Για την ώρα, η καταστροφή, υπό την έννοια της καταλήστευσης της χώρας από τους Γότθους, απεφεύχθη. Η καταστροφή όμως υπό την έννοια της κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου δεν έχει απομακρυνθεί αφού η απόρριψη του νομοσχεδίου δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια στις αγορές για τι ακριβώς θα συμβεί με το άνοιγμα των τραπεζών, όταν φυσικά αυτές ανοίξουν, μαζί φυσικά με το χρηματιστήριο.
Η ανάγκη λοιπόν για την εκπόνηση ενός αξιόπιστου σχεδίου το οποίο θα αντικαταστήσει το έκτρωμα που παρουσιάστηκε στη Βουλή παραμένει. Ακριβώς στη συγκεκριμένη ανάγκη, η Μόσχα που φαίνεται να έχει πάρει το θέμα πάνω της θα πρέπει να δώσει μία λύση η οποία θα μετατρέψει την αβεβαιότητα και τον φόβο σε σιγουριά και αγαλλίαση, αφού αν μη τι άλλο η εμπλοκή του Κρεμλίνου θα δώσει το σωστό «σήμα» στους Ρώσους αναφορικά με την πολιτική απόφαση της κυβέρνησής τους να μην εγκαταλείψουν έναν αδερφό παραδοσιακά λαό και μια σημαντική ως εκ τα θέσης της χώρα, στα αρπακτικά νύχια κάποιων οι οποίοι θέλουν να λέγονται εταίροι.
Ακριβώς λοιπόν στο συγκεκριμένο σημείο η Ρωσία θα πρέπει να αντιληφθεί πως αυτή τη στιγμή στη περιοχή δεν παίζονται απλά τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ των Ρώσων πολιτών που μπορεί να χαθούν ως φόροι, ποσό το οποίο φυσικά αξίζει κάθε προστασίας καθαυτό, αλλά στην ουσία παίζεται η αξιοπιστία της Μόσχας στο να αποτελέσει από εδώ και πέρα έναν αξιόπιστο σύμμαχο στο πλευρό του ελληνισμού, που για κάποιον «ανεξήγητο» λόγο χτυπιέται από εκείνους οι οποίοι χρωστούν την πνευματική και πολιτιστική τους ύπαρξη σε αυτόν.
Έχοντας πλήρη επίγνωση όλων των παραπάνω και ευχόμενοι προς κάθε κατεύθυνση πως η Ρωσία πραγματικά θα φερθεί στον ελληνισμό όπως αυτός την έχει. φαντασιωθεί ή/και περιμένει, δηλαδή ως το περίφημο «ξανθό γένος» δεν πρέπει παρά να σημειώσουμε τα εξής αναφορικά με τη συγκεκριμένη χώρα, κάνοντας πρώτα την αναγκαία επισήμανση.
Γνώμονας της Ελλάδας από εδώ και στο εξής δεν πρέπει να είναι κανενός είδους ψευδεπίγραφο ιδεολόγημα τύπου «δεξιάς», «αριστεράς», «ευρωπαϊκού μέλλοντος», «κοινού νομίσματος», «φιλοαμερικανών», «φιλορώσων», φιλό-οτιδήποτε. Το έθνος πλήρωσε ακριβά όλα αυτά τα «φιλο-.». Από την εποχή της Δ’ Σταυροφορίας και της πτώσης της Κωνσταντινούπολης στους «Σταυροφόρους» (βλέπε «Δυτικούς εταίρους» της εποχής), τον Απρίλιο του 1204, το έθνος των Ελλήνων ζει σε μία παρατεταμένη κατάσταση δουλοπαροικίας ή στη καλύτερη των περιπτώσεων σε μία κατάσταση κράτους «δευτέρας διαλογής».
Υπάρχει καλύτερη απόδειξη για τη παραπάνω παρατήρηση από το γεγονός πως η πτώση του μεσαιωνικού ελληνισμού το 1453 έχει συνδεθεί με το ερώτημα του τί ακριβώς προτιμάμε, «την Παπική Τιάρα ή το Οθωμανικό Σαρίκι», ενώ η έναρξη του ανεξάρτητου, υποτίθεται, βίου μας το 1830 μας έφερε το «Αγγλικό», «Γαλλικό» και «Ρωσικό». κόμμα; Υπάρχει άλλη περίπτωση κράτους των οποίων τα κόμματα να έχουν την ονομασία άλλων κρατών; Να το πάμε παρακάτω; H Μικρασιατική καταστροφή ήρθε λόγω της σύγκρουσης των «γερμανόφιλων» με τους «φιλοδυτικούς», ενώ ο Εμφύλιος έλαβε χώρα λόγω των εξαρτήσεων από τη Μόσχα και το Λονδίνο.
Δηλαδή, μετά τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, ενώ ήμασταν πάντα από τη πλευρά των νικητριών δυνάμεων, αντί να δρέψουμε τις δάφνες των προσπαθειών μας και να ανασυγκροτηθούμε, «καταφέρναμε» να έχουμε έναν ακόμα πόλεμο, πιο καταστροφικά μάλιστα από τους Παγκοσμίους, ως. δώρο.
Κλείνουμε τη συγκεκριμένη παρατήρηση επισημαίνοντας πως είτε μιλάμε για τις ΗΠΑ, είτε για τη Βρετανία, είτε για τη Γερμανία, είτε για τη Ρωσία, θα πρέπει να έχουμε στο νου μας πως έχουμε να κάνουμε με γεωπολιτικούς δρώντες οι οποίοι λειτουργούν ως Μεγάλες Δυνάμεις, άρα οι πράξεις τους τις περισσότερες φορές έχουν να κάνουν όχι με το συναίσθημα ή το δίκαιο (αξιοποιούνται ως επικοινωνιακά εργαλεία) αλλά με τα «μόνιμα συμφέροντά» τους. Δεν έχει λοιπόν κάποιος παρά να κοιτάξει στο παρελθόν με μία αντικειμενική ματιά και θα δει πως όλες οι προαναφερόμενες δυνάμεις μας «πούλησαν» ομοίως και ανά περιπτώσεις και ΚΑΜΙΑ από αυτές δεν στάθηκε κοντά μας χωρίς να ζητάει μεγάλα ανταλλάγματα και χωρίς να έχει απλά και μόνο ΣΥΜΦΕΡΟΝ και τίποτα άλλο.
Με άλλα λόγια, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο αλληλοσυγκρουόμενων βουβαλιών θα πρέπει να αντιληφθούμε πως για να έρθει το όποιο «ξανθό γένος» να βοηθήσει θα πρέπει να του δώσουμε ανταλλάγματα ίσα με αυτά που θα πρέπει να δώσουμε στους Αγγλοσάξονες ή στους Γότθους εταίρους μας οι οποίοι αισθάνονται πλέον πως μπορούν να τα παίρνουν και από μόνοι τους.
Ο Ελληνισμός θα πρέπει πλέον να έχει έναν στόχο και μία ιδεολογία η οποία δεν είναι άλλη από την επιβίωσή του και την κατίσχυση στη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στην οποία όπως έχουμε αναφέρει πολλάκις παίζεται η ισορροπία δυνάμεων στην Ευρασία για τον 21ο αιώνα.
Με βάση όλα τα παραπάνω, τα ελπίζουμε κατανοητά και αποδεκτά από τον κάθε νουνεχή και ψύχραιμο παρατηρητή, ας δούμε επιγραμματικά τι ακριβώς μπορεί να συμβαίνει με τη Ρωσία σήμερα:
Περίπτωση Α: Υπάρχει περίπτωση η Μόσχα να «μπλοφάρει» σε σχέση με τη περίφημη βοήθεια προς τη Κύπρο και όλα αυτά να γίνονται για επικοινωνιακούς λόγους, με αποτέλεσμα να αφήσει τη Λευκωσία στα κρύα του λουτρού την πλέον κρίσιμη στιγμή η οποία είναι τώρα, όπου η Κύπρος μετά την απόρριψη του εκτρώματος που έγινε προσπάθεια να της επιβληθεί, θα πρέπει να παρουσιάσει μία αξιόπιστη λύση τόσο για το εσωτερικό όσο και για το εξωτερικό, έτσι ώστε να αποφευχθεί η κατάρρευση του τραπεζικού της τομέα και η χρεοκοπία με το άνοιγμα του χρηματιστηρίου και των τραπεζών της;
Δυστυχώς η περίπτωση αυτή υπάρχει, για δύο κυρίως λόγους:
Πρώτον, η Ρωσία δεν μένει ικανοποιημένη από τα ανταλλάγματα της Κύπρου, τα οποία θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να αξίζει τον κόπο να ανοίξει μέτωπο με τη Γερμανία και δυνητικά με τις ΗΠΑ στην περιοχή. Είναι η Λευκωσία έτοιμη να δώσει τέτοια «δώρα» ώστε η Μόσχα να μπει στον πειρασμό να ξεκινήσει μία ιστορία ανταγωνισμού με τους δυτικούς; Έχει το περιθώριο; Αυτό εξηγείται και ανάποδα βέβαια: Ακριβώς λόγω της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, οι δυνατότητες δικαιολόγησης της τελικής επιλογής αυξάνονται, σε τελική ανάλυση ας παρενέβαινε εγκαίρως όποιος έχει ενστάσεις.
Δεύτερον, η Ρωσία εκβιάζεται από το Βερολίνο να μην βοηθήσει την Κύπρο, αφού της «χαλάει την πιάτσα» στον νότο της ΕΕ και γιατί η ΕΕ είναι δικό της «οικόπεδο» και όπως αυτή κρατάει μία εφεκτική στάση στα θέματα της Ανατολικής Ευρώπης και τους Καυκάσου, έτσι και το Κρεμλίνο θα πρέπει να αφήσει να τακτοποιήσει τα θέματα με τους. ιθαγενείς της.
Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το Βερολίνο με τη Μόσχα συνεργάζονται σε μία σειρά τομέων οι οποίοι είναι αμοιβαία επωφελείς και για τους δύο, για παράδειγμα μπορεί να λέμε πως η Γερμανία εξαρτάται ενεργειακά από τη Ρωσία, γιατί όμως δεν διαβάζουμε και αντίστροφά τη συγκεκριμένη πραγματικότητα ώστε να αντιληφθούμε ότι και η Ρωσία εξαρτάται από τη Γερμανία όταν εξάγει σε αυτήν την ενέργειά της;
Με άλλα λόγια φτάνουμε στο ίδιο συμπέρασμα με προηγουμένως, η Κύπρος θα πρέπει να δώσει τέτοια ανταλλάγματα στη Ρωσία έτσι ώστε η Μόσχα να δεχτεί να διαρρήξει τις σχέσεις της με τον πλέον στενό εταίρο της στην Ευρώπη, τη Γερμανία, επιπροσθέτως η Ρωσία θα πρέπει να βρει διέξοδο για το φυσικό της αέριο έτσι σε περίπτωση επιδείνωσης των σχέσεων με τη Γερμανία να έχει άλλη πηγή εσόδων, όπως είναι φυσικό η αύξηση των εξαγωγών στην Κίνα είναι μία καλή επιλογή σε αυτή την περίπτωση. Εκτός κι αν, όπως σημειώσαμε σε ανάρτηση τις προηγούμενες ημέρες, η Γερμανία θεώρησε ότι θα καταγάγει μια εύκολη νίκη στην Κύπρο και έχοντας εξασφαλισμένο τον έλεγχο των υδρογονανθράκων της είτε θα εξαρτάται λιγότερο από τη Μόσχα, είτε απλά θα έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ.
Περίπτωση Β: Είναι δυνατόν η Μόσχα πράγματι να θέλει να βοηθήσει την Κύπρο και να δεχτεί να ανοίξει ένα τεράστιο μέτωπο με την Γερμανία;
H απάντηση και σε αυτό το ερώτημα είναι θετική, για έναν λόγο ο οποίος όμως είναι εξαιρετικά σοβαρός και αξίζει να διερευνηθεί. H Ρωσία θα το έπραττε εάν πίστευε πως η στάση της θα δημιουργούσε μία τέτοια κατάσταση στην ΕΕ η οποία θα οδηγούσε σε κατάρρευση την γερμανική ηγεμονία και ίσως το ευρώ, ενώ θα προσποριζόταν η ίδια σημαντικότατα κέρδη τόσο στην ανατολική Ευρώπη όσο και στον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος.
Η συγκεκριμένη πολιτική χρειάζεται όμως μία ακόμα παραδοχή: Ότι οι Αγγλοσάξονες, αυτή τη στιγμή θεωρούν πως μεγαλύτερο όφελος θα έχουν από τη κατάρρευση της Γερμανίας, σε σχέση με την ενδυνάμωση της Ρωσίας, άρα θα επιτρέψουν μία τέτοια εξέλιξη. Το συγκεκριμένο σενάριο το έχουμε αναφέρει και αναλύσει πολλές φορές και έχει να κάνει με τις βασικές παραδοχές της αγγλοσαξονικής γεωπολιτικής ανάλυσης, ενώ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως για να λειτουργήσει, οι Αγγλοσάξονες θα μπορούσαν να δεχτούν μία «λελογισμένη» αύξηση της ισχύος των Ρώσων σε μία περιοχή η οποία θεωρείται κρίσιμη για τα συμφέροντά τους. Σε τελική ανάλυση, ούτως ή άλλως θα τους έχουν «στα πόδια τους» μετά τη συμφωνία για το ισραηλινό αέριο. Γιατί να μην προχωρήσουν σε συνολικότερη διευθέτηση βάζοντας τάξη σε μια κρίσιμη περιοχή που κάποιοι. νεόφερτοι απειλούν να τινάξουν στον αέρα;
Μία τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή μόνο εάν οι Αγγλοσάξονες θεωρούν μεγαλύτερη απειλή, σε πλανητικό επίπεδο, την Κίνα από τη Ρωσία, οπότε η ισχυροποίηση της Ρωσίας από τη μία και η επαναφορά της Ευρώπης στον έλεγχό τους μέσω της κατάρρευσης (σχετική έννοια) της Γερμανίας από την άλλη, θα τους οδηγούσε στη δημιουργία μίας «λευκής» Ευασιατικο-ατλαντικής δύναμης Αγγλοσαξόνων-ΕΕ-Ρωσίας για την «τελική μάχη» με τη Κίνα. Και το σταματάμε εδώ για να μη «ξεφύγουμε» τελείως και μπούμε σε χωράφια της γεωπολιτικής θεωρίας.
Θα ρωτούσε εύλογα κάποιος «καλά, όλα αυτά μπορούν να γίνουν από την. Κύπρο»; Η απάντηση είναι κυνικά απλή, «από μία βίδα χάλασε μία ερπύστρια, από αυτή την ερπύστρια ακινητοποιήθηκε ένα άρμα, από ένα άρμα χάθηκε μία μάχη, από μία μάχη χάθηκε ο πόλεμος».
Τώρα θα ρωτήσει κανείς «τι σχέση έχουν με όλα αυτά οι ηγέτες μας;» και η απάντηση δυστυχώς είναι «καμία». Γι’ αυτό λοιπόν και μέχρι οι Έλληνες να αποφασίσουν (ή ακόμα και να βρουν.) να φέρουν σε θέσεις κρίσιμες ανθρώπους που αντιλαμβάνονται κάποια βασικά. αρκούμαστε στο να ελπίζουμε πως «θα μας σώσει το ιππικό» και πως θα «κατέβει το Ξανθό το Γένος».
Ας αναρωτηθούμε όμως εάν αρκούν αυτά ή θα πρέπει και εμείς να μεριμνήσουμε για τα του οίκου μας.
Δρ. Γεωργίος Κ. Φίλης
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 21.3.2013, Β. Λορεντζάτος