Για αυτό και είχαμε υποδεχθεί θετικά τις απόψεις και τις σκέψεις που φαίνεται να έχει ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού Ν. Ξυδάκης.
Κλείνουμε την παρένθεση.
Στη λίστα, ουσιαστικά προαναγγέλλεται αλλαγή στην τιμολογιακή πολιτική των εισιτηρίων με αύξησή τους, ανάλογα με τη σημασία κάθε χώρου, την επισκεψιμότητά του και σε αναλογία με τις αντίστοιχες πολιτικές των μουσείων και των χώρων ιστορικού ενδιαφέροντος στην Ευρώπη, ενώ αναφέρεται ότι θα υπάρξουν «ειδικοί όροι» για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Επισημαίνεται επίσης ότι θα υπάρχει ελεύθερη είσοδος μία Κυριακή το μήνα τη θερινή περίοδο και δύο ή και περισσότερες κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου.
«Είδηση», τρόπον τινά, είναι επίσης η αναφορά ότι θα δημιουργηθεί μία κεντρικά ελεγχόμενη ηλεκτρονική πλατφόρμας χαμηλού κόστους, για e-ticketing και δυνατότητα αγορών μέσω πιστωτικών και χρεωστικών καρτών. Αυτή η πλατφόρμα καλύψει αρχικά τα 33 μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους που έχουν τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και έχουν ενταχθεί και στο διευρυμένο ωράριο.
Ως χρόνος εφαρμογής της νέας αυτής πολιτικής αναφέρεται ο Ιούνιος. Και εδώ έχουμε τρία τινά να σχολιάσουμε: Πρώτον, αν είναι εφικτό να στηθεί και να λειτουργήσει η εν λόγω πλατφόρμα μέσε σε δύο μήνες.
Δεύτερον, κατά πόσο είναι ορθή η αύξηση στα Μουσεία και στους Αρχαιολογικούς Χώρους εν μέσω τουριστικής περιόδου.
Τρίτον, ο πραγματικά μεγάλος “πλούτος”, κατά την άποψή μας, βρίσκεται στα αναμνηστικά, αντίγραφα και πάσης φύσεως προϊόντα που μπορεί να δημιουργηθούν για κάθε Μουσείο και Αρχαιολογικό χώρο. Διεθνώς, τα αντικείμενα αυτά αποτελούν κύρια πηγή εσόδων για Μουσεία και Χώρους και εκεί πραγματικά αξίζει να επενδύσει το κράτος, με φαντασία, δημιουργικότητα και ευελιξία.
Επιπρόσθετα, καλό θα ήταν ο κ. Βαρουφάκης και οι συνεργάτες του να διαβάσουν προσεκτικά τη μελέτη-πρόταση που έχει κάνει ο ΣΕΤΕ για το θέμα και για την αναδιοργάνωση του ΤΑΠ. Αν το είχε κάνει, θα μπορούσε να προσθέσει λίγα ακόμα εκατομμύρια ευρώ στους υπολογισμούς του, αλλά και να καταλάβει ότι υπάρχει μία ολοκληρωμένη πρόταση έτοιμη για υιοθέτηση.
Και χωρίς να «απειλείται» ή να αλλοιώνεται ο «δημόσιος χαρακτήρας» των χώρων αυτών.
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 3.4.2015, Β. Λορεντζάτος