Ευρυδίκη Λειβαδά: Οι Κεφαλλονίτες στο Δέλτα του Δούναβη

Γνωρίζοντας ότι η παρουσία των Ελλήνων στην Ρουμανία αριθμεί αρκετούς αιώνες, και ότι η σημαία της Ιονίου Πολιτείας κυμάτιζε για χρόνια στα «λαδάδικα», περπατώντας στα λαβυρινθοειδή ελληνικά κοιμητήρια στα πάλαι ποτέ ακμάζοντα αστικά παραΔουνάβια κέντρα, συνειδητοποίησα πως δεν υπάρχει Κεφαλλονίτικο επώνυμο που να μην το συνάντησα εκεί.

«Οι πόλεις του Κάτω Δούναβη δεν ήταν ελληνικές παροικίες, αλλά ελληνικές πόλεις» έγραφαν οι περιηγητές της περιόδου εκείνης. Ο Ρουμάνος αρχαιολόγος Βασίλειος Parvan σημειώνει: «η ελληνική ναυτιλία μετασχημάτισε τον Δούναβη σε ελληνικό κανάλι επικοινωνίας και συγκοινωνίας», και ο συμπατριώτης του κοινωνιολόγος Hanciu: «οι Έλληνες και οι Κεφαλλονίτες ως επικεφαλής όλων ήταν στο εμπόριο και στην ναυτιλία δάσκαλοι για τους Ρουμάνους». Κυρίαρχη γλώσσα στην καθημερινότητα, στο εμπόριο και στην ναυτιλία ήταν η ελληνική. Και οι περισσότεροι των Ελλήνων ήταν Κεφαλλήνες.

Είναι πράγματι συγκλονιστικό το οδοιπορικό σε χώρους που είναι γεμάτοι με σημάδια Κεφαλλονίτικα: μέγαρα, αρχοντικά, ευαγή ιδρύματα, ναοί περίλαμπροι, σχολεία, βιβλία και χειρόγραφα, σπάνια θρησκευτικά κειμήλια, έργα ποικίλα, πίνακες, μοναδικά εκθέματα σε βιβλιοθήκες και μουσεία, μισοξεχασμένα ονόματα ξακουστών εμπορικών και ναυτιλιακών οίκων, τάφοι–μνημεία σε κοιμητήρια, έκδηλα κατάλοιπα της παρουσίας του λαού μας στον πολύμορφο κοινωνικά βαλκανικό κάτω-παραποτάμιο τόπο.

Σε όλες τις παραδουνάβεις πόλεις ήκμασαν ελληνικές κοινότητες με επικρατέστερο στοιχείο αυτό των Κεφαλλήνων. Η πλέον πολυπληθής ήταν αυτή της Μπραΐλα. Η παροικία «είναι η πολυαριθμοτέρα όλων των άλλων εν Ρωμουνία παροικιών ανερχομένη εις 6.500 περίπου, ένεκεν ιδίως της μεγάλης εξαγωγής και του ναυτικού, καθόσον ο λιμήν της αποτελεί το κέντρον της ναυτικής κινήσεως των ποταμοπλοίων εξ ων το πλείστον ανήκουσι εις Κεφαλλήνας» . Τα μέλη της κοινότητας ανέπτυξαν δράση ανθρωπιστική, μετέφεραν κι εδραίωσαν τις παραδόσεις στη εύξεινη (φιλόξενη) γη, αξιοποίησαν κάθε στοιχείο προς όφελος της καλύτερης διαβίωσης όλων ενισχύοντας έτσι δεσμούς και σχέσεις. Από τη μία η κοινή θρησκεία, ο αλληλοσεβασμός και η αγαστή συνεργασία που ανέπτυξαν με τους ντόπιους, και από την άλλη η δεσπόζουσα θέση και το κύρος των Κεφαλλήνων, συνέβαλαν πέρα από την κοινωνική συνοχή και στην συνέχιση και καλλιέργεια πολιτισμικής συγγένειας.

Για τον Κεφαλλονίτη η Ρουμανία, και συγκεκριμένα η παραποτάμια περιοχή του Κάτω Δούναβη, δεν ήταν ποτέ ένας «ξένος τόπος» καθώς η ορθόδοξη ζωή, η ιστορία και ο πολιτισμός της έχουν πολλά κοινά σημεία με εμάς. Εκεί οι Κεφαλλονίτες έδρασαν καθοριστικά για το οικονομικό μέλλον της φιλόξενης χώρας κι, αν και αντιμετώπισαν άνισο ανταγωνισμό από αυστριακά, αγγλικά, ιταλικά και ουγγρικά κεφάλαια –λόγω της διεθνοποίησης της ποταμοπλοΐας μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο (1856)-, εν τούτοις ταύτισαν τις πόλεις με το έπος της ελληνικής ναυτιλίας. Μπραΐλα, Γαλάτσι ή Γαλάζιο, Τούλτσεα, Σουλινάς και πιο κάτω η Κωνστάντσα είναι τα κέντρα που γέμισαν από Κεφαλλονίτες οι οποίοι διέβλεψαν κέρδη και προσελκύσθησαν από την πληθώρα των πιθανοτήτων για αναπτυξιακές δραστηριότητες.  Η διεθνοποίηση «έκοψε» το ποτάμι στα δυο συστήνοντας δυο επιτροπές: η μία ήταν για τον Κάτω Δούναβη –και περιοριζόταν στο Δέλτα- ήτοι από το Σουλινά έως την Μπραΐλα και το Γαλάτσι, με έδρα τον Σουλινά, και λεγόταν «Ευρωπαϊκή Επιτροπή» (C.E.D), και η άλλη για τον Άνω Δούναβη, από το Γαλάτσι έως την Ουλμ, με έδρα το Γαλάτσι, και καλείτο «Παρόχθια Επιτροπή» (C.I.D.).

Οι Έλληνες αποκαλούσαν τον Δούναβη από την ουγγρική του ονομασία «Ντούνα», οι Κεφαλλονίτες «Τούνα» κι έτσι ταξίδευαν στην «Απάνου ή Κάτω Τούνα» την «Κεφαλληνία», τον «Άγιο Γεράσιμο»,  τη «Λειβαθώ», τη «Δραπανιώτισσα», τα δικά τους δουνάβια πλεούμενα που κουβαλούσαν με τον τρόπο αυτό ψήγματα του μακρινού αγαπημένου νησιού.

Ιδιαίτερη εντύπωση προξενεί –και θεωρώ πως χρήζει επισταμένης επιστημονικής έρευνας- το πώς οι Κεφαλλονίτες – που είχαν πλήρη άγνοια από ποτάμια πλεύση –και δη σε συνθήκες βαρύτατου χειμώνα όπου ο Δούναβης πάγωνε για μέρες-, εξοικειώθηκαν τόσο πολύ με τα νερά του ποταμού! Ως αποτέλεσμα αυτού είναι το γεγονός ότι πολλοί που απασχολούνταν στις ποτάμιες δραστηριότητες ονομάστηκαν Ποταμιάνοι απαλείφοντας το πραγματικό τους επίθετο. Στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης στο Γαλάτσι διαβάζουμε: «Εγένετο αναλώμασι Σωτήρος Ποταμιάνου Σιμωνέτου …1870, Μαρτίου 16» (σε έγγραφα δε, το Σιμωνέτου εξαφανίσθηκε).

Κατά την διάρκεια των χρόνων που ακολούθησαν αναπτύχθηκε πλήρως βάση καπιταλιστική και η υπεροχή των Κεφαλλήνων στην ναυτιλία έγινε απόλυτη πραγματικότητα.

Στη Μπραΐλα ήταν η έδρα των εφοπλιστών. Πλοιοκτήτες, έμποροι και εξαγωγείς σιτηρών όπως οι Βαλλιάνοι, οι Σταθάτοι, ο Μαρκόπουλος, ο Αθανασούλης, ο Αντ. Θεοφιλάτος, ο Φ. Φραγκόπουλος, ο Ιωάν. Βαλεριάνος, ο Π. Μαρκέτος, οι Βιολάτοι, οι Μελισσαράτοι απετέλεσαν την ανώτερη τάξη στην Ελληνική και Ρουμανική κοινότητα. Οι τρεις αδελφοί Θεοφιλάτου το 1868 ίδρυσαν την πρώτη και μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρεία με ρυμουλκά και σλέπια. Ο Πόρτολος είχε στόλο που αριθμούσε 12 ρυμουλκά και 10 σλέπια, τα μεγαλύτερα που έπλευσαν ποτέ τον Δούναβη . Ακόμη και ο θεωρούμενος ως ο καλύτερος μηχανικός και ναυπηγός που πέρασε ποτέ από εκεί ήταν ο Κεφαλλονίτης Παναγής Μελισσαράτος.

Στον Σουλινά ήταν η έδρα των πλοηγών. Από τους Κεφαλλήνες πλοηγούς διακρίθηκε ο τιμημένος από την Διεθνή Επιτροπή αρχιπλοηγός Νικόλαος Μπαρμπάτης, επαινέθηκαν δε και οι Γεωργ. Τότολος, Μιχαήλ Σφαέλος, Παναγ. Παπαντωνάτος, Κωνσ. Κανέλλος, Α. Μιλιαρέσης, Άγγελος Τότολος, Ιωάν. Αλεπράντης, Ευαγγελινός Μονόπολης, Σωκρ. Κατεβάτης, Διον. και Σαράντης Αρσένης, Γερ. και Χαρίλαος Χαλικιάς, Ηλίας και Γερασ. Καλάβριας. Ονομαστοί ήταν οι Οίκοι των Σταθάτων, του Π. Στεφανίτζη, του Γρηγ. Κοντογούρη, του Γερ. Ζερβού και του Γεωργ. Σουρβάνου.

Στην Τούλτσεα «… πρωτεύει ο μεγάλος των Λυκιαρδόπουλων οίκος όστις, παρ’ όλας τας επελθούσας επί το μέρος εκείνο μεταβολάς, έμεινεν στερεός και ακλόνητος. Άλλοι ομογενείς εισίν οι κ. Ηλίας Λυκιαρδόπουλος, Ν.Α. Λυκιαρδόπουλος… Ιωάννης Αντύπας, Αδελφοί Κοντογούρη…» .

Στο Γαλάτσι μεγάλοι «εμπορικοί οίκοι Κεφαλλήνων εισίν των Παν. Αθανασούλη , Χαρ. Ζαφειράτου, Σφαέλου».

Αν και αρκετά πλοία Κεφαλλήνων έφεραν για λόγους φορολογικούς ξένες σημαίες, εν τούτοις η υπεροχή τους ήταν πασιφανής. Την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. στον στόλο του Κάτω Δούναβη από τους 195 πλοιοκτήτες οι 93 είναι Κεφαλλονίτες, οι 21 Ιθακήσιοι και οι 81 διάφοροι Έλληνες και Ρουμάνοι. Το δε 1900 από τα 270 σλέπια τα 160 ανήκουν σε Κεφαλλονίτες, τα 75 σε Θιακούς και τα υπόλοιπα 35 σε διάφορους άλλους. Από τα 90 ρυμουλκά τα 50 ήταν Κεφαλλονίτικα,  και από τους 90 καπετάνιους (οι 73 ήταν Έλληνες και εξ αυτών) οι 62 Κεφαλλονίτες.

Τα κτίρια στα παραδουνάβια λιμάνια είχαν αποκλειστικά ναυτική και εμπορική χρήση και τα περισσότερα ήταν ιδιοκτησίες Κεφαλλήνων. Στέγαζαν επιχειρήσεις, ήταν αποθήκες, εξυπηρετούσαν τις αποβάθρες, ήταν κατοικίες εργατικού δυναμικού. Στο Γαλάτσι βρίσκουμε τους Κων. Βαλσαμάκη και Μεταξά, ευεργέτες της εκκλησίας της Μεταμορφώσεως. Στην Τούλτσεα και στην είσοδο της τρίκλιτης βασιλικής του 19ου αι., της Μεταμορφώσεως, θαυμάζουμε την ιερή εικόνα του Αγίου Γερασίμου και το όνομα του ευπατρίδη ομογενή και μεγάλου επιχειρηματία Μιχαήλ Δ. Παπαδάτου (1902).

Οι Κεφαλλονίτες προσαρμόστηκαν εύκολα στη νέα διοικητική οργάνωση και τα, αρχικά, απλά γραφεία που είχαν ιδρύσει, μετατράπηκαν σε μεγάλα ατμοπλοϊκά πρακτορεία τα οποία δεν εξυπηρετούσαν μόνο τα δικά τους συμφέροντα, αλλά και άλλων εταιρειών. Ονομαστοί πράκτορες στην Μπραΐλα ήταν οι Μακρής, Σιμάτος, Ι. Τρωγιάνος, Δ. Δομένικος και Παν. Βαλλιανάτος. -Μάλιστα ο τελευταίος έστειλε με δικά του έξοδα εθελοντές από τη Μπραΐλα στην Ελλάδα να πάρουν μέρος στον πόλεμο του 1897-. Στο Σουλινά λειτουργούσαν τα πρακτορεία των Διον. Ιγγλέση, Σταθάτου, Λειβαδά, Μπαρμπάτη, Α. Βαλσαμάκη, Θεοφιλάτου, Παρασκευά Τρωιάννου και του Υποπρόξενου Αναστ. Μαράτου. Οι τρεις τελευταίες εταιρείες λειτουργούσαν και ανθρακαποθήκες και ήταν από τις πρώτες που ιδρύθηκαν και οι μόνες που δρούσαν μέχρι τις αρχές του Β΄.Π.Π. Στο Γαλάζιο πράκτορες ατμοπλοϊκών εταιρειών ήταν οι Διον. Βαλλιάνος, Νικ. και Αντ. Μακρής και στην Κωνστάντζα οι Μακρής και Σβορώνος.

Οι Γιαννουλάτος και Δεστούνης είχαν ατμόπλοια μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών. Το φθινόπωρο του 1903  «τω όντι κατά πάντα βασιλικόν ‘Βασιλεύς Γεώργιος’»  εκτελεί τη γραμμή Πειραιάς-Κωνσταντινούπολη-Μπραΐλα. «…Πλοιαρχεύει ο ευγενέστατος δε τους τρόπους κ. Γεράσιμος Δανάλης, υποπλοίαρχος δε τυγχάνει ο επίσης ικανός ναυτικός κ. Χαράλαμπος Φραγκόπουλος. Επίσης η συμπεριφορά και η ευγένεια του λοιπού προσωπικού ανθαμιλλάται προς την πολυτέλειαν του σκάφους».

Εντύπωση προξενεί η είδηση σύμφωνα με την οποία την 5/8 Φεβρουαρίου 1904 «Η Ιονική Ατμοπλοΐα διοργανίζει δια τας εορτάς του Πάσχα εκδρομήν δια του υπό πάσαν έποψιν αξιολόγου ατμοπλοίου «Βασιλεύς Γεώργιος» από Μπραΐλα, δια Σουλινάν, Κωνστάντσαν, Κωνσταντινούπολιν, Δαρδανέλλια, Σμύρνη, Πειραιά, Λεμησσόν και Ιόππην (Γιάφφα)». Αυτή η διοργάνωση θαλασσίας εκδρομής είναι η κρουαζιέρα. Άρα καταρρίπτεται το μέχρι σήμερα δεδομένο ότι πατέρες της κρουαζιέρας ήταν οι Σπυρίδων και Χαράλαμπος Τυπάλδος-την δεκαετία του ’50-, των οποίων βέβαια προηγούνται πασιφανώς οι Δεστούνης-Γιαννουλάτος!  Επιπρόσθετα δε οι δυο τελευταίοι ανήγγειλαν αναχωρήσεις ατμοπλοίων για Αμερική, Καναδά και Αφρική.

Σχεδόν ταυτόχρονα με τον εφοπλισμό αναπτύχθηκε η βιομηχανία. Επικεφαλής στην Μπραΐλα ήταν οι 7 ιδιοκτήτες αλευρόμυλων οι: Βαλεριάνος-Λυκιαρδόπουλος, Αφοί Βιολάτου, Αφοί Γαλιατσάτου, Αφοί Μελισσαράτου, Β. Λυκιαρδόπουλος, Ιωάννης και Δημήτριος Μήλας και Γ. Αμπάτης (και αργότερα Αμπάτης-Λυκιαρδόπουλος). Αλλού δε απαντάμε τους Άννινους, Ματσούκη, Στεφανίτση, Βαλλιανάτους. Γνωστό δε κατάστημα ναυτικών ειδών ήταν αυτό του Φουρνιώτη.

Όλοι αυτοί οι πολυπληθείς επιχειρηματίες της αστικής τάξης με τις τεράστιες περιουσίες και τον απόλυτα κλειστό κόσμο τους που έμελλε να παίξουν ποικιλοτρόπως σημαντικότατο ρόλο στις δυο χώρες ήταν σεμνότατοι. Μεταξύ όλων που είχαν αναπτύξει κοσμική ηθική απόλυτα εναρμονισμένη με την Ορθοδοξία και την αφοσίωση στην πάτρια γη, ξεχωρίζουν οι Παναγής Χαροκόπος και Χρήστος και Αντώνιος Κουταβάς που ανήκουν στην χορεία των Μεγάλων Ευεργετών του έθνους.

Ως αποτέλεσμα των ως άνω ισχυρών τομέων (ναυτιλίας –εμπορίου – βιομηχανίας) ήταν να αναπτυχθούν και να διαδοθούν οι τέχνες, οι επιστήμες και τα γράμματα. Διέπρεψαν οι Γεράσιμος Πανάς , Νικόλαος Καραντινός, Χριστόδουλος Τσιγάντες, Γεράσιμος Ραζής, Γεράσιμος Μηλιαρέσης, ο Γεώργιος Καββαδίας με το Ωδείο του, ο συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι, η ζωγράφος Άρτεμις Μελισσαράτου, ο καθηγητής στην Ανώτατη Εμπορική Ακαδημία του Βουκουρεστίου Σπύρος Φωκάς, ο συνθέτης Γεώργιος Σκλάβος (1888-1976) μετέπειτα διευθυντής του Ωδείου Αθηνών, της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Κατά τα τέλη του 19ου αι. εκδότης μεγάλης εφημερίδας ήταν ο Διονύσιος Μεταξάς-Λασκαράτος, λόγιος και προσωπικός φίλος του Μαρίνου Αντύπα, ο οποίος εξέδιδε και τον «Ελεύθερο Λόγο».

Όταν οι Ρουμανικές αρχές, μετά το 1859, έθεσαν ποικίλες απαγορεύσεις στους Έλληνες για την τέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων, οι Κεφαλλονίτες πλοιοκτήτες συνέχισαν απτόητοι να λειτουργούνται στα πλοία τους μετατρέποντάς τα σε υπερποτάμιους ναούς εκμεταλλευόμενοι το ότι ήταν κάτω από Ελληνική σημαία.

Το 1863 ίδρυσαν την εκκλησία του Ευαγγελισμού στην Μπραΐλα, μεγάλο μέρος της οποίας κτίσθηκε με δαπάνες Κεφαλλήνων, ενώ πολλοί υπηρέτησαν ως εφημέριοι (Δαυής, Τραυλός, Χαροκόπος κ.α.). Ο ναός αυτός έχει τρεις άγιες τράπεζες: η κεντρική είναι προς τιμή της Θεοτόκου, η νότια προς τιμή του Αγίου Νικολάου και η βόρεια προς τιμή του Αγίου Γερασίμου. Μάλιστα, κάτω υπάρχει θαυματουργή πηγή που ανακαλύφθηκε από όραμα κατά την θεμελίωση του ναού το 1863 και ανήμερα της γιορτής της Ζωοδόχου Πηγής γίνονταν θαύματα. Οι τοιχογραφίες του ναού έγιναν σε τρεις φάσεις, η δεύτερη από τις οποίες ανήκει στον ζωγράφο Κωνσταντίνο Λει(ι)βαδά-Λιώκη ο οποίος αγιογράφησε το Άγιο Βήμα.

Κι επειδή στα πάντα ακμή και παρακμή κύκλους κάνουν, έτσι κι εδώ: Αρχές του 20ου αι. και αμέσως μετά τα πρώτα χρόνια του τέλους της ακμής κορυφώθηκε το κουτσοβλαχικό ζήτημα  και άρχισε η ζωή των Κεφαλλήνων –και Ελλήνων ευρύτερα- να γίνεται τραχειά και δραματική. Αποκορυφώθηκε δε η κατάσταση αυτή το τέλος του Α’ Π.Π. το οποίο σήμανε και το τέλος των Κεφαλλήνων από τις παραδουνάβιες δραστηριότητές τους λόγω του ότι η Ρουμανία επέβαλε δυσμενείς όρους για τους ξένους υπηκόους και τις ξένες σημαίες οπότε οι εταιρείες χρεοκόπησαν.

Η παρούσα εισήγηση δεν είναι μόνο μνημόσυνο για τους επώνυμους Κεφαλλονίτες, αλλά και για τους ανώνυμους, για εκείνους που η Ιστορία αδιαφορεί, αν και πάντοτε στηρίζεται στις δικές τους πλάτες. Σήμερα σαν ανάμνηση της Κεφαλληνιακής χρυσής εποχής της ναυτιλίας στην «Άνω και Κάτω Τούνα» παραμένουν στις κάποτε ανθούσες παροικίες χαραγμένα σε έγγραφα, σε μάρμαρα, σε ξεθωριασμένες επιγραφές, σε βιβλία, εκατοντάδες ονόματα Κεφαλλονίτικα, πλούσιων και φτωχών, που πάτησαν δίπλα δίπλα τις παραποτάμιες αποβάθρες, αγκομάχησαν, πικράθηκαν κι αγάπησαν πάνω σε αυτές και περιπλανώνται ίσοι πλέον μεταξύ ίσων στο διηνεκές. Και στο Σουλινά, εκεί στην καρδιά, στο στόμιο του Δέλτα, μέσα από την ομίχλη του «Γαλάζιου Δούναβη» προβάλλουν κάνα-δυο μπηγμένα κουπιά σηματοδοτώντας τον τόπο όπου πέρασαν οι δικοί μας τυχοθήρες.

…σήμα τέ μοι χεύαι πολιής επί θινί θαλάσσης…

… πήξαί τ’ επί τύμβω ερετμόν

τω και ζωός έρεσσον εών μετ’ εμοίσ’ ετάροισιν.

«μνημείο να υψώσεις προς τιμή μου στην ακτή της θάλασσας της άσπρης

… και να μπήξεις επάνω του κουπί

με το οποίο,

όταν ήμουν ζωντανός, κωπηλατούσα με τους συντρόφους μου αντάμα»

ζητεί η ψυχή του Ελπήνορος από τον Οδυσσέα.

Στις συνειδήσεις κάθε εποχής –πόσω μάλλον της σημερινής- αγρυπνά ένα μήνυμα: η βαθειά γνώση του φιλικού παρελθόντος δυο λαών είναι η μόνη και κυρίαρχη δύναμη που μπορεί να γεννήσει ειρηνικές, δημιουργικές, ανθρωποκεντρικές σχέσεις και ανοιχτές πολιτισμικές συνεργασίες.


Ευρυδίκη Λειβαδά

(Eισήγηση που έγινε κατόπιν προσκλήσεως του ΑΤΕΙ Ι.Ν., Παράρτημα Αργοστολίου, στις 28 Ιουλίου 2013 στο Δημοτικό Θέατρο Ο Κέφαλος, και είναι υπό έκδοση μαζί με το: «Χιώτες στην Ρουμανία». Και τα δυο μεταφράζονται από την Eλληνίστρια και ιδιοκτήτρια των εκδόσεων ΟΜΟΝΟΙΑ κ. Ελένα Λάζαρ. Στο παρόν κείμενο δεν έχουν μεταφερθεί οι σημειώσεις οι οποίες υπάρχουν στην ολοκληρωμένη έκδοση).

_________________

Φωτογραφίες:

Ένα από τα σλέπια του στόλου των αδελφών Μελισσαράτου, το «Απόστολος»,  1.500 τόνων, Braila port No. 859-166 (ελαιογραφία του ίδιου του κυβερνήτη).

Συλλογή της συγγραφέως.

Διαφήμιση στην εφημερίδα της Μπραΐλα «Ελεύθερος Λόγος» «…το ωραιότατον ατμόπλοιον ‘Βασιλεύς Γεώργιος’ των Δεστούνη-Γιαννουλάτου. …Την πρώτην θέσιν στολίζει αίθουσα μεγαλοπρεπεστάτη και πολυτελεστάτη επιπλωμένη ως πριγκηπικόν μέγαρον …δεν υστερεί η Γ΄θέσις εις πολυτέλειαν … υπάρχουσι δύο καπνιστήρια δι’ αμφότερα τα φύλα, αίθουσα δια χορόν με κλειδοκύμβαλον, δυο βιβλιοθήκαι …

Συλλογή της συγγραφέως.

Βραβείο, μετάλλια και σφραγίδες Κεφαλλήνων επιχειρηματιών στην Μπραΐλα. Συλλογή της συγγραφέως.