυρούς.
Στον κατακερματισμό της Γερμανίας, επί αιώνες σε κρατίδια και πριγκιπάτα.( Πάνω από 38 κράτη και 100 πριγκιπάτα στα 1815) έναν κατακερματισμό συνοδευόμενο από ένα έντονο τοπικισμό. Παράλληλα ένας βαθύτατος οικουμενισμός στο επίπεδο της Γερμανικής διανόησης, είχαν λειτουργήσει αποτρεπτικά στην κρατική συγκρότηση της Γερμανίας, μέχρι και την έλευση του Ναπολέοντα.
Η επίγνωση αυτού του πολύ -επίπεδου και βαθύτατου κατακερματισμού ενδυνάμωνε το φόβο για τους κινδύνους που ενείχε, και την αίσθηση της ανάγκης «για σωτηρία».
Η ενότητα με κάθε κόστος πρόβαλλε ως πανάκεια για την απάντηση στην ήττα, την ταπείνωση, την φτώχεια, ως μέσο για την εθνική ανασυγκρότηση.
Για αυτό και στήριξη, της με κάθε κόστος ενότητας, υπήρξε καθολική από το επίπεδο της διανόησης μέχρι αυτό της οικονομίας.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ο διεθνούς φήμης φιλελεύθερος οικονομολόγος Werner Sombart, (φίλος και συνεργάτης του επισης μεγάλου Γερμανού κοινωνιολόγου Μαξ ΅Βεμπερ) που μεταμορφώθηκε σε θεωρητικό του Γερμανικού Σοσιαλισμού και διεκήρυξε το τέλος της εποχής του ελεύθερου διαλόγου ως προϋπόθεσης της ακαδημαϊκής εργασίας, και ότι το ζητούμενο της νέας εποχής είναι η απόφαση και όχι διάλογος..
O Carl Schmitt (1888-1985) ο σοβαρότερος μέχρι και σήμερα εκπρόσωπος του συντηρητισμού στη Νομική επιστήμη, το Συνταγματικό Δίκαιο, το διεθνές δίκαιο και την κριτική απέναντι στην κοινοβουλευτική Δημοκρατία αποτέλεσε επιστημονικό στήριγμα του Ναζισμού. Ιστορικός παραμένει ο «Επιτάφιος της Δημοκρατίας’, που συνέταξε ο Schmitt, μια διαβολική, όπως έχει χαρακτηριστεί, επιστημονική τεκμηρίωση της κατάρρευσης της Δημοκρατίας και της ανόδου αυταρχικού κράτους
Η Γερμανική βιομηχανία επίσης, στήριξε τον Χίτλερ δημόσια τουλάχιστον από τα τέλη (27), Ιανουαρίου του 1932 όταν ο εκκληθεί να μιλήσει στη συνάντηση του Club των Γερμανών Βιομηχάνων στο Dusseldorf.
Συμπερασματικά.
Οι συνθήκες ειρήνης, ανυπαρξία πραγματικής συνοχής και ενότητας, μεταξύ των νικητών του Α! παγκοσμίου πολέμου, η ανυπαρξία ενός αξιοσέβαστου πλαισίου αρχών στις μεταξύ των Αγγλογάλλων και Αμερικανών, σχέσεις, καθόρισε τις σχέσεις τους με την Γερμανία, επέτρεψε και εν πολλοίς ενεθάρρυνε την άνοδο του Ναζισμού.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πολιτιστικής ταυτότητας των Γερμανών και της Γερμανικής ιστορίας, σε συνδυασμό με την διαχείριση της νίκης εκ μέρους των νικητώ, στον Α! παγκόσμιο πόλεμο διαμόρφωσαν το εκρηκτικό μίγμα που οδήγησε στον Β! παγκόσμιο πόλεμο
Η ποιότητα και τα αποτελέσματα των ενδοευρωπαϊκών σχέσεων σήμερα, η απαξίωση του ΟΗΕ, η ανομία στις διεθνείς σχέσεις, η βαθύτατη κρίση δημοκρατίας, η άνοδος ακραίων ρατσιστικών, νεοναζιστικών κινημάτων, οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης Ρωσίας, αποτελούν φαινόμενα που ομοιάζουν ανησυχητικά με το κλίμα πριν από τον Β! παγκόσμιο πόλεμο. Αποτελούν που δείχνουν ότι το αδελφοκτόνο σύνδρομο του Κάιν παραμένει κυρίαρχο στην Ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα. Οι δυο Ευρωπαϊκοί εμφύλιοι, ο Α! και ο Β! παγκόσμιος πόλεμος, δεν δίδαξαν τίποτε τους μεγάλους της Ευρώπης. Δεν δίδαξαν τίποτα τους μεγάλους υπεύθυνους της περιθωριοποίησης και παρακμής της Ευρώπης.
Γιώργος Σκλαβούνος
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 26.10.2015