Στα Μοντεσαντάτα το 1799 σε σύνολο 84 μελών ευγενών οικογενειών τα 67 προέρχονταν από την οικογένεια Μοντεσάντο. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από την ομώνυμη οικογένεια είχαν εγκατασταθεί και άλλες οικογένειες. Ήδη από αυτές -και αναφερόμενοι πάντοτε στην συγκεκριμένη εποχή- οι πηγές σημειώνουν την οικογένεια των Μαρκέτων και την οικογένεια Μαρκόπουλου.
Σε στρατιωτικό υπόμνημα – απογραφή του 1808[1] όπου η Κεφαλλονιά ήταν χωρισμένη σε 14 περιφέρειες, στην 10η κατά σειρά που γράφεται Talannes[2], η ονομασία του οικισμού είναι Μοντεσαντάτα (και μάλιστα: Montessandata). Αλλά και στην απογραφή του 1879 και 1907 τα Μοντεσαντάτα διατηρούνται ως ονομασία και ανήκουν στην επαρχία Κραναίας.
Η αρχική σύσταση του Δήμου Κρανίων το 1866 δεν περιελάμβανε τα Τρωγιαννάτα τα οποία υπήρχαν στο Δήμο Ομαλών όπου διαβάζουμε: «αρχική σύσταση: Τρωϊαννάτα (770), Δεμουτσαντάτα και Ματαραγκάτα (212)» και ως μεταγενέστερες προσαρτήσεις παρουσιάζονται τα Μοντεσαντάτα, η Μονή Αγίου Γερασίμου και η Αγία Παρασκευή. Έτσι όπως είναι γραμμένο μοιάζουν –λανθασμένα- πως Μοντεσαντάτα και Δεμουτσαντάτα είναι δυο διαφορετικοί οικισμοί[3].
Το 1912[4] ιδρύθηκαν Κοινότητες μεταξύ των οποίων ήταν και η Κοινότητα Τρωϊαννάτων με έδρα τον οικισμό Τρωγιαννάτων και προσάρτηση του οικισμού Μοντεσαντάτα. Το 1929 τα Μοντεσαντάτα ήταν χωριό της Κοινότητας Τρωΐαννάτων και αριθμούσαν 128 κατοίκους[5], ενώ στις 16 Οκτωβρίου του 1940 ο οικισμός μετωνομάστηκε σε Δεμουτσαντάτα, ονομασία που για πρώτη φορά είχε παρουσιασθεί στην απογραφή του 1766-1770[6].
Το 1997, με το γνωστό νόμο «Καποδίστριας», καταργήθηκε η κοινότητα Τρωγιαννάτων και με τις οικιστικές προσαρτήσεις της ενώθηκε με τον διευρυμένο Δήμο Αργοστολίου. Το δε 2002 ο Δημοτικό Διαμέρισμα Τρωγιαννάτων (μαζί με τα Δεμουτσαντάτα – παλ. Μοντεσαντάτα) αριθμούσε 175 κατοίκους.
Ο πρώτος δρόμος που περνούσε από τα Μοντεσαντάτα σχεδιάστηκε από τον Charles Philipe de Bosset ως παράκαμψη από το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου. Το ανηφόρι προς τα Τρωγιαννάτα ήταν παλαιότερο του 1810 και λεγόταν «αρβανίτικο μονοπάτι[7]». Ο Charles James Napier συντόμευσε τις αποστάσεις, καλυτέρευσε τα μονοπάτια, διάνοιξε νέους δρόμους κι έλαβε ειδική μέριμνα για το δρόμο που οδηγούσε στον Άγιο Γεράσιμο από τις Ταλαμιές μέσω Μοντεσαντάτων και Τρωγιαννάτων.
Περί οικογένειας Μοντεσάντου
Οι ρίζες της γνωστής Ιταλικής οικογένειας Montesanto είναι παλαιότατες. Το επώνυμο ανήκει στην κατηγορία εκείνων που προέρχονται από χαρακτηριστική τοποθεσία. Το Ιστορικό Ερευνητικό Κέντρο στο Λονδίνο θεωρεί πως είναι πιθανό το επώνυμο αυτό να είναι σύμπτυξη του Monte Santa Maria όνομα παλαιότατης αρχοντικής ιταλικής οικογένειας.
Αναλύοντας το επώνυμο βρίσκουμε τους ιταλικούς όρους “Monte” που σημαίνει “βουνό” και “Santo” που σημαίνει “Άγιος” ή ” ιερός, όσιος”. Μάλιστα, για το λόγο αυτό δεν διπλασιάζεται το “s” και προφέρεται «σ» και όχι «ζ» όπως όλα τα “s” που βρίσκονται ανάμεσα από φωνήεντα. Άρα Montesanto σημαίνει Ιερό Βουνό. Κατά μία εκδοχή προήλθε από το Ιερό Όρος (το βουνό Καρμέλ[8] – όπου και οι Καρμελίτες – τάγμα Καρμελιτών) της Ιερουσαλήμ, προσδίδοντας στην οικογένεια κάποια σχέση με τους Άγιους Τόπους –πιθανόν κάπου στις πρώτες Σταυροφορίες[9].
Μontesanto ως τοπωνύμιο στον Ευρωπαϊκό χώρο εμφανίζεται πρώτα στην Ιταλία και συγκεκριμένα στην Κεντρική Ιταλία: περιοχή Montesanto που τότε αποτελούσε τμήμα της αυτοκρατορίας του Καρόλου του Μεγάλου.
Ιστορικά τεκμηριωμένο είναι πως ο πρώτος –μέχρι τις σημερινές έρευνες- επιφανής απόγονος της οικογένειας Montesanto είναι ο Ariberto Montesanto ο οποίος το 801 πολέμησε πιστά στο πλευρό του Καρόλου του Μεγάλου, του εξελληνισμένου Καρλομάγνου[10]. Η γνωριμία των δυο ανδρών έγινε πριν την στέψη του Καρόλου ως αυτοκράτορα. Ο Ariberto τον ακολουθούσε καθ’ όλη την περίοδο της ορμητικής του επέκτασης. Ανήκε στην Αυλή του, μέσω της οποίας ασκούσε διοίκηση, και ήταν κοσμικός αξιωματούχος: ο αυτοκράτορας δε, τιμώντας την ανδρεία και την αφοσίωσή του, του απένειμε τον τίτλο του Μαρκήσιου της Τοσκάνης. Τον 11° αιώνα βρίσκουμε την οικογένεια να έχει εγκατασταθεί στο Palazzo της στο Arezzo το οποίο είχε κτίσει ο Ranieri Montesanto. Το παλάτι διατηρείται μέχρι σήμερα στο παλαιό κέντρο της πόλης[11].
Όμως ο οίκος αυτός είχε και εκτάσεις έξω από την πόλη. Έτσι, νότια της Τοσκάνης, στην επαρχία της Umbria, στην κοινότητα του Sellano, διατηρείται σε πλαγιά λόφου με εξαιρετική θέα, το ομώνυμο Καστέλλο – ανάμεσα στην περιοχή μεταξύ του τότε Δουκάτου του Σπολέτο και του Δουκάτου του Καμερίνο- με τους επιβλητικούς πύργους του που περιέκλειαν ολόκληρο χωριουδάκι, δίδοντας στην όλη περιοχή τη γνωστή ονομασία. Επίσης, στην ιδιοκτησία του οίκου είχαν περιέλθει –ήδη από τον 15ο αι- τα γύρω δάση, οι πηγές με τα τρεχούμενα νερά, και τα κοντινά βουνά. Σήμερα η καστροπολιτεία που διαφέντευε η οικογένεια Montesanto θεωρείται έργο τέχνης και γίνονται προσπάθειες για διαφύλαξή της.
Μεταγενέστερα άλλος ονομαστός απόγονος της οικογένειας αυτής ήταν ο Guiseppi Antonio Maria Montesanto, γιατρός που γεννήθηκε στην Mantua το 1779 (-1839) και που το 1815 αφού έγινε καθηγητής της Ιστορίας της Ιατρικής έγραψε πολλές μελέτες και συγγράμματα. Γνωστός είναι και ο γεωμέτρης Domenico Montesanto, γεννημένος στην Potenza το 1863 και μετέπειτα καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Napoli.
Στην Ρώμη, υπάρχει η βασιλική της “Santa Maria in Montesanto”, γνωστή και ως Eκκλησία των Καλλιτεχνών (Chiesa degli Artisti)[12], κτισμένη σε συμμετρία με την “Santa Maria dei Miracoli”. Και οι δυο αυτοί ναοί έχουν πρόσοψη προς την Piazza del Popolo και η κατασκευή τους χρηματοδοτήθηκε από τον καρδινάλιο Girolamo Gastaldi. H εκκλησία της Παναγίας του Μοντεσάντο[13] κτίσθηκε επάνω σε παλαιότερη αφιερωμένη και αυτή στην Παναγία με το ίδιο Θεοτοκωνύμιο και ανήκε στο τάγμα των Καρμελιτών (από το Ιερό Βουνό Καρμέλ στην Ιερουσαλήμ). Μέσα φιλοξενείται το θαυμάσιο τέμπλο του 15ου αι. της Παναγίας του Μοντεσάντο που η παράδοση αποδίδει την κατασκευή του σε ένα 11χρονο κορίτσι.
Επίσης πρόσφατα αναπαλαιώθηκε το Μοναστήρι στο Montesanto που κτίσθηκε το 542 και βρίσκεται στην κοινότητα του San Benedetto del Tronto, νότια της Αncona.
Στην Κεφαλλονιά, ο Χιώτης μνημονεύει την οικογένεια στις ευγενείς «των ετών 1593 – 1604»[14]. Ο δε Τσιτσέλης αναφέρει μεταξύ άλλων οίκων εξ Ιταλίας που εγκαταστάθηκαν στην Κεφαλλονιά και που «διετήρησαν και αυτό το εθνικόν των όνομα ή το της πόλεως οπόθεν απεδήμησαν» και τους Μοντεσάντο.
Στον κατάλογο των μελών του Συμβουλίου στις 19 Μαρτίου 1593[15], ανάμεσα στα 450 μέλη που εκπροσωπούσαν την «άρχουσα τάξη» της Κεφαλληνιακής κοινωνίας και που ανήκαν σε 106 μείζονες οικογένειες, ήταν και οι de Montesanto. Το de εδώ, είναι δηλωτικό του τόπου. Δηλ. η οικογένεια από το Μοντεσάντο.
Συγκεκριμένα συμμετείχαν 16 μέλη εκ των οποίων τα 5 αναφέρονται ως παιδιά Ορθόδοξων[16] ιερέων:
ser Fransesco de Montesanto de papa Leo
ser Draco de Montesanto de papa Leo
ser Andruzzo de Montesanto del papa
ser Marc’ Antonio de Montesanto
ser Andrea de Montesanto quondam ser Nicolo
ser Zanetto de Montesanto
ser Janni de Montesanto de protopapa
ser Steffanin de Montesanto quondam miser Stamati
ser Juane de Montesanto quondam ser Nicolo
ser Gerolimo de Montesanto del protopapa
ser Nicolo de Montesanto quondam ser Apostoli
ser Antonio de Montesanto quondam ser Apostoli
ser Zaccaria de Montesanto quondam ser Vicenzo
ser Antonelo de Montesanto
ser Zuane de Montesanto quondam ser Stamati
ser Battista de Montesanto quondam ser Marco
Στη νέα συνεδρίαση που ακολούθησε τον ίδιο χρόνο[17], στις 25 Μαρτίου, σε σύνολο 180 μελών που προέρχονταν από τις 7 περιοχές του νησιού[18], τα 15 μέλη ήταν της οικογένειας de Montesanto και εκπροσωπούσαν τις Ταλαμιές. Κατ’ αυτήν την σύνθεση του Συμβουλίου παρατηρείται πως το 45% του νέου Συμβουλίου (δηλ. 81 μέλη) προερχόταν από 7 μόνο οικογένειες που ήταν τότε οι ισχυρότερες στην Κεφαλλονιά[19]. Συγκεκριμένα η οικογένεια de Μontesanto ήταν η 2η κατά σειρά της γαιοκτητικής πλουτοκρατίας και βρισκόταν συγκεντρωμένη κοντά στην πρωτεύουσα του νησιού.
Όμως στον αναλυτικό κατάλογο των ονομάτων[20] τα ονόματα παρουσιάζονται ως εξής:
– εκτός περιοχής, με αξιώματα μετείχε ο:
ser Nicolo de Montesanto
– από τις Ταλαμιές (συνεδρίαση της 1ης Απριλίου 1593) οι:
ser Zaccaria de Montesanto capitano
ser Nicolo de Montesanto
ser Zuane de Montesanto quondam ser Nicolo
ser Juane de Montesanto de Nicolo
ser Vardaramo de Montesanto
ser Andruzzo de Montesanto del papa
ser Zuane de Montesanto quondam Stamati
ser Janni de Montesanto de papa
ser Marc’ Antonio de Montesanto
ser Antonio de Montesanto quondam Vardaramo
ser Francesco de Montesanto
ser Antonelo de Montesanto quondam Vicenzo
ser Antonio de Montesanto quondam Apostoli
ser Andrea de Montesanto
ser Steffanin de Montesanto
ser Giorgio de Montesanto
ser Nicolo de Montesanto quondam Apostoli
ser Ferrando de Montesanto
ser Petro de Montesanto
ser Gerolimo de Montesanto de papa
– από το Φρούριο Αγίου Γεωργίου και το Προάστιο (συνεδρίαση της 4ης Απριλίου 1593) οι:
ser Francesco de Montesanto
ser Draco de Montesanto
– από τα Τραυλιάτα (συνεδρίαση της 7ης Απριλίου 1593) οι:
ser Zaccaria de Montesanto
ser Francesco de Montesanto
ser Nicolo de Montesanto
ser Gerolimo de Montesanto
Στο Συμβούλιο της Κεφαλλονιάς εντάχθηκαν από τον Γενικό Προβλεπτή της Θάλασσας Fransesco Grimani τον Ιούλιο του 1760 τέσσερα μέλη της οικογένειας Μοντεσάντο. Ήτοι οι: Gerasimo q. Gianni, Stathi e Nicolin di lui figlioli και ο Leonardo q. papa Canali, όλοι από την Φορτέτσα.
Στο Libro d’ oro της Κεφαλλονιάς του έτους 1799[21] που περιελάμβανε την Συνταγματική Ευγένεια[22] οι καταχωρημένες ευγενείς οικογένειες ήταν 219. Ανάμεσα σε αυτές ήταν και η παλιά οικογένεια Μοντεσάντο που -σε σύνολο ευγενών μελών 10.310-, αριθμούσε 99. Αναλυτικά 13 μέλη της ήταν εγκατεστημένα στη Φορτέτσα, στο Κάστρο Αγίου Γεωργίου, 67 στα Μοντεσαντάτα, 11 στα Μαυράτα και 8 στο Αργοστόλι.
Αναλυτικά τα 99 μέλη κατά τόπο κατοικίας είναι τα εξής:
ΟΝΟΜΑ[23] ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑ
Zaccaria quondam Menego 1752[24] Φορτέτσα
Spyridion e
- Menego di lui figli
Papa Basilio quondam Pietro
Papa Pietro et
Anastasio di lui figli
Spiro figlio di Papa Pietro
Gerasimo quondam Zuanne 1752 Φορτέτσα
Nicolin e ora Papa
Stati di lui figli
- Ftimio quondam Nicolo
Panagin di lui figlio
- Panagin quondam Vicenzo
quondam predetto Nicolo
- Andrea quondam Nicolo 1752 Αργοστόλι
quondam altro Nicolo
+Giacomin di lui fratello
+Nicolo βαφτισμένος 12/2/1768
Panagin βαφτισμένος 10/1/1770
Stati e βαφτισμένος 5/10/1772
Janni figli di Giacomin βαφτισμένος 27/4/1786
- Spiridion quondam Demetrio e
Attanasio suo fratello μετοίκησαν στη Λευκάδα
- Andrea quondam Nicolo Mavro 1752 Μαυράτα
Spiridione di lui figlio
Alessandro ed
Attanasio figli di Spyridione
Μelissario qu. Cristodulo 1752 Μαυράτα
Constantin qu, Attanasio
Zuanne e
Vicenzo di lui fratelli
- Attanasio qu, Gregorio
Demetrio suo fratello
- Panagin qu. Gregorio
- Demetrio qu. Gerolamo 1752 Μοντεσαντάτα
Janni suo figlio
- Gerolamo qu. Andrea
Vangelin qu. Zuanne 1752 Μοντεσαντάτα
Dracco
Stefanin e
Pandasin di lui fratelli
Attanasio figlio di ditto Pandasin
- Antonio qu. Gregorio
Stati di lui figlio
- Stamatelo qu. Pietro
Pietro di lui figlio
Giorgio figlio di Pietro βαφτισμένος 29/3/1771
Paolo e βαφτισμένος 8/2/1796
Pietro figlio di Giorgio βαφτισμένος 20/10/1800
- Gregorio qu. Antonio
Panagin e
Janni di lui fratelli
- Antonio qu. Constantin
Spiro di lui fratello
Demetrio qu. Nicolo 1752 Μοντεσαντάτα
Νicolo di lui figlio
- Gerasimos qu. Nicolo
- Anastasio qu. Zanetto
- Janni qu. Stati
- Anastasio qu. Vassili
- Janni qu. Giorgio
Antonio di lui figlio
- Tomaso qu. Panagin
Janni qu. Nicolo 1752 Μοντεσαντάτα
Gerasimo
Pietro e
Panagin di lui figli
- Panagin qu. Vicenzo
- Micchiel qu. Panagioti
Stati di lui fratello
- Stati qu. Nicoletto
Gregorio e
Todorin di lui fratelli
Nicolin
Marin
Anzolin e
Panagin figli di Gregorio
Stati figlio di ditto Vangelin
Gregorio figlio di Antonio
Papa Janni qu. Nicolo 1752 Μοντεσαντάτα
- Papa Janni qu. Zanetto
- Spyro qu. Stamatello
Giorgio suo fratello
- Spyro qu. Andrea
- Panagin qu. Andrea
- Panagioti qu. Giorgio
Stelio di lui figlio
Stati qu. Giorgio
Gerasimo qu. Giorgio 1752 Μοντεσαντάτα
Giorgio
Pantoleo
Spiro e
Nicoletto figli di Gerassimo
- Nicolo qu. Panagioti
Spiro suo fratello
- Panagin qu. Anastasio
qu. Zanetto
Gregorio suo fratello
- Constantin qu. Panagin
Panagin suo figlio βαφτισμένος 25/8/1772
Gerasimo figlio di Panagin βαφτισμένος 25/12/1800
Constantin altro figlio di ditto Panagin βαφτισμένος 10/3/1803
Η παρουσία της οικογένειας από άφιξή της στο νησί και κατά το πέρασμα των αιώνων είναι συνεχής και αδιάλειπτη τόσο στα Μοντεσαντάτα και στον Ελειό, όσο και στο Κάστρο και στο Αργοστόλι.
Εκτός από την σχέση της εγκατεστημένης στην Ιταλία οικογένειας με το ρωμαιοκαθολικό τάγμα των Καρμελιτών παρατηρούμε πως στην Κεφαλλονιά –όπως ανέφερα-, ήδη από τον κατάλογο του 1593 παρουσιάζονται Μοντεσάντοι να είναι τέκνα Ορθόδοξων ιερέων. Όμως, χρόνια ενωρίτερα και μεταξύ των ετών 1535 και 1553, ο Σταμάτης δε Μοντεσάντος «υπό αποστολικής εξουσίας δημόσιος νοτάριος» εκτελούσε συμβολαιογραφικές πράξεις στον Ελειό. -Προφανώς, για κάποιο λόγο[25] θα έγινε εσωτερικός εποικισμός-. Ανάμεσα στις δικαιοπραξίες αυτές υπάρχουν αρκετοί δε Μοντεσάντοι[26] και ο ιερέας Πέτρος. Η δε μελετήτρια των χειρογράφων του, Προϊσταμένη των Ιστορικών Αρχείων Κεφαλληνίας, κ. Σταματούλα Ζαπάντη παρατηρεί πως η γραφή που χρησιμοποιεί ο νοτάριος έρχεται από την βυζαντινή παράδοση καθώς τηρεί την βυζαντινή γραφή που ξεκινά από τον 9ο αιώνα. Επίσης σημειώνει πως δεν γνωρίζει πώς και πότε βρέθηκαν οι Μοντεσάντοι από τα Μοντεσαντάτα στον Ελειό.
1548-1562: στις νοταριακές πράξεις του Ανδρέα Αμάραντου βρίσκουμε ξανά τον ιερέα Πέτρο, την κόρη του Σταμάτα, τον Σταμάτη και τον Βιτσέντζο. Στον συμβολαιογράφο του Κάστρου Γιάκουμο Σουριάνο (1570-1598) συναντάμε πολλούς Μοντεσάντους[27] μεταξύ των οποίων τους ιερείς Γεώργιο (παπά κυρ Γιώργος) και Λέο και κάποιον πρωτοσύγκελο, καθώς και τον μισέρ Ζαχαρία ο οποίος δικαιοπράττει αρκετές φορές. Άρα, είναι βέβαιο πως από τις αρχές του 16ου αι. η οικογένεια έχει θεσμούς με την Ορθοδοξία και επιπλέον, δεν υπάρχουν γενιές που να μην έχουν αναδείξει και κάποια μορφή ιερέα, κάτι που φθάνει μέχρι και τον 20ο αιώνα –όπως θα αναφέρουμε εν συνεχεία-.
Μεταξύ του 1735 και 1736 ο Ιωαννίκιος Μοντεσάντος είχε την ηγουμενία στην Μονή Άτρου[28]. Τα τέλη του 18ου αι. συναντάμε στην Κέρκυρα τον «Σπυρίδωνα Μοντεσάντο ορμώμενον εκ Κεφαλληνίας μέτοικον δε εις ταύτην την πόλιν ευλαβέστατον ιερέα»[29], να εκτελεί το μυστήριο της βάπτισης του ελληνολάτρη ευπατρίδη 24χρονου Άγγλου γιού του Frederic North, λόρδου Γκίλφοντ, και να συντάσσει το μαρτυρικό βαπτίσματος με ημερομηνία 23/1/1791. Την ίδια ακριβώς εποχή (τέλη του 18ου) ο ορθόδοξος ναός των Αγίων Πάντων στο Αργοστόλι ανήκε (Jus patronato)[30] στους Μοντεσάντο και Ντάρι, ενώ στα Μοντεσαντάτα συναντάμε τον εύρρωστο οικονομικά συναδελφικό ναό της Παναγίας Θεοτόκου –με τους Μοντεσάντους ως συναδελφούς[31]. Στον δε κατάλογο συναδελφών του Ι.Ν. Αγίας Τριάδας στο Αργοστόλι απαντάται το 1813 το όνομα του papa Statti Montesanto[32].
Στα τέλη του 19ου αι. βρίσκουμε εγκατεστημένους εμπόρους στην Αλεξάνδρεια με το επώνυμο Δεμοτσάντος και Μοντεσάντος από τα Μοντεσαντάτα –τον οικογενειακό τάφο των οποίων επισκέφθηκα τον Νοέμβριο του 2001 και φωτογράφισα-. Για το επώνυμο Δεμοτσάντος ο Γ.Ν. Χατζιδάκις[33] λέει πως είναι το Μοντεσάντος και απαντάται και ως Δεμοτσαντάτος –εξ’ ου και Δεμοτσαντάτα-.
Πολλοί Μοντεσάντοι εμφανίζονται ως κληροδότες μεταξύ των ετών 1801 και 1910 στα Μοντεσαντάτα-Δεμπουτζαντάντα, στο Αργοστόλι, στο Κάστρο, στα Μαυράτα και στο Ληξούρι. Στο Εγχώριο Συμβούλιο Κεφαλληνίας – Ιόνιο Κράτος- παρουσιάζονται στους καταλόγους ορισμένοι Μοντεσάντοι συναδελφοί ιερών ναών –όπως στην Υ.Θ. Υπαπαντή, στην Υ.Θ. στο Φουσάτο, στην Υ.Θ. Ρακαντζή, στο Αργοστόλι.
Κατά την Ε΄ περίοδο (27/1/1873) και κατά την Θ΄ (20/12/1881) βουλευτής Κραναίας ήταν ο Σπυρίδων Μοντεσάντος. Το 1883 τυπώθηκε στην Κεφαλλονιά κωμωδία σε τέσσαρες πράξεις του Κοσμά Γερασίμου Μοντεσάντου με τίτλο: «Ο στρατιώτης γαμβρός»[34], αντίγραφο της οποίας δεν εστάθη τυχερό να βρω.
Τον 20ο αι. έδρασε η μεγάλη χαράκτρια Λουΐζα Μοντεσάντου. Σύγχρονός της δε ήταν ο ζωγράφος Νικόλαος Μοντεσάντος. Και οι δυο έζησαν στην Αθήνα.
Θα πρέπει δε να προσθέσω ότι από τον 19ο αι. κλάδος της οικογένειας έχοντας ως έδρα τον οικισμό, και ενώσω διατηρούσε την ονομασία Μοντεσαντάτα, παίρνει το παρεπώνυμο παπα-Φλωράτος –προφανώς ως διάκριση του κλάδου που προερχόνταν από τον ιερέα παπά-Φλώριο και για να ξεχωρίσει από τους διάφορους συνώνυμους κλάδους της οικογένειας- και στη συνέχεια υπερίσχυσε τού Μοντεσάντος οδηγώντας το στην αφάνεια. Γνωστός Μοντεσάντος – Παπαφλωράτος ήταν ο γεωργός Γεράσιμος που παντρεύτηκε στην πρώτη κόρη του αρχηγού του κινήματος του 1849 στη Σκάλα Θοδωρή Βλάχου, Πηνελόπη[35]. Κι ενώ στα Μοντεσαντάτα δεν υπάρχουν σήμερα Μοντεσάντοι, απαντώνται στα Μαυράτα -στην περιοχή του Ελειού-, και στο Αργοστόλι.
Οικίες Μοντεσάντων
Το αρχοντικό της οικογένειας Μοντεσάντου στεκόταν στη άκρη της βορειοανατολικής πλαγιάς του λόφου του σημερινού χωριού και δέσποζε της μικρής πεδιάδας. Με το σεισμό του 1953 ισοπεδώθηκε εντελώς το ήδη εγκαταλειμμένο αρχοντικό και τη δεκαετία του ‘80 μηχανήματα αποτελείωσαν το καταστροφικό έργο θάβοντας βαθιά στη γη τμήμα της πύλης που “σήκωνε” το οικόσημο, και γεμίζοντας με χώμα τη κεντρική στέρνα της οικογένειας που είχε επικάλυψη από σμάλτο.
Τον 16ο αιώνα μαρτυρείται ιδιοκτήτης αρχοντικού μέσα στο κάστρο και ο μισέρ Μοντεσάντος. Μέχρι δε και τις αρχές του 20ου αι. διοργανώνονταν στο Κάστρο χοροί σε διάφορα σπίτια, μεταξύ των οποίων ήταν στο σπίτι του Πολλάνη, και στου «γιατρού» δίπλα από το σπίτι των Μοντεσάντων –έξω όμως από τα τείχη του Κάστρου-. Επίσης, έξω από το Κάστρο ήταν και ο ναός των Αγίων Αναργύρων (Santi Dottori). Κτίσθηκε στη συνοικία Μαγουλάτα από την οικογένεια Πεκατόρ και ως τελευταίοι ιδιοκτήτες ήταν οι Μοντεσάντοι του Κάστρου. Σήμερα σώζονται ερείπια του ναού, αλλά και εικόνες στην οικογένεια. «Θεοτόκος» (δεξιοκρατούσα) και «Άγιος Νικόλαος» έργα και τα δυο τού τέλους του 18ου αι.
Στο σκίτσο που υπάρχει στο Βρετανικό Μουσείο και απεικονίζει την αποβάθρα – το μώλο- του Αργοστολίου όπως την κατασκεύασε ο Charles James Napier, σημειώνεται στο μέσον της σχεδόν και ανάμεσα στο “Ragionato Agiate” και στο σπίτι του “S. Menagia”, το σπίτι των Μοντεσάντων το οποίο, μέχρι και τις αρχές του 20ου αι. κατείχε κλάδος της οικογένειας. Άλλος κλάδος είχε στην ιδιοκτησία του -τέλη του 19ου αι. αρχές 20ου– το μεγάλο αρχοντικό στην ενορία του Αγίου Νικολάου των Ξένων.
Εραλδικά
Το οικόσημο της οικογένειας[36] ήλθε στα χέρια μου μετά από επισταμένη έρευνα. Θυρεός σε χρώμα βυσσινοκόκκινο, λευκό και χρυσό. Στο επάνω μέρος φέρει ζώνη χρυσού χρώματος που καλύπτει το 1/5 του όλου ύψους και στο μέσο της υπάρχει δικέφαλος αετός με δυο στέμματα. Αυτά δηλώνουν τον τίτλο ευγενείας –Μαρκήσιος στην προκειμένη περίπτωση- καθώς τρία ανθέμια εναλλάσσονται με δυο κορυφές που επάνω από την κάθε μια υπάρχουν τρία ανεξάρτητα μαργαριτάρια σε δυο σειρές. Το λοιπό πεδίο είναι χρώματος βυσσινοκόκκινου και χωρίζεται στα δυο με τελαμώνα χρώματος λευκού.
Το βυσσινοκόκκινο συμβολίζει στρατιωτική ισχύ και ταυτόχρονη σχέση με την εκκλησία, το λευκό αγνότητα και ειλικρίνεια και το χρυσό γενναιοδωρία και πνευματική εξύψωση.
Το οικόσημο επάνω από το θυρεό έχει ασημένια περικεφαλαία ιπποτική μεσαιωνική, λοξή, με 7 γρίλιες, που στο πάνω μέρος της επαναλαμβάνεται η κεντρική παράσταση, στην προκειμένη περίπτωση ο δικέφαλος. Στα πόδια του δε υπάρχει σειρά 7 μαργαριταριών ως διακοσμητικό στοιχείο και κάτω από αυτά προβάλλει λοφίο που κατέρχεται και περιβάλλει και από τις δυο πλευρές το θυρεό.
Παρατηρούμε πως ενώ ξέρουμε πως η οικογένεια είναι ιταλική, εντούτοις φέρει στο εραλδικό της σύμβολο τον δικέφαλο. Ο δικέφαλος αετός είτε είναι βυζαντινό σύμβολο (κατά Λάμπρου) είτε όχι (κατά Αδαμάντιο Αδαμαντίου), είτε είναι οι δυο αετοί του Δία –τα χρυσά αετίσια κεφάλια του ομφαλού της γης στους Δελφούς- που το ένα κοιτάζει τη δύση και το άλλο την ανατολή, είτε ο ελληνορωμαϊκός, είτε ο των χρυσόβουλων του 13ου αιώνα ή του δαπέδου της Μητρόπολης ή και του μουσείου του Μυστρά, ανήκει στην πρώτη ομάδα των οικοσήμων[37], δηλ. στην ομάδα που βρίσκονται οι οικογένειες με βυζαντινή καταγωγή[38].
Περί Αριστοτέλη Μοντεσάντου
Από την οικογένεια αυτή προέρχεται ο πατέρας του Αριστοτέλη, Μαρίνος. Αυτός γεννήθηκε στα Μοντεσαντάτα το 1832 από τον Παναγή Μοντεσάντο και ασχολείτο με το εμπόριο. Παντρεύτηκε την Καλλιόπη κόρη του Ζαχαρία Αποστολάτου – Γεωργόπουλου η οποία γεννήθηκε το 1840 στα Μουσάτα. Έζησαν στα Μοντεσαντάτα και στο Αργοστόλι κι από το γάμο αυτό απέκτησαν το 1861 τον Ανδρέα[39], στις 24 Δεκεμβρίου 1863 τον Αριστοτέλη και αργότερα τη Βαρβάρα.
Ο Μαρίνος ήταν μορφωμένος και προσωπικός φίλος του Ανδρέα Λασκαράτου τον οποίο και στήριζε -σύμφωνα με τις αναμνήσεις του εγγονού και συνονόματου του, Μαρίνου-. Ο γιος του, Ανδρέας ήταν κτηματίας και από το γάμο του με τη Νικολέττα (;) απέκτησε άγνωστο αριθμό παιδιών. Γνωρίζουμε μόνο πως το 1886 απέκτησε μία κόρη, τη Μαριάνθη[40].
Ο Αριστοτέλης από μικρός είχε κλίση προς την Εκκλησία. Διδάχθηκε τα πρώτα του γράμματα στο χωριό του –προφανώς στο παλαιότατο δημοτικό σχολείο Τρωγιαννάτων- και αργότερα συνέχισε στο Αργοστόλι έχοντας δάσκαλό του το γνωστό Διονυσάκη Ραζή. Μόλις ενηλικιώθηκε παρακολούθησε μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή[41]. Στη Σχολή της Χάλκης[42] παρακολούθησε για τρία χρόνια Θεολογία και αποφοίτησε το 1885.
Μετά το πέρας των σπουδών του και την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, εργάσθηκε στο Αργοστόλι ως δάσκαλος. Δίδασκε Ελληνικά, Αριθμητική, Ιερή Ιστορία, Γεωγραφία, Καλλιγραφία. Παράλληλα άρχισε το ιερό κήρυγμα στους ναούς του Αργοστολίου.
Παντρεύτηκε πιθανόν μεταξύ των ετών 1888-1889 τη Διαμαντίνα Μομφεράτου, κόρη του Κύρου από το Αργοστόλι και απόγονο της γνωστής οικογένειας των Ριζοσπαστών. Ως επάγγελμα φαίνεται να ασκεί αυτό του δασκάλου γιατί στις πράξεις φέρεται ως «καταστάσεως διδάσκαλος». Στις 7 Μαΐου του 1890 απέκτησαν το πρώτο τους παιδί, την Αικατερίνη[43] και τον ίδιο χρόνο, στις 27 Δεκεμβρίου, ο 26χρονος Αριστοτέλης χειροτονήθηκε στη Ζάκυνθο διάκονος. Ο επί κεφαλής της Εκκλησίας της Κεφαλληνίας Γεράσιμος Δόριζας, τον προσέλαβε ως αρχιγραμματέα της Ι. Μητρόπολης. Υπηρέτησε σε αυτή τη θέση για οκτώ χρόνια. Στο διάστημα αυτό απέκτησε δύο ακόμα παιδιά: πρώτα τον Μαρίνο (1891) και τελευταία τη Δώρα (1895). Σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή της, η σύζυγος του Αδαμαντία, πέθανε. Την ανατροφή των παιδιών του την ανέλαβε μόνος του, με κάποια βοήθεια από την αδελφή του, Βαρβάρα συζ. Λαμπίρη.
Το 1898, η Ελληνική κοινότητα στη Βενετία τον εκάλεσε. Αποδέχθηκε την πρόταση και πήρε μαζί του και τα τρία του παιδιά. Παράλληλα με τη λειτουργία στο Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, δίδασκε και την Ελληνική στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο[44].
Το 1900 η Κοινότητα ζήτησε την προαγωγή του σε ιερέα. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στο Αργοστόλι, όπου -συγκεκριμένα την 13η Φεβρουαρίου- προχειρίσθηκε αρχιμανδρίτης, Επέστρεψε δε αμέσως στη Βενετία. Λόγω της άριστης πολιτείας του, τον σέβονταν όχι μόνο οι Ορθόδοξοι, αλλά και οι Καθολικοί με τους οποίους μάλιστα μαρτυρείται ότι είχε δεσμούς ειλικρινούς και βαθιάς φιλίας.
Ήταν άψογος ως γονέας και προσέφερε τα μέγιστα τόσο στα τρία του παιδιά, όσο και στην εκκλησία του και στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο. Γνωρίζοντας τις οικονομικές ατασθαλίες που έκανε η διοίκηση της Κοινότητας δεν δίστασε να ξεκινήσει αγώνα εναντίον της. Πέντε χρόνια κράτησε αυτός ο αγώνας. Οι ισχυροί της Κοινότητας που εμπλέκονταν στα σκάνδαλα προσπάθησαν πολλές φορές να τον δελεάσουν, άλλοτε απειλώντας τον, άλλοτε προσφέροντάς του άφθονο χρυσό. Δεν αποδέχθηκε ούτε τα αξιώματα, ούτε και τον πλούτο που του προσέφεραν εκεί. Ο ακέραιος ποιμενάρχης ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκε πως οι ιδέες του, πως οι αξίες, τα ιδανικά και η πίστη του θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενο φτηνής ανταλλαγής. Γρήγορα αποκάλυψε τα σκάνδαλα σώζοντας έτσι την εθνική περιουσία στην Βενετία[45].
Αμέσως μετά τη νίκη του αυτή, άφησε την Ιταλία και επέστρεψε το Σεπτέμβρη του 1911 στην Κεφαλλονιά. Εφημέρευσε σε ναό (;) στο Αργοστόλι μέχρι το Σεπτέμβρη του 1915 οπότε τον κάλεσαν στην Ελληνική Κοινότητα στο Ροστώφ για να ποιμάνει την εκεί εκκλησία ως Αρχιεπίσκοπος Ροστώφ και Νοβοτσερκάσκ. Με ιδιαίτερη χαρά αποδέχθηκε τη θέση αυτή καθόσον θα μπορούσε να συνεχίσει το κήρυγμα σε αυτήν την Ελληνική εσχατιά που είχε άμεση ανάγκη την Ελληνική Ορθόδοξη υποστήριξη. Για αυτόν η Ρωσία ήταν μια πρόκληση. Ήταν ένα μέρος Ελληνικό, μακριά από την Ελλάδα περιζωσμένο από ξένα στοιχεία. Και καθώς είχε αποδεσμευτεί εντελώς από τα παιδιά του που ενήλικα πλέον ακολουθούσαν το δικό τους δρόμο, έφυγε μόνος για τη Ρωσία.
Εκεί έδρασε σαν αληθινός δάσκαλος και στρατιώτης συνάμα. Λόγω του ακέραιου του χαρακτήρα του και του ήθους του, παρηγγωνίσθη το γεγονός του γάμου του και του έγινε επανειλημμένως πρόταση να ανέλθη στο ψηλότερο αξίωμα της Εκκλησίας της Ρωσίας (Δεσπότης Πασών των Ρωσιών), την οποία επίμονα δεν απεδέχθη λόγω του ότι η μετριοφροσύνη του δεν του το επέτρεπε. Ο ίδιος μάλιστα είχε ομολογήσει στην οικογένεια[46] ότι το ανώτατο αξίωμα της εκκλησίας απαιτεί απόλυτη αγνότητα, ενώ ο ίδιος είχε ήδη κάνει οικογένεια.
Στη Ρωσία μετά την Επανάσταση και την κήρυξη του διωγμού της Ορθόδοξης Εκκλησίας (1917) όταν χιλιάδες ναοί λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν, μεταξύ των μοναχών και ιερέων που βασανίσθηκαν ήταν και ο Αριστοτέλης. Υπέφερε καρτερικά τα πάνδεινα και σύντομα οι κακουχίες του στέρησαν την υγεία. Αυτός όμως αψηφώντας εντελώς τον κίνδυνο και εκθέτοντας τον εαυτό του άμεσα σε αυτόν, επέμενε να παραμένει –και παρέμεινε- στον τόπο που ορκίσθηκε να υπηρετεί παρά τον άγριο κι ανίερο πόλεμο που οι μπολσεβίκοι είχαν κηρύξει με ιδιαίτερο μένος ενάντια στους Ορθόδοξους ιερείς. Θεωρούσε έσχατη προδοσία την εγκατάλειψη του ποιμνίου του. Ημιθανή και παρά τη θέληση του, οι ομόθρησκοί του τον φυγάδεψαν στο Βατούμ κι από εκεί ξεκίνησε το τελευταίο ταξίδι του για την Κεφαλλονιά.
Στην Κωνσταντινούπολη έφτασε κρυμμένος στην καμινάδα ενός πλοίου και από εκεί ταξίδεψε για το νησί του. Το ταξίδι ήταν «μακρόν και αφαντάστως οδυνηρόν κι έφθασε νεκρός μάλλον ή ζων εις Αργοστόλιον» στις 17 του Απρίλη 1922.
Αμέσως, λόγω της οικτρής κατάστασης της υγείας του, εισήχθη στα Φιλανθρωπικά Καταστήματα δηλ. στο τότε Νοσοκομείο, όπου κι πέθανε περιστοιχισμένος από τα παιδιά του, λίγες μέρες αργότερα, ξημερώνοντας η 2α του Ιουνίου του 1922[47]. Σύμφωνα με μαρτυρία τους: «το σώμα του ήταν μαυρομελανιασμένο κι είχε γίνει ένα με τα ράσα του» από τα μαρτύρια που είχε υποστεί στη Ρωσία και την αρρώστια που τον κατέτρυχε. Η εφημ. «Εληά»[48] δημοσιεύει «Κατόπιν πολυοδύνου νόσου απεβίωσεν προχθές, Πέμπτη, ο άλλοτε πρωθιερεύς της εν Ροστωβίω Ελληνικής Κοινότητος Αρχιμανδρίτης Αριστοτέλης Μοντεσάντος. Η κηδεία του εγένετο σεμνοπρεπής χθες, Παρασκευήν». Και στη συνέχεια «αι οικογένειαι Μοντεσάντου και Παυλάτου» «μόλις συνελθόντες εκ της πληξάσης ημάς συμφοράς επί τω θανάτω του αγαπημένου μας πατέρα, θείου και πάπου Αρχιμανδρίτου Αριστοτέλους Μοντεσάντου, σπεύδομεν δημόσια να εκφράσωμεν προς τους οπωσδήποτε συμερισθέντας την θλίψιν μας ευγενείς συμπολίτας, την άπειρον ευγνωμοσύμην μας και τας απείρους ευχαριστίας μας».
Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε θλίψη μεγάλη σε ολόκληρη την Κεφαλλονιά και η σωρός του ετέθη σε λαϊκό προσκύνημα. Του απονεμήθηκαν δε πολλές τιμές. Η νεκρώσιμη λειτουργία έγινε στο Σωτήρα και ετάφη όπου και η σύζυγός του, στα Μοντεσαντάτα, στον περίβολο της εκκλησίας της Υπεραγίας Θεοτόκου της Στεφάνας, στον οικογενειακό τάφο.
Σκιαγραφία του ανδρός
Ο Αρχιμανδρίτης Αριστοτέλης Μοντεσάντος υπήρξε μεγάλο ανάστημα των γραμμάτων και της Ορθοδοξίας. Διακόνησε τα Ελληνικά γράμματα και την Ορθόδοξη πίστη όχι μόνο στη γενέτειρα του αλλά και σε μέρη που, αν και είχαν διάχυτο Ελληνισμό, εν τούτοις περιβάλλονταν από ξένα στοιχεία.
Η ιερατική του πολιτεία υπήρξε άμεμπτη. Ως ρήτορας ήταν ευαγγελικός και η σοφή διδασκαλία του στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο “άφησε εποχή”. Υπηρέτησε με πίστη την Αλήθεια και την Ορθοδοξία αλλά και το χώρο που δίδασκε. Η προσφορά του δεν σταματά στο θρησκευτικό επίπεδο, αλλά αγγίζει αυτό το εθνικό. Στη Ρωσία, μακριά από τις γεωγραφικές συντεταγμένες της πατρίδας του, αναδείχθηκε όχι μόνο μυσταγωγός και προλύτης, οδηγητής και προασπιστής, αλλά και ένας πραγματικός Εθνομάρτυρας. Η λατρεία προς την ιδιαίτερη πατρίδα του είναι αξιομνημόνευτη, ενώ στα βασικά χαρακτηριστικά του προστίθενται αυτά της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της δικαιοσύνης, του ήθους, της ευσέβειας, της θερμής φιλοπατρίας, της αυταπάρνησης και της αφιλαργυρίας.
Το έργο του
Γνώριζε άριστα Αρχαία Ελληνικά, Λατινικά, Εβραϊκά, Γαλλικά, Ιταλικά και Ρωσικά. Υπήρξε ενεργό μέλος πολλών πατριωτικών οργανώσεων με σημαντικότερη τη Μακεδονική “Μέγας Αλέξανδρος”. Δημοσίευσε μελέτες σε θέματα φιλοσοφικά, θεολογικά και φιλολογικά καθώς επίσης και επικήδειους λόγους
1. Ολίγαι λέξεις προ του νεκρού Μ. Τουλουμάρη, εμπόρου. Εν Ενετία 1903 Τύποις Visentini
2. Discorso funebre a S.M. Umberto I, re d’ Italia, pronunziato il di 6Agosto 1900, Venezia
3. Discorso funebre sulla bara del Gino Ziliotto, il 18 Agosto,1902, Venezia
4. Ολίγαι λέξεις εκ του προχείρου απαγγελθείσαι υπέρ Μαρίνου Γκεντιλίνη 30 Μαΐου 1898 -Εν Αργοστολίω, τύποις Προόδου
5. Άξια λόγου μελέτη επί των ευαγγελικών λέξεων “Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου” Ενετία 1900
6. Άφησε επίσης σχόλια για τον Γοργία του Πλάτωνα καθώς και άγνωστο αριθμό μελετών του μη δημοσιευμένων (δυστυχώς δεν κατέστη δυνατόν μέχρι σήμερα να ανιχνεύσω ίχνη τους).
Υπήρξε σοφός ερμηνευτής των γραφών και του θείου λόγου.
Συνοπτικά περί τέκνων Αριστοτέλη Μοντεσάντου
Ο Αριστοτέλης Μοντεσάντος, αν και χήρεψε νωρίς, κατόρθωσε να μεγαλώσει ο ίδιος και τα τρία του παιδιά τα οποία και εμόρφωσε.
Η Αικατερίνη που είχε γεννηθεί με κάποια αναπηρία στο χέρι της, ακολούθησε το μοναχισμό και έγινε μετέπειτα ηγουμένη της Μονής Εσταυρωμένου, Πεσσάδας, με το όνομα Βερονίκη. Πέθανε δε, παράλυτη σε γηροκομείο στην Αθήνα. Η κινητή περιουσία της μονής κατά τον σεισμό του 1953 σώθηκε χάρη σε δικές της ενέργειες.
Ο δευτερότοκος Μαρίνος, σπούδασε τοπογράφος μηχανικός. Άκρως δραστήριος και ευφυής εξέδιδε την «Εφημερίδα των Κεφαλλήνων» μαζί με τον καθηγητή Νικόλα Καβαζαράκη. Με το ψευδώνυμο Μ. Α. Αγιορείτης συνέγραψε λογοτεχνικά έργα και με το κανονικό του επώνυμο έγραψε άρθρα πάνω σε πολλά Κεφαλλονίτικα θέματα. Ίδρυσε και την εφημερίδα «Εργοληπτική». Υπήρξε ο μοναδικός ιδρυτής του ΤΣΜΕΔΕ -Ταμείου Μηχανικών κι Εργοληπτών Δημοσίων Έργων-. Στην κατοχή ήταν πρώτος στον αγώνα. Πρόθυμος για κινδύνους και θυσίες, ακούραστος και συνάμα μεγάλος οραματιστής ήξερε μόνο να προσφέρει στο κοινό καλό. Ήταν από τα περισσότερο δρώντα μέλη της «Ένωσης των απανταχού Κεφαλλήνων». Μετά από μακρόχρονη ασθένεια πέθανε σε νοσοκομείο στην Αθήνα και τάφηκε στον οικογενειακό τάφο στα Μοντεσαντάτα το Σεπτέμβρη του 1966.
Το τελευταίο παιδί του ήταν η Δώρα η οποία ετάφη στο Κοιμητήριο του Δραπάνου. Το 1917 σε ηλικία 22 χρονών παντρεύτηκε το Χρήστο Παυλάτο και απέκτησαν τρία παιδιά: τον Αριστοτέλη- που πέθανε παιδί-, τον Γεράσιμο[49] και τον Γιώργο. Ο Γεράσιμος απέκτησε δυο παιδιά: τον Χρήστο (γεν. 1957) και τον Μαρίνο (1960).
Κλείνοντας επιτρέψτε μου να προτείνω την καθιέρωση ετήσιου μνημόσυνου στην Παναγιά τη Στεφάνα υπέρ του Αρχιμανδρίτη.
Αυτή εν ολίγοις ήταν η ιστορία του οικισμού Μοντεσαντάτα, της ομώνυμης οικογένειας και του πολυσέβαστου Κεφαλλήνα άνδρα που με τα μοναδικά προσόντα και χαρίσματά του μπορεί κάλλιστα να σταθεί δίπλα στις μεγάλες μορφές της Ελλάδας και της Ορθοδοξίας και που πρέπει το χωριό -αλλά και το νησί μας- να είναι ιδιαίτερα περήφανο για το τέκνο του.
Στη μνήμη των νεκρών των εκ μητρός[1] προγόνων και συγγενών μου
[1] Μαρία Ευαγγελινού Μοντεσάντου. Ο πατέρας της Ευαγγελινός και ο αδελφός του Αριστοφάνης ήταν ανηψιοί του Αρχιμανδρίτη Αριστοτέλη Μοντεσάντου.
Ευρυδίκη Λειβαδά
Βιβλιογραφία
-Αναφορά στους δρόμους της Κεφαλλονιάς, Ελένη Κοσμετάτου, Αργοστόλι 1991
-Ανδρέας Αμάραντος, Νοταριακές πράξεις, Αράκλι Κεφαλονιάς (1548-1562), επιστημονική εποπτεία Ν.Γ. Μοσχονάς, Αθήνα 2001
-Ανέκδοτα χειρόγραφα αφορώντα την εις το δόγμα της Ορθοδόξου εκκλησίας βάπτισιν του Κόμητος Γυϊλφορντ, Γ. Προσαλέντης, εν Κερκύρα 1879
– Γενεαλογικά και οικογενειακά του αρχηγού του κινήματος της Σκάλας, Θοδωρή Βλάχου, Α-Δ Δεμπόνος, Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρείας Ελλάδος, Αρ. 2
-Γεωγραφία Νέα και Αρχαία του Νομού Κεφαλληνίας, Αντωνίου Μηλιαράκη, Αθήνησιν 1890 (αναστατική έκδοση Διον. Καραβία)
-Γιάκουμος Σουριάνος, Νοτάριος Κάστρου, Σταματούλα Ζαπάντη, Αργοστόλι 2001
-Διαθήκες, Τ. Β΄, Γεώργ. Ν. Μοσχόπουλος, Γ.Α.Κ. Αρχεία Νομού Κεφαλληνίας, Αθήνα 1993
-Ένταξη νέων μελών στο Συμβούλιο της Κεφαλονιάς από τον Γενικό Προβλεπτή της Θάλασσας Fransesco Grimani (1760), Δέσποινα Βλάσση, Κεφαλληνιακά Χρονικά, Τ. 5ος, Αργοστόλι 1986
-Εφημερίδα «Καθημερινή» -φύλλα 2/7/58, 25/1/59 και 14/6/59 όπου άρθρα περί
Ελληνισμού.
-Εφημερίς των Κεφαλλήνων, φ.9/10.6.1928
-Η αναμόρφωση του Συμβουλίου της Κεφαλονιάς από τον Γενικό Προβλεπτή της Θάλασσας Giovanni Battista Vitturi (1751), Δέσποινα Βλάσση, Στ΄ Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο, Πρακτικά, Τ. 2ος, Αθήνα 2001
-Ιόνιο Κράτος, Εγχώριον Συμβούλιον Κεφαλληνίας, Σταματούλα Ζαπάντη, Γ.Α.Κ. Νομού Κεφαλληνίας, Αργοστόλι 2000
-Ιστορία της Επτανήσου και ιδίως της Ζακύνθου από Βενετοκρατίας μέχρι της ελεύσεως των Άγγλων, 1500-1816 (σειρά: Ιστορικά Απομνημονεύματα Επτανήσου), Π. Χιώτης, Κέρκυρα 1863 Τ. Ζ΄ και Γ΄
-Κατάλογος ναών και Μονών της Κεφαλονιάς, τέλος 18ου αι., Μαρία Π. Παναγιωτοπούλου, Κεφαλληνιακά Χρονικά, Τ. 6ος, Αργοστόλι 1994
Κεφαλληνιακά Σύμμικτα Η. Τσιτσέλης, Τ. Α’ και Β’
– Κεφαλληνιακά, Γεωργίου Δεστούνη, Αθήναι 1968
-Κεφαλονιά 1500 – 1571, Σταματούλα Ζαπάντη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1999
-Λήμμα Μοντεσάντος: από την εγκυκλοπαίδεια ΗΛΙΟΣ
-Λήμμα Μοντεσάντος, Καρλομάγνος, Καρμέλ (όρος), Καρμηλίτης: από την εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα
-Λήμμα Μοντεσάντος Αριστοτέλης: από την Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια
-Μονή Υπεραγίας Θεοτόκου Άτρου – Πρόννων, Γεράσιμος Η. Πεντόγαλος, Αργοστόλι 1998
-Μοντεσάντος (δε) ιερέας Σταμάτιος, Νοτάριος Ελειού, Κατάστιχο 1535-1553, Σταματούλα Ζαπάντη, Αργοστόλι 2002
-Οι οικισμοί της Κεφαλονιάς στη διάρκεια 1583-1907, Δ. Ανωγιάτης Πελέ, Κεφαλληνιακά Χρονικά, Τ. 6ος
-Παγκεφαλληνιακό Ημερολόγιο, Σκηνιωτάτος, 1937
-Περί ενοριών ή συναδελτικών ναών κατά το κρατήσαν προ της Ενώσεως της Επτανήσου σύστημα, Διονυσίου Στεφάνου, Πρακτικά του Α΄Πανιόνιου Συνεδρίου, Αθήναι, 1915
-Περί οικοσήμων, Ι. δε Κιγάλλας, Περιοδικό Πανδώρα, Τ. 6, σελ. 517-519
-Περί των εκ Κεφαλληνίας πατρωνυμικών εις –άτος, Γ.Ν.Χατζιδάκις
-Πρακτικά Συμβουλίου Κοινότητας Κεφαλονιάς (Βιβλίο Α΄- 19 Μαρτίου – 19 Απριλίου 1593), Ν. Γ. Μοσχονάς, (ανάτυπο)
– Τα εκτός του θυρεού στοιχεία των οικοσήμων και η προέλευσή τους, Διον. Κ. Κονιδάρη, Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρείας Ελλάδος, Αρ. 3, Αθήναι 1982
– Το Κάστρο τ’ Αη-Γιώργη, Ευρ. Λειβαδά-Ντούκα, Εκδόσεις Οδύσσεια, 2003
-Το Συμβούλιο της Κοινότητας της Κεφαλονιάς (1593) – Ποσοτική ανάλυση, Ν.Γ. Μοσχονάς, Ανάτυπον εκ του Β΄τόμου του περιοδικού ΔΙΠΤΥΧΑ – Εταιρεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μελετών, Αθήναι 1980-1981
-Το Libro d’ Oro της Κεφαλονιάς του έτους 1799, Κατερίνα Φ. Ζαρίδη, Εταιρία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών – Σειρά Διατριβών και Μελετών
–To Libro d’ Oro στην Επτάνησο (Ειδήσεις από επίσημα έγγραφα και ο Κώδικας της Ιθάκης), Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος, Άνθη Χαρίτων, Ελληνικόν Ινστιτούτον Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας, Βιβλιοθήκη αρ. 18 (ανάτυπο), 1998
–Libre d’ Or de la noblesse Ionienne, Vol. II, Athens 1926, E.R. Rangabe
–The Historical Research Centre of London (αντίγραφα ιστορίας οικογενειών στο αρχείο μου)
–The Manual of Heraldry, Francis J. Grant, W.S., Edinburgh, 1924
Eπίσης, διευθύνσεις στο internet: www.sapotente.it, www.tiscover.it, www.yourwaytotuscany.com, www.dimmidove.com, www.bimcascia.com, www.italiadiscovery.it, www.chiesadegliartisti.it, http:/en.wikipedia.org
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
1864 Γέννηση του Αριστοτέλη Μοντεσάντου
Σπουδές σε Μεγάλη του Γένους Σχολή και Θεολογική Σχολή της Χάλκης
1888-1889 Γάμος του με Αδαμαντία Μομφερράτου
7/5/1890 Γέννηση πρώτου παιδιού του ονόματος Αικατερίνης.
1890 Στη Ζάκυνθο χειροτονείται διάκονος.
Στην Κεφαλλονιά προσλαμβάνεται ως γραμματέας της Επισκοπής έως το 1898.
Στο διάστημα μεταξύ 1890-1898 αποκτά δύο ακόμη παιδιά και πεθαίνει η σύζυγος του, οπότε χήρος πια, το 1898.
Μετά την άνοιξη, αποδέχεται πρόσκληση της Ελληνικής Κοινότητας της Βενετίας.
Αρχιδιάκονος στον Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου και δάσκαλος στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο.
1900 Με αίτηση της Ελληνικής Κοινότητας Βενετίας χειροτονείται στο Αργοστόλι ιερέας και προάγεται σε Αρχιμανδρίτη. Επιστρέφει στη Βενετία.
1911 Εγκαταλείπει δια παντός τη Βενετία. Επιστροφή και εφημερία στην
Κεφαλλονιά
1915 Εκλήθη να ποιμάνει στο Ροστώβ.
1917-1922 Υποβάλλεται σε βασανιστήρια. Αρχές του 1922 τον στέλνουν νεκρό
ουσιαστικά, μέσω Βατούμ, στην Κωνσταντινούπολη. 2/6/1922 Λίγες μέρες αφού φθάσει στο Αργοστόλι πεθαίνει από τις κακουχίες και τα βάσανα. Ταφή σε Μοντεσαντάτα
Φωτογραφίες: Ο Αρχιμανδρίτης Αριστοτέλης Μοντεσάντος
[1] Rapport sur l’ ile de Cephalonie, βλ. Οι οικισμοί της Κεφαλονιάς στη διάρκεια 1583-1907, Δ. Ανωγιάτης Πελέ, Κεφαλληνιακά Χρονικά, Τ. 6ος
[2] Προφανώς εννοεί (Σ)Ταλαμιές.
[3] Βλ. Σκιαδάς, Ιδρυση Δήμων 1833-1912, σελ. 517.
[4] 248Α, 18/8/1912
[5] Βλ αντίστοιχο λήμμα στην εγκυκλοπαίδεια του Δρανδάκη.
[6] Διατηρεί τον ίδιο αριθμό κατοίκων με την προγενέστερη απογραφή του 1583 (συνολικά 116). Ο Δ. Ανωγιάτης Πελέ στο μελέτημά του για τους Οικισμούς της Κεφαλλονιάς παρατηρεί ότι τα Δεμουτσαντάτα είναι χωριό που εμφανίζεται μόνο στην απογραφή 1766-1770 και δεν αναφέρει πως πρόκειται για μετονομασία των Μοντεσαντάτων (σελ. 51).
[7] Αναφορά στους δρόμους της Κεφαλλονιάς, Ελένη Κοσμετάτου, (σελ. 87).
[8] Όρος του Β.Δ. Ισραήλ. Η ονομασία του χρονολογείται από τους βιβλικούς χρόνους και προέρχεται από την εβραϊκή λέξη κέρεμ (= αμπελώνας ή οπωρώνας). Το όρος απέκτησε θρησκευτική σημασία από τα αρχαία χρόνια. Μνημονεύεται ως «Ιερόν όρος» σε αιγυπτιακά γραπτά του 16ου π.Χ. αι. και υπήρξε κέντρο ειδωλολατρείας. Ήταν όμως ιερό και για τους πρώτους χριστιανούς ενώ πολλοί ερημίτες εγκαταστάθηκαν εκεί από τις αρχές του 6ου αι. Το 1155 στη θέση του θαύματος του προφήτη Ηλία ιδρύθηκε το ρωμαιοκαθολικό τάγμα των Καρμελιτών ή Καρμηλιτών. Από τάγμα ερημιτών έγινε τάγμα επαιτών. Διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη και γνώρισε ίδιο κύρος με αυτά των Δομινικανών και των Φραγκισκανών. Η πρώτη γυναικεία μονή Καρμηλιτισσών ιδρύθηκε το 1452. Σήμερα ανδρικές και γυναικείες μονές του τάγματος λειτουργούν σε πολλές χώρες του κόσμου.
[9] Το θέμα χρήζει επισταμένης έρευνας.
[10] 742 c. – 814. Βασιλιάς τον Φράγκων (768-814), των Λομβαρδών (774-814) και αυτοκράτορας (800-814).
[11] Στο Arezzo προστάτης άγιος είναι ο Άγιος Δονάτος, το ιερό σκήνωμα του οποίου πέρασε και από την Κεφαλλονιά.
Στην ίδια πόλη υπάρχει οδός Μοντεσάντο. Στην Νάπολη υπάρχει ομώνυμη πλατεία και στην Palmonove καζέρμα (στρατώνας). Επίσης έχουμε:
Montesant’ Angelo: Πόλη στη Φότζια. Νορμανδική βάση. Πύργοι, τάφοι, κωδωνοστάσια 12ος, 13ος αιώνας.
Montesanto Giovani Campano: Πόλη της Ιταλίας στο Λάτιο
Montesanto Giuliano: Πόλη στο Τράπανο – Σικελία.
[12] Το 1951 ο Μονσινιόρ θέσπισε την Λειτουργία των Καλλιτεχνών. Από την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου έως τις 29 Ιουνίου, τελείται λειτουργία η οποία διαβάζεται από έναν καλλιτέχνη. Στο τέλος δε διαβάζεται ευχή για τους καλλιτέχνες (www.chiesadegliartisti.it/preghiera_artisti.html)
[13] Τα έργα έγερσης άρχισαν στις 15 Ιουλίου 1662 και τελείωσαν το 1675 με επιπλέον προσθήκες το 1679. Στα αρχικά σχέδια του αρχιτέκτονα Carlo Rainaldi έγιναν προσθήκες από τον Gian Lorenzo Bernini και τελειοποιήθηκαν από τον Carlo Fontana. Το καμπαναριό προσετέθη τον 18ο αι. Τα αγάλματα των αγίων στην πρόσοψη αποδίδονται στον Bernini.
[14] Ο Νίκος Μοσχονάς παρατηρεί για αυτό στο ανάτυπο «Πρακτικά Συμβουλίου Κοινότητας Κεφαλονιάς (Βιβλίο Α΄- 19 Μαρτίου – 19 Απριλίου 1593)» σελ. 272: «Επειδή ο κώδικας αρχίζει με τα πρακτικά του Συμβουλίου της Κοινότητας του έτους 1593 και λήγει με εγγραφή του έτους 1604, τα έτη αυτά θεωρήθηκαν λαθεμένα από τους αρχειοθέτες σαν χρονικά όρια των περιεχομένων του κώδικα, όπως φαίνεται και από τις επιγραφές του πρώτου φύλλου, ενώ από ορισμένους συγγραφείς θεωρήθηκαν σαν τα χρονικά όρια των πρακτικών του Συμβουλίου της Κοινότητας» και σε υποσημείωση στην ίδια σελίδα αναγράφει «Ο ίδιο σφάλμα παρατηρείται και στο Αρχοντολόγιον Κεφαλληνίας που δημοσιεύεται στο έργο του Π. Χιώτου».
[15] Σύμφωνα με τον Λοβέρδο Κωστή κατάλογος εγγραφής αρσενικών τέκνων της ευγένειας προϋπήρχε όμως κάηκε με την φωτιά του 1591.
[16] Η Προϊσταμένη των Ιστορικών Αρχείων Κεφαλληνίας κ. Σταματούλα Ζαπάντη -την οποία ευχαριστώ θερμά για την προθυμία και την ευγένειά της- μού έδωσε αυτήν την πληροφορία προσθέτοντας πως οι Ορθόδοξοι αποκαλούνται παπά και πρωτοπαπά, ενώ οι Καθολικοί Fra.
[17] Επειδή ο αριθμός των μελών υπερέβαινε τα 500 και μετείχαν στο Συμβούλιο άτομα «ταπεινά και ακαλλιέργητα» αποφασίστηκε η σύσταση του Συμβουλίου των 180 μελών.
[18] Φρούριο-Προάστιο, Κεραμιές, Τραυλιάτα, Ταλαμιές, Λακήθρες-Μεταξάτα, Σπαρτιά-Πεσάδα, Παλική και λοιπή Κεφαλλονιά.
[19] Πρόκειται για τις οικογένειες Travlo (17 μέλη), de Montesanto (15 μέλη), Τipaldo και Crassa (από 11 μέλη έκαστη), Valliano (9 μέλη), Fucca (7 μέλη) και Rizzardopulo (4 μέλη). Βλ. Το Συμβούλιο της Κοινότητας της Κεφαλονιάς (1593) – Ποσοτική ανάλυση, Ν.Γ. Μοσχονάς, Ανάτυπον εκ του Β΄τόμου του περιοδικού ΔΙΠΤΥΧΑ – Εταιρεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μελετών, Αθήναι 1980-1981
[20] Πρακτικά Συμβουλίου Κοινότητας Κεφαλονιάς (Βιβλίο Α΄- 19 Μαρτίου – 19 Απριλίου 1593), Ν. Γ. Μοσχονάς, (ανάτυπο). Στο τέλος του μελετήματος έχουν καταρτισθεί γενεαλογικοί πίνακες. Έχουν ομαδοποιηθεί τα ονόματα, δεν υπάρχουν επαναλήψεις και έτσι συμπυκνώνονται σε 7 οικογένειες Βλ. σελ. 340-341.
[21] Είχε συντάκτη τον Ιωάννη Κωστή Λοβέρδο και τίτλο Corpo Nobile de Cefallonia, Nobelta Cefalena, formata nel 1700 d’ ordine di Eccelentissimo Signor Usacoff. To έφερε στην επιφάνεια και το μελέτησε η κ. Κατερίνα Ζαρίδη.
[22] Ονομάστηκε έτσι για να ξεχωρίζει από την παλιά Βενετική Ευγένεια. Το Libro d’ Oro κατεστράφη από τους Γάλλους δημοκρατικούς. Εσώθηκαν μόνο λίγα σπαράγματα από τα οποία δύσκολα ανιχνευόταν ίχνος για τις παλιές οικογένειες. Ο νέος κατάλογος μελών του Συμβουλίου της Κεφαλλονιάς έγινε μετά από διαταγή του ναυάρχου Ουσακώφ. Δηλαδή συντάχθηκε την περίοδο της ρωσοτουρικής κατοχής των Επτανήσων. Με τον κατάλογο αυτό σηματοδοτήθηκε η ανασύσταση του αριστοκρατικού πολιτεύματος. Ο κατάλογος αυτό περιελάμβανε όσους ήταν χριστιανοί, εγκατεστημένοι στην πόλη, δεν ήταν χειρώνακτες ούτε αυτοί, ούτε και οι πατεράδες τους και είχαν εισόδημα ίσο προς 60 τζεκίνια.
[23] Όταν υπάρχει κενό μεταξύ ονομάτων σημαίνει αλλαγή οικογένειας.
[24] Ήταν ήδη γραμμένοι στον κατάλογο με εντολή Vitturi ένα χρόνο πριν.
[25] Πληθυσμιακό, κοινωνικό, οικογενειακή διαμάχη.
[26] Ο Γιώργης, ο Γιώτης, ο Ιωάννης, ο Κωνσταντής, ο Λουκάς, ο Μαρίνος, ο κυρ Νικολός που παρουσιάζεται σε πολλές δικαιοπραξίες, ο Πιέρος, ο Ταβιάνος, ο Αναστάσης.
[27] Αναγνώστης, Ανδρέας, Αντώνης, Αποστόλης, Μανώλης, Νικόλαος, Σταμάτης, Στεφανής, Τζανέτος, Τζάνης, Φαράντος, Φαράντος του Μανώλη, Φραγκίσκος, Φραγκίσκος του παπά Λέου, Αντζούλα, Αντριάννα, Κατερούτζα, Λάγουρα.
[28] Ο Καθηγητής κ. Πεντογάλος αναφέρει πως μπορεί να είναι ο ίδιος με τον Ιωάννη Μοντεσάντο που ηγουμένευσε το 1725.
[29] Ανέκδοτα χειρόγραφα αφορώντα την εις το δόγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας βάπτισιν του Κόμητος Γίλφορντ» Γ. Προσαλέντης, Κέρκυρα 1879, (σελ 58).
[30] Συναδελφικός ναός ιδιωτικού δικαίου (publico).
[31] Βλ. σελ. 165 «Κατάλογος ναών και μονών της Κεφαλονιάς» της Μαρίας Παναγιωτοπούλου.
[32] Την πληροφορία την οφείλω στην ευγενική ενημέρωση της Φιλολόγου – Ιστορικού κ. Τζένης Λιοσάτου.
[33] Βλ. Περί των εν Κεφαλληνία πατρωνυμικών εις –άτος, Γ.Ν.Χατζιδάκις («Διάφορα», Φωκάς-Κοσματάτος), σελ. 9.
[34] Όμως ο Γ. Δεστούνης στα «Κεφαλληνιακά» (σελ. 163) σημειώνει για το θέμα αυτό: «Ο Κοσμάς Μοντεσάντος Καναλέττης ήταν αγράμματος και όμως έγραψε την κωμωδία εις πράξεις τέσσαρες, Τυπογραφείον «Η Ηχώ», εν Κεφαλληνία, 1883. Εις το τέλος της κωμωδίας την οποίαν ευτυχώ κατέχω, γράφει επί λέξει: Φίλε αναγνώστα, στερούμενος γραμμάτων γραφής τε και αναγνώσεως και πρώτην ήδη φοράν παρουσιαζόμενος δια του τύπου, σας παρακαλώ να με συγχωρήσετε δια την τόλμην μου ταύτην. Η παρούσα κωμωδία (σατυρίζουσα την σημερινήν εποχήν) υπαγορεύθη και συνετάχθη παρ’ εμού του ιδίου και εγράφη παρ’ άλλου χρησιμεύσαντός μου ως γραφέως. Εν ληξουρίω Κεφαλληνίας την 1ην Ιουνίου 1883».
[35] Βλ. Γενεαλογικά και οικογενειακά του αρχηγού του κινήματος της Σκάλας, Θοδωρή Βλάχου, Α-Δ Δεμπόνος, Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρείας Ελλάδος, Αρ. 2 (σελ. 159).
[36] Τον θυρεό τον θυμάμαι αμυδρά όταν σε ηλικία περίπου 10 -12 ετών μαζί με τα ξαδέλφια μου Χρήστο και Μαρίνο Παυλάτο, δισέγγονα του Αρχιμανδρίτη Μοντεσάντου, περιηγηθήκαμε με τον θείο μου και πατέρα τους Γεράσιμο, τα Μοντεσαντάτα, αναζητώντας -ο θείος μου- την εκ μητρός (Δώρα Μοντεσάντου-Παυλάτου) κληρονομιά του, η οποία τελικά χάθηκε λόγω χρησικτησίας. Ο θυρεός ήταν πεσμένος στη γη, απ’ όπου εξείχε αρκετά μεγάλο τμήμα του. Στο αρχείο μου υπάρχουν φωτογραφίες της κάτω αυλής του σπιτιού μου στο Αργοστόλι, όπου υπάρχουν συνοδευτικά ταφής –στεφάνια με μωβ κορδέλες- κατά την ημέρα που έφεραν τον Μαρίνο Μοντεσάντο για ταφή στο χωριό.
[37] Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από οικογένειες των οποίων η καταγωγή ξεκινάει από τους Φράγκους και τους Ενετούς ευγενείς. Στους βυζαντινούς δεν υπήρχαν τίτλοι ευγενείας. Ο αυτοκράτορας απένειμε τίτλους για πατρικίους και οφικκιαλίους.
[38] Το θέμα αυτό όμως χρήζει επισταμένης μελέτης. Επίσης, ιδιαίτερης μελέτης χρήζει και η ιστορική πορεία της οικογένειας ως προς το δόγμα. Θα πρέπει να ειπωθεί ότι οι βυζαντινοί ούτε διέθεταν, ούτε και αναγνώριζαν οικόσημα. Μόνο όσες βυζαντινές οικογένειες κατέφυγαν στη δύση μετά την άλωση απέκτησαν σύμβολα εραλδικά.
[39] πράξις 192/1862 βιβλίο Α.
[40] πράξις 205/1886 βιβλίο 64.
[41] Ο απαράμιλλος πολιτισμός της Ορθόδοξης Ρωμιοσύνης διατηρήθηκε και πέρα από την Άλωση. Ο Γεννάδιος Σχολάριος -σύμφωνα με την ιστορική παράδοση- ίδρυσε την πατριαρχική σχολή η οποία κατά τους αιώνες της Τουρκοκρατίας μετεξελίχθηκε στη γνωστή μας Μεγάλη του Γένους Σχολή. Το ιστορικό κτίριο της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι κτίστηκε το 1880 από τον αρχιτέκτονα Δημάδη. Κόσμημα της Πόλης και του Ελληνικού πνεύματος δέχθηκε άριστους παιδαγωγούς και αποφοίτησαν από αυτήν μεγάλες μορφές Ελλήνων. Σήμερα η «Μήτρα και προστάτης των Ελληνικών Γραμμάτων» -σύμφωνα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο -(Μάρτης 1998)- έχει ανακαινισθεί. Σημειωτέον ότι ήδη λειτουργεί με κάποιο αριθμό μαθητών.
[42] Ιδρύθηκε το 1843 επί Οικουμενικού Πατριάρχου Γερμανού Δ’. Σκοπός της η διατήρηση και διάδοση της Ορθοδοξίας, ελληνόφωνης και μη. Πρωτολειτούργησε την 1/10/1844 και τα μαθήματα άρχισαν στις 8 του ιδίου μηνός. Την περίοδο 1844-1919 η φοίτηση ήταν 7ετής: ήτοι τέσσερα χρόνια για το γυμνάσιο και τρία για τη Θεολογία. Το πρώτο κτίριο ήταν ξύλινο και χάρη στη δωρεά του Παύλου Σκυλίτση-Στεφάνοβικ κατασκευάστηκε το σημερινό. Στην Σχολή υπάρχει η βυζαντινή μονή της Αγίας Τριάδας ο ηγούμενος της οποίας έχει και τη διεύθυνση της σχολής. Σημαντική μορφή υπήρξε ο πρώτος σχολάρχης, ο σοφός Κεφαλλήν Κωνσταντίνος ιερομόναχος ο Τυπάλδος ο οποίος, αφού εδίδαξε στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο, τη Σχολή «κατέστησε κιβωτό αυτόχρημα της πίστεως» -κατά Η. Τσιτσέλη- για 20 χρόνια. Η Σχολή αυτή έδωσε σημαντικότατες μορφές της Ορθοδοξίας. Από το 1971 μέχρι και σήμερα παραμένει κλειστή κατόπιν αποφάσεως της τουρκικής κυβέρνησης. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με συνεχείς ενέργειες του προσπαθεί να επαναλειτουργήσει τη Σχολή. Στην σχολή της Χάλκης δεν υπάρχουν στοιχεία για τον Μοντεσάντο (βλ. επιστολή στο αρχείο μου)
[43] πράξις 229/ βιβλίο 78
[44] Φλαγγινιανό Φροντιστήριο και Έλληνες στη Βενετία: Από τα τέλη του 15ου αιώνα υπήρχε ήδη στη Βενετία η Ορθόδοξη Αδελφότητα των Γραικών. Αυτή ιδρύθηκε τις 28/11/1489 με την επίσημη ονομασία: Αδελφότητα του Αγίου Νικολάου. Τον 16° αιώνα και συγκεκριμένα με το Δουκικό θέσπισμα της 30ης Απριλίου του 1514, κτίσθηκε η πρώτη εκκλησιά του Αγίου Γεωργίου. Τα θεμέλια της σημερινής, αυτής με το γυρτό καμπαναριό, άρχισαν την 1/11/1539. Τότε θεμελιώθηκε και η «Σχολή» δηλ. τα γραφεία. Το 1648 κτίσθηκε το Ελληνομουσείο με δωρεά του εκ Κορυφών (Κερκύρας) δικηγόρου Φλαγγίνη. Γρήγορα το ίδρυμα αυτό απόκτησε άριστη φήμη και συνετέλεσε τα μέγιστα στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό.
Οι μόνιμοι και αρκετοί Έλληνες μη μόνιμοι της Κοινότητας φρόντισαν από το 1593 να αποκτήσουν δάσκαλο για τα παιδιά τους. Κορυφαίοι δάσκαλοι κατά καιρούς ήταν οι: Ηλίας Μηνιάτης, Ιωάννης Πατούσας, Αντώνιος Κατήφορος, Κύριλλος Λούκαρις, Ευγένιος Βούλγαρης.
Η κοινότητα με ψηφοφορία εξέλεξε τους ιερείς της με τον όρο να θητεύσουν για μια διετία (πρώτος εφημέριος, το 1527, ο Κεφαλλονίτης Αυγερινός Ιωάννης). Αρκετοί από τους ιερείς ήταν και διδάσκαλοι.
Το 1712 έως το 1780 επικράτησε στη Βενετία εκκλησιαστική αναρχία της οποίας τα αποτελέσματα ήταν εμφανή στη Ελληνική παροικία. Το 1797, με την κατάκτηση της Βενετίας από το Βοναπάρτη, το σχολείο έκλεισε έως το 1800 όπου επανιδρύθηκε και μετονομάσθηκε σε «Ελληνική Σχολή Φλαγγίνη».
Η ζωή των Ελλήνων στη Βενετία έχει πια γίνει δύσκολη γιατί είχαν χάσει σημαντική περιουσία. Τα γεγονότα του 1821 γίνονται αιτία για να μετοικίσουν αρκετοί από τους εγγράμματους Έλληνες της επαναστατημένης Ελλάδας στην Ελληνική γη της Βενετίας. Το 1845 ο Μπογδάνος ενίσχυσε την Αδελφότητα με τη μεγάλη περιουσία του. Το έγγραφο υπ’ αριθμ. 4588 από 24/10/1901, του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄, αναγνωρίζει επίσημα πλέον, το δικαίωμα της Κοινότητας, (το οποίο στην ουσία είχε από τον 16° αιώνα) να ψηφίζει τον ιερέα της. Το 1926 η φασιστική Ιταλία έκλεισε οριστικά τη Σχολή. Η Ελληνική παροικία της Βενετίας δεν ησύχασε. Προσέφερε ολόκληρη την περιουσία της και έτσι το 1949 ίδρυσε το περίφημο «Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών». Ο όρος ήταν ένας: να συνεχίσει η ορθόδοξη λειτουργία στο ναό του Αγίου Γεωργίου. Έτσι στην πραγματικότητα υπάρχει Ελληνική και Ορθόδοξη γη σε Ιταλικό – Καθολικό έδαφος.
[45] Υπάρχει αρχείο στη Βενετία για τον Αρχιμανδρίτη και δάσκαλο Αριστ. Μοντεσάντο.
[46] Στα παιδιά του Μαρίνο και Δώρα και στον ανηψιό του, Ευαγγελινό Μοντεσάντο ο οποίος διατηρούσε δεσμούς συγγένειας και βαθιάς φιλίας με τα ξαδέλφια του μέχρι το θάνατό του, τον Αύγουστο του 1964.
[47] πράξις αρ. 123/1922, σελ. 123.
[48] φ. 73/ 4-6-1922
[49] Ο Γεράσιμος -εγγονός του Αρχιμανδρίτη Αριστοτέλη από τη θυγατέρα του Δώρα- ο οποίος πέθανε τον Φεβρουάριο του 2007, διεκδίκησε στα εδώ δικαστήρια, χωρίς όμως αποτέλεσμα, κομμάτι από την έκταση της οικογένειας στα Μοντεσαντάτα η οποία είχε καταπατηθεί.