ήκμασαν παντοιοτρόπως, στήριξαν το νεογέννητο ελληνικό κράτος και καλλιέργησαν με δυναμισμό τον πατριωτισμό. Μεταξύ των ετών 1809 και 1812 οι Οδεσσίτες Έλληνες δημιούργησαν την «Ελληνική Λεγεώνα» η οποία ενώθηκε με τα «Ελληνικά τάγματα» κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) γράφοντας σελίδες δόξας.
Οι Έλληνες στην Οδησσό από την αρχή της ίδρυσής της μέχρι και τον 19ο αι. ήταν πληθυσμιακά πολύ περισσότεροι συγκρινόμενοι με τις λοιπές ξένες εθνότητες, και απέβησαν οι μεγαλύτεροι συντελεστές στην ανάπτυξή της όχι μόνον στην οικονομική, αλλά στην εκπαιδευτική και επιστημονική. Ας σημειωθεί ότι οι πρώτοι Έλληνες έμποροι που μετοίκισαν εκεί άρχισαν σχεδόν από το μηδέν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και σύντομα απέκτησαν μεγάλες περιουσίες. Χαρακτηριστικό είναι το ότι κατείχαν δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους εμπόρους της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας, ενώ στην τρίτη δεν υπήρχαν πολλοί.
Η πόλη ιδρύθηκε την τελευταία δεκαετία του δεύτερου μισού του 18ου αι. και συγκριμένα το 1794. Προηγουμένως λεγόταν Χατζημπέι και από τους πρώτους που εγκαταστάθηκαν εκεί ήταν οι Θιακοί Δημήτρης Καραβίας (το 1795 παρουσιάζεται ως έμπορος τρίτης τάξης) και Αναστάσιος Ραφτόπουλος, έμπορος δεύτερης τάξης με 8.500 ρούβλια. Στην πρώτη τάξη, αργότερα όμως, εντάχθηκε ο Στέφανος Βεντούρης με 16.000 ρούβλια. Τον Ιανουάριο του 1800 μαζί με τον Βεντούρη βρίσκουμε και τον Λινάρη Αγγελάτο, ενώ το 1825 γνωστοί εμπορικοί οίκοι ήταν του Γεωργίου Βουτσινά και του Ηλία Μάνεση. Μάλιστα ο Βουτσινάς θεωρείτο από τους πιο πλούσιους Έλληνες, ενώ ο Ηλίας Μάνεσης συγκαταλεγόταν στα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Άλλοι μεγάλοι έμποροι ήταν ο Νικόλαος Ιγγλέσης, ο Γεράσιμος Κούπας, ο Γεώργιος Αυγερινός, ο Θεόδωρος Αυγερινός, ο Γρηγόριος Βουτσινάς, ο Νικόλαος Ιγγλέσης, ο Ιωάννης Ιγγλέσης, ο Στέφανος Βουτσινάς, ο Ευστάθιος Γαλάτης, ο Παναγιώτης Κ. Σκλάβος.
Το 1833 μεγάλο βυρσοδεψείο είχε ο Αντώνης Φραγκόπουλος και τα τέλη του αιώνα βυρσοδεψείο διατηρούσαν οι αδελφοί Νεόφυτου, κατάστημα οινοποιίας ο Σπυρ. Ε. Σκλάβος και οι αδελφοί Συνοδινού, αρτοποιεία ο Νικ. Αμπατιέλος, οι αδελφοί Μελισσαράτου, ο Παναγής Βεργωτής και οι αδελφοί Παπαδάτου, οινοπωλεία «μετ’ εστιατορίων» ο Αντ. Καραβίας, Κωνσταντίνος Σταματελάτος, Φωκάς Κοκόλης, Γεώργιος Μαγουλάς, Ιωάννης Μακρής Βαλλιανάτος, Παναγής Λουκάτος, Παναγής Σταματάτος, Μαρίνος Μαγουλάς, Σπ. Ποταμιάνος, το καφενείο «Ακρόπολις» το είχε ο Κων. Δρακούλης, το «Αθήναι» ο Χρήστος Αθανασάτος. Κρεοπωλεία είχαν οι Διονύσιος Μπενετάτος, Δημήτριος Οκτωράτος, Διονύσιος Λιβαδάς, παντοπωλεία οι Αριστ. Καμπίτσης, Διον. Αντζουλάτος, εργοστάσιο αλαντοποιίας οι αδελφοί Νεοφύτου, πολυτελέστατο εστιατόριο ο Σπυρ. Σκιαδαρέσης.
Τόσο ο Α. Φραγκόπουλος, όσο και ο Γ. Βουτσινάς προσέφεραν κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) οικονομική βοήθεια για την απόκρουση των Αγγλο-Γάλλων εισβολέων τούς οποίους αντιπαθούσαν καθώς ήταν στο πλευρό της Τουρκίας και ως εκ τούτου, εναντίον των Ελλήνων.
Διακεκριμένος ομογενής «εις των εγκρίτων ενταύθα Ελλήνων εμπόρων» ήταν ο Νικόλαος Βαλιέρης «γόνος εγκρίτου οικογενείας εκ Κεφαλληνίας». Ήταν νομικός και είχε χρηματίσει δυο φορές βουλευτής στην Ιόνιο Βουλή. Σε ώριμη ηλικία κατέληξε στην Οδησσό όπου εγκαταστάθηκε, ασχολήθηκε με το εμπόριο, διακρίθηκε «ως πατήρ φιλόστοργος, ως τιμαλφής συγγενής, ως αγαθός συμπολίτης, ευεργετών και προστατεύων τους εις αυτόν αποτεινομένους». Επικήδειο λόγο την 1 Ιουλίου 1883 εξεφώνησε ο «ελλογιμότατος πρωθιερεύς της Ελληνικής Κοινότητος κ. Άγγελος Πεφάνης».
Ο Νικόλαος Μάνεσης, ο Ραφτόπουλος και ο Δημήτριος Βουτσινάς εκτός από τις εμπορικές δραστηριότητες, χρηματοδοτούσαν και την ναυτιλία και είχαν δικά τους πλοία που τα χρησιμοποιούσαν κυρίως για να μεταφέρουν τα προϊόντα τους καθώς, οι ναυλώσεις κατά τα πρώτα χρόνια ήταν σπάνιες. Μεγαλοπλοιοκτήτες και ιδιοκτήτες εμποροναυτιλιακών οίκων ήταν οι Κωνσταντίνος Σβορώνος και οι γιοι του Σωκράτης και Ιωάννης. «Δούναβης», «Ελισάβετ» («τροχοφόρον δυναμ. 70 ίππων»), «Σορεντίνος» ήταν ορισμένα από τα πλοία τους. Επίσης είχαν ατμάκατους και φορτηγίδες όπως το «Δουνάε» ελικοφόρο 40 ίππων. Στο πλοίο «Κεφαλληνία» πλοίαρχος φαίνεται ο Θεόδωρος Σαμιώτης, στο «Δημήτριος» ο Δημήτριος Γερασιμάτος και στο «Ταϊγκάν» ο Φωκάς. Ο Ιθακήσιος Δ. Πεταλάς ήταν πλοιοκτήτης και είχε ατμοκίνητη θαλαμηγό, την «Ελένη». Ο Σπύρος Δενδρινός είχε το «Δανάη», ο Παναγής Βάλσαμος το «Ρόζα», ο Γεώργιος Ιγγλέσης το «Μιλτιάδης» και το «Έρκολε», ο Σπύρος Κούπας το «Ντίμπιτς», ο Νικόλαος Μαράτος το «Άγιος Σπυρίδων» και το «Παναγία Ευαγγελίστρια», ο Σπύρος Πεταλάς το «Καποδίστριας», ο Νικ. Ιγγλέσης το «Άγιος Γεράσιμος», ο Νικ. Μπεκατώρος το «Επαμεινώνδας», ο Μαρίνος Ιγγλέσης το «Θεμιστοκλής». Η αρχή των εμπορικών δραστηριοτήτων των Βαλλιάνων έγινε από την Οδησσό, τόπο όπου κατέπλευσε το 1832 το πρώτο ιστιοπλοϊκό με ρωσική σημαία το «Αλέξανδρος» ιδιοκτησίας Μαρή με έδρα όμως το Ταϊγάνι. Με δεδομένη την άνθιση των Ελλήνων καραβοκύρηδων εκείνη την εποχή, οι έμποροι πλοιοκτήτες της Οδησσού φαίνεται πως έχουν ελάχιστα ιδιόκτητα πλοία μπροστά στον όγκο των ναυτοϊδιοκτησιών με έδρα το Ιόνιο και το Αιγαίο. Πάντως, με δεδομένο ότι ένα από τα σημαντικότερα εξαγώγιμα προϊόντα της Ρωσίας ήταν τα σιτηρά, η Οδησσός έγινε «πόρτο φράνκο» δηλαδή «ελεύθερο λιμάνι» (ελεύθερη οικονομική ζώνη), και «σιτοβολώνας» της Ευρώπης.
Ο μεγαλέμπορος και γνωστός θαλασσομάχος Δημήτριος Σπ. Ιγγλέσης που είχε γεννηθεί στο Αργοστόλι πήρε μέρος σε διάφορες ναυμαχίες στη Μαύρη Θάλασσα κατά των Τούρκων το δεύτερο μισό του 18ου αι. συμβάλλοντας στην επίσπευση της απελευθέρωσης του ελληνικού λαού. Το 1788 έγινε ανθυπολοχαγός, το 1790 λοχαγός και τον Σεπτέμβριο του 1792 αποστρατεύθηκε από το ρωσικό ναυτικό εξ’ αιτίας της κλονισμένης υγείας του. Όμως επειδή οι ηρωϊκές πράξεις του άφησαν τα αχνάρια τους ανεξίτηλα στη νότια Ρωσία (Ουκρανία) το 1805 ο στρατιωτικός διοικητής της Οδησσού τού ανέθεσε τη μεταφορά πολεμικού υλικού και ρωσικού στρατού στην Κέρκυρα. Το 1808 δημιούργησε νέο εμπορικό οίκο στην Οδησσό και ταυτόχρονα έγινε ιδιοκτήτης του πλοίου «Παναγία Δέσποινα». Δίδαξε στη σχολή αξιωματικών ρωσικού στρατού της Οδησσού και είχε διατελέσει προσωρινά Δήμαρχος Οδησσού (1818-1821).
Το 1846 στην Οδησσό από τους αρχικά 45 οίκους εμπορικούς απέμειναν οκτώ, έξη από τους οποίους ήταν Ελλήνων και ένας από αυτούς ανήκε στον Αυγερινό. Στο Επιμελητήριο Ελέγχου Οδησσού βοηθός διευθυντού υπέγραφε ο Αλέξανδρος Σκαρλάτος.
Το 1808 οι έμποροι Ιωάννης Δεστούνης, Ιωάννης Πεταλάς και Θεόδωρος Σεραφιανός ίδρυσαν την «Γραικορωσική συντροφία ασφαλειών», και το 1814 ιδρύθηκε η «Συντροφία των Γραικών Ασφαλιστών» και από τον Ηλία Μάνεση. Το 1815 πρωτολειτούργησε η «Εμπορική Κάσσα Οδησσού» με έργο της τη δανειοδότηση και διευθυντή της τον Ιθακήσιο Ι. Πεταλά.
Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της Οδησσού είχε χρηματίσει ο Κεφαλλονίτης Άγγελος Πεφάνης και τον Φεβρουάριο του 1800 πρώτος αντιδήμαρχος της Οδησσού εξελέγη ο Ιωάννης Δεστούνης. Ο Αλέξανδρος Βουτσινάς ψηφίσθηκε αργότερα δημοτικός σύμβουλος Οδησσού.
Για τη διαμόρφωση των δρόμων της πόλης και το στρώσιμό τους με γρανιτένιες πέτρες είχε συγκροτηθεί το 1859 εξαμελής επιτροπή, μέλος της οποίας ήταν και ο Ιωάννης Ροσόλυμος ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη Δούμα (Δημαρχία) της Οδησσού.
Σε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα της ρωσικής κρατικής μηχανής έφθασε ο Πέτρος Μελισσηνός που πήρε μέρος σε πολλές πολεμικές συγκρούσεις, προβιβάστηκε αργότερα στο βαθμό του στρατηγού μηχανικού και υπηρέτησε στην τσαρική αυλή της Αικατερίνης Β΄. Το βαθμό του αντιστράτηγου κατείχε ο Χριστόφορος Α. Μεταξάς, ενώ αυτόν του αντισυνταγματάρχη ο Παύλος Ι. (Α)λιπράντης που έλαβε μέρος στην άμυνα της Σεβαστούπολης κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο και ο Κωνσταντίνος Χριστοθεοδωράτος υπηρέτησε ως αντισυνταγματάρχης στο πυροβολικό. Στον ίδιο πόλεμο έλαβε μέρος και ο Νικόλαος Βαλλιάνος, υπηρέτησε στο Ρωσικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό και επέστρεψε μετά στην Κεφαλλονιά όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Κεφαλλονίτης ταγματάρχης προήχθη ο Σωτήρης Βαλσαμάκης, ενώ ο Μεταξάς ήταν λοχαγός. Αξιωματικός στο ρωσικό ναυτικό ήταν ο Κεφαλλονίτης Δρακόπουλος ο οποίος, για τις ηρωϊκές πράξεις του στην άμυνα της Σεβαστούπολης κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο, τιμήθηκε με το παράσημο της Αγίας Άννας πρώτου βαθμού.
Άγνωστο παραμένει εάν ο αντιναύαρχος του Ρωσικού Στόλου στη Μαύρη Θάλασσα Μ.Ι. Κρητικός και ο Α. Μαζαράκης από την Οδησσό που υπηρετούσε στο τελωνείο της Πετρούπολης ήταν Κεφαλλονίτες. Επίσης δεν γνωρίζουμε την καταγωγή του Β. Ι. Μαζαράκη που διετέλεσε πρόεδρος του Συλλόγου Αγροτικής Οικονομίας της Οδησσού.
Γνωστή στην υψηλή κοινωνία της Οδησσού ήταν η κόμησα Ρωξάνδρα Σκαρλάτου που ζούσε στο στρατιωτικό «φορσάντ» στην 21η συνοικία 756 και στα σαλόνια της μάζευε την αριστοκρατική τάξη της εποχής της.
Στα τέλη του 1817 ιδρύθηκε από Έλληνες στρατιωτικούς κυρίως, στην πόλη της Φιλικής Εταιρεία Οδησσό, η μασονική στοά «Εύξεινος Πόντος» και λειτούργησε μέχρι το 1826, παρόλο που το 1822 το υπουργείο Εσωτερικών της Ρωσίας εξέδωσε απαγορευτική εγκύκλιο για τη δράση των μασονικών στοών.
Πλούσια διπλωματική δραστηριότητα ανέπτυξε ο Φιλικός Κωνσταντίνος Βλασσόπουλος του Ιωάννου από την Ιθάκη, ενώ ο Σπυρίδων Σκλάβος ήταν Γραμματέας του Γενικού Προξενείου της Αργεντινής στην Οδησσό. Κατά την περίοδο 1877-1882 ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Οδησσό Ιωάννης Βουτσινάς, εκτός της διατήρησης των φιλικών σχέσεων μεταξύ των δυο λαών, στήριξε οικονομικά τον μεγάλο ζωγράφο, ακαδημαϊκό και επιστήμονα Κυριάκο Κωνστάντη να συνεχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Ο ίδιος πρόξενος «ανήρ διακρινόμενος επί φιλογενεία, πρόθυμος δε πάντοτε εις ό,τι καλόν και ευεργετικόν εδωρήσατο κατ’ αυτάς ρούβλια αργυρά 1500 δια το Νοσοκομείον της ιδιαιτέρας αυτού πατρίδος Κεφαλληνίας».
Η ανάπτυξη του εμπορίου και η συσσώρευση κεφαλαίου από τους Έλληνες εμπόρους και επιχειρηματίες είχε σαν αποτέλεσμα τη διάθεση χρηματικών ποσών στην παιδεία και στον πολιτισμό. Χρειαζόταν πατριωτική διαπαιδαγώγηση για τη διατήρηση των εθίμων, των ηθών και των παραδόσεων. Για την υλοποίηση αυτών των σκοπών λειτούργησαν ελληνικά σχολεία, τυπογραφεία, θέατρα, τυπώθηκαν βιβλία, έγιναν μεταφράσεις. Επίσης ιδρύθηκαν πολλοί σύλλογοι με άξονα τον πολιτισμό, ευεργέτες των οποίων ήταν πολλοί Κεφαλλονίτες όπως ο Λ. Β. Ιγγλέσης.
Ο Σπύρος Δεστούνης Γιούρεβιτς, γιός του καθηγητή του Πανεπιστημίου της Πετρούπολης, μετέφρασε το 1848 τον Πλούταρχο και διάφορα κείμενα βυζαντινά στα ρωσικά. Ο Εμμ. Γ. Βουτσινάς κάλυψε τα έξοδα της έκδοσης του τρίτομου έργου «Δοκίμιον περί του ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων» που εκδόθηκε το 1875 στην Οδησσό. Επιτηρητής ενός από τα ελληνικά σχολεία ήταν ο Κεφαλλονίτης Ιωάννης Δεστούνης ο οποίος ίδρυσε –από κοινού με τους Φλογαΐτη και Γριμάνη- σχολείο για άπορα παιδιά. Το 1809 άνοιξε το πρώτο θέατρο της Οδησσού και στα τέλη του 1871 βρίσκουμε τον Ιωάννη Βουτσινά να προσφέρει 500 ρούβλια ετησίως ως βραβείο για τα καλύτερα δραματικά έργα. Το βραβείο αυτό προσφερόταν και για μια 12ετία στους καλύτερους συγγραφείς της Αθήνας. Επίσης στην Οδησσό ιδρύθηκαν πανεπιστήμια. Σε αυτό που είχε πρύτανη τον καθηγητή της ρωσικής φιλολογίας Νεκράσωφ και καθηγητή της Βυζαντινής Ιστορίας τον Ουσπένσκι, δίδασκε κλασικές γλώσσες ο Γιούρεβιτς -Δεστούνης.
Στην Οδησσό διέπρεψε ο συνθέτης Γ. Μοντεσάντος, μεγάλο όνομα του μουσικού κόσμου, με σπουδές σε Παρίσι και Βιέννη .
Η Οδησσός απετέλεσε ιδανικό τόπο για δημιουργία τυπογραφείων και έτσι το 1818 ιδρύθηκε η Ελληνική Τυπογραφική Εταιρεία. Το 1827 λειτούργησε το Ελληνικό (Εθνικό) Τυπογραφείο με πρωτοβουλία του Έλληνα πρόξενου Οδησσού Εμμ. Καψαμπέλη και το 1830 μεταφέρθηκε στο κτίριο της Εμπορικής Σχολής. Το τυπογραφείο αυτό, με τη στήριξη και του Άγγελου Πεφάνη, εξέδιδε την εφημερίδα «Κόσμος» που απέβη όργανο του ελληνισμού της Ουκρανίας (νότιας Ρωσίας). Τυπογραφείο είχε επίσης ο Χρυσόγελος και άλλο ο Παπαδάτος.
Ο έμπορος Δημήτριος Ιγγλέσης εκτός από ήρωας ήταν και μέγας φιλάνθρωπος. Μετείχε σε επιτροπή στήριξης του νοσοκομείου της Οδησσού και συγκέντρωσε από τους Έλληνες εμπόρους της Οδησσού 7.000 ρούβλια. Συμμετείχε στην Ελληνική Επιτροπή Βοήθειας Οδησσού για εξαγορά Ελλήνων αιχμαλώτων τούς οποίους είχε συλλάβει η Τουρκία την περίοδο του της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης του 1821 και εναντίον των οποίων είχε εφαρμόσει τα πλέον εξοντωτικά μέτρα όπως φυλακίσεις, βασανιστήρια και σφαγές. Επίσης συνέβαλε πληρώνοντας κατευθείαν λύτρα στον σουλτάνο για εξαγορά. Και σε άλλες πόλεις της Ουκρανίας συγκροτήθηκαν παρόμοιες επιτροπές. Ειδικά όμως στην Οδησσό οικοδομήθηκε και φιλανθρωπικό ίδρυμα, καθώς δημιουργήθηκε μεγάλος αριθμός ανέργων, στην ανέγερση του οποίου συνεισέφερε 100 ρούβλια ο Ιωάννης Βουτσινάς, 210 ρούβλια ο Α. Καραβίας, 10 ο Ν. Λυκιαρδόπουλος.
Με τον Δημήτριο Ιγγλέση αλληλογραφούσε ο Ι. Καποδίστριας και προσπαθούσε να συνάψει δάνειο 50.000 λιρών στερλινών για διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Σε άλλη του επιστολή προς τον Ιγγλέση πάλι, με ημερομηνία 10/22 Αυγούστου 1827 ο Καποδίστριας ευχαριστεί τους εμπόρους της Οδησσού γιατί ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της ελληνικής κυβέρνησης και προσέφεραν χρήματα στην τόσο κρίσιμη για την Ελλάδα στιγμή. Το 1844 η ελληνική κυβέρνηση παρασημοφόρησε διάφορους Έλληνες της Οδησσού, ανάμεσα στους οποίους και τον Δ. Ιγγλέση. Το 1867 αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κοινότητας Οδησσού που απαρτιζόταν και από τον Γ. Βουτσινά, ζήτησε άδεια για να προβεί σε δημόσιο έρανο για συγκέντρωση χρημάτων προς βοήθεια του ελληνικού κράτους.
Στην ελληνική εκκλησία της Αγίας Τριάδος –χρονολογείται από το 1793- στην Οδησσό Κεφαλλήνες έμποροι υπήρξαν δωρητές, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο Δημήτριος Ιγγλέσης, ενώ ο αρχιμανδρίτης Άγγελος Πεφάνης ιερουργούσε κατά το τέλος του 19ου – αρχές 20ου αι. και συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο. Παλαιότερα εξαιρετική φήμη είχε αφήσει ο Ιθακήσιος αρχιμανδρίτης Βουλισμάς ως «ενάρετος, ευπαίδευτος, αφιλοκερδής».
Το 1900 η Ελληνική Κοινότητα, περίλαμπρη εστία ελληνικού πλούτου και πολιτισμού, διατηρούσε, εκτός από την εκκλησιά, και δυο σχολεία τα οποία συγκαταλέγονταν στα καλύτερα της πόλης: αρρεναγωγείο (ήταν και Εμπορική Σχολή) και παρθεναγωγείο (γνωστό ως Ροδοκανάκειο –θεμελιώθηκε από τον Χιώτη δωρητή του μετά το 1874). Και στα δυο αυτά σχολεία συνολικά φοιτούσαν περίπου 500 ελληνόπαιδα –και όχι μόνο-, αριθμός χαμηλότερος από αυτούς των προγενέστερων ετών του 19ο αι. Ανάμεσα στις διευθύντριες του Ροδοκανάκειου Παρθεναγωγείου ήταν η Μαρία Ζερβού, ενώ καθηγητές ο Άγγελος Πεφάνης, η (;) Κυπριώτη, ο Ελευθέριος Αμπατιέλος, ο Λ. Βασιλόπουλος.
Καλλιτεχνική ακτινοβολία είχε η Σχολή Ιχνογραφίας της Οδησσού που το 1899 μετετράπη σε Σχολή Καλών Τεχνών. Στάθηκε η κυριώτερη σχολή τέχνης στην Νότια Ρωσία. Η σχολή αυτή ήταν ο πυρήνας δημιουργίας του Μουσείου Καλών Τεχνών και του Συλλόγου Νοτιορώσων ζωγράφων μέλη του οποίου ήταν και οι Α. Β. Ιγγλέσης και Αλέξανδρος Αμπατιέλος.
Στην Οδησσό υπήρχαν και αρκετές λέσχες, ναυτικές, εμπορικές, κέντρα συνάντησης Ελλήνων και ντόπιων, πολιτιστικοί κύκλοι. Επίσης σημαντικό ίδρυμα ήταν το Γηροκομείο για τους «πτωχούς και έρημους ομογενείς» -δωρεά του Γρηγορίου Μαρασλή-.
Σημαντικό πρόσωπο στην κοινωνία της Οδησσού τα τέλη του 19ου αι. ήταν ο Σπ. Τυπάλδος Φορέστης. Η εμπλοκή του ήταν στον πολιτισμό καθώς ήταν ορισμένος ως «επιστάτης του Εσπέρου», εξαιρετικού περιοδικού συγγράμματος «μετ’ εικόνων» που εξεδίδετο στη Λειψία, κάλυπτε κυρίως τον πανταχού ελληνισμό, και φιλοξενούσε σειρά θεμάτων για την Ελλάδα. Ο ίδιος φαίνεται να έχει δώσει λεπτομερή αναφορά για την 6η αρχαιολογική σύνοδο «κατ’ Αύγουστον του 1884» που πραγματοποιήθηκε στην Οδησσό.
Επιγραμματική μνεία κάνω στους Κεφαλλονίτες και Ιθακήσιους που έδρασαν, έστω για μικρό διάστημα, και στην περιοχή της νότιας Ρωσίας – Κριμαίας, κυρίως στην Οδησσό -ως διαμετακομιστικό κέντρο-, απετέλεσαν άλλη μια φωτεινή σελίδα της ελληνικής διασποράς, αλλά έμειναν συνδεδεμένοι με την τσαρική Αυλή. Σε κανένα μέρος του κόσμου δεν αναδείχθηκαν τόσοι πολλοί Έλληνες ομογενείς σε τόσο υψηλά αξιώματα. –Οι αδελφοί Λειχούδη (Ιωαν. 1633-1717, Σωφρ.1652 – 1730) και ο Αρχιμανδρίτης Αριστοτέλης Μοντεσάντος (1832-1922) δεν ανιχνεύονται στην εν λόγω περιοχή-.
Αρχίατρος του Μεγάλου Πέτρου ήταν ο Ιάκωβος Πυλαρινός (1659-1718), φημισμένος γιατρός μεγάλων προσωπικοτήτων, και πνευματικός του ο ιερέας Γεράσιμος Φωκάς, γνωστός ως παπά-Φώτης. Γιατρός στη σύζυγό του Αικατερίνη Α΄ ήταν ο Γεώργιος Πολυκαλάς. Ο Πλάτων Δρακούλης χρημάτισε προσωπικός γιατρός του τσάρου Αλεξάνδρου. Το δε 1695 όταν ο Μέγας Πέτρος κατέλαβε το φρούριο Αζωφ κατά την εκστρατεία της Αζοφικής, συνοδευόταν από ένα τάγμα Ουσάρων που αποτελείτο και από Έλληνες –δυστυχώς δεν έχω πρόσβαση μέχρι σήμερα στα ονόματά τους. Ο Πέτρος Μελισσηνός –έγινε ήδη αναφορά- (1724-1797) ονομαστός στρατηγός του Μηχανικού κι ένας από τους βασικότερους ιδεολογικούς καθοδηγητές του μασονισμού, ήταν αυτός που προώθησε στην Αυλή της Αικατερίνης Β΄ τον ιδιοφυή μηχανικό Μαρίνο Χαρμπούρη, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με την μεταφορά του τεράστιου μονόλιθου όπου τοποθετήθηκε το άγαλμα του Μ. Πέτρου.
Σήμερα στην Οδησσό ο ελληνισμός παραμένει ριζωμένος. Το ίδιο δραστήριος, έχει πλήρη γνώση της ιστορικότητάς του και προσπαθεί να διατηρήσει ό,τι κληρονόμησε από τα χρόνια. Οι Έλληνες ζουν φιλήσυχα με τις άλλες εθνότητες, συνεργάζονται αρμονικά και έχουν αναπτύξει δεσμούς φιλίας και συγγένειας.
Ελληνικές κοινότητες υπάρχουν σε πολλά χωριά και πόλεις όπως στο Ντόνετσκ, Ντμεπροπετρόβσκ, Ζαπορόζιε, Τσερνοπόλιε (Καρατσόλ), Σαντόβοε, Ντόμπροε, Πιονέρσκοε, Λουγκόβοε, οι κάτοικοί τους είναι ενωμένοι, και έρχονται σε επαφή με όλα τα μέλη των άλλων κοινοτήτων με σεβασμό σε θρησκεία, γλώσσα, παραδόσεις. Στην Οδησσό λειτουργεί Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού και έχει πρόεδρο τον κ. Κ. Παραδεισόπουλο. Ένας από τους στόχους του είναι η ιστορική και πολιτιστική ενημέρωση αλλά και η ανθρωπογεωγραφική τοποθέτηση των κοινοτήτων στη διαδοχή των ελληνικών γενεών πλάι στους γειτονικούς λαούς από τους οποίους δέχονται επιρροές.
Το σύντομο αυτό μελέτημα αποσκοπεί στο να κάνει ευρύτερα γνωστή την μακρόχρονη παρουσία των Ελλήνων, αποτελεί προσπάθεια έρευνας της εμπορικής, επιχειρηματικής δραστηριότητας των Κεφαλλήνων και Ιθακησίων κυρίως στην χερσόνησο της Κριμαίας, στη Μαριούπολη και στην Οδησσό, καθώς και συμβολής τους στην πολιτιστική ανάπτυξη και διατήρηση της ελληνικότητας. Πηγές μου ήταν οι εφημερίδες περιοχών του Εύξεινου Πόντου «Ελεύθερος Λόγος» και «Μαϊμού», ο «Έσπερος», τα εκπληκτικά βιβλία και άρθρα του κ. Κ.Γ. Αυγητίδη, και της κ. Μαριάννας Κορομηλά, τα κείμενα του κ. Βλάσση Αχτζίδη, του κ. Στέλιου Ελληνιάδη. Όλοι οι αναφερθέντες έχουν παρουσιάσει εξαιρετικές μελέτες για τον ελληνισμό στα μέρη αυτά και είναι δοσμένες με τέτοιο τρόπο που κάνουν τον αναγνώστη να ριγεί καθώς αναλογίζεται τη δύναμη της διεισδυτικότητας, επιβολής και διατήρησης του ελληνικού στοιχείου. Έχω «αφήσει στην άκρη» πλήθος αρχείων που έχουν σχέση με την ναυτική – ναυτιλιακή δραστηριότητα στους τόπους αυτούς. Οπωσδήποτε το κεφάλαιο δεν κλείνει ποτέ γιατί υπάρχει πληθώρα αδημοσίευτων ανερεύνητων πηγών οι οποίες οδηγούν σε όλο και περισσότερα ονόματα Κεφαλλήνων και Ιθακησίων στα μακρινά αυτά μέρη του Εύξεινου Πόντου. Ας γίνει λοιπόν δεκτό το μελέτημα αυτό σαν μια «βάση».
http://www.youtube.com/watch?v=CI2nlw4T9r8 (Στέφανος Κορκολής, Λιμάνια, Οδησσός)
Ευρυδίκη Λειβαδά
Ευχαριστώ θερμά την αγαπημένη μου φίλη Εύα Παπαδάτου, Προϊσταμένη της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού για τις πληροφορίες που μου έδωσε, για την αγάπη με την οποία αγκαλιάζει το ελληνικό στοιχείο της περιοχής και για την μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλει με στόχο τη διατήρηση του Προγράμματος Διδασκαλίας της Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού στη Μαριούπολη και γιατί με οδήγησε σε αυτά τα συγκλονιστικά μονοπάτια του Ελληνισμού.
ΤΕΛΟΣ