μέρος τους. Είναι πια άκρως αμφίβολο αν τους έχει μείνει η δυνατότητα να υλοποιήσουν οτιδήποτε από όσα έχουν τάξει, όχι μόνο προεκλογικά, αλλά και μετεκλογικά και μάλιστα με τον πιο επίσημο τρόπο – τις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού μέσα στη Βουλή. Ούτε οι 12.000 ευρώ αφορολόγητο για τον Έλληνα φορολογούμενο θα υπάρξουν φέτος ούτε ο ΕΝΦΙΑ θα καταργηθεί. Ακόμη κι από αυτό το αστικό Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης που είχε εξαγγείλει ο Τσίπρας τίποτα ουσιώδες δεν θα πραγματοποιήσουν φέτος ψηφίζοντάς το στη Βουλή. Δεν θα υπάρξει ούτε καν αυτή η υποτυπώδης ανακούφιση αστικού τύπου για εκατομμύρια πολίτες. Όλα τα ουσιώδη, ανακουφιστικά μέτρα της Θεσσαλονίκης η κυβέρνηση Τσίπρα τα. διακτινίζει στο μέλλον, με εξαιρετικά μεγάλη πλέον την πιθανότητα τα μέτρα αυτά να μη γίνουν ποτέ πραγματικότητα.
Η αύξηση του κατώτατου μηνιαίου μισθού στα 751 ευρώ έχει ήδη ετεροχρονιστεί για το 2016 εν μέσω λυσσώδους αντίστασης των γερμανοτσολιάδων, οι οποίοι απαιτούν να μην αυξηθεί καθόλου, πράγμα που βεβαίως βρίσκει ευμενή απήχηση σε Έλληνες εργοδότες. Φαίνεται ότι εξαφανίζεται η προοπτική αποκατάστασης της 13ης σύνταξης σε όσους παίρνουν κάτω από 700 ευρώ το μήνα. Ήδη στην κυβέρνηση συζητούν να δώσουν για μία και μοναδική φορά ένα επίδομα σε όσους παίρνουν σύνταξη κάτω από 500 ευρώ το μήνα! Οι δανειστές αλλά και οι Έλληνες αστοί ούτε να ακούσουν δεν θέλουν για αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, για απαγόρευση των μαζικών απολύσεων, για επαναφορά του θεσμού της διαιτησίας κ.λπ. Τελικά τίποτα δεν απομένει από τις ανακουφιστικές πτυχές του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης, αυτού του καθαρά αστικού προγράμματος, επαναλαμβάνουμε: το κράτος της Δεξιάς του Κώστα Καραμανλή θα φάνταζε. «αριστερίστικο» καθεστώς συγκρινόμενο με την κατάσταση που θα επικρατούσε αν υλοποιούνταν πλήρως το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του Τσίπρα! Αντιθέτως, όπως συνάγεται από συνέντευξη στην Αυγή της περασμένης Κυριακής του υπουργού Επικρατείας Αλέκου Φλαμπουράρη, ο οποίος είναι υπεύθυνος για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου, το Μέγαρο Μαξίμου προετοιμάζει το έδαφος για την υπογραφή μιας απαράδεκτης συμφωνίας με τους δανειστές, ανάλογης με το Μνημόνιο του Σαμαρά και του Βενιζέλου, χρησιμοποιώντας σαν μέσο παραπλάνησης του λαού τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
Το δημοψήφισμα, είπε ο Αλ. Φλαμπουράρης, «το θεωρώ επιβεβλημένο για λόγους δημοκρατικής τάξης σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις οδηγηθούν σε ατραπούς μακριά από αυτά για τα οποία λάβαμε εντολή από το λαό στις 25 Ιανουαρίου»! Αντί δηλαδή να διακηρύξει, μόνο φραστικά έστω, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του αποκλείεται να υπογράψουν συμφωνία μακριά από αυτά για τα οποία έλαβαν εντολή στις εκλογές, ο υπουργός και εμφανιζόμενος ως πολιτικός μέντορας του Τσίπρα δηλώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα υπογράψει μεν την απαράδεκτη συμφωνία, αλλά για «λόγους δημοκρατικής τάξης» θα τη θέσει υπό την κρίση του λαού! Έτσι την τελική ευθύνη θα την έχει ο λαός που αποφάσισε και όχι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που υπέγραψε την απαράδεκτη υποθετική συμφωνία! Και αν ο ελληνικός λαός απορρίψει τη συμφωνία που υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση Τσίπρα θα το εκτιμήσει αυτό ως αποδοκιμασία της και θα παραιτηθεί ή θα κάνει το κορόιδο και θα παραμείνει στην εξουσία, προκειμένου να γεύεται τους γλυκούς καρπούς της, σφυρίζοντας αδιάφορα για την απόρριψη από το λαό της συμφωνίας που υπέγραψε; Ούτε λέξη δεν λέει επ’ αυτού ο υπουργός! Δεν είναι ανόητος. Εξάλλου ξέρει πολύ καλά ότι αποκλείεται οι Γερμανοί να αφήσουν να γίνει στην Ελλάδα δημοψήφισμα! Προφανώς και γνωρίζει το Βερολίνο ότι οι Έλληνες δεν είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να βάλουν τα χεράκια τους να βγάλουν τα ματάκια τους, υπερψηφίζοντας μια απαράδεκτη συμφωνία.
Υπάρχει όμως κι άλλος λόγος, γενικότερος. Αλίμονο αν οι Γερμανοί επέτρεπαν κάθε επαχθής συμφωνία που επιβάλλουν σε χώρα της Ευρωζώνης να τίθεται υπό την κρίση του λαού της! Έχει να εισπράξει «Όχι» με το τσουβάλι! Δεν μπορεί το Δ΄ Ράιχ της Γερμανίας, έστω και με οικονομικά μέσα αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το Γ΄ Ράιχ του Χίτλερ, να οικοδομηθεί με τη συναίνεση των εξανδραποδισμένων Ευρωπαίων!
ΠΗΓΗ: Πριν
Γιώργος Δελαστίκ
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 12.5.2015, Β. Λορεντζάτος