τον υπολογισμό, θα φέρουν μείωση του ΑΕΠ κατά περίπου 20 δις, κάτι που συνάδει πλήρως με τα μαντάτα για μείωση των δημοσίων εσόδων τον Ιανουάριο κατά 16% (καθώς μικρότερο εθνικό εισόδημα οδηγεί σε χαμηλότερα δημόσια έσοδα).
Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Τρία χρόνια το λέμε και το ξαναλέμε, ότι ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής που το Μνημόνιο υπολόγιζε περίπου στο 0,4 με 0,5 ήταν υψηλότερος του 1,4. Δεν χρειάστηκε να μας το επιβεβαιώσει το ΔΝΤ, όσο και σημαντική να ήταν εκείνη η επιβεβαίωση. Το επιβεβαίωνε η πραγματικότητα κάθε μήνα. Αυτό που τώρα άλλαξε είναι ότι το παραδέχεται σήμερα κι η κυβέρνηση, επιστρατεύοντας τον πραγματικό πολλαπλασιαστή ώστε να επιχειρηματολογήσει υπέρ ενός μεγαλύτερου ποσού από τα συνολικά κονδύλια του ΕΣΠΑ. Και πολύ καλά πράττει.
Έλα όμως που η κυβέρνηση, με το επιχείρημά της αυτό, υπονομεύει όσα ψήγματα αξιοπιστίας διατηρεί το ελληνικό κράτος τόσο εγχωρίως όσο στο παγκόσμιο γίγνεσθαι; Το λέω αυτό επειδή, την ώρα που στις Βρυξέλλες διατυμπανίζουμε (σωστά) ότι ο πολλαπλασιαστής μας χτυπάει το τεράστιο νούμερο ‘2’, ο προϋπολογισμός του κράτους, τον οποίο υποτίθεται ότι εκτελεί το υπουργείο οικονομικών, βασίζεται στην υπόθεση ότι ο πολλαπλασιαστής δεν ξεπερνά το… ‘0,7’. Με άλλα λόγια, για να κάνουμε τα «καλά παιδιά» στην τρόικα, ώστε το Βερολίνο να μπορεί να προσποιείται στους γερμανούς ψηφοφόρους ότι το «ελληνικό πρόγραμμα» είναι βιώσιμο, το υπουργείο οικονομικών στήριξε όλη την προπαίδεια του προϋπολογισμού του σε μια εκτίμηση του πολλαπλασιαστή στο μισό της πραγματικής του τιμής (κάτι που έκανε και τα τρία προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο η ύφεση να «αποδεικνύεται» μεγαλύτερη της «προβλεπόμενης»).
Το ερώτημα λοιπόν είναι: Πώς θα πιστέψουν οι εταίροι μας, οι αγορές, οι ίδιοι πολίτες, μια κυβέρνηση που την ίδια στιγμή χρησιμοποιεί δύο αντιδιαμετρικά αντίθετες εκτιμήσεις του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή, έναν χαμηλό επί του οποίου βασίζει τις εκτιμήσεις του κράτους για την πορεία των δημόσιων εσόδων, και ένα υψηλό, πάνω στον οποίο στηρίζει την διαπραγματευτική της πολιτική ως προς το ΕΣΠΑ;
Θα μου πείτε: Και τι να κάνει η κυβέρνηση; Να πει την αλήθεια φίλες και φίλοι. Αν πράγματι έχει πειστεί (ως οφείλει απέναντι στην πραγματικότητα) ότι ο πολλαπλασιαστής είναι υψηλός, τότε να καταθέσει στην Βουλή επικαιροποιημένο προϋπολογισμό του κράτους, με προβλέψεις δημόσιων εσόδων χαμηλότερες των τωρινών ώστε να μην έχουμε κάθε μήνα ειδήσεις στον διεθνή τύπο τύπου «άλλη μια φορά παρατηρήθηκε υστέρηση εσόδων του ελληνικού κράτους». Κι αν αυτό σημαίνει ότι η τρόικα θα ζητήσει κι άλλα έσοδα, τότε ο κ. Σαμαράς έχει ιερή υποχρέωση να πάρει αμέσως τηλέφωνο την κα Λαγκάρντ και να της ζητήσει συμπαράσταση, δημιουργώντας έτσι την βάση για μια συμμαχία ΔΝΤ-Ελλάδας.
ΥΓ. Ως προς τα χρήματα του ΕΣΠΑ για την επόμενη πενταετία, ένα σχόλιο: Ο προϋπολογισμός για την πενταετία 2007-2013 προέβλεπε 20 δις για την χώρα μας. Από αυτά τυχεροί θα είμαστε να απορροφήσουμε τα 10 δις, λόγω ως επί το πλείστον της ύφεσης που δεν επιτρέπει ούτε στον ιδιωτικό ούτε και στον δημόσιο τομέα να επενδύσουν το δικό τους μερίδιο. Από αυτά ένα μεγάλο μέρος σπαταλάται και πηγαίνει χαμένο λόγω του διεφθαρμένου συστήματος διαχείρισης των κονδυλίων (όποιος έχει παρατηρήσει πώς λειτουργούν αυτά τα ευρωπαϊκά προγράμματα, και τι μαφίες τα περιτριγυρίζουν, γνωρίζει τι εννοώ). Αντί να αναλώνεται η κυβέρνηση σε διαπραγματεύσεις για το ακριβές ποσόν, θα πρότεινα μια διαφορετική στρατηγική: Να ζητήσουμε τα χρήματα αυτά να δοθούν, σε ένα μεγάλο ποσοστό, όχι στο ελληνικό δημόσιο μέσω των γνωστών μηχανισμών του ΕΣΠΑ, αλλά μισά στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) και τα άλλα μισά στο Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο (στο European Investment Fund) το οποίο χρηματοδοτεί μικρομεσαίες επιχειρήσεις και projects υψηλής τεχνολογίας – υπό τον όρο ότι EIB και EIF θα χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια αυτά για άμεσες επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα της χώρας μας, χωρίς την εμπλοκή του ελληνικού δημοσίου.
Γιάννης Βαρουφάκης
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 8.2.2013