Ευρυδίκη Λειβαδά: Juan de Fuca / Ιωάννης Απόστολος Φωκάς Βαλεριάνος / Χουάν ντε Φούκα

ΣΤΑ ΣΤΕΝΑ ΤΗΣ ΧΙΜΑΙΡΑΣ της Ευρυδίκης Λειβαδά Ντούκα

Το βιβλίο περιγράφει τη σχεδόν απίστευτη ιστορία εξερευνήσεων, πειρατειών, αντιπαλοτήτων των μεγάλων ναυτικών δυνάμεων του 16ου αι. μέσα από τον σαγηνευτικό χαρακτήρα του μεγάλου θαλασσοπόρου Ιωάννη Φωκά ή Χουάν ντε Φούκα.

Πρόκειται για μια δραματική ιστορία πλήρως τεκμηριωμένη μέσω έρευνας σε αρχεία και άλλα ιστορικά έγγραφα που φυλάσσονται σε πολλές βιβλιοθήκες της Ευρώπης, ΗΠΑ και Καναδά. Η έρευνα ξεκίνησε το 1992 και διαρκεί μέχρι σήμερα.

Το πρώτο βιβλίο στην Ελληνική κυκλοφόρησε το 2002 ως η πρώτη παγκόσμια μονογραφία με τίτλο «Χουάν ντε Φούκα – Ο Κεφαλλονίτης τυχοθήρας του 16ου αι.» (η έκδοση χρηματοδοτήθηκε από τον Δήμο Ελειού Πρόννων Κεφαλλονιάς), και το 2007 εκδόθηκε το ιστορικό μυθιστόρημα με τίτλο «Στα στενά της Χίμαιρας» από τον εκδοτικό οίκο ΚΕΔΡΟΣ.

Η μετάφραση του μυθιστορήματος στην Αγγλική χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα «Μαρία Τσάκος» και υλοποιήθηκε από την κ. Ουρανία Κρεμμύδα. H αγγλική μετάφραση εξεδόθη υπό την αιγίδα του «Κέντρου Βυζαντινών και Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών» του πανεπιστημίου Queens N.Y. -όπου στις 30 Οκτωβρίου 2014 παρουσίασα την έρευνα κι ένα πρώτο σχεδίασμα βιβλίου- και τεκμηρίωσα την παρουσία του Έλληνα θαλασσοπόρου στα Στενά, ενώ τον επόμενο μήνα έδωσα διάλεξη για τα ιστορικά στοιχεία για τον Juan de Fuca στο πανεπιστήμιο Rutgers (N.J.) στην έδρα Οδυσσέα Ελύτη-. Η έκδοση έγινε το 2018 με χορηγία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κεφαλλήνων και Ιθακησίων ΟΔΥΣΣΕΥΣ, στην οποία παραχώρησα πλήρως τα έσοδα της έκδοσης με σκοπό να προωθηθεί η προβολή της παγκόσμιας αυτής προσωπικότητας της Ελλάδας.

Εν συνεχεία ακολούθησε η μετάφραση του έργου στην Ισπανική. Την μετάφραση αυτή, η οποία ολοκληρώθηκε το 2018, χρηματοδότησε το Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών και την πραγματοποίησε ο Πρέσβης του Ελληνισμού κ. Pedro Olalla. (Το έργο αυτό δεν έχει ακόμη εκδοθεί).

Στις 24 Απριλίου 2018 κυκλοφόρησαν τα ΕΛΤΑ γραμματόσημο αφιερωμένο σε αυτόν, ενώ τοποθετήθηκε στο Museum of Vancouver -ως μόνιμο έκθεμα- η προτομή του θαλασσοπόρου –έργο του γλύπτη κ. Ιωάννη Μπάρδη-. Το Μουσείο απεδέχθη πρόταση του «Κέντρου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος για τις Ελληνικές Σπουδές» του Πανεπιστημίου του Simon Fraser και της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κεφαλλήνων και Ιθακησίων ΟΔΥΣΣΕΥΣ που στήριξαν και οι δυο αυτοί φορείς τη μελέτη μου. Δίδυμη προτομή τοποθετήθηκε στο λιμάνι Αργοστολίου το οποίο φέρει και το όνομα «Juan de Fuca».

Μετά από συμμετοχή μου στο παγκόσμιο συνέδριο στο Valladolid τον Μάρτιο του 2018 με αφορμή τα 500 χρόνια του περίπλου του Μαγγελάνου (Primus Circundedisti Me), ισπανικοί φορείς αποφάσισαν την χρηματοδότηση ντοκιμαντέρ -από τον κ. Pedro Olalla– επικεντρωμένου στην μελέτη μου για τον θαλασσοπόρο Juan de Fuca. Ανάμεσα στους φορείς είναι η Casa de Mediterraneo, η Ισπανική Πρεσβεία στην Αθήνα και το Ίδρυμα Θερβάντες, το δε ντοκιμαντέρ ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2018.

Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του σπουδαίου αυτού Κεφαλλονίτη

Ευρυδίκη Λειβαδά Ντούκα: ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΚΑΣ (JUAN DE FUCA), O ΠΡΩΤΟΣ ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΣΤΟΝ ΝΔ ΚΑΝΑΔΑ

Στην Βενετοκρατούμενη Κεφαλλονιά του 16ου αιώνα που προσπαθούσε να συνέλθη από την ταραγμένη περίοδο των συχνών αλλαγών των κυριάρχων και συγκεκριμένα περίπου κατά το 1530, γεννήθηκε στην περιοχή του Ελειού, στο Βαλεριάνο, ο Ιωάννης. Η οικογένεια των Φωκά, ήταν αυτοκρατορική Βυζαντινή και πρωτοεμφανίστηκε στην ιστορία τον Ε΄ αι. Μέλη της απαντούν στην Κωνσταντινούπολη, στην Κρήτη, στην Πελοπόννησο. Στην Κεφαλλονιά γενάρχης του κλάδου ήταν ο Εμμανουήλ που ήλθε μετά την Άλωση στο νησί. Απέκτησε τέσσαρις γιούς κι ένας από αυτούς ήταν και ο Ιάκωβος – πατέρας του Ιωάννη, το πλήρες όνομα του οποίου ήταν «Ιωάννης-Απόστολος» και στο επώνυμό του «Φωκάς» είχε προστεθεί το «Βαλερ(γ)ιάνος» (άγνωστο εάν ήταν δηλωτικό καταγωγής ή επιμιξίας με τους Βαλεριανούς, οικογένεια ισάξια ευγενής με τους Φωκά από την Κωνσταντινούπολη, η παρουσία της οποίας πιστοποιείται στο νησί από τον 16ο αι. και η οποία έδωσε το όνομά της στον οικισμό «χωρίον Βαλεριάνου»).

Ως γνήσια οδυσσειακή μορφή, γητεμένος από τη θάλασσα, έφυγε με τα βενετικά πλεούμενα για γνωστά και άγνωστα λιμάνια, ο πλούτος και η φήμη των οποίων θα είχε διογκώσει την εφηβική του φαντασία και θα είχε ξυπνήσει μέσα του την φλέβα της περιπέτειας.

Η Βενετία ήταν ο τόπος που έδωσε σάρκα και οστά στα όνειρά του. Έτσι, η απόφασή του να ακολουθήσει αυτήν την πορεία, τον έκαμε να περάσει περίπου πριν το 1550 από τις βενετικές κωπήλατες γαλέρες, στα ισπανικά ιστιοφόρα με την εγκάρσια πλεύση, κραταιά δύναμη των ωκεανών, που αποτελούσαν για αυτόν πρόκληση. Στη νέα πατρίδα του έπρεπε να προσαρμόσει και το όνομά του: κατευθυνόμενος στις τυχοδιωκτικές και διερευνητικές ρότες των αχαρτογράφητων θαλασσών μετονομάστηκε από Ιωάννης Φωκάς σε Xουάν ντε Φούκα ή Ιωάννης ο Έλληνας, Juan Griego.

«Γκριέγκος» καλούνταν όλοι οι Έλληνες που διέπρεπαν σε κάθε τομέα. Κυρίως όμως στις θαλασσοπορείες. Τα χρόνια εκείνα, η κοσμοκρατορική Αψβουργική Ισπανία ήταν γεμάτη με τυχοδιώκτες κάθε ράτσας. Για να ξεχωρίζουν οι λίγοι, οι περιζήτητοι πλοηγοί ή maestre ή υψηλόβαθμοι ναυτικοί, χρησιμοποιούσαν το όνομά τους και δίπλα τοποθετούσαν το χαρακτηριστικό: Ο Έλληνας- ο Γραικός – Ελ Γκρέκο, Ελ Γκριέγκο ή και Γκρίνγκο.

Ο Juan ταξίδεψε κυρίως μεταξύ Αμερικής και Ισπανίας διασχίζοντας με επιτυχία τη Θάλασσα του Σκότους -όπως ήταν γνωστός εν πρώτοις ο Ατλαντικός που, λίγο μετά τις πρώτες εξερευνήσεις μετονομάστηκε σε Mar del Nor, Θάλασσα του Βορρά-.

Το 1552, μετά τον γάμο του με μια από το Palos de la Fronterra, έδωσε μαζί με άλλους επτά εξετάσεις για να γίνει Piloto de las Indias, προσόν που απέκτησε το 1561. Τον βρίσκουμε να κάνει αρκετά ταξίδια ως maestre με διαφορετικά πλοία όπως με το La Trinidad, το Sta Maria da Begonia ανάμεσα σε Ισπανία και Κεντρική Αμερική. Τη δεκαετία του ’70, αλλά και κάποια χρόνια του ’80, ταξίδεψε μεταξύ Περού και Χιλής στην Mar del Sur – Θάλασσα του Νότου – Ειρηνικό Ωκεανό- κουβαλώντας ασήμι και χρυσό από τα ορυχεία στο Ποτοζί, πάντα υπηρετώντας τους Ισπανούς.

Στις 7 Οκτωβρίου 1571 υπεισέρχεται ένα σημαντικότατο γεγονός στις δράσεις του. Το νέο ιστορικό δεδομένο θέλει τον Χουάν να καλείται -μαζί με άλλους ναυτικούς- να υπηρετήσει στην αρχιναυαρχίδα Real, η οποία, υπό τον δον Χουάν τον Αυστριακό, ήταν επικεφαλής όλων των ναυαρχίδων των ενωμένων χριστιανικών στόλων κατά την ιστορική και καθοριστική για την ευρωπαϊκή –και όχι μόνο- ιστορική πορεία, Ναυμαχία των Εχινάδων, γνωστή ως Ναυμαχία του κόλπου της Ναυπάκτου.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1578 ο ελισαβετιανός κουρσάρος Francis Drake -που είχε ήδη εισβάλει στις μόνιμες μονοπωλιακές εμπορικές ρότες των Ισπανών στην Αμερική-, συνάντησε με το γαλεόνι του, το Ισπανικό πλοίο –Capitana/Los Reyes στο Valparaiso. Ο Drake αφού λαφυραγώγησε ό,τι βρήκε, πήρε στο καράβι του τον πιλότο Juan Griego «πολύ ονομαστό πλοηγό σε ολόκληρη την ακτή της Χιλής», για να οδηγήσει το πλοίο του κατά μήκος των επικίνδυνων και άγνωστων για τον Drake ακτών, και τον ελευθέρωσε στο Callao στις 26 Φεβρουαρίου 1579.

Δέκα χρόνια μετά ο de Fuca είχε κι ένα άλλο επεισόδιο με κουρσάρο, που την φορά αυτή, τού στοίχισε, εκτός από νέα απαγωγή, και απώλεια της προσωπικής του περιουσίας 60.000 δουκάτων. Το 1588 καθώς γύριζε ο Έλληνας ταξιδευτής από την Sinus Sinarum -τη θάλασσα της Κίνας δηλ.- με το γαλεόνι Grande Santa Ana ληστεύθηκε από τον Άγγλο κουρσάρο Thomas Cavendish που άρπαξε ολόκληρο το πλοίο -αφού έβγαλε τους ναυτικούς του στη στεριά-, και κράτησε τον Juan, μέχρι που βρήκε τρόπο και του ξέφυγε. Το ποσό των 60.000 δουκάτων για την εποχή εκείνη μοιάζει τεράστιο. Όμως οι υψηλόβαθμοι ναυτικοί έπαιρναν υψηλούς μισθούς και παράλληλα αποκόμιζαν μεγάλα πλούτη από τις αποικίες για προσωπικό τους όφελος. Κι ο Juan για 40 χρόνια έκανε την ίδια ρότα –είτε στον Ειρηνικό, είτε στον Ατλαντικό.

Ήταν τότε ήδη γνωστή η φήμη για τα μυθικά Στενά του Anian, η «εφεύρεση» των οποίων αποδίδεται στον Giacopo Gastaldi, που, ως πιστευόταν, ένωναν τους δυο ωκεανούς -από τον βορρά όμως-. Μέχρι τότε οι προσπάθειες που είχαν γίνει για την ανακάλυψή τους, όχι μόνο δεν απέδωσαν κανένα αποτέλεσμα, αλλά επειδή είχαν χαθεί πολλοί στις βόρειες παγωμένες θάλασσες, τρόμαζαν ακόμα και τους σκληροτράχηλους ναυτικούς που ήταν βέβαιοι πως τα ταξίδια αυτά δεν είχαν επιστροφή.

Ο αντιβασιλιάς της Νέας Ισπανίας, -του Μεξικό δηλαδή-, πληροφορήθηκε πως οι Άγγλοι ακολούθησαν την πορεία του Μαγγελάνου κι, εκεί που νόμιζε πως ήταν ασφαλείς οι μεταφορές χρυσού στην δυτική πλευρά της Νότιας Αμερικής, δηλαδή, στον Ειρηνικό, ξαφνικά οι κουρσάροι της Ελισάβετ, τους χτύπησαν από «τα νώτα» –όπως ο Drake και ο Cavendish-. Οπότε, έπρεπε να βρεθεί ασφαλέστερος δρόμος για μεταφορές. Η φήμη του βόρειου θαλάσσιου περάσματος τού ήταν γνωστή, όπως γνωστή τού ήταν και η φήμη του θαλασσινού Juan Griego. Έτσι πρότεινε, με μεγάλο αντάλλαγμα, την εξερεύνηση -και την οχύρωση- του ΒΔ περάσματος. Όλα αυτά έπρεπε φυσικά, να γίνουν κρυφά γιατί ήταν σπουδαιότατα κρατικά μυστικά τότε οι εξερευνήσεις που καλύπτονταν με απόλυτη μυστικότητα.

Ο ριψοκίνδυνος Έλληνας ναυτικός με προθυμία δέχθηκε την υλοποίηση των φιλόδοξων σχεδίων του αντιβασιλιά παρόλο που ήξερε τους κινδύνους και πως η ναυσιπλοΐα στον αρκτικό κύκλο ήταν κάτι το μη πραγματοποιήσιμο με τα τότε διαθέσιμα μέσα. Όμως, ως εκ του αποτελέσματος φαίνεται, είχε αναπτυγμένη έντονα την ιδιαίτερη διαίσθηση που του υποδείκνυε υποσυνείδητα, τη σωτηρία, την ασφάλεια και την επιστροφή.

Η πρώτη προσπάθεια για την ανακάλυψη των μυστικών και μυθικών Στενών του Anian δεν στέφτηκε με επιτυχία. Ο Juan όμως ξαναξεκίνησε το 1592 από το Ακαπούλκο, με μια μικρή καραβέλλα και μια πινάτς(ε), μόνο με ευπειθείς, τολμηρούς και έμπειρους ναυτικούς. Περιέπλευσε το Μεξικό από τα δυτικά, τις παράκτιες οροσειρές της Καλιφόρνια, και τόλμησε την είσοδο σε ένα βορειοανατολικό άνοιγμα της γης. Είκοσι μέρες ταξίδεψε στην άγνωστη τούτη δίοδο που βρισκόταν μεταξύ του 47ου και του 48ου βαθμού πλάτους και που άλλοτε στένευε και άλλοτε φάρδαινε, όντας όμως παντού διάσπαρτη από νησίδες. Παρατήρησε πως υπήρχε μια χαρακτηριστική μυτερή πέτρινη στήλη, ότι οι γηγενείς ήταν πολυάριθμοι, ντυμένοι με δέρματα ζώων, ενώ η περιοχή φαινόταν εύφορη και πλούσια. Κυρίως ο κακός καιρός και η κούραση πληρώματος και πλοίων ανάγκασαν τον Juan να επιστρέψει. Έτσι έπλευσαν προς την ιστορία και εν αγνοία τους ανακάλυψαν το θαλάσσιο στενό νότια της νήσου Βανκούβερ και όχι τα ανύπαρκτα Στενά του Anian.

Η ανταμοιβή του για τους νέους ορίζοντες που ανακάλυψε περιορίστηκε μόνο στις τιμές και στη δόξα είτε στο Μεξικό, είτε στην Ισπανία κι έτσι αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του.

Το 1596 βρέθηκε στη Φλωρεντία όπου γνωρίστηκε με τον Άγγλο ναυτικό John Douglas, μέσω του οποίου συναντήθηκε στη Βενετία με τον Άγγλο Πρόξενο στο Αλέπι της Συρίας Michael Lok στον οποίο μίλησε για την ανακάλυψή του, την απώλεια της περιουσίας του από τον Cavendish και την πίκρα του για την αχαριστία των Ισπανών.

Όταν γνώρισε o Lok τον Φωκά ήταν ήδη χαρτογράφος, συλλέκτης, χρηματοδοτούσε ταξίδια σε άγνωστες θάλασσες, ασχολείτο με το εμπόριο και είχε στενές σχέσεις με την Αυλή της Ελισάβετ.

Ο Φωκάς ζήτησε από τον Lok ένα πλοίο 40 τόνων κι άλλο ένα βοηθητικό, κι υποσχέθηκε πως μέσα σε 30 ημέρες θα διέπλεε τα Στενά. Ο Lok ο οποίος σημειωτέον, αν είχε τη δεδομένη περίοδο οικονομική δύναμη θα χρηματοδοτούσε με ίδια κεφάλαια το ταξίδι του Φωκά, δεν έχασε χρόνο και συνέταξε τρία γράμματα: -ένα προς τον Μέγα Ελισαβετιανό Θησαυροφύλακα – Υπουργό Οικονομικών και Γενικό Γραμματέα William Cecil, the Lord Treasurer, ένα προς τον Sir Walter Raleigh και ένα προς τον σπουδαίο γεωγράφο Richard Hakluyt εξιστορώντας τους τα υπό τον Φωκά λεχθέντα, το αίτημα της επιστροφής της κλεμμένης περιουσίας του από τον Cavendish, και την ωφέλεια που θα είχε η Αγγλία αν εκμεταλλευόταν μια τέτοια ευκαιρία. Είναι βέβαια εύλογο πως, αν ο Lok δεν πίστευε στα λόγια του Φωκά, και όντας ο ίδιος πρόσωπο σπουδαίο, δεν θα εξετίθετο σε τόσο κορυφαία πρόσωπα του εξουσιαστικού μηχανισμού της Αγγλίας για πληροφορίες ήσσονος σημασίας.

Δεκαπέντε μέρες μετά από τη συνάντηση Lok – Φωκά, ο Κεφαλλονίτης έφυγε για το νησί του από όπου άρχισε να αλληλογραφεί με τον Άγγλο φίλο του. Ο Φωκάς τον πληροφόρησε πως ήταν πανέτοιμος να αντιμετωπίσει τη γνωστή σε αυτόν διαδρομή και είχε μάλιστα ετοιμάσει και συνταξιδευτές, 20 συγχωριανούς του που δεν αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στη μεγάλη περιπέτεια.

Η αλληλογραφία συνεχίστηκε για 6 χρόνια. Κι όταν τελικά βρέθηκαν τα χρήματα, ο Lok πήγε στη Ζάκυνθο, από όπου του απέστειλε το τελευταίο γράμμα, ειδοποιώντας τον να ετοιμασθεί για να αναχωρήσουν μαζί για την Αγγλία. Όμως βαριά αρρώστια ή θάνατος πρόλαβαν και συνάντησαν τον Κεφαλλονίτη ναυσιπλόο τον Ιούνιο του 1602, χωρίς ο ίδιος να ξέρει τι είχε πραγματικά ανακαλύψει.

Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου (από το 1992 μέχρι σήμερα) ανακάλυψα αλληλογραφία μεταξύ του Αμερικανού Προξένου στα Ιόνια Νησιά Ammon Spyridon York με τον ιστορικό στο Monterey της Καλιφόρνια Alexander Taylor κατά τα έτη 1853 και 1854, που ρίχνει νέο φως στο θέμα Juan de Fuca. Μελέτησα προσεκτικά ένα αντίγραφό της και παρατήρησα ότι σε αυτήν βρίσκεται κρυμμένο το «κλειδί» που επιβεβαιώνει την παρουσία του και την ανακάλυψή του. Στις 15 Μαΐου 1853 ο ιστορικός του Monterey έγραψε στον Αμερικανό Πρόξενο στη Ζάκυνθο αναζητώντας οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με τον Κεφαλλονίτη εξερευνητή. Ο Πρόξενος ταξίδεψε στην Αγγλοκρατούμενη Κεφαλλονιά, μελέτησε παλαιότατα οικογενειακά έγγραφα και συνέλεξε στοιχεία για το σπίτι του ταξιδευτή και για τους εν ζωή οκτώ άρρενες «άμεσους απογόνους του» τους οποίους και συνάντησε.

Τα οκτώ αυτά άτομα που αναφέρθηκαν, μετά από έρευνές μου στα Γενικά Κρατικά Αρχεία της Κεφαλλονιάς, βρέθηκαν όλα καταγεγραμμένα σε διάφορες πράξεις.

Στην παραπάνω αλληλογραφία θα σταθώ σε δυο σημεία:

«Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μου έδωσε ο Πριμάτος του χωριού και κάποιοι άλλοι της διακυβέρνησης, [αυτοί είναι] οι αληθινοί και μόνοι απόγονοι, σε ευθεία γραμμή, του De Fuca». Και:

«Σχετικά με τον κύριο Locke, τίποτα περισσότερο δεν είναι γνωστό εδώ, παρά πως ήταν ένας στενός φίλος του Fuca».

Αυτά είναι τα πιο κρίσιμα σημεία για τον Φωκά και εγείρουν τα εξής ερωτήματα:

-Πώς ο «Πριμάτος του χωριού και οι κύριοι της διακυβέρνησης» θα ήξεραν για τον Κεφαλλονίτη θαλασσοπόρο αν δεν υπήρχε, αν ήταν πρόσωπο μυθικό, όπως ορισμένοι Ισπανοί και Άγγλοι υπεστήριζαν;

-Πώς θα μιλούσαν οι κυβερνητικοί της Κεφαλλονιάς για συγγενείς του που υπήρχαν στον Ελειό, αν δεν υπήρχε ο ίδιος;

-Πώς οι συγγενείς του θα ήξεραν για αυτόν; Από πού είχαν ακούσει για την συγγένεια και γνώριζαν τις δράσεις του;

-Πώς, άνθρωποι του χωριού, «αμόρφωτοι» -όπως η αλληλογραφία αναφέρει-, ήξεραν τον Lok και την σχέση του με τον de Fuca; Από πού γνώριζαν ποιος ήταν ο Lok;

Όλα τα παραπάνω αναμφίβολα δίνουν αναντίρρητες απαντήσεις που τις υποστηρίζει η κοινή λογική.

Επιπλέον, στην αλληλογραφία περιγράφεται η κατοικία του Φωκά. Σύμφωνα με αυτήν δεν βρήκα κανένα άλλο οίκημα με αυτά τα χαρακτηριστικά παρά το Κάστρο των Χιονάτων –παλαιότερα Βαλεριάνου-, ή Αγνάντιο, τα ερείπια της οχύρωσης του οποίου ανάγονται πριν του 16ου αι., γεγονός που ενισχύει τη θέση αυτή.

Η επιτόπια έρευνά μου στην περιοχή και η συνάντησή μου με τους αείμνηστους Γεράσιμο και Ρουμπίνα Μελισσαράτου, επιτρόπους της εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων, έδωσε πληροφορίες για τον πιθανό τάφο του Φωκά που βρισκόταν εντός του προσεισμικού ναού των Αγίων Αποστόλων Βαλεριάνου, εκκλησίας «δεμένης» με την βυζαντινή οικογένεια. Ο κεντρικός τάφος έφερε το μαρμάρινο ανάγλυφο έμβλημα των Φωκά, το οποίο, χάρις στο ενδιαφέρον του επιτρόπου Μελισσαράτου μετεφέρθη μεταξύ 1956-1957 εντός του σημερινού ναού όπου τοποθετήθηκε στο δάπεδο –ως στην προσεισμική εκκλησιά- και προστατεύθηκε με γυαλί αποτελώντας το ομφάλιό του. Ο τόπος δε από όπου ο επίτροπος μετέφερε το έμβλημα αυτό, τόπος που χρήζει περαιτέρω μελέτης και ανασκαφής, μου υποδείχθηκε από τον ίδιο.

Το έμβλημα έχει τον δικέφαλο αετό, ανήκει στην πρώτη ομάδα των οικοσήμων, δηλ. σε αυτήν όπου βρίσκονται οι οικογένειες με βυζαντινή καταγωγή, από κάτω φέρει δάφνινο στεφάνι –σύμβολο εραλδικής αλλά και βυζαντινό ταφικό έμβλημα – κι ανάμεσα στα δυο κεφάλια υπάρχει στέμμα.

Το 1725 η Ναυτική Ακαδημία στην Αγία Πετρούπολη, ίδρυμα που ίδρυσε ο Μεγάλος Πέτρος – του οποίου εξομολόγος ήταν ο απόγονος του θαλασσοπόρου ο ιερέας Γεράσιμος Φωκάς- δικαίωσε τον Έλληνα, δίδοντας επίσημα και διαπαντός το όνομά του στα Στενά.

Σπουδαίοι ιστορικοί, γεωγράφοι και εξερευνητές στην πορεία του χρόνου έθεσαν τα θεμέλια όπου αρχικά στηρίχθηκα και μετά από έρευνα επιπλέον αρχείων απέδωσα –με τα μέχρι στιγμής δεδομένα- στον Juan de Fuca τον χαρακτηρισμό «πρώτος Έλλην στον Ν.Δ. Καναδά», καθώς και «πρώτος Ευρωπαίος στον Ν.Δ. Καναδά», χαρακτηρισμό που είχε ήδη όμως δώσει με κάθε επιφύλαξη το 1787/88 ο καπετάνιος Charles William Barkley, ενώ το 1791 ο σπουδαίος εξερευνητής George Vancouver επιβεβαίωνε επιστημονικά την περιγραφή των Στενών που είχε κάνει 200 χρόνια πριν ο «χαρούμενος Έλληνας γέρος ναυτικός» στον Michael Lok κάπου στη Βενετία.

Ο Ιωάννης- Απόστολος Φωκάς Βαλεριάνος, ο Juan de Fuca των Ισπανών, δεν ανήκει σε καμιά από τις πολλές χώρες που αναφέρονται στο διάβα της πολυκύμαντης ζωής του. Ανήκει σε μια πατρίδα χωρίς γεωγραφικά όρια, σε μια χώρα που τα σύνορά της ορίζονται από τις ανησυχίες του.

Αποδίδοντας δικαίωση στην μνήμη του μέσω ατέλειωτης και λαβυρινθώδους έρευνας, ταπεινά προσθέτω ότι η αναγνώριση είναι αργή, αλλά βέβαιη.

(Για να αγοράσετε το βιβλίο, επικοινωνείστε με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Κεφαλλήνων και Ιθακησίων ΟΔΥΣΣΕΥΣ, http://www.odysseusfederation.com     e-mail: costas@hellenism.com)

«THE STRAITS OF CHIMERA» by Evridiki Livada Duca

The book describes an almost unbelievable story of explorations, piracies, rivalries of the great nautical powers of the 16th century through the seductive as well as visionary character of the great seafarer Ioannis Focas or Juan de Fuca.

It is a dramatic story fully documented through research in archives and other historical documents found in several libraries of Europe, U.S.A. and Canada. The research began in 1992 and continues until today.

The first book in Greek was published in 2002 as the first universal monograph titled “Juan de Fuca – The Kefallonian fortune hunter of the 16th c.” (published by the Municipality of Elios Pronnoi of Kefallonia), and in 2007 by KEDROS editions as historical novel titled “In the Straits of Chimera”.

It was translated into English by Mrs. Ourania Kremida, funded by the “Maria Tsakos Foundation”. This historical novel was published under the auspices of the Department of Byzantine and Contemporary Greek Studies of Queens College (CUNY) – where on the 30th of October 2014 I presented the historical data of my research and a first plan of a book, and documented the presence of Juan de Fuca in the Straits, while on the 18th of November I gave a lecture on my research on him at the Rutgers University (N.J.) -The Elytis Chair -. It was published in 2018 with the economic support of the Federation of Kefallonians and Ithacian Societies ODYSSEUS, in which I offer this edition, in order to make this great Greek personality known worldwide.

In the same year (2018) it was translated into Spanish by the award winner Hellenist Dr. Pedro Olalla funded by the Foundation of Kostas and Eleni Ouranis (The Athens Academy) and it is not published yet.

On the 24th of April 2018 a postage stamp dedicated to Juan de Fuca was circulated by the Hellenic Post. In the same date a bust of the explorer, sculpted by Mr. Ioannis Bardis, was placed at the Museum of Vancouver as a permanent exhibit after a proposal by The Simon Fraser University -The Center for the Stavros Niarchos Foundation for Greek Studies- and the World Federation of Kefallonians and Ithacians ODYSSEUS, in order to support my study. A twin bust was placed at the port of Argostoli, which –port- bears the name “Juan de Fuca” since then.

Following my participation at the Valladolid World Congress in March 2018 on the occasion of the 500 years of Magellan’s tour around the world (Primus Circundedisti Me), Spanish organizations decided to fund a documentary by Pedro Olalla focusing on my study on the life and deeds of the seafarer Juan de Fuca. Among the organizations are the Casa de Mediterraneo, the Spanish Embassy at Athens and the Cervantes Foundation. The documentary was completed in October 2018.

This is the true story of the Greek navigator Ioannis Focas or Juan de Fuca

IOANNIS FOCAS (JUAN DE FUCA) THE FIRST EUROPEAN TO SW CANADA

Evridiki Livada Duca – Translation: Ourania Kremmida

In the Venetian occupied Kefallonia of the 16th c. trying to recover after the troubled period of the constant change of rulers, circa 1530, Ioannis was born in Valeriano, in the area of Elios. The Foca family was imperial byzantine and first appeared in history during the 5th c. Members of the family held key positions in Constantinople, in Crete and in Peloponnesus. In Kefallonia the founder of the branch, Emmanuel, was moved to the island after the Fall. He had four children who served in high posts. One of them was Iakovos (Jacob) father of Ioannis (John), whose full name was Ioannis Apostolos Focas Valerianos. The name Valerianos was added to the last name Focas later. It is not known whether it meant to signify origin or intermarriage with the Valeriano family, another noble family from Constantinople, the presence of which in Kefallonia is verified from the 16th c. and which gave its name to the settlement “Valerianou village” (Valerianou means in Greek: of Valeriano . It belongs to a member of family Valerianos / possessive meaning).

As a pure Odyssean figure, fascinated by the sea, he left on Venetian ships for known and unknown ports, the fame and wealth of which had surely inflated his adolescent fantasy and aroused his sense of adventure.

Venice was the place that gave form to his dreams. So his decision to follow this course brought him, in about before 1550, from the Venetian oar-galleys to the Spanish sailing-ships with the cross-navigation, great power of the oceans, and a mighty challenge for him. In his new home he had to adjust his name. So on his way to the adventurous and exploratory routes of the uncharted seas, he was renamed Juan de Fuca, or Juan Griego.

All Greeks who excelled in any area were called Griegos, especially those employed to the sea voyages. In those years the world-ruling Hapsburg Spain attracted the fortune-hunters of many races. Among this crowd, those few, the prized pilots, or maestre or high rank mariners used their name and next to it added the characteristic: Greek, El Greco, El Griego, Griego.

Juan mainly sailed between America and Spain crossing successfully the Sea of Darkness, as the Atlantic was initially known. (Later, after the first expeditions, it was renamed Mar del Nor).

In 1552, after his marriage to a woman of Palos de la Fronterra, he took the exams -along with seven others- to become Piloto de las Indias, a qualification gained in 1561.

In fact we find him sailing as maestre in different ships, La Trinidad, Sta Maria da Begonia, between Spain and Central America. During the ’70’s and some years of the ’80’s he sailed between Peru and Chile in Mar del Sur – Sea of the South, Pacific Ocean- transporting silver and gold from the mines of Potosi, always serving the Spaniards.

On Oct. 7th, 1571 an important event took place in his life. The new historical data wants Juan called among other mariners to serve on the “Reale”, the main flagship of the united Christian fleet during the historical, crucial and decisive Naval Battle of Echinades, known as the Naval Battle of the Gulf of Lepanto.

On Friday, Dec. 5, 1578, the Elizabethan corsair Sir Francis Drake, who had already invaded the regular monopolistic merchant routes of the Spaniards in America, met the Spanish ship Capitana / Los Reyes in Valparaiso. Drake, after plundering the ship, took the sailor Juan Griego “very famous navigator in all the coast of Chile” to sail his ship along the dangerous and unknown to him coast. On Feb. 26, 1579 Drake released the famous navigator in the port of Callao.

Ten years later Juan lived another incident with a corsair which, this time cost him -besides the abduction- the loss of 60.000 ducats, his personal property. In 1588 as the Greek traveler returned from Sinus Sinarum – the China Sea- his galleon Grande Santa Ana, was seized by the English corsair Thomas Cavendish who put the crew ashore but kept Juan as prisoner until he found a way to escape. The amount of 60.000 ducats for those times seems huge. High ranking sailors earned high salaries and acquired in parallel great wealth in the colonies on their own, in many ways. Juan sailed the same route for 40 years, either the Pacific or the Atlantic.

At this time the rumor of the existence of the Straits of Anian -an “invention” attributed to Giacopo Gastaldi-, which it was believed united the two oceans on the North, was already well known. Until then, the attempts for their discovery not only had failed, but as many souls had been lost in the frozen North Seas, scared even the tougher seamen who were certain that those were voyages of no return.

The Viceroy of New Spain, Mexico found out that the English were following Magellan’s route and while he believed the transporting of gold in the western side of South America was safe, suddenly they were attacked by Elizabeth’s corsairs, Drake and Cavendish. So another safe route had to be found for the shipments. The rumor of the northern passage was known to him as was the name of the mariner Juan Griego. Therefore, he proposed the exploration and fortification of the north passage offering high rewards. All this of course had to be done clandestinely as the explorations at that time were state secrets covered by absolute secrecy.

The venturesome Greek accepted eagerly the challenge of the Viceroy’s ambitious plans, although he well knew the dangers. Navigation up to the Arctic was something nearly impossible with the means available at the time. But from the result it seems he had strongly developed the special instinct that suggested subconsciously the preservation, safety and return.

The first attempt to discover the mythical and secret Straits of Anian was abandoned. Juan set off again in 1592 from Acapulco with a small caravel and a pinnace, as tender boat, manned by obedient, daring and experienced sailors. He sailed around Mexico from the west, around the coastal mountain ranges of California and dared the entry into a north eastern opening of the land. He sailed this unknown passage for twenty days. It was located between the 47th and 48th parallels, narrow in places, wide in others, and dotted with many islands. He noted the presence of a characteristic pointed post, that the natives were numerous, dressed in animal skins, and the area seemed fertile and rich. The bad weather, the weariness of crews and ships obliged mainly Juan to return. Focas and his crew sailed into history and unknowingly discovered not the non-existent Straits of Anian, but the sea straits south of Vancouver Island.

His reward for opening new horizons was limited only to praise and glory either in Mexico, or in Spain thus he decided to return to his homeland.

In 1596 he found himself in Florence where he met the English mariner John Douglas and through him he met in Venice the English consul in Aleppo, Syria, Michael Lok to whom he recounted his discovery, the loss of his property by Cavendish and his grievance against the ingratitude of the Spaniards.

When Lok met Focas he was already a cartographer, a collector, and voyage financier to uncharted seas. He also dealt in commerce and had close contacts with Elizabeth’s Court. Focas asked Lok for a 40 ton ship and a tender and promised that in 30 days he would sail through the Straits. Lok who at that time had not the economic capability himself to finance Focas’ trip, immediately wrote three letters to the Elizabethan treasurer – Minister of Finance and General Secretary William Cecil, to Sir Walter Raleigh and to the famous geographer Richard Hakluyt relating the story told by Focas, his demand for returning the property lost to Cavendish and the advantages for England if they exploited such an opportunity. It is of course reasonable that if Lok did not trust Foca’s story, being himself an important person, he would not compromise his reputed name to such great personalities giving non-important information.

Fifteen days after their meeting in Venetia, the Kefallonian left for his island from where he started to correspond with his English friend. He informed him that he was ready to face the already sailed route, having found his crew, 20 men from his own village who were eager to take part in the great adventure.

The correspondence continued for almost six years. And when finally the money was found Lok went to Zakynthos from where he sent the last letter informing Focas to get ready to leave with him for England. But on June 1602 severe illness or death reached the Kefallonian mariner, without really knowing what lands he had discovered.

During my research (from 1992 till today) I came across the correspondence of the American Consul in the Ionian Islands Ammon Spyridon York with the historian in Monterey, California Alexander Taylor during 1853 and 1854 which throws new light on Fuca issue. I carefully studied a copy of it and I noticed that in this correspondence the culminating point and undisputed fact that highlights him is hidden and confirms his presence and discovery. On May 15, 1853 the historian of Monterey wrote to the American Consul in Zante seeking any information about the Kefallonian explorer Juan de Fuca.

York made three trips to under-British- rule Kefallonia, studied very old documents about the Foca family and gathered information about the house of the mariner and the eight male “relatives in direct line” which he met. The eight men noted in the correspondence, after my search in the General State Archives of Kefallonia (G.A.K. Kefallonia) are all registered in various notarial deeds.

I will stand on two points of the above correspondence:

  1. “According to information given to me by the Primate of the village and some people of the State (they are) the real and sole descendants in a straight line of de Fuca”.

And

2. “About Mr. Lok nothing more is known here othern than that he was de Fuca’s close friend”.

These are the most critical points about Foca and raise these questions:

How would the Primate of the village and the people of the State know of the Kefallonian seafarer if he did not exist, if he was a mythical person as some Spaniards and English claimed?

How would the State people of Kefallonia talk about relatives living in Elios if he did not exist?

How would his relatives know of him? Where did they learn about the relationship and found out his activities and achievements?

How did the villagers, uneducated as noted in the correspondence, know about Lok and his relationship with de Fuca? How did they know Lok? From where did they know him?

All the above undoubtedly give unequivocal and undeniable answers supported by common sense.

Furthermore the correspondence brought to light de Fuca’s dwelling. In my search of the surrounding area I could not find another habitation with those characteristics other than the Castle of Chionata –earlier Valerianou- or Agnantio, the ruins of whose fortification date back to the 16th century, a fact that confirms this argument.

My on the spot research of the area and my meeting with Gerassimos and Roubina Melissaratos, late wardens of the church of the Saint Apostles, unveiled information on Foca’s probable resting place, which was inside the old church “linked” to the byzantine family. The main grave had the marble embossed emblem of Foca, which due to the care of the church warden between the years 1956-1957 was transferred inside the new church and placed on the floor, as in the old one. Later it was protected by a glass cover comprising the “omphalio” of the new church. Melissaratos showed me the place where the emblem was initially, thus the matter requires further study and excavation. The emblem bearing the two-headed eagle belongs to the first group of family crests, the one that contains the Byzantine families, with a laurel wreath under the eagle – heraldic symbol and Byzantine burial emblem- and a crown between the two eagle heads.

In 1725 the Naval Academy in St. Petersburg, an institution founded by Peter the Great -whose confessor was the descendant of Juan, Gerassimos Focas- vindicated the Greek navigator by giving his name to the Straits officially and forever.

Through the years important historians, geographers, and explorers have set the foundations οn which I initially worked and after research on new documents gave him, with the evidence known up to now, the characterization “First Greek in S.W. Canada” in addition to the “First European in S.W. Canada”. The latter was bestowed to him –with caution- in 1787/88 by Cpt. William Barkley, while in 1791 the renowned explorer George Vancouver verified scientifically the description of the Straits, which, 200 years earlier, the “happily arrived old Greek mariner” made to Michael Lok somewhere in Venice.

Ioannis Apostolos Focas Valerianos, Juan de Fuca of the Spaniards, does not belong to any of the many countries he visited in his eventful life. He belongs to a country without geographical limits, to a country whose borders are determined only by his restlessness.

Giving vindication to his memory through endless and labyrinthine documentation, I humbly add that justice is slow but certain.

(In case you wish to purchase the book, pls contact the World Federation of Kefalonian & Ithacian Societies ODYSSEUS http://www.odysseusfederation.com e-mail: costas@hellenism.com)