καί παρέμεινεν ἐκεῖ πλησίον τῶν Μεδίκων μετά τόν θάνατον τοῦ πατρός του Κωνσταντίνου. Ὡς μᾶς ἀναφέρει δέ ἡ Δούκισσα d’Abrantès εἰς τά Ἀπομνημονεύματά της, ὃταν εἰς τήν οἰκογένειάν των ὡμίλουν διά τόν ἐκ Τοσκάνης ἀφιχθέντα Καλόμερον καί τήν οἰκογένειάν του οὐδέποτε ἀνεφέροντο εἰς αὐτούς ὡς οἱ Buonaparte, ἀλλά ὡς οἱ Καλόμεροι. Καί ἀκόμη αἱ δύο οἰκογένειαι ὡμίλουν πάντοτε μεταξύ των Ἑλληνικά.
Αἱ σχέσεις τῶν δύο συγγενικῶν οἰκογενειῶν συνεσφίχθησαν, ὡς εἲπομεν, μεταξύ των εἰς μέγαν βαθμόν. Αἱ Κυρίαι Πανώρια de Permon καί Maria-Laetitia Carlo Καλομέρου Buonaparte, δηλ. ἡ μητέρα τοῦ Ναπολέοντος, αἱ ὁποῖαι ἦσαν περίπου τῆς ἰδίας ἡλικίας, ἀνέπτυξαν μεταξύ των πολύ στενάς οἰκογενειακάς σχέσεις. Ἀπό τά ἀπομνημονεύματά τῆς Δουκίσσης de Abrantès μανθάνομεν ἀκόμη, ὃτι καί αἱ δύο αὐταί γυναῖκες ἦσαν ἐκπάγλου καλλονῆς καί ἐθεωροῦντο ὑπό πάντων, ὡς αἱ ὡραιότεραι γυναῖκες ὃλης τῆς Κορσικῆς. Ἐξ ἂλλου καί τό ὂνομα τῆς Πανώριας ἐκ τοῦ Πανωραία βεβαιοῖ διά τήν μεγάλην ὀμορφιάν της.
Ἂς γνωρίσωμεν ὃμως καλύτερον τάς δύο αὐτάς οἰκογενείας de Permon καί Buonaparte, πού εἷλκον τήν καταγωγήν των ἐκ τῶν πρώτων Κομνηνῶν τῆς Κορσικῆς, καί αἱ ὁποῖαι εἶναι βασικοί πρωταγωνισταί εἰς τήν ἀποψινήν διάλεξιν. Ὁ Carlo ἢ Charles (Calomeros) Buonaparte καί ἡ Maria-Laetitia ἀπέκτησαν τά κάτωθι 8 παιδιά: Τούς Joseph (Giuseppe), τόν δευτερότοκον Ναπολέοντα (Napoléone), Lucien (Luciano), Marianne (Maria-Anna), Louis (Luigi), Pauline (Maria-Paoletta), Caroline (Maria-Annunciata – Μαρία-Εὐαγγελία) καί Jérôme (Géronimo). Ὁ Ναπολέων ἐγεννήθη τήν 15ην Αὐγούστου, 1769. Τήν μητέρα του Μαρίαν-Λαιτίτσια ἐπῆραν οἱ πόνοι εἰς τόν Καθεδρικόν Ναόν τοῦ Ajaccio κατά τήν διάρκειαν τῆς θείας Λειτουργίας τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἡ Πανώρια Κομνηνή – de Permon ἦτο παροῦσα κατά τήν γέννησιν τοῦ Ναπολέοντος. Πολλάς φοράς δέ ἒπαιρνε τόν νεογέννητον Napoleone ἀπό τήν κούνιαν του εἰς τάς ἀγκάλας της, ἒπαιζε μαζί του καί τόν ἐνανούριζεν.
Ὁ Ναπολέων ὡς ἒφηβος, καθώς ἀναφέρει ἡ Laure εἰς τά Ἀπομνημονεύματα της εἶχε πολύ ἑλκυστικόν βλέμμα καί χαμόγελον κατά τάς στιγμάς τῆς καλωσύνης του. Εἰς τόν θυμόν του ὃμως ἦτο τρομερός καί «δέν ἠδύνασο νά τόν κοιτάξῃς χωρίς νά σέ διαπερνᾶ ῥῖγος». Χαρακτηριστικοί εἶναι καί οἱ στίχοι τοῦ Γάλλου ποιητοῦ Delavigne εἰς τό πολύ ἀξιόλογον ποίημά του « A Napoléon » :
« Et le son de ta voix, un signe de tes yeux,
Donnaient une secousse au monde ».
Εἰς μετάφρασιν: «Καί ὁ ἦχος τῆς φωνῆς σου, ἓν νεῦμα τῶν ματιῶν σου, ἒδιδον ἓνα τράνταγμα εἰς τόν κόσμον». Εἰς ἂλλο σημεῖον ἡ Laure ἀναφέρει ἐπίσης ἐπί λέξει: «Τά χέρια καί τά δάκτυλά του θά ἒκαμναν καί τήν πλέον κοκέτταν γυναῖκα νά τά ζηλεύῃ!» Καί συνεχίζει: «Τό χρῶμα τοῦ δέρματός του ἦτο λευκόν καί ἁπαλόν, ἀλλά ἐκάλυπτε μῦς καί ὀστᾶ ἀπό ἀτσάλι!»
Μετά τινα ἒτη ἡ οἰκογένεια Charles καί Πανώριας de Permon ἐγκατεστάθη λόγῳ τῶν ἐμπορικῶν ἐργασιῶν τοῦ συζύγου εἰς Νότιον Γαλλίαν εἰς Montpellier. Ἐκεῖ μίαν ἡμέραν πληροφοροῦνται, ὃτι εἰς ἓν πολύ φθηνόν ξενοδοχεῖον τῆς πόλεως εἶχε φθάσει διά θεραπείαν ὁ βαρέως ἀσθενῶν ἐξάδελφός των Carlo ἢ Charles Καλόμερος Βοναπάρτης. Μόλις τό ἒμαθον οἱ de Permon ἀμέσως τόν ἐπεσκέφθησαν εἰς τό φθηνόν ξενοδοχεῖον ὃπου κατέλυσε, λόγῳ τῆς δυσκόλου οἰκονομικῆς καταστάσεως τῆς οἰκογενείας Buonaparte, καί ἐπιμένοντες τόν ἒφερον εἰς τό σπίτι των διά νά μείνῃ μαζί των. Ἐκεῖ ἒμεινεν ὁ Carlo μέχρι τοῦ θανάτου του, ἂφησε δέ τήν τελευταίαν του πνοήν εἰς τάς ἀγκάλας τῆς Πανώριας καί τοῦ συζύγου της. Αὐτή ἡ χειρονομία τῶν μακρυνῶν ἐξαδέλφων των, τήν ὁποίαν οἱ Καλόμεροι οὐδέποτε ἐλησμόνησαν, ἒδεσε δέ τάς δύο συγγενικάς οἰκογενείας ἀκόμη στενώτερον.
Ἀλλά ἂς προχωρήσωμεν εἰς τήν σταδιακήν ἐνηλικίωσιν τοῦ Ναπολέοντος. Ὁ Ναπολέων ἀνεχώρησεν ἀπό τήν Κορσικήν εἰς ἡλικίαν 9 ἐτῶν. Τά πρῶτα στοιχεῖα τῆς Γαλλικῆς γλώσσης τά ἐδιδάχθη εἰς τήν πόλιν Autun εἰς τήν Σχολήν τῶν Ἰησουϊτῶν, ὃπου ἐνεγράφη τόν Ἰανουάριον τοῦ 1779, ὃταν ἦτο 10 ἐτῶν. Μετά οἱ ἰδικοί του μέ πολλάς δυσκολίας ἠδυνήθησαν νά τόν ἐγγράψωσιν εἰς τήν Στρατιωτικήν Σχολήν τῆς Brienne-le-Château εἰς τήν Διοικητικήν Περιφέρειαν Καμπανίας – Ἀρντέν (Champagne – Ardenne). Κηδεμών του ἦτο ὁ θεῖος Δημήτριος Κομνηνός. Ὁ Ναπολέων εἶχεν ἰδιαιτέραν κλίσιν εἰς τά Μαθηματικά, τήν Ἱστορίαν καί Γεωγραφίαν. Ἀπομονωμένος ὡς ἦτο, μακράν τῆς οἰκογενείας του καί καταφρονημένος ἀπό τούς συμμαθητάς του – αὐτός ἓν χωριατόπαιδον καταγόμενον ἀπό τήν νῆσον τῶν θεωρουμένων ἀκόμη τότε ἀγροίκων Κορσικανῶν, ὁμιλοῦντος τά Γαλλικά μέ τήν χαρακτηριστικήν παρεφθαρμένην Κορσικανήν προφοράν, ὁ Ναπολέων ἀφιερώθη εἰς τήν μελέτην καί ηὓρισκε μεγάλην εὐχαρίστησιν νά διαβάζῃ βιβλία, τό ἓν μετά τό ἂλλον, εἰς τά ἀνωτέρω θέματα, ὃπου εἶχε κλίσιν.
Εἰς τήν Brienne-le-Château ὁ Ναπολέων δέν ἦτο ηὐχαριστημένος καί ἠσθάνετο πολύ ἀπομεμακρυσμένος ἀπό τό κέντρον τῆς Γαλλίας, τό Παρίσι, ὃπου ἦσαν τά μεγάλα δρώμενα, ὡς λέγομεν σήμερον. Δι’ αὐτό ἢθελε νά ἐγγραφῆ εἰς τήν φημισμένην Βασιλικήν Στρατιωτικήν Σχολήν τῶν Παρισίων. Μέ πολύ μεγάλας οἰκονομικάς θυσίας τῆς οἰκογενείας του καί μέ τήν βοήθειαν τοῦ θείου Δημητρίου Κομνηνοῦ καί τῶν de Permon, οἱ ὁποῖοι ἐν τῷ μεταξύ μετεκόμισαν εἰς Παρισίους, ἐξησφάλισαν μίαν κρατικήν ἐπιχορήγησιν ἀπό τόν Βασιλέα, μέσῳ τοῦ φιλέλληνος Κυβερνήτου τῆς Κορσικῆς, Κόμητος de Marbeuf, διά τέκνον «ἀπόρων εὐγενῶν» καί ἒτσι ἐπέτυχον νά ἐγγράψωσι τόν Ναπολέοντα εἰς τήν Βασιλικήν Στρατιωτικήν Σχολήν τῶν Παρισίων τήν 14/10/1784 εἰς ἡλικίαν 15 ἐτῶν. Ἐπετεύχθη δέ τοῦτο λόγῳ τῆς Κομνηνῆς ἐξ αἳματος καταγωγῆς τοῦ πατρός του Carlo Buonaparte, πού αὐτό ἐδικαιολόγησε τήν βασιλικήν χορηγίαν πρός τέκνον «ἀπόρων εὐγενῶν». Εἰς τό Παρίσι ἡ θεία Πανώρια καί ὁ σύζυγός της Charles ὡς καί ὁ θεῖος Πρίγκηψ Δημήτριος Κομνηνός ἐκάλουν τόν νεαρόν Ναπολέοντα εἰς τό σπίτι των καί τόν ἐφιλοξένουν κατά τάς ἐλευθέρας ἡμέρας του. Παρεμπιπτόντως πρέπει νά ἀναφερθῇ ὃτι ὁ Πρίγκηψ Δημήτριος Κομνηνός ἒγινε μεγάλη Ἑλληνική προσωπικότης εἰς τήν Γαλλικήν Κοινωνίαν. Ἳδρυσεν εἰς τό Παρίσι τήν ἐθνικήν ἀπελευθερωτικήν ὀργάνωσιν ὑπό τήν ἐπωνυμίαν «Ἑλληνόγλωσσον Ξενοδοχεῖον», ἡ ὁποία ὑπῆρξε προάγγελος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καί τῆς στηρίξεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821.
Ὁ Ναπολέων εἰς τήν Στρατιωτικήν Σχολήν τῶν Παρισίων ἢρχισε νά δεικνύῃ ἐμφανέστερον τήν διαμόρφωσιν τῆς προσωπικότητός του καί ὁ χαρακτήρ του νά σκληρύνηται. Ἒγινεν αὐταρχικώτερος καί ἐπίμονος εἰς τάς ἀπόψεις του. Συνεχῶς, ἀνεφέρετο εἰς τήν Μάνην καί τούς Μανιάτας καί τόν τρόπον ἀνατροφῆς των, πού προσωμοίαζε μέ ἐκεῖνον τῆς γειτονικῆς των ἀρχαίας Σπάρτης, καί ἒλεγεν εἰς τόν θεῖον Δημήτριον καί τούς de Permon, ὃτι ἐπρόκειτο νά γράψῃ εἰδικήν ἒκθεσιν ἐπί τοῦ θέματος τῆς αὐστηρᾶς διαπαιδαγωγήσεως τῶν Μανιατῶν καί ἀρχαίων Σπαρτιατῶν εἰς τόν Ὑπουργόν τῶν Στρατιωτικῶν διά νά ἐφαρμοσθῶσιν αἱ μέθοδοι ἐκεῖναι καί εἰς τήν Στρατιωτικήν Σχολήν τῶν Παρισίων καί γενικώτερον εἰς τόν Γαλλικόν Στρατόν. Τό ὃτι ὁ Ναπολέων ἒκαμνε διαρκῶς τήν σύγκρισιν μέ τήν Μάνην καί τήν γειτονικήν ἀρχαίαν Σπάρτην ἐπιλέγων νά ἀναφέρηται μόνον εἰς τήν Ἑλλάδα, εἶναι ἀκόμη ἓν ἐνδεικτικόν σημεῖον, ὃτι εἶχε πλήρη γνῶσιν διά τήν καταγωγήν τῆς οἰκογενείας του ἐκ τῶν Κομνηνῶν καί διά τόν πρόγονόν του εἰς Κορσικήν τόν Πρωτογέροντα (protogéronde) Κωνσταντῖνον Στεφανόπουλον Κομνηνόν, ὁ ὁποῖος μέ τούς 730 Μανιάτας μετώκησαν ἐκ Μάνης, ἐξ οὗ δέ καί ἢντλει διαρκῶς παραδείγματα ἀπό αὐτούς.
Πρέπει ἐπίσης νά σημειωθῆ ὃτι ὁ Ναπολέων πάντοτε εἰς τήν σταδιοδρομίαν του ἐνεπιστεύετο τούς συγγενεῖς του Μανιάτας Στεφανοπούλους Κομνηνούς τῆς Κορσικῆς καί τούς ἒστελλεν εἰς διαφόρους ἀποστολάς τόσον εἰς τήν Βαλκανικήν Χερσόνησον ὃσον καί εἰς τήν ἀγαπημένην του Μάνην. Μάλιστα τό 1801 ὁ Ναπολέων ἀπέστειλεν εἰς τήν Μάνην μίαν κορβέτταν πλήρη πολεμοφοδίων. Οἱ δέ Μανιάται εἶχον πάντοτε ἀνοικτούς τούς λιμένας των εἰς τόν Γαλλικόν Στόλον τοῦ Ναπολέοντος.
Πλησιάζων τήν λῆξιν τῆς παρουσιάσεως ταύτης πρέπει ἐπίσης νά γνωρίζωμεν ὃτι εἰς τό θέμα τῆς Ἑλληνικῆς Μανιατικῆς καταγωγῆς τῆς οἰκογενείας τοῦ Ναπολέοντος οὐδεμία δημοσιότης δίδεται καί τό εὐρύ κοινόν ἀγνοεῖ τά σχετικά μέ αὐτήν. Ἁπλῶς ἀναφέρεται ὁ Ναπολέων ὡς Κορσικανός ἢ Ἰταλικῆς καταγωγῆς προερχόμενος ἀπό μίαν οἰκογένειαν λεγομένην Buonaparte. Βεβαίως οὒτε καί ὁ Ναπολέων ἢθελε τότε ὡς ὁ ἀναδειχθής Στρατάρχης καί μετέπειτα Αὐτοκράτωρ τοῦ Γαλλικοῦ Ἒθνους νά παρουσιάζηται εἰς τόν Γαλλικόν λαόν κάμνων χρῆσιν τῆς Ἑλληνικῆς Μανιατικῆς καταγωγῆς του, διότι τοῦτο τότε θά ἐνήργει ἀρνητικῶς διά τόν ἲδιον καί τήν σταδιοδρομίαν του καί δέν θά ἐγίνετο ἀποδεκτόν ἀπό τόν Γαλλικόν λαόν. Νά μή λησμονῶμεν ὃτι καί ἡ ψυχολογική κατάστασις τοῦ Γαλλικοῦ λαοῦ ἐπιθυμοῦντος οἱ ἡγέται του πλέον νά προέρχωνται ἐκ τῶν σπλάχνων του ἦτο ἐξαιρετικῶς ἀσταθής κατά τήν περίοδον τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως καί τήν ἀμέσως μετά ταύτην περίοδον. Ἦτο ἢδη μεγάλη παραχώρησις ἐκ μέρους τοῦ Γαλλικοῦ λαοῦ τότε νά ἀποδεχθῇ τόν Ναπολέοντα, τόν ἐκ τῆς σχετικῶς νέο-προσαρτηθείσης Κορσικῆς ὡς ἡγέτην του. Μόνον λοιπόν ἐμμέσως ἀφήνεται ὑπό τοῦ Ναπολέοντος νά ὑποδηλωθῇ ἡ ἀγάπη του πρός τήν Μάνην καί τήν ἀρχαίαν Σπάρτην, ὡς ἒχομεν προσέξει ἐκ τῶν ἀνωτέρω ἀναφερθέντων.
Ἐπί πλέον πρέπει νά σημειωθῇ ὃτι ὁ Ναπολέων οὐδέποτε διέψευσε τό πολύ ἀποκαλυπτικόν περιεχόμενον τῶν Ἀπομνημονευμάτων τῆς μακρινῆς ἀνεψιᾶς του Laure, τήν ὁποίαν μάλιστα ἐφρόντισε νά ὑπανδρεύσῃ μέ τόν ἒμπιστον ὑπασπιστήν του Στρατηγόν Junot, Δοῦκα d’Abrantès. Ἐπίσης οὐδέποτε διέψευσε εἲτε ἡ οἰκογένεια του εἲτε ὁ ἲδιος τό γενεαλογικόν βιβλίον τοῦ Maître le Chevalier d’Henin, διά τήν καταγωγήν τῶν Κομνηνῶν, τό ὁποῖον ἀνεφέρετο εἰς τούς Καλομέρους Κομνηνούς καί τό ὁποῖον ἐξεδόθη πρίν ὁ Ναπολέων γίνει γνωστός καί διάσημος, ἑπομένως τό βιβλίον αὐτό δέν ἐγράφη μέ σκοπόν τήν ἐπιδίωξιν οἱασδήποτε εὐνοίας ἢ κολακείας.
Ἡ Δούκισσα de Abrantès εἰς τά Ἀπομνημονεύματά της πιστοποιοῦσα τήν καταπίεσιν τοῦ θέματος τῆς καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος ἐπιγραμματικά ἀναφέρει: « Le tombeau du géant de la gloire attire trop le regard du monde entier – le lieu de son berceau n’inspire pas le plus vif intérêt ». Δηλ. «Τό μνῆμα τοῦ γίγαντος τῆς δόξης προσελκύει πολύ τά βλέμματα ὃλου τοῦ κόσμου – ὁ τόπος τοῦ λίκνου του δέν ἐμπνέει τό ἒντονον ἐνδιαφέρον». Καί ὃμως ἡ Κομνηνή καταγωγή του εἶναι πολύ οὐσιῶδες στοιχεῖον διά νά γνωρίσῃ και ἀντιληφθῇ τις τήν ψυχοσύνθεσιν καί τήν διαμόρφωσιν τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀνδρός τῆς Ἱστορίας. Εἶναι, ἐξ ἂλλου, ἡ ἒντονος καί βαθυτάτη πεποίθησις τοῦ ὁμιλοῦντος ὃτι ἂνευ ὀρθῆς γνώσεως καί μελέτης τῆς οἰκογενειακῆς καταγωγῆς καί προελεύσεως τοῦ Ναπολέοντος κάθε μελέτη ἢ ἒστω προσπάθεια μελέτης τῆς προσωπικότητος τούτου εἶναι ἀναποφεύκτως καταδικασμένη εἰς πολύ σοβαράς ἀνακριβείας καί ἱστορικά λάθη.
Προτοῦ κλείσω τήν μελέτην ταύτην θά ἢθελον νά μοῦ ἐπιτρέψητε νά προσθέσω ἀκόμη μερικάς παρατηρήσεις ἐπί πλέον ἐνισχυτικάς τῆς Κομνηνῆς Ἑλληνικῆς Μανιατικῆς καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος καί τάς ὁποίας ἂφησα ὡς κατακλεῖδα τῆς παρούσης ὁμιλίας. Ἡ πρώτη εἶναι, ὃτι ἡ πληροφορία διά τήν καταγωγήν τοῦ Ναπολέοντος ἀπό τούς Κομνηνούς τῆς Μάνης προῆλθεν ἀπό μελετημένους ἱστορικούς καί γενεαλόγους τῆς Γαλλίας καί τῆς Ἰταλίας καί μετεφέρθη πολύ ἀργότερον εἰς τήν Ἑλλάδα, καί ἑπομένως ἡ καταγωγή τοῦ Ναπολέοντος δέν δύναται νά θεωρηθῇ ὡς μία φήμη κατασκευασθεῖσα ὑπό τῶν Ἑλλήνων, δηλ. ὡς μία Ἐλληνική φαντασίωσις πρός τόνωσιν τοῦ Ἐθνικοῦ φρονήματος. Πρόκειται περί μελετῶν ἱστορικῶν καί λογίων Γάλλων καί ἂλλων Εὐρωπαίων, δηλ. προελθουσῶν κατά πρῶτον ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ καί οὐχί ἐξ Ἑλλάδος.
Μία ἂλλη παρατήρησις εἶναι ἐπίσης ἡ κάτωθι: Κάποιοι νεώτεροι ἀντιρρησίαι ἱστορικοί, οἱ ὁποῖοι δέν ἀπεδέχοντο τήν Κομνηνήν καταγωγήν τοῦ Ναπολέοντος ἐκ τῶν Κομνηνῶν Καλομέρων, ἀναφέρουσιν ὃτι ὑπῆρχεν ἢδη οἰκογένεια Buonaparte εἰς τήν Ἰταλίαν. Ἡ πλάνη εἰς τόν ἰσχυρισμόν αὐτόν ἒγκειται, κατά τήν ἂποψίν μου, εἰς τό ὃτι θεωροῦσιν ὃτι εἰς τήν μεγάλην Ἰταλικήν ἐπικράτειαν ὑπῆρχε μόνον μία οἰκογένεια μέ τήν ὀνομασίαν αὐτήν. Ἀντιλαμβάνεται κανείς ἀμέσως ὃτι πρόκειται περί πλάνης, ὃταν σκεφθῇ κάποιος πρός στιγμήν τά ὀνόματα τῶν ἰδικῶν μας Προέδρων εἰς τήν τόσον μικράν χώραν μας: Κυπριανοῦ, Βασιλείου, Κληρίδης, Παπαδόπουλος, Ἀναστασιάδης. Πόσαι οἰκογένειαι ὑπάρχουσι μέ αὐτά τά ὀνόματα; Ἢ τό ὂνομα Παπανδρέου εἰς Ἑλλάδα. Ἢ οἱ Ἀμερικανοί Πρόεδροι, ὡς Wilson, Kennedy, Johnson, Carter, Clinton, Bush. Καί εἰς Γερμανίαν οἱ Καγκελλάριοι Brandt, Schmidt, Schröder. Ἡ συγκεκριμένη ὃμως οἰκογένεια τοῦ Ναπολέοντος Βοναπάρτου προήρχετο ἐξ ἀδιασείστων στοιχείων ἐκ τῶν Κομνηνῶν καί κατ’ οὐσίαν ἐκ τοῦ Καλομέρου, υἱοῦ τοῦ Κωνσταντίνου Στεφανοπούλου Κομνηνοῦ, τοῦ πρώτου ἀφιχθέντος εἰς Κορσικήν Πρωτογέροντος τῶν Ἑλλήνων Μανιατῶν ἀποίκων, ἀνεξαρτήτως ἂλλων οἰκογενειῶν, αἱ ὁποῖαι δυνατόν νά ἒφερον τό ἲδιον ὂνομα εἰς Ἰταλίαν ἢ ἀλλαχοῦ.
Καί ἀκόμη κάποιαι ἐπιπρόσθετοι παρατηρήσεις: Εἶναι δυνατόν νά πιστεύσῃ κανείς, ὃτι δέν ἦτο εἰς γνῶσιν τοῦ Ναπολέοντος ἡ μεγάλη Ἱστορική καταγωγή του; Εἶναι δυνατόν αὐτός, ὁ ὁποῖος δέν ἂφηνε βιβλίον ἱστορικόν ἀδιάβαστον, νά μήν εἶχεν ἀναγνώσῃ τό ἒξοχον γενεαλογικόν βιβλίον τοῦ Maître le Chevalier d’Hénin, πού ἀνεφέρετο καί εἰς τούς Κομνηνούς – Καλομέρους, καί πού ἦτο βασισμένον εἰς ἀνεγνωρισμένους παλαιούς ἱστορικούς, διά τήν Τρωϊκήν, Λατινικήν–Ρωμαϊκήν καί Βυζαντινήν γενεαλογίαν καί καταγωγήν τῶν Κομνηνῶν; Εἶναι δυνατόν νά μήν ἦτο εἰς γνῶσίν του καί ἡ Γαλλική Βασιλική γενεαλογική ἀναγνώρισις τοῦ 1782 διά τούς Κομνηνούς, τήν ὁποίαν μέ τόσην προσπάθειαν ἠγωνίσθη νά ἀποδείξῃ τόσον ἐπιτυχῶς ὁ κηδεμών του θεῖος Πρίγκηψ Δημήτριος Κομνηνός; Εἶναι τέλος δυνατόν ὁ Ναπολέων, ὁ ὁποῖος ἐμεγάλωσεν εἰς τήν θέρμην τῶν Κομνηνῶν οἰκογενειῶν, τόσον ἐκείνης τῶν γονέων του ὃσον καί ἐκείνης τῶν ἐξαδέλφων του, ἐκ τῆς ὁποίας οἰκογενείας τόσον ὁ θεῖος Πρίγκηψ Δημήτριος Κομνηνός ὃσον καί ἡ θεία του Πανώρια Charles de Permon καθ’ ὃλον τό διάστημα μέχρι τῆς ἐνηλικιώσεως του ἦσαν οἱ κηδεμόνες καί καθοδηγηταί του εἰς τάς δύο Στρατιωτικάς Σχολάς πού ἐφοίτησεν καί ἐπίσης τόν ἐφιλοξένουν εἰς τό σπίτι των εἰς τό Παρίσι καί τότε καί μετέπειτα ὃταν ἒγινε διάσημος, νά μήν τοῦ ἀνέφερον διά τήν ἒνδοξον καταγωγήν τῆς οἰκογενείας των, πού ἢρχιζεν ἀπό τά βάθη τῶν τριῶν καί ἡμισείας χιλιετηρίδων; Εἶναι δυνατόν ὁ θεῖος Δημήτριος νά μήν τοῦ ἒδωσε νά διαβάσῃ τήν ἐξαίρετον ἐπιστολήν του πρός τόν Maître Koch τοῦ Ἀνωτάτου Δικαστηρίου, ὃπου ἐπεξηγεῖ ὃλα τά σχετικά περί τῆς καταγωγῆς τῶν Κομνηνῶν; Ἀρκεῖ καί μόνον νά κυττάξῃ κάποιος τήν μεγαλοπρεπῆ συμπεριφοράν τοῦ Ναπολέοντος καί τήν ἐμφάνισίν του πού ἠλέκτριζε τούς πάντας καί διέχεε εἰς ὃλους τούς παρευρισκομένους τήν ἀπαίτησίν του δι’ ἀπόλυτον σεβασμόν καί ὑποταγήν πρός αὐτόν καί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ Πάπα, πού θά τόν ἒστεφεν Αὐτοκράτορα, διά νά ἀντιληφθῇ, ὃτι ὁ ἂνθρωπος αὐτός ἐγνώριζε πολύ καλῶς καί ποῖος ἦτο καί ποία ἦτο καί ἀπό ποῦ προήρχετο ἡ καταγωγή του.
Καί ἡ τελευταία παρατήρησις πρός τούς ἀντιρρησίας τῆς Ἑλληνικῆς Κομνηνῆς καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος: Ποῖον σκοπόν ἐξυπηρέτει ἡ ἂφιξις καί ἐπανεμφάνισις τοῦ προπάππου τοῦ Ναπολέοντος, τοῦ Καλομέρου Buonaparte, ἀφ’ ἑνός ὁμιλοῦντος Ἑλληνικά καί ἀφ’ ἑτέρου κατευθυνθέντος μετά ἀπό τόσας δεκαετίας κατ’ εὐθεῖαν εἰς τάς Καρυάς (Cargèse) καί τό Αἰάκειον (Ajaccio), γυρεύοντος νά ἐντοπίσῃ τούς διαμένοντας ἐκεῖ Ἓλληνας Μανιάτας Κομνηνούς συγγενεῖς του; Ἐάν ἦτο γνήσιος Κορσικανός ἢ Ἰταλός, ὡς κάποιοι διατείνονται, τότε ὁ προπάππος του θά ἐπήγαινε νά γυρεύσῃ τούς συγγενεῖς του εἰς τάς κεντρικάς ἢ ἀνατολικάς ἢ ἂλλας περιοχάς τῆς Κορσικῆς καί ὂχι εἰς τάς δύο πόλεις, πού ἦσαν τά κέντρα τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν εἰς τήν Κορσικήν καί μάλιστα νά κτίσῃ καί τό σπίτι τῶν Καλομέρων Buonaparte ἀκριβῶς εἰς τό μέσον καί τό κέντρον τῆς Ἑλληνικῆς παροικίας εἰς Αἰάκειον;!
Ἡ ἱστορική πραγματικότης λοιπόν ὐπάρχει καί εὐσταθεῖ, παρ’ ὃλην τήν καταπίεσιν πού τῆς ἐξησκήθη περί τῆς μή καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος ἐκ τῶν Κομνηνῶν Καλομέρων, καί θά παραμένῃ εἰς τούς αἰῶνας ἀναλλοίωτος, ζωντανή καί ἀκμαία μεταξύ τῶν ἐπαϊόντων, ὡς σᾶς ἒχει ἀπόψε ἀναπτυχθῆ τό θέμα, τοῦ ὁμιλητοῦ βασισθέντος εἰς τούς ἱστορικούς αὐτούς μέ πλείστας, ὡς πιστεύω, πειστικάς ἀποδείξεις, καί δέν δύναται νά τήν ἀρνῆται οἱοσδήποτε οὒτε νά τήν ἀλλοιώνῃ. Εἶναι ἀναγκαῖον νά γνωρίζωμεν οἱ νεώτεροι τόν ὓψιστον ῥόλον τόν ὁποῖον διεδραμάτισαν οἱ Κομνηνοί εἰς τήν Παγκόσμιον Ἱστορίαν, τόσον οἱ πρόγονοί των, οἱ ὁποῖοι ὡς ὑποδειγματικοί ἡγέται ἐμάχοντο κατ’ ἀναριθμήτων ἀντιπάλων καί ἐβασίλευον ἀπό τῆς ἐποχῆς τῆς Τροίας καί τοῦ Αἰνείου, καί μετά ἀπό τῶν Ρωμαϊκῶν χρόνων μέχρι τῆς ἐποποιΐας τοῦ Βυζαντίου, καί διά τῶν ἀπογόνων των τῆς Μάνης, τῆς Κορσικῆς καί τῆς Γαλλίας μέ ἐπιστέγασμα τούτων ἓνα νεώτερον Κομνηνόν – τόν Ναπολέοντα Βοναπάρτην.
Ὁ Ναπολέων κατίσχυσε τῆς κυρίως Εὐρώπης καταλαβών ταύτην ἀπ’ ἂκρου εἰς ἂκρον, ἀπό τήν Δύσιν μέχρι τήν Ἀνατολήν καί ἀπό Βορράν μέχρι τόν Νότον, διά νά μεταφέρῃ καί μεταδώσῃ εἰς τούς λαούς μιᾶς νέας Εὐρώπης τάς ἀρχάς, τό πνεῦμα καί τάς ἀξίας τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, αἳτινες συνωψίζοντο εἰς τό ἀθάνατον τρίπτυχον Δόγμα τῆς Ἐλευθερίας, τῆς Ἰσότητος καί τῆς Ἀδελφότητος. Πράττων τοῦτο ἐπανελάμβανεν εἰς τήν πρᾶξιν τά ἐπιτεύγματα καί τάς λάμψεις τῆς τρισχιλιοπεντακοσιετοῦς ἱστορίας καί παραδόσεως τῆς μυθώδους καί ἐνδόξου οἰκογενείας ἐκ τῆς ὁποίας προήρχετο καί εἳλκει τήν καταγωγήν του. Ἡ Γαλλία τοῦ 19ου αἰῶνος ἐτίμησε παντοιοτρόπως τόν Ναπολέοντα καί μέ ἀποκορύφωμα μετά θάνατον τήν ταφήν τῆς τέφρας του εἰς μνημεῖον εἰς τό Μέγαρον τῶν Ἀπομάχων (Hôtel des Invalides) ἐν μέσῳ τῆς Γαλλικῆς Σημαίας καί τῶν σημαιῶν τῶν Στρατιωτικῶν Συνταγμάτων του.
Παρ’ ὃλον ὃτι ἐν τῷ μεταξύ εἰς τούς καιρούς μας τά πολιτικά συστήματα μετεξελίχθησαν εἰς τήν φιλελευθέραν Δημοκρατίαν, αἱ σύγχρονοι Γαλλικαί Κυβερνήσεις δέν πρέπει νά ὑποβαθμίζωσι καί παραμερίζωσι τήν σημασίαν τῆς Ναπολεοντείου ἐποχῆς καί τῆς ἐπιδράσεως ταύτης ἐπί τῆς Εὐρώπης τῆς τότε ἐποχῆς μέχρι καί τῶν ἡμερῶν μας. Κατά τήν ἂποψιν τοῦ ὁμιλοῦντος δέν ὑπάρχει καλύτερος τρόπος συγκερασμοῦ ὃλων τῶν περί τόν Ναπολέοντα στοιχείων, ἀπό τήν ἐπίσημον πλέον ἀναγνώρισιν καί τῆς πραγματικῆς καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος ὑπό τῶν νεωτέρων πολιτικῶν τῆς Γαλλίας καί τοῦ Γαλλικοῦ λαοῦ ἐν γένει– μία ἀναγνώρισις ἡ ὁποία θά δώσῃ εἰς τήν Ναπολεόντειον ἐποχήν μίαν ἀκόμη βαθυτέραν καί ἐπισημοτέραν διάστασιν ὡς καί μίαν ἰδιαιτέραν Ἐθνικήν ὑπερηφάνειαν εἰς τήν Γαλλίαν, ἀφοῦ ὁ τότε Στρατάρχης καί Αὐτοκράτωρ της δέν ἦτο ἓν ἁπλοῦν ἱστορικῶς οὐρανοκατέβατον πρόσωπον ἐκ Κορσικῆς, ἀλλά τοὐναντίον ὁ τότε ἡγέτης τοῦ Γαλλικοῦ Ἒθνους ἦτο εἷς γνήσιος ἀπόγονος μιᾶς τῶν ἐνδοξoτέρων οἰκογενειῶν τῆς Παγκοσμίου Ἱστορίας, καθώς ἡ καταγωγή του καί αἱ πρῶται ῥίζαι ταύτης ἀνήγοντο εἰς τούς Βασιλεῖς τῆς Τροίας, τόν Αἰνείαν, τούς Λατίνους καί Ρωμαίους Αὐτοκράτορας καί δι’ αὐτῶν εἰς τούς Κομνηνούς – τούς φημισμένους Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, ὡς ἢδη Γάλλοι καί ἂλλοι ἱστορικοί μελετηταί καί λόγιοι μέ σχολαστικήν λεπτολογίαν ἒχουσιν ἀναφερθῆ καί ἀποδείξει. Αὐτό δέ οὐδόλως μειώνει τήν ἱστορικήν σημασίαν τῆς Κορσικῆς εἰς τήν Γαλλικήν ἱστορίαν ἐφ’ ὃσον τό ἐκεῖ παραμεῖναν Ἑλληνικόν στοιχεῖον καί μέ αὐτό βεβαίως ὁ Ναπολέων ἦσαν πλέον ὃλοι γόνοι τῆς Κορσικῆς.
Ἡ ἐπίσημος ἀναγνώρισις τῆς καταγωγῆς τοῦ Ναπολέοντος ἐκ τοῦ Ἑλληνικοῦ Κομνηνοῦ στοιχείου τῆς Νήσου ταύτης θά προσδώσῃ ἐπίσης καί εἰς αὐτήν ταύτην τήν Γαλλικήν Ἐπανάστασιν, ἣτις δυστυχῶς εἰς τόν ἀναβρασμόν τῆς ἐξάρσεώς της ἐχαρακτηρίσθη ὑπό πολλῶν ἀκροτήτων, θά προσδώσῃ μίαν ἐλλείπουσαν εὐγενῆ αἲγλην καί μεγαλοπρέπειαν, ὡς ἐπίσης καί εἰς αὐτόν τοῦτον τόν Γαλλικόν Λαόν τῆς τότε ἐποχῆς ἀλλά καί εἰς τό Γαλλικόν Ἒθνος τῆς σήμερον, ἀκόμη δέ καί εἰς ὃλους ἡμᾶς τούς ἀπανταχοῦ γνησίους φίλους τῆς Γαλλίας, οἱ ὁποῖοι ἑορτάζομεν καθ’ ὃλον τόν μῆνα αὐτόν μετά μεγάλης ὑπερηφανείας τήν ἀγαπημένην μας Γαλλοφωνίαν.
Λάμπης Κωνσταντινίδης
TΕΛΟΣ
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 13.3.2014