Θέλεις γαλάζια να βαφτείς; Για σκέψου το καημένη.
Πρώτο: Σ’ έβαψε ο δήμαρχος κι είσαι ξεθωριασμένη.
(Πώς μπλέχτηκαν τα χρώματα σ’ αυτό το αποτέλεσμα;
Κανένας δεν φαντάζεται ποιος πρώτος θέλει … κρέμασμα.)
Δεύτερο: Εφκειού του Σαμαρά, θολά τα χρώματα του.
Σκάρτοι οι μπογιατζήδες του κι όλα τα υλικά του.
Ο ένας σε πασάλειβε πράσινο. Χρόνια τώρα.
Σαν έμπλεξε με …θάλασσα, στο μπλε επήρε φόρα.
Ο άλλος, αντιδήμαρχος. Με …σπάτουλα …πινέλο
το χρώμα δεν το ξόδευε κι ας γέμιζε μπουγέλο.
Αμ την κυρία που ‘βαλαν. Ετούτο είναι τρέλα!
Μόνο να κουβαλά μπογιά, να πλένει τα πινέλα.
Χαθήκαν όμως απ’ τους μπλε, άξια παλληκάρια.
Θυμάσαι; Πώς χειρίζονταν μουντιά μα και …κοντάρια!
Αν θέλεις χρώμα πράσινο, που ‘χες παλιά φορέσει,
χάλασε, μπλέχτηκε με μπλε και έχει μπασταρδέψει.
Γι’ αυτούς που βάφουν, απορώ. Γιατί ‘ναι κολλημένοι;
αφού βλέπουν πως πράσινο το χρώμα τους δεν βγαίνει;
Βαράνε μία πινελιά. Μα είναι μαγεμένο;
Μέχρι να πέσει η δεύτερη, με μπλε ειν’ αλλαγμένο.
Κι οι βετεράνοι χάθηκαν, πιττόροι, του πρασίνου,
φοβούνται το μιράκολο και στα τσικό τ’ αφήνουν.
Γνωρίζουν πως ευθύνονται για τη χρωμομειξία.
Πώς να μοστράρουν για βαφείς! Θα ‘ναι αυτοκτονία.
Τις δυσκολίες τούτες δω, γνωρίζει ο Βενιζέλος,
και του γυαλίζει ο οφθαλμός. Θα κουρλαθεί στο τέλος.
Του Παπανδρέου ο βαφεύς, σηκώνει όλα τα βάρη.
Μ’ αυτό που ξέρει μοναχά, είναι να …σπατουλάρει.
Με πένα …σπατουλάριζε και στούμπωνε …φουρνέλο.
Αλήθεια, τι του έταξε κι έπιασε το πινέλο;
Άγνωστο το νερόχρωμα, π’ ο Θοδωράκης φέρνει.
Δεν ξέρω αυτοί πως βάφουνε. Μα … μια βροχή το παίρνει.
Άσε που χώμα στο νερό θα έχει εισχωρήσει.
Γλίτσα, λάσπες, βρομόνερα, ποιος θα τα καθαρίσει;
Ξέρω. Λιγάκι κόκκινο τραβά η όρεξή σου.
Για λίγα τετραγωνικά, είμαι κι εγώ μαζί σου.
Εργάτες έχει ακούραστους, ανθρώπους αλωβήτους.
Μα σκούριες οι ιδέες τους, παλιά η τεχνική τους.
Με τον Καμένο βάφουνε δυο άνδρες μια κυρία.
Μα τρέμουνε τα χέρια τους σ’ αυτή την εργασία.
Τσαλαβουτούν μες τη μπογιά, μα οι δυο το ρίχνουν κάτου
κι ο τρίτος, δεν το βλέπετε; Τη ρίχνει στα μαλλιά του.
Για τον Κουβέλη τι να πω; Γνωστούς βαφειάδες έχει.
Μα είναι μία πινελιά το χρώμα που παρέχει.
Λίγες σταγόνες πράσινο, έσταξε ν’ αυγατίσει.
Σαν το μαγάρισε με μπλε, του το ‘χουνε ριπίσει.
Το μαύρο δεν στο συζητώ. Βλέπω πως δεν σ’ αρέσει.
Με βία και με ρατσισμό, ποτέ δεν είχες σχέση.
Υπάρχουν κι άλλα χρώματα, πιττόροι και τεχνίτες
χιλιάδες να σε βάψουνε, θέλουνε μέρες, νύχτες.
Το θεωρώ ανώφελο γι’ αυτούς να πω μια λέξη
και τελευταίο άφησα το χρώμα του Αλέξη.
Δυόμιση χρόνια συναπτά μ’ αυτό είσαι βαμμένη.
Πολύ καλή προτίμηση. Βγαίνεις δικαιωμένη.
Και πρωτ’ απ’ όλα να σκεφτείς, κι αυτό δεν είναι μύθος.
Πιττόροι δεν σου έτυχαν, ποτέ με τέτοιο ήθος.
Πάντα σεμνοί και ταπεινοί, δεν σε απασχολούσαν,
έκαναν την δουλίτσα τους κι οι άλλοι ας χτυπούσαν.
Για δες το ρεαλιστικά. Έχεις την εμπειρία σου.
Είναι το χρώμα τούτο δω κοντά στην ιστορία σου.
Άκου λοιπόν Κεφαλλονιά, το χρώμα μην αλλάξεις,
και έως κόρη οφθαλμού να το διαφυλάξεις.
Αν ξεθωριάσει, με καιρό, πέτα το στα σκουπίδια.
Τώρα με τα εισαγόμενα, μη σκέφτεσαι βαψίδια.
Πράσινο πια δεν βάφεσαι, περίπτωση καμία.
Μα ο Σαμαράς εισάγει μπλε, από τη Γερμανία.
Το χρώμα το Γερμανικό, πολύ καλά γνωρίζεις.
Μ’ αν τόσο γρήγορα ξεχνάς… κάνε όπως νομίζεις.
Εκτός αυτού, σε θέλουν μπλε. Στο λέω, μα τον Άγιο
για να σου κάνουν καμουφλάζ στ’ απέραντο γαλάζιο.
Κι εφόσον δεν θα φαίνεσαι, κρυφά να σ’ αλωνίζουν.
προφέσορες στην τακτική να σε καταβροχθίζουν.
Στ’ όνομα, καταπίνουνε, της Μέρκελ της φοράδας,
αρπαχτικά με χρώμα μπλέ, τον πλούτο της Ελλάδας.
Τονίζω, τελειώνοντας. Δεν λέω παραμύθια.
Πάντοτε τα Ζιζάνια, σου ‘λέγαν την αλήθεια.
Το Ζιζάνιο τ’ Αργοστολιού για την ΟΔΥΣΣΕΙΑ