Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ ανθρώπων της ίδιας γενιάς που γεννήθηκαν με λίγα χρόνια διαφορά. Λόγου χάριν, μπορούμε να συγκρίνουμε έναν άνθρωπο που γεννήθηκε το 1988 και αποφοίτησε το 2010, όταν η ανεργία βρισκόταν στο 9,6%, με έναν άνθρωπο γεννημένο το 1984, που αποφοίτησε το 2006 με την ανεργία στο 4,6%. Ο άτυχος ή η άτυχη που γεννήθηκαν το 1988 είχαν μισθό χαμηλότερο 30%-35% , εάν προσλαμβάνονταν αμέσως μετά την αποφοίτησή τους. Και στη μελλοντική επανασύνδεση με τους συναποφοίτους μετά 15 χρόνια, οι απόφοιτοι του 2010 αναμένεται να έχουν κερδίσει 12,5% λιγότερα από τους αποφοίτους του 2006.
Οσοι και όσες τελειώνουν το πανεπιστήμιο σε μία ασθενική αγορά εργασίας αποδεικνύεται στην πορεία ότι είναι λιγότερο ικανοποιημένοι με τη ζωή τους απ’ ό,τι όσοι αποφοίτησαν σε χρονιές με δυναμική αγορά εργασίας. Τα πορίσματα προέρχονται από νέα έρευνα σε διάρκεια πενήντα ετών που εκπόνησαν για την Ευρώπη οι οικονομολόγοι Ντέιβιντ Κάτλερ και Γουέι Χουάνγκ του Χάρβαρντ και Αντριάλα Λιέρας-Μιούνι του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας. Επίσης, οι άνθρωποι αυτοί τείνουν να είναι παχύσαρκοι και να καπνίζουν.
Ωστόσο, υπάρχουν και επιμέρους διαφοροποιήσεις. Οσοι είναι σχετικά υψηλότερου μορφωτικού επιπέδου υποφέρουν λιγότερο. Για όσους δεν έχουν λάβει οργανωμένη εκπαίδευση η είσοδός τους στην αγορά εργασίας σε μία χρονιά με ανεργία 5 μονάδες υψηλότερη από το συνηθισμένο αυξάνει τις πιθανότητες να γίνουν καπνιστές 2,5%- 5,5%, ενώ όσοι έχουν παρακολουθήσει πανεπιστημιακή εκπαίδευση τριών ετών έχουν πιθανότητες κάτω του 1%. Με άλλα λόγια, οι δύσκολες εποχές σήμερα αυξάνουν τις πιθανότητες καπνίσματος αύριο μεταξύ όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων, αλλά σε βαθμό μικρότερο για όσους έχουν καλύτερη μόρφωση και υψηλότερα έσοδα. Παλαιότερες έρευνες δεικνύουν ότι οι άνθρωποι έχουν βελτιωμένη υγεία σε περιόδους ύφεσης, ίσως επειδή οδηγούν λιγότερο, έχουν λιγότερα χρήματα να καταναλώσουν αλκοόλ ή γιατί η ποιότητα στελέχωσης των υπηρεσιών υγείας αναβαθμίζεται. Η ομάδα Κάτλερ διαπίστωσε μία βαθύτερη σχέση μεταξύ ύφεσης και υγείας, ότι, δηλαδή, οι δύσκολες εποχές επιδεινώνουν την υγεία. Κι αυτό, επειδή δείχνει μία διασύνδεση μεταξύ των σημερινών οικονομικών συνθηκών και της υγείας μετέπειτα.
Στη συνέχεια, οι οικονομολόγοι συνέδεσαν τα εισοδήματα ή την εκπαίδευση με την υγεία, συμπεριλαμβανομένου του προσδόκιμου ζωής. Συνολικά σε όλες τις χώρες και εντός κάθε μίας από αυτές οι μορφωμένοι και υψηλότερα αμειβόμενοι άνθρωποι ζουν καλύτερα και απολαμβάνουν ποιοτικότερη υγεία από τους λιγότερο μορφωμένους και χαμηλότερα αμειβόμενους.
PETER R. ORSZAG / BLOOMBERG
Eστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 14.8.2014, Β. Λορεντζάτος