Παρόλο που για την Ντιάνα έχω μιλήσει και άλλες φορές (και το έχω πράξει γιατί το επιθυμώ και όχι γιατί μου το επιβάλλουν οι συνθήκες ή το επιτάσσουν οι καταστάσεις) και, άν και μοιάζει κάπως δύσκολο να μιλάς για το ίδιο πρόσωπο και τον ίδιο εικαστικό χαρακτήρα χωρίς μονότονη και άχρωμη επανάληψη, εντούτοις, πιάνοντας την πέννα και κοιτώντας ένα-ένα τα έργα της, το μυαλό μου γεννούσε καινούργιες λέξεις, νέες προτάσεις που δεν είχα καταγράψει. Και αυτό το οφείλω ακριβώς στον πλούτο των –από κάθε άποψη ειδωμένων- πινάκων της που περιεργαζόμουν καθήμενη μπροστά στον υπολογιστή μου.
Γυρολόγος χρωστήρας και περιπλανώμενη πέννα η Ντιάνα, αναζητά και καταγράφει τις λεηλασίες του μέλλοντος που συντελούνται, είτε από ανθρώπους, είτε από το πηγαιν-έλα των χρόνων. Δραπετεύει στις ερημιές, τριγυρνά στις υγρασίες, ανεμίζει τον εαυτό της στα τέσσερα σημεία του Ελληνικού ορίζοντα. Ξεπλένει διάφανα τις κηλίδες του χρόνου, αποδίδοντας πρόσωπα και τοπία στο δικό της μέτρο. Αποτυπώνει το φεγγοβόλισμα των νερών, της πέτρας, των νιάτων. Σέρνει την δική της φωνή με το πινέλο της σε ρημαγμένους τοίχους, σε παράθυρα καιρών αλλοτινών, σε ερημωμένα σκαλοπάτια που άντεξαν πατήματα αιώνων.
Η τρυφερή και διακριτική γοητεία που ασκούν τα έργα της ξεκινά με τις πρώϊμες εμπειρίες της, χρόνια πίσω. Σταθμός, το 1957. Τότε που η Κεφαλλονιά, ισορροπώντας επικίνδυνα επάνω από το ρήγμα της Ιόνιας Θάλασσας, αντιπάλευε ακόμη με τον εγκέλαδο που την κατέστρεψε –το 1953. Ένας κόσμος είχε –για άλλη μια φορά- ενταχθεί ανεπιστρεπτί στο παρελθόν. Αυτός ο εκ φύσης αφανισμός –στην Κεφαλλονιά-, αλλά και οι βίαιες ανθρώπινες επεμβάσεις –στην Πελοπόννησο-, γέννησαν την ανάγκη αποτύπωσης των τόπων που εδραιώθηκαν νοσταλγικά στα εσώτερα μάτια της. Από τότε συνειδητοποίησε το εφήμερο της στιγμής. Από τότε αποφάσισε πως όφειλε να καταγράφει -μέσα στο ιστορικό πλαίσιο- με το ταλέντο της –εικαστικό και συγγραφικό- τα ίχνη τού οπτικού της πεδίου διασώζοντάς το στον χρόνο.
Το πρώτο λεύκωμά της, το «Κεφαλονιά», είναι το πρώτο λεύκωμα που τυπώθηκε στην Ελλάδα. Ακολούθησαν τα εικονογραφημένα βιβλία: «Επτάνησα», «Αργολίδα», «Ναύπλιο», «Ελληνικά Μοναστήρια» σε δυο τόμους (ο ένας «Μονές Αργολίδας» και ο άλλος «Μονές Αρκαδίας»), «Μεσσηνία», «Ναύπλιο ‘88» το ημερολόγιο για την Ελληνίδα αγρότισσα από την Αγροτική Τράπεζα το 1975, το 1995 το Folio «Ναύπλιο», και εφέτος το «Στην Κεφαλονιά, 20 καλοκαίρια (1990-2009) … με φως και χρώμα». Συνολικά δώδεκα μεγαλόσωμα και πολυσέλιδα, προσεγμένα και ακριβά λευκώματα και folios μέσα σε διάστημα λίγο περισσότερο των 50 ετών συνεχούς δημιουργίας και πνευματικής παραγωγής.
Δεν πρόκειται για σκόρπιες εργασίες. Πρόκειται για ολότητα, για συνεχή διείσδυση με μεθοδική πληρότητα που απαντά στην αστείρευτη κλήση του πνεύματος. Έχοντας αυτήν την ειδική παρατηρητικότητα που αποκτά κάποιος όταν ενδιαφέρεται βαθειά για κάτι, αποδίδει με αξιοπιστία το επίκεντρο της προσοχής της που ταυτόχρονα είναι καλλιτεχνική δημιουργία και ιστορική μαρτυρία.
Θα προσπαθήσω να κάνω μια σύντομη αναδρομή σε ορισμένα από τα λευκώματα που ανέφερα και παράλληλα, οι εικόνες θα συνοδεύονται από μικρά κείμενα της ίδιας που έχω επιλέξει.
«Κεφαλλονιά» 1957
Το φυσικό σκηνικό της Κεφαλλονιάς βρήκε με τον χρωστήρα της Ντιάνας μια ιδιαίτερη, λιτή αποτύπωση. Εδώ, βασιλεύει το ουσιώδες, η χάρη και η αφθονία χρωμάτων και συναισθημάτων.
….
«Επτάνησα» 1965
Το φως διεισδύει, η Ντιάνα ερευνά και ανιχνεύει, και παγιδεύει με τον χρωστήρα της γωνιές από τα Eπτάνησα.
…
«Aργολίδα» 1967
To έργο της, αέρινο θαρρείς, έχει απόλυτη διαύγεια και ρομαντική ωριμότητα. Ζωντανεύει γειτονιές. Διαφυλάσσει και νουθετεί. Κι υιοθετεί φινέτσα και αρχοντιά, αισθήσεις και ανησυχίες.
…
«Hμερολόγιο», Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, 1974
Η Ντιάνα, αγκαλιάζοντας την Ελληνική ύπαιθρο, διατήρησε την μόρφη της με ακρίβεια και σεβασμό. Το σύνολο των εικόνων που παρουσιάζονται, αποτελούν επίλογο τιμής στο μόχθο που τον εμψύχωνε με την ατελείωτη θυσία της η γυναίκα των παραδοσιακών αγροτικών ελληνικών χώρων. Τα λαογραφικά χαρακτηριστικά και το αληθινό πρόσωπο της αγρότισσας αποδίδονται χωρίς ωραιοποίηση μέσα σε έξοχη απόδοση χρωμάτων. Οι αγωνίες των αιώνων για το μαϊνάρισμα γης και θάλασσας και αέρα, αποτυπώνονται σε ραγισμένα από τον χρόνο πρόσωπα.
…
«Ελληνικά Μοναστήρια», Αρκαδία, 1979
Ανάδειξη με σεβασμό στις αναλογίες, διάσπαση της πραγματικότητας και απλοποίηση των τρυπωμένων επάνω σε πλαγιές ή ριζοπιασμένων σε ισάδες μοναστηριών της Πελοποννήσου. Στην ενότητα αυτή, ισορροπεί η πνευματικότητα με την τέχνη της Ντιάνας καθώς διαχέεται στους πίνακες της η βαθειά θρησκευτικότητά της.
…
«Μεσσηνία» 1984
Η Ντιάνα. Άγρυπνο μάτι, αναπαριστά φυσικά τοπία στις άπειρες κινήσεις τους και στις ποικίλες εκφράσεις τους, και τα προσφέρει για κατάκτηση. Η τέχνη, νικά τον χρόνο, εγκλωβίζοντας την στιγμή.
…
«Ναύπλιο» 1988
Η συνάντηση της Ντιάνας με το Ναύπλιο αποκαλύπτεται καθοριστική για την πορεία της. Η λεπτή και ευγενής ψυχή της και η σχηματοποίηση των ανησυχιών της, εξαγνίζουν τους τόπους, ανυψώνοντας την τέχνη που υπηρετεί.
…
«Στην Κεφαλονιά, 20 καλοκαίρια (1990-2009) … με φως και χρώμα».
Το καλαίσθητο folio που σήμερα παρουσιάζεται εδώ, αποτελεί καθρέφτη και σταθμό της καλλιτεχνικής πορείας της Ντιάνας, καθώς επιχειρείται μια περιληπτική διαδρομή μέσω δειγμάτων έργων της των τελευταίων 20 χρόνων που έχουν εκτεθεί στην Κεφαλλονιά. Είμαι βέβαιη –χωρίς να ρωτήσω- πως το λεύκωμα –καθώς και τα άλλα- έγινε κάτω από την προσωπική επιμέλειά της που μας αποκαλύπτει -άλλη μια φορά- τις ικανότητές της επάνω και στον εκδοτικό-τυπογραφικό τομέα.
…
Η Ντιάνα έχει κατορθώσει να αναγάγει τους πίνακές της στην ιστόρηση. Η χρονική και βιωματική διαπίστωση-καταγραφή προεκτείνεται σε άλλη διάσταση, δίνοντας δυνατότητα χρησιμοποίησης στοιχείων, όταν πολλά από αυτά θα έχουν, στην εξέλιξή τους, εκλείψει. Φυλακίζοντας τον χρόνο στην χαριτωμένη κίνηση και στην εκλεπτυσμένη απόδοση απόχρωσης, μεταφέρει επιτυχώς την ειδυλλιακή φύση και τα πρόσωπα τα κοντινά κι αγαπημένα, ταυτίζοντας αρμονικά, και παράλληλα, την ζωγραφική με την ιστορία. Αναδεικνύει με επιδεξιότητα την φύση, την καθημερινότητα. Επανεκτιμά τον γύρω κόσμο. Αναδημιουργεί ό,τι γεννούν οι δυνάμεις οι διηνεκείς. Αναβιώνει ολοζώντανο πλούτο παραστάσεων. Μελετά ευσυνείδητα, υπομονετικά. Δεν υπερβαίνει το μέτρο, ούτε εξιδανικεύει την πραγματικότητα. Στους πίνακές της ουρανός, θάλασσα και γη, άνθρωποι, ζωντανά και φυτά, συνενώνονται σε ένα σκηνικό ομορφιάς απαλής, αστείρευτης χρωματικής παλέτας, με παιγνίδια προοπτικής, διάχυση ή σπαθίσματα φωτός. Το έργο της, αυθεντικό, φρέσκο, πλήρες, ανάερο και πολυεδρικό, αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών. Προτείνει ήρεμη θέαση και προκαλεί συγκινήσεις γιατί μοιάζουν να παρασέρνονται σε συλλειτουργία -εκτός από την όραση-, η όσφρηση, η ακοή, η αφή και κάπου-κάπου η γεύση.
Επιλογικά η Ντιάνα με το σύνολο του έργου της αυτού ανήκει στους πρωτοπόρους και συμμετέχει στο πρωτοβάδισμα στον ελληνικό χώρο της συγγραφής, εικονογράφησης και έκδοσης λευκωμάτων-αφιερωμάτων με περιεχόμενο ιστορικό, φιλολογικό, κοινωνικό και λαογραφικό και θεωρώ πως μόνον το βάθος των χρόνων θα της αποδώσει ό,τι πράγματι της οφείλει.
Τον χρόνο τον νικά ο Έρωτας και η Τέχνη και η Γραφή -γενήματα της ψυχής και του πνεύματος-.
Και η Ντιάνα είναι συγκερασμός των τριών.
Σας ευχαριστώ από καρδιάς.
Ευρυδίκη Λειβαδά